Πόνος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Άλγος)

Ο πόνος είναι η δυσάρεστη αίσθηση που συνήθως προκύπτει από ένα πολύ έντονο ή καταστροφικό σωματικό ερέθισμα. Ο πόνος βιώνεται υποκειμενικά καθώς επηρεάζεται από την κατάσταση του εγκεφάλου μέσα στον οποίο σχηματίζεται η αίσθηση και ο πόνος ως προέκτασή της. Η συνήθεια, η ψυχική κατάσταση, το αν βρίσκεται κανείς σε ύπνωση, αν τελεί υπό ουσίες που επιδρούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα κλπ κάνουν την αίσθηση του πόνου υποκειμενική.

Ρόλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ρόλος του πόνου είναι η προστασία του ζωντανού οργανισμού. Όταν οποιαδήποτε αίσθηση φθάνει σε κορεσμό από υπερβολικά έντονα ερεθίσματα, τότε συνήθως ο οργανισμός φτάνει στα όριά του και κινδυνεύει να υποστεί απώλειες. Ο πόνος δρα ως προειδοποίηση για φύλαξη από τέτοιες δυσάρεστες συνέπειες. Όταν κάποιος δεν έχει αίσθηση του πόνου δεν μπορεί να φυλαχτεί και αυτό συμβαίνει είτε σε όποιον δεν λειτουργεί το κέντρο του πόνου στον εγκέφαλο είτε ο πόνος βρίσκεται σε καταστολή από φάρμακα, τοπική αναισθησία κλπ.

Κλίμακα μέτρησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καθώς ο πόνος είναι υποκειμενικός, η ανάγκη να τον βαθμονομήσουμε οδήγησε στην επινόηση πολλών μεθόδων. Μία από αυτές είναι η κλίμακα McGill που αξιολογεί τον πόνο σε διαβάθμισε κλίμακα, όπου στο 0 αντιστοιχεί το «καθόλου πόνος» και στο 10 το «ανυπόφορος πόνος». Μία άλλη χρήσιμη κλίμακα αξιολόγησης του πόνου αποτελεί η αριθμητική κλίμακα πόνου "Numerical Rating Scale" (NRS). Η NRS πλεονεκτεί των άλλων κλιμάκων πόνου, διότι είναι πιο προσιτή στους ασθενείς. Επιπρόσθετα, αξιολογεί καλύτερα τις μεταβολές της έντασης του πόνου.[1]

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πόνος, ανάλογα με την χρονική του διάρκεια, χαρακτηρίζεται ως παροδικός, περιστασιακός και χρόνιος. Ανάλογα με την έντασή του, χαρακτηρίζεται ως αμβλύς, ήπιος και έντονος ή οξύς.

Οξύς πόνος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως οξύς, ορίζεται ο πόνος που εμφανίζεται αιφνίδια και είναι έντονος. Εμφανίζεται γύρω από τον τραυματισμένο ή τον πάσχοντα ιστό.[2] Μπορεί να προκαλεί ταχυκαρδία, ταχύπνοια και αύξηση της αρτηριακής πίεσης.

Χρόνιος πόνος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως χρόνιος, ορίζεται ο πόνος που κρατά πάνω από τρεις μήνες και η έναρξή του φαίνεται να προσδιορίζεται χρονικά με ασάφεια. Οι επώδυνες περιοχές, ειδικά αν ο πόνος είναι σπλαχνικός, αναγνωρίζονται δύσκολα

Ο πόνος, στη Δυτική Ιατρική, αντιμετωπίζεται φαρμακολογικά, με τα Μη Στεροειδή Αντιφλεγμωνώδη Φάρμακα (ΜΣΑΦ) και τα οπιοειδή, ανεξάρτητα μεταξύ τους ή και με συνδυασμό. Σε άλλες παραδόσεις έχει χρησιμοποιηθεί ο ηλεκτρισμός των ζώων τη Ρωμαϊκή εποχή, ο υπνωτισμός, ο κοινωνικός εναγκαλισμός,[ασαφές] ο βελονισμός, η φυσιοθεραπεία και άλλα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]