Προαίσθηση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Προαίσθηση είναι η αντιληπτική ικανότητα μελλοντικών γεγονότων που εκτείνεται πέραν των δυνατοτήτων εκτίμησης μέσω της επεξεργασίας των ερεθισμάτων που προέρχονται από τις βασικές αισθήσεις. Τα μελλοντικά αυτά γεγονότα αυτά θεωρείται αδύνατο να συνάγονται από τις βασικές αισθήσεις, σύμφωνα με τους γνωστούς νόμους της φύσης ή/και της Φυσικής.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λέξη συντίθεται από το «προ-» (πριν) και το «αίσθηση».

Καθημερινότητα του φαινομένου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συχνά οι άνθρωποι επικαλούνται την προαίσθηση για κάτι που αναμένουν χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν πώς και γιατί, το οποίο είναι είτε σαφές είτε ακαθόριστο και τους κάνει επιφυλακτικούς, αισιόδοξους κλπ. Το να απαντήσει κάποιος το τηλεφώνημα εκείνου τον οποίο σκεφτόταν λίγο πιο πριν, με τον οποίο είχε να μιλήσει καιρό, ή να μειώσει την ταχύτητα του αυτοκινήτου που οδηγεί, με παραπάνω επιφύλαξη από ότι συνήθως, πλησιάζοντας μια διασταύρωση, και εκείνη τη στιγμή να διέρχεται κάθετα με μεγάλη ταχύτητα ένα φορτηγό, γλυτώνοντας ενδεχόμενη σύγκρουση, είναι πράγματα που μας κάνουν να μιλούμε για την προαίσθηση. Φαίνεται όμως αδύνατη η αξιολόγηση δεδομένων τέτοιων μεμονωμένων ισχυρισμών από την επιστήμη και για το λόγο αυτό η προαίσθηση δεν γίνεται γενικά δεκτή από αυτήν. Σε αυτό κυρίως συμβάλλει η επιστημονική αρχή πως ένα φαινόμενο δεν είναι δυνατό να συμβαίνει πριν από το αίτιο που το προκαλεί.

Πειραματική αξιολόγηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην προσπάθεια να διερευνήσουν την προαίσθηση για το μέλλον, δύο ερευνητές έχουν διεξάγει χωριστές μελέτες με σειρές πειραμάτων των οποίων αξιολογούν στατιστικά τα δεδομένα και παρουσιάζουν αποτελέσματα που φαίνεται να υποστηρίζουν την άποψη πως είναι δυνατό να εμφανίζεται προαίσθηση σε περιπτώσεις που εμπλέκεται το συναίσθημα.[1][2] Και στις δύο περιπτώσεις υπήρξαν έντονες κριτικές που στόχευαν σε πιθανές ατέλειες των πειραματικών διατάξεων που εισήγαγαν συστηματικά σφάλματα, σε παραποίηση ή επιλογή δεδομένων κλπ. Και οι δύο περιπτώσεις παρουσιάστηκαν σε επίσημη τηλεοπτική σειρά. Στη μία περίπτωση, που επίσημο περιοδικό δημοσίευσε τα αποτελέσματα της έρευνας, το ίδιο το περιοδικό έγινε στόχος έντονης κριτικής.[3][4]

Εικόνες με έντονα συναισθηματικό περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ντιν Ράντιν εξέτασε τι συμβαίνει όταν παρουσιάζεται σε κάποιον για τρία δευτερόλεπτα μια εικόνα με έντονο ή όχι συναισθηματικό περιεχόμενο. Η συναισθηματική αντίδραση του εξεταζόμενου μετράται από αισθητήρες που ανιχνεύουν την εφίδρωση των δαχτύλων του χεριού του. Αν η εικόνα έχει έντονα συναισθηματικό περιεχόμενο, προκαλεί συνήθως[σ 1] εφίδρωση την ώρα που την βλέπει ο εξεταζόμενος. Στο πείραμα ο εξεταζόμενος αναμένει 5 δευτερόλεπτα από τη στιγμή που θα ζητήσει την εικόνα, ώσπου να του την δείξει ο υπολογιστής. Παρατηρείται πως στο στάδιο της αναμονής, αν πρόκειται να φανεί εικόνα με έντονα συναισθηματικό περιεχόμενο, η εφίδρωση έχει ήδη ξεκινήσει.[σ 2][1]

Εικόνες με ερωτικό περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ντάρυλ Μπεμ διεξήγαγε σειρές πειραμάτων που οι εξεταζόμενοι έπρεπε να μαντέψουν πίσω από ποιο μέρος της οθόνης ενός υπολογιστή, το δεξί η το αριστερό, τα οποία καλύπτονται το καθένα από μία «ηλεκτρονική κουρτίνα», κρύβεται μια εικόνα. Με επιλογή μέσω πλήκτρων απομακρύνεται η δεξιά ή η αριστερή κουρτίνα και μετρώνται οι επιτυχίες και οι αποτυχίες στην εκτίμηση. Όταν οι εικόνες έχουν θέμα γενικού ενδιαφέροντος με σχετικά ουδέτερο συναισθηματικό περιεχόμενο, η επιτυχία του να βρίσκει κάποιος πίσω από ποια κουρτίνα κρύβεται η εικόνα είναι σχεδόν 50%. Όταν οι εικόνες κρύβουν έντονα ερωτικό περιεχόμενο, η επιτυχία εύρεσης των εικόνων αυτών είναι 53%.[2]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Δεν αποκρίνονται αποτελεσματικά όσοι κάνουν διαλογισμό και οι ψυχοθεραπευτές.
  2. Τα πειράματα έχουν γίνει με κατά καιρούς διαφορετικούς υπολογιστές, διαφορετικό λογισμικό, κατά τη διάρκεια τουλάχιστο μιας δεκαετίας και αναπαράγονται με το ίδιο αποτέλεσμα και από τρίτους.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Dean I. Radin (2004). «Electrodermal Presentiments of Future Emotions». Journal of Scientific Exploration 18 (2): 253–273. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-01-25. https://web.archive.org/web/20120125174700/http://www.scientificexploration.org/journal/jse_18_2_radin.pdf. Ανακτήθηκε στις 2011-12-30. 
  2. 2,0 2,1 Daryl J. Bem (2011). «Feeling the Future: Experimental Evidence for Anomalous Retroactive Influences on Cognition and Affect». Journal of Personality and Social Psychology 100 (3): 407-425. doi:10.1037/a0021524. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-01-03. https://web.archive.org/web/20120103233037/http://dbem.ws/FeelingFuture.pdf. Ανακτήθηκε στις 2011-12-30. 
  3. James Alcock, Back from the Future: Parapsychology and the Bem Affair Αρχειοθετήθηκε 2011-12-31 στο Wayback Machine., March/April 2011 Skeptical Inquirer, January 6, 2011.
  4. «Room for Debate: When Peer Review Falters». The New York Times. January 7, 2011. http://www.nytimes.com/roomfordebate/2011/01/06/the-esp-study-when-science-goes-psychic/when-peer-review-falters.