Στίβεν Λάλας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Υπόθεση Στηβ Λάλας)
Στίβεν Λάλας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1953
Ντόβερ
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακατάσκοπος

Ο Στίβεν (Σταύρος) Λάλας είναι Ελληνοαμερικανός πρώην αξιωματούχος του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Γεννήθηκε στο Ντόβερ του Νιου Χάμσαϊρ των ΗΠΑ, το 1953. Κατηγορήθηκε για κατασκοπεία εις βάρος των ΗΠΑ σχετικά με τη μεταφορά ευαίσθητων στρατιωτικών και διπλωματικών εγγράφων προς την Ελλάδα και συνελήφθη στη βόρεια Βιρτζίνια το 1993. Κατά τη διάρκεια της δίκης του, δήλωσε ένοχος και καταδικάστηκε σε 14 χρόνια φυλάκισης. Αργότερα, του δόθηκε χάρη υπό περιοριστικούς όρους και μετεγκαταστάθηκε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει το υπόλοιπο της ποινής του.

Κατασκοπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της κατασκοπευτικής του δραστηριότητας, ο Λάλας παρέδωσε στις ελληνικές αρχές περίπου 700 διαβαθμισμένα (μυστικά) έγγραφα τα οποία περιελάμβαναν πληροφορίες της Αμερικανικής κυβέρνησης σχετικά με στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Κύπρο, καθώς και απόψεις Αμερικανών διπλωματών για τα Σκόπια. Η δράση του εκτυλίχθηκε στην Αθήνα, τον τέταρτο διαδοχικά σταθμό του κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών. Είχε επίσης εργαστεί στην Ταϊβάν, στην Σμύρνη, όπου ενδεχομένως στρατολογήθηκε ως κατάσκοπος από Έλληνες διπλωμάτες, το Βελιγράδι (1983-85) και την Κωνσταντινούπολη (1985-89). Οι Αμερικάνοι που διερεύνησαν την υπόθεση υποστήριξαν ότι ο Λάλας κέρδισε ένα ποσό της τάξεως των 24.000 δολαρίων,[1] ως αντάλλαγμα για την πώληση εγγράφων σχετικά με στρατιωτικές εκτιμήσεις και πολιτικές αναλύσεις που αντάλλασσαν αξιωματούχοι της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Αθήνα με τον Λευκό Οίκο. Επίσης, βρέθηκαν στην κατοχή του πληροφορίες σχετικά με αντιτρομοκρατικές δράσεις του FBI, καθώς και τα ονόματα και οι θέσεις εργασίας ανθρώπων της CIA στο εξωτερικό.[2]

Σύλληψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πρώτο σημάδι για την ταυτοποίηση του Λάλα ως κατασκόπου ήρθε από έναν Έλληνα αξιωματούχο της Ελληνικής Πρεσβείας της Ουάσινγκτον, σε συνομιλία του με Αμερικάνικο στέλεχος του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ. Ο Έλληνας αξιωματούχος φάνηκε να γνωρίζει πληροφορίες που θα μπορούσαν να είχαν προέλθει μόνο μέσα από μυστικές επικοινωνίες μεταξύ της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Αθήνα και το Λευκό Οίκο. Το Αμερικάνικο στέλεχος αντελήφθη ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και το ανέφερε. Ωστόσο, ο ίδιος ο Λάλας έχει υποστηρίξει ότι ουσιαστικά προδόθηκε από ανθρώπους που ήξεραν το ρόλο του στην Ελλάδα. Το FBI ξεκίνησε μυστική επιχείρηση παρακολούθησης και κατέγραψε τον Λάλα σε βίντεο τη στιγμή που έκλεβε αρχεία που προορίζονταν για να καταστραφούν, μεταφέροντάς τα εκτός πρεσβείας και κατόπιν στα χέρια Έλληνα συνεργάτη του. Σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές, ο Λάλας αρχικά υποστήριξε ότι προσελήφθη από Έλληνες στρατιωτικούς αξιωματούχους το 1991 και ότι φοβόταν για τους συγγενείς του σε περίπτωση που αρνούνταν να αναλάβει το συγκεκριμένο ρόλο. Οι αρχές αργότερα ανακάλυψαν ότι η αρχή της κατασκοπευτικής του δράσης υπέρ της Ελλάδας ήταν το 1977, όταν ήταν ακόμα μέλος του Αμερικανικού στρατού.

Δίκη και καταδίκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούνιο του 1993, ο Λάλας δήλωσε ένοχος στο αδίκημα της συνωμοσίας με σκοπό την κατασκοπεία και στις 16 Σεπτεμβρίου 1993 καταδικάστηκε σε 14 χρόνια κάθειρξης σε ομοσπονδιακές φυλακές των ΗΠΑ, χωρίς δυνατότητα χάρης. Οι διωκτικές αρχές πρότειναν την ποινή αυτή σε αντάλλαγμα για την αποκάλυψη εκ μέρους του Λάλας των ακριβών εγγράφων που παρέδωσε, καθώς επίσης και τα ονόματα αυτών στους οποίους τα παρέδωσε. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, οι αμερικανικές αρχές πίστευαν ότι ο Λάλας δεν αποκάλυψε την ακριβή έκταση της δράσης του. Αυτό έγινε αντιληπτό πριν την καταδίκη του, όταν απέτυχε σε δύο τεστ αληθείας που διεξήγαγε το FBI.

Επακόλουθα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον Λάλα δόθηκε χάρη υπό περιοριστικούς όρους έως τον Ιούλιο του 2010. Επέστρεψε στην Ελλάδα στις 25 Νοεμβρίου του 2007, μετά από γραπτές διαβεβαιώσεις του Έλληνα Υπουργού Δικαιοσύνης Σωτήρη Χατζηγάκη ότι η Ελληνική κυβέρνηση θα αποδεχόταν οποιαδήποτε απόφαση των αμερικανικών δικαστηρίων σχετικά με την χάρη που δόθηκε στον καταδικασθέντα.[3] Οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες τον θεωρούν ως τον πιο σημαντικό κατάσκοπο που είχαν κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Αν και η ελληνική κυβέρνηση δεν υποστήριξε πρακτικά τον Λάλα μετά τη σύλληψή του, ο ίδιος συνέχισε να υπερασπίζεται την μητρική του χώρα καθ’ όλη την περίοδο της φυλάκισής του. Κατά τη διάρκεια συνέντευξης που έδωσε στον δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά, στην εκπομπή «Οι Φάκελοι», υποστήριξε ότι αν είχε τη δυνατότητα θα έπρατε τα ίδια, ακόμα κι αν χρειάζονταν να φυλακιστεί ξανά. Επίσης, αρνείται ότι έλαβε ποτέ χρήματα για την κατασκοπευτική του δράση και υποστηρίζει ότι το μόνο κίνητρό του ήταν τα αγνά πατριωτικά του αισθήματα για την Ελλάδα.

Παραπομπές και σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «WP Sep 16, 1993 article on Jonathan Pollard's site». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Νοεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2010. 
  2. «"Profile of a Spy," in Security Matters, the FBI Security Education Bulletin. Summer 1996». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2011. 
  3. «IHT report on Lalas (by AP)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Σεπτεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2011. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]