Σιέρα δε Αταπουέρκα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 42°21′9″N 3°31′6″W / 42.35250°N 3.51833°W / 42.35250; -3.51833

Μνημείο Παγκόσμιας
Κληρονομιάς της UNESCO
Αρχαιολογικός χώρος της Αταπουέρκα
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ.
Χάρτης
Χώρα μέλος Ισπανία
ΤύποςΠολιτισμικό
Κριτήριαiii, v
Ταυτότητα989
ΠεριοχήΕυρώπη και Βόρεια Αμερική
Ιστορικό εγγραφής
Εγγραφή2000 (24η συνεδρίαση)

Η Σιέρα δε Αταπουέρκα είναι μια μικρή οροσειρά βόρεια της κοινότητας Ιμπέας δε Χουάρος στην επαρχία Μπούργος της Καστίλης και Λεόν στην Ισπανία. Βρίσκεται ανάμεσα στα Κανταβρικά και τα Ιβηρικά όρη και εκτείνεται από τα βόρεια προς τα νοτιοδυτικά. Χάρη στα εκπληκτικά αρχαιολογικά και παλαιολιθικά ευρήματα που βρέθηκαν εντός της έχει χαρακτηριστεί ως φυσικό καταφύγιο, ως προστατευόμενο πολιτιστικό αγαθό και ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO. Ανάμεσα στα ευρήματα περιλαμβάνονται πολυάριθμα απολιθώματα τα οποία σύμφωνα με τους ερευνητές προέρχονται από τουλάχιστον τρία είδη Homo: Homo antecessor, Homo heidelbergensis και Homo sapiens.

Γεωγραφική τοποθεσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σιέρα δε Αταπουέρκα περικλείεται από τον ποταμό Αρλανθόν στα νότια, από τον Βένα στα βόρεια και ανατολικά από τη Σιέρα δε λα Δεμάνδα, έναν από τους πρόποδες των Ιβηρικών όρεων. Ανήκει στον αποκαλούμενο διάδρομο της Λα Μπουρέμπα, ένα σημαντικό και ιστορικό περάσματα ανάμεσα στην κοιλάδα του ποταμού Έβρου και τη λεκάνη απορροής του Δούρου. Από πλευράς ορεογραφίας είναι ένας απλός σχηματισμός με υψηλότερο σημείο τα 1079 μέτρα της κορυφής του Σαν Βιθέντε. Συνίσταται από κρητιδικό ασβεστόλιθο και στην επιφάνεια της βρίσκονται δάση δρυών καθώς και χαμηλή βλάστηση όπως δενδρολίβανο, λεβάντα, θυμάρι και φασκόμηλο.

Το πέρασμα της Μπουρέμπα χρησιμοποιούνταν από πάντα ως το κύριο πέρασμα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ιβηρική χερσόνησο. Όπως προαναφέρθηκε ενώνει τη μεσογειακή κοιλάδα του Έβρου με τη λεκάνη του Δούρου στον Ατλαντικό και βρίσκεται στο δρόμο για τα περάσματα των Πυρηναίων προς την υπόλοιπη Ιβηρική, τόσο προς τα δυτικά (Γαλικία και Πορτογαλία) όσο και προς τα νότια (την καστιλιάνικη Μεσέτα, την Ανδαλουσία και την Εξτρεμαδούρα, τη νότια Πορτογαλία και την Αφρική). Μια από τις σημαντικότερες ρωμαϊκές οδούς διερχόταν από το πέρασμα, ενώ ήταν μέρος της διαδρομής του Αγίου Ιακώβου της Κομποστέλα και από το τέλος του 19ου αιώνα μέρος του δρόμου Ν1 (σήμερα ο αυτοκινητόδρομος A-1).

Το πέρασμα χρησιμοποιήθηκε από ανθρώπους αλλά και την πανίδα και τη χλωρίδα. Το γόνιμο χώμα και ένας πλούτος φυσικών πόρων δημιούργησαν μια σημαντική βιοποικιλία και υπάρχουν σημάδια ανθρώπινης παρουσίας ηλικίας τουλάχιστον 800,000 χρόνων.

Γεωλογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σιέρα αποτελείται από ένα μικρό λόφο-ο οποίος ακολουθεί ένα αντίκλινο που βρίσκεται από κάτω του - φτιαγμένο από ασβεστόλιθο, άμμο και ψαμμίτη θαλασσινής προέλευσης από την άνω κρητιδική περίοδο (ηλικίας 80 με 100 εκατομμυρίων ετών) και καλυπτόμενο από ιζήματα προερχόμενα από τον ποταμό Αρλανθόν, ο οποίος κατά τη διάρκεια της τεταρτογενούς περιόδου δημιούργησε πολλές αλλούβιες αποθέσεις.

Επάνω σε αυτό το αντίκλινο και γύρω από τη Σιέρα βρίσκονται νεότερα υλικά ηπειρωτικής προέλευσης από την τριτογενή περίοδο (ηλικίας ανάμεσα στα 25 και 5 εκατομμύρια έτη). Αποτελούνται από κροκαλοπαγή ασβεστόλιθο και κόκκινο άργιλο από την ολιγόκαινο κάτω από πολλά στρώματα μάργας, άργιλου, γύψου και θυλάκων ασβεστόλιθου και μάργας, χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος της λεκάνης απορροής του Δούρου.

Ανάμεσα στα τέλη της πλειόκαινου και την αρχή της πλειστόκαινου ξεκίνησε να δημιουργείται η κοιλάδα του Αρλανθόν, ο οποίος στο πέρασμα του μέσα από τη Σιέρα σχημάτισε 15 στρώματα ιδιαίτερα ασύμμετρων τεταρτοταγών αναβαθμίδων. Η άνοδος της στάθμης του ποταμού και η δομή από ασβεστόλιθο οδήγησαν στο σχηματισμό ενός καρστικού συμπλέγματος με πολλές σπηλιές, αρκετές από τις οποίες για διάφορους λόγους (καταρρεύσεις, διατμήσεις) απέκτησαν εξωτερικά ανοίγματα. Με το πέρασμα του χρόνου μέσα από αυτά τα ανοίγματα εισήλθαν ποικίλα ιζήματα όπως για παράδειγμα χώμα, σκόνη, γύρη, ζωικά λείψανα ή ακαθαρσίες κ.α. Πολλές φορές τα ανοίγματα κατέρρεαν με αποτέλεσμα οι σπηλιές να σφραγίζονται και τα περιεχόμενα τους να μένουν άθικτα μέχρι να ξαναδημιουργηθεί κάποιο άνοιγμα.

 Ιστορία των ανασκαφών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτες ανασκαφές τον 19ο αιώνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές των καρστικών συστημάτων της Κουέβα Μαγιόρ (μετάφραση: μεγάλο σπήλαιο) έλαβαν χώρα τον 19ο αιώνα. Εξάλλου η σπηλιά ήταν ήδη γνωστή και επισκέψιμη, Το 1963 ο Φελίπε Αρίνιο αιτήθηκε την ιδιοκτησία του σπηλαίου. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1968, οι Πέδρο Σαμπάιο και Μαριάνο Θουαθνάβαρ δημοσίευσαν μια λεπτομερή περιγραφή της σπηλιάς, στην οποία περιέγραψαν για πρώτη φορά το Σίμα δε λος Ουέσος (μετάφραση: λάκκος των οστών). Το 1890 για μια ακόμα φορά έγινε αίτηση για μεταλλευτικές δραστηριότητες σε ένα άλλο τμήμα της Κουέβα Μαγιόρ. Ακολούθησαν διάφορες λεηλασίες και καταστροφές του εσωτερικού του σπηλαίου.

Το σιδηροδρομικό όρυγμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλαιά πέτρινη σιδηροδρομική γέφυρα στο σιδηροδρομικό όρυγμα

Προς τα τέλη του 19ου αιώνα σχεδιάστηκε για τις ανάγκες ενός ορυχείου μια σιδηροδρομική γραμμή από τη Σιέρα δε λα Δεμάνδα μέχρι το Μπούργος. Το 1896 η εταιρία The Sierra Company Ltd., η οποία είχε ιδρυθεί πρόσφατα από τον Ρίτσαρντ Πρις Γουίλιαμς, αιτήθηκε άδεια για την κατασκευή μιας γραμμής στενού εύρους από το Μοντερούβιο δε λα Δεμάνδα μέχρι τη Βιγιαφρία, ένα προάστειο του Μπούργος. Η γραμμή προοριζόταν για τη μεταφορά άνθρακα και σιδήρου από τη Σιέρα δε λα Δεμάνδα μέχρι το σημείο ένωσης με τη γραμμή Μπούργος-Μπιλμπάο και από εκεί μέχρι τη βάσκικη πρωτεύουσα. Η κατασκευή των 65 χιλιομέτρων ολοκληρώθηκε το 1901.

Αρχικά η γραμμή δεν προβλεπόταν να περάσει από τη Σιέρα δε Αταπουέρκα. Για άγνωστους λόγους τελικά διήλθε από το νοτιοδυτικό άκρο της, μέσα από ένα βαθύ όρυγμα μήκους μισού χιλιομέτρου και βάθους μέχρι και 20 μέτρων. Το όρυγμα πέρασε μέσα από πολυάριθμες σπηλιές οι οποίες ήταν γεμάτες πλειόκαινα ιζήματα, τα οποία ήρθαν στο φως της μέρας και η διαστρωμάτωση τους έγινε ορατή.

Η σύμβαση της κατασκευής του σιδηροδρόμου δεν περιοριζόταν στην εξυπηρέτηση των αναγκών του ορυχείου. Σαν αντισταθμιστικά οφέλη για την υποστήριξη του στο σχέδιο το περιφερειακό συμβούλιο υποχρέωνε τη Sierra Company να αναλάβει τη μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων. Λόγω των υψηλών χρεώσεων της εταιρείας Ferrocarriles del Norte όμως η γραμμή ποτέ δεν κατάφερε να αποδώσει οικονομικά.

Προς τα τέλη του 1910 η σιδηροδρομική γραμμή διέκοψε τη λειτουργία της. Το 1917, η Sociedad Vasco-Castellana, διάδοχος της Sierra Company κήρυξε πτώχευση και διέκοψε κάθε σχέση με τη γραμμή. Μέχρι σήμερα οι γέφυρες, τα επιχώματα, οι σήραγγες και οι σταθμοί της γραμμής παραμένουν στη θέση του.

Το 1950 το σιδηροδρομικό όρυγμα χρησιμοποιήθηκε ως λατομείο και ένα μέρος των σιδηροδρομικών κατασκευών καταστράφηκε.

Πρώτες ανασκαφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η είσοδος στον αρχαιολογικό χώρο του σιδηροδρομικού ορύγματος

Το 1964 ο Φρανθίσκο Χορδά Σερδά, καθηγητής της αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα, ξεκίνησε τις πρώτες ανασκαφές οι οποίες όμως σταμάτησαν σύντομα. Οχτώ χρόνια αργότερα ο σπηλαιολογικός συλλογος Γκρούπο Εσπελεολόχικο Εντελβάις βρήκε την επονομαζόμενη Γκαλερία δελ Σίλεξ (μετάφραση: γαλαρία του πυρίτη), η οποία περιλαμβάνει λείψανα από ταφικές τελετές και τοιχογραφίες της εποχής του χαλκού.

Το 1973 ο Χ. Μ. Απεγιάνιθ ξεκίνησε στην είσοδο της Κουέβα Μαγιόρ την πρώτη από συνολικά έντεκα ανασκαφές.

Κατοπινές έρευνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1976 ο μηχανικός ορυχείων Τρινιδάδ δε Τόρες Πέρεθ-Ιδάλγο, ο οποίος εκείνη την περίοδο βρισκόταν στην περιοχή για να γράψει τη διδακτορική του διατριβή επάνω στα απολιθώματα από αρκούδες, έφερε στον ανθρωπολόγο Εμιλιάνο Αγκίρε ανθρώπινα λείψανα το οποία είχε βρει σε μια θέση της Σιέρα, το μετέπειτα αποκαλούμενο Σίμα δε λος Ουέσος. Το 1980 ξεκίνησαν οι ανασκαφές στη Γκαλερία δελ Σίλεξ οι οποίες διήρκησαν πάνω από δέκα χρόνια. Το 1984 ξεκίνησαν και συστηματικές ανασκαφές στο Σίμα δε λος Ουέσος.

Το 1990 ο Αγκίρε συνταξιοδοτήθηκε και επικεφαλής των ανασκαφών ανέλαβε μια ομάδα αποτελούμενη από τους Χουάν Λουίς Αρσουάγα, Χοσέ Μαρία Μπερμούδες δε Κάστρο και Εουδάλδ Καρμπονέλ Ρούρα. Από τότε βρέθηκαν ολδόβια εργαλεία στο έδαφος της Γκράν Ντολίνα (μετάφραση: μεγάλη καταβόθρα). Λίγο αργότερα, το 1992, ανασύρθηκαν διάφορα ανθρώπινα κρανία στο Σίμα δε λος Ουέσος, ανάμεσα τους και το περίφημο κρανίο Νο 5, τα οποία μετέτρεψαν το σύμπλεγμα της Σιέρα Αταπουέρκα σε έναν αρχαιολογικό χώρο παγκόσμιας σημασίας για τη μελέτη της ανθρώπινης εξέλιξης.

Το 1994 και το 1995 ήρθαν στο φως της μέρας ένας σημαντικός αριθμός από πρώιμα λίθινα εργαλεία και ανθρώπινα λείψανα, τα οποία χρονολογήθηκαν στα 800.000 χρόνια, επιβεβαιώνοντας την πρώιμη εποίκιση της Ευρώπης. Στα χρόνια που ακολούθησαν, έρευνες στα ανθρώπινα οστά επιβεβαίωσαν πως στο χώρο γινόντουσαν κανιβαλιστικές τελετές. Αυτή είναι η παλαιότερη ένδειξη κανιβαλισμού στην Ευρώπη. Την περίοδο εκείνη ξεκίνησαν και οι ανασκαφές στο Σίμα δελ Ελεφάντε (μετάφραση: λάκκος του ελέφαντα).

Το 1997 ήταν μια πολύ σημαντική χρονιά για την πορεία των ανασκαφών, γιατί τη χρονιά εκείνη σκιαγραφήθηκε ένα νέο είδος ανθρώπου, ο Homo antecessor. Οι έρευνες αυτές τιμήθηκαν με τα σημαντικότερα ισπανικά επιστημονικά βραβεία, το Βραβείο του Πρίγκηπα της Αστούριας και το Βραβείο Κοινωνικών Επιστημών της Καστίλλης και Λεόν.

Το 1998 επιβεβαιώθηκε πως οι άνθρωποι τα λείψανα των οποίων είχαν βρεθεί στο Σίμα δε λος Ουέσος και θεωρείται πως ανήκουν στον Homo heidelbergensis ήταν ικανοί για αφαιρετικό λογισμό και συμβολικές πράξεις, ενώ είχαν και απορίες μεταφυσικής φύσεως. Το συμπέρασμα αυτό βγήκε από την εύρεση του Εξκάλιμπουρ, ενός αχρησιμοποίητου δίκοπου πέλεκυ φτιαγμένου από πολύτιμη ύλη ο οποίος είχε τοποθετηθεί σε έναν ομαδικό τάφο.

Το 1999 ξεκίνησαν οι ανασκαφές στο Κουέβα Ελ Μιραδόρ (μετάφραση: σπήλαιο του εξώστη). Την επόμενη χρονιά η Σιέρα ανακηρύχθηκε σε μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO. Την ίδια περίοδο βρέθηκαν στο Σίμα δελ Ελεφάντε υπολείμματα λίθινων εργαλείων η ηλικία των οποίων εκτιμήθηκε στο ένα εκατομμύριο έτη. Επίσης βρέθηκε ένα νέο είδος τρωκτικού που ονομάστηκε Microtus lavocati. Οι ανασκαφές στην είσοδο της Κουέβα Μαγιόρ ξεκίνησαν ξανά. Στη Γκραν Ντολίνα ανακαλύφθηκε ένα νέο είδος αρκούδας των σπηλαίων, η Ursus dolinensis, τα λείψανα της οποίας βρέθηκαν στο επίπεδο TD4.

Αρχαιολογικές θέσεις της Σιέρα δε Αταπουέρκα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχεδιάγραμμα των ανασκαφών στο σιδηροδρομικό όρυγμα

Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα έγινε η πρώτη ανακάλυψη, η οποία ήταν μια πρώτη ένδειξη για τον αρχαιολογικό πλούτο της περιοχής. Παρόλα αυτά συστηματικές ανασκαφές σε βάθος δεν έγιναν παρά το τελευταίο τέταρτο του 20ού αιώνα, όταν και έγινε προφανές πως επρόκειτο για μια από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές γεωγραφικές περιοχές στην Ευρώπη, παγκόσμιας σημασίας, με ευρήματα που άλλαξαν τις αντιλήψεις για την ιστορία της ανθρωπότητας. Βρέθηκαν λείψανα από μια χρονική περίοδο που εκτείνεται από την πλειστόκαινο (ηλικίας πάνω από ένα εκατομμύριο χρόνια) μέχρι την ολόκαινο (η σημερινή εποχή), τα οποία παρέχουν πληροφορίες για την πανίδα, τη χλωρίδα και το κλίμα των περιόδων αυτών.

Οι αρχαιολογικές θέσεις είναι εξαιρετικές λόγω του πλούτου των απολιθωμάτων τους, την καλή κατάσταση στην οποία βρέθηκαν και την επιστημονική τους σημασία. Τα λίθινα εργαλεία που βρέθηκαν καλύπτουν όλα τα τεχνολογικά στάδια από τις πρωτόλειες μορφές λιθοτεχνίας μέχρι την εποχή του χαλκού. Επίσης βρέθηκε ένα νέο είδος αρκούδας, η Ursus dolinensis.

Τα ποιο σημαντικά ευρήματα όμως είναι τα λείψανα μελών του γένους Homo. Έχουν βρεθεί σε αρκετούς από τους χώρους των ανασκαφών, γεγονός ασυνήθιστο. Ανάμεσα τους βρίσκονται αυτά που σύμφωνα με Ισπανούς ερευνητές ανήκουν στον Homo antecessor, ηλικίας 1,1 εκατομμυρίων ετών. Άλλοι ερευνητές όμως αποδίδουν τα παλαιότερα από αυτά τα ευρήματα στον Homo erectus και τα νεότερα στον Homo heidelbergensis.

Στη συνέχεια θα περιγραφούν τα πιο σημαντικά από αυτά τα ευρήματα και συμπεράσματα. Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα ευρήματα στο σιδηροδρομικό όρυγμα (Σίμα δελ Ελεφάντε, Γκαλερία, Γκραν Ντολίνα), καθώς και εκείνα από το καρστικό σύστημα των σπηλαίων Κουέβα Μαγιόρ και Κουέβα δελ Σίλο (μετάφραση: σπήλαιο του σιλό), όπως και αυτά του Πορταλόν (μετάφραση: πύλη), της Γκαλερία δε Σίλεξ και του Σίμα δε λος Ουέσος. Στην περιοχή βρίσκεται το Κουέβα ελ Μιραδόρ (μετάφραση: σπήλαιο του εξώστη), ένα σπήλαιο στα νότιοανατολικά της Σιέρα το οποίο δεν φαίνεται να συνδέεται άμεσα με το προαναφερθέν καρστικό σύστημα. Επιπλέον στον περιβάλλοντα χώρο βρίσκονται περισσότεροι από 50 χώροι με ευρήματα (όπως η Βάγιε δε λας Ορκίδεας ι Ουνδιδέρο) γύρω από ένα σημαντικό αριθμό μεγάλιθων, τόσο στη Σιέρα όσο και στην ευρύτερη περιοχή.

Σιδηροδρομικό όρυγμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενική άποψη των αρχαιολογικών θέσεων στο σιδηροδρομικό όρυγμα και των προστατευτικών στεγάστρων τους. Από αριστερά: (1) Είσοδος στο όρυγμα (2) Σίμα δελ Ελεφάντε (3) Γκαλερία (4) Γκραν Ντολίνα

Σίμα δελ Ελεφάντε[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έρευνες στα κατώτερα επίπεδα του Σίμα δελ Ελεφάντε κατά τη διάρκεια του 2006

Η αρχαιολογική θέση του Σίμα δελ Ελεφάντε, γνωστή και ως Τριντσέρα δελ Ελεφάντε (χαράκωμα του Ελέφαντα) βρίσκεται στο σιδηροδρομικό όρυγμα και είναι η πρώτη αρχαιολογική θέση που συναντά κανείς ερχόμενος από τη νότια είσοδο του. Σε σχέση με το καρστικό σύμπλεγμα των Κουέβα Μαγιόρ/Κουέβα δελ Σίλο βρίσκεται στο τέρμα της κάτω γαλαρίας, αλλά η ιζηματολογική σύνδεση ανάμεσα στις δύο τοποθεσίες δεν είναι ξεκάθαρη. Ίσως να υπήρχε μια γαλαρία ύψους 15 μέτρων και πλάτους μέχρι 18 μέτρα. Η προέλευση της ονομασίας του σπηλαίου πάει πίσω στο 2001, όταν ανακαλύφθηκαν κάποια απολιθώματα τα οποία αρχικά θεωρήθηκαν πως προέρχονταν από ελέφαντες. Οι επακόλουθες έρευνες όμως έδειξαν πως ήταν από ρινόκερους. Τελικά κατοπινές ανασκαφές έφεραν στην επιφάνεια τον αστράγαλο ενός ελέφαντα και επομένως επιβεβαιώθηκε η παρουσία ελεφάντων στα απολιθώματα.

Η Σίμα δελ Ελεφάντε είναι η τελευταία από τις αρχαιολογικές θέσεις του σιδηροδρομικού ορύγματος όπου ξεκίνησαν συστηματικές έρευνες. Το βάθους 21 μέτρων στρώμα ιζημάτων της καλύπτει όλες τις περιόδους της ανθρώπινης παρουσίας στη Σιέρα, ξεκινώντας από την πλειστόκαινο. Τα κατώτερα επίπεδα της είναι τα αρχαιότερα της Σιέρα. Βρίσκονται μέχρι και 3,5 μέτρα από το επίπεδο του σιδηροδρομικού ορύγματος και είναι ηλικίας πάνω από ένα εκατομμύριο χρόνια. Σε αυτά τα βάθη βρέθηκαν ζωικά λείψανα μαζί με λίθινα εργαλεία που αποδεικνύουν παρουσία Ανθρωπίνων προγενέστερη αυτής των Homo antecessor / Homo heidelbergensis που βρέθηκαν στη Γκραν Ντολίνα και είναι ηλικίας περίπου 780,000 ετών. Επιπλέον, βρέθηκαν δείγματα από οστά με σημάδια κοπής δίπλα στα λίθινα εργαλεία, τα οποία δίνουν στοιχεία για τις διατροφικές συνήθειες των Ανθρωπίνων. Στα ανώτερα στρώματα του χώρου βρέθηκαν λίθινα εργαλεία της μεσοπαλαιολιθικής περιόδου, τα οποία αποδίδονται στους Νεάντερταλ, μαζί με απολιθώματα από άλογα και ελάφια.

Τον Μάρτιο του 2008 ανακοινώθηκε η εύρεση νέων λειψάνων του Homo antecessor στο Σίμα δελ Ελεφάντε. Πρόκειται για τμήμα της γνάθου ενός ατόμου ηλικίας περίπου 20 ετών και 32 εργαλεία από πυριτόλιθο ολδόβιου τύπου. Χρονολογήθηκε με ηλικία 1,2 εκατομμυρίων ετών και είναι παλαιότερα από τα ευρήματα της Γκραν Ντολίνα.[1] Με δεδομένο πως η ηλικία ακόμα παλαιότερων ευρημάτων στη νότια Γαλλία[2] και τη Νότια Ιταλία[3] αμφισβητείται, τα ευρήματα στο Σίμα δελ Ελεφάντε θεωρούνται τα παλαιότερα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην Ευρώπη.[4]

Γκαλερία και Κοβάτσα δε λος Θαρπάθος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη της Γκαλερία
Εκσκαφές στην Κοβάτσα δε λος Θαρπάθος το 2006

Η Γκαλερία ήταν η πρώτη αρχαιολογική θέση στο σιδηροδρομικό όρυγμα που ερευνήθηκε συστηματικά. Είναι μια υπόγεια γαλαρία (Τμήμα TG) από την οποία εξέρχεται μια καμινάδα (Τμήμα ΤΝ). Η είσοδος φαίνεται να βρισκόταν προς τα αριστερά και ονομάζεται Θοβάτσα δε λος Θαρπάθος (μετάφραση: σπηλιά των γρατζουνιών, Τμήμα ΤΖ).

Η καμινάδα, αποτέλεσμα της κατάρρευσης μέρους της στέγης της γαλαρίας, μετατράπηκε σε φυσική παγίδα στην οποία έπεσαν πολλά ζώα (κάποια ίσως σπρωγμένα από κυνηγούς) για να γίνουν θύματα ανθρώπων και άλλων σαρκοφάγων.

Τα ευρήματα της Γκαλερία καλύπτουν μια περίοδο 200.000 έως 400.000 χρόνων. Οι αποθέσεις χωρίστηκαν σε πέντε φάσεις (TGI-TGV), με την ανθρώπινη παρουσία να είναι πιο έντονη στην τρίτη φάση. Σε αυτή τη φάση εντοπίστηκαν 13 στρώματα ανθρώπινης παρουσίας, στα οποία βρέθηκαν ένας σημαντικός αριθμός αχαιλέων λίθινων εργαλείων μαζί με λείψανα από ελάφια, άλογα, και ρινόκερους. Στα οστά των ζώων βρέθηκαν σημάδια από δαγκωματιές από αρκούδες, λιοντάρια, αλεπούδες και λύγκες. Βρέθηκε επίσης ένα τμήμα κρανίου Homo heidelbergensis

Γκραν Ντολίνα (TD)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τμήμα κρανίου του Homo antecessor

Η αρχαιολογική θέση της Γκραν Ντολίνα βρίσκονται εντός του σιδηροδρομικού ορύγματος και είναι η πλέον γνωστή μιας και εκεί βρέθηκαν τα πρώτα απολιθώματα τα οποία αργότερα αποδόθηκαν στον Homo antecessor. Οι αποθέσεις, βάθους 18 μέτρων, έχουν στρωματογραφικά διαχωρισθεί σε έντεκα στρώματα. Καλύπτουν μια περίοδο ηλικίας από 1,000,000 χρόνια (στρώμα TD1) έως 200,000 χρόνια (στρώμα TD11).

Εργαλεία για την απόσπαση απολιθωμάτων, όπως τα εικονιζόμενα θραύσματα κρανίου

Στα κατώτερα στρώματα βρέθηκαν λείψανα από σαρκοφάγα ζώα, όπως σμιλόδοντες και στικτές ύαινες (και στις δύο περιπτώσεις τα παλαιότερα γνωστά δείγματα του είδους στην Ευρώπη) καθώς και ένα νέο είδος αρκούδας, πρόγονο της αρκούδας τον σπηλαίων, που ονομάστηκε από το σημείο που βρέθηκε Ursus dolinensis. Επίσης όπως και στη Σίμα δελ Ελεφάντε βρέθηκαν στο στρώμα TD4 λίθινα εργαλεία ηλικίας πάνω από ένα εκατομμύριο έτη.

Το 1994 βρέθηκαν στο στρώμα TD6 λείψανα τα οποία αργότερα οι ερευνητές που τα βρήκαν θα δήλωναν πως ανήκουν σε ένα νέο ανθρώπινο είδος, τον Homo antecessor. Η μελέτη των οστών που βρέθηκαν εντόπισε χαρακιές οι οποίες είχαν προκληθεί από ανθρώπινα εργαλεία. Οι ερευνητές έβγαλαν το συμπέρασμα πως οι αρχαίοι κάτοικοι της Γκραν Ντολίνα άσκησαν κανιβαλισμό. Στο επόμενο στρώμα, το TD7, είναι ορατή η αλλαγή στο μαγνητικό πεδίο της γης πριν από 780,000 χρόνια, συμβάν που αποτελεί το όριο ανάμεσα στο κατώτερο και το μέσο πλειστόκαινο (αντιστροφή Μπρούν-Ματουγιάμα). Στο στρώμα TD10 βρίσκονται λείψανα από λίθινα εργαλεία, αν και σε υποτυπώδη κατάσταση. Βρέθηκαν και άλλα λείψανα του Homo antecessor, τα οποία υπογραμμίζουν τη σημασία της αρχαιολογικής θέσης.

Κουέβα Μαγιόρ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σίμα δε λος Ουέσος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αρχαιολογική θέση Σίμα δε λος Ουέσος είναι ένας μικρός θάλαμος στον πάτο μιας τρύπας βάθους 13 μέτρων στο χαμηλότερο σημείο του σπηλαίου Κουέβα Μαγιόρ, στο οποίο βρέθηκε ένας μεγάλο αριθμός από οστά ανθρώπων και ζώων. Τα ιζήματα από τη μέσο πλειστόκαινο έχουν διατηρηθεί εξαιρετικά και η ηλικία ενός που χρονολογήθηκε το 2007 προσδιορίστηκε σε πάνω από 600,000 έτη.[5]

Η θέση όμως είναι διάσημη για τα πάνω από 5000 απολιθώματα που προέρχονται από μια ομάδα 28 πολύ καλά διατηρημένων ατόμων όλων των φύλων και ηλικιών του τύπου Homo heidelbergensis. Αυτά τα ευρήματα αποτελούν πάνω από το 90% όλων των ανθρώπινων απολιθωμάτων της πλειστόκαινου περιόδου που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα και ήταν η μεγαλύτερη συλλογή ανθρώπινων απολιθωμάτων που είχε βρεθεί ποτέ παγκοσμίως μέχρι τότε.[6]

Ο Μιγκελόν, το κρανίο Νο 5, όπως πρωτοπαρουσιάστηκε το 1992. Η γνάθος προστέθηκε αργότερα

Από αυτά τα ευρήματα ξεχωρίζουν αρκετά κρανία, ανάμεσα στα οποία βρίσκεται το κρανίο Νο 5, το καλύτερα διατηρημένο κρανίο παγκοσμίως ενός Homo heidelbergensis, το οποίο αποκαλείται Μιγκελόν από το χαϊδευτικό του Ισπανού ποδηλάτη Μιγκέλ Ιντουράιν.[7] Βρέθηκαν πολυάριθμα οστά όλων των ειδών, από μια λεκάνη με την ονομασία Έλβις (λογοπαίγνιο με την αγγλική λέξη για τη λεκάνη, πέλβις) μέχρι ακουστικά οστάρια. Η Έλβις είναι η καλύτερα διατηρημένη λεκάνη από τα καταγεγραμμένα απολιθώματα. ανήκε σε έναν ύψους 1,75 μέτρων και βάρους 95 κιλών άρρενα. Από τα ευρήματα αυτά βγήκε το συμπέρασμα πως ο Homo heidelbergensis είχε ύψος ανάλογο των σημερινών ανθρώπων αλλά πιο ισχυρή σωματική διάπλαση. Η πυελική κοιλότητα τους ήταν μεγαλύτερη από αυτή των σύγχρονων γυναικών που τους επιτρέπει να κυοφορήσουν.

Το 2013 ερευνητές από το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ εξελικτικής ανθρωπολογίας κατάφεραν να αποσπάσουν και να αναλύσουν μιτοχονδρικό DNA από μια λεκάνη, η ηλικία της οποίας εκτιμήθηκε γύρω στα 400,000 έτη με τη μέθοδο του μοριακού ρολογιού. Το αποτέλεσμα εξέπληξε τους επιστήμονες μιας και το DNΑ είχε περισσότερα κοινά στοιχεία με αυτό του ανθρώπου της Ντενίσοβα που έζησε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια αργότερα, παρά με του κοντινότερου γεωγραφικά Νεάντερταλ.[8]

Πιστεύεται πως η περιοχή ήταν ένας λατρευτικός και ταφικός χώρος. Ανάμεσα στα οστά βρέθηκε μόνο ένα λίθινο εργαλείο, ένας αχρησιμοποίητος πέλεκυς από χαλαζίτη και ώχρα (σε όλο το υπόλοιπο συγκρότημα της Αταπουέρκα δεν έχει βρεθεί άλλο εργαλείο φτιαγμένο από αυτά τα υλικά). Βρέθηκε το 1998 και ονομάστηκε Εξκάλιμπουρ. Η πιο διαδεδομένη υπόθεση είναι πως το εξκάλιμπουρ ήταν ταφικό κτέρισμα για έναν από τους νεκρούς που θάφτηκαν εκεί. Αυτό θα καταδείκνυε συναισθηματική αντίληψη και συμβολική και στοχαστική σκέψη, καθώς και ενασχόληση με υπαρξιακά ερωτήματα. Αν ισχύει η υπόθεση, δείχνει πως ο Homo heidelbergensis αν όχι σωματικά, πνευματικά ήταν ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος.

Ανάμεσα στα απολιθώματα των σαρκοφάγων βρίσκονται τα λείψανα πάνω από 180 μελών του είδους αρκούδας Ursus deningeri.

Πορταλόν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ανασκαφή επονομαζόμενη ως Πορταλόν στην είσοδο της Κουέβα Μαγιόρ επέτρεψε την εξαγωγή συμπερασμάτων για ένα σημαντικό τμήμα της εποχής του χαλκού (1680 π.Χ. - 890 π.Χ.). Πλέον σημαντικά είναι τα διακοσμημένα κεραμικά σκεύη, με περισσότερα από 400 θέματα εικονογράφησης, διάφορα κοκάλινα και μπρούτζινα εργαλεία, καθώς και κοσμήματα από οστά, κέρατο και ελεφαντοστό. Η ανασκαφή έχει φθάσει μέχρι το ανώτερο πλειστόκαινο αλλά τα ενδιαφέροντα ευρήματα προέρχονται από τη νεολιθική περίοδο και κυρίως την εποχή του χαλκού.

Γκαλερία δε Σίλεξ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Γκαλερία δε Σίλεξ, η οποία ανακαλύφθηκε το 1964 από τον σπηλαιολογικό σύλλογο του Μπούργος Γκρούπο Εσπελεολόχικο, επίσης ήρθαν στην επιφάνεια εντυπωσιακά ευρήματα από την εποχή του χαλκού. Για ένα χρονικό διάστημα μετά την ανακάλυψη της ήταν κλειστή ώστε να γίνει μια πολύ καλή συντήρηση των τοιχογραφιών. Σε έναν από τους θαλάμους βρέθηκαν πολυάριθμα λείψανα ανθρώπων και ζώων, μαζί με λίθινα και κοκάλινα εργαλεία, τα οποία υποδεικνύουν πως ίσως γίνονταν λατρευτικές τελετές. Στους τοίχους υπάρχει μια πληθώρα από ζωγραφιές και χαρακτικά και κάποια από τα σχέδια τους βρίσκονται και σε κεραμικά σκεύη.

Άλλες αρχαιολογικές θέσεις στο σύμπλεγμα της Αταπουέρκα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κουέβα δελ Μιραδόρ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είσοδος της Κουέβα δελ Μιραδόρ

Στη θέση Κουέβα δελ Μιραδόρ, την πλέον απομακρυσμένη στο αρχαιολογικό σύμπλεγμα, βρέθηκαν επίσης λείψανα που ανάγονται στην εποχή του χαλκού. Η εύρεση μέχρι και έξι θαμμένων ατόμων διαφόρων ηλικιών και φύλων, η ηλικία των οποίων υπολογίστηκε στα 3.670 έτη, υποδεικνύει πως πιθανόν να πρόκειται για ταφικό χώρο.

Βάγιε δες λας Ορκίδεας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αρχαιολογική θέση Βάγιε δες λας Ορκίδεας (μετάφραση: κοιλάδα των ορχιδεών) βρίσκεται σε ανοικτό χώρο. Η ηλικία της υπολογίζεται ανάμεσα σε 27,000 και 30,000 έτη, οπότε και ανήκει στην πλειστόκαινο. Κατοικήθηκε διαρκώς στη νεολιθική εποχή, πιθανόν λόγω της αφθονίας εφοδίων στη γύρω περιοχή και της δυνατότητας εποπτείας της ευρύτερης περιοχής που προσφέρει η θέση.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Emiliano Aguirre, Eudald Carbonell, José María Bermúdez de Castro: El Hombre fósil de Ibeas y el Pleistoceno de la Sierra de Atapuerca (I). Συμβούλιο της Καστίκης και Λεόν, Βαγιαδολίδ 1987, ISBN 84-505-7066-2.
  • Eudald Carbonell, S. Giralt, B. Márquez et al.: El conjunto lito-técnico de la Sierra de Atapuerca en el marco del Pleistoceno Medio europeo, Evolución humana en Europa y los yacimientos de la sierra de Atapuerca. Congreso celebrado en Medina del Campo en 1992. Συμβούλιο της Καστίκης και Λεόν, Βσγιαδολίδ 1995, ISBN 84-7846-464-6.
  • Marcos Sáiz, Francisco Javier: La Sierra de Atapuerca y el Valle del Arlanzón: Patrones de Asentamiento prehistóricos. Εκδόσεις Dossoles, Μπούργος 2006, ISBN 84-87528-47-3.
  • Rolf Quam: Yacimientos de la sierra de Atapuerca. Gráficas Navaprin, S.L., Μπούργος 2007. 24-seitige Broschüre, hrsg. vom Tourismusamt der Provinz Burgos (PDF-Datei; 1,6 MB)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. El Periódico de Catalunya, 27. März 2008 (Spanisch)
  2. Jean-Yves Crochet u. a.: Une nouvelle faune de vertébrés continentaux, associée à des artifacts dans le Pléistocène inférieur de l'Hérault (Sud de la France), ver 1,57 Ma. Comptes Rendus Palevol 8, 2009, S. 725-736 doi:10.1016/j.crpv.2009.06.004
  3. Marta Arzarello, Federica Marcolini, Giulio Pavia, Marco Pavia, Carmelo Petronio, Mauro Petrucci, Lorenzo Rook, Raffaele Sardella: Evidence of earliest human occurrence in Europe: the site of Pirro Nord (Southern Italy). Naturwissenschaften 94, 2007, S. 107-112
  4. Eudald Carbonell et al.: The first hominin of Europe. In: Nature, Band 452, 2008, S. 465–469, doi:10.1038/nature06815
  5. James L. Bischoff, Ross W. Williams, Robert J. Rosenbauer, Arantza Aramburu, Juan Luis Arsuaga, Nuria García und Gloria Cuenca-Bescós: High-resolution U-series dates from the Sima de los Huesos hominids yields 600 kyrs: implications for the evolution of the early Neanderthal lineage. In: Journal of Archaeological Science. Band 34, Nr. 5, 2007, S. 763–770, doi:10.1016/j.jas.2006.08.003.
  6. Jean-Jacques Hublin: How to build a Neandertal. In: Science. Band 44, Nr. 6190, 2014, S. 1338–1339, doi:10.1126/science.1255554
  7. J. L. Arsuaga, I. Martínez, A. Gracia, J. M. Carretero, E. Carbonell: Three new human skulls from the Sima de los Huesos Middle Pleistocene site in Sierra de Atapuerca, Spain. In: Nature. Band 362, 1993, S. 534–537, doi:10.1038/362534a0.
  8. Ewen Callaway: Hominin DNA baffles experts. In: Nature. Band 504, 2013, S. 16 f., doi:10.1038/504016a