Το Γεράκι της Μάλτας (ταινία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτό το λήμμα αφορά την ταινία. Για το μυθιστόρημα, δείτε: Το γεράκι της Μάλτας (μυθιστόρημα).
To Γεράκι της Μάλτας
(The Maltese Falcon)
Κινηματογραφική αφίσα
ΣκηνοθεσίαΤζον Χιούστον
ΠαραγωγήΧαλ Ουόλις
ΣενάριοΤζον Χιούστον και Ντάσιελ Χάμετ
Βασισμένο σεΤο γεράκι της Μάλτας (μυθιστόρημα)
ΠρωταγωνιστέςΧάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Μαίρη Άστορ, Γκλάντις Τζορτζ, Πίτερ Λόρε, Σίντνεϊ Γκρίνστριτ, Ελάισα Κουκ Τζούνιορ, Γουόρντ Μποντ, Μπάρτον Μακλέιν, Γουόλτερ Χιούστον, Λι Πάτρικ, Τζέιμς Μπερκ, Τζερόμ Κόουαν[1], Κρίτον Χέιλ[1], Τσάρλς Ντρέικ[1], Τζακ Μάουερ[1], Έμορι Πάρνελ[1], Τζον Χάμιλτον[1] και Χανκ Μαν[1]
ΜουσικήΆντολφ Ντοτς
ΤραγούδιΆντολφ Ντοτς
ΦωτογραφίαΆρθουρ Έντισον
ΜοντάζΤομ Ρίτσαρντς
ΕνδυματολόγοςOrry-Kelly
Εταιρεία παραγωγήςWarner Bros. και Warner Bros. Pictures
ΔιανομήWarner Bros. και Netflix
Πρώτη προβολή1941, 3  Οκτωβρίου 1941 (Νέα Υόρκη)[2] και 18  Οκτωβρίου 1941 (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής)[2]
Διάρκεια101 λεπτά
ΠροέλευσηΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
ΓλώσσαΑγγλικά

Το Γεράκι της Μάλτας (αγγλικά: The Maltese Falcon‎‎), γνωστό και ως 5 Ένοχοι, 3 Εγκλήματα είναι φιλμ Νουάρ παραγωγής 1941, σε σκηνοθεσία Τζον Χιούστον, βασισμένο στο ομότιτλο αστυνομικό μυθιστόρημα του Ντάσιελ Χάμετ[3][4]. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο ρόλο του ιδιωτικού ντετέκτιβ Σαμ Σπέιντ και η Μαίρη Άστορ στο ρόλο της φαμ φατάλ πελάτισσάς του. Οι δύο πρωταγωνιστές πλαισιώνονται από τους Γκλάντις Τζορτζ, Πίτερ Λόρε και Σίντνεϊ Γκρίνστριτ.

Η ταινία που αποτελεί το πρώτο σκηνοθετικό εγχείρημα του Τζον Χιούστον και προτάθηκε για 3 βραβεία Όσκαρ μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς (όπως τον Ρόμπερτ Ίμπερτ[5] και τους κριτικούς του Entertainment Weekly[6]), ως μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, ενώ οι κριτικοί του περιοδικού Panorama du Film Noir Américain την αποκάλεσαν ως το πρώτο φιλμ νουάρ ευρείας διανομής στην ιστορία του κινηματογράφου[7].

Το 1989 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική[8]. Το 1998 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου κατέταξε την ταινία στην 23η θέση στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.

Πλοκή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1539 οι Ιππότες του Ναού της Μάλτας πλήρωσαν φόρο στον Κάρολο Ε' της Ισπανίας, στέλνοντας του ένα Χρυσό Γεράκι στολισμένο με πετράδια—αλλά οι πειρατές λεηλάτησαν το πλοίο και η τύχη του Γερακιού της Μάλτας παραμένει μυστήριο μέχρι σήμερα.—

– Εισαγωγή κειμένου μετά τους τίτλους έναρξης της ταινίας[9]

Στο Σαν Φρανσίσκο του 1941, ο (ιδιωτικός ερευνητής) Σαμ Σπέιντ και ο συνέταιρος του Μάιλς Άρτσερ συναντούν την υποψήφια πελάτισσα Ρουθ Γουόντερλυ. Η Γουόντερλυ ισχυρίζεται ότι αναζητά την αδερφή της που έχουν χαθεί τα ίχνη της, η οποία διατηρεί σχέση με έναν άνδρα που ονομάζεται Φλόυντ Θέρσμπι. Ο Άρτσερ συμφωνεί να την ακολουθήσει εκείνο το βράδυ σε ένα ραντεβού με τον Θέρσμπι και να βοηθήσει να πάρει την αδερφή της πίσω.

Ο Σπέιντ ξυπνά από ένα τηλεφώνημα νωρίς το πρωί από την αστυνομία, η οποία τον ενημερώνει ότι ο Άρτσερ βρέθηκε δολοφονημένος. Άμεσως μεταβαίνει στο τόπο της δολοφονίας όπου και συναντά τον φίλο του, αστυνομικό ντετέκτιβ Τομ Πόλχαουζ και στη συνέχεια προσπαθεί να καλέσει την πελάτισσα του στο ξενοδοχείο της, αλλά αυτή έχει φύγει. Πίσω στο διαμέρισμά του, ο Σπέιντ ανακρίνεται από τον Πόλχαουζ και τον βοηθό του Ντάντι, που του λένε ότι ο Θέρσμπι δολοφονήθηκε επίσης το ίδιο βράδυ. Ο Ντάντι αναφέρει ότι ο Σπέιντ είχε την ευκαιρία και το κίνητρο να σκοτώσει τον Θέρσμπι, ο οποίος πιθανότατα σκότωσε τον Άρτσερ. Η χήρα του Άρτσερ, Άιβα τον επισκέπτεται αργότερα στο γραφείο του, πιστεύοντας ότι ο Σπέιντ πυροβόλησε τον σύντροφό της για να μπορεί να την έχει αυτός.

Από το τρέιλερ:
Ο Γκάτμαν και ο Κάιρο συναντούν τον Σπέιντ.
Ο Σπέιντ αντιμετωπίζει την Ό Σονέσσυ.

Αργότερα εκείνο το πρωί, ο Σπέιντ συναντά την πελάτισσα του, η οποία του αποκαλύπτει ότι το πραγματικό της όνομα είναι Μπρίτζιτ Ο'Σονέσσυ. Του εξηγεί ότι ο Θέρσμπι ήταν ο σύντροφός της και πιθανότατα σκότωσε τον Άρτσερ, αλλά ισχυρίζεται ότι δεν έχει ιδέα ποιος σκότωσε τον Θέρσμπι. Ο Σπέιντ δεν την εμπιστεύεται, αλλά συμφωνεί να ερευνήσει τις δολοφονίες. Στο γραφείο του, ο Σπέιντ συναντά τον Τζόελ Κάιρο, ο οποίος του προσφέρει πρώτα 5.000 δολάρια για να βρει μια «μαύρη φιγούρα ενός πουλιού» και μετά του τραβά ένα όπλο για να ψάξει το δωμάτιο για αυτό. Ο Σπέιντ χτυπά τον Κάιρο και ψάχνει μέσα στα υπάρχοντά του. Όταν ο Κάιρο συνέρχεται, προσλαμβάνει τον Σπέιντ. Αργότερα εκείνο το βράδυ, ο Σπέιντ λέει στην Ο'Σονέσσυ για τον Κάιρο. Όταν ο Κάιρο εμφανίζεται, γίνεται σαφές ότι και οι πελάτες του γνωρίζουν ο ένας τον άλλον. Ο Κάιρο αναστατώνεται όταν η Ο'Σονέσσυ αποκαλύπτει στον Σπέιντ ότι ο «Χοντρός» βρίσκεται στο Σαν Φρανσίσκο.

Το πρωί, ο Σπέιντ πηγαίνει στο ξενοδοχείο του Κάιρο, όπου εντοπίζει τον Γουίλμερ, έναν νεαρό άνδρα που τον ακολουθούσε νωρίτερα, και του δίνει ένα μήνυμα για να το μεταφέρει στο αφεντικό του, τον Κάσπερ Γκάτμαν. Όταν ο Σπέιντ πηγαίνει να συναντήσει τον Γκούτμαν, στη σουίτα του ξενοδοχείου, εκείνος δέχεται να θα μιλήσει μόνο για το Μαύρο Γεράκι αποφεύγοντας κάθε άλλη συζήτηση, με τον Σπέιντ να προσποιείται ότι θυμωμένος, εκτοξευόντας απειλές. Ο Γκάτμαν εξηγεί την ιστορία του Γερακιού της Μάλτας και, στη συνέχεια, προσφέρει στον Σπέιντ μια αμοιβή των 25.000 δολαρίων για να βρει το πουλί και άλλα 25.000 δολάρια μετά την πώληση του, ή το ένα τέταρτο των εσόδων από την πώλησή του. Καθώς ο Σπέιντ πέφτει αναίσθητος εξαιτίας ενός ποτού που περιέχει υπνωτικά χάπια, ο Γουίλμερ και ο Κάιρο μπαίνουν μέσα από άλλο δωμάτιο και φεύγουν με τον Γκάτμαν.

Ανακτώντας τις αισθήσεις του, ο Σπέιντ ψάχνει τη σουίτα και βρίσκει μια εφημερίδα με την ώρα άφιξης του φορτηγού πλοίου «La Paloma». Πηγαίνει στην αποβάθρα, μόνο για να διαπιστώσει ότι το πλοίο έχει πάρει φωτιά και καίγεται. Αργότερα, ο καπετάνιος του πλοίου, ονόματι Τζάκομπι, ο οποίος έχει πυροβοληθεί αρκετές φορές, βαριά τραυματισμένος φτάνει στο γραφείο του Σπέιντ προτού πεθάνει. Το πακέτο που έχει μαζί του περιέχει το Μαλτέζικο Γεράκι.

Η Ο'Σονέσσυ καλεί στο γραφείο, δίνει μια διεύθυνση και, στη συνέχεια, φωνάζει πριν κοπεί ξαφνικά η γραμμή. Ο Σπέιντ αποθηκεύει το πακέτο στον τερματικό σταθμό των λεωφορείων και στη συνέχεια πηγαίνει στη διεύθυνση, η οποία αποδεικνύεται ότι είναι ψεύτικη. Ο Σπέιντ επιστρέφει στο σπίτι του και βρίσκει την Ο'Σονέσσυ να κρύβεται πίσω από μια πόρτα. Την παίρνει μέσα και βρίσκει τον Γκάτμαν, τον Κάιρο και τον Γουίλμερ που τον περιμένουν, οπλισμένοι. Ο Γκάτμαν δίνει στον Σπέιντ τα 10.000 δολάρια για το Γεράκι, αλλά ο Σπέιντ τους λέει ότι μέρος της τιμής του είναι κάποιος που θα μπορέσει να παραδώσει στην αστυνομία για τις δολοφονίες του Θέρσμπι και του καπετάνιου Τζάκομπι, υποδεικνύωνταςς τον Γουίλμερ, ο οποίος, μετά από την επιβεβαίωση του Γκάτμαν είναι αυτός που πυροβόλησε και τους δύο. Μετά από κάποιες έντονες διαπραγματεύσεις, ο Γκάτμαν και ο Κάιρο συμφωνούν και ο Γουίλμερ αφοπλίζεται για να παραδωθεί στην αστυνομία.

Αμέσως μετά την αυγή, ο Σπέιντ καλεί τη γραμματέα του, Έφι, για να του φέρει το πακέτο. Ωστόσο, όταν ο Γκούτμαν επιθεωρεί το αγαλματίδιο, διαπιστώνει ότι είναι ψεύτικο και ο Γουίλμερ δραπετεύει κατά τη διάρκεια της αναταραχής. Ανακτώντας την ηρεμία του, ο Γκάτμαν καλεί τον Κάιρο να επιστρέψει μαζί του στην Κωνσταντινούπολη, συνεχίζοντας την αναζήτηση. Καθώς φεύγουν, ο Σπέιντ καλεί την αστυνομία και τους λέει πού να βρουν το ζευγάρι. Στη συνέχεια, ο Σπέιντ αντιμετωπίζει θυμωμένος την Ο'Σονέσσυ, λέγοντάς της ότι ξέρει ότι αυτήν σκότωσε τον Άρτσερ για να εμπλέξει τον Θέρσμπι, τον ανεπιθύμητο συνεργό της. Η Ο'Σονέσσυ ομολογεί, αλλά παρακαλεί τον Σπέιντ να μην την παραδώσει στην αστυνομία. Παρά τα συναισθήματά του για αυτήν, ο Σπέιντ τελικά την παραδίδει.

Υπόβαθρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά το γεγονός ότι ο συγγραφέας του μυθιστορήματος Ντάσιελ Χάμετ είχε εργαστεί ως ιδιωτικός ντετέκτιβ στο Σαν Φρανσίσκο, ο ίδιος δήλωσε ότι ο κεντρικός ήρωας Σαμ Σπέιντ ήταν αποκύημα της φαντασίας του και ότι δεν εμπνεύστηκε από πραγματικό πρόσωπο για τη δημιουργία του[10].

Ο Χάμετ χρησιμοποίησε την πείρα του, από τα χρόνια που εργάστηκε ως ντετέκτιβ, για να δημιουργήσει πολλούς από τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος. Χρησιμοποίησε επίσης στοιχεία από δύο διηγήματα (The Whosis Kid και The Gutting of Couffignal[11]) που δημοσίευσε στο περιοδικό Black Mask το 1925 και τα ενσωμάτωσε στην ταινία. Το μυθιστόρημά του δημοσιεύτηκε πρώτα σε πέντε μέρη από το περιοδικό Black Mask πριν κυκλοφορήσει σε μορφή βιβλίου από τις εκδόσεις Alfred A. Knopf το 1930.

Η εκδοχή του 1941 αποτελεί την τρίτη κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος. Η πρώτη έφερε τον τίτλο του μυθιστορήματος, είχε ως πρωταγωνιστές τον Ρικάρντο Κορτές και την Μπίμπι Ντάνιελς στους κεντρικούς ρόλους και προβλήθηκε το 1931. Η δεύτερη εκτέλεση με τίτλο Η Γυναίκα και οι Χίλιοι Άνδρες (Satan Met a Lady) είχε ως πρωταγωνιστές τη Μπέτι Ντέιβις και το Γουίλιαμ Γουόρεν και είχε μετατραπεί σε ελαφρά κωμωδία, με αλλαγές σε πολλά στοιχεία του αυθεντικού[12][13].

Παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διανομή ρόλων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ δεν ήταν η πρώτη επιλογή για τον ρόλο του Σαμ Σπέιντ. Ο παραγωγός της ταινίας Χαλ Ουόλις προσέγγισε αρχικά τον Τζορτζ Ραφτ, ο οποίος απέρριψε το ρόλο του Σπέιντ επειδή δεν ήθελε να συνεργαστεί με έναν άπειρο σκηνοθέτη, προτίμησε αντιθέτως να συμπρωταγωνιστήσει με τη Μάρλεν Ντίτριχ και τον Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον στην ταινία του Ράουλ Γουόλς Γυναίκα της Ταβέρνας (Manpower, 1941). Ο Ραφτ είχε επίσης απορρίψει νωρίτερα την ίδια χρονιά τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Ο δραπέτης της Σιέρα (High Sierra, 1941) που εκτίναξε την καριέρα του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ο οποίος μέχρι εκείνη την περίοδο λάμβανε μόνο δευτερεύοντες ρόλους από τη Warner Bros. Όταν του ανέθεσαν το ρόλο του Σπέιντ ο 42χρονος Μπόγκαρτ ήταν ενθουσιασμένος που επρόκειτο να ερμηνεύσει έναν άνδρα που ήταν συνάμα άπληστος και έντιμος. Η συνεργασία του με τον Χιούστον σηματοδότησε την αρχή της φιλίας του με τον σκηνοθέτη, καθώς και της μετέπειτα συνεργασίας τους σε ταινίες όπως Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε (The Treasure of the Sierra Madre, 1948), Στη βοή της καταιγίδος (Key Largo, 1948) και Η Βασίλισσα της Αφρικής (The African Queen, 1951). Η ερμηνεία του Μπόγκαρτ στην ταινία αποτελεί το αρχέτυπο του ντετέκτιβ του είδους νουάρ. Αυτή ήταν επίσης η ταινία που η Ίνγκριντ Μπέργκμαν παρακολούθησε πολλές φορές για να προετοιμαστεί για το ρόλο της στην ταινία Καζαμπλάνκα (Casablanca, 1942) και να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να προσεγγίσει τον Μπόγκαρτ.

Ο ρόλος της femme fatale Μπρίτζιντ Ο'Σόνεσι ανατέθηκε αρχικά στην Τζεραλντίν Φιτζέραλντ, αλλά πέρασε στη Μαίρη Άστορ όταν η Φιτζέραλντ αποφάσισε να συμμετάσχει σε μια θεατρική παράσταση. Ο Χάμετ δήλωσε ότι ο ρόλος της Ο'Σόνεσι ήταν βασισμένος σε δύο γυναίκες: μια καλλιτέχνιδα και μια γυναίκα που εμφανίστηκε στο γραφείο του στο Σαν Φρανσίσκο ζητώντας τρόπους για να μπορέσει να ξεφορτωθεί την οικονόμο της. Καμιά από εκείνες τις γυναίκες δεν ήταν όμως εγκληματίας."[10].

Ο χαρακτήρας του Χοντρού Κάσπερ Γκούτμαν ήταν βασισμένος σε εκείνον του Α. Μόντι Γκρέγκορι, ενός παχύσαρκου Βρετανού ντετέκτιβ που έγινε στη συνέχεια επιχειρηματίας και τυχοδιώκτης, ψάχνοντας χαμένους θησαυρούς όπως το επίχρυσο γεράκι της ταινίας. Δεν ήταν εύκολο να βρεθεί ο κατάλληλος ηθοποιός για να ερμηνεύσει το ρόλο. Κάποια στιγμή ο Χαλ Ουόλις πρότεινε στο Χιούστον να δοκιμάσει τον Σίντνεϊ Γκρίνστριτ, έναν υπέρβαρο θεατρικό ηθοποιό που δεν είχε εμφανιστεί ποτέ σε ταινίες. Ο Γκρίνστριτ ενθουσίασε το Χιούστον με τον όγκο, την χαρακτηριστική ομιλία, το δυνατό γέλιο και τα πεταχτά του μάτια. Μετά την επιτυχία της ταινίας ο Γκρίνστριτ επρόκειτο να αναλάβει κι άλλους κινηματογραφικούς ρόλους που ήταν παρόμοιοι μεταξύ τους (όπως για παράδειγμα εκείνον στην ταινία Καζαμπλάνκα (Casablanca, 1942).

Ο χαρακτήρας του Τζόελ Κάιρο ήταν βασισμένος σε έναν εγκληματία, τον οποίο ο Χάμετ είχε συλλάβει το 1920 για πλαστογραφία[10]. Στο μυθιστόρημα ο ήρωας είναι φανερά θηλυπρεπής. Για να αποφευχθούν προβλήματα με τους λογοκριτές, ο Πίτερ Λόρε που ανέλαβε τον ρόλο υποδύθηκε τον ήρωα χωρίς υπερβολές. Από τα συμφραζόμενα μπορεί κανείς όμως να καταλάβει τις σεξουαλικές προτιμήσεις του Κάιρο (π.χ. από τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται ένα μπαστούνι που κρατάει στο χέρι του, κατά τη διάρκεια της συζήτησής του με τον Σπέιντ, που παραπέμπει σε αναπαράσταση πεολειχίας). Η ομοφυλοφιλία δεν ήταν δυνατόν να αναφερθεί ως όρος στις ταινίες της περιόδου, καθώς απαγορευόταν από τον Κώδικα Χέιζ. Γι' αυτό το λόγο οι κινηματογραφιστές έπρεπε να βρουν τον κατάλληλο τρόπο για να την αναπαραστήσουν.

Ο Ελίσα Κοοκ Τζ. ένας γνωστός καρατερίστας ανέλαβε το ρόλο του Γουίλμερ. Ο συγκεκριμένος ρόλος όπως και εκείνος του Κάιρο θεωρείται ως ομοφυλοφιλικός από πολλούς κριτικούς, καθώς αφήνεται να εννοηθεί ότι συζούσε με άνδρα μεγαλύτερης ηλικίας.

Η Γκλάντις Τζορτζ είχε επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ πρωταγωνιστώντας στην κωμωδία του Λόρενς Ρίλεϊ Personal Appearance. Όπως και στο θεατρικό έτσι και στην ταινία ξεδίπλωσε το ταλέντο της ερμηνεύοντας τη σύζυγο του συνεργάτη του Σπέιντ Μάιλς Άρτσερ[14].

Ο ηθοποιός Γουόλτερ Χιούστον, πατέρας του σκηνοθέτη έκανε σύντομο πέρασμα από την ταινία για να φέρει τύχη στην πρώτη ταινία του γιου του.

Ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προκειμένου να σκηνοθετήσει με επιτυχία την πρώτη του ταινία ο Τζον Χιούστον σχεδίασε την κάθε σκηνή σε χαρτί και άφησε σημειώσεις σε κάθε σελίδα του σεναρίου για τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να κινήσει την κάμερα, έτσι ώστε να μην υπάρξουν καθυστερήσεις στα γυρίσματα[15]. Ο σκηνοθέτης έμεινε σταθερός στην άποψη ότι η ταινία δεν έπρεπε να βγει εκτός προϋπολογισμού, ο οποίος ήταν ήδη περιορισμένος. Παρείχε ένα λεπτομερές σενάριο στους ηθοποιούς, που τους επέτρεψε να κάνουν πρόβες με ελάχιστη ανάμειξη από την πλευρά του.

Η αποτελεσματικότητα των μεθόδων του ήταν τέτοια ώστε η ταινία να μην ξεπεράσει τον προϋπολογισμό, αλλά και να μην αφαιρεθεί σχεδόν καμιά γραμμή διαλόγου από το τελικό μοντάζ της ταινίας[16]. Πέρα από κάποια εξωτερικά γυρίσματα, ο Χιούστον γύρισε ολόκληρη την ταινία με τη σειρά του σεναρίου, πράγμα το οποίο βοήθησε πολύ τους ηθοποιούς του[17]. Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν πολύ ομαλά και πριν την προθεσμία και οι ηθοποιοί με τον σκηνοθέτη είχαν τον χρόνο να περάσουν μερικές ευχάριστες μέρες. Ο Χιούστον κάλεσε τον Μπόγκαρτ, την Άστορ και τους υπόλοιπους στο Lakeside Golf Club κοντά στην εταιρία Warner για να χαλαρώσουν στην πισίνα, να δειπνήσουν και να συζυτήσουν μέχρι το βράδυ.

Οι μόνες αφαιρέσεις που έκανε ο Χιούστον, σε σχέση με το μυθιστόρημα του Χάμετ, είχαν να κάνουν με το σεξ. Το Γραφείο Λογοκρισίας του Χέιζ απαγόρευε οποιαδήποτε σεξουαλική αναφορά.

Φωτογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυρίαρχο ρόλο στην επιτυχία της ταινίας παίζει η φωτογραφία του Άρθουρ Έντεσον. Ο χαμηλός φωτισμός και οι ασυνήθιστες γωνίες της κάμερας, που σε πολλές περιπτώσεις ήταν τοποθετημένη στο πάτωμα απεικονίζοντας το ταβάνι (μια τεχνική που χρησιμοποίησε και ο Όρσον Γουέλς με τον διευθυντή φωτογραφίας του Πολίτη Κέιν Γκρεγκ Τόλαντ) χρησιμοποιήθηκαν για να δώσουν έμφαση στη φύση των κεντρικών χαρακτήρων και των πράξεών τους. Μερικές από τις πιο σημαντικές σκηνές είναι εκείνες που αφορούν τον Γκούτμαν, ειδικά εκείνη στην οποία εξηγεί την ιστορία του γερακιού στο Σπέιντ, περιμένοντας να δράσει το υπνωτικό που έχει ρίξει στο ποτό του. Οι περισσότερες επίσης σκηνές που αφορούν την Ο'Σόνεσι, παραπέμπουν στα σίδερα της φυλακής. Οι ριγέ πιτζάμες που φοράει σε μια από τις σκηνές, τα έπιπλα του δωματίου της που είναι ριγέ και οι ακτίδες φωτός που εισέρχονται στα δωμάτιο της διαπερνώντας τις γρίλιες των παντζουριών, προμηνύουν το μέλλον της επικίνδυνης αυτής γυναίκας. Στην τελική σκηνή της ταινίας μπαίνει στο ασανσέρ με τους αστυνομικούς κλείνοντας πίσω της την πόρτα με τα σιδερένια κάγκελα, πράγμα που υπονοεί την επικείμενη φυλάκισή της.

Υποδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το περιοδικό Variety χαρακτήρισε την ταινία ως ένα από τα καλύτερα δείγματα εναγωνίου αφήγησης σε κινηματογραφική μορφή:[18].

Ο Μπόσλεί Κράουδερ αποκάλεσε την ταινία το καλύτερο θρίλερ μυστηρίου της χρονιάς, λέγοντας: Ο νεαρός κύριος Χιούστον αφήνει υποσχέση ότι πρόκειται να γίνει ένας από τους εξυπνότερους σκηνοθέτες που υπάρχουν. Σύμφωνα με τον Κράουδερ το κόλπο που χρησιμοποίησε ο Χιούστον, ήταν ο συνδυασμός της αμερικανικής τραχύτητας με την ευγένεια της αγγλικής σχολής και με λίγο πάθος[19].

Η ταινία είχε ανέλπιστη επιτυχία και η εταιρία Warner Bros. σχεδίαζε να γυρίσει και συνέχεια με τίτλο The Further Adventures of the Maltese Falcon που επρόκειτο να σκηνοθετήσει ο Χιούστον. Αλλά τόσο το φορτωμένο πρόγραμμα του σκηνοθέτη, όσο και η αναχώρησή του για το μέτωπο στα τέλη του 1942 εμπόδισαν την υλοποίησή της.

Βραβεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία προτάθηκε για τρία βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, το οποίο έχασε από την ταινία του Τζον Φορντ Η κοιλάδα της κατάρας (How Green Was My Valley, 1941). Ο Σίντνεϊ Γκρίνστριτ υποψήφιος για Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου έχασε επίσης από τον Ντόναλντ Κρισπ της ταινίας Η κοιλάδα της κατάρας (How Green Was My Valley, 1941).

Υποψηφιότητα:

  • Καλύτερης Ταινίας – Χαλ Ουόλις
  • Β' Ανδρικού Ρόλου - Σίντνεϊ Γκρινστριτ
  • Διασκευασμένου Σεναρίου - Τζον Χιούστον

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 (Τσεχικά) Česko-Slovenská filmová databáze. 2001.
  2. 2,0 2,1 (Αγγλικά) Internet Movie Database. www.imdb.com/title/tt0033870/releaseinfo. Ανακτήθηκε στις 9  Μαΐου 2022.
  3. Variety film review; October 1, 1941, page 9.
  4. Harrison's Reports film review; October 4, 1941, page 159.
  5. Ebert, Roger "The Maltese Falcon (1941)." Αρχειοθετήθηκε 2011-11-05 στο Wayback Machine. rogerebert.com. May 13, 2001. February 24, 2007.
  6. Entertainment Weekly. The 100 Greatest Movies of All Time. New York: Entertainment Weekly Books, 1999.
  7. Sklar, Robert. Film: An International History of the Medium. [London]: Thames and Hudson, [c. 1990].
  8. «List of National Film Registry (1988–2003)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2013. 
  9. Luhr, William (1995). The Maltese Falcon. Dir. John Huston. Rutgers Films in Print. New Brunswick: Rutgers UP. σελ. 27. ISBN 978-0813522371. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2010. 
  10. 10,0 10,1 10,2 Introduction to The Maltese Falcon (1934 edition)
  11. Dashiell Hammett. «Introduction to The Maltese Falcon (1934 edition)». Ανακτήθηκε στις 15 Απριλίου 2007. 
  12. Huston, John (1980). An Open Book. New York: Alfred A. Knopf. σελ. 78. 
  13. Crowther, Bosley. Review in the New York Times. October 4, 1941. Reprinted in Luhr, William, ed. (1995). The Maltese Falcon. Dir. John Huston. Rutgers Films in Print. New Brunswick: Rutgers UP. σελ. 127. ISBN 0-8135-2236-6. CS1 maint: Extra text: authors list (link)
  14. Lax, Eric. Audio commentary for Disc One of the 2006 three-disc DVD special edition of The Maltese Falcon.
  15. Behlmer, Rudy. Behind the Scenes. Hollywood: Samuel French, 1990. p. 144.
  16. Huston decided that the final scene of the novel and the script, in which Spade returns disgustedly to Iva Archer, would not be filmed, believing the film should end the way it was, and thus making Spade's character more honorable as the story progressed. Lax, Eric. Audio commentary for Disc One of the 2006 three-disc DVD special edition of The Maltese Falcon.
  17. Behlmer, p. 145.
  18. «The Maltese Falcon». Variety. 29 Σεπτεμβρίου 1941. Ανακτήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2011. 
  19. Crowther, Bosley (4 Οκτωβρίου 1941). «The Maltese Falcon, a Fast Mystery-Thriller With Quality and Charm, at the Strand». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2011. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]