Φραντς Στανγκλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φραντς Στανγκλ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Franz Stangl (Γερμανικά)
Γέννηση26  Μαρτίου 1908[1][2]
Άλτμυνστερ[3]
Θάνατος28  Ιουνίου 1971[1][2]
Ντύσσελντορφ[4]
Αιτία θανάτουκαρδιακή ανεπάρκεια
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
ΠαρατσούκλιThe White Death και Moartea albă
Χώρα πολιτογράφησηςΑυστρία
Αυστροουγγαρία
Θρησκείααποστασία στον Καθολικισμό
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[5]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααξιωματικός Αστυνομικού Σώματος
αξιωματικός
πολιτικός[6]
αστυνομία
ΕργοδότηςΓκεστάπο
Περίοδος ακμής1931
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΕθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα
Ποινική κατάσταση
Κατηγορίες εγκλήματοςδολοφονία
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΧάουπτστουρμφυρερ/Σούτσσταφφελ
Πόλεμοι/μάχεςΒ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΔιοικητής στρατοπέδου συγκέντρωσης των Ναζί
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Το Ολοκαύτωμα (Φάσεις)

Ο Φραντς Πάουλ Στανγκλ (Franz Stangl, 26 Μαρτίου 1908 - 28 Ιουνίου 1971) ήταν λοχαγός των SS. Έγινε γνωστός ως ο δεύτερος διοικητής του Στρατοπέδου της Τρέμπλινκα.

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στανγκλ γεννήθηκε στο Αλτμύνστερ (Altmünster) της Αυστρίας στις 26 Μαρτίου 1908. Ήταν γιος νυκτοφύλακα, ο οποίος είχε υπηρετήσει στο Σώμα των Δραγόνων της δυναστείας των Αψβούργων.

Ο Φραντς εκπαιδεύτηκε ως αρχι-υφαντής αλλά δεν ακολούθησε το επάγγελμα. Κατατάχθηκε στην Αυστριακή Αστυνομία το 1931 και πέρασε από διετή εκπαίδευση. Το 1935 τοποθετήθηκε στον πολιτικό κλάδο - τμήμα εγκληματολογικών ερευνών και μετατέθηκε στη μικρή Αυστριακή πόλη Βελς (Wels).

Πριν και κατά τη διάρκεια του πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1936 έγινε μέλος του NSDAP και τον Νοέμβριο του 1940 έγινε επόπτης της Αστυνομίας του Ιδρύματος Ευθανασίας Σλος Χάρτχαϊμ (Scloss Hartheim), όπου εξοντώνονταν οι σωματικά και διανοητικά ανάπηροι στα πλαίσια του Προγράμματος Ευθανασίας Τ-4. Αργότερα μετατέθηκε στο Βερολίνο και από εκεί στάλθηκε στο Λούμπλιν της Πολωνίας, υπαγόμενος απευθείας στον επικεφαλής της Επιχείρησης Ράινχαρντ Ταξίαρχο των SS Οντίλο Γκλομπότσνικ. Αυτός τον διόρισε Διοικητή στο Στρατόπεδο εξόντωσης Σομπιμπόρ, το οποίο άρχισε να λειτουργεί τον Μάιο του 1942. Η θητεία του εκεί έληξε τον Σεπτέμβριο του 1942, οπότε μετατέθηκε στο Στρατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα[7]. Ο "απολογισμός" της θητείας του στο Σομπιμπόρ ήταν περίπου 100.000 θύματα. Στην Τρεμπλίνκα αποδείχθηκε το ίδιο δραστήριος στις μαζικές δολοφονίες κρατουμένων, ως του σημείου να λάβει την "τιμητική" διάκριση του καλύτερου Διοικητή Στρατοπέδου στην Πολωνία.[8]

Οι μαρτυρίες αναφέρουν ότι δεν ήταν σαδιστής. Αντίθετα, ήταν πάντα καλοντυμένος, δεν ύψωνε τον τόνο της φωνής του, ήταν ευγενικός και φιλικός (όχι προς τους κρατούμενους ασφαλώς). Απλά ένιωθε υπερηφάνεια και ευχαρίστηση όταν το στρατόπεδο που διοικούσε "εργαζόταν" άψογα. Ισχυριζόταν ότι η αφοσίωση αυτή στη δουλειά του δεν εκπορευόταν από ιδεολογικούς λόγους ούτε από μίσος προς τους Εβραίους. Απλά τους έβλεπε ως "φορτίο προς διεκπεραίωση".

Λίγες ημέρες μετά τον ξεσηκωμό των κρατουμένων στην Τρέμπλινκα ο Στανγκλ μετατέθηκε στην Τεργέστη για να βοηθήσει στην εκστρατεία κατά των Γιουγκοσλάβων ανταρτών. Η επόμενη αποστολή του τον έφερε στην κοιλάδα του Πάδου, όπου χιλιάδες Ιταλοί εργάτες κατασκεύαζαν τα οχυρωματικά έργα της "Γραμμής Γουσταύου" υπό γερμανική διοίκηση.

Μετά τον πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1945 ο Στανγκλ συνελήφθη από τις αμερικανικές δυνάμεις λόγω της εμπλοκής του στις εκστρατείες εναντίον των ανταρτών. Η δράση του στην Πολωνία δεν ήταν ακόμη γνωστή. Παραδόθηκε στους Αυστριακούς και μεταφέρθηκε σε ανοικτή πολιτική φυλακή στο Λιντς συσχετιζόμενος με το Πρόγραμμα Ευθανασίας στο Σλος Χάρτχαϊμ (Schloss Hartheim). Εκεί απλώς βγήκε περπατώντας από τη φυλακή καταφέρνοντας να δραπετεύσει και διέφυγε στην Ιταλία μαζί με τον σύντροφό του από το Σομπιμπόρ Γκούσταβ Βάγκνερ (Gustav Wagner). Και τους δύο βοήθησε ο Επίσκοπος Χούνταλ (Hudal) και το δίκτυο διαφυγής που είχε στήσει προς το Βατικανό. Όταν έφθασε στη Ρώμη του προμήθευσαν ένα διαβατήριο ως μέλος του Ερυθρού Σταυρού με έτοιμη θεώρηση (βίζα) εισόδου στη Συρία. Το 1948 έφθασε στη Δαμασκό όπου και εξάσκησε για πρώτη φορά το επάγγελμα για το οποίο είχε αρχικά εκπαιδευτεί, ως μηχανικός υφαντηρίου. Η απασχόλησή του εκεί διήρκεσε τρία χρόνια, διάστημα κατά το οποίο έφερε εκεί τη σύζυγο και την οικογένειά του. Το 1951 η οικογένεια Στανγκλ μετανάστευσε στη Βραζιλία, όπου αρχικά ο Φραντς προσλήφθηκε και πάλι σε υφαντήριο, ενώ το 1959 προσλήφθηκε στο εργοστάσιο που δημιούργησε εκεί η Φολκσβάγκεν, χρησιμοποιώντας το πραγματικό του όνομα.

Η σύλληψη και το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1961, όμως, το όνομά του εμφανίσθηκε σε μια επίσημη λίστα του Αυστριακού κράτους, στην οποία αναγράφονταν οι καταζητούμενοι εγκληματίες. Οι κυνηγοί Ναζιστών της ομάδας του Σίμον Βίζενταλ κατάφεραν να τον εντοπίσουν και ο Στανγκλ συνελήφθη στις 28 Φεβρουαρίου 1967. Ακολούθησε έκδοσή του στη Δυτική Γερμανία, όπου παραπέμφθηκε σε δικαστήριο (13 Μαΐου 1970) στο Ντίσελντορφ, το οποίο τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη για τη συμμετοχή του στην εξόντωση 700.000 ατόμων στην Τρεμπλίνκα. Κλείσθηκε στη φυλακή του Ντίσελντορφ, όπου και πέθανε το 1971 από καρδιακή προσβολή.

Πηγές, παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Franz Stangl στο Wikimedia Commons