Χρήστης:Kat.ernawiki/πρόχειρο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Αμέλια Έρχαρτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αμέλια Μαίρη Έρχαρτ [1] (Amelia Mary Earhart, 24 Ιουλίου 1897 – εξαφανίστηκε στις 2 Ιουλίου 1937 και κηρύχθηκε θανούσα στις 5 Ιανουαρίου 1939) ήταν Αμερικανίδα πρωτοπόρος της αεροπορίας, συγγραφέας και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών.[1][2] Η Έρχαρτ ήταν η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με τον Σταυρό Διακεκριμένης Πτήσης,[3] ως η πρώτη γυναίκα που διέσχισε μόνη της τον Ατλαντικό Ωκεανό.[4] Έκανε πολλά ρεκόρ,[2] έγραψε βιβλία για τις εμπειρίες της στους αιθέρες, τα οποία γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία, και συνέβαλε στη δημιουργία της οργάνωσης The Ninety-Nines, μίας οργάνωσης για τις γυναίκες πιλότους.[5]

Η Αμέλια Έρχαρτ εξαφανίστηκε πάνω από τον κεντρικό Ειρηνικό ωκεανό, κοντά στη νήσο Χάουλαντ, κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς της να κάνει τον γύρο της Γης, το 1937. Η ζωή της, η σταδιοδρομία και η εξαφάνισή της συνεχίζουν όμως μέχρι σήμερα να προσελκύουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.[6]

Παιδική Ηλικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αμέλια Μαίρυ Έρχαρτ ήταν κόρη του Σάμιουελ «Έντουιν» Στάντον Έρχαρτ (Samuel "Edwin" Stanton Earhart, 1868-1930[7]) και της Αμέλια Ότις Έρχαρτ (Amelia Otis Earhart, 1869-1962[8]). Γεννήθηκε στο Άτκισον του Κάνσας,[9] στο σπίτι του παππού της (από την πλευρά της μητέρας της) Άλφρεντ Ότις (Alfred Otis), πρώην ομοσπονδιακού δικαστή, προέδρου της Atchison Savings Bank και εξέχοντα πολίτη του Άτκισον. Ο Άλφρεντ Ότις αρχικά δεν ήταν σύμφωνος με το γάμο της κόρης του και δεν ήταν ικανοποιημένος με τη σταδιοδρομία του Έντουιν ως δικηγόρου.

Η Αμέλια ονομάστηκε, σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση, από τις δύο γιαγιάδες της (Amelia Josephine Harres και Mary Wells Patton).[10] Από μικρή ηλικία η Αμέλια, το χαϊδευτικό της οποίας ήταν «Meeley» (μερικές φορές «Milie»), έπαιζε το ρόλο της αρχηγού ενώ η κατά δύο χρόνια νεότερη αδερφή της Γκρέις Μουριέλ (Grace Muriel 1899-1998)[11] ενεργούσε σαν υπάκουος οπαδός. Και τα δύο κορίτσια συνέχισαν να χρησιμοποιούν τα παρωνύμια της παιδικής ηλικίας τους και μετά την ενηλικίωση τους.[10] Η ανατροφή τους ήταν μη συμβατική, δεδομένου ότι η Άμι Έρχαρτ (Amy Earhart) δεν πίστευε στη ανατροφή των παιδιών της ως «συμπαθητικά μικρά κορίτσια».[12] Από την άλλη όμως η γιαγιά τους αποδοκίμαζε τις παντελόνες[13] που φορούσαν τα παιδιά της κόρης της και η Αμέλια, παρόλο που εκτιμούσε την ελευθερία κινήσεων που της παρείχαν, γνώριζε καλά ότι τα υπόλοιπα κορίτσια στη γειτονιά δεν ντύνονταν έτσι.

Πρώτες Επιρροές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πνεύμα της περιπέτειας[14] φάνηκε από νωρίς στις αδελφές Έρχαρτ, καθώς καθημερινά έβγαιναν να εξερευνήσουν τη γειτονιά τους αναζητώντας ενδιαφέρουσες και συναρπαστικές περιπέτειες. Σαν παιδί, η Αμέλια πέρασε πολλές ώρες παίζοντας με την αδελφή της, σκαρφαλώνοντας στα δέντρα, κυνηγώντας αρουραίους με ένα τουφέκι και κάνοντας έλκηθρο με την κοιλιά τους προς τα κάτω. Αν και η αγάπη για την ύπαιθρο και το «τραχύ» παιχνίδι ήταν κοινό σε πολλά παιδιά, μερικοί βιογράφοι έχουν χαρακτηρίσει τη νεαρή Αμέλια ως αγοροκόριτσο.[15] Τα κορίτσια διατηρούσαν ακόμη και μία διαρκώς αυξανόμενη συλλογή από «σκουλήκια, σκώρους, ακρίδες και ένα φρύνο»,[16] που συνέλεγαν στις εξόδους τους. Το 1904, με τη βοήθεια του θείου της, κατασκεύασε μία κεκλιμένη ράμπα, που διαμόρφωσε σύμφωνα με μία ανάλογη που είχε δει σε ένα ταξίδι στο Σαιντ Λούις και την στερέωσε στην οροφή από το σπιτάκι του κήπου της οικογένειας. Η πρώτη, καλά καταγεγραμμένη, πτήση της Αμέλια τελείωσε δραματικά. Η Αμέλια βγήκε από το σπασμένο ξύλινο κιβώτιο που είχε χρησιμοποιήσει ως έλκηθρο με μελανιασμένο χείλι, σκισμένο φόρεμα και μια «αίσθηση της ευθυμίας», αναφωνώντας «…είναι ακριβώς όπως το πέταγμα!».[17]

Το 1907 ο Έντουιν Έρχαρτ μέσω της θέσης του ως ανώτερου υπαλλήλου απαιτήσεων για τους σιδηροδρόμους του Ροκ Άιλαντ (Rock Island Railroad), μετατέθηκε στο Ντε Μόιν της Αϊόβα, αν και είχαν υπάρξει μερικά στραβοπατήματα στη σταδιοδρομία του. Το επόμενο έτος, η ενδεκάχρονη Αμέλια είδε το πρώτο της αεροσκάφος στην κρατική έκθεση της Αϊόβα. Ο πατέρας της προσπάθησε να προτρέψει τις κόρες του να πετάξουν. Μία ματιά στο παλιό «flivver» ήταν αρκετή για να πείσει την Αμέλια, η οποία αμέσως μετά την πτήση ρωτούσε αν θα μπορούσαν να επιστρέψουν στον αέρα.[18] Αργότερα όμως περιέγραψε το διπλάνο ως «ένα πράγμα από σκουριασμένα καλώδια και ξύλο και καθόλου ενδιαφέρον».[19]

Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι δύο αδελφές, Αμέλια και Γκρέις, παρέμειναν με τον παππού και τη γιαγιά τους στο Άτκισον, ενώ οι γονείς τους μετακόμισαν στο Ντε Μόιν. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Αμέλια έλαβε μια μορφή κατ’ οίκον εκπαίδευσης μαζί με την αδελφή της, από τη μητέρα της και μια παιδαγωγό. Αργότερα ομολόγησε ότι «αγάπησε υπερβολικά την ανάγνωση»[20] και πέρασε αμέτρητες ώρες στη μεγάλη οικογενειακή βιβλιοθήκη. Το 1909, όταν επανασυνδέθηκε τελικά η οικογένεια στο Ντε Μόιν, οι αδελφές Έρχαρτ γράφηκαν σε δημόσιο σχολείο για πρώτη φορά, με τη Αμέλια να εισάγεται στην έβδομη τάξη σε ηλικία 12 ετών.

Οικογενειακές τύχες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ τα οικονομικά της οικογένειας φαινομενικά βελτιώθηκαν με την απόκτηση ενός νέου σπιτιού και τη μίσθωση δύο υπηρετών, σύντομα έγινε προφανές ότι ο Έντουιν ήταν αλκοολικός. Πέντε έτη αργότερα (το 1914), αναγκάστηκε να αποσυρθεί, και παρόλο που προσπάθησε να απεξαρτηθεί από το αλκοόλ, δεν επαναπροσλήφθηκε ποτέ στους σιδηροδρόμους του Ροκ Άιλαντ. Την ίδια περίοδο περίπου η γιαγιά της Αμέλια, Αμέλια Ότις πέθανε ξαφνικά κληροδοτώντας μία σημαντική περιουσία αλλά αφήνοντας το μερίδιο της κόρης της σε εμπίστευμα καθώς φοβόταν ότι ο αλκοολισμός του Έντουιν θα οδηγούσε σε κατασπατάληση των κεφαλαίων. Έτσι το σπίτι των Ότις με όλα τα υπάρχοντά του δημοπρατήθηκαν. Η Αμέλια πληγώθηκε από αυτό το συμβάν και αργότερα δήλωσε ότι αποτέλεσε το τέλος της παιδικής ηλικίας της.[21]

Το 1915, μετά από μακροχρόνια αναζήτηση, ο πατέρας της Αμέλια βρήκε δουλειά ως υπάλληλος στο Μεγάλο Βόρειο Σιδηρόδρομο (Great Northern Railway) στο Σαιντ Πωλ της Μινεσότα και η Αμέλια εισήχθη στο κεντρικό γυμνάσιο της πόλης. Ο Έντουιν υπέβαλε αίτηση για μετάθεση στο Σπρίνγκφιλντ του Μιζούρι το 1915, όμως ο υπάλληλος απαιτήσεων που δούλευε παλιότερα στην ίδια θέση, αποφάσισε να επανεξετάσει τη συνταξιοδότησή του και απαίτησε να επιστρέψει στην εργασία του, αφήνοντας έτσι τον γηραιό Έρχαρτ δίχως εργασία. Αντιμετωπίζοντας την προοπτική μιας ακόμη καταστρεπτικής κίνησης, η Έιμυ Έρχαρτ πήρε τα παιδιά της στο Σικάγο όπου έμειναν σε φίλους. Η Αμέλια εγγράφηκε στο γυμνάσιο του Χάιντ Παρκ, όπου πέρασε ένα άθλιο εξάμηνο, όπως αποτυπώνεται σε έναν τίτλο από το βιβλίο επετηρίδων ο οποίος συνέλαβε την ουσία της στεναχώριας της, «A.E. - το κορίτσι με τα καφέ που περπατά μόνο».[22]

Η Αμέλια αποφοίτησε από το γυμνάσιο του Χάιντ Παρκ το 1916. Καθ' όλη τη διάρκεια της διαταραγμένης παιδικής ηλικίας της, συνέχισε να επιδιώκει μια μελλοντική σταδιοδρομία. Κρατούσε ένα λεύκωμα με αποκόμματα εφημερίδων για γυναίκες επιτυχημένες σε ανδροκρατούμενους κυρίως τομείς, περιλαμβανομένων της σκηνοθεσίας και παραγωγής ταινιών, της νομικής, της διαφήμισης, της διοίκησης και της εφαρμοσμένης μηχανικής.[23] Ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα στο κατώτερο κολέγιο του Όγκοντζ (Ogontz), στο Ράινταλ (Rydal) της Πενσιλβανία όμως δεν ολοκλήρωσε το πρόγραμμά της.[24]

Κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων του 1917 επισκέφτηκε την αδελφή της στο Τορόντο του Οντάριο. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήδη μαινόταν και η Αμέλια είδε τους πληγωμένους στρατιώτες που επέστρεφαν από το μέτωπο. Λαμβάνοντας εκπαίδευση ως βοηθός νοσοκόμου από τον Ερυθρό Σταυρό άρχισε να εργάζεται στο στρατιωτικό νοσοκομείο Σπαντίνα (Spadina) στο Τορόντο με την Εθελοντική Αποστολή Βοήθειας (Volunteer Aid Detachment). Τα καθήκοντά της περιέλαβαν την προετοιμασία φαγητού στην κουζίνα για ασθενείς που ακολουθούσαν ειδική δίαιτα και τη διανομή των φαρμάκων από το ιατρείο του νοσοκομείου. Συνέχισε να εργάζεται στο νοσοκομείο μέχρι την ανακωχή του Νοεμβρίου του 1918 που τερμάτισε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Backus, Jean L. Letters from Amelia 1901-1937. Boston: Beacon Press, 1982. ISBN 0-8070-6703-2.