Joy Division

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Joy Division
Το λογότυπο των Joy Division
Πληροφορίες
ΠροέλευσηΑγγλία
Μουσικά είδηΠοστ-πανκ
Γκόθικ ροκ
Παρουσία1976 - 1980
Δισκογραφική εταιρείαFactory Records
ΜέληΊαν Κέρτις
Μπέρναρντ Σάμνερ
Πήτερ Χουκ
Στίβεν Μόρρις
Πρώην μέληTony Tabas
Steve Brotherdale
Ιστότοπος
http://joydivisionofficial.com/

Οι Joy Division ήταν αγγλικό ροκ συγκρότημα από το Μάντσεστερ της Αγγλίας, αποτελούμενο από τους Ίαν Κέρτις (φωνητικά και περιστασιακά κιθάρα), Μπέρνταρντ Σάμνερ (κιθάρα και πλήκτρα), Πήτερ Χουκ (μπάσο, κιθάρα και φωνητικά) και Στίβεν Μόρρις (ντραμς και κρουστά). Με ένα ιδιαίτερο μουσικό ύφος, βασισμένο στους μελαγχολικούς στίχους του Κέρτις, και παρ' όλη τη μικρή χρονική παρουσία τους - αφού διαλύθηκαν μετά το θάνατο του προαναφερόμενου - κατάφεραν να αναγνωριστούν ως ένα από τα σημαντικά συγκροτήματα στον μουσικό χώρο.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι απαρχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όλα ξεκίνησαν στις 20 Ιουλίου 1976, όταν ο Μπέρνταρντ Σάμνερ, και ο Πήτερ Χουκ παρακολούθησαν μια συναυλία των Sex Pistols στο Μάντσεστερ. Εμπνεόμενοι από το γεγονός αποφάσισαν να σχηματίσουν το δικό τους συγκρότημα, αγοράζοντας τον κατάλληλο εξοπλισμό, δηλάδή κιθάρες, μπάσσα και ντραμς, όντας όλοι τους ερασιτέχνες μουσικοί.

Ο Ian Curtis, ο μετέπειτα τραγουδιστής της μπάντας, είχε παραβρεθεί στη συναυλία με την γυναίκα του, Deborah. Ο Curtis ήταν ένας ταλαντούχος μουσικός, αλλά επίσης εξαίρετος στιχουργός. Το νεοσύστατο συγκρότημα τον προσέλαβε, χωρίς καν ακρόαση και οι βάσεις είχαν θεμελιωθεί.

Στις αρχές του 1978 το συγκρότημα συνήθιζε να παίζει σε διάφορες παμπ της περιοχής. Το πρόβλημα που προέκυψε, όμως, ήταν ότι χρειαζόταν κάποιο όνομα για τις συναυλίες τους. Ο Richard Boom, ο μάνατζερ του πανκ συγκροτήματος Buzzcocks πρότεινε το όνομα Stiff Kittens. Ο τίτλος όμως δεν άρεσε σε κανένα μέλος του συγκροτήματος και έτσι σύντομα αποφάσισαν να το αλλάξουν. Ονομάστηκαν Warsaw, εμπνεόμενοι από το τραγούδι του David Bowie με τίτλο Warszawa. Εκείνη την εποχή έγινε και η πρώτη τους συμμετοχή σε δίσκο, το Short Circuit, που ήταν μια live συλλογή διαφόρων πανκ συγκροτημάτων. Επίσης προσέλαβαν ένα νέο ντράμερ, τον Tony Tabas, ο οποίος γρήγορα αντικαταστάθηκε από τον Steve Brotherdale. Ο συγκεκριμένος έπαιξε και στις ηχογραφήσεις του Warsaw Demo, που αργότερα κυκλοφόρησε ως bootleg (παράνομη κυκλοφορία). Ο ίδιος εκδιώχθηκε από το γκρουπ, αμέσως μετά την ηχογράφηση.

Οι νεοσύστατοι Warsaw, μετά την απόλυση του Brotherdale, έψαξαν να βρουν έναν νέο ντράμερ και τον βρήκαν στο πρόσωπο του Stephen Morris. Τα προβλήματα όμως δεν σταμάτησαν. Αναγκάστηκαν σύντομα, να αλλάξουν όνομα, λόγω του ότι υπήρχε, άλλη μια πανκ μπάντα, με δισκογραφική παρουσία, με το όνομα Warsaw Pakt. Το συγκρότημα δεν ήθελε μπλεξίματα μαζί της, για αυτό και μετονομάστηκαν σε Joy Division. Το όνομα είναι αναφορά σε μια πτέρυγα ενός ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, όπου διέμεναν πόρνες, οι οποίες προσφέρονταν για διασκέδαση των στρατιωτών. Το ίδιο στρατόπεδο συγκέντρωσης αναφέρεται και στη νουβέλα The House Of Dolls (1955).

Άνοδος και προβλήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 3 Ιουνίου του 1978 κυκλοφόρησε το πρώτο EP, με τίτλο An Ideal for Living, το οποίο απέσπασε καλές κριτικές. Το εξώφυλλο παρουσιάζει ένα μέλος της ναζιστικής νεολαίας. Το γεγονός αυτό, έγινε η αιτία να ξεσπάσουν κατηγορίες, εναντίον του συγκροτήματος για φασισμό και ναζιστικές επιρροές. Οι ισχυρισμοί αυτοί επιβεβαιώθηκαν από τον Bernard Sumner και τον Peter Hook, ότι εκείνη την εποχή τους απασχολούσε ιδιαίτερα το θέμα του φασισμού.

Οι Joy Division έδωσαν την πρώτη τους συναυλία, φέροντας το συγκεκριμένο όνομα, στις 25 Ιανουαρίου του 1978. Ταυτόχρονα, τράβηξαν και την προσοχή του Tony Wilson, ο οποίος ήταν παρουσιαστής σε ένα TV show και κατείχε μια δικιά του δισκογραφική εταιρία, τη "Factory Records", που αργότερα θα γινόταν διάσημη, χάρις στους Joy Division. Ο Wilson, μετά από την προσέγγισή του από τον Ian Curtis, προσκάλεσε το γκρουπ στην εκπομπή του, πράγμα που έγινε. Οι "Joy Division", στα πρώτα τους βήματα, δέχτηκαν πολλές κριτικές οι οποίες σύγκριναν την μουσική τους με εκείνη των The Velvet Underground, The Doors,[1] και Siouxsie and the Banshees.[2]

Παρά την αυξανόμενη επιτυχία της μπάντας, ο τραγουδιστής Ίαν Κέρτις διαγνώστηκε ως επιληπτικός. Αυτό το γεγονός έγινε η αιτία για πολλές ταλαιπωρίες που υπέστη. ΄Έπρεπε να παίρνει τακτικά διάφορα φάρμακα για την θεραπεία του, αλλά επίσης έβρισκε ολοένα και πιο δύσκολο το να παίζει σε συναυλίες, καθώς συχνά είχε επιληπτικές κρίσεις κατά τη διάρκεια τους. Παρ' όλα αυτά οι θεατές και οι θαυμαστές των Joy Division νόμιζαν ότι οι σπασμωδικές κινήσεις του Curtis δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα μέρος του σόου του συγκροτήματος.

Unknown Pleasures[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το εξώφυλλο του πρώτου δίσκου του συγκροτήματος, με τίτλο Unknown Pleasures

Τον Απρίλιο του 1979, ξεκίνησε η ηχογράφηση του πρώτου επίσημου LP του συγκροτήματος, με το όνομα Unknown Pleasures, το οποίο ηχογραφήθηκε στα "Strawberry Studios" του Λονδίνου. Παραγωγός του άλμπουμ ήταν ο Martin Hannett ο οποίος, με την εντυπωσιακή του δουλειά, κατάφερε να δημιουργήσει έναν "στοιχειωμένο", μυστήριώδη και ομιχλώδη ήχο, που ταίριαζε απόλυτα με το ύφος των καταθλιπτικών στίχων του Ian Curtis. Το επίσης θαυμάσιο εξώφυλλο ήταν δημιουργία του Peter Saville, ο οποίος ανέλαβε την δημιουργία του εξωφύλλου και για τους επόμενους δίσκους των Joy Division. Ο δίσκος απέσπασε πολύ καλές κριτικές και ανακηρύχτηκε ως το "καλύτερο ντεμπούτο άλμπουμ του 1979". Κυκλοφόρησε τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, μέχρι το 1982 είχε πουλησει 100.000 αντίτυπα και ο αριθμός αυτός συνεχίζει να αυξάνεται.

Closer και ο θάνατος του Κέρτις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο υπόλοιπο της χρονιάς το συγκρότημα ηχογράφησε ορισμένες καινούριες συνθέσεις και πραγματοποίησε ακόμα μια εμφάνιση στην τηλεόραση. Το 1980 ξεκίνησε η μεγάλη τους περιοδεία ανά την Ευρώπη και ταυτόχρονα η ηχογράφηση του δεύτερου δίσκου, με τίτλο Closer. Ταυτόχρονα, οι σχέσεις του Κέρτις με τη σύζυγό του χειροτέρευαν ολοένα και περισσότερο. Κύρια αιτία ήταν η εξωσυζυγική σχέση του Κέρτις με τη Βέλγα Annik Honore, δημοσιογράφο ενός βελγικού περιοδικού. Το αποτέλεσμα όλης αυτής της πίεσης, οδήγησε στις 7 Απριλίου σε απόπειρα αυτοκτονίας από τον Curtis, καταπίνοντας μια μεγάλη δόση από χάπια, πιο πολύ σαν μια κραυγή βοήθειας για τον κόσμο, ο οποίος τον έπνιγε γύρω του αβάσταχτα. Παρ' όλα αυτά ο Ian επέζησε και συνέχισε τις εμφανίσεις με το συγκρότημα. Αρκετές συναυλίες, όμως, ματαιώθηκαν, αλλά αυτό δεν εμπόδισε το γκρουπ να γυρίσει το βίντεο, για το νέο του single Love Wll Tear Us Apart, το οποίο έγινε μεγάλη επιτυχία και ήταν κάτι σαν απολογία του Curtis για όσα του είχαν συμβεί.

Στις 2 Μαΐου οι Joy Division, έπαιξαν στο πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, την τελευταία τους συναυλία με τον Curtis. Η συγκεκριμένη εμφάνιση, μάλιστα, ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε στο διπλό δίσκο Still, ο οποίος βγήκε στην αγορά μετά το θάνατο του Curtis.

Δύο μόλις μήνες προτού ο Ian Curtis γίνει 24 χρονών και λίγο καιρό πριν ξεκινήσει η αμερικάνικη περιοδεία του συγκροτήματος, στις 18 Μαΐου του 1980, αυτοκτόνησε, δια απαγχονισμού. Ο Ian, την προηγούμενη μέρα, είχε επιστρέψει στο σπίτι του στο Μάντσεστερ, για να ζητήσει από τη γυναίκα του να τον αφήσει για λίγο μόνο. Η Deborah Curtis πήγε στο πατρικό της και ο Ian έμεινε μόνος στο σπίτι. Παρακολούθησε μια ταινία και με την μουσική υπόκρουση του άλμπουμ Idiot του Iggy Pop, έβαλε τέλος στη ζωή του, κρεμασμένος από σχοινί. Το επόμενο πρωί η σύζυγός του, επιστρέφοντας, τον βρήκε νεκρό.

Ο τάφος του Ίαν Κέρτις.

Οι λόγοι του θανάτου του Ian Curtis δεν είναι εξακριβωμένοι. Ίσως να ήταν ο διαλυμένος γάμος του, ίσως η επιληψία του, ίσως η διαταραγμένη του προσωπικότητα, ίσως και η θέλησή του να μιμηθεί τους ήρωες που είχαν πεθάνει κι αυτοί νέοι. Το πιο πιθανό είναι να πρόκειται για έναν συγκερασμό από όλα αυτά, ο οποίος τον οδήγησε να αυτοκτονήσει και είναι αμφίβολο αν θα μαθευτεί ποτέ ο ακριβής λόγος.

Ο δίσκος Closer κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1980 και είχε σημαντική εμπορική επιτυχία, φτάνοντας στις 250.000 πωλήσεις, απολαμβάνοντας επίσης πολύ καλές κριτικές. Ανάλογη επιτυχία γνώρισε και το single Love Will Tear Us Apart.

Επακόλουθα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ είχανε συμφωνήσει ότι μετά το θάνατο του Κέρτις θα συνέχιζαν, αλλά με διαφορετικό όνομα. Έτσι μετονομάστηκαν σε New Order και στράφηκαν σε πιο χορευτική κατεύθυνση.

Άλλες κυκλοφορίες των Joy Divison μετά το θάνατο του Κέρτις είναι οι συλλογές Still (1981), Substance (1988) και Permanent (1995). Επίσης το 1995 κυκλοφόρησε και το box set Heart And Soul και το 2008, άλλη μια συλλογή με το όνομα The Best Of Joy Divsion. Τέλος, ο δίσκος Warsaw του 1994, με διάφορες παλιές ηχογραφήσεις πριν το συγκρότημα ονομαστεί Joy Division.

Όσο για τη μορφή του Ian Curtis, το 2006 εκδόθηκε μια βιογραφία του, από τους Mick Middles και Lindsay Reade και επίσης το 2007 μια ταινία για τη ζωή του καλλιτέχνη, βασισμένη σε μια ακόμη βιογραφία για τη ζωή του, γραμμένη από τη γυναίκα του, Deborah Curtis, με τίτλο Touching From The Distance (1995).

Ύφος και περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ύφος και το στυλ των Joy Division ήταν ιδιόμορφο. Κύρια χαρακτηριστικά της μουσικής τους είναι ο μελαγχολικός και ομιχλώδης ήχος τους, καθώς και τα βαριά, μπάσσα φωνητικά του Ian Curtis. Οι Joy Division ξέφυγαν γρήγορα από το ύφος των άλλων πανκ συγκροτημάτων, εγκανιάζοντας ένα νέο είδος μουσικής, το λεγόμενο post punk. Όπως είπε και ο κριτικός John Savage: "Το συγκρότημα δεν είναι πανκ, αλλά άμεσα επηρεασμένο από το πανκ". Αν οι Sex Pistols ήταν το πανκ της έντασης, της οργής, οι Joy Division ήταν το πανκ της μελαγχολίας και της λυρικότητας, δομημένο στους στίχους του Ian Curtis, με κύριο γνώρισμά τους τον καταθλιπτικό χαρακτήρα τους.

Επίσης οι Joy Division έθεσαν τις βάσεις για το λεγόμενο goth rock και αποτέλεσαν τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο punk και του goth rock. Ταυτόχρονα υπήρξαν μεγάλη επιρροή και άνοιξαν το δρόμο για μεταγενέστερα συγκροτήματα ανάμεσά τους οι Nirvana, οι Radiohead, οι U2, οι The Cure κ.α. Αν και πολλοί θεωρούσαν την goth rock ως κάτι εξεζητημένο και, κατά κάποιον τρόπο, καρτουνίστικο, οι Joy Division, απέδειξαν το αντίθετο με την μεγάλη επιρροή τους και τη ξεχωριστή τους μουσική πρωτοπορία, η οποία όμως τερματίστηκε απρόσμενα με το θάνατο του "αρχηγού" τους, του Ian Curtis.

Δισκογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Studio άλμπουμ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

EP[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • An Ideal For Living (1978)

Συλλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Still (1981)
  • Substance (1988)
  • The Peel Sessions (1990)
  • Warsaw (1994)
  • Permanent (1995)
  • Heart And Soul (1997)
  • Joy Division: The Complete BBC Recordings (2000)
  • Martin Hannett's Personal Mixes (2007)
  • Let The Movie Begin (2007)
  • The Best Of Joy Division (2008)

Live άλμπουμ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Preston 28 February (1999)
  • Les Bains Douches 18 December (1979)
  • Fractured Box (2001)
  • Re - fractured Box (2004)

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Bell, Max (14 Ιουλίου 1979). «Joy Division: Unknown Pleasures (Factory)». NME. Rock's Backpages (subscription required). Ανακτήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2013. 
  2. Kent, Nick (31 March 1979). «Modern Life in the UK: Factory Gets it Right». NME. «'Digital' and 'Glass', [...] Two blurred depictions of desperation and desolation, the missing link between Elvis Presley and [Siouxsie and] the Banshees».