Μέθοδος της καθαρής θέσης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Μέθοδος της Καθαρής Θέσης, γνωστή και ως "Ενοποίηση της μιας Σειράς" είναι λογιστική μέθοδος ενοποίησης των λογιστικών καταστάσεων μιας μητρικής εταιρίας και μιας συγγενούς σύμφωνα με το ΔΛΠ 28.[1]


Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα χαρακτηριστικά της μεθόδου συγκαταλέγονται:

  • περιορισμός της ασύμμετρης πληροφόρησης
  • λογιστική αξία επένδυσης = ίδια κεφάλαια που αναλογούν
  • αιτίες διαφοράς:
    • αποκλίσεις λογιστικών αξιών από τρέχουσες
    • μη λογιστικοποιηθείσα υπεραξία απόκτησης

Πρακτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • αρχική αναγνώριση επένδυσης στην τιμή κτήσεως
  • η λογιστική αξία μεταβάλλεται κατά τα κέρδη (ζημιές) που αναλογούν
  • η λογιστική αξία μειώνεται κατά τα μερίσματα που διανέμονται


Εφαρμογή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Όταν μια εταιρία Μ επενδύει σε μια εταιρία Θ αγοράζοντας μετοχές της, πληρώνει ένα αντίτιμο ΧΧΧ για να συμμετέχει στα ίδια κεφάλαιά της κατά το ποσοστό της εξαγοράς Χ%. Το αντιτιμο που καταβάλλεται, δηλαδή το Κόστος Επένδυσης, αποτελεί ουσιαστικά την τρέχουσα (εύλογη) αξία της εταιρίας Θ την ημέρα της συναλλαγής. Επειδή η αξία μιας εταιρίας αντικατοπτρίζεται στην Καθαρή της Θέση, δηλαδή στα Ίδια Κεφάλαιά της, εφαρμόζουμε το ποσοστό συμμετοχής σε αυτά για να δούμε τι αξία πραγματικά κατέχουμε κι αν αυτή ανταποκρίνεται στο αντίτιμο που καταβάλαμε. Αρχικά, η Μ θα εμφανίσει τα βιβλία της την επένδυση που έκανε, σύμφωνα με το αντίτιμο που κατέβαλε:

Χρέωση Πίστωση
συμμετοχές στη Θ ΧΧΧ
ταμείο ΧΧΧ

Έπειτα μελετάμε εάν υπάρχει άσκηση σημαντικής επιρροής:


άσκηση σημαντικής επιρροής=20% εταιρίας


Συμμετοχή σε Εταιρία
Συμμετοχή σε Εταιρία

Θα πρέπει να βρούμε το ποσοστό συμμετοχής στα Ίδια Κεφάλαια, γνωστό ως Ποσοστό Ενοποίησης. Αν αυτό ανέρχεται τουλάχιστον σε 20%, θεωρείται η εταιρία Θ ότι είναι συγγενής εταιρία προς τη Μ. Βέβαια πολλές φορές μπορεί να είναι μικρότερο από 20%, αλλά η Μ να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις της Θ, ώστε να μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι είναι συγγενής προς τη Μ.

Το Ποσοστό Ενοποίησης εφαρμόζεται στα Ίδια Κεφάλαια της Θ κατά την ημέρα της επένδυσης. Η επένδυση μπορεί να έχει γίνει την 1η μέρα της χρήσης 20ΧΧ, οπότε το ποσοστό θα εφαρμοστεί επί του Μετοχικού Κεφαλαίου και των Αποθεματικών που εμφανίζονται στα βιβλία της Θ. Αν όμως η εξαγορά γίνει στη μέση της χρήσης, η Μ δικαιούται κατά το ποσοστό της μέρος του Μετοχικού Κεφαλαίου, των Αποθεματικών, αλλά και των κερδών της Θ που έχουν κεφαλαιοποιηθεί (αποθεματικοποιηθεί) από την αρχή της χρήσης μέχρι και την ημέρα της εξαγοράς. Συγκεκριμένα, από τα κέρδη της Θ ένα ποσό θα διανεμηθεί ως μέρισμα στους μετόχους της και ένα ποσό θα προστεθεί στα Αποθεματικά (δηλαδή θα κεφαλαιοποιηθεί). Η Μ δικαιούται συμμετοχή σε αυτά τα κεφαλαιοποιηθέντα κέρδη, μετά την αφαίρεση των μερισμάτων.


Ίδια Κεφάλαια Θ
μετοχικό κεφάλαιο Θ κέρδη διαν. ως μερίσματα χρήσης
αποθεματικά .
κεφαλαιοποιηθέντα κέρδη χρήσης .


Η συμμετοχή στα κέρδη αυξάνει την αξία της επένδυσης, ενώ παράλληλα εμφανίζεται εισόδημα από την επένδυση:


Χρέωση Πίστωση
συμμετοχές στη Θ ΧΧΧ
εισόδημα από συμμετοχές στη Θ ΧΧΧ

Τα μερίσματα όμως που καταβάλλονται στους μετόχους, μειώνουν την αξία της συμμετοχής στη Θ, γεμίζοντας παράλληλα το ταμείο της Μ κατά το ποσοστό της αναλογίας της (είναι δηλαδή σαν να ρευστοποιείται ένα κομμάτι της επένδυσης):


Χρέωση Πίστωση
ταμείο ΧΧΧ
συμμετοχές στη Θ ΧΧΧ

  • Κατά την ημέρα της εξαγοράς, η εταιρία Μ συχνά συνειδητοποιεί ότι το αντίτιμο ΧΧΧ που κατέβαλε για να αγοράσει το συγκεκριμένο ποσοστό Χ% των Ιδίων Κεφαλαίων της Θ ήταν υψηλότερο από την εσωτερική (λογιστική) αξία των Ιδίων Κεφαλαίων που εξαγόρασε, όπως φαίνεται στα βιβλία της Θ. Αυτή η διαφορά ονομάζεται Υπεραξία Επένδυσης και μπορεί να προέρχεται από δύο παράγοντες: τη φήμη και πελατεία της εταιρίας που είναι γνωστή ως Υπεραξία Απόκτησης και την υπεραξία που προέρχεται από υποτιμημένα ή υπερεκτιμημένα στοιχεία του Ενεργητικού της ή των Υποχρεώσεών της, δηλαδή Υπεραξία Ισολογισμού. Η εταιρία Μ την ημέρα της επένδυσης υπολογίζει τη διαφορά αξίας, δηλαδή τη συνολική υπεραξία:


Υπεραξίας Επένδυσης Χ/Χ/20ΧΧ
. κόστος επένδυσης Χ/Χ/20ΧΧ ΧΧΧ
μείον: εσωτερική αξία που αποκτήθηκε (ΧΧΧ)
. υπεραξία επένδυσης Χ/Χ/20ΧΧ ΧΧΧ


  • Έπειτα, η Μ προχωράει στη διάκριση της υπεραξίας απόκτησης (φήμης & πελατείας) από την υπεραξία ισολογισμού, εάν υπάρχουν υποτιμημένα ή υπερτιμημένα στοιχεία του ισολογισμού:


Κατανομή Υπεραξίας
Λογαριασμοί Ενεργητικού & Υποχρεώσεων Εύλογη Αξία Λογιστική Αξία Διαφορά Ποσοστό Συμμετοχής Κατανεμηθέν Ποσό
υποτιμημένο στοιχείο Α ΧΧΧ ΧΧΧ ΧΧΧ Χ% ΧΧΧ
υπερεκτιμημένο στοιχείο Β ΧΧΧ ΧΧΧ (ΧΧΧ) Χ% (ΧΧΧ)
..... ..... ..... ..... ..... ......
υπεραξία κατανεμηθείσα σε στοιχεία ισολογισμού . . . . ΧΧΧ
υπεραξία απόκτησης=συνολική υπεραξία επένδυσης - υπεραξία ισολογισμού . . . . ΧΧΧ


  • Όταν τα υποτιμημένα ή υπερτιμημένα στοιχεία του Ενεργητικού ή των Υποχρεώσεων της Θ πωληθούν, ή αναπροσαρμοστούν ή αποσβεστούν, η εταιρία Μ προβαίνει στις ημερολογιακές εγγραφές απομείωσης της υπεραξίας ισολογισμού των στοιχείων. Όσον αφορά μια θετική υπεραξία στοιχείου, όπως για παράδειγμα ένα υποτιμημένο στοιχείο ενεργητικού που εμφανίζεται σε χαμηλή αξία στα βιβλία της Θ αλλά αξίζει περισσότερα στην αγορά, με την πώληση του στοιχείου μειώνεται παράλληλα το εισόδημα από συμμετοχή λόγω απώλειας αυτής της θετικής υπεραξίας. Ομοίως, αν αποσβεστεί ένα υπερτιμημένο στοιχείο Ενεργητικού, θα μειωθεί η υπεραξία που αναλογούσε στην αξία που αποσβέστηκε.

Χρέωση Πίστωση
εισόδημα από συμμετοχές ΧΧΧ
συμμετοχές στη Θ ΧΧΧ

Αντίστοιχα, αν μια υποχρέωση είναι υποτιμημένη, δηλαδή στην πραγματικότητα κοστίζει περισσότερο απ’ ότι εμφανίζεται στα βιβλία και την ρευστοποιήσουμε, θα αυξηθεί το εισόδημα από συμμετοχή κατά το ποσό αυτό της αρνητικής υπεραξίας που μας βάραινε:


Χρέωση Πίστωση
συμμετοχές στη Θ ΧΧΧ
εισόδημα από συμμετοχές ΧΧΧ

Επιπλέον, στο τέλος της χρήσης προβαίνει σε λογισμό της ετήσιας απομείωσης της υπεραξίας απόκτησης, καθώς η φήμη & πελατεία κάθε χρόνο απομειώνεται ισόποσα, έως ότου μηδενιστεί (εφόσον είναι θετική). Εάν η φήμη και πελατεία είναι αρνητική, προστίθεται ολόκληρη στο εισόδημα της χρήσης της εξαγοράς.

  • Στην πορεία, η Μ θα πρέπει να αντιλογίσει εσωτερικές συναλλαγές του ομίλου ΜΘ που δεν έχουν εκφραστεί σε πραγματικό κέρδος, καθώς τα εμπορεύματα που αφορούν δεν έχουν πουληθεί εκτός ομίλου, καθώς θα πρέπει να αφαιρεθούν τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη από το εισόδημα από τη Θ που θα υπολογιστεί:


Εισόδημα από Επένδυση σε Συγγενείς Επιχειρήσεις 20Χ1
. κέρδη(ζημιές) συγγενούς επιχείρησης αναλογούντα ΧΧΧ
μείον: απόσβεση υπεραξίας ισολογισμού (ΧΧΧ)
μείον: απομείωση υπεραξίας απόκτησης (ΧΧΧ)
πλέον (μείον): μη πραγματοποιηθέντα διεταιρικά κέρδη από συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων του ομίλου αναλογούντα (XXX)
πλέον: πιθανή αρνητική υπεραξία απόκτησης (ΧΧΧ)
. εισόδημα από συγγενείς επιχειρήσεις ΧΧΧ


  • Έπειτα υπολογίζει την αξία της συμμετοχής της 31/12/20Χ1. Αξίζει να αναφερθεί πως μπορεί η Μ να είχε αγοράσει άλλο ένα ποσοστό της Θ σε προηγούμενη χρήση 20Χ0, οπότε να συμμετέχει κατά τα δύο αυτά ποσοστά στα ίδια κεφάλαια της Θ.



Συμμετοχές σε Συγγενείς Επιχειρήσεις 31/12/20Χ1:
. αρχικό κόστος επένδυσης ή υπόλοιπο από προηγούμενη χρήση 20Χ0 ΧΧΧ
πλέον: νέες επενδύσεις χρήσης 20Χ1 ΧΧΧ
πλέον(μείον): εισόδημα από συγγενή επιχείρηση ΧΧΧ
πλέον(μείον): συμμετοχή στις μεταβολές των ιδίων κεφαλαίων που δεν αναγνωρίζονται στην Κατάσταση αποτελεσμάτων Χρήσης - υπεραξία αναπροσαρμογής παγίων αναλογούσα (XXX)
(μείον): μερίσματα εγκριθέντα από τη Γενική Συνέλευση των Μετόχων αναλογούντα (XXX)
. υπόλοιπο λογαριασμού τέλους χρήσης ΧΧΧ

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Λογιστικά Προβλήματα Μεγάλων Επιχειρήσεων, Δημοσθένης Λ. Χέβας, Εκδόσεις Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών 2007