Σχέδιο Μαδαγασκάρη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Σχέδιο Μαδαγασκάρη ήταν μια προτεινόμενη πολιτική του Τρίτου Ράιχ για τον υποχρεωτικό εκτοπισμό των Εβραίων στη Μαδαγασκάρη.[1]

Η Μαδαγασκάρη βρίσκεται στις ανατολικές ακτές της Αφρικής

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ολοκαύτωμα (Φάσεις)

Η εκκένωση της Ευρώπης απο τους Εβραίους δεν ήταν μια καινούργια ιδέα. Οι Βρετανοί Χένρι Χάμιλτον Μπίμις, Άρνολντ Λις, Λορντ Μόιν και ο γερμανός Πάουλ ντε Λαγκάρντ είχαν εξετάσει την ιδέα στις αρχές του εικοστού αιώνα.[1] Οι Ναζί, παρόλο που ήδη εφάρμοζαν την πολιτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης με χιλιάδες θανάτους ήδη από το 1933, τη βρήκαν ελκυστική και, το Μάιο του 1940, στις Σκέψεις για τη Μεταχείριση των Αλλόφυλων Λαών της Ανατολής, ο Χάινριχ Χίμλερ δήλωνε: "Ελπίζω πως οι Εβραίοι σαν έννοια θα εξαφανιστούν πλήρως μέσω της δυνατότητας για μια μεγάλη μετανάστευση όλων των Εβραίων στην Αφρική ή κάποια άλλη αποικία".

Αν και συζητήσεις για το σχέδιο αυτό είχαν ξεκινήσει ήδη από το 1938 από ορισμένους γνωστούς Ναζιστές ιδεολόγους, όπως ο Γιούλιους Στράιχερ, ο Χέρμαν Γκέρινγκ και ο Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ, το σχέδιο μπήκε ουσιαστικά σε κίνηση το 1940. Καθώς ζύγωνε η νίκη στη Γαλλία, σύντομα όλες οι γαλλικές αποικίες θα ήταν υπό γερμανικό έλεγχο, και το Σχέδιο Μαδαγασκάρη θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Επίσης, υπήρχε η πεποίθηση ότι μια συνθήκη ειρήνης με τη Βρετανία, που σε λίγους μήνες θα δεχόταν αεροπορικές επιδρομές από τους Γερμανούς, που περίμεναν να την υποτάξουν το ίδιο εύκολα με τη Γαλλία, θα έθετε τον Βρετανικό στόλο στη διάθεση των Γερμανών, ώστε να χρησιμοποιηθεί στην απομάκρυνση των Εβραίων.

Σχεδιασμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένας φιλόδοξος διπλωμάτης, ο Φραντς Ραντεμάχερ, που είχε πρόσφατα τεθεί επικεφαλής του Τμήματος Εβραϊκών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, έθεσε το σχέδιο σε κίνηση στις 3 Ιουνίου 1940, στέλντονας ένα υπόμνημα στον προϊστάμενό του, Μάρτιν Λούτερ. Το υπόμνημα περιελάμβανε μια περιγραφή των τεχνικών λεπτομερειών της απομάκρυνσης των Εβραίων απο την Ευρώπη. Ο Ραντεμάχερ υποστήριζε τη διάκριση μεταξύ "Ανατολικών" και "Δυτικών" Εβραίων. Κατά τη γνώμη του, οι "Ανατολικοί" Εβραίοι ήταν κοιτίδα της "μαχόμενης εβραϊκής διανόησης", και θα έπρεπε να μείνουν στο Λούμπλιν της Πολωνίας ως όμηροι, έτσι ώστε να ελέγχονται οι αντιδράσεις των Εβραίων των ΗΠΑ. Οι δυτικοί Εβραίοι θα απομακρύνονταν ολοκληρωτικά από την Ευρώπη, "στη Μαδαγασκάρη, για παράδειγμα".[2]

Όταν έλαβε το υπόμνημα, ο Λούτερ έθεσε το θέμα στον Υπουργό Εξωτερικών Ρίμπεντροπ. Έως τις 18 Ιουνίου, ο ίδιος ο Χίτλερ και ο Ρίμπεντροπ είχαν μιλήσει με το Μουσολίνι για την τύχη της Γαλλίας μετά την ήττα της. Στις 20 Ιουνίου, ο Χίτλερ συζήτησε συγκεκριμένα πάνω στο Σχέδιο με τον αρχιναύαρχο Έριχ Ραίντερ.

Όταν έμαθε για την προοπτική του Σχεδίου, ο Ράινχαρντ Χάιντριχ, τον οποίο είχε διορίσει το 1939 ο Γκέρινγκ ως επιβλέποντα της απομάκρυνσης των Εβραίων από τις περιοχές που κατείχαν οι Γερμανοί, ζήτησε από τον Ρίμπεντροπ να αφήσει το θέμα στα χέρια της RSHA, της Κεντρικής Υπηρεσίας Ασφαλείας του Ράιχ. Έτσι, ο Άντολφ Άιχμαν, διευθυντής του γραφείου απομάκρυνσης των Εβραίων στη RSHA, θα συμμετείχε στην εφαρμογή του. Στις 15 Αυγούστου, ο Άιχμαν ετοίμασε ένα προσχέδιο με τίτλο Reichssicherheitshauptamt: Madagaskar Projekt, που προέβλεπε την επανεγκατάσταση ενός εκατομμυρίου Εβραίων το χρόνο για τέσσερα χρόνια, εγκαταλείποντας την ιδέα διατήρησης οποιουδήποτε εβραϊκού πληθυσμού στην Ευρώπη. Η RSHA, τόνιζε, θα έλεγχε κάθε πλευρά του προγράμματος.

Οι περισσότεροι Ναζί αξιωματούχοι, ειδικά οι επικεφαλής της Γενικής Κυβέρνησης, θεωρούσαν τη δια της βίας επανεγκατάσταση των Εβραίων στη Μαδαγασκάρη πολύ προτιμότερη από τις προσπάθειες απέλασής τους στην Πολωνία, επειδή η επιχείρηση αυτή παρουσίαζε πολλά προβλήματα και γεννούσε έξοδα. Έως τις 10 Ιουλίου, όλες οι απελάσεις ανακλήθηκαν και η κατασκευή του Γκέτο της Βαρσοβίας σταμάτησε, καθώς θεωρήθηκε πλέον μη αναγκαία.

Διοικητικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ραντεμάχερ οραματιζόταν την ίδρυση μιας ευρωπαϊκής τράπεζας που θα ρευστοποιούσε όλα τα κεφάλαια και τις περιουσίες των Εβραίων της Ευρώπης για να χρηματοδοτηθεί το Σχέδιο. Η τράπεζα αυτή κατόπιν θα έπαιζε ρόλο μεσάζοντα στις συναλλαγές μεταξύ της Μαδαγασκάρης και του υπόλοιπου κόσμου, καθώς δεν θα επιτρεπόταν στους Εβραίους να συναλάσσονται με οποιαδήποτε χώρα. Το γραφείο του Γκέρινγκ που είχε την ευθύνη για τα Τετράχρονα Σχέδια θα επέβλεπε την οικονομική διοίκηση του εγχειρήματος.

Επιπλέον, ο Ραντεμάχερ προέβλεπε ενεργό ρόλο στο Σχέδιο και για άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες. Το Υπουργείου Εξωτερικών θα διαπραγματευόταν τη συνθήκη ειρήνης με τη Γαλλία, που θα παραχωρούσε τη Μαδαγασκάρη στη Γερμανία, καθώς και άλλες συνθήκες σχετικά με τους Εβραίους της Ευρώπης. Το Τμήμα Πληροφοριών του Υπουργείου, σε συνεργασία με τον Γιόζεφ Γκαίμπελς και το Υπουργείο Προπαγάνδας, θα έλεγχε τις πληροφορίες μέσα κι έξω από τη Γερμανία σχετικά με το Σχέδιο. Ο Βίκτορ Μπρακ της Καγκελαρίας θα επέβλεπε τη μεταφορά. Τα SS θα είχαν την ευθύνη για τη μετακίνηση των Εβραίων μέσα στην Ευρώπη, και θα διοικούσαν τη Μαδαγασκάρη ως αστυνομοκρατούμενο κράτος.

Η εικόνα που ήθελαν να δώσουν οι Γερμανοί στον έξω κόσμο ήταν αυτή της "αυτονομίας" της Εβραϊκής κοινότητας στη Μαδαγασκάρη. Όμως, ο Άιχμαν το έκανε σαφές στο προσχέδιό του ότι τα SS θα έλεγχαν οποιαδήποτε εβραϊκή οργάνωση συστηνόταν για τη διακυβέρνηση του νησιού.

Κατάρρευση του Σχεδίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα τέλη του Αυγούστου του 1940 ο Ραντεμάχερ ζήτησε από τον Ρίμπεντροπ να συγκαλέσει μια συνάντηση στο Υπουργείο του προκειμένου να συσταθεί μια επιτροπή ειδικών για τη συγκεκριμενοποίηση του Σχεδίου. Ο Ρίμπεντροπ ποτέ δεν απάντησε. Αντίστοιχα, το προσχέδιο του Άιχμαν έμεινε στα χέρια του Χάιντριχ, που ποτέ δεν το ενέκρινε. Το Γκέτο της Βαρσοβίας ολοκληρώθηκε και τέθηκε σε λειτουργία τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Η μεταφορά των Εβραίων από τις γερμανικές περιοχές στην Πολωνία άρχισε και πάλι από τα τέλη του φθινοπώρου του 1940 έως την άνοιξη του 1941.

Η αντίσταση της Μεγάλης Βρετανίας κατά τη Μάχη της Αγγλίας, που είχε σαν αποτέλεσμα η Γερμανία να μην πετύχει τη γρήγορη νίκη που έλπιζε, ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας για την εγκατάλειψη του Σχεδίου. Ο βρετανικός στόλος δεν θα ήταν διαθέσιμος στους Γερμανούς, και ο πόλεμος θα συνεχιζόταν για αόριστο διάστημα. Εκτός από τα σκάφη για την μεταφορά, που έλειπαν, υπήρχε επιπλέον και το πρόβλημα της φρούρησης των θαλάσσιων οδών - και εδώ η Βρετανία είχε την πλήρη υπεροχή. Κάποιες αναφορές στη Μαδαγασκάρη ως "υπέρ-γκέτο" έγιναν τους μήνες που ακολούθησαν, αλλά στις αρχές Δεκεμβρίου το Σχέδιο είχε εγκαταλειφθεί πλήρως. Όταν οι Βρετανοί και οι Ελεύθεροι Γάλλοι απέσπασαν τη Μαδαγασκάρη από τη Γαλλία του Βισύ το 1942, εξανεμίστηκαν και οι τελευταίες, θεωρητικές πλέον, πιθανότητες εφαρμογής του Σχεδίου.

Η αποτυχία του Σχεδίου Μαδαγασκάρη ήταν ένας από τους παράγοντες που θα οδηγούσαν στην εφαρμογή του Ολοκαυτώματος ως της "Τελικής Λύσης του Εβραϊκού Ζητήματος".

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επιλέον ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Browning, Christopher R.: The Origins of the Final Solution, University of Nebraska Press, Lincoln, and Yad Vashem, Jerusalem, 2004 ISBN 0-8032-1327-1
  • Ian Kershaw, Hitler, the Germans and the Final solution, Yale University Press, 2008

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Browning, Christopher R. The Origins of the Final Solution. 2004. Page 81
  2. Browning, Christopher R. The Origins of the Final Solution. 2004. σελ. 83

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]