Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ψυχαναγκαστική διαταραχή)
Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
Το επαναλαμβανόμενο πλύσιμο των χεριών
είναι ενδεικτικό αυτής της διαταραχής.
Ειδικότηταψυχιατρική και ψυχολογία
Συμπτώματακαταναγκαστική συμπεριφορά, ιδεοληψία, άγχος και intrusive thought
Ταξινόμηση
ICD-10F42
ICD-9300.3
DiseasesDB33766
MedlinePlus000929
eMedicinearticle/287681
MeSHD009771

Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή ή ΙΨΔ ή Μανιοπαρορμητική Διαταραχή (obsessive – compulsive disorder, OCD) περιλαμβάνεται στην ομάδα των αγχωδών διαταραχών και αυτές με τη σειρά τους στην ευρύτερη ομάδα των νευρώσεων. Χαρακτηρίζεται είτε από ιδεοληψίες (obsessions) είτε από ψυχαναγκασμούς (compulsions) είτε και από τα δύο, ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις που συνιστούν πηγή δυσφορίας για το άτομο και απασχολούν σημαντικό μέρος από το χρόνο του και από την επαγγελματική, κοινωνική και την συναισθηματική του ζωή. Το άγχος συνδέεται συχνά με τους ψυχαναγκασμούς, καθώς και με την αντίσταση σε αυτούς, και υποχωρεί αμέσως μόλις το άτομο ενδώσει στον καταναγκασμό. Οι περισσότεροι πάσχοντες αναγνωρίζουν τον παθολογικό χαρακτήρα αυτών των καταναγκασμών, καθώς και ότι είναι ανούσιοι και υπερβολικοί, ωστόσο κρίνεται εξαιρετικά δυσχερές από τους ίδιους να τους σταματήσουν. Η κατάθλιψη εμφανίζεται συχνά είτε πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων είτε ταυτόχρονα με αυτά.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο μεσαίωνα, ιδεοληψίες σεξουαλικού ή βλασφημικού περιεχομένου θεωρούνταν ενδείξεις σατανικής επέμβασης πάνω στο άτομο και αντιμετωπίζονταν με εξορκισμό.

Στις αρχές του 19ου αιώνα η ψυχαναγκαστική νεύρωση θεωρούνταν ένα είδος «τρέλας». Ο Philippe Pinel αναφέρεται σε αυτή μιλώντας για «λογική τρέλα», ενώ ο Esquirol την κατατάσσει στις μονομανίες και τη θεωρεί είδος παραληρήματος. Ο Luys χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τον όρο ιδεοληψία σε ένα άρθρο που έφερε τον τίτλο «Παθολογικές Ιδεοληψίες». Ο Σίγκμουντ Φρόυντ είναι αυτός που απέδωσε στη διαταραχή αυτή τα χαρακτηριστικά της νεύρωσης, ο οποίος δεν περιορίστηκε απλά στην φαινομενολογική περιγραφή της, αλλά αναζήτησε τους υπεύθυνους ψυχολογικούς μηχανισμούς, εκθέτοντας την ψυχική δομή που υποβαστά την ιδεοψυχαναγκαστική συμπτωματολογία. Τον πυρήνα της φροϋδικής σύλληψης της νεύρωσης αποτέλεσε η ασυνείδητη ενδοψυχική σύγκρουση.

Επιδημιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόσφατες αμερικανικές έρευνες ανίχνευσαν ένα επιπολασμό στο γενικό πληθυσμό και για μια περίοδο 6 μηνών στο ύψος του 1,5% (ποσοστό επί του γενικού πληθυσμού που αντιπροσωπεύει το σύνολο των περιπτώσεων που παρουσίασαν τη διαταραχή κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της περιόδου των έξι μηνών) και για όλη τη διάρκεια της ζωής στο επίπεδο του 2 έως 3% (ποσοστό του γενικού πληθυσμού που μια δεδομένη στιγμή αναφέρει ότι είχε παρουσιάσει τη διαταραχή κάποια περίοδο της ζωής του). Η διαταραχή προσβάλλει εξίσου άνδρες και γυναίκες κατά την ενηλικίωση, αλλά οι άνδρες έχουν μια πιο πρώιμη ηλικία έναρξης (από 6 έως 15 χρονών) σε σύγκριση με τις γυναίκες (από 20 έως 29 χρονών). Οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν μία σταθερή και χωρίς διακυμάνσεις πορεία, με το 15% να έχουν μία φθίνουσα πορεία και το 5% να παρουσιάζουν επεισόδια. Τέλος, η διαταραχή αυτή είναι περισσότερο συχνή σε άτομα που ανήκουν σε υψηλή κοινωνική θέση ή που είναι ενός υψηλού πνευματικού επιπέδου.

Κλινική εικόνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιδεοληψίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ιδεοληψίες είναι μια από τις κύριες εκδηλώσεις της διαταραχής. Πρόκειται για ιδέες, αναπαραστάσεις και παρορμήσεις που επιβάλλονται στη σκέψη του ατόμου, παρά το γεγονός ότι αυτό προσπαθεί να τις αποδιώξει από τη συνείδησή του, αφού, μολονότι αναγνωρίζει ότι η προέλευσή τους του ανήκει, τις θεωρεί παράλογες, και συχνά είναι σε απόλυτη αντίθεση με τις πεποιθήσεις και τις συνήθειές του. Οι ιδεοληψίες μπορεί να είναι διαφόρων τύπων:

  • Φοβικές ιδεοληψίες. Μοιάζουν εξωτερικά με τις φοβίες, διότι και οι δύο αφορούν ανησυχία και φόβο απέναντι σε κάποιο αντικείμενο ή κατάσταση, αλλά διαφέρουν κατά το ότι επιβάλλονται στη σκέψη κατά ένα επαναληπτικό και στερεότυπο τρόπο, ανεξάρτητα από την παρουσία ή την απουσία του φοβογόνου αντικειμένου ή της φοβογόνου κατάστασης. Ως αποτέλεσμα, δεν γίνεται να εκλείψουν με τακτικές αποφυγής, όπως οι φοβίες. Συνήθη θέματα είναι η ακαθαρσία, ο κίνδυνος μόλυνσης, οι ασθένειες, ο θάνατος κ.α.
  • Ιδεακές ιδεοληψίες. Περιλαμβάνουν την ακούσια επιβολή στη σκέψη μιας λέξης, ενός αριθμού ή ιδέας, κάτι που προκαλεί μεγάλο εσωτερικό προβληματισμό και συνοδεύεται από άγχος. Προκαλούν έντονες αμφιβολίες και ενδοιασμούς για εσωτερικά θέματα ή σχετικά με την καθημερινή ζωή του ατόμου. Ο ασθενής οδηγείται σε συνεχείς επαληθεύσεις για να κατευνάσει τους φόβους του, κάτι το οποίο όμως έχει παροδικό μόνο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, ο ασθενής μπορεί να έχει αμφιβολίες για το αν κλείδωσε την πόρτα του, αν έκλεισε την κουζίνα, αν ανταποκρίθηκε επαρκώς στις απαιτήσεις της δουλειάς του κ.α.
  • Ιδεοληπτικές παρορμήσεις. Πρόκειται για την αίσθηση του ατόμου ότι κινδυνεύει να κάνει πράξεις ή να ξεστομίσει λέξεις ή φράσεις ανήθικες, οι οποίες είναι κυρίως σε αντίθεση με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται και τη σχέση του με τα άτομα που εμπλέκονται. Για παράδειγμα, να ξεστομίσει ιερόσυλες λέξεις στην εκκλησία, ή να διαπράξει σεξουαλικές πράξεις απέναντι σε άτομα που του απαγορεύεται κάτι τέτοιο, όπως οι γονείς ή το παιδί του. Συχνά τα άτομα με ΙΨΔ πιστεύουν πως και μόνο η σκέψη μιας ιδεοληψίας μπορεί να την πραγματοποιήσει ταυτόχρονα όπως π.χ. ιερόσυλες σκέψεις εντός ή εκτός της εκκλησίας, σκέψεις σεξουαλικού περιεχομένου που δεν ανήκουν στην πραγματική σεξουαλικότητα του ατόμου κ.α.[1].

Ψυχαναγκασμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ψυχαναγκασμοί αποτελούν άλλο ένα κύριο σύμπτωμα της διαταραχής αυτής. Πρόκειται για επαναληπτικές συμπεριφορές που έχουν τη μορφή εξωτερικών ή εσωτερικών πράξεων που επιβάλλονται από το ίδιο το άτομο. Συχνά παίρνουν τη μορφή τελετουργίας, έτσι ώστε να μειωθεί το άγχος που είχε δημιουργηθεί. Μπορεί να συνοδεύουν τις φοβικές ή ιδεακές ιδεοληψίες για να εξαλείψουν το φόβο ή αμφιβολία που αυτές προκαλούν. Για παράδειγμα, ο ψυχαναγκασμός του πλυσίματος μπορεί να συνοδεύει τις φοβικές ιδεοληψίες της ακαθαρσίας, οι ψυχαναγκασμοί της επανάληψης τις ιδεακές ιδεοληψίες που περιλαμβάνουν την αμφιβολία για τη σωστή διεκπεραίωση ορισμένων πράξεων. Ωστόσο μπορεί να υπάρχουν και ανεξάρτητα από τις ιδεοληψίες, όπως στις περιπτώσεις της ονοματομανίας ή της αριθμομανίας. Επίσης ίσως αποβλέπουν στο πλαίσιο μιας λογικής που αποδίδει «μαγικές» ιδιότητες στη σκέψη ή στις τελετουργίες, να αποτρέψουν να εμφανιστεί ένα συμβάν που προκαλεί φόβο στο άτομο ή και να «ακυρώσουν» κάτι που έχει ήδη συμβεί (όπως π.χ. Όσο είναι στο χέρι του ατόμου, να επαναλάβει το δυσάρεστο συμβάν πιστεύοντας πως έτσι μόνο θα το «ακυρώσει» δηλαδή, «απενεργοποιώντας» την αρνητική κατάσταση που προηγήθηκε για να το ενεργοποιήσει) κ.α.

Αιτιοπαθογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νευρολογική δυσλειτουργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όσον αφορά στην ύπαρξη κάποιας νευρολογικής δυσλειτουργίας, υπάρχουν ορισμένες μόνο ενδείξεις για τη συγκεκριμένη διαταραχή. Οι υπάρχουσες έρευνες τοποθετούν τη δυσλειτουργία στο μετωπιαίο λοβό, στα βασικά γάγγλια, στη φαιά ουσία, στη λευκή ουσία κ.α.

Βιολογικές Υποθέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με βιολογικές υποθέσεις, η διαταραχή αποδίδεται κυρίως στο σεροτονινεργικό σύστημα, εφόσον ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι φάρμακα αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης ελαττώνουν την συμπτωματολογία. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι συμμετέχουν και άλλα συστήματα νευροδιαβιβαστών εκτός του σεροτονινεργικού.

Συμπεριφορική σχολή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εκπρόσωποι του συμπεριφορισμού, επηρεαζόμενοι από τη γνωσιακή θεωρία, υιοθετούν θεωρητικά σχήματα, επικρατέστερα των οποίων είναι η διπαραγοντική θεωρία αποφυγής του O. H. Mowrer σχετικά με την ερμηνεία της απόκτησης και της συντήρησης των αγχωδών αντιδράσεων. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με αυτή, στο πλαίσιο του κλασικού αντανακλαστικού, σχετικώς ουδέτερα ερεθίσματα συνδέονται με ερεθίσματα που είναι από μόνα τους αγχογόνα και έτσι σχηματίζουν ένα εξαρτημένο αντανακλαστικό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αρχικώς ουδέτερα ερεθίσματα γίνονται εξαρτημένα και προκαλούν από μόνα τους άγχος. Κατά συνέπεια, θεωρείται ότι το άγχος που προκαλούν ορισμένες καταστάσεις (όπως ακαθαρσία κ.α.) έχει συνδεθεί με αυτές μέσα από μηχανισμούς του κλασικού αντανακλαστικού. Έπειτα, αφού ορισμένες συμπεριφορές (όπως πλύσιμο των χεριών) μπορούν να κατευνάσουν το άγχος, εγκαθίστανται ως μόνιμα σχήματα, κάτι που συνιστά την ιδεοψυχαναγκαστική συμπτωματολογία.

Ψυχαναλυτική σχολή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τη φροϋδική θεωρία, η ψυχαναγκαστική διαταραχή οφείλεται σε ενδοψυχική σύγκρουση που τοποθετείται σε οιδιπόδειο επίπεδο. Πρόκειται για μερική καθήλωση της λίμπιντο σε προ-οιδιπόδεια, πρωκτική-σαδιστική φάση λόγω προβληματικής ψυχοσεξουαλικής εξέλιξης. Στο στάδιο της οιδιπόδειας σύγκρουσης, το Εγώ, το οποίο βρίσκεται σε αδυναμία να αντιμετωπίσει τις λιμπιντικές απαιτήσεις, αμύνεται παλινδρομώντας στο σαδοπρωκτικό στάδιο, κάτι που ισοδυναμεί με μετατροπή των ερωτικών ενορμήσεων σε ενορμήσεις σαδιστικού και επιθετικού περιεχομένου.

Διαταραχές που συχνά συνυπάρχουν με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Καταθλιπτικές διαταραχές, που προσβάλλουν τις γυναίκες συχνότερα από τους άνδρες με ψυχαναγκαστική διαταραχή. Πάνω από τα δύο τρίτα των ασθενών με ψυχαναγκαστική διαταραχή έχουν δια βίου συνοσηρότητα με κατάθλιψη.
  • Διαταραχές σίτισης, όπως ψυχογενής ανορεξία και ψυχογενής βουλιμία, οι οποίες προσβάλλουν πιο συχνά τις γυναίκες από ότι τους άνδρες.
  • Σύνδρομο Τουρέτ, που συμβαίνει στο 5 έως 7% των ασθενών. Να σημειωθεί ότι το 35 έως 50% των ατόμων με σύνδρομο Τουρέτ πάσχουν από την ψυχαναγκαστική διαταραχή.
  • Διαταραχή τικ, παρούσα ή στο παρελθόν, που συμβαίνει στο 20 έως 30% των ασθενών με ψυχαναγκαστική διαταραχή. Η διαταραχή τικ είναι πιο συχνή στους άνδρες παρά στις γυναίκες ασθενείς.
  • Χρήση ουσιών ή αλκοόλ, που είναι συχνότερη στους άνδρες παρά στις γυναίκες.
  • Σωματο-δυσμορφοφοβική διαταραχή, η οποία βρέθηκε να συνυπάρχει στο ένα τρίτο των ασθενών.
  • Άλλες διαταραχές άγχους, όπως διαταραχή πανικού, διαταραχή γενικευμένου άγχους και κοινωνική φοβία.
  • Ψυχωτικές διαταραχές, όπως σχιζοφρένεια.
  • Διαταραχή υποχονδρίασης
  • Σύνδρομο Άσπεργκερ
  • Ελλειμματική Προσοχή - Υπερκινητικότητα
  • Δερματιλλομανία
  • Διπολική Διαταραχή
  • Τριχοτιλλομανία, δηλαδή τράβηγμα, μάσημα ή μερικές φορές και κατάποση των τριχών και μαλλιών από διάφορα σημεία του σώματος

Εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διαταραχή αυτή συνήθως εμφανίζεται στην εφηβεία και εξελίσσεται σταδιακά. Η εκδήλωση της συμπτωματολογίας μπορεί να οφείλεται με ένα ποσοστό της τάξεως του 50% έως 70% σε κάποιο τραυματικό και στρεσογόνο γεγονός, ωστόσο όμως θα μπορούσε να οφείλεται και σε ένα ευχάριστο συμβάν που διατάραξε την μέχρι τότε ισορροπία στη ζωή του ατόμου. Για ένα 15% η διαταραχή αυτή επιδεινώνεται με την ηλικία και η κατάθλιψη αποτελεί μια επικίνδυνη επιπλοκή. Η εξέλιξη ωστόσο με θεραπεία είναι μεν χρόνια, αλλά το 90% των περιπτώσεων παρουσιάζει σημαντική βελτίωση. Σημαντικό ρόλο στην βελτίωση της πορείας της, παίζουν το ευνοϊκό και υποστηρικτικό κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον και οι καλής ποιότητας διαπροσωπικές σχέσεις.

Θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φαρμακοθεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φαρμακοθεραπεία περιλαμβάνει τη χρήση αντικαταθλιπτικών κυρίως, από αυτά η κλομιπραμίνη φαίνεται να είναι το πιο αποτελεσματικό. Γενικά, τα φάρμακα που επιδρούν στις δράσεις του νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη (5-ΗΤ) στον εγκέφαλο μειώνουν σημαντικά τα συμπτώματα της ψυχαναγκαστικής διαταραχής. Σε σοβαρές περιπτώσεις χρησιμοποιούνται για ένα μικρό διάστημα το λίθιο και νευροληπτικά. Λόγω της ισχυρής σχέσης που υπάρχει ανάμεσα στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και τις διαταραχές με τικ (μερικές μελέτες δείχνουν 35% επιπολασμό διαταραχών με τικ σε ασθενείς με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή), στις διαταραχές με τικ χορηγούνται αντιψυχωτικά. Τα φάρμακα βοηθούν στον έλεγχο των συμπτωμάτων της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, αλλά συχνά, όταν η θεραπεία διακοπεί, ακολουθεί υποτροπή. Πράγματι, ακόμη και αφού τα συμπτώματα υποχωρήσουν, οι περισσότεροι άνθρωποι θα χρειαστεί να συνεχίσουν τη θεραπεία επ’ αόριστον, ίσως σε μικρότερη δοσολογία.

Ηλεκτροθεραπεία και ψυχοχειρουργική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα τελευταία χρόνια οι ενδείξεις για την χρησιμότητα της χειρουργικής στη θεραπεία της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής αυξάνουν. Με την μέθοδο «εν τω βάθει ηλεκτρικός εγκεφαλικός ερεθισμός» (Deep Brain Stimulation) εμφυτεύονται μόνιμα ηλεκτρόδια σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου που συσχετίζονται με την διαταραχή. Στις Η.Π.Α. η συγκεκριμένη μέθοδος έλαβε το 2009 έγκριση από την υπηρεσία FDA και εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπου οι λοιπές θεραπείες απέτυχαν.[2][3][4][5][6]

Θεραπείες της συμπεριφοράς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι θεραπείες της συμπεριφοράς είναι σχετικά εύκολα εφαρμόσιμες και βραδείας διάρκειας και έχουν καλά αποτελέσματα. Σε αυτή την προσέγγιση, ο ασθενής έρχεται αντιμέτωπος εκούσια και εθελοντικά με το αντικείμενο ή ιδέα που τον φοβίζει, είτε ρεαλιστικά είτε φαντασιωσικά και ταυτόχρονα παροτρύνεται να αποφύγει την τελετουργία με την υποστήριξη και τη δομή που του παρέχει ο θεραπευτής.

Ψυχαναλυτική θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ψυχαναλυτική θεραπεία, μια θεραπεία μακράς διαρκείας, η οποία αποδεικνύεται περισσότερο αποτελεσματική απέναντι στην ψυχαναγκαστική προσωπικότητα και λιγότερο απέναντι στην ιδεοψυχαναγκαστική συμπτωματολογία που περιλαμβάνει ιδεοληψίες και ψυχαναγκασμούς.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Αντιμετωπίζοντας την Ιδεο - Ψυχαναγκαστική Διαταραχή
  2. Lipsman, N., Neimat, J., & Lozano, A.M. “Deep Brain Stimulation for Treatment-Refractory Obsessive-Compulsive Disorder: The Search for a Valid Target”. Neurosurgery 2007 61: 1-11.
  3. "Deep brain stimulation approved for obsessive-compulsive disorder " in Chicago Tribune, Feb 19, 2009 - http://newsblogs.chicagotribune.com/triage/2009/02/deep-brain-stimulation-approved-for-obsessivecompulsive-disorder.html
  4. M. Jahn and M. Williams, Ph.D,. BrainPhysics OCD Resource, Accessed July 6, 2008. http://www.brainphysics.com/surgery.php Αρχειοθετήθηκε 2008-07-25 στο Wayback Machine.
  5. Barlas S (April 8, 2009). "FDA Approves Pioneering Treatment for Obsessive- Compulsive Disorder". Psychiatric Times 26
  6. Barlow, D. H. and V. M. Durand. Essentials of Abnormal Psychology. California: Thomson Wadsworth, 2006.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • LAMAGNERE, F. (1999). Μανίες, φοβίες και έμμονες ιδέες. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
  • ΚΟΥΡΕΑ, Κ. & ΕΥΘΥΜΙΟΥ, Κ. (2006). Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Στο Κ. Ευθυμίου κσ: Ένας σύντομος οδηγός για τις ψυχικές διαταραχές και την αντιμετώπισή τους με το γνωσιακό συμπεριφοριστικό μοντέλο ψυχοθεραπείας (σελ. 53-69). Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα.
  • ΖΕΡΒΗΣ, Χ., Ψυχοπαθολογία του ενήλικα, 3η έκδοση, Αθήνα, Εκδόσεις Βιβλιοτεχνία, 2003.
  • ΧΑΡΤΟΚΟΛΛΗΣ, Π., Εισαγωγή στην ψυχιατρική, Αθήνα, Εκδόσεις Θεμέλιο, 1986.
  • JENIKE, M. A., BAER, L., MINICHIELLO, W.E., Obsessive-Compulsive Disorders: Theory and Management, ed. 2, Year Book PUBLISHING, Chicago, 1990.
  • KAPLAN, H. I., SADDOCK, B. J., Comprehensive Textbook of Psychiatry, 6th ed., Williams & Wilkins, Baltimore, 1995.
  • LAPLANCE, J. ET PONTALIS, J.-B., Λεξιλόγιο της ψυχανάλυσης, Αθήνα, Εκδόσεις Κέδρος, 1986.
  • RAPORT, J. L., The boy Who Couldn’t Stop Washing, Dutton, New York, 1989.
  • David Althaus, Nico Niedermeier, Svenja Niescken: Zwangsstörungen. Wenn die Sucht nach Sicherheit zur Krankheit wird. Beck, München 2008, ISBN 978-3-406-57235-7.
  • Lee Baer: Der Kobold im Kopf. Die Zähmung der Zwangsgedanken. Huber, Bern 2003, ISBN 3-456-83962-6.
  • Otto Benkert: Zwangskrankheiten. Ursachen – Symptome – Therapien. Beck, München 2004, ISBN 3-406-41866-X.
  • Willi Ecker: Die Krankheit des Zweifelns. Wege zur Überwindung von Zwangsgedanken und Zwangshandlungen. CIP-Medien, München 1999, ISBN 3-932096-13-4.
  • Susanne Fricke, Iver Hand: Zwangsstörungen verstehen und bewältigen. Hilfe zur Selbsthilfe. Balance, Bonn 2007, ISBN 978-3-86739-001-9.
  • Terry Spencer Hesser: Tyrannen im Kopf. Sauerländer, Mannheim 2001, ISBN 3-7941-4782-0.
  • Nicolas Hoffmann, Birgit Hofmann: Wenn Zwänge das Leben einengen. Springer, Berlin 2017, ISBN 978-3-662-52849-5.
  • Angelika Lakatos, Hans Reinecker: Kognitive Verhaltenstherapie bei Zwangsstörungen. Ein Therapiemanual. 3. Auflage. Hogrefe, Göttingen 2007, ISBN 978-3-8017-2064-3.
  • Steffen Moritz, Marit Hauschildt: Erfolgreich gegen Zwangsstörungen. Metakognitives Training. Denkfallen erkennen und entschärfen. Springer, Heidelberg 2016, ISBN 978-3-662-48751-8.
  • Lukas Nock: Das Krankheitsbild der Zwangsstörung aus Sicht der Klinischen Sozialarbeit. Logos, Berlin 2008, ISBN 978-3-8325-2066-3.
  • Carmen Oelkers, Martin Hautzinger, Miriam Bleibel: Zwangsstörungen. Ein kognitiv-verhaltenstherapeutisches Behandlungsmanual. BeltzPVU, Weinheim / Basel 2007, ISBN 978-3-621-27521-7.
  • Hans Reinecker: Zwangshandlungen und Zwangsgedanken. Hogrefe, Göttingen 2009, ISBN 978-3-8017-2055-1.
  • Jeffrey M. Schwartz: Zwangshandlungen und wie man sich davon befreit. Krüger, Frankfurt am Main 1997, ISBN 3-8105-1883-2.
  • Frank Tallis: Obsessive Compulsive Disorder. A Cognitive and Neuropsychological Perspective. Wiley, Chichester 1995, ISBN 0-471-95775-5.
  • Christoph Wewetzer: Zwänge bei Kindern und Jugendlichen. Hogrefe, Göttingen 2004, ISBN 3-8017-1739-9.
  • Michel Botbol, Réponses à vos questions sur les TOC de l'enfant et de l'adolescent, Paris, Solar, 2005, (ISBN 2-263-03795-0).
  • Pierre-Henri Castel, Âmes scrupuleuses, vies d'angoisse, tristes obsédés : Obsessions et contraintes intérieures, de l'Antiquité à Freud, Ithaque, 2011.
  • Jean Cottraux, Les Ennemis intérieurs. Obsessions et compulsions, Odile Jacob
  • Rémi Neveu, Faire face aux toc, Ed Retz, (ISBN 2-7256-2502-5) (manuel destiné aux patients).
  • Judith Rappoport, L'Enfant qui n'arrêtait pas de se laver, Odile Jacob, 1991.
  • Alain Sauteraud, Je ne peux pas m'arrêter de laver, vérifier, compter. Mieux vivre avec un TOC, (ISBN 2-7381-1206-4) (réédition de 2002), Odile Jacob (ouvrage destiné aux patients).
  • Alain Sauteraud, Le Trouble obsessionnel compulsif. Le manuel du thérapeute, (ISBN 2-7381-1527-6), Odile Jacob (Psychothérapie cognitivo-comportementale / approche cognitive et comportementale)
  • Encyclopédie médicale Chir, 1995. D'après le Dr Hantouche.
  • Franck Lamagnere, Manies Peurs et Idées Fixes. Connaître les toc et les soigner. Ed. Retz.
  • Nicolas Waquet, préface et notes aux Caractères de Théophraste, Payot & Rivages, coll. «Rivages poche / Petite Bibliothèque», Paris, 2010, 112 p. (ISBN 978-2-7436-2138-4).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]