Ρουσσοπούλι Λήμνου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 39°52′57″N 25°18′41″E / 39.88250°N 25.31139°E / 39.88250; 25.31139

Ρουσσοπούλι Λήμνου
Ρουσσοπούλι is located in Greece
Ρουσσοπούλι
Ρουσσοπούλι
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα[1]
ΠεριφέρειαΒορείου Αιγαίου
ΔήμοςΛήμνου
Γεωγραφία
ΝομόςΛέσβου
Πληθυσμός
Μόνιμος87
Έτος απογραφής2021
Το σχολείο.
Ο ναός του Αγ. Δημητρίου.

Το Ρουσσοπούλι είναι χωριό της Λήμνου. Διοικητικά ανήκει στον Δήμο Λήμνου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου (πρόγραμμα Καλλικράτης).

Από το 1999 έως το 2010 σύμφωνα με την τότε διοικητική διαίρεση της Ελλάδας ήταν έδρα του ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος του Δήμου Μούδρου. Παλαιότερα ανήκε στον νομό Λέσβου.

Το όνομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χωριό οφείλει το όνομά του στο βυζαντινό γαιοκτήμονα Ρωσόπουλο και αναφέρεται σε έγγραφο της μονής Μεγ. Λαύρας από το 1321. Τότε τα καλύβια του Ρωσοπούλου δόθηκαν στο πατριαρχείο κι αποτελούσαν εξαρχία του. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας το όνομα του χωριού αναφέρεται σε διάφορα έγγραφα με τον αναγραμματισμό: Ορσωπούλ’ κι οι κάτοικοι Ορσοπλιανοί. Με το όνομα Ρωσσοπούλιον έγινε κοινότητα το 1918 και το 1940 μετονομάστηκε σε Ρουσσοπούλιον.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το χωριό ήταν αρχικά κτισμένο στα βορειοανατολικά του σημερινού, προς τη Χορταρόλιμνη, κοντά στη θάλασσα, αλλά οι κάτοικοι το εγκατέλειψαν από το φόβο της πειρατείας και το μετέφεραν πίσω από το λόφο Κορακάς. Πράγματι, στους χάρτες τριών περιηγητών σημειώνεται στην ανατολική Λήμνο, βόρεια του ακρωτηρίου Βρόσκοπος, το λιμάνι Port de Mars (1554, ο Γάλλος Thevet) ή Porto Marzo (1680-85, ένας Γερμανός) ή Porto Marze (1688, ο Ολλανδός Όλφερτ Ντάπερ).

Οι μεσαιωνικές λέξεις: mars (γαλ.), marzo (γερμ.) και marze (ολλ.) αντιστοιχούν στις σύγχρονες: marais (γαλ.), marsch (γερμ.) και moeras (ολλ.) που σημαίνουν «βάλτος». Συνεπώς, οι ναυτικοί της εποχής το αποκαλούσαν "Λιμάνι του Βάλτου", επειδή βρισκόταν κοντά στη Χορταρόλιμνη, η οποία συχνά βαλτώνει. Το 1588 σε χάρτη του Belon σημειώνεται: Scala... porto Marzo. Ένας ανώνυμος Γερμανός σημειώνει το Porto Marzo ως μεσόγειο χωριό, κάτι παράδοξο για λιμάνι. Πάντως, το 1739 που ο Pococke αποβιβάστηκε στο Κέρος, δεν υπήρχαν πλέον παράλιοι οικισμοί.

Το Βουνοχώρι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προφανώς, υπήρχε κάποιος μεσόγειος οικισμός εκεί κοντά -του οποίου οι ναυτικοί αγνοούσαν το όνομα- που είχε ως επίνειο το "Λιμάνι του Βάλτου". Αυτός ο μικροσκοπικός οικισμός -οικοχάλασμα σήμερα- ήταν το Βουνοχώρι και αποτελείτο από μερικά καλύβια, όταν πέρασε από εκεί ο Conze το 1858. Την ίδια μορφή είχε ως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια που είχε ακόμα κατοίκους, κυρίως αγγειοπλάστες-κεραμοποιούς.

Σημειώνεται στους χάρτες του De Launay (1898 ως Vouno Khorio) και του Fredrich (1904 ως Wunochori). Το 1903 ο Βέλγος Hauttecoeur αναφέρει ότι το Βουνοχώρι είχε ως σκάλα το λιμάνι Χάρος (Κέρος). Το λιμάνι αυτό είναι η αγκάλη της Αγίας Κυριακής, όπου σήμερα αράζουν ψαρόβαρκες και συνδέεται με το Βουνοχώρι από παλιά. Π.χ. στην πανήγυρη του ναού ο ιερέας περιοδεύει και αγιάζει τις εκεί μάντρες.

Οθωμανική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χαλάσματα παλιών ναών βρίσκονται σε διάφορα σημεία στην αγροτική περιφέρεια του Ρουσσοπουλίου, δείγμα παλαιότερης κατοίκησης. Πιο χαρακτηριστικά είναι τα ερείπια του Αγιοκλάψου (αγίου Κλήμη), όπου υπάρχουν σπαράγματα από μαρμάρινους κίονες.

Στις αρχές του 19ου αιώνα το Ρουσσοπούλι ήταν συγκροτημένο χωριό. Το σημειώνει στο χάρτη του ο Choiseul-Gouffier (1785) χωρίς να το ονομάζει. Το 1840 λειτουργεί σχολείο στο νάρθηκα του ναού, το 1847 χτίζεται διδακτήριο με προσωπική εργασία των κατοίκων και το 1884 εντάσσεται στα κοινοτικά σχολεία του νησιού ως τριτάξιο.

Το 1854 η ετήσια εισφορά του χωριού προς το μητροπολίτη καθορίστηκε σε 720 αβγά, 50 τυριά και 70 λίρες. Το 1856 110 άνδρες 18-60 ετών πλήρωσαν φόρο 8.418 γρόσια για να γλιτώσουν τη στράτευση. Το 1863 στο χωριό ζούσαν 63 οικογένειες, οι οποίες έγιναν 80 το 1874, δείγμα πληθυσμιακής αύξησης. Το ίδιο έτος υπήρχαν 82 σπίτια και 1.843 επιτηδεύματα. Οι Ορσοπλιανοί έστελναν δύο αντιπρόσωπους στην παλλημνιακή επαρχιακή συνέλευση.

Το 1854 το χωριό είχε ιερέα τον Αγοραστό και το 1858, που το επισκέφθηκε ο Conze, όλοι οι κάτοικοι ήταν απασχολημένοι στο χτίσιμο μιας μεγάλης εκκλησίας. Προφανώς πρόκειται για τον κεντρικό ναό του Αγίου Δημητρίου, ο οποίος ξαναχτίστηκε εκ θεμελίων το 1910-12 με έρανο που είχε αρχίσει από το 1904. Το λιθόγλυπτα μοτίβα έφτιαξε ο Κωνσταντής Αταλιώτης. Στον παλιό ναό υπήρχαν τρία Μηναία εκδόσεων: 1732, 1748 και 1749, τα οποία σήμερα φυλάσσονται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο στη Μύρινα.

Νεότερα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως τα χρόνια του μεσοπολέμου το Ρουσσοπούλι γνωρίζει ραγδαία εξέλιξη. Το 1928 είχε 618 κατοίκους και 191 σπίτια. Εκτός από την αγροτική παραγωγή, υπήρχε μια βιοτεχνία κεραμιδιών με ετήσια παραγωγή 100 χιλιάδων τεμαχίων και αναδείχθηκαν πετράδες, όπως ο παπά-Ηλίας Τσαντίλας (1902-93) και ο γιος του Ευστράτιος.

Το 1925, με δαπάνη των αδερφών Αντώνιου και Γεώργιου Διαμανταρίδη, κτίστηκε το σχολικό κτίριο με εντυπωσιακή λιθόγλυπτη διακόσμηση, έργο του Γιάννη Φωτιάδη. Επί πολλά έτη δίδαξαν στο χωριό ο Γεώργιος Βαλσαμίδης (1934-51) και η Αναστασία Σούτη (1934-52). Το 1928 ο Γεώργιος Διαμανταρίδης χρηματοδότησε την κατασκευή της βρύσης.

Επίσης, έγινε απόπειρα να μεταφερθεί το νερό των Χλιων Νερών στο χωριό με πήλινες σωληνώσεις συνολικού μήκους άνω των χιλίων μέτρων, η οποία δεν ολοκληρώθηκε. Ακόμα και ποδοσφαιρικό σωματείο αναφέρεται το 1930, ο Ηρακλής.

Μεταπολεμικά, ακολουθεί την τύχη των περισσότερων χωριών: μετανάστευση, γήρανση του πληθυσμού και κλείσιμο του δημοτικού σχολείου στα τέλη της δεκαετίας 1980-90. Κάτοικοι: 284 το 1971 και μόλις 163 το 2001.

Από χρόνια έχει ιδρυθεί Σύλλογος Ρουσσοπουλιανών στην Αθήνα, που ενισχύει την τέλεση κοινωφελών έργων στο χωριό, με δραστήρια μέλη το δάσκαλο και λογοτέχνη Αλέξανδρο Βενετόπουλο και το Βασίλειο Γαμβρούδη, διευθυντή του Υπ. Εργασίας και συγγραφέα του ογκώδους τόμου «Το δίκαιο στις εργασιακές σχέσεις». Επίσης, υπάρχει το κληροδότημα Κώστα Σιδέρη που προικοδοτεί άπορα κορίτσια.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τουρπτσόγλου-Στεφανίδου Βασιλική, «Ταξιδιωτικά και γεωγραφικά κείμενα για τη νήσο Λήμνο (15ος-20ος αιώνας)», Θεσσαλονίκη 1986.
  • Cdrom Επαρχείου Λήμνου: "Λήμνος αγαπημένη".
  • Θ. Μπελίτσου, Η Λήμνος και τα χωριά της, 1994.
  • Θ. Μπελίτσου, "Ιστορικό οδοιπορικό στη Λήμνο: Ρουσσοπούλι", εφ. "Λήμνος", φ. 521 (31/3/2008).
  • "ΛΗΜΝΟΣ: Ιστορική & Πολιτιστική Κληρονομιά", εκδ. Γ. Κωνσταντέλλης, 2010.