Φαιλόνιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης φορώντας πολυσταύριο φαιλόνιο.

Το φαιλόνιο είναι άμφιο του ιερέα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Είναι χαρακτηριστικό άμφιο του δεύτερου βαθμού της ιεροσύνης. Στην αρχαία Εκκλησία ήταν άμφιο και του επισκόπου και λεγόταν πολυσταύριο, διότι παντού επάνω του εικονίζονταν σταυροί. Στις αγιογραφίες εικονίζονται πάντοτε οι Πατέρες της Εκκλησίας με πολυσταύριο (φαιλόνιο). Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), ο Οικουμενικός Πατριάρχης αντικατέστησε το φαιλόνιο με τον αρχιερατικό σάκκο και κατόπιν αυτός καθιερώθηκε για όλους τους επισκόπους.

Συμβολισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το φαιλόνιο είναι ένδυμα αρχαϊκής μορφής, μοιάζει με αρχαίο μανδύα και δεν έχει μανίκια. Είναι ανοικτό στο μπροστινό μέρος και φοριέται από το κεφάλι. Υπάρχουν δύο είδη φαιλονίου. Το βυζαντινό ή ελληνικό είναι ραμμένο με τρόπο ώστε να ταιριάζει πάνω στους ώμους, ενώ το ρωσσικό καταλήγει σε ένα ψηλό, στενό κολάρο που καλύπτει το πίσω μέρος της κεφαλής.

Το φαιλόνιο συμβολίζει τον άρραφο χιτώνα του Χριστού και την επίγεια Εκκλησία. Όπως ο χιτώνας είναι ένα τεμάχιο, έτσι πρέπει και η Εκκλησία να είναι μία. Όταν είναι λευκό, συμβολίζει τη φωτεινότητα της Θείας Χάριτος. Όταν είναι κόκκινο, συμβολίζει την κόκκινη χλαμύδα που οι Ρωμαίοι στρατιώτες φόρεσαν στον Χριστό πριν τη Σταύρωση για να τον εμπαίξουν.

Είναι το άμφιο που φορά τελευταίο ο ιερέας. Φορώντας το λέει: «Οι Ιερείς σου, Κύριε, ενδύονται δικαιοσύνην, και οι όσιοί σου αγαλλιάσει αγαλλιάσονται. Πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».