Οπιούχα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι οπιούχες ουσίες περιλαμβάνουν το όπιο (ρητίνη που λαμβάνεται από το περικάρπιο της παπαρούνας), τη μορφίνη, την ηρωίνη και την κωδεΐνη. Παράγονται όλα από το ακατέργαστο όπιο μέσω μιας αρκετά απλής χημικής επεξεργασίας. Τα συνθετικά αναλγητικά παρασκευάζονται υπό μορφήν σκόνης, ταμπλετών ή υγρού. Περιλαμβάνουν το σιρόπι μεθαδόνης, το physeptone, ήτοι ταμπλέτα μεθαδόνης, την πεθυδίνη, το diconal και το palfium.

Φαρμακολογικά αποτελέσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η χρήση οπιούχων έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση ευφορίας. Τα τυχόν υπάρχοντα δυσάρεστα συναισθήματα εξαφανίζονται και δημιουργείται μια κατάσταση εφησυχασμού, συναισθηματικής αδιαφορίας, χωρίς παρορμήσεις. Το άτομο αισθάνεται ότι «όλα είναι ωραία» και «όπως ακριβώς έπρεπε να είναι». Ταυτόχρονα υπάρχει ισχυρή αναλγησία.

Συνυπάρχουν εξάλλου, μικρός βαθμός υπνηλίας, μύση, βραδύπνοια (λόγω καταστολής του αναπνευστικού κέντρου) καθώς και ελάττωση της σεξουαλικής διάθεσης. Τέλος,μπορεί να προκληθεί εμετός (λόγω ερεθισμού της χειμειοαισθητικής ζώνης του προμήκη), δυσκοιλιότητα, κατακράτηση ούρων και δυσουρία, καθώς επίσης ελαφρά πτώση της αρτηριακής και αύξηση της ενδοκρανιακής πίεσης.

Οξεία τοξικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οξεία τοξικότητα στα οπιούχα εμφανίζεται με την υπέρβαση της δοσολογίας και η κλινική εικόνα της δηλητηρίασης εμφανίζεται με τη χαρακτηριστική τριάδα κώμα-βραδύπνοια-μύση. Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να επέλθει ακόμα και θάνατος, από τρεις κυρίως αιτίες:

  • την καταστολή του αναπνευστικού κέντρου
  • την καρδιακή αρρυθμία,που οφείλεται κυρίως στην ανοξαιμία και
  • το πνευμονικό οίδημα, που η παθοφυσιολογία του είναι προς το παρόν αδιευκρίνιστη. Αρκετοί ερευνητές πιστεύουν ότι τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στις διάφορες προσμίξεις, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι αυτό οφείλεται στην εντονότατη υποξαιμία και τις καρδιακές αρρυθμίες που ακολουθούν την δηλητηρίαση με οπιούχα.

Χρόνια τοξικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όσον αφορά στη χρόνια τοξικότητα δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η παρατεταμένη χρήση οπιούχων προκαλεί οργανικές εγκεφαλικές βλάβες ή αλλοιώσεις σε άλλα όργανα. Το μόνο ίσως σύστημα που επηρεάζεται, είναι το ενδοκρινολογικό και ιδιαίτερα το γεννητικό, όπου παρουσιάζεται ελάττωση της γενετήσιας ορμής και ειδικότερα στις γυναίκες, διαταραχές του φυσιολογικού ρυθμού του έμμηνου κύκλου. Τα μόνα σημεία που παρατηρούνται από τα άλλα συστήματα, είναι μια μέτρια βραδύπνοια, μια μέτρια ταχυσφυγμία και μια ελαφρά αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος.

Υπάρχουν όμως πολλές περιπλοκές από τη χρησιμοποίηση μολυσμένων συρίγγων, όπως: ηπατίτιδα, ενδοκαρδίτιδα, σηψαιμία, τέτανος, AIDS, νεφροπάθεια με έντονη πρωτεινουργία, συστηματικές μυκητιάσεις, πνευμονικό απόστημα, οστεομυελίτιδα, χρόνια ηπατοπάθεια, θρομβοβλεβίτιδα, σκλήρυνση και απόφραξη των φλεβών, κυτταρίτιδα και τοπικά αποστήματα.

Επιπρόσθετοι κίνδυνοι αναφύονται από διάφορες ουσίες που προστίθενται σκόπιμα για την νόθευση της καθαρής ουσίας.

Ηρωίνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πιο συγκεκριμένα η ηρωίνη είναι το ευρύτατα χρησιμοποιούμενο οπιούχο αναλγητικό. Η ηρωίνη είναι ένα ισχυρό παυσίπονο, το οποίο καταστέλλει τον εγκέφαλο. Παράγει ένα αίσθημα χαλάρωσης, ασφάλειας και ευεξίας. Η καθαρή ηρωίνη είναι μια άσπρη σκόνη με πικρή γεύση, η οποία παράγεται από την «παπαρούνα του οπίου». Η παράνομα παραγόμενη ηρωίνη μπορεί να ποικίλει στο χρώμα από άσπρο σε βαθύ καφετί, λόγω των ρύπων που απομένουν από τη διαδικασία παρασκευής, ή την παρουσία νοθευτικών ουσιών. Η σκόνη συνήθως διαλύεται σε νερό και στη συνέχεια προσλαμβάνεται με ένεση, αν και μπορεί επίσης να καπνιστεί, ανακατεμένη με καπνό, ή να θερμανθεί σε αλουμινόχαρτο, για την εισπνοή των καπνών, ή να φαγωθεί τυλιγμένη σε χαρτί.

Σύνδρομο στέρησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συνοψίζοντας θα γίνει αναφορά στο σύνδρομο στέρησης των οπιούχων. Τα πρώτα στερητικά συμπτώματα εμφανίζονται μέσα σε δέκα περίπου ώρες από την τελευταία λήψη και χαρακτηρίζονται από άγχος, ιδεοληπτική αναζήτηση του φαρμάκου και έντονη καταβολή δυνάμεων. Στις επόμενες ώρες κυριαρχούν ανησυχία και κύματα ρίγους. Μεταξύ της 20ης και 30ης ώρας από την τελευταία λήψη, εμφανίζεται η πλέον κρίσιμη φάση,που έχει ως κύρια συμπτώματα εντονότατη αγχώδη αντίδραση, νευρικότητα, ημικρανία, ναυτία, ανορεξία, γαστρεντερικές διαταραχές, κοιλιακούς κολικούς και μυοσκελετικούς πόνους.

Η κορύφωση των συμπτωμάτων συμπίπτει με τη δεύτερη και την τρίτη μέρα. Τα υποκειμενικά συμπτώματα εξακολουθούν να είναι νευρικότητα και ημικρανία, ενώ στα αντικειμενικά κλινικά σημεία περιλαμβάνονται αύξηση της θερμοκρασίας μέχρι υπερπυρεξίας, μυδρίαση, ιδιαίτερα επιθετική συμπεριφορά, κύματα ανατριχίλας, έντονη εφίδρωση, υπέρταση, στύση και αυτόματες εκσπερματώσεις, σιελόρροια, επίμονα χασμουρητά, ρινόρροια, δακρύρροια, τρεμούλα, επίμονος βήχας, διάρροιες, εμετοί και διπλωπία. Τα συμπτώματα υποχωρούν προοδευτικά μέχρι την όγδοη μέρα. Το σύνδρομο στέρησης από τα οπιούχα, παρά τη θορυβώδη του μορφή, σπάνια οδηγεί στο θάνατο.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Εξαρτησιογόνες ουσίες"Σύγγραμμα, Μαρσέλος Μάριος, 1997, Τυπωθήτω ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΡΔΑΝΟΣ.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]