Οικονομικός φιλελευθερισμός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οικονομικός φιλελευθερισμός είναι η ιδεολογική αντίληψη σύμφωνα με την οποία η οργάνωση της οικονομίας γίνεται με βάση το άτομο, ότι δηλαδή κατά το δυνατόν οι περισσότερες αποφάσεις λαμβάνονται από άτομα και όχι από συλλογικούς θεσμούς ή οργανώσεις[1]. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών οικονομικών πολιτικών αλλά πάντα έχει ως θεμελιώδη χαρακτηριστικά την στήριξη στην οικονομία της αγοράς και την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Αν και ο οικονομικός φιλελευθερισμός μπορεί να υποστηρίξει ως έναν βαθμό κρατικές ρυθμίσεις, έχει γενικώς την τάση να αντιτάσσεται στις παρεμβάσεις του κράτους στην ελεύθερη αγορά όταν αυτές υποσκάπτουν το ελεύθερο εμπόριο και τον ανοιχτό ανταγωνισμό. Ωστόσο ο οικονομικός φιλελευθερισμός μπορεί να δεχτεί κρατικές παρεμβάσεις προκειμένου να αρθούν ιδιωτικά μονοπώλια καθότι περιορίζουν τη δυνατότητα ορισμένων ατόμων να λαμβάνουν αποφάσεις. Ενώ ο οικονομικός φιλελευθερισμός υποστηρίζει ότι οι αγορές θα πρέπει να είναι απελευθερωμένες από το κράτος, πιστεύει ότι το κράτος νομιμοποιείται να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην παροχή δημοσίων αγαθών[2].

Ο οικονομικός φιλελευθερισμός συχνά συνδέεται με τη στήριξη στις ελεύθερες αγορές και στην ατομική ιδιοκτησία των κεφαλαιουχικών αγαθών, ενώ συχνά αντιπαραβάλλεται με παρεμφερή ιδεολογικά ρεύματα όπως ο σοσιαλφιλελευθερισμός και η σοσιαλδημοκρατία, τα οποία υποστηρίζουν εναλλακτικές εκδοχές του καπιταλισμού όπως ο κοινωνικός καπιταλισμός, ο κρατικός καπιταλισμός ή η μικτή οικονομία. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός αντιτάσσεται επίσης στον προστατευτισμό στηρίζοντας το ελεύθερο εμπόριο και τις ανοιχτές αγορές. Ιστορικά, ο οικονομικός φιλελευθερισμός αναπτύχθηκε ως απάντηση στον μερκαντιλισμό και τον φεουδαλισμό. Σήμερα ο οικονομικός φιλελευθερισμός εναντιώνεται σε μη καπιταλιστικά οικονομικά ρεύματα όπως ο σοσιαλισμός και οι κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες[3].

Ιδεολογική Βάση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θεωρίες υπέρ του οικονομικού φιλελευθερισμού αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια του Διαφωτισμού ως αντίβαρο στον μερκαντιλισμό και την φεουδαρχία. Η πρώτη ολοκληρωμένη οικονομική θεωρία αναπτύχθηκε από τον Άνταμ Σμιθ ο οποίος υποστήριζε την ελάχιστη ανάμειξη του κράτους στην οικονομία αν και δεν ήταν αναγκαστικά αντίθετος με την παροχή βασικών δημοσίων αγαθών από το κράτος. Βεβαίως τα δημόσια αγαθά είχαν αρχικά πολύ περιορισμένο εύρος[4]. Ο Σμιθ ισχυριζόταν ότι αν ο καθένας αφηνόταν να λαμβάνει μόνος του τις οικονομικές αποφάσεις που τον αφορούν αντί να ελέγχεται από το κράτος, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν μία αρμονική και πιο ίση κοινωνία στην οποία η ευημερία θα αυξάνεται αενάως[5]. Αυτή η αντίληψη ενίσχυσε την μετάβαση προς το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα στα τέλη του 18ου αιώνα και την συνακόλουθη αποκαθήλωση του μερκαντιλιστικού συστήματος.

Η ατομική ιδιοκτησία και τα ατομικά συμβόλαια συνιστούν τη βάση του οικονομικού φιλελευθερισμού. Οι πρώτες θεωρίες βασίζονταν στην υπόθεση ότι η οικονομική δράση των ατόμων είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της επιδίωξης του ατομικού συμφέροντος (αόρατο χέρι). Η δυνατότητα των ατόμων να δρουν χωρίς περιορισμούς θα παρήγε τα καλύτερα αποτελέσματα για όλους (αυθόρμητη τάξη) υπό τον όρο ότι θα υπήρχαν ορισμένοι ελάχιστοι κανόνες σε ό,τι αφορά τη δημόσια πληροφόρηση και τη δικαιοσύνη όπως για παράδειγμα ότι σε κανέναν δεν θα επιτρέπονταν να εξαναγκάσει, να κλέψει ή να διαπράξει απάτη και ότι θα υπάρχει ελευθερία του λόγου και του τύπου.

Αρχικά, οι οικονομικά φιλελεύθεροι είχαν να αντιπαλέψουν τους υποστηρικτές των φεουδαρχικών προνομίων για τους πλούσιους, τις αριστοκρατικές παραδόσεις και την εξουσία των βασιλέων να σχεδιάζουν τις εθνικές οικονομίες με βάση τα δικά τους προσωπικά συμφέροντα. Από το τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αυτοί οι αντίπαλοι είχαν σε μεγάλο βαθμό ηττηθεί.

Σήμερα ο οικονομικός φιλελευθερισμός συνδέεται με τον κλασικό φιλελευθερισμό, τον «νεοφιλελευθερισμό», τον «ιδιοκτησιακό» ελευθεριασμό και ορισμένες σχολές του συντηρητισμού.

Στάση ως προς τον κρατικό παρεμβατισμό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο οικονομικός φιλελευθερισμός αντιτάσσεται στην κρατική παρέμβαση επί τη βάσει της αντίληψης ότι το κράτος συχνά εξυπηρετεί κυρίαρχα επιχειρηματικά συμφέροντα, στρεβλώνοντας την αγορά προς όφελος τους και έτσι οδηγώντας την οικονομία σε μη αποδοτικά αποτελέσματα. Ο ορντοφιλελευθερισμός και διάφορες σχολές του σοσιαλφιλελευθερισμού που βασίζονται στον κλασικό φιλελευθερισμό επιφυλάσσουν έναν ευρύτερο ρόλο για το κράτος αλλά δεν επιθυμούν να αντικαταστήσουν την ιδιωτική πρωτοβουλία και την ελεύθερη αγορά με την κρατική πρωτοβουλία και τον οικονομικό σχεδιασμό. Για παράδειγμα, μία κοινωνική οικονομία της αγοράς είναι σε μεγάλο βαθμό μία οικονομία της ελεύθερης αγοράς και βασίζεται στο σύστημα των ελεύθερων τιμών και της ατομικής ιδιοκτησίας αλλά είναι επίσης θετική σε δράσεις του κράτους που προωθούν τις ανταγωνιστικές αγορές και σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας που έχουν ως στόχο την αντιμετώπιση των ανισοτήτων που προκαλούν τα αποτελέσματα της ελεύθερης αγοράς. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός υποστηρίζει ακόμη την «ισότητα ευκαιριών» (επίσης γνωστή ως «κοινωνική κινητικότητα») επειδή θεωρεί ότι η έλλειψη ίσων ευκαιριών θα οδηγήσει σε αύξηση των ιδιωτικών μονοπωλίων και ως εκ τούτου θα περιορίσει την ατομική ελευθερία.

Στάση ως προς τη δημόσια πρωτοβουλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο οικονομικός φιλελευθερισμός μπορεί να υποστηρίξει τη δημόσια πρωτοβουλία για την παροχή δημοσίων αγαθών. Για παράδειγμα, ο Άνταμ Σμιθ πίστευε ότι το κράτος έχει ρόλο στην παροχή αγαθών όπως δρόμοι, κανάλια, γέφυρες και σχολεία τα οποία δεν μπορούν να παρασχεθούν αποτελεσματικά από ιδιωτικούς φορείς. Ωστόσο προτιμούσε η αποπληρωμή των εν λόγω αγαθών να γίνεται αναλογικά με την κατανάλωση τους (π.χ. διόδια). Επιπλέον, υποστήριζε τους «αντί-δασμούς», προκειμένου να αναπτυχθεί το ελεύθερο εμπόριο, όπως επίσης τα πνευματικά δικαιώματα και τις πατέντες ώστε να ενισχυθεί η καινοτομία. Περαιτέρω έρευνα από τον Robert Cox υπογράμμισε την σημασία της καινοτομίας και τον βαθύτερο ρόλο που διαδραματίζει στην ελεύθερη αγορά[2].

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ian Adams, Political Ideology Today (Manchester: Manchester University Press, 2001), 20.
  2. 2,0 2,1 «Adam Smith». econlib.org. 
  3. Brown, Wendy. Edgework: critical essays on knowledge and politics. Princeton University Press, 2005. σελ. 39
  4. Eric Aaron, What's Right? (Dural, Australia: Rosenberg Publishing, 2003), 75.
  5. Adams, Ian. Political Ideology Today. Manchester U Press 2001. σελ. 20