Σύνταγμα της Ελλάδας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Σύνταγμα της Ελλάδας είναι ο θεμελιώδης νόμος επάνω στον οποίο βασίζεται η διαμόρφωση ολόκληρης της νομοθεσίας της Ελλάδας, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη, την οργάνωση και βασικούς κανόνες λειτουργίας του ελληνικού κράτους και των θεσμών.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 δημιουργήθηκαν διάφορα βραχύβια συντάγματα που δεν ευδοκίμησαν είτε λόγω των αδυναμιών τους είτε λόγω της εσωτερικής διαμάχης μεταξύ των πολιτικών.

Πρώτο σύνταγμα ήταν αυτό που ψηφίστηκε από την Α' Εθνοσυνέλευση την 1η Ιανουαρίου 1822 στην Επίδαυρο με ονομασία «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος» και αναθεωρήθηκε το 1823 από τη Β' Εθνοσυνέλευση στο Άστρος με τον «Νόμο της Επιδαύρου». Η Γ' Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας το 1827 ψήφισε το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» το οποίο όμως αναστάλθηκε από τη Δ' Εθνοσυνέλευση του Άργους μετά από πρόταση του Ιωάννη Καποδίστρια.

Το 1832 η Ε' Εθνοσυνέλευση Ναυπλίου στο Ναύπλιο ψήφισε το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος του 1832» (που αναφέρθηκε και ως «Ηγεμονικόν Σύνταγμα» το οποίο όμως δεν εφαρμόστηκε και ο Όθων βασίλευσε χωρίς σύνταγμα μέχρι το Μάρτιο του 1844. Σύνταγμα παραχωρήθηκε μετά από την εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Το Σύνταγμα του 1844[1] εγκαθίδρυσε τη συνταγματική μοναρχία και βασίστηκε αρκετά στο γαλλικό σύνταγμα του 1830 και το βελγικό του 1831. Μετά την ανατροπή του Όθωνα, ψηφίστηκε στην Αθήνα το Σύνταγμα του 1864[1] το οποίο εισήγαγε το θεσμό της βασιλευομένης δημοκρατίας. Το σύνταγμα του 1864 αναθεωρήθηκε με το Σύνταγμα του 1911 ενώ τα έτη 1920 και 1924 αποπειράθηκε να αναθεωρηθούν ξανά αλλά η διαδικασία διακόπηκε λόγω επαναστατικών πράξεων.

Το σύνταγμα αυτό ήταν ένα από τα πρώτα στον κόσμο που καθιέρωσε την καθολική ψηφοφορία (των ανδρών) ανεξαρτήτως οικονομικού εισοδήματος. Μόνον οι πλήρως οικονομικά εξαρτημένοι άνδρες (τσιράκια ή οικόσιτοι) δεν είχαν δικαίωμα ψήφου. Αυτό βρισκόταν σε αντίθεση με τα άλλα δυτικά συντάγματα της εποχής όπου μόνον οι γαιοκτήμονες αστοί είχαν δικαίωμα ψήφου. Για να εκτιμήσουμε αυτή τη διαφορά αρκεί να πούμε ότι ενώ στη Γαλλία ή στην Αγγλία την εποχή εκείνη είχε δικαίωμα ψήφου το 10% των ενήλικων ανδρών περίπου, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ήταν περίπου 90%.

Το 1926 συντάχθηκε το «Σύνταγμα της τριακονταμελούς επιτροπής» το οποίο δεν ίσχυσε αφού συντάχθηκε νέο από αναθεωρητική βουλή. Εκείνη ψήφισε το «Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας» του 1927 με το οποίο το πολίτευμα μετατρεπόταν σε αβασίλευτη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Το 1935 επανήρθε η μοναρχία με το σύνταγμα του 1864/1911 αλλά μετά τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 έπαυσαν να ισχύουν ουσιώδεις διατάξεις του. Μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο το σύνταγμα αναθεωρήθηκε στο Σύνταγμα του 1952.

Η δικτατορία των Συνταγματαρχών παρουσίασε νέο Σύνταγμα το 1968 το οποίο επικυρώθηκε στο δημοψήφισμα του ίδιου έτους και ένα νεότερο το 1973 που επίσης επικυρώθηκε με δημοψήφισμα το 1973. Αυτό έπαυσε να έχει ισχύ με την πτώση της το 1974, οπότε μετά από το Δημοψήφισμα του 1974 που διεξάχθηκε την 8η Δεκεμβρίου 1974, το πολίτευμα της Ελλάδας μετατράπηκε ξανά σε αβασίλευτη δημοκρατία. Συντάχθηκε νέο σύνταγμα από την πέμπτη Αναθεωρητική Βουλή και τέθηκε σε ισχύ στις 11 Ιουνίου 1975. Ισχύει έως σήμερα όπως αναθεωρήθηκε το 1986, το 2001, το 2008 και το 2019.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Δ.Κ. Γιαννακόπουλος, Η ανάπτυξη της έννοιας του συντάγματος στον πολιτικό λόγο των Ελλήνων, 1821-1844 , Κλειώ, τ/χ.4, (Δεκέμβριος 2007), σελ. 27-55
  • Ζολώτα, Αναστασίου Π., Αντισυνταγματικαί διατάξεις του Συντάγματος, Θεσσαλονίκη, εκδ. Ερωδιός, 2006.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]