Σταθερωτήρες πλοίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δεξιό μόνιμο πτερύγιο ευστάθειας πλοίου

Οι σταθεροποιητήρες (απαντάται και ως: σταθερωτές, και στην ναυτική καθομιλουμένη και με τον μάλλον όχι και τόσο δόκιμο όρο: σταθεροποιητές) πλοίου ή πηδάλια αντιδιατοίχισης ή περισσότερο γνωστά ως πτερύγια ευστάθειας (stabilizers) ονομάζονται οι υδραυλικοί μηχανισμοί που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία και ειδικότερα εκείνη των πλοίων, οι οποίοι περιορίζουν στο ελάχιστο τους κλυδωνισμούς από τον κυματισμό, διατηρώντας την ισορροπία και ευστάθεια του πλοίου.

Γενικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόκειται για οριζόντια πτερύγια που βρίσκονται αναδιπλωμένα στα ύφαλα του πλοίου ανά ζεύγη. Η λειτουργία τους είναι ηλεκτροϋδραυλική και λειτουργούν αντιθέτως προς τον εγκάρσιο, προς το πλοίο, νοητό κοινό άξονά τους. Έτσι όταν υφίσταται κυματισμός αυτά ανοίγουν σε οριζόντια υποβρύχια θέση και όταν το πλοίο αρχίζει να παίρνει κλίση, να διατοιχίζεται, κοινώς να "μποτζάρει" π.χ. δεξιά, τότε το δεξιό πτερύγιο (κατά πλευρά σκάφους) στρέφεται ελαφρά, έτσι ώστε όλη η πρωραία ακμή του να στρέφει προς την επιφάνεια της θάλασσας, αντίθετα και ταυτόχρονα κινείται το αριστερό πτερύγιο του ζεύγους στην αριστερή πλευρά του σκάφους, που η πρωραία αυτού ακμή στρέφεται προς τα κάτω. Με την ταχύτητα όμως που έχει το πλοίο ο διατοιχισμός διακόπτεται ακριβώς στην έναρξή του και το πλοίο επανέρχεται και διατηρείται συνεχώς σε θέση ισορροπίας. Θέση στην οποία και τα πτερύγια ισορροπούν οριζόντια παραμένοντα σε ετοιμότητα επανάληψης λειτουργίας των, ανάλογα, με την επόμενη έναρξη κλίσης του πλοίου (αριστερά ή δεξιά).

Με τέτοιους μηχανισμούς είναι εφοδιασμένα τα σύγχρονα επιβατηγά αλλά και όλα τα κρουαζιερόπλοια στα οποία η έννοια "άνεση" (των επιβατών) είναι κυρίαρχη.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη εφαρμογή τέτοιων πηδαλίων σε πλοία οφείλεται στον Ιάπωνα Μοτόρα (S. Motora) το 1920. Το 1936 ο αγγλικός οίκος Ντένυ Μπράουν (Denny Brown) επέφερε στην αρχή τη σημαντική βελτίωση της περιστροφής των πηδαλίων πέριξ του άξονά τους, που γινόταν στο τέλος εκάστης γωνίας ταλάντωσης, ενώ τα πηδάλια του Μοτόρα έστρεφαν στο τέλος της κάθε περιόδου. Αργότερα και κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου συμπληρώθηκε το σύστημα αυτών με τη περιστροφή όχι ολόκληρης της επιφάνειας αυτών αλλά μόνο του πρυμναίου τμήματος αυτών όπως ακριβώς των αεροπλάνων. Έτσι με την εφαρμογή αυτή ο χρόνος περιστροφής μειώθηκε μόλις στο 1 δευτερόλεπτο, γεγονός που πρόσφερε σημαντική ελάττωση της διατοίχισης στα πλοία με συνέπεια ν΄ αποτελέσουν για τα επιβατηγά πλοία στοιχείο διαφήμισης.