Νικόλαος Θεοτόκης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νικόλαος Θεοτόκης
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Νικόλαος Θεοτόκης (Ελληνικά)
Γέννηση20  Ιουλίου 1878
Κέρκυρα
Θάνατος15  Νοεμβρίου 1922
Αθήνα
Αιτία θανάτουτραύμα από πυροβολισμό
Συνθήκες θανάτουθανατική ποινή
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πανεπιστήμιο του Παρισιού
Πανεπιστήμιο Χούμπολτ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
διπλωμάτης
Οικογένεια
ΓονείςΓεώργιος Θεοτόκης
ΑδέλφιαΙωάννης Θεοτόκης
ΟικογένειαΟικογένεια Θεοτόκη
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Βουλής των Ελλήνων (εκλογική περιφέρεια Κέρκυρας)
Υπουργός Στρατιωτικών της Ελλάδας
Υπουργός Δικαιοσύνης της Ελλάδας

Ο Νικόλαος Θεοτόκης (20 Ιουλίου 187815 Νοεμβρίου 1922) ήταν Έλληνας πολιτικός και διπλωμάτης, βουλευτής Κέρκυρας.

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 20 Ιουλίου του 1878 και καταγόταν από την αρχοντική κερκυραϊκή οικογένεια Θεοτόκη (κλάδος Θεοτόκη-Daviazzo). Ήταν πρωτότοκος γιος του πρωθυπουργού Γεωργίου Θεοτόκη και της Αμαλίας Δήμα, αδελφός του επίσης πρωθυπουργού Ιωάννη Θεοτόκη και της Ζαΐρας Θεοτόκη, μητέρας του πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη.[1]

Σπούδασε νομική στην Αθήνα και πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι και στο Βερολίνο.

Το 1899 ο Νικόλαος Θεοτόκης ξεκίνησε την καριέρα του στο διπλωματικό σώμα, εισερχόμενος στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου των Εξωτερικών.[2] Αρχικά διορίστηκε υποπρόξενος στο Δεδέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη) και τη Μαγνησία. Το 1905 μετακινήθηκε στο Παρίσι και αργότερα στη Βιέννη υπηρετώντας ως γραμματέας των αντίστοιχων ελληνικών πρεσβειών. Το 1909 ανέλαβε τη θέση του πρώτου γραμματέα στην ελληνική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και ακολούθως του Παρισιού και της Βέρνης. Το 1914, με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, ο Θεοτόκης μετακινήθηκε στην ελληνική πρεσβεία του Βερολίνου και αργότερα και διετέλεσε πρέσβης της Ελλάδας στο Βερολίνο.

Το 1917, μετά την επικράτηση του κινήματος της Εθνικής Άμυνας, εγκαταστάθηκε στην Ελβετία, όπου μετέβη ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, όταν εκθρονίστηκε.

Το 1920 επέστρεψε στην Ελλάδα, εγκατέλειψε το διπλωματικό σώμα και ξεκίνησε η εμπλοκή του στην πολιτική. Εξελέγη βουλευτής Κέρκυρας, συμμετέχοντας με το Λαϊκό Κόμμα στις εκλογές της 1 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Από τις 24 Ιανουαρίου 1921 χρημάτισε υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Νικόλαο Καλογερόπουλο και ακολούθως διετέλεσε Υπουργός Ναυτικών και Στρατιωτικών (20 Φεβρουαρίου-26 Μαρτίου 1921). Στις δύο κυβερνήσεις που σχημάτισε ο Δημήτριος Γούναρης (26 Μαρτίου 1921-3 Μαΐου 1922) διορίστηκε υπουργός Στρατιωτικών, αξίωμα που διατήρησε και στην κυβέρνηση του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη που ακολούθησε (9 Μαΐου-28 Αυγούστου 1922).[3]

Μετά την αποτυχία της μικρασιατικής εκστρατείας και τις επακόλουθες εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις (Κίνημα στο στρατό υπό τον Στυλιανό Γονατά και τον Νικόλαο Πλαστήρα, παραίτηση της κυβέρνησης και του βασιλιά), στις 28 Σεπτεμβρίου του 1922 ο Νικόλαος Θεοτόκης συνελήφθη με απόφαση της Επαναστατικής Επιτροπής, ως ένας από τους υπεύθυνους της Μικρασιατικής Καταστροφής.[4] Εκτός από τον Νικ. Θεοτόκη στο Έκτακτο Στρατοδικείο που συγκροτήθηκε τότε παραπέμφθηκαν οι Δημ. Γούναρης, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Γ. Μπαλτατζής, Ξ. Στρατηγός, Μ. Γούδας, Ν. Στράτος και Γ. Χατζηανέστης, όλοι με την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας».[5] Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι οκτώ κατηγορούμενοι «εκουσίως και εκ προθέσεως υπεστήριξαν την εισβολήν ξένων στρατευμάτων, ήτοι του τουρκικού εθνικιστικού στρατού, εις την επικράτειαν του Βασιλείου… παραδώσαντες άμα εις τον εχθρόν πόλεις, φρούρια, μέγα μέρος του στρατού και μεγίστης αξίας υλικόν πολέμου».[6]

Η Δίκη των Εξ, όπως έμεινε γνωστή, άρχισε στις 31 Οκτωβρίου/13 Νοεμβρίου 1922 και ολοκληρώθηκε μετά από 14 συνεδριάσεις στις 14/27 Νοεμβρίου. Για την απόφαση του στρατοδικείου ωστόσο δεν υπήρχαν πολλές αμφιβολίες ούτε πριν την έναρξη της δίκης ούτε κατά τη διάρκειά της.[7] Παρά τις ευθύνες των κατηγορουμένων για τη Μικρασιατική καταστροφή, η παραπομπή τους με το συγκεκριμένο κατηγορητήριο και η καταδίκη τους, με βάση το κατηγορητήριο αυτό, υπήρξαν πράξεις σκοπιμότητας· «εθνικής σκοπιμότητος» όπως παραδέχθηκε αργότερα τόσο ο Θ. Πάγκαλος όσο και οι συμμετέχοντες ή μελετητές των γεγονότων της εποχής εκείνης. Το κατηγορητήριο τυπικά ήταν αστήρικτο καθώς η κατεχόμενη από τον ελληνικό στρατό περιοχής της δυτικής Μικράς Ασίας δεν ήταν ελληνικό έδαφος ούτε κατά το διεθνές ούτε κατά το ελληνικό Δίκαιο. Παρέμεινε και ουσιαστικά αστήρικτο καθώς από κανένα στοιχείο της ακροαματικής διαδικασίας δεν προέκυψε η έννοια του δόλου των κατηγορουμένων. Χρησιμοποιήθηκαν ωστόσο οι κατηγορίες αυτές με απώτερο σκοπό να κατευναστεί η εθνική αισχύνη που είχε υποστεί ο ελληνικός στρατός από την ήττα στη Μικρά Ασία αλλά και να πληγεί καίρια η βασιλική αντιβενιζελική παράταξη μέσα από την πολιτική δολοφονία των ηγετών της.[8]

Η απόφαση του στρατοδικείου ανακοινώθηκε από τον πρόεδρό του, στρατηγό Αλ. Οθωναίο τις πρώτες πρωινές ώρες της 15/28 Νοεμβρίου.[9] Κρίθηκαν ένοχοι όλοι οι κατηγορούμενοι και καταδικάστηκαν παμψηφεί σε θάνατο οι Γ. Χατζηανέστης, Δ. Γούναρης, Ν. Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Γ. Μπαλτατζής και Ν. Θεοτόκης ενώ οι Μ. Γούδας και Ξ. Στρατηγός σε ισόβια δεσμά.

Οι έντονες διεθνείς αντιδράσεις με αίτημα την αναβολή ή ματαίωση της εκτέλεσης της ποινής και οι προσπάθειες για την σωτηρία των καταδικασθέντων σε θάνατο δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Έτσι οι Έξι τουφεκίστηκαν στο Γουδή στις 15 Νοεμβρίου 1922.

Το 2008, ο Μιχάλη Πρωτοπαπαδάκη, εγγονός του πρώην πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, έκανε αίτηση επανάληψης της δίκης προσκομίζοντας νέα στοιχεία. Το 2010, κρίθηκε ότι πρέπει να γίνει επανάληψη της δίκης και αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι λόγω παραγραφής.[10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Το τραγικό τέλος της Δίκης των έξι». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιανουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2008. 
  2. https://www.sansimera.gr/biographies/1845
  3. «Η δίκη των έξι». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Φεβρουαρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2008. 
  4. Άλκης Ρήγος 1999, σ. 30-42.
  5. Michael Llewellyn Smith 2000, σ. 312-336.
  6. Ιωάννης Γιαννουλόπουλος 1978, σ. 255-256.
  7. Ιωάννης Γιαννουλόπουλος 1978, σ. 257-258.
  8. Michael Llewellyn Smith 2000, σ. 323. Μιχάλης Πρωτοπαπαδάκης 1999, σ. 43-46.
  9. Η Δίκη των Εξ 1931, σ. 652-654.
  10. «Αθώοι οι καταδικασθέντες της «Δίκης των Έξι» του 1922, αποφαίνεται ο Άρειος Πάγος» (στα Ελληνικά). Ιστότοπος in.gr (Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ). 20 Οκτωβρίου 2010. https://www.in.gr/2010/10/20/greece/athwoi-oi-katadikasthentes-tis-dikis-twn-eksi-apofainetai-o-areios-pagos/. Ανακτήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 2010. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ιωάννης Γιαννουλόπουλος, «Η Δίκη των Εξ», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΕ (1978), σ. 255-259
  • «Η Δίκη των Εξ. Πιλάτος ο Βενιζέλος, ανένδοτος ο Πλαστήρας», Ιστορικά 6, Ελευθεροτυπία, 25 Νοεμβρίου 1999
  • Η Δίκη των Εξ. Τα εστενογραφημένα πρακτικά (31 Οκτωβρίου-15 Νοεμβρίου 1922), Πρωία, Αθήναι, 1931
  • Μιχάλης Πρωτοπαπαδάκης, «Στίγμα και αδικία», Ιστορικά 6, Ελευθεροτυπία, 25 Νοεμβρίου 1999, σ. 43-46
  • Άλκης Ρήγος, «Η Δίκη και η Εκτέλεση», Ιστορικά 6, Ελευθεροτυπία, 25 Νοεμβρίου 1999, σ. 30-42
  • Michael Llewellyn Smith, Ionian Vision. Greece in Asia Minor, 1919-1922, Hurst & Company, London 2000