Φρύδια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Τα φρύδια είναι μια περιοχή από λεπτές τρίχες που βρίσκονται πάνω από το μάτι. Η κύρια λειτουργία τους είναι να αποτρέψουν τον ιδρώτα, το νερό, και άλλα συντρίμμια από την πτώση στο μάτι.[1] Επιπλέον, συμβάλλουν στην ανθρώπινη επικοινωνία και την έκφραση του προσώπου.[1] Δεν είναι ασυνήθιστο για τους ανθρώπους να τροποποιούν τα φρύδια τους μέσω της προσθήκης ή αφαίρεσης τριχών, μακιγιάζ, τατουάζ ή τρυπήματος. Οι δημοφιλέστεροι τρόποι περιποίησης φρυδιών[εκκρεμεί παραπομπή] σήμερα στις Δυτικές κοινωνίες είναι το τσιμπιδάκι (αγγλ. tweezing), το κερί (αγγλ. waxing) και η κλωστή ( αγγλ. threading).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αίγυπτος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αιγύπτιοι ήταν ένας από τους αρχαιότερους λαούς που ξεκίνησαν να επεμβαίνουν αισθητικά στα φρύδια τους και στα μάτια τους ζωγραφίζοντάς τα έντονα με αντιμόνιο και κολ (kohl), μια συνήθεια που ίσως να ξεκίνησε ως ένα μέτρο προστασίας των ματιών από την ηλιακή ακτινοβολία.[2] Όλοι οι Αιγύπτιοι, ενεξάρτητα από την ηλικία τους, το φύλο τους, το επάγγελμά τους ή την κοινωνική τους τάξη έβαφαν το πρόσωπό τους.[2] Άντρες και γυναίκες ξύριζαν τα φρύδια τους και μετά ζωγράφιζαν ψεύτικα φρύδια πάνω στο γυμνό δέρμα με το επιθυμητό σχήμα.[2] Η αρχαία αιγυπτιακή αισθητική στο μακιγιάζ των ματιών και των φρυδιών ήταν ιδιαίτερα χαρακτηριστική και επηρέασε διάφορους άλλους λαούς της Μεσογείου και της Μ. Ανατολής όπως οι Ετρούσκοι, οι Πέρσες, οι Μήδοι, οι Κρήτες, οι Σουμέριοι και οι Ασσύριοι.[2] Οι Μήδοι βασιλιάδες μάλιστα έπαιρναν μαζί τους στο πεδίο της μάχης ειδικές τσάντες μακιγιάζ που περιείχαν τσιμπιδάκια για την αφαίρεση τριχών από τα φρύδια και κολ για το βάψιμο και τον σχηματισμό τους.[2] Η αιγυπτιακή αισθητική στα φρύδια επίσης έχει επηρεάσει όσο καμία άλλη την σχετική μόδα στο πέρασμα του χρόνου μέχρι και σήμερα.[2]

Αρχαία Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην αρχαία Ελλάδα όπου οι γυναίκες ζούσαν πολύ πιο περιορισμένα από ότι στην Αίγυπτο απαγορεύονταν το μακιγιάζ για τις γυναίκες ανώτερης τάξης και τις παντρεμένες.[2] Αντίθετα, οι πόρνες συνήθιζαν να βάφουν έντονα τα φρύδια και τα μάτια τους.[2] Το πρότυπο ομορφιάς για αρκετό καιρό ήταν τα πλατιά πλούσια φρύδια που ενώνονταν στη μέση σχηματίζοντας αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε «μονόφρυδο» το οποίο εκτός από σημάδι ομορφιάς ήταν και σημάδι μεγάλης ευφυίας για τις γυναίκες.[2] Έτσι οι γυναίκες που τολμούσαν να βάψουν τα φρύδια τους τα ζωγράφιζαν ώστε να δείχνουν ενωμένα και πλούσια χρησιμοποιώντας κολ ή γάνα.[2]

Ρώμη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην αρχαία Ρώμη τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες φορούσαν μακιγιάζ και ειδικά οι γυναίκες που εκεί ζούσαν γενικά πιο ελεύθερες από τις γυναίκες στην Ελλάδα συνήθιζαν να αρωματίζουν τα μαλλιά τους και τα φρύδια τους με αιθέρια έλαια περγαμόντου και βιζόν και τα έκαναν να δείχνουν πιο πλούσια βάφοντάς τα με αντιμόνιο ή γάνα ή προσθέτωντας γούνα ή άλλες τεχνητές τρίχες ακολουθώντας το ελληνικό πρότυπο του «μονόφρυδου».[2]

Βυζάντιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διατηρήθηκε η ρωμαϊκή μόδα του πλούσιου ζωγραφισμένου «μονόφρυδου» και οι γυναίκες ανώτερης τάξης συνήθιζαν να βάφονται έντονα.[2]

Μεσαιωνική Ευρώπη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ηπειρωτική Ευρώπη οι άνθρωποι διατηρούσαν φυσικά τα φρύδια τους μέχρι περίπου το 1300 μ.Χ..[2] Από το σημείο αυτό και μετά άρχισε να επικρατεί μία μόδα που ήθελε οι γυναίκες να βγάζουν τα φρύδια τους με τσιμπιδάκι μέχρι να γίνουν δύο λεπτές γραμμές έτσι ώστε να δείχνει το μέτωπο πιο μεγάλο, μία εντύπωση που ενισχύονταν με το κάλυμμα των μαλλιών σε υφάσματα και καπέλα και την αφαίρεση των μικρών τριχών στο σημείο όπου ξεκινά η τριχοφυία του κεφαλιού πάνω από το μέτωπο.[2] Σταδιακά η τάση αυτή έφτασε μέχρι το σημείο οι γυναίκες να βγάζουν εντελώς τα φρύδια τους και να ξυρίζουν τα μαλλιά τους στην κορυφή του μετώπου τους.[2]

Αναγεννησιακή Ευρώπη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αναγέννηση έφερε σταδιακά το τέλος στην μόδα της αφαίρεσης των φρυδιών και μέχρι το 1500 περίπου οι άνθρωποι διατηρούσαν και πάλι τα φρύδια τους φυσικά.[2] Μόνο οι πόρνες και οι πολύ πλούσιες γυναίκες έβαφαν τα φρύδια τους χρησιμοποιώντας κολ, γάνα ή αντιμόνιο παρά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας που θεωρούσε κάθε είδους μακιγιάζ ή καλλωπισμό αμαρτία.[2] Στην Ιταλία οι γυναίκες βάφονταν έντονα και διατηρούσαν φυσικά τα φρύδια τους και η Κατερίνα των Μεδίκων κατάφερε με την επιρροή της να μεταφέρει την ιταλική μόδα μέχρι τη Γαλλία.[2] Η βασίλισσα Ελισάβετ Α' προτίμησε όμως να διατηρήσει την παλαιότερη μόδα με τα ανύπαρκτα φρύδια και τα ξυρισμένα μαλλιά κοντά στο μέτωπο με αποτέλεσμα κατά την βασιλεία της οι γυναίκες να επιστρέψουν σε αυτό το πρότυπο ακολουθώντας το παράδειγμά της.[2] Μετά τον θάνατό της σταδιακά επανήλθαν στη μόδα τα φυσικά φρύδια που οι γυναίκες ζωγράφιζαν για έμφαση με γάνα ή γαληνίτη.[2] Με την Αποκατάσταση της βασιλείας το 1653 και την επιστροφή του Κάρολου Β' στον αγγλικό θρόνο ξεκίνησε μια εποχή πιο ελεύθερη και ανεκτική τόσο όσον αφορά την θρησκεία όσο και τα πολιτικά και σεξουαλικά ήθη και αυτό αντικατοπτρίστηκε και στην εμφάνιση των ανθρώπων καθώς άντρες και γυναίκες άρχισαν να φορούν έντονο μακιγιάζ, μάσκες και ψεύτικα μουστάκια ενώ διατηρούσαν φυσικά τα φρύδια τους.[2]

18ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ευρώπη άρχισε να ακολουθεί την Γαλλική μόδα όπου κοινωνικά πανίσχυρες γυναίκες όπως η μαντάμ ντε Πομπαντούρ βάφονταν έντονα και έβαφαν τα φρύδια τους με μολύβι. Στη Γεωργιανή Αγγλία οι μόνες γυναίκες που δεν έβαφαν τα φρύδια τους ή δεν τα έβγαζαν ή δεν τα πουδράριζαν ήταν οι πόρνες.[2] Διάφοροι συγγραφείς της εποχής άρχισαν να κοροϊδεύουν και να υποτιμούν τις γυναίκες που μακιγιάρονταν αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ γιατί από τα μέσα του18ου αιώνα και μετά επικράτησε και πάλι η μόδα τα φρύδια να παραμένουν φυσικά.[2] Την ίδια εποχή άρχισε να επικρατεί στους άντρες η μόδα να ντύνονται με έντονα χρώματα και βολάν ενώ φορούσαν έντονο μακιγιάζ και έβαζαν πούδρα στα μαλλιά τους και τα φρύδια τους. Αυτοί οι μοδάτοι νεαροί συνήθως άντρες προσέλκυαν την κριτική πολλών και τους αποκαλούσαν κοροϊδευτικά «μακαρόνια» γιατί ακολουθούσαν κατά βάση την Ιταλική μόδα.[2] Κατά την δεκαετία του 1780 η βασίλισσα της Γαλλίας Μαρία Αντουανέτα αποσύρθηκε στο εξοχικό της και προσπάθησε να ζήσει μια πιο απλή, βουκολική ζωή και έβγαλε τα εντυπωσιακά ρούχα και το μακιγιάζ αλλά η αυλική μόδα συνέχισε να είναι εξωφρενική και υπερβολική με τεράστια και περίπλοκα χτενίσματα και καπέλα, έντονο μακιγιάζ και φανταχτερά ρούχα αλλά παραδόξως τα φρύδια παρέμειναν αναπάντεχα απλά και φυσικά.[2] Μετά την Γαλλική Επανάσταση πολλοί Γάλλοι αριστοκράτες κατέφυγαν στην Αγγλία μεταφέροντας εκεί και την γαλλική μόδα της υπερβολής που όμως ήθελε τα φρύδια απλά και φυσικά και οι Αγγλίδες που επηρέαζαν με το στυλ τους την αισθητική της εποχής του όπως η λαίδη Έμμα Χάμιλτον, η ερωμένη του λόρδου Νέλσον, βάφονταν έντονα και φορούσαν εντυπωσιακά ρούχα αλλά διατηρούσαν τα φρύδια τους φυσικά.[2] Την ίδια στιγμή στη Γαλλία τη μόδα υπαγόρευε η αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα που διατηρούσε τα μαλλιά της κοντά και τα φρύδια της καλοσχηματισμένα.[2]

Βικτωριανή Αγγλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βικτωριανή μόδα ήταν αυστηρή και λιτή και οι άνθρωποι φορούσαν μαύρα ρούχα, χτένιζαν τα μαλλιά τους με διακριτικά χτενίσματα και απέφευγαν το μακιγιάζ όπως και την έκθεση στον ήλιο αλλά άντρες και γυναίκες σχημάτιζαν τα φρύδια τους ζωγραφίζοντάς τα με ένα μείγμα γάνας και λίπους.[2] Εκείνη την εποχή άρχισαν να κυκλοφορούν σε Ευρώπη και Αμερική διάφορα βιβλία με συμβουλές μακιγιάζ αλλά και συνταγές παρασκευής καλλυντικών γραμμένα από διάφορες γυναίκες που είχαν αποκτήσει φήμη λόγω του προσωπικού τους στύλ όπως π.χ. η Λόλα Μόντεζ, που ήταν ερωμένη του Φραντς Λιστ και του βασιλιά Λουδοβίκου Α' της Βαυαρίας.[2] Τα βιβλία αυτά σε γενικές γραμμές πρότειναν στις γυναίκες να διατηρούν φυσικά τα φρύδια τους και να τα σκουραίνουν μόνο αν υπήρχε κάποιος σοβαρός λόγος, π.χ. κάποιο θέμα υγείας, και ακόμα και τότε να φροντίζουν το αποτέλεσμα να είναι όσο το δυνατόν πιο φυσικό.[2] Τα φρύδια έπρεπε να είναι πυκνά και σκούρα και η αφαίρεση τριχών με τσιμπιδάκι συνιστάτο μόνο στην περίπτωση που τα φρύδια συναντιώνταν πάνω από τη μύτη και μόνο για την συγκεκριμένη περιοχή.[2] Το τρέχον πρότυπο ομορφιάς για την γυναίκα ήταν η φυσική ομορφιά και το έτσι κι αλλιώς ελάχιστο και διακριτικό μακιγιάζ της εποχής προσπαθούσε απλά να τονίζει τα φυσικά χαρακτηριστικά παραμένοντας αθέατο.[2]

20ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βασίλισσα Βικτώρια πέθανε το 1901 και ο θάνατός της έφερε την απελευθέρωση της γυναικείας μόδας. Κατά την αλλαγή του αιώνα οι διαφημίσεις και τα πρώτα πολυκαταστήματα που πωλούσαν καλλυντικά άρχισαν να κάνουν και πάλι το μακιγιάζ κοινωνικά αποδεκτό ενώ η επιχειρηματίας Έλενα Ρούμπινσταϊν άνοιξε το πρώτο της μαγαζί καλλυντικών στο Λονδίνο και άρχισε να επιβάλλει το μακιγιάζ και τις αισθητικές παρεμβάσεις στα φρύδια.[2] Οι διάσημες ηθοποιοί του βωβού κινηματογράφου όπως η Βίβιαν Ράσελ και η γενικότερη αισιοδοξία της Μπελ Επόκ άρχισαν να δημιουργούν μια μόδα πιο τολμηρή που ήθελε τα φρύδια των γυναικών, που είχαν αρχίσει να χειραφετούνται και να απορρίπτουν τα αυστηρά βικτωριανά πρότυπα, περιποιημένα, καλοσχηματισμένα και καμπυλωτά.[2] Σε όλον τον 20ο αιώνα τα φρύδια των γυναικών αντικατόπτριζαν τις προόδους στον τομέα της γυναικείας χειραφέτησης. Τη δεκαετία του '20 τα φρύδια των γυναικών ήταν στενά και σχηματισμένα προσεκτικά αντανακλώντας την γυναικεία διάθεση για απενοχοποιημένη καλαισθησία ενώ τη δεκαετία του '30 υπό τη σκιά της οικονομικής ύφεσης εξαφανίστηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά και σχηματίζονταν μόνο με μολύβι.[2] Τη δεκαετία του '40 υπό συνθήκες πολέμου οι γυναίκες ήταν πολύ απασχολημένες με το να πολεμούν ή να εργάζονται στις βαριές βιομηχανίες ελλείψει αντρών και τότε τα φρύδια τους παρέμειναν φυσικά. Την ίδια εποχή η Φρίντα Κάλο ζωγράφιζε τον εαυτό της με υπερβολική τριχοφυία στο πρόσωπο και παρουσιάζοντας υπερβολικά την αυξημένη τριχοφυία ανάμεσα στα φρύδια της δημιουργώντας έτσι μία επαναστατική και απελευθερωτική γυναικεία περσόνα.[2] Τη δεκαετία του '50 ο Κριστιάν Ντιόρ επανέφερε τα στυλιζαρισμένα φρύδια.[2] Τη δεκαετία του '60 οι γυναίκες άρχισαν να απελευθερώνουν τη φαντασία τους και την δημιουργικότητά τους και άρχισαν να στολίζουν τα μάτια τους και τα φρύδια τους με διάφορα υλικά όπως δαντέλες, φτερά, γκλίτερ, ακόμα και διαμάντια.[2] Τη δεκαετία του ΄70 η αισθητική Ντίσκο μίκρυνε σημαντικά και πάλι τα φρύδια αλλά οι δυναμικές γυναίκες καριέρας της δεκαετίας του '80 τόνιζαν τον δυναμισμό τους με ανδρόγυνα κοστούμια, μεγάλα χτενίσματα, έντονα χρώματα και πλούσια φρύδια.[2] Τη δεκαετία του '90 άρχισαν να υπαγορεύουν τη μόδα του μακιγιάζ και του σχηματισμού των φρυδιών οι επαγγελματίες μακιγιέρ που περιποιούνταν την εμφάνιση των διάσημων μοντέλων μόδας.[2]

Ιαπωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι γυναίκες στη μεσαιωνική Ιαπωνία συνήθιζαν να ξυρίζουν εντελώς τα φρύδια τους και να ζωγραφίζουν τεχνητά λεπτά και καλοσχηματισμένα φρύδια λίγο πιο ψηλά από το σημείο όπου θα βρίσκονταν τα φυσικά τους φρύδια.[2] Την τεχνική αυτή υιοθέτησαν και το θέατρο Νο και το Καμπούκι.[2] Με την εμφάνιση της γκέισας το μακιγιάζ έγινε ακόμα πιο στυλιζαρισμένο και περίπλοκο και τα φρύδια βάφονταν αρχικά με κόκκινο χρώμα και έπειτα με μαύρο με τρόπο όμως ώστε να διακρίνεται λίγο από το κόκκινο υπόστρωμα.

Περσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την εποχή της δυναστείας Κατζάρ (1785–1925) τα πρότυπα ομορφιάς ήθελαν άντρες και γυναίκες να μοιάζουν. Οι γυναίκες ζωγράφιζαν έντονα σκούρα και πυκνά «μονόφρυδα» ενώ ζωγράφιζαν στο πάνω χείλος ελαφριά μουστάκια με μάσκαρα.[3] Οι άντρες πάλι έπρεπε να είναι άτριχοι και λεπτεπίλεπτοι.[3]

Μεταμόσχευση φρυδιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα φρύδια έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αλλά και δυσκολίες στην τεχνική αποκατάστασης τους. Μαζί με τα μάτια, αποτελούν μια αισθητική ενότητα που χαρακτηρίζει τη φυσιογνωμία του ανθρώπου. Η έλλειψη τους, μερική η ολική , δίνει άγρια μορφή στο πρόσωπο και μειώνει την εκτίμηση του ανθρώπου από τους άλλους ή και τον ίδιο. Στην Κίνα πιστεύουν ακόμη και σήμερα ότι το μήκος, το πάχος, αλλά και το χρώμα καθορίζουν την μοίρα του ανθρώπου, με αυτούς που έχουν μακριά σκούρα και παχιά φρύδια, να είναι πιο τυχεροί. Τα αίτια τριχόπτωσης στα φρύδια είναι κυρίως ο συνεχής τραυματισμός με την αφαίρεση τριχών, τα εγκαύματα, τα τραύματα, η εκ γενετής μη δημιουργία τους, χημικά και ορμονικά αίτια, αλλά και ασθένειες. Το ερώτημα είναι εάν πρέπει να καταφύγει κανείς στην μεταμόσχευση φρυδιών, ή να αρκεστεί στις απλές τεχνικές αποκατάστασης τους, όπως το μολύβι και το τατουάζ. Τόσο το μολύβι όσο και το τατουάζ, υστερούν αισθητικά διότι δε δίνουν όγκο στο φρύδι και δεν υποκαθιστούν ακριβώς το χρώμα, διότι ο συνεχής χρωματισμός του δέρματος το δείχνει σκουρότερο και δεν υπάρχει φυσικότητα. Αντίθετα η μεταμόσχευση από τα χέρια του ειδικού αποκαθιστά πλήρως τον όγκο στο φρύδι με τρίχες ίδιες με αυτές που υπήρχαν. Η επέμβαση είναι ανώδυνη , δεν χρειάζεται επανάληψη και δίνει απολύτως φυσικό και μόνιμο αποτέλεσμα. Αν και είχε αρχικά εφαρμοσθεί κυρίως σε ασθενείς με εγκαύματα στο πρόσωπο, στην πορεία η μεταμόσχευση φρυδιών έδειξε να ελκύει το ενδιαφέρον ολοένα και περισσότερων γυναικών . Σύμφωνα με τους ειδικούς, η διαδικασία είναι σχετικά απλή: ένα σημείο στο πίσω μέρος του κεφαλιού ξυρίζεται και αφαιρούνται οι θύλακες των τριχών που απαιτούνται για τη μεταμόσχευση. Ο χειρουργός κάνει μικροσκοπικές τομές πάνω από το μάτι για να δημιουργήσει το σχήμα του νέου φρυδιού και να προσδιορίσει τη φορά με την οποία θα μεγαλώσουν οι νέες τρίχες. Στη συνέχεια προσθέτει τους θύλακες. Η διαδικασία διαρκεί δύο με τρεις ώρες. Ωστόσο μετά τη μεταμόσχευση χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα. Οι πρώτες τρίχες από το μεταμοσχευμένο φρύδι πέφτουν στον πρώτο μήνα και ακολουθούνται από άλλες, που αρχίζουν να βγαίνουν μέσα σε δύο μήνες μετά την επέμβαση.

Δημοφιλείς σύγχρονοι τρόποι αισθητικής παρέμβασης στα φρύδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τατουάζ φρυδιών. Το τατουάζ στα φρύδια είναι ένα είδος ελαφριού τατουάζ. Δεν είναι το κλασσικό, παραδοσιακό τατουάζ. Δεν μπαίνει, δηλαδή, η χρωστική στο ίδιο βάθος γι' αυτό και δεν είναι μόνιμο.[εκκρεμεί παραπομπή] Υπάρχει επαφή μόνο με τα νεκρά κύτταρα της επιδερμίδας, δηλαδή με την επιφάνεια. Κρατάει 3 χρόνια.[εκκρεμεί παραπομπή]
  • Τρύπημα στο φρύδι (αγγλ. eyebrow piercing). Το τρύπημα στο φρύδι γίνεται με ειδικό «πιστολάκι», αλλά σε πολλές περιπτώσεις και με βελόνες ή με το ίδιο το κόσμημα εφ’ όσον διαθέτει αιχμηρή άκρη και με τη χρήση ή όχι τοπικού αναισθητικού (ξυλοκαΐνη ή άλλο φάρμακο). Τα διακοσμητικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται μπορεί να είναι από πολύτιμα μέταλλα, όπως χρυσός ή ασήμι, αλλά και πέτρες ή ατσάλι, σε διάφορα σχήματα και μεγέθη.[εκκρεμεί παραπομπή] Όμως η διακόσμηση των φρυδιών με piercing μπορεί να αποδειχτεί επικίνδυνο εγχείρημα, καθώς κάθε φορά, που ένα αιχμηρό αντικείμενο - πιστολάκι- εισέρχεται στο δέρμα υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης από μικρόβια μύκητες ή ιούς.[εκκρεμεί παραπομπή] Ορισμένα μέταλλα που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή κοσμημάτων μπορούν να προκαλέσουν αλλεργίες και δερματικά προβλήματα, μολύνσεις και ασθένειες που μεταδίδονται μέσω του αίματος.[εκκρεμεί παραπομπή] Εάν τα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται για το τρύπημα στο φρύδι έχουν μολυνθεί από το αίμα ασθενούς με φυματίωση, ηπατίτιδα Β ή C ή άλλη, με τον ιό του AIDS ή κάποια άλλη αιματογενή αρρώστια, τότε υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης της νόσου.[εκκρεμεί παραπομπή]
  • Tweezing (αφαίρεση φρυδιών με το τσιμπιδάκι). Το τσιμπιδάκι αποτελεί την κλασική μέθοδο αποτρίχωσης στα φρύδια. Με το τσιμπιδάκι υπάρχει περισσότερος έλεγχος, καθώς οι τρίχες αφαιρούνται μία μία.
  • Ζεστό Κερί. Το κερί ξεριζώνει την τρίχα από τον θύλακα για τη μεγαλύτερη δυνατή περίοδο (έως και 8 εβδομάδες[εκκρεμεί παραπομπή]), εξασφαλίζοντας έτσι τα πιο απαλά αποτελέσματα από όλες τις προσωρινές μεθόδους αποτρίχωσης.[εκκρεμεί παραπομπή] Η πρώτη μέθοδος αποτρίχωσης με κερί αναφερόταν στην θέρμανση σε δισκία συμπαγούς κεριού κυρίως από σταφίδες.[εκκρεμεί παραπομπή] Μόλις ζεσταινόταν το κερί απλωνόταν στο δέρμα και το τράβαγαν απότομα - σαν να ήταν ένα στρώμα δέρματος με τρίχες (από τη ρίζα τους) κολλημένες πάνω του. Αυτή η επίπονη και αργή μέθοδος χρησιμοποιείται ακόμα σε κάποια σαλόνια ομορφιάς. Υπάρχουν δύο είδη κεριού που χρησιμοποιούνται πιο πολύ σήμερα, το ζεστό και το κρύο. Και οι δύο μέθοδοι απομακρύνουν τις τρίχες από την ρίζα τους. Αυτό που αποκαλούμε ζεστό κερί ή θερμαινόμενο κερί δημιουργήθηκε το 1980 στην Αυστραλία.[εκκρεμεί παραπομπή] Στην πραγματικότητα είναι ένα μείγμα ζάχαρης, θερμαινόμενης που απλώνεται στο δέρμα και έπειτα με κάποιο ύφασμα σε ταινίες βαμβακερό που απορροφούν το κερί, απομακρύνεται από το δέρμα έχοντας «πιάσει» όλες τις τρίχες.
  • Κρύο Κερί. Το κρύο κερί, είτε σε «πάστα» είτε σε μορφή τζελ, εφαρμόζεται στο δέρμα χωρίς να χρειάζεται θέρμανση. Το σύστημα με τις ταινίες από κερί ξεκίνησε στα τέλη 1960 και αρχές 1970.[εκκρεμεί παραπομπή] Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων, ένας χημικός παρήγαγε μια κολλώδη ουσία που κολλούσε σε ένα χαρτί και αφαιρούσε τις τρίχες από την ρίζα τους. Υπήρξαν όμως κάποια προβλήματα. Οι τρίχες έπρεπε να βγαίνουν κολλημένες στην κολλώδη αυτή ουσία, αντίθετα όμως αυτές όχι μόνο δεν έβγαιναν γιατί έσπαγαν επειδή δεν πιάνονταν καλά από την ουσία, αλλά και όταν τραβούσε την ουσία από το δέρμα προκαλούσε ερεθισμούς.[εκκρεμεί παραπομπή] Πολλές εταιρείες ακόμα προωθούν αυτές τις ταινίες.
  • Κλωστή. Στο threading χρησιμοποιείται νήμα γυρισμένο γύρω από τα δάχτυλα του ατόμου. Τα δάχτυλα μετακινούνται με τέτοιο τρόπο πάνω από τα φρύδια, έτσι ώστε οι τρίχες να τραβιούνται από τη ρίζα με μία κίνηση.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Why do we have eyebrows?». BBC Science Focus Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 2022. 
  2. 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 2,11 2,12 2,13 2,14 2,15 2,16 2,17 2,18 2,19 2,20 2,21 2,22 2,23 2,24 2,25 2,26 2,27 2,28 2,29 2,30 2,31 2,32 2,33 2,34 2,35 2,36 2,37 2,38 2,39 2,40 2,41 Robins, Cynthia (2000). The eyebrow (1st ed έκδοση). New York: Regan Books. ISBN 0-06-039326-2. 43978074. CS1 maint: Extra text (link)
  3. 3,0 3,1 Najmabadi, Afsaneh (2005). Women with mustaches and men without beards : gender and sexual anxieties of Iranian modernity. Berkeley. ISBN 978-0-520-93138-1. 60931583.