Φερδινάνδος Α΄ της Βουλγαρίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φερδινάνδος Α΄
Ο Φερδινάνδος της Βουλγαρίας.
Τσάρος της Βουλγαρίας
Περίοδος7 Ιουλίου 1887 – 3 Οκτωβρίου 1918
ΠροκάτοχοςΑλέξανδρος
ΔιάδοχοςΜπορίς Γ΄
Γέννηση26 Φεβρουαρίου 1861
Βιέννη, Αυστρία
Θάνατος10 Σεπτεμβρίου 1948
Κόμπουργκ, Γερμανία
ΣύζυγοςΜαρία-Λουίζα των Βουρβόνων-Πάρμας
Ελεονώρα Ρόις του Κέστριτς
ΕπίγονοιΜπορίς Γ΄
Κύριλλος
ΟίκοςΣαξονίας-Κόμπουργκ
ΠατέραςΑύγουστος της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Φερδινάνδος Α΄ της Βουλγαρίας (Фердинанд Максимилиан Карл Леополд Мария Сакскобургготски, 26 Φεβρουαρίου 1861 - 10 Σεπτεμβρίου 1948) ήταν πρίγκιπας της Σαξονίας-Κόμπουργκ, πρίγκιπας της Βουλγαρίας από το 1887 έως το 1908 και βασιλιάς και τσάρος της Βουλγαρίας από το 1908 έως το 1918.

Ο Φερδινάνδος το 1928.

Οικογενειακό πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός Κάρολος Λεοπόλδος Μαρία γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1861 στη Βιέννη, πρίγκιπας του Οίκου Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα-Κοχάρυ. Βαφτίστηκε στον Καθεδρικό του Αγίου Στεφάνου στη Βιέννη στις 27 Φεβρουαρίου, έχοντας ως νονούς τον Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανό του Μεξικού και τη σύζυγό του Καρλόττα του Βελγίου. Μεγάλωσε στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της υψηλής Αυστροουγγρικής αριστοκρατίας, αλλά και στις χώρες των προγόνων του στην Ουγγαρία και στη Γερμανία. Οι Κοχάρυ κατάγονταν από μια εξαιρετικά πλούσια αριστοκρατική οικογένεια της Άνω Ουγγαρίας, που κατείχε, μεταξύ άλλων τις πριγκιπικές περιοχές του Τσάμπραντ και του Σίτνο στη σημερινή Σλοβακία. Η περιουσία της οικογένειας αυξήθηκε από τη σημαντική προίκα της μητέρας του.

Γιος του Αυγούστου της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα και της Κλημεντίνης των Βουρβόνων-Ορλεάνης, κόρη του Λουδοβίκου Φιλίππου των Γάλλων, ο Φερδινάνδος ήταν μικρανεψιός του Ερνέστου Α΄ δούκα της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα και του Λεοπόλδου Α΄ του Βελγίου. Ο πατέρας του Αύγουστος ήταν αδελφός του Φερδινάνδου Β΄ της Πορτογαλίας και επίσης πρώτος εξάδελφος της Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου, του συζύγου της Αλβέρτου, Πρίγκιπα Συζύγου, της Καρλόττας, Αυτοκράτειρας του Μεξικού και του αδελφού της Λεόπολδου Β΄ του Βελγίου. Οι τελευταίοι δύο, ο Λεοπόλδος Β΄ και η Καρλόττα, ήταν επίσης πρώτα εξαδέλφια του Φερδινάνδου Α΄ μέσω της μητέρας του, Πριγκίπισσας της Ορλεάνης. Στην πραγματικότητα η οικογένεια των δουκών της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα είχε καταφέρει να καταλάβει, είτε με γάμο είτε με άμεση εκλογή, αρκετούς ευρωπαϊκούς θρόνους κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Ακολουθώντας την οικογενειακή τάση, ο ίδιος ο Φερδινάνδος επρόκειτο να ιδρύσει τη βασιλική δυναστεία της Βουλγαρίας.

Οι Εννέα Μονάρχες στο Ουίνδσορ για την κηδεία του Εδουάρδου Ζ΄, σε φωτογραφία της 20 Μαΐου 1910. Όρθιοι από αριστερά: Χάακον Ζ´ της Νορβηγίας, Φερδινάνδος της Βουλγαρίας, Εμμανουήλ Β΄ της Πορτογαλίας και του Αλγκάρβε, Γουλιέλμος Β΄ της Γερμανίας, Γεώργιος Α΄ της Ελλάδας και Αλβέρτος Α΄ του Βελγίου. Καθιστοί από αριστερά: Αλφόνσος ΙΓ΄ της Ισπανίας, Γεώργιος Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου και Φρειδερίκος Η΄ της Δανίας.

Πρίγκιπας της Βουλγαρίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρώτος Πρίγκιπας του Τρίτου Βουλγαρικού κράτους (1878 - σήμερα), Αλέξανδρος του Μπάττενμπεργκ, παραιτήθηκε το 1886 μετά από ένα φιλορωσικό πραξικόπημα, μόλις επτά χρόνια μετά την εκλογή του. Ο Φερδινάνδος, που ήταν αξιωματικός του Αυστροουγγρικού στρατού, εξελέγη Πρίγκιπας της αυτόνομης Βουλγαρίας από τη Μεγάλη της Εθνοσυνέλευση στις 7 Ιουλίου 1887 με το Γρηγοριανό ημερολόγιο (το "Νέο" που χρησιμοποιείτο στο εξής). Σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να αποτραπεί η Ρωσική κατοχή της Βουλγαρίας, ο θρόνος είχε προηγουμένως προσφερθεί, πριν από την αποδοχή του Φερδινάνδου, σε πρίγκιπες από τη Δανία μέχρι τον Καύκασο, ακόμη και στο Βασιλιά της Ρουμανίας. Ο ίδιος ο τσάρος της Ρωσίας είχε προτείνει τον αυλικό αξιωματικό του, Νικόλοζ Νταντιάνι της Μινγκρέλια, από τη Γεωργία, αλλά η υποψηφιότητά του απορρίφθηκε από τους Βούλγαρους. Η ανάρρηση του Φερδινάνδου χαιρετίστηκε με δυσπιστία σε πολλούς από τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης. Η Βασίλισσα Βικτωρία, πρώτη ξαδέρφη του πατέρα του, δήλωσε στον Πρωθυπουργό της ότι «είναι εντελώς ακατάλληλος ... ντελικάτος, εκκεντρικός και θηλυπρεπής... Πρέπει να τον σταματήσουμε αμέσως». Προς έκπληξη της αρχικής δυσφήμησής του, ο Φερδινάνδος γενικά πέτυχε τις δύο πρώτες δεκαετίες της βασιλείας του.

Στην εγχώρια πολιτική ζωή της Βουλγαρίας κυριάρχησε τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Φερδινάνδου ο ηγέτης του φιλελεύθερου κόμματος Στέφαν Σταμπολόφ, του οποίου η εξωτερική πολιτική ήταν αρκετά ψυχρή στις σχέσεις με τη Ρωσία, που προηγουμένως θεωρείτο προστάτης της Βουλγαρίας.

Η πτώση του Σταμπολόφ (Μάιος 1894) και η δολοφονία του που ακολούθησε (Ιούλιος 1895) προετοίμασαν το δρόμο για τη συμφιλίωση της Βουλγαρίας με τη Ρωσία, που πραγματοποιήθηκε το Φεβρουάριο του 1896 με τον προσηλυτισμό του νήπιου πρίγκιπα Μπορίς από τον Ρωμαιοκαθολικισμό στην Ορθοδοξία. Ωστόσο αυτή η κίνηση προκάλεσε την εχθρότητα των Καθολικών Αυστριακών συγγενών του, ιδιαίτερα του θείου του Φραγκίσκου Ιωσήφ Α΄ της Αυστρίας.

Τσάρος της Βουλγαρίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 5 Οκτωβρίου 1908 (που γιορτάστηκε στις 22 Σεπτεμβρίου), ο Φερδινάνδος κήρυξε την de jure ανεξαρτησία της Βουλγαρίας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία (αν και η χώρα ήταν de facto ανεξάρτητη από το 1878). Ανακήρυξε επίσης τη Βουλγαρία βασίλειο και ανέλαβε τον τίτλο του τσάρου - σκόπιμη αναφορά στους ηγεμόνες των παλαιότερων βουλγαρικών κρατών. Η Βουλγαρική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας διακηρύχθηκε από τον ίδιο στην Εκκλησία των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων στο Τίρνοβο και έγινε αποδεκτή από την Τουρκία και τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Ο Φερδινάνδος ήταν γνωστός για το χαρακτήρα του. Σε μια επίσκεψη στο Γουλιέλμο Β΄ της Γερμανίας, δεύτερο ξάδελφό του, το 1909, ο Φερδινάνδος είχε γείρει έξω από ένα παράθυρο του Νέου Ανακτόρου στο Πότσδαμ όταν ο Αυτοκράτορας ήρθε πίσω του και τον έριξε κάτω. Ο Φερδινάνδος προσβλήθηκε από τη χειρονομία, αλλά ο Κάιζερ αρνήθηκε με αυθάδεια να ζητήσει συγγνώμη. Ωστόσο ο Φερδινάνδος πήρε την εκδίκηση του με την ανάθεση στο Γάλλο κατασκευαστή όπλων Schneider-Creusot μιας πολύτιμης σύμβασης όπλων που σκόπευε να δώσει στο εργοστάσιο της Κρουπ στο Έσσεν. Ένα άλλο περιστατικό συνέβη στο ταξίδι του για την κηδεία του δεύτερου ξαδέλφου του, Εδουάρδου Ζ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου το 1910. Ξέσπασε μια διαφωνία για το πού θα τοποθετηθεί το ιδιωτικό του βαγόνι σε σχέση με εκείνο του κληρονόμου του Αυστροουγγρικού θρόνου, Αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου. Ο Αρχιδούκας κέρδισε, τοποθετώντας το βαγόνι του ακριβώς πίσω από τη μηχανή, με το Φερδινάνδο ακριβώς πίσω του. Οταν διαπίστωσε ότι η τραπεζαρία της αμαξοστοιχίας ήταν πίσω από το δικό του βαγόνι, ο Φερδινάνδος πήρε την εκδίκησή του από τον Αρχιδούκα αρνούμενος την είσοδο του, μέσω του δικού του βαγονιού στην τραπεζαρία. Στις 15 Ιουλίου του ίδιου έτους, κατά τη διάρκεια επίσκεψης στο Βέλγιο, ο Φερδινάνδος έγινε ο πρώτος αρχηγός κράτους που πέταξε με αεροπλάνο.

Βαλκανικοί Πόλεμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως πολλοί άλλοι ηγέτες πριν από τον ίδιο, ο Φερδινάνδος επιθυμούσε τη δημιουργία ενός «νέου Βυζαντίου» . Το 1912 συμμετείχε με τα άλλα βαλκανικά κράτη σε μια επίθεση κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την απελευθέρωση των κατεχόμενων από αυτήν εδαφών. Έβλεπε τον πόλεμο αυτό ως μια νέα σταυροφορία, κηρύσσοντάς τον " δίκαιο, μεγάλο και ιερό αγώνα του Σταυρού εναντίον της Ημισελήνου." Η Βουλγαρία συνέβαλε το περισσότερο και έχασε επίσης το μεγαλύτερο αριθμό στρατιωτών. Οι μεγάλες δυνάμεις επέμεναν στη δημιουργία μιας ανεξάρτητης Αλβανίας. Αν και οι Βαλκανικοί σύμμαχοι είχαν αγωνιστεί μαζί ενάντια στον κοινό εχθρό, αυτό δεν ήταν αρκετό για να ξεπεράσει τις αμοιβαίες αντιπαραθέσεις τους. Στο αρχικό έγγραφο για τη Βαλκανική Συμμαχία η Σερβία και η Ελλάδα είχαν πιεστεί από τη Βουλγαρία να της παραχωρήσουν το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας όταν θα την απελευθέρωναν από την τουρκική κυριαρχία. Ωστόσο, η Σερβία και η Ελλάδα, ανταποκρινόμενες στις λαϊκές αντιδράσεις, δήλωσαν ότι θα διατηρήσουν την κατοχή των εδαφών που είχαν καταλάβει οι δυνάμεις τους. Λίγο αργότερα η Βουλγαρία επιτέθηκε στους πρόσφατους συμμάχους της Σερβία και Ελλάδα για να καταλάβει αυτά τα εδάφη, πριν δεχθεί η ίδια επίθεση από τη Ρουμανία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Παρόλο που η Βουλγαρία ηττήθηκε, η Συνθήκη του Βουκουρεστίου του 1913 παραχώρησε στο Βασίλειο κάποια εδαφικά κέρδη. Μεταξύ αυτών της εξασφάλισε μια μικρή περιοχή (Δυτική Θράκη) με πρόσβαση στο Αιγαίο.

Ο Αυτοκράτορας Γουλιέλμος και ο Τσάρος Φερδινάνδος στη Σόφια, 1916.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και παραίτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 11 Οκτωβρίου 1915 ο βουλγαρικός στρατός επιτέθηκε στη Σερβία μετά την υπογραφή συνθήκης με την Αυστροουγγαρία και τη Γερμανία, που ανέφερε ότι η Βουλγαρία θα αποκτούσε το έδαφος που επεδίωκε εις βάρος της Σερβίας. Ο Φερδινάνδος δεν ήταν θαυμαστής του Γερμανού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β΄ (δεύτερου εξαδέλφου του) ή του Αυστριακού αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ Α΄, που τον περιέγραψε ως «αυτός ο ηλίθιος, αυτός ο γέρος ξεμωραμένος Φραγκίσκος Ιωσήφ». Ωστόσο ο Φερδινάνδος ήθελε πρόσθετα εδαφικά κέρδη μετά την ταπείνωση των Βαλκανικών Πολέμων. Αυτό συνεπαγόταν επίσης τη δημιουργία συμμαχίας με τον πρώην εχθρό του, την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Κατά την αρχική φάση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το Βασίλειο της Βουλγαρίας πέτυχε αρκετές αποφασιστικές νίκες επί των εχθρών του και ήγειρε αξιώσεις για τα αμφισβητούμενα εδάφη της Μακεδονίας μετά την ήττα της Σερβίας. Τα επόμενα δύο χρόνια ο βουλγαρικός στρατός εστίασε στην την απόκρουση των συμμαχικών προελάσεων από τη γειτονική Ελλάδα. Συμμετείχε επίσης εν μέρει στην κατάληψη το 1916 της γειτονικής Ρουμανίας, όπου βασίλευε τώρα ένας άλλος Φερδινάνδος Α΄, που ήταν επίσης δεύτερος ξάδελφος του Φερδινάνδου.

Για να σώσει το βουλγαρικό θρόνο ο Τσάρος Φερδινάνδος παραιτήθηκε υπέρ του μεγαλύτερου γιου του, που έγινε Τσάρος Βόρις Γ΄ στις 3 Οκτωβρίου 1918. Υπό τη νέα ηγεσία η Βουλγαρία παραδόθηκε στους Συμμάχους και, κατά συνέπεια, έχασε όχι μόνο τα πρόσθετα εδάφη, για τα οποία είχε αγωνιστεί στο μεγάλο πόλεμο, αλλά και εκείνα, που είχε κερδίσει μετά την αποχώρηση των Βαλκανικών Πολέμων και της έδιναν πρόσβαση στο Αιγαίο.

Πορτρέτο του Φερδινάνδου Α΄ της εποχής του Α΄ΠΠ

Προσωπική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος έκανε ένα συμβατικό γάμο με τη Μαρία Λουίζα των Βουρβόνων-Πάρμας, κόρη του Ροβέρτου της Πάρμας, στις 20 Απριλίου 1893 στη Βίλα Πιανόρε της Λούκκα. Από το γάμο γεννήθηκαν τέσσερα παιδιά:

Η Μαρία-Λουίζα απεβίωσε στις 31 Ιανουαρίου 1899 μετά τη γέννηση της νεότερης κόρης της. Ο Φερδινάνδος δεν ξανασκέφτηκε το γάμο μέχρι να αποβιώσει η μητέρα του πριγκίπισσα Κλημεντίνη, το 1907. Για να ικανοποιήσει τις δυναστικές υποχρεώσεις και να παράσχει στα παιδιά του μία μητρική μορφή, παντρεύτηκε την Ελεονώρα των Ρόις, κόρη του Χάινριχ Δ΄ του Κέστριτς στις 28 Φεβρουαρίου 1908. Ούτε η ρομαντική αγάπη, ούτε η φυσική έλξη έπαιξε κάποιο ρόλο και ο Φερδινάνδος την αντιμετώπισε μόνο ως μέλος του νοικοκυριού και με ελάχιστη υπόληψη.

Στην ιδιωτική του ζωή ο Φερδινάνδος ήταν άτομο αρκετά φιλήδονο. Αμφιφυλόφιλος καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, μέχρι την πρώιμη μέση ηλικία, η κλίση του ήταν περισσότερο προς τις γυναίκες. Απολάμβανε σχέσεις με αρκετές γυναίκες κατώτερης τάξης, κάνοντας αρκετά εξώγαμα παιδιά, που στη συνέχεια υποστήριζε οικονομικά.

Στην μετέπειτα ζωή του αφθονούσαν οι φήμες για μυστικές συνευρέσεις του Φερδινάνδου με υπολοχαγούς και θαλαμηπόλους. Οι τακτικές του διακοπές στο Κάπρι, τότε δημοφιλή προορισμό διακοπών με πλούσιους ομοφυλόφιλους άνδρες, ήταν παγκοίνως γνωστές σε βασιλικές Αυλές σε όλη την Ευρώπη. Το 1895 μια συνέντευξη, που έδωσε ο χολωμένος πρώην Πρωθυπουργός Στέφαν Σταμπολόφ στην Frankfurter Zeitung, προκάλεσε ένα εννιαήμερο σκάνδαλο σε ολόκληρη την Ευρώπη, όταν επικεντρώθηκε έντονα στην προσωπική του μαρτυρία των ομοφυλοφιλικών σχέσεων του Φερδινάνδου.

Εξορία και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την παραίτησή του ο Φερδινάνδος επέστρεψε για να ζήσει στο Κόμπουργκ της Γερμανίας. Είχε καταφέρει να διασώσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του και ήταν σε θέση να ζήσει αρκετά άνετα. Το να είναι στην εξορία, το θεωρούσε απλώς ως έναν από τους κινδύνους της βασιλείας. Ο ίδιος σχολίασε: «Οι βασιλείς στην εξορία είναι σε πιο φιλοσοφική αντιξοότητα από τους κοινούς θνητούς. Αλλά η φιλοσοφία μας είναι κυρίως αποτέλεσμα της παράδοσης και της ανατροφής και μην ξεχνάτε ότι η υπερηφάνεια είναι σημαντικό στοιχείο της δομής ενός μονάρχη. Είμαστε πειθαρχημένοι από την ημέρα της γέννησής μας και διδασκόμαστε να αποφεύγουμε όλες τις εξωτερικές συναισθηματικές εκδηλώσεις. Ο σκελετός βρίσκεται πάντα μαζί μας στη γιορτή. Αυτό μπορεί να σημαίνει φόνο, παραίτηση, αλλά χρησιμεύει πάντα για να μας θυμίζει το απροσδόκητο. Ως εκ τούτου είμαστε προετοιμασμένοι και τίποτα δεν έρχεται με τη φύση μίας καταστροφής. Το κύριο πράγμα στη ζωή είναι να υποστούμε οποιαδήποτε κατάσταση σωματικής ή πνευματικής εξορίας με αξιοπρέπεια. Αν κάποιος τρέφεται με θλίψη, δεν χρειάζεται να προσκαλέσει τον κόσμο να τον δει». Ήταν ευτυχής, που ο θρόνος μπορούσε να περιέλθει στο γιο του. Ο Φερδινάνδος δεν ένιωσε απογοήτευση με την εξορία και πέρασε μεγάλο μέρος του χρόνου του αφοσιωμένος σε καλλιτεχνικές προσπάθειες, την κηπουρική, τα ταξίδια και τη φυσική ιστορία.

Ωστόσο έμελλε να ζήσει για να δει την κατάρρευση, όσων είχε θεωρήσει πολύτιμα στη ζωή. Ο μεγαλύτερος γιος και διάδοχός του Βόρις Γ΄, απεβίωσε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες, μετά την επιστροφή του από μια επίσκεψη στον Χίτλερ στη Γερμανία το 1943. Ο γιος του Βόρι Γ΄, ο Συμεών Β΄, τον διαδέχθηκε μόνο για να καθαιρεθεί το 1946, με τον τερματισμό της βουλγαρικής μοναρχίας. Το Βασίλειο της Βουλγαρίας το διαδέχτηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας, υπό την οποία εκτελέστηκε ο άλλος γιος του Φερδινάνδου, ο Κύριλλος. Πληροφορούμενος τον θάνατο του Κυρίλλου, είπε: "Τα πάντα καταρρέουν γύρω μου."

Ο Φερδινάνδος απεβίωσε καταβεβλημένος στον Πύργο Μπύργκλας στις 10 Σεπτεμβρίου 1948 στο Κόμπουργκ της Γερμανίας, λίκνο της δυναστείας της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα. Ήταν ο τελευταίος επιζών εγγονός του Λουδοβίκου Φιλίππου της Γαλλίας. Η τελική του επιθυμία ήταν να ταφεί στη Βουλγαρία και για το λόγο αυτό, το φέρετρό του τοποθετήθηκε προσωρινά στην κρύπτη του Αγίου Αυγουστίνου του Κόμπουργκ, δίπλα στα φέρετρα των γονιών του.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γενική Ελληνική και Παγκόσμια ΥΔΡΟΓΕΙΟΣ, τόμος 15, Εκδόσεις Δομική, σελ. 176