Προσωκρατικοί φιλόσοφοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ως προσωκρατικοί φιλόσοφοι εννοούνται φιλόσοφοι που έζησαν από τον 7ο αιώνα π.Χ. μέχρι και κατά την εποχή του Σωκράτη, αφού ορισμένοι υπήρξαν σύγχρονοί του. Ο στοχασμός τους είναι προδρομικός της σωκρατικής σκέψης και της ελληνικής φιλοσοφίας γενικότερα. Θεωρούνται οι πρώτοι που διατύπωσαν συγκεκριμένες φιλοσοφικές θεωρίες, εγκαταλείποντας την αυθεντία της παράδοσης. Τα ερωτήματα που θέτουν αφορούν κυρίως στην Κοσμογονία, ως απάντηση στο ερώτημα για τη γένεση του κόσμου, την Κοσμολογία, ως απάντηση στο ερώτημα για την υφή και τη λειτουργία του κόσμου και την Γνωσιολογία, ως απάντηση στο ερώτημα ποιες είναι οι δυνατότητες και τα όρια της ανθρώπινης σκέψης.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι έγραψαν σε ποιητικό λόγο, αλλά και σε πεζό. Θεωρείται ότι ήταν εκείνοι που διαμόρφωσαν το γνωσιοθεωρητικό υπόβαθρο για το πέρασμα από τον μύθο στον λόγο. Στη θέση των μύθων που εξηγούν δημιουργία του κόσμου ή φυσικά φαινόμενα, εμφανίζονται θεωρίες διατυπωμένες από στοχαστές[1]. Τα έργα τους, που τα περισσότερα τιτλοφορούνται Περί Φύσεως, έχουν διασωθεί μόνο σε αποσπάσματα, με διάφορους τρόπους, διαμέσου των αιώνων. Οι κυριότερες πηγές μας γι' αυτούς και τα έργα τους είναι μεταγενέστεροι φιλόσοφοι, όπως ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος, ο Σέξτος ο Εμπειρικός κ.ά., δοξογράφοι, όπως λ.χ. ο Θεόφραστος ο Εφέσιος και ο Aέτιος, οι οποίοι έχουν επίσης προβεί σε συλλογές φιλοσοφικών δοξασιών των Προσωκρατικών γύρω από διάφορα ζητήματα και βιογράφοι, όπως λ.χ. ο Διογένης ο Λαέρτιος. Ο Ιωάννης Στοβαίος συγκέντρωσε επίσης προσωκρατικά αποσπάσματα, ιδιαίτερα από τον Δημόκριτο, στο Ανθολόγιό του (5ος αι. μ.X.).

Ονομασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον καθηγητή φιλοσοφίας Peter Osborne ονομάζονται προσωκρατικοί, όχι τόσο γιατί έζησαν πριν τον Σωκράτη, αλλά κυρίως γιατί ο Σωκράτης αποτελούσε μια απάντηση σε αυτούς.[2] Ο καθηγήτής φιλοσοφίας A.G. Grayling αναφέρει πως η κοινή τους ονομασία δώθηκε επειδή είχαν διαφορετικό άξονα ενδιαφέροντος από τον Σωκράτη. Ο Σωκράτης ενδιαφερόταν κυρίως για την ηθική ενώ οι προσωκρατικοί ήταν απασχολημένοι με τον τρόπο κατασκευής του κόσμου, για αυτό ορισμένοι τους αποκαλούσαν και φυσικούς. [3] Το μόνο κοινό χαρακτηριστικό που είχαν οι προσωκρατικοί ήταν η χρήση της λογικής.[4]

Αρχικά η φιλοσοφία στην Αρχαία Ελλάδα εμφανίστηκε στην Ιωνία. Σύντομα σημαντικό ρόλο απέκτησε και η Μεγάλη Ελλάδα κυρίως στον Κρότωνα. Λίγα χρόνια αργότερα, άνθισαν αρκετές φιλοσοφικές σχολές στην Αθήνα, οι οποίες μετά απο αιώνες βρήκαν χώρο στην Αλεξάνδρια και την Ρώμη. [5]

Κυριότεροι εκπρόσωποι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γράφημα με αναπαράσταση των επιρροών ανάμεσα στους διάφορους προσωκρατικούς φιλοσόφους μαζί με ένδειξη σχολής και χρονικής περιόδου. Οι κόκκινες γραμμές αναπαριστούν αντίθεση.

Ως κυριότεροι εκπρόσωποι της προσωκρατικής φιλοσοφίας καταχωρούνται συνήθως και βάσει των μαρτυριών οι παρακάτω:

Σχολή της Μιλήτου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό το μικρό κομμάτι γής έβραζε από φιλοσοφικό δαιμόνιο. Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης, Ηράκλειτος και Ξενοφάνης κατάγονταν από την αρχαία Ιωνία

Η σχολή της Μίλητου, μιας πόλης της Ιωνίας, ξεκινά με τον Θαλή, ενώ οι άλλοι γνωστοί φιλόσοφοι από την Μίλητο ήταν οι Αναξίμανδρος και Αναξιμένης. Ο Θαλής ο οποίος πρέπει να έζησε στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., είχε την πρωτοπόρα ιδέα ότι ο κόσμος αποτελείται από ένα πρωταρχικό υλικό, το οποίο ήταν το νερό. Σε αυτή την σκέψη οδηγήθηκε παρατηρώντας ότι νερό βρισκόταν στην θάλασσα, στα φρούτα, τα δέντρα, την ατμόσφαιρα. Αυτό που είναι σημαντικό πάντως και άνοιξε τον δρόμο προς τη φιλοσοφία, είναι πως η άποψη του βασίστηκε στην παρατήρηση και την λογική[5]. Μετά τον Θαλή, υπήρξε πληθώρα ανταπαντήσεων από άλλους φιλόσοφους που εισηγήθηκαν άλλες εκδοχές, όπως τη φωτιά, τον αέρα, τη γη και η αναζήτηση κατέληξε στον Δημόκριτο ο οποίος εισηγήθηκε το άτομο ως πρωταρχική ουσία των πάντων. [6] Μια ριζοσπαστική συνέπεια αυτής της σκέψης του Θαλή, είναι ότι δεν αφήνεται χώρος στον Θεό, αφού ο κόσμος αυτο-ρυθμίζει την λειτουργία του- παρόλο που ο Θαλής πρέπει να ήταν κάποιου είδους πανθεϊστής. Ο Αναξίμανδρος υποστήριζε πως η πρώτη ύλη του κόσμου ήταν το 'άπειρον το οποίο γεννούσε την ζέστη και το κρύο τα οποία δημιουργούσαν την υπόλοιπη φύση στην οποία κυριαρχούσε η περιοδική αρμονία (χειμώνας -καλοκαίρι)- κάτι το οποίο πάλι άφηνε τους θεούς έξω από τις υποθέσεις των ανθρώπων. Ο Αναξιμένης στην συνέχεια αντικατέστησε το άπειρο του Αναξίμανδρου, με τον αέρα, του οποίου έδωσε ιδιότητες ώστε να διαμορφώνει τα πράγματα. Το κατά πόσο ανήκαν οι Μιλήσιοι φιλόσοφοι στο ρεύμα του υλιστικού μονισμού είναι ακόμη θέμα συζήτησης.[7]

Ξενοφάνης και Ηράκλειτος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ξενοφάνης και ο Ηράκλειτος ήταν συνεχιστές της παράδοσης της σχολής της Μίλητου, δηλαδή να αναζητούν την πραγματική φύση του κόσμου, ωστόσο διεύρυναν το πεδίο έρευνας τους.

Ο Ξενοφάνης γεννήθηκε στον Κολοφώνα, μια πόλη της Ιωνίας βόρεια της Μίλητου. Τα έργα του ήταν ποιήτική μορφή και τα απάγγειλε στις πόλεις όπου επισκεπτόταν κατά τα ταξίδια του. Τρεία είναι τα σημαντικά σημεία για τα οποία ξεχωρίζει η φιλοσοφία του: α) η εισαγωγή του σχετικισμού ότι δηλαδή η άποψη μας περί αλήθειας εξαρτάται απο τις υποκειμενικές μας γνώσεις , β)η απόρριψη του ανθρωπομορφισμού των θεών (είναι γνωστό το παράδειγμα του πως αν τα βόδια και τα άλογα είχαν χέρια, θα ζωγράφιζαν τους θεούς ως βόδια και άλογα)- κάτι το οποίο δεν περιορίζεται στα φυσικά χαρακτηριστικά αλλά αφορα και αισθήματα ή σκέψεις, και γ) πανθεϊσμός του, πίστευε δηλαδή πως το σύνολο της φύσης είναι θεός. Ωστόσο κρατάει "και μια πισινή" καθώς ως εισηγητής του σχετικισμού, γνωρίζει πως οι γνώσεις μας και οι απόψεις μας για τους θεους ειναι περιορισμένες και σχετικές.[8]

Ο Ηράκλειτος, ο οποίος γεννήθηκε και αυτός στην Ιωνία, στην Έφεσσο, και ήταν αυτοδίδακτος και αρκετά μυστηριώδης ως φιλόσοφος. Είναι ιδιαίτερα γνωστός για την διδασκαλία του γύρω από τον Λόγο, ο οποίος πίστευε οτι κυβερνά τον κόσμο. Με τον λόγο, μάλλον εννοούσε μια φυσική αρχή η οποία ενοποιεί τον κόσμο. Το τι εννοούσε ακριβώς, ακόμη αναζητείται από σημερινούς φιλόσοφους που ερευνούν την μεταφυσική του Ηράκλειτου. Η φωτιά έπαιζε σημαντικό ρόλο στην φιλοσοφία του Ηράκλειτου, η οποία έμοιαζε με τον λόγο- και οι δυο αλλάζανε συνεχώς αλλά μένανε ίδιοι. [8]

Παρμενίδης και Ελεατική σχολή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προσωκρατικοί φιλόσοφοι και η εξήγηση τους για το αρχικό

δομικό στοιχείο του κόσμου[9]

Θάλης Νερό
Αναξίμανδρος Άπειρον
Αναξιμένης Αέρας
Ηράκλειτος Φωτιά
Παρμενίδης Το Ον
Εμπεδοκλής Γη, Aέρας, Φωτιά και Νερό
Αναξαγόρας Άπειρον
Δημόκριτος Ατομική θεωρία

Ο Παρμενίδης, ο Ζήνων ο Ελεάτης και ο Μέλισσος ο Σάμιος συνιστούν την ελεατική σχολή, η οποία χαρακτηρίζεται για τον μονισμό της.

Ο Παρμενίδης ήταν ο ιδρυτής της ελεατικής σχολής. Είναι γνωστό ένα ποίημά του. Όπως και προηγούμενοι φιλόσοφοι, αποτύπωσε την σκέψη του σε ποιητικό λόγο, μέσα από τον οποίο αποκαλύπτεται η φιλοσοφία του. Ο Παρμενίδης εκτιμούσε πως τίποτα δεν αλλάζει στον κόσμο και ότι η φύση όλων των πραγμάτων παραμένει η ίδια. Επίσης πίστευε στην δύναμη της λογικής καθώς οι αισθήσεις μπορούν να εξαπατήσουν τον άνθρωπο. Με την δύναμη της λογικής του, κατέληξε πως το μόνο πράγμα που υπάρχει είναι το «Ον», μια σφαιρική οντότητα η οποία πάντα προϋπήρχε και συνεχίζει να υπάρχει άφθαρτη. Η θέση του Παρμενίδη ακουγόταν εξαιρετικά παράξενη στον αρχαίο κόσμο, και ορισμένοι προσπάθησαν να την κοροϊδέψουν. Για να προστατέψει τον δάσκαλο του, ο Ζήνων ο Ελεάτης έγραψε ένα βιβλίο, στο οποίο παρουσίαζε μια σειρά από παράδοξα, με τελικό σκοπό να υπερασπιστεί τον Παρμενίδη. [8]

Οι Πυθαγόρειοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιδρυτής της σχολής των πυθαγόρειων, ήταν ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, ένας κοσμογυρισμένος άνθρωπος ο οποίος κατέληξε στον Κρότωνα, όπου δημιούργησε την σχολή του. Οι Πυθαγόρειοι εντρύφησαν στα μαθηματικά, μάλιστα πιστεύανε πως ο κόσμος ερμηνεύεται με τα μαθηματικά και τους αριθμούς. Μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα, οι συνεχιστές του χωρίστηκαν στους ακουσματικούς και στους μαθηματικούς (Φιλόλαος, Αρχυτάς).[10]

Πλουραλιστές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Πλουραλισμός

Οι Πλουραλιστές, κυρίως οι Εμπεδοκλής και Αναξαγόρας σε αντίθεση με τους προηγούμενους φιλόσοφους που αναζητούσαν το αρχικό αίτιο του κόσμου (νερό, αέρας, φωτιά), υποστήριζαν πως ο κόσμος αποτελείται από διαφορετικής φύσης υλικά που δεν μπορούν να αναχθούν σε μια ουσία. Ο Εμπεδοκλής υποστήριζε πως υπήρχαν 4 ρίζες ή υλικά από τα οποία ήταν κατασκευασμένος ο κόσμος η φωτιά, η γη, ο αέρας και το νερό. Οι δυνάμεις που διαμόρφωναν τον κόσμο επιδρώντας σε αυτά τα 4 υλικά ήταν ήταν η φιλότης και το νείκος (έλξη και απώθηση αντίστοιχα).[10]

Ατομιστές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από όλες τις θεωρίες για την φύση του κόσμου, η Ατομική θεωρία όπως αναπτύχθηκε απο τους Λεύκιππο και Δημόκριτο, ακόμη αντέχει μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με αυτή, το δομικό υλικό της φύσης (ενόργανη και ανόργανη ύλη) είναι τό άτομο, το οποίο υπάρχει εντός του κενού.[8] Ο Δημόκριτος γεννήθηκε στα Άβδηρα της Θράκης και λογω του εύθυμου του χαρακτήρα έγινε γνωστός ως ο «γελαστός φιλόσοφος». Η ατομική του θεωρία έχει ομοιότητες με την ατομική θεωρία του 21ου αιώνα- αλλά αντιμετωπίζουν και παρόμοιες ερωτήσεις! Τι είναι αυτό που δίνει στα ατομικά σωματίδια τις ιδιότητες τους;[11]

Σοφιστές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σοφιστές ήταν φιλόσοφοι οι οποίοι δίδασκαν επί πληρωμή τους εύπορους νεαρούς. Η διδασκαλία της περιλάμβανε την φυσιοκρατία, κάτι που υπονόμευε την θρησκευτική πίστη, ενώ ζητούσαν από τους μαθητές τους να ερευνούν κάθε θέμα σφαιρικά. Η επίδραση τους επι της νεολαίας προκαλούσε συχνά την δυσφορία την πολιτείας Ενα άλλο χαρακτηριστικό ήταν η τάση τους να εξετάζουν κατά πόσο αυτό που θεωρούμε γνώση, τελικά αποτελεί μια μορφή γνώμης.[8] Σε αντίθεση με τους προηγούμενους προσωκρατικούς που ερευνούσαν την φύση του κόσμου, οι σοφιστές ενδιαφέρονταν περισσότερο για την πολιτική και την ηθική. [10] Γνωστοί σοφιστές ήταν ο Γοργίας, ο Πρωταγόρας, ο Αντίφων, ο Ιππίας και ο Πρόδικος ο Κείος.[12]

Ο Πρωταγόρας είναι γνωστός για τον σχετικισμό του, κάτι που τον οδήγησε στον αγνωστικισμό. Σε ένα από τα λίγα αποσπάσματα των λόγων του που έχουν διατηρηθεί, «Περὶ μὲν θεῶν οὐκ ἔχω εἰδέναι, οὔθ' ὡς εἰσὶν οὔθ' ὡς οὐκ εἰσὶν οὔθ' ὁποῖοί τινες ἰδέαν· πολλὰ γὰρ τὰ κωλύοντα εἰδέναι, ἥ τ' ἀδηλότης καὶ βραχὺς ὤν ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου».[Για τους θεούς, δεν μπορώ να ξέρω ούτε αν υπάρχουν ούτε αν δεν υπάρχουν ούτε ποια είναι η μορφή τους. Γιατί πολλά πράγματα εμποδίζουν τη γνώση: το γεγονός ότι πολλά πράγματα είναι άδηλα και δεν φαίνονται και η συντομία της ανθρώπινης ζωής].» (Περί Θεών)[13]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Osborne 2004, σελ. 16.
  2. Osborne 2004, Εισαγωγή, σελ. 16-17.
  3. Grayling 2019, σελ. 20.
  4. Barnes 1982, σελ. 2.
  5. 5,0 5,1 Grayling 2019, σελίδες 20-21.
  6. Osborne 2004, σελ. 29 & 34.
  7. Curd 2016, 2. The Milesians.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Fieser 2017.
  9. Osborne 2004, σελ. 35.
  10. 10,0 10,1 10,2 Curd 2016.
  11. Osborne 2004, σελ. 76-77.
  12. Barnes 1982, σελ. 353.
  13. Graham 2018, Πρωταγόρας.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]