Συμφωνία του Πίροτ (1885)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Συμφωνία του Πίροτ (σερβικά: Пиротско споразумение, βουλγαρικά : Сделка на Пирот) ήταν μία συνθήκη του 1885 που όριζε τους όρους της κατάπαυσης του πυρός των Σερβοβουλγαρικού πόλεμου. Υπογράφηκε ανάμεσα στην Αυστροουγγαρία το Πριγκιπάτο της Βουλγαρίας και το Βασίλειο της Σερβίας.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συμφωνία υπεγράφη σχεδόν ένα μήνα μετά την παύση των εχθροπραξιών στις 16 Νοέμβρη, μια μέρα μετά οι Βούλγαροι νίκησαν τον σερβικό στρατό στο Πίροτ, η Αυστροουγγαρία τότε με ένα τελεσίγραφο προς τη Βουλγαρία απείλησε να παρέμβει με στρατεύματα για να προστατεύσει τη Σερβία αναγκάζοντας τη Βουλγαρία να σταματήσει την επέλαση. Στη συνέχεια οι διαπραγματεύσεις απέβησαν άκαρπες καθώς οι Σέρβοι αρνήθηκαν να αποσυρθούν από τις κατεχόμενες περιοχές του Βιντίν χωρίς την παράλληλη βουλγαρική αποχώρηση από την περιοχή του Πίροτ. Με τη σειρά της η βουλγαρική κυβέρνηση επιθυμεί να διατηρήσει το Πίροτ ως εξασφάλιση έναντι μελλοντικής χρηματικής αποζημίωσης για τις στρατιωτικές δαπάνες. Λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης του στρατού της και την απειλή της τουρκικής κατοχής της Ανατολικής Ρωμυλίας απαιτεί σύναψη μιας συνθήκης ειρήνης, αλλά η Σερβία εγγυάται μόνο έξι εβδομάδων ανακωχή. Αυτή η απάντηση και η πληροφορία ότι η κυβέρνηση Γκαρασάνιν χρησιμοποιεί τη διακοπή των εχθροπραξιών από τη Βουλγαρία για να ενισχύσει τα στρατεύματά της, ο Υπουργός Εξωτερικών Ίλια Τσάνοβ προειδοποιούν τον αυστριακό αντιπρόσωπο στη Σόφια στις αρχές Δεκεμβρίου ότι η Βουλγαρία θα ξεκινήσει εκ νέου τις εχθροπραξίες. Η Αυστροουγγαρία απάντησε με την έναρξη ενδιάμεσης δράσης των Μεγάλων Δυνάμεων.

Η επιτροπή που συστάθηκε από τις μεγάλες δυνάμεις αποτελείται από στρατιωτικούς ακολούθους, εκπρόσωποι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (επικυρίαρχη του πριγκιπάτου της Βουλγαρίας), έφτασε στο κατεχόμενο από τους Βούλγαρους Πίροτ στις 6 Δεκεμβρίου. Οι όροι που καθορίστηκαν τις υπέγραψαν ομόφωνα τρεις ημέρες αργότερα οι εκπρόσωποι της Βουλγαρίας και της Σερβίας (αντίστοιχα, Ολιμπίι Πάνοβ και ο συνταγματάρχης Πέταρ Τοπαλόβιτς). Δυσαρεστημένοι με τη ρήτρα να διορίζουν αμέσως πληρεξούσιους για ειρηνικές διαπραγματεύσεις, η σερβική κυβέρνηση αποδέχτηκε τους όρους μόνο μετά την απειλή της Αυστροουγγαρίας ότι θα αναστείλει τη διπλωματική υποστήριξη και την προμήθεια όπλων προς το σερβικό στρατό.

Όροι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συμφωνία της 9η Δεκεμβρίου 1885 απαιτεί την άνευ όρων απελευθέρωση των κρατουμένων και των κατακτημένων περιοχών. Οι Σέρβοι πρέπει να αποχωρήσουν από την περιοχή του Βιντίμ έως τις 13 Δεκεμβρίου, και οι Βούλγαροι από το Πίροτ δύο ημέρες αργότερα. Η γραμμή κατά μήκος των συνόρων θα παραμείνει η ίδια που ήταν πριν από τον πόλεμο και θα δημιουργηθεί μία ουδέτερη ζώνη πλάτους 6 χιλιόμετρα. Δεδομένου ότι η καταληκτική ημερομηνία για την ολοκλήρωση των ειρηνευτικών συνομιλιών έχει οριστεί η 17 Φεβρουαρίου 1886. Η Συνθήκη Ειρήνης του Βουκουρεστίου υπεγράφη δύο ημέρες μετά τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας (19 Φεβρουαρίου), χωρίς να τροποποιήσει το status quo που δημιουργήθηκε από τη συμφωνία του Πίροτ.

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Радев, Симеон. Строителите на съвременна България. Том 1-2. София, Български писател, 1990.
  • Георгиев, Величко и др. История на българите 1878-1944 в документи. Том I, част 1. София, издателство „Просвета“, 1994. ISBN 954-01-0558-7 (т. 1).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Пиротско споразумение (1885) της Βουλγαρικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).