Wartburg 1.3

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Wartburg 1.3
Wartburg 1.3 σε εισαγωγική διαφημιστική φωτογραφία του 1988
Σύνοψη
Κατασκευαστής Wartburg
ΠαραγωγήΟκτώβριος 1988 — Απρίλιος 1991
ΣυναρμολόγησηVEB Automobilwerk Eisenach, Άιζεναχ, Γερμανία (πριν τον Οκτώβριο του 1990 ήταν τμήμα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας)
Αμάξωμα και σασί
Αμάξωμα4-πορτο sedan
5-πορτο station wagon
2-πορτο pick-up
ΔιαμόρφωσηΚινητήρας μπροστά, εμπρόσθια κίνηση
Σύστημα κίνησης
ΚινητήραςΒενζίνη:
1.272 cm³ 4-χρονος, 4-κύλινδρος σε σειρά (Ι4)
Μετάδοση4-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο
5-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο στην έκδοση De Luxe
Χωρητικότητα καυσίμου43 λίτρα
Διαστάσεις
Μεταξόνιο2.450 χιλιοστά
Μήκος4.220 - 4.228 χιλιοστά
Πλάτος1.645 χιλιοστά
Ύψος1.495 - 1.695 χιλιοστά
Κενό Βάρος900 - 960 κιλά
Χρονολόγιο
Προηγούμενο μοντέλοWartburg 353

Το Wartburg 1.3 (ελληνικά: Βάρτμπουργκ 1.3) ήταν ένα μεσαίο οικογενειακό αυτοκίνητο που παρήχθη στο Άιζεναχ (γερμανικά: Eisenach) της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και από τις 3 Οκτωβρίου 1990 της ενιαίας Γερμανίας, από την αυτοκινητοβιομηχανία Wartburg, από τις 12 Οκτωβρίου 1988 έως τις 10 Απριλίου 1991. Αντικατέστησε το Wartburg 353 και υπήρξε το τελευταίο μοντέλο της εταιρείας, ενώ ήταν και το μοναδικό που έφερε τετράχρονο κινητήρα, σε αντίθεση με τους δίχρονους όλων των προηγούμενων μοντέλων της.

Συνολικά κατασκευάστηκαν μόλις 152.775 αντίτυπα από το μοντέλο αυτό, αριθμός πολύ μικρότερος από τα 1.224.662 αντίτυπα του Wartburg 353, καθώς το Wartburg 1.3 έπεσε θύμα της απελευθέρωσης της αγοράς μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών στις 3 Οκτωβρίου 1990, σηματοδοτώντας έτσι και το οριστικό τέλος της εταιρείας στις 10 Απριλίου 1991.

Δημιουργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κινητήρας ενός Wartburg 353 (πάνω) και ενός Wartburg 1.3 (κάτω).

Το προκάτοχο μοντέλο Wartburg 353 είχε παραμείνει στην παραγωγή επί 22 έτη σχεδόν αμετάβλητο και μάλιστα με έναν 2-χρονο βενζινοκινητήρα 993 cm³ προπολεμικής τεχνολογίας, με εξαιρετικά υψηλές εκπομπές καυσαερίων, που συχνά παρομοιάζονταν με «μπλε σύννεφο» και έναν μεταλλικό ήχο / κροτάλισμα, που θύμιζε έντονα ηλεκτρικό πριόνι. Όλα αυτά όμως δεν οφειλόταν σε αδιαφορία της εταιρείας. Απεναντίας, κατά την μακρά αυτή χρονική περίοδο, οι Ανατολικογερμανοί μηχανικοί της Βάρτμπουργκ εξέλιξαν πολλά πρωτότυπα με σκοπό την αντικατάσταση του 353 και τα ανώτατα στελέχη και οι σχεδιαστές της μάρκας έκαναν πολλές προσπάθειες να εισάγουν νέα και πολύ πιο σύγχρονα μοντέλα. Επιπλέον, η εταιρεία είχε αρχίσει ήδη από τη δεκαετία του 1950 να πειραματίζεται με 4-χρονους βενζινοκινητήρες και από το 1968 έως το 1982 οι μηχανικοί της φίρμας είχαν εξελίξει και κατασκευάσει μια ολόκληρη σειρά τετράχρονων κινητήρων βενζίνης, με κυβισμούς από 1.2 έως 1.6 λίτρα, με τελικό σκοπό να αντικαταστήσουν τον δίχρονο κινητήρα του 353.

Το αρχικό πρωτότυπο του Wartburg 1.3 / φαίνεται το πώς ο νέος κινητήρας είχε τοποθετηθεί διαφορετικά από τη διάταξη του Wartburg 1.3 παραγωγής.

Ωστόσο, κάθε προσπάθεια για νέο μοντέλο ή έστω για πιο εξελιγμένο κινητήρα, παρεμποδιζόταν από την κυβέρνηση της τότε Ανατολικής Γερμανίας. Συγκεκριμένα, κάθε φορά που η εταιρεία είχε εξελίξει και προετοιμάσει ένα νέο μοντέλο για διάδοχο, η ηγεσία της χώρας αρνιόταν διαρκώς να χρηματοδοτήσει το εκάστοτε πρότζεκτ, εν μέρει φοβούμενη κάθε φορά το οικονομικό κόστος των απαιτούμενων υλικών για πιο προηγμένα ντιζάιν, αλλά κυρίως για ιδεολογικούς λόγους, για τους οποίους ήταν ενάντια στην απόκτηση πιο σύγχρονων αυτοκινήτων από τις λαϊκές μάζες - μάλιστα υποστήριζε ότι οι πιο σύγχρονες τεχνολογίες θα ωθούσαν τον λαό στην αποδοχή καπιταλιστικών ανέσεων. Ως αποτέλεσμα, το 353 παρέμεινε στην παραγωγή επί 22 χρόνια και μάλιστα με τον ίδιο αναχρονιστικό δίχρονο κινητήρα. Σημειωτέον ότι το ίδιο ακριβώς συνέβη και με το άλλο μοντέλο αυτοκινήτου που κατασκεύαζε τότε η ίδια χώρα, το Trabant 601 και, παρομοίως, είχε ως αποτέλεσμα να παραμείνει και αυτό στην παραγωγή επί 27 χρόνια σχεδόν αμετάβλητο.

Πρωτότυπο Wartburg 1300 του 1986 με διαμήκη κινητήρα της Volkswagen.

Τελικώς, η λύση για την Wartburg ήρθε από τον κολοσσό της Volkswagen, ο οποίος το 1984, στα πλαίσια μιας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των τότε δύο Γερμανιών, πρότεινε στην κυβέρνηση της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας την τοποθέτηση του κινητήρα 1.3 λίτρων βενζίνης των Golf δεύτερης γενιάς και Polo δεύτερης γενιάς. Η κυβέρνηση φυσικά δέχτηκε αμέσως την προσφορά, καθώς δεν είχε λόγο να ανησυχήσει για τυχόν επιβάρυνση της οικονομίας της χώρας, και η Wartburg ήδη από το 1984 προσπάθησε να τον τοποθετήσει επειγόντως στο 353, αλλά τότε διαπίστωσε ότι το μπροστινό μέρος του αμαξώματος έπρεπε να υποστεί σημαντικές δομικές αλλαγές, προκειμένου να γίνει εφικτή η προσαρμογή.

Wartburg 1.3 sedan.
Το ταμπλό του Wartburg 1.3 / πρόκειται για μοντέλο του 1990 - 1991, όπως φαίνεται από την επένδυση με μαύρο ύφασμα στην πόρτα.

Μετά από 4 έτη σχετικής εξέλιξης, τον Οκτώβριο του 1988 ο 2-χρονος 3-κύλινδρος βενζινοκινητήρας αντικαταστάθηκε οριστικά από τον 4-χρονο 4-κύλινδρο βενζινοκινητήρα 1.3 λίτρων των Volkswagen Golf δεύτερης γενιάς και Volkswagen Polo δεύτερης γενιάς. Ταυτόχρονα, το μοντέλο υπέστη ένα εμφανές λίφτινγκ στα εμπρός και πίσω φώτα, ενώ απέκτησε νέους προφυλακτήρες και ένα εμφανώς πιο σύγχρονο ταμπλό. Επίσης, υπήρξαν κάποιες αλλαγές στον πίνακα οργάνων και τοποθετήθηκε νέα κολώνα τιμονιού και νέοι μοχλοί πάνω της, αν και το τιμόνι παρέμεινε ίδιο. Ο λεβιές ταχυτήτων επίσης μεταφέρθηκε στο πάτωμα, σε αντίθεση με τον λεβιέ ταχυτήτων του 353, ο οποίος ήταν πάνω στην κολώνα του τιμονιού. Από την άλλη όμως, το σασί ήταν το ίδιο με τον προκάτοχο 353 και το συνολικό προφίλ του αμαξώματος και οι αναλογίες των όγκων παρέμειναν αμετάβλητα. Ένα άμεσο αποτέλεσμα ήταν ότι ο χώρος αποσκευών διατήρησε τον όγκο των 525 λίτρων του προκατόχου 353.

Το νέο μοντέλο ονομάστηκε Wartburg 1.3 από τον κυβισμό του κινητήρα (για την ακρίβεια ήταν 1.272 cm³) και μπήκε στη μαζική παραγωγή στις 12 Οκτωβρίου 1988. Η αρχική καφέ φθηνή υφασμάτινη επένδυση στις πόρτες ήταν αμετάβλητη από το 353, αλλά το 1989 τοποθετήθηκε καφέ δερματίνη (τεχνητό δέρμα), ενώ το 1990 καθιερώθηκε μαύρο ύφασμα. Το ίδιο έτος, μπήκαν και νέες χειρολαβές στις πόρτες, με μαύρα καλύμματα. Το 1991, επίσης, τοποθετήθηκαν νέα μπροστινά καθίσματα, που είχαν ληφθεί από το Opel Kadett E και ρυθμίζονταν μέσω προσαρμογέα, και στο κάλυμμα της πόρτας καθιερώθηκαν νέες χειρολαβές, επίσης από το Opel Kadett E, μαζί και με έναν νέο εξωτερικό καθρέφτη.

Εκδόσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Wartburg 1.3 Rally Trailer και Wartburg 1.3 Rally.

Το Wartburg 1.3 κατασκευαζόταν σε 3 εκδοχές αμαξώματος, τις ίδιες με το 353 και με τις ίδιες ονομασίες:

  • Limousine (sedan): Οκτώβριος 1988 - Απρίλιος 1991. Το σεντάν ήταν, με διαφορά, η δημοφιλέστερη έκδοση.
  • Tourist (station wagon): Φεβρουάριος 1989 - Απρίλιος 1991.
  • Trans (pick-up): η σπανιότερη έκδοση, καθώς μόλις 920 αντίτυπα κατασκευάστηκαν.

με δύο επίπεδα εξοπλισμού, επίσης κατ' αντιστοιχία με αυτά του 353:

  • 1.3 Ν-Limousine και 1.3 Ν-Tourist (standard).
  • 1.3 S-Limousine και 1.3 S-Tourist (De Luxe).

Υπήρξαν και αγωνιστικά Wartburg Rally 1.3 που είχαν λάβει και επίσημη έγκριση από την Fédération Internationale du Sport Automobile / FISA, αλλά σε περιορισμένα αντίτυπα.

Εξωτερικές διαστάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Wartburg 1.3 Tourist (station wagon).

Παρακάτω παρουσιάζονται οι εξωτερικές διαστάσεις της κάθε εκδοχής αμαξώματος, με την σειρά: μήκος / πλάτος / ύψος.

  • Limousine (sedan): 4.220 / 1.645 / 1.495 χιλιοστά
  • Tourist (station wagon): 4.280 / 1.645 / 1.520 χιλιοστά
  • Trans (pick-up): 4.224 / 1.644 / 1.695 χιλιοστά

Το μεταξόνιο όλων των Wartburg 1.3 ήταν 2.450 χιλιοστά.

Κινητήρας και επιδόσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Wartburg 1.3 Trans.
Ο 4-χρονος και 4-κύλινδρος κινητήρας του Wartburg 1.3

Ο νέος κινητήρας είχε κυβισμό 1.272 cm³ και αρχική ισχύ 43 kW / 58 hp στις 5.400 στροφές το λεπτό, έως τον Ιούνιο του 1990, προσφέροντας τελική ταχύτητα:[1]

  • Limousine (sedan): 150 km/h
  • Tourist (station wagon): 141 km/h
  • Trans (pick-up): 135 km/h

Η στάνταρ μετάδοση της βασικής έκδοσης του Wartburg 1.3 ήταν ένα 4-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο, ενώ όλες οι εκδόσεις De Luxe, τόσο στην S-Limousine (σεντάν), όσο και στην S-Tourist, έφεραν 5-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο, προσφέροντας έτσι λίγο καλύτερες επιδόσεις.

Από τον Ιούλιο του 1990 και μετά, ο κινητήρας απέδιδε 47 kW / 64 hp,[2] προσδίδοντας πλέον τις μέγιστες επιδόσεις της ιστορίας των πολιτικών εκδόσεων των μοντέλων της Wartburg. Η κορυφαία επίδοση φυσικά επετεύχθη από την έκδοση S-Limousine De Luxe, λόγω του 5-τάχυτου μηχανικού κιβωτίου, η οποία κατάφερνε επιτάχυνση 0-100 km/h σε 15 δευτερόλεπτα και τελική ταχύτητα 170 km/h. Η ροπή του κινητήρα ήταν 96 Nˑm στις 3.300 στροφές το λεπτό.

Τελική διακοπή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αστυνομικό Wartburg 1.3 υπό την επίσημη ονομασία «Volkspolizei» / Λαϊκή Αστυνομία, που τελικώς εξελίχθηκε σε ειρωνικό σχόλιο, λόγω του κινητήρα της Volkswagen.

Οι δομικές αλλαγές στο μπροστινό μέρος, ωστόσο, για την τοποθέτηση του τετράχρονου βενζινοκινητήρα, σε συνδυασμό με την πιο σύνθετη κατασκευή των 4-χρονων, προκάλεσαν μια άμεση εκτόξευση της εμπορικής τιμής του μοντέλου κατά 60% εν μία νυκτί! Η βασική τιμή του Wartburg 353 ήταν τυπικά 18.000 μάρκα, αν και η πραγματική τιμή πώλησης κυμαινόταν από 20.000 έως 21.000 μάρκα. Αντιθέτως, η βασική τιμή του Wartburg 1.3 ξεπέρασε τότε τα 33.000 μάρκα. Για πολλούς πολίτες της ΛΔΓ που είχαν αποταμιεύσει λεφτά για ένα νέο Wartburg επί χρόνια και είχαν υπολογίσει το επίπεδο της τιμής του ως μια αρκετά αξιόπιστη έννοια (όπως γενικώς συνέβαινε με τα καταναλωτικά αγαθά στην Ανατολική Γερμανία, καθώς οι αυξήσεις των τιμών έτειναν να συμβαίνουν σταδιακά και όχι απότομα), προέκυψε ξαφνικά ένα απρόβλεπτο πρόβλημα χρηματοδότησης. Η αγορά ή ο δανεισμός με δόσεις δεν προβλέπονταν κατά την αγορά ενός καινούριου αυτοκινήτου (αν και στην πράξη ήταν αρκετά συνηθισμένα) και η χρηματοδοτική μίσθωση ήταν άγνωστη στη ΛΔΓ. Επίσημα, το όχημα έπρεπε πάντα να πληρώνεται σε μετρητά ή με επιταγή κατά τη στιγμή της παραλαβής. Η αναβολή της αγοράς ήταν θεωρητικά δυνατή, αλλά προβληματική. Αν δεν αγοραζόταν ένα όχημα κατά τη στιγμή της άφιξης από το εργοστάσιο, η επιλεξιμότητα αναβαλλόταν για μήνες έως χρόνια, με απρόβλεπτα αποτελέσματα για τον υποψήφιο ιδιοκτήτη.

Wartburg 1.3 σεντάν στην Κρακοβία της Πολωνίας.

Επιπλέον, η κατανάλωση του νέου κινητήρα δεν είχε μειωθεί σημαντικά, ενώ και οι επιδόσεις αρχικά έτυχε να είναι ακριβώς οι ίδιες και από τον Ιούλιο του 1990 ελάχιστα καλύτερες. Γενικότερα, επίσης, είχε επικρατήσει πλέον στην κοινή γνώμη, εντός και εκτός συνόρων, η αίσθηση ότι «ο χρόνος έχει πια εντελώς ξεπεράσει το μοντέλο» και, παρά τις επιμέρους βελτιώσεις, η Wartburg δεν μπορούσε πια να ανταποκριθεί στα νεότερα στάνταρ. Ειδικά μάλιστα στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, οι πωλήσεις κατέρρευσαν πλέον ολοκληρωτικά, ακόμα και στην κυριότερη δυτικοευρωπαϊκή εξαγωγική αγορά, το Βέλγιο, ενώ σε κάποιες άλλες είχαν εκμηδενιστεί. Ενδεικτικώς, στην Ελλάδα μόλις 2 αντίτυπα πωλήθηκαν επίσημα ως καινούρια το 1990 και μόλις 6 αντίτυπα το 1991 και μετά κανένα. Μάλιστα στα περισσότερα από τα άλλα κράτη διεθνώς, είχε πια σταματήσει να εξάγεται. Ακόμη και οι χώρες του Ανατολικού Μπλοκ είχαν προηγουμένως περιορίσει ή σταματήσει εντελώς την εισαγωγή του Wartburg 353 λόγω των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του δίχρονου κινητήρα και το Wartburg 1.3 κυκλοφόρησε ελάχιστα ακόμα και σε αυτές που είχαν απομείνει.

Τα πίσω φώτα του Wartburg 1.3 Tourist (station wagon).

Στις 3 Οκτωβρίου 1990, έλαβε χώρα η επανένωση των δύο Γερμανιών και αυτό έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στο Wartburg 1.3 (όπως επίσης και στο άλλο μοντέλο αυτοκινήτου που κατασκεύαζε τότε η πρώην Ανατολική Γερμανία, το Trabant 1.1). Ο λόγος ήταν η απελευθέρωση της αγοράς, τόσο στην πρώην Ανατολική Γερμανία, όσο και στις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που είχε ως αποτέλεσμα τον ολικό εκμηδενισμό της ζήτησης. Σύντομα έγινε προφανές ότι το Wartburg 1.3 δεν μπορούσε πλέον να σταθεί εμπορικά στην ενιαία Γερμανία, καθώς όλοι οι υποψήφιοι αγοραστές της πρώην Ανατολικής Γερμανίας στράφηκαν προς τα μεταχειρισμένα Δυτικά οικογενειακά μοντέλα και αποκτούσαν κυρίως Volkswagen Golf δεύτερης γενιάς, Opel Kadett, Ford Escort τρίτης και τέταρτης γενιάς, BMW Σειράς 3 E30, Renault 19 και Citroën BX.

Πρωτότυπο 3-πορτο Wartburg 355 στο Μουσείο Αυτοκινήτου της Δρέσδης, με 4-χρονο βενζινοκινητήρα 1.4 λίτρων της Renault.

Σε μια ύστατη προσπάθεια διάσωσης της εταιρείας, τα ανώτατα στελέχη της Wartburg αναβίωσαν τις παλαιότερες επαφές τους με τη Renault, από την εποχή του Wartburg 353, που είχαν οδηγήσει στη δημιουργία του 3-πορτου κουπέ Wartburg 355, το οποίο κατασκευάστηκε σε 4 αντίτυπα τα έτη 1968 έως 1973, με 4-χρονο βενζινοκινητήρα 1.397 cm³ της Renault, αλλά δεν έφτασε ποτέ στην παραγωγή. Μια συμφωνία επιτεύχθηκε σύντομα με τη Renault και μάλιστα υπήρξε τότε επίσημη ανακοίνωση τύπου για έναν νέο και πολύ πιο σύγχρονο κινητήρα, καθώς και κιβώτιο ταχυτήτων. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, ένα αντίτυπο ενός βενζινοκινητήρα 1.4 λίτρων της Renault, συμπεριλαμβανομένου του κιβωτίου ταχυτήτων, μεταφέρθηκε στο τμήμα έρευνας και ανάπτυξης στο Buchenau για προσαρμογή τους στο Wartburg 1.3 και το οδηγήσιμο πρωτότυπο αυτοκίνητο ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις μια εβδομάδα.

Πρωτότυπο Wartburg 1.4 στο Μουσείο Αυτοκινήτου του Άϊζεναχ, με 4-χρονο βενζινοκινητήρα 1.4 λίτρων της Renault.

Στα μέσα Οκτωβρίου 1990, μετά την επιτυχή προσαρμογή του κινητήρα 1.4 λίτρων και του κιβωτίου ταχυτήτων στο αυτοκίνητο, συζητήθηκε για τελευταία φορά η συνέχιση της κατασκευής του Wartburg με τον κινητήρα αυτό και υπό την ονομασία Wartburg 1.4 λόγω του κυβισμού του κινητήρα, αλλά λίγο μετά όλα τα σχέδια κατέρρευσαν, λόγω της απόφασης που ελήφθη ότι ο εκμηδενισμός των πωλήσεων ήταν τόσο συντριπτικός που το εργοστάσιο αυτοκινήτων του Άιζεναχ επρόκειτο να εκκαθαριστεί. Το οδηγήσιμο αυτό πρωτότυπο αποτελεί πλέον μέρος της μουσειακής συλλογής του Άιζεναχ. Έτσι, το τελευταίο Wartburg 1.3 (ένα κόκκινο σεντάν) κύλησε από τη γραμμή παραγωγής στις 10 Απριλίου 1991, χωρίς διάδοχο, και αυτό σηματοδότησε το οριστικό τέλος της εταιρείας Wartburg.

Wartburg 1.3 (κέντρο), Wartburg 353 (το λευκό πίσω) και το πρώτο αντίτυπο της Opel που κατασκευάστηκε στο Άιζεναχ, ένα Opel Vectra πρώτης γενιάς.

Για την ιστορία, το εργοστάσιο εξαγοράστηκε αμέσως μετά από την Opel, η οποία γκρέμισε τα περισσότερα από τα παλαιά κτίσματα και οικοδόμησε νέες, πιο σύγχρονες μονάδες παραγωγής. Από τότε μέχρι σήμερα, στις καινούριες εγκαταστάσεις της ίδιας τοποθεσίας, παράγονται οι διαδοχικές γενιές του Opel Corsa, ενώ τα πρώτα χρόνια σε αυτές κατασκευάστηκαν και αρκετά αντίτυπα της πρώτης γενιάς του Opel Vectra.

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. VEB Automobilwerk Eisenach (Hrsg.): IFA-Wartburg 1.3 Technik. 1988.
  2. VEB Automobilwerk Eisenach. In: motorostalgie – Motorsport und Fahrzeugbau in der DDR. Abgerufen am 19. Juni 2017.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Lars Leonhardt, Michael Schubert: Sportlich, schnell, schön. 50 Jahre Wartburg Sportwagen. Verlag Kraftakt, Reichenbach u. a. 2007, ISBN 978-3-938426-05-0, (Gebundene und bebilderte Ausgabe).
  • Jürgen Lisse: Fahrzeuglexikon Wartburg. Bildverlag Böttger GbR, Witzschdorf 2007, ISBN 978-3-937496-20-7.
  • Horst Ihling: DDR-Legende Wartburg. Schneider Text, Giel-Courteilles, France 2010, ISBN 978-3-7688-5796-3.
  • Bernard Vermeylen, Voitures des pays de l'Est, Boulogne-Billancourt, ETAI, 2008, ISBN 9782726888087 (OCLC 470767381).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]