Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από IPCC)
Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή
ΣυντομογραφίαIPCC
Ίδρυση1988
ΙδρυτήςΓενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών
ΤύποςΕπιτροπή
ΈδραΓενεύη, Ελβετία, Ελβετία
Μητρική οργάνωσηΠαγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών
Ιστότοποςwww.ipcc.ch

Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change - IPCC) είναι επιστημονική διακυβερνητική επιτροπή[1][2] υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ιδρύθηκε το 1988 από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό και το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών. Ο σκοπός της επιτροπής είναι η αξιολόγηση της επιστημονικής γνωστικής βάσης και των ερευνών που διεξάγονται για τη μελέτη των κλιματικών αλλαγών. Η επιτροπή αξιολογεί επίσης τις συνέπειες των κλιματικών μεταβολών που προέρχονται από ανθρώπινη δραστηριότητα, μελετώντας πιθανές πολιτικές και δράσεις για την αντιμετώπιση των ενδεχόμενων κινδύνων. Συντονίζει επιστήμονες από ολόκληρο τον κόσμο και μέχρι το 2017 είχε δημοσιεύσει πέντε εκθέσεις (1990, 1995, 2001, 2007 και 2014) σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές που παρατηρούνται και τις πιθανές επιπτώσεις τους. Οι εκθέσεις της IPCC αποτελούν σημείο αναφοράς για τα ζητήματα που άπτονται της παγκόσμιας θέρμανσης και βασίζονται σε επιστημονικές δημοσιεύσεις ειδικών ερευνητών.

Η επιτροπή είναι ένα διακυβερνητικό σώμα, ανοιχτό σε όλες τις χώρες μέλη της Παγκόσμιας Μετεωρολογικής Οργάνωσης και του Προγράμματος για το Περιβάλλον του ΟΗΕ. Συνέρχεται μία φορά ετησίως, προκειμένου να καθοριστούν η εσωτερική λειτουργία, οι αρχές και το πρόγραμμα εργασίας της ή να εγκριθούν οι εκθέσεις της. Περιλαμβάνει τρεις ομάδες εργασίας για την αξιολόγηση των επιστημονικών παραμέτρων των κλιματικών μεταβολών, των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεών τους και των πιθανών πολιτικών που μπορούν να εφαρμοστούν για την αντιμετώπισή τους αντίστοιχα. Οι δραστηριότητες της επιτροπής χρηματοδοτούνται από εθελοντικές συνεισφορές των κυβερνήσεων, ενώ πρόσθετη οικονομική στήριξη παρέχουν η Παγκόσμια Μετεωρολογική Οργάνωση και το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος του ΟΗΕ.

Η επιτροπή μοιράστηκε με τον Αλ Γκορ το Νόμπελ Ειρήνης 2007[3].

Ιστορία και στόχοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η IPCC αναπτύχθηκε από έναν διεθνή επιστημονικό οργανισμό, τη Συμβουλευτική Ομάδα για τα Αέρια Θερμοκηπίου που συστάθηκε το 1985 από το Διεθνές Συμβούλιο Επιστημονικών Ενώσεων, το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) και τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO) για να παρέχει συστάσεις με βάση τις τρέχουσες έρευνες. Αυτή η μικρή ομάδα επιστημόνων δεν είχε τους πόρους για να καλύψει την όλο και πιο περίπλοκη διεπιστημονική φύση της κλιματικής επιστήμης. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών επιδίωξε μια διεθνή σύμβαση για περιορισμούς στα αέρια του θερμοκηπίου και υπό τη συντηρητική κυβέρνηση Ρήγκαν εξέφρασε ανησυχία για την απεριόριστη επιρροή από ανεξάρτητους επιστήμονες ή από φορείς των Ηνωμένων Εθνών όπως το UNEP και ο WMO. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν η κύρια δύναμη στη διαμόρφωση της IPCC ως ένα αυτόνομο διακυβερνητικό όργανο στο οποίο συμμετείχαν επιστήμονες τόσο ως εμπειρογνώμονες όσο και ως επίσημοι εκπρόσωποι των κυβερνήσεών τους, οι οποίοι θα παρήγαγαν εκθέσεις υποστηριζόμενες από όλους τους κορυφαίους σχετικούς επιστήμονες και οι οποίοι στη συνέχεια έπρεπε να επιτύχουν συναίνεση συμφωνία από κάθε συμμετέχουσα κυβέρνηση. Με αυτόν τον τρόπο, η IPCC διαμορφώθηκε ως ένα υβρίδιο μεταξύ ενός επιστημονικού φορέα και ενός διακυβερνητικού πολιτικού οργανισμού.[4]

Τα Ηνωμένα Έθνη ενέκριναν επισήμως τη δημιουργία της IPCC το 1988, αναφέροντας το γεγονός ότι «ορισμένες ανθρώπινες δραστηριότητες θα μπορούσαν να αλλάξουν τα παγκόσμια κλιματικά πρότυπα, απειλώντας τις σημερινές και τις μελλοντικές γενιές με δυνητικά σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες» και ότι «Η συνεχιζόμενη αύξηση των ατμοσφαιρικών συγκεντρώσεων αερίων «θερμοκηπίου» θα μπορούσε να προκαλέσει υπερθέρμανση του πλανήτη με ενδεχόμενη άνοδο της στάθμης της θάλασσας, οι επιπτώσεις της οποίας θα μπορούσαν να είναι καταστροφικές για την ανθρωπότητα εάν δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα σε όλα τα επίπεδα».[5]

Εκθέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης Τέταρτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC

Οι εκθέσεις της επιτροπής γράφονται από ομάδες ανθρώπων, προερχόμενων από πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα ή άλλους περιβαλλοντικούς και οικονομικούς οργανισμούς, η συμμετοχή των οποίων γίνεται στον ειδικό τομέα εξειδίκευσής τους. Για τη διασφάλιση της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας τους, οι εκθέσεις περνούν από πολλαπλό επιστημονικό και κυβερνητικό έλεγχο. Η επιτροπή έχει δημοσιεύσει μέχρι σήμερα τέσσερις εκθέσεις, το 1990, 1995, 2001 και 2007 αντίστοιχα. Η επιτροπή δεν πραγματοποιεί έρευνα, ούτε συλλέγει παρατηρησιακά δεδομένα, αλλά συνθέτει και αξιολογεί την ήδη υπάρχουσα επιστημονική γνώση για τα ζητήματα των κλιματικών αλλαγών.

Η έκθεση του 2001, κατέληγε στα εξής βασικά συμπεράσματα, όπως αυτά προέκυψαν από την εξέταση των πιο πρόσφατων ερευνών σχετικά με τις κλιματικές μεταβολές[6]:

  1. Ένας αυξανόμενος αριθμός παρατηρήσεων επιβεβαιώνουν μία παγκόσμια θέρμανση καθώς και άλλες μεταβολές στο κλίμα. Η μέση επιφανειακή θερμοκρασία της Γης έχει αυξηθεί περίπου κατά 0.6oC στον 20ό αιώνα, η κάλυψη των πάγων έχει μειωθεί, ενώ η μέση στάθμη της θάλασσας έχει αυξηθεί. Ορισμένοι σημαντικοί κλιματικοί παράγοντες, όπως η συχνότητα ανεμοστρόβιλων ή χαλαζόπτωσης και η θερμοκρασία περιοχών του βόρειου ημισφαιρίου και της Ανταρκτικής, δεν έχουν σημειώσει αξιοσημείωτες μεταβολές.
  2. Η εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου από ανθρωπογενείς δραστηριότητες μεταβάλει την ατμόσφαιρα της Γης, με τέτοιο τρόπο ώστε να αναμένονται αλλαγές στο κλίμα.
  3. Η αξιοπιστία των κλιματικών μοντέλων και των προβλέψεών τους έχει αυξηθεί.
  4. Υπάρχουν ολοένα ισχυρότερες ενδείξεις πως η παγκόσμια θέρμανση των τελευταίων πενήντα ετών οφείλεται σε ανθρωπογενείς δραστηριότητες.
  5. Η ανθρώπινη παρέμβαση θα συνεχίσει να μεταβάλει τη σύνθεση της ατμόσφαιρας στη διάρκεια του 21ου αιώνα.
  6. Η παγκόσμια μέση θερμοκρασία και στάθμη της θάλασσας αναμένεται να αυξηθούν στο μέλλον. Η πρόβλεψη αυτή είναι κοινή για διαφορετικές εκδοχές που εξετάστηκαν αναφορικά με τη μελλοντική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των χωρών.

Η τέταρτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC εκδόθηκε το 2007 και επιβεβαίωσε τις κυριότερες διαπιστώσεις της τρίτης έκθεσης του 2001, στις οποίες προστέθηκαν νέες γνώσεις που προήλθαν από νέες παρατηρήσεις και βελτιωµένα κλιματικά µοντέλα. Μία μειοψηφία των εμπλεκόμενων επιστημόνων έχει διαφωνήσει με ορισμένες πτυχές των πορισμάτων της επιτροπής, κυρίως σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές προβλέψεις για την εξέλιξη των κλιματικών μεταβολών.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Organization». Intergovernmental Panel on Climate Change. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2010. 
  2. «"A guide to facts and fictions about climate change"» (PDF). The Royal Society. Μαρτίου 2005. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2009. 
  3. The Nobel Peace Prize for 2007
  4. Weart, Spencer (December 2011). "International Cooperation: Democracy and Policy Advice (1980s)". Αρχειοθετήθηκε 2013-11-09 στο Wayback Machine. The Discovery of Global Warming. American Institute of Physics.
  5. General Assembly resolution 43/53, Protection of global climate for present and future generations of mankind
  6. Climate Change 2001: The Scientific Basis Αρχειοθετήθηκε 2016-03-07 στο Wayback Machine., Summary for Policymakers, IPCC Third Assessment Report: Climate Change 2001.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]