Παναγιώτης Σοφιανόπουλος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για τον ποδοσφαιριστή (γεν. 1968), δείτε Παναγιώτης Σοφιανόπουλος (ποδοσφαιριστής)
Παναγιώτης Σοφιανόπουλος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Παναγιώτης Σοφιανόπουλος (Ελληνικά)
Γέννηση1786[1][2]
Αροανία Αχαΐας
Θάνατος1856[1][2]
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Οθωμανική Αυτοκρατορία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδημοσιογράφος
πολιτικός
ιατρός
Επηρεάστηκε απόΑνρί ντε Σαιν-Σιμόν
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Βουλής των Ελλήνων (εκλογική περιφέρεια Καλαβρύτων)

Ο Παναγιώτης Σοφιανόπουλος (1786, Σοπωτό Καλαβρύτων - 1856, Σύρος) ήταν Έλληνας ιατρός, Φιλικός, αγωνιστής του 1821, εκδότης, πολιτικός και υποστηρικτής προοδευτικών για την εποχή του ιδεών. Για τη δραστηριότητά του και τις ιδέες του αφορίστηκε από την εκκλησία και φυλακίστηκε.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προεπαναστατική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σοφιανόπουλος γεννήθηκε στο Σοπωτό Καλαβρύτων το 1786 και καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη[3]. Σπούδασε ιατρική αρχικά στην Ιταλία και έπειτα στο Παρίσι, ενώ το 1813 επέστρεψε στην Πελοπόννησο όπου εργάστηκε ως γιατρός στην Πάτρα και τα Λαγκάδια[4] αποκτώντας σημαντική φήμη. Το 1819 μυήθηκε από τον Αριστείδη Παπά στην Φιλική Εταιρεία[4], στα πλαίσια της οποίας δραστηριοποιήθηκε με το βαθμό του απόστολου[5].

Στην επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης υπηρέτησε ως γιατρός στα επαναστατικά στρατεύματα. Κατά την πρώτη περίοδο της επανάστασης ακολούθησε τον Δημήτριο Υψηλάντη, ενώ αργότερα διετέλεσε γραμματικός του Γιάννη Γκούρα και σύμβουλος του Ι. Κωλέττη. Στον Εμφύλιο τάχθηκε με το μέρος των κυβερνητικών δυνάμεων, συνοδεύοντας μάλιστα τα ρουμελιώτικα στρατεύματα στην εκστρατεία τους εναντίον της Πελοποννήσου κατά τα τέλη του 1824. Για τη δράση του κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, ο Σοφιανόπουλος έχει δεχτεί αρκετές κατηγορίες στις οποίες περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι βασανισμοί του προκρίτου της Κορινθίας Σωτήρη Νοταρά (ο οποίος επιπλέον αναγκάστηκε να τον ορίσει κληρονόμο της κτηματικής του περιουσίας[6]), του ιερωμένου Ιωακείμ κατά την επιδρομή στη Γαστούνη (έδρα του Γεωργίου Σισίνη)[4] και του Παλαιών Πατρών Γερμανού[5].

Στα πλαίσια του ελληνικού κράτους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 1826 ως το 1832 έζησε στη Γαλλία[7] όπου επηρεάστηκε από τις προοδευτικές ιδέες των Σαιν-Σιμόν και Φουριέ[3][4]. Επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1834 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, ενώ το ίδιο έτος διορίστηκε γιατρός στην Λοκρίδα και τη Φωκίδα[8]. Τα επόμενα χρόνια εξέδωσε το περιοδικό Πρόοδος (εβδομαδιαίο ή δεκαπενθήμερο, κυκλοφόρησε από τον Ιούλιο του 1836 ως το 1854) και τις εφημερίδες Σωκράτης (1838-1848) και Νέος Κόσμος (1849-1854). Το 1842 ανατύπωσε τις μεταφράσεις του Κοραή στο έργο του Τσέζαρε Μπεκαρία Περί αδικημάτων και ποινών και τα άπαντα του Ισοκράτη.

Οι νεωτεριστικές ιδέες του Σοφιανόπουλου προκάλεσαν την αντίδραση της κοινωνικής ελίτ αλλά και της Εκκλησίας. Λόγω του γεγονότος πως δημοσίευε άρθρα που παραβίαζαν τον νόμο περί Τύπου, ενεπλάκη σε αρκετές δικαστικές διαμάχες. Μάλιστα το 1838, εξαιτίας ενός άρθρου του στο τεύχος 25 της Προόδου το οποίο θεωρήθηκε ότι στρεφόταν κατά του βασιλιά Όθωνα και της κυβέρνησης καταδικάστηκε σε επτάμηνη φυλάκιση και πρόστιμο 500 δραχμών. Μετά την απόρριψη της ανακοπής που κατέθεσε εξέτισε την ποινή του στις φυλακές της Αθήνας και του Ναυπλίου[9][10]. Αργότερα, τον Μάιο του 1844 η Ιερά Σύνοδος αφόρισε το βιβλίο του Ο Ευαγγελισμός της προόδου[4] με το σκεπτικό πως αυτό περιλάμβανε εκφράσεις προσβλητικές προς το δόγμα της ορθοδοξίας, το Άγιο Πνεύμα και την Παναγία[11].

Ο Σοφιανόπουλος ασχολήθηκε και με την πολιτική, καθώς το καλοκαίρι του 1845 ήταν υποψήφιος με τη παράταξη Κωλέττη στις επαναληπτικές εκλογές της περιφέρειας Καλαβρύτων όπου αν και κατάφερε να εκλεγεί δεν άσκησε ποτέ τα καθήκοντα του καθώς τον Οκτώβριο του ίδιου έτους οι εκλογές ακυρώθηκαν[12]. Πέθανε στη Σύρο το 1856 αμέσως μετά την αποφυλάκιση του από τις αγγλογαλλικές δυνάμεις κατοχής. Αδελφός του ήταν ο Νικολέτος, αγωνιστής του 1821 και απόγονος του ο πολιτικός Ιωάννης Σοφιανόπουλος.

Απόψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα άρθρα του ο Σοφιανόπουλος στρεφόταν κατά των ισχυρών της γης κατηγορώντας τους ότι ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για τον λαό. Για την κοινωνία υποστήριζε πως αυτή έπρεπε να διαμορφωθεί ως μια συντροφική κοινωνία, σκοπός της οποίας θα ήταν η μετατροπή της πολιτείας σε μια συντροφική συνταγματική οργάνωση που θα ικανοποιεί τις ανάγκες των ανθρώπων, θα τους λύσει τις βιοτικές και μορφωτικές ανάγκες και θα τους καταστήσει ευτυχισμένους καθώς η Εκτελεστική εξουσία του κυριάρχου λαού θα έχη εργοστάσια, καταστήματα και σχολεία γεωργίας, τσοχών...και εν γένει βιομηχανικά εργοστάσια όλων εκείνων των χειροτεχνημάτων όσα εφευρέθησαν και ευρίσκονται προς πολλαπλασίασιν, τελειοποίησιν και αύξησιν των φυσικών και των λογικών του ανθρώπου δυνάμεων[13].

Ο Σοφιανόπουλος, που θεωρείται ο πρώτος Έλληνας φεμινιστής[4], υποστήριζε πως πρέπει να λείψουν αι μεταξύ γυναικός και ανδρός διαφοραί και τα οποία επύκνωσεν η δεισιδαιμονία και η υποκρισία...Αι γυναίκες είναι ανάγκη να κυβερνούν τας ανθρωπίνους κοινωνίας μαζί με τους άνδρας[14].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Catalogue of the National Library of Greece. 45554.
  2. 2,0 2,1 2,2 (νέα ελληνική γλώσσα) Catalogue of the Academy of Athens Library. 105779.
  3. 3,0 3,1 Γιάνη Κορδάτου, Προοδευτικές μορφές στην Ελλάδα, έκδοση Ιστορικού Φιλολογικού Ινστιτούτου Γ. Κορδάτος, Αθήνα 1966, σ. 4.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Κωστή Παπαγιώργη, Κανέλλος Δεληγιάννης, εκδόσεις Καστανιώτη, πέμπτη έκδοση, Αθήνα 2001, σελ. 65.
  5. 5,0 5,1 Φωτίου Χρυσανθοπούλου ή Φωτάκου, Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των εξώθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της επαναστάσεως, εκ του τυπογραφείου Π. Δ. Σακελλαρίου, Εν Αθήναις 1888, σελ. 28.
  6. Κωστή Παπαγιώργη, Κανέλλος Δεληγιάννης, 2001, σελ. 255.
  7. Κώστας Λάππας, Η «Πρόοδος» του Σοφιανόπουλου, περιοδικό Ερανιστής, τόμος 16, έτος ΙΗ', Αθήνα 1980, σελ. 215.
  8. Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, αριθμός 16, Εν Ναυπλίω, 5 Μαΐου 1834, σελ. 130.
  9. Γιάνη Κορδάτου, 1966, σ. 9-11.
  10. Κώστας Λάππας, 1980, σελ. 203-206.
  11. Κώστας Λάππας, 1980, σελ. 220.
  12. Κώστας Λάππας, 1980, σελ. 221.
  13. Γιάνη Κορδάτου, 1966, σ. 6-7.
  14. Γιάνη Κορδάτου, 1966, σ. 8.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]