Anthocomus fasciatus

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Anthocomus fasciatus
Anthocomus fasciatus
Anthocomus fasciatus
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Αρθρόποδα (Arthropoda)
Ομοταξία: Έντομα (Insecta)
Τάξη: Κολεόπτερα (Coleoptera)
Υπεροικογένεια: Cleroidea
Οικογένεια: Malachiidae
Γένος: Anthocomus
Είδος: fasciatus
Διώνυμο
Anthocomus fasciatus
(Linnaeus 1758)

Το Anthocomus fasciatus είναι μικρο κολεόπτερο από την οικογένεια Malachiidae. Το γένος Anthocomus εκπροσωπείται στην Ευρώπη με δέκα είδη.[1] Στην Ελλάδα εκτός από το Anthocomus fasciatus αναφέρονται τα είδη Anthocomus equestris[2] Anthocomus haeres[3] Anthocomus humeralis[4] Anthocomus miniatus[5] και ενδημικά στην Κρήτη το Anthocomus creticus.[6]

Όπως όλα τα είδη της οικογένειας και το Anthocomus fasciatus διαθέτει μεταξύ κεφαλής και προθώρακα και μεταξύ μεταθώρακα και κοιλίας μεμβρανώδεις σακούλες, που μπορούν να επεκτείνονται προς τις πλευρές ή να αποσύρονται ώστε να μην φαίνονται κατά την θέληση του εντόμου. Επίσης τα αρσενικά διαθέτουν ιδιαίτερες διεγέρτες που χρησιμοποιούνται στη διέγερση του θηλυκού.

Ετυμολογικές και ιστορικές παρατηρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος αναφέρεται το 1785 υπό το όνομα Cantharis fasciatus από τον Λινναίο στην περίφημη δέκατη έκδοση του Systema naturae που θεωρείται ως αφετηρία της διωνυμικής ονοματολογίας. Το δεύτερο μισό της κοντής λατινικής περιγραφής είναι elytris nigris: fasciis duabus rubris (με μαύρα έλυτρα, με δυο κόκκινες ρίγες).[7] Αυτό εξηγεί το όνομα του είδους fasciatus, που αναφέρεται στις ρίγες στα έλυτρα (λατ. fasciatus = ριγωτά).[8]

Το γένος Anthocomus καθορίστηκε το 1840 από τον Erichson.[1] Στην περιγραφή του γένους δεν βρίσκεται εξήγηση του ονόματος.[9] Ωστόσο, σύμφωνα με τις παραδόσεις της ονοματοθεσίας στη βιολογία το όνομα προέρχεται από την αρχαία ελληνική γλώσσα, όπου η λέξη σημαίνει “στολισμένος με άνθη” ή και “πολύχρωμος, ποικιλόχρωμος”.[10] Και πραγματικά τα είδη του γένους κατά κανόνα είναι πολύχρωμα.

Μορφολογικά χαρακτηριστικά του ακμαίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως όλα τα είδη της οικογένειας των Malachiidae ο εξωσκελετός του ακμαίου είναι αρκετά μαλακός. Το κολεόπτερο αποκτά μήκος τριών μέχρι τεσσάρων χιλιοστόμετρων. Οι πλευρές είναι περίπου παράλληλες. Το κορμί είναι στρωμένο με πολύ λεπτές τρίχες, που σχεδόν δεν φαίνονται.

Το κεφάλι είναι σκούρο πράσινο, σχεδόν μαύρο. Προεκτείνεται μόνο λίγο προς τα εμπρός. Το άνω χείλος είναι πολύ πλατύτερο παρά μακρύ. Κατά κανόνα καλύπτει από επάνω τις άνω γνάθους. Οι μακρές γναθικές προσακτρίδες είναι τετραμερείς, οι βραχείς χειλικές προσακτρίδες είναι τριμερείς. Στις πλευρές του κεφαλιού έχει δυο μεγάλους οφθαλμούς, που είναι σχεδόν ημισφαιρικοί. Μπροστά από αυτούς (όχι μεταξύ τους) και κοντά στη μπροστινή ακμή του κεφαλιού εκφύονται οι κεραίες. Συνίστανται από ένδεκα μέρη περίπου του ίδιου φάρδους, που είναι λίγο πριονισμένα. Στα αρσενικά στο πέμπτο μέχρι στο ενδέκατο μέρος της κεραίας υπάρχουν δυο μεμβρανώδεις ράχες κατά μήκος, που είναι αμβλεία πριονισμένες. Αυτές παίζουν ρόλο στην προσέλκυση του θηλυκού.[11]

Το πρόνωτο είναι περίπου το ίδιο πλατύ με το κεφάλι και του ίδιου χρώματος. Οι πλευρές του είναι λυγισμένες προς τα κάτω.

Τα δυο μαύρα έλυτρα μαζί είναι στην βάση φαρδύτερα από το πρόνωτο. Προς τα πίσω φαρδαίνουν λίγο. Λίγο πριν από το μισό μήκος έχουν μια φαρδιά κόκκινη και εγκάρσια λουρίδα, που δεν φτάνει μέχρι την ραφή που σχηματίζουν τα έλυτρα. Και το τέλος των ελύτρων είναι κόκκινο. Μπορεί οι άκρες των κόκκινων περιοχών να είναι άσπρες (παραλλαγή regalis). Τα έλυτρα των θηλυκών δεν δείχνουν καμιά ιδιαιτερότητα, αλλά στα αρσενικά τελειώνουν με ένα όργανο, που λέγεται excitator (διεγέρτης, εικ. 6). Το όνομα εκφράζει το γεγονός, πως κατά την προξενιά το θηλυκό ροκανίζει και γλείφει στο όργανο αυτό και με αυτό ερεθίζεται ώστε τελικά συμφωνεί στη σύζευξη. Ο ερεθιστής αποτελείται από δυο συμμετρικά μισά, το κάθε μισό είναι τοποθετημένο σε ένα έλυτρο. Το κάθε έλυτρο τελειώνει με μια λεπτή αλλά σκληρή πλάκα. Αυτή χωρίζεται με βαθιά κανάλι ή εγκοπή (Εικ. 6 δεξιά πράσινο) από το υπόλοιπο έλυτρο, και είναι στην οπίσθιο μέρος περίπου κάθετο. Στην εσωτερική πλευρά (κοντά στο τέλος της ραφής των ελύτρων) η πλάκα επεκτείνεται προς τα μπροστά και επάνω και καταλήγει σε είδος στενής γλώσσας που δείχνει προς τα πάνω (Εικ. 6 δεξιά κόκκινο). Η γλώσσα αυτή στα γερμανικά λέγεται Sekretgeber (δότης της έκκρισης). Τελειώνει με μια ομάδα μακριών τριχών. Οι γλώσσες στα δυο έλυτρα σχεδόν αγγίζουν. Το όργανο αυτό συμπληρώνεται από μια μικρή μαύρη κυκλική περιοχή στην έξω πλευρά του τέλος του ελύτρου, που τριγυρίζεται από κοντές τρίχες (Εικ. 6, στην πάνω μέση δεξιά, φυσικό χρώμα). Σε αυτή την πεδία και στην πλάκα απεκκρίνονται ερεθιστικές χημικές ουσίες, που κατά μεγάλο μέρος ρέουν στις τρίχες στην άκρη της γλώσσας.[11]

Τα πόδια είναι λεπτά. Οι ταρσοί είναι όλοι πενταμερείς.

Εικ.1 αρσενικό από πάνω Εικ.2 από μπροστά Εικ.3 πλευρική όψη
Εικ.4 θηλυκό από πάνω Εικ.5 από κάτω Εικ.6 δεξιό μισό του διεγέρτη από επάνω,
δεξιά χρωματισμένο αντίγραφο
κόκκινο: γλώσσα προς ταπάνω,
πράσινο: βαθεία εγκοπή

Βιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι προνύμφες είναι αρπακτικά. Τρώνε τις προνύμφες κολεοπτέρων που αναπτύσσονται στο ξύλο. Τα ακμαία καταναλώνουν μυκήλια και σπόρια, που ψάχνουν σε κλαδιά δένδρων μολυσμένων με μύκητες. Εμφανίζονται για μερικές εβδομάδες στις αρχές της άνοιξης. Απαντώνται σε λουλούδια, ιδιαίτερα της οικογένειας Umbelliferae. Για την αναπαραγωγή προτιμούν να πετούν στα φύλλα δένδρων.

Το είδος εμφανίζει πολύπλοκο προξενιό. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει σύζευξη. Η διαδικασία του προξενιού πραγματοποιείται περίπου δυο εβδομάδες μετά την εμφάνιση των ακμαίων και κατά κανόνα όχι στα λουλούδια, αλλά στα φύλλα δέντρων. Τα θηλυκά κάθονται ήσυχα, συχνά κάτω από τα φύλλα. Τα αρσενικά όμως ψάχνουν ενεργά για θηλυκά. Αρκετές φορές αλλάζουν την αφετηρία αναζήτησης πετώντας για μικρές αποστάσεις. Αυτό κάνουν και τα θηλυκά, αλλά σπανιότερα.

Οι συναντήσεις είναι τυχαία, τα έντομα αναγνωρίζονται οπτικά, όχι όμως το φύλο τους. Το φύλο αναγνωρίζεται με μια κοντή επαφή του θηλυκού σώματος δια τις κεραίες του αρσενικού. Μπορεί τότε το θηλυκό να απομακρύνεται, αλλά τότε το αρσενικά προσπαθεί ζωηρά να το ξαναβρεί. Η προξενιά αρχίζει με τα δυο κολεόπτερα αντιμετωπίζοντας μετωπικά το ένα το άλλο. Πολλές φορές παραμένουν σε αυτή τη στάση για αρκετό χρόνο. Οι κεραίες όμως δονούνται συνεχώς και αποδεικνύουν, πως τα δυο έντομα επικοινωνούν. Μετά το αρσενικό πλησιάζει το θηλυκό και τα δυο αρχίζουν να αγγίζουν το ένα το άλλο αποκλειστικά με τις κεραίες. Οι επαφές αυτές γίνονται όλο και πιο έντονες. Ακολουθεί μια απότομη περιστροφή του αρσενικού με 180°. Με αυτό το αρσενικό εκθέτει τον διεγέρτη στα στοματικά μόρια του θηλυκού. Κατά κανόνα το θηλυκό δαγκώνει τον διεγέρτη, αλλιώς το αρσενικό προσπαθεί να σπρώχνει τον διεγέρτη προς τα στοματικά μόρια του θηλυκού. Αποδεικνύεται πως η μορφή του διεγέρτη και των στοματικών μορίων ταιριάζουν σωστά στην έννοια πως το θηλυκό μπορεί να δαγκώνει τη γλωσσική προέκταση, ενώ συγχρόνως οι ευαίσθητες προσακτρίδες των στοματικών μορίων κάθονται στις τις σκούρες περιοχές, απ' όπου εκκρίνονται οι εριστικές ουσίες. Μετά το αρσενικό περιστρέφεται πάλι με 180° και επαναλαμβάνονται οι επαφές με τις κεραίες. Αυτή η αλλαγή της θέσεως του αρσενικού μπορεί να επαναλαμβάνεται μερικές φορές, μέχρι τα δυο έντομα είναι αρκετά ερεθισμένα. Τότε μετά μια φάση επαφής με τις κεραίες το θηλυκό κάνει μια στροφή με 180°, έτσι το αρσενικό βρίσκεται αντιμέτωπο με το οπίσθιο μέρος του θηλυκού. Τώρα το αρσενικό με ένα δάγκωμα δοκιμάζει, εάν το θηλυκό πραγματικά δέχεται την σύζευξη. Σαν απάντηση στο δάγκωμα το θηλυκό απομακρύνεται, ή παραμένει και με αυτό επιτρέπει στο αρσενικό να ανεβαίνει στο θηλυκό και να πραγματοποιεί την σύζευξη. Το θηλυκό παραμένει σαν αναίσθητο, το αρσενικό σηκώνεται μέχρι τα σώματα να σχηματίσουν ορθή γωνία, μετά γυρνάει προς τα πίσω και το σώμα του περιμένει 180° γυρισμένο στο σώμα του θηλυκού. Σε αυτή την στάση το ζεύγος παραμένει μερικά λεπτά. Όταν το αρσενικό “ξυπνάει” πρώτο, γυρνάει πάλι προς τα πάνω και πίσω στην πλάτη του θηλυκού, μετά διακόπτει την σύνθεση, και τραβάει το πέος έξω από το θηλυκό. Αλλιώς το θηλυκό “ξυπνάει” πρώτο και μπορεί να ξεκινάει μεταφέροντας το αρσενικό μαζί του μέχρι τελικά αποχωρίζονται σπρώχνοντας τα μεσαία και οπίσθια πόδια ενάντια στο σώμα του αλλού.[11]

Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος απαντάται στη νότια και κεντρική Ευρώπη και σε νότιες περιοχές της βόρειας Ευρώπης στις πεδιάδες και μέχρι μέτριο ύψος. Η παρουσία του αμφισβητείται όμως σε πολλές χώρες π.χ. στην Αλβανία , τη Βουλγαρία, και την Τουρκία. Στην Ελλάδα εκτός από την ηπειρωτική χώρα υπάρχουν αναφορές από την Κρήτη. Το είδος λείπει όμως στις Κυκλάδες, στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου στα Δωδεκάνησα και στην Κύπρο.[12] Έξω από την Ευρώπη το είδος απαντάται στην Παλαιστίνη, τον Καύκασο και τη Συρία.[11]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Heinz Freude, Karl Wilhelm Harde, Gustav Adolf Lohse: Die Käfer Mitteleuropas. Band 6 Diversicornia, Goecke&Evers, Krefeld 1979, ISBN 3-87263-027-X. σελ. 65
  • Klaus Koch: Die Käfer Mitteleuropas Ökologie. 1. Auflage. Band 2, Goecke&Evers, Krefeld 1989, ISBN 3-87263-040-7. σελ. 46

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του γένους Anthocomus
  2. Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Anthocomus equestris
  3. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Anthocomus haeres». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2014. 
  4. Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Anthocomus humeralis[νεκρός σύνδεσμος]
  5. Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Anthocomus miniatus[νεκρός σύνδεσμος]
  6. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Anthocomus creticus». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2014. 
  7. Linnæus, C. 1758. Systema naturæ per regna tria naturæ, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis. Tomus I. Editio decima, reformata σελ. 402 [1]
  8. Sigmund Schenkling: Εξήγηση των επιστημονικών ονομάτων κολεοπτέρων (είδος), Γερμανικά Αρχειοθετήθηκε 2018-06-15 στο Wayback Machine.
  9. W.F. Erichson: Die Malachien der Königl. Sammlung zu Berlin σε Entomographien, Untersuchungen auf dem Gebiete der Entomologie … 1. Heft, Berlin 1840 περιγραφή του γένους σελ. 97, γερμανικά
  10. Academic Dictionaries and Encyclopedias
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 Dieter Matthes:Excitatoren und Paarungsverhalten mitteleuropäischer Malachiden (Col. Malacodermata) Z. Morph. Ökol. Tiere 51, 375-546 (1962)
  12. Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Anthocomus fasciatus