Τερματοφύλακας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ένας τερματοφύλακας, ενώ προσπαθεί να αποκρούσει τη μπάλα.

Τερματοφύλακας (αγγλικά «goalkeeper», «goalie» ή απλά «keeper») είναι ποδοσφαιρικός όρος, που αναφέρεται στη θέση του παίκτη ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την προστασία της ποδοσφαιρικής εστίας, του τέρματος δηλαδή της κάθε ομάδας.

Ο τερματοφύλακας (σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ποδοσφαιριστές) επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέλος του σώματός του, προκειμένου να αποτρέψει την επίτευξη τέρματος («goal», γκολ) από τους αντιπάλους παίκτες, αρκεί να κινείται εντός των ορίων της μεγάλης περιοχής της εστίας του. Στον υπόλοιπο αγωνιστικό χώρο, δεν επιτρέπεται να ακουμπήσει τη μπάλα με τα χέρια του.

Η θέση του τερματοφύλακα είναι η μόνη υποχρεωτική θέση σύμφωνα με τους κανονισμούς του ποδοσφαίρου. Αν ο βασικός τερματοφύλακας αναγκαστεί να αφήσει τον αγώνα, πρέπει οπωσδήποτε να αντικατασταθεί - ακόμη και αν δεν υπάρχουν διαθέσιμες αλλαγές, κάποιος άλλος παίκτης πρέπει να λάβει τη θέση του. Θεωρείται ως εκ τούτου πολύ σημαντική σε μια ομάδα, αφού αποτελεί το έσχατο εμπόδιο στην προσπάθεια σκοραρίσματος από την αντίπαλη ομάδα. Καταλαμβάνεται συνήθως από αθλητές που διαθέτουν υψηλό σωματότυπο, γρήγορα αντανακλαστικά και μεγάλη ικανότητα εκτίναξης.