Μάνδρα Έβρου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°16′13.004″N 26°19′50.999″E / 41.27027889°N 26.33083306°E / 41.27027889; 26.33083306

Μάνδρα
Μάνδρα is located in Greece
Μάνδρα
Μάνδρα
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα
ΠεριφέρειαΑνατολικής Μακεδονίας και Θράκης
Περιφερειακή ΕνότηταΈβρου
ΔήμοςΣουφλίου
Δημοτική ΕνότηταΟρφέα
Γεωγραφία και Στατιστική
ΝομόςΈβρου
Πληθυσμός150 (2021)
Πληροφορίες
Ταχ. κώδικας684 00
Τηλ. κωδικός25540

Η Μάνδρα είναι χωριό του Έβρου.

Διοικητικη υπαγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τις τελευταίες αλλαγές στον αυτοδιοικητικό χάρτη της χώρας, ανήκει στο Δημοτικό Διαμέρισμα Ορφέα του Δήμου Σουφλίου.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα Μάνδρα δεν είναι γνωστό πώς προέκυψε. Κατά την εποχή της τουρκοκρατίας αναφέρεται ως ΄΄Mandıra΄΄, ως ΄΄Mandıra kükürtlü΄΄ (Κükürt στα τουρκικά είναι το θειάφι) και ως Söğütlüdere.[1](σελ. 304), όνομα που συμπίπτει ακριβώς με το ελαφρώς παραφρασμένο "Soğuklu dere" το οποίο και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα, ως τοπωνύμιο (Το πρώτο διαβάζεται σογουτλί και το δεύτερο σογουκλου, παραφρασμένο σογουκλί). Άρα η σωστή μετάφραση είναι Ιτεόρεμα ή ρέμα με ιτιές (σογουτλί) και όχι κρύο ρέμα που έχει επικρατήσει.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πότε ακριβώς δημιουργήθηκε δεν είναι γνωστό. Η ιστορία της χάνεται κυριολεκτικά στα βάθη των αιώνων. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι η περιοχή κατοικούνταν κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Η πρώτη απόδειξη για την ύπαρξη του οικισμού ανάγεται στην εποχή της τουρκοκρατίας. Αναφέρεται ως Σογουτλί ντερέ ΄΄Söğütlüdere΄΄[1](σελ. 304) κατά τον 14ο αιώνα.
Κατά την εποχή της τουρκοκρατίας και σύμφωνα με έγγραφο της εποχής του Μουράτ Γ΄ (1574-1595)[2]σελ.311 Ανήκε στον Καζά Διδυμοτείχου και μαζί με το Πρωτοκλήσι (Baş Kilise), Κυριακή (Kayacık) και Σιδηρώ (Demür virani) αποτελούσαν την επαρχία Ova (Ova Nahiyesi). Σύμφωνα, επίσης με έγγραφο της εποχής του Μουράτ Γ΄, από την εποχή του Γιλντιρίμ Βαγιαζήτ (Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας την περίοδο 1389-1403) οι κάτοικοι του Σογουτλί ντερέ (Μάνδρα) απαλλασσόταν από κάποιους φόρους.[1](σελ. 305).

Εδώ αξίζει να αναφερθεί το τοπωνύμιο ΄΄Κιούπια΄΄. Υπάρχουν μέχρι και σήμερα υπολείμματα από τα πιθάρια τα οποία οι κάτοικοι της Μάνδρας τα έθαβαν μέσα στα χωράφια και έκρυβαν εκεί μέσα ποσότητες από τα σιτηρά που καλλιεργούσαν , προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν. Eίναι γνωστό ότι στους μη μουσουλμάνους, κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, επιβάλλονταν βαρύτατοι φόροι.
Και μιας και αναφερθήκαμε σε τοπωνύμια θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε την ΄΄Καμηλόστρατα΄΄. Δρόμος που υπάρχει και στις μέρες μας, έρχεται από Βόρειο Ανατολική κατεύθυνση και σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιοτέρων διερχόταν από την περιοχή που ονομάζεται ΄΄Χάνι΄΄, η οποία προφανώς πήρε το όνομά της από το χάνι που βρισκόταν εκεί , για την εξυπηρέτηση των διερχόμενων καραβανιών και κατέληγε στον ποταμό Έβρο όπου και υπήρχε λιμάνι (Ίχνη του υπάρχουν και σήμερα).
Μέσω του ποταμού Έβρου διακινούνταν εμπορεύματα από Αίνο προς Αδριανούπολη και αντίστροφα. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο: ΄΄Το λιμάνι της Αίνου στις εκβολές του ποταμού Έβρου, δεν είχε βάθος περισσότερο απο 35-70 εκατοστά. Τα πλοία αγκυροβολούσαν σε μακρινή απόσταση και η μεταφορά των εμπορευμάτων προς την Αδριανούπολη και προς άλλα αστικά κέντρα κοντά στον Έβρο πραγματοποιούνταν με σχεδίες.΄΄[3] (Σελ.493). Με τη σταδιακή υποβάθμιση της εμπορικής σημασίας της Αίνου και την αντίστοιχη αύξηση αυτής της Αλεξανδρούπολης, λόγω της σιδηροδρομικής της σύνδεσης με την Κωνσταντινούπολη το 1872 και αργότερα με τη Θεσσαλονίκη το 1895, άλλαξε και ο τρόπος μεταφοράς των εμπορευμάτων.

Παράδοση - αφηγήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με την παράδοση και τις αφηγήσεις των παλαιοτέρων το χωριό προέκυψε από τη συνένωση επι μέρους οικισμών που βρίσκονταν στην ευρύτερη περιοχή της σημερινής του θέσης και πάντοτε σε σημεία που δεν πλήττονταν από τις πλημμύρες του ποταμού Έβρου. Άλλαξε δε θέση τρεις φορές:

Η αρχική του θέση παραμένει άγνωστη (πιθανόν στην περιοχή ΄΄Δραγάτης΄΄ ), οι τότε κάτοικοι αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν και να εγκατασταθούν σε άλλη λιγότερο εμφανή, λόγω συχνών λεηλασιών από τους Τούρκους. Η μετεγκατάσταση πρέπει να έγινε σε εποχή που η περιοχή δεν ήταν τουρκοκρατούμενη, γιατί διαφορετικά δεν θα είχε νόημα. Άρα μιλάμε για πριν το 1361 (κατάληψη Διδυμοτείχου από τους Τούρκους). Επίσης μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το χωριό βρισκόταν σε θέση που γινόταν εύκολα αντιληπτό από το δρόμο που ένωνε το Διδυμότειχο με τις Φέρες και την Τραϊανούπολη και ίσως να εφάπτονταν αυτού. Λεηλασίες από τους Τούρκους αναφέρονται κατά την περίοδο 1305-1352[4] (σελ. 97). Κατά την περίοδο αυτή οι Τούρκοι είτε ως μισθοφόροι βυζαντινών αυτοκρατόρων που παρέμεναν στα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και δρούσαν ανεξέλεγκτοι, είτε εισβάλοντας με δικιά τους πρωτοβουλία προέβαιναν σε αγριότητες και λεηλασίες εις βάρος των ντόπιων πληθυσμών. Λεηλασίες και αγριότητες βέβαια αναφέρονται και κατά τις Βουλγαροτουρκικές συγκρούσεις την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων[5](σελ.293). αλλα είναι πολύ πρόσφατες και το χωριό ΄΄Μάνδρα΄΄ βρισκόταν ήδη στη σημερινή του θέση.

Η δεύτερη θέση επίσης δεν είναι σαφές που ακριβώς ήταν. Πιθανόν στον ευρύτερο χώρο των περιοχών ΄΄Κλεισούρας΄΄ και ΄΄Παναγιάς΄΄. Στην ΄΄Παναγιά΄΄ υπήρχε ένα μοναστήρι (το πηγάδι του σώζεται μέχρι και σήμερα) . Τη θέση αυτή αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν οι εναπομείναντες από τη φοβερή πανούκλα και να εγκατασταθούν στη σημερινή θέση του χωριού, προκειμένου να γλιτώσουν. Οι καλόγεροι του μοναστηριού επίσης αποδεκατίστηκαν από την πανούκλα και τελικά εγκαταλείφθηκε και αυτό. Η πανούκλα έζωσε την Ευρώπη την τριετία 1348-1350, αλλά εδώ πιθανότατα τα γεγονότα διαδραματίστηκαν κατά τον 17ου αιώνα, όπου επίσης υπάρχει αναφορά για επιδημίες πανούκλας και χολέρας.[6] (σελ.71).

Βαλκανικοί πόλεμοι - Α΄παγκόσμιος πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχεδόν με την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού πολέμου (4 Οκτ. 1912) η Θράκη βρέθηκε υπό Βουλγαρική κατοχή (Νοε. 1912 – Ιουλ. 1913). Ο αρχικός ενθουσιασμός των Ελλήνων της Θράκης γρήγορα μετατρέπεται σε απογοήτευση, καθώς οι Βούλγαροι προβαίνουν σε αγριότητες σε βάρος των Ελλήνων καθώς και εποικισμό της περιοχής.

Κατά το Β΄ Βαλκανικό πόλεμο (16 Ιουν. – 18 Ιουλ. 1913) ο ελληνικός στρατός απελευθερώνει τη Θράκη από τους Βουλγάρους, η οποία στη συνέχεια με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (10 Αυγ. 1913) παραχωρείται και πάλι σ΄ αυτούς.

"Η απελπισία σε αυτή την προοπτική οδήγησε μερίδα Ελλήνων και Μουσουλμάνων να επαναστατήσουν διεκδικώντας την αυτονόμηση της περιοχής τους. Ζητήθηκε μάλιστα βοήθεια από την Ελλάδα και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η πρώτη δεν μπόρεσε να βοηθήσει καθώς είχε υπογράψει την Συνθήκη ενώ η δεύτερη, η οποία δεν είχε κληθεί στο Βουκουρέστι, προσέφερε βοήθεια στέλνοντας αντάρτικες ομάδες και στρατιώτες μεταμφιεσμένους σε χωρικούς να καταλάβουν την Κομοτηνή και την Ξάνθη, πράγμα το οποίο και πέτυχαν."....."Η Μεγάλη Βρετανία, η Αυστρία και η Ρωσία αρνήθηκαν όμως να συζητήσουν το θέμα ασκώντας πιέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία να αποσύρει την υποστήριξή της από τους αυτονομιστές. Η Πύλη απέσυρε την υποστήριξή της προκαλώντας την αγανάκτηση των αυτονομιστών, οι οποίο κήρυξαν την αυτονομία της Δυτικής Θράκης αγνοώντας τις συμβουλές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας περί του αντιθέτου"Αυτόνομη Κυβέρνηση Δυτικής Θράκης

Το κράτος που δημιουργήθηκε στη δυτική Θράκη από τις 31 Αυγούστου έως τις 25 Οκτωβρίου του 1913, ονομάστηκε αρχικά "Προσωρινή κυβέρνηση Δυτικής Θράκης" και μετά, προς αποφυγή πρόκλησης ανασφάλειας στον πληθυσμό "Αυτόνομη κυβέρνηση Δυτικής Θράκης".

Το χωριό Μάνδρα βρέθηκε εκτός συνόρων του προσωρινού αυτού κράτους και υπό βουλγαρική κατοχή, καθώς το ποτάμι "Tρανός λάκκος", που περνάει κοντά από το χωριό, ήταν το από Βορά σύνορο μεταξύ αυτού και της Βουλγαροκρατούμενης Θράκης . Σύμφωνα με μαρτυρίες των παλαιοτέρων έλαβε χώρα ένα γεγονός ενδεικτικό της κατάστασης και της έντασης που επικρατούσε τότε. Όταν λοιπόν κάποιος κάτοικος της Μάνδρας προσπάθησε να περάσει το ποτάμι με το άλογό του, φονεύθηκε από τα πυρά των σκοπών απέναντι. Η σορός του παρέμεινε εκεί επί δύο μέρες μέχρι να έρθουν σε συνεννόηση οι δύο πλευρές ώστε να επιτραπεί στους συγγενείς του να πάνε να την περισυλλέξουν.

Με την υπογραφή της συνθήκης της Κωνσταντινούπολης (10 Οκτ. 1913) αναγνωρίζεται από τους Βουλγάρους η κυριαρχία των Τούρκων στην Ανατολική θράκη (Ανατολικά του ποταμού Έβρου) και μπαίνει οριστικά τέλος στο αυτόνομο κράτος.

Ξανά απογοήτευση για τους Έλληνες της Θράκης. Αυτή τη φορά την εγκαταλείπουν μαζικά. Αναφέρεται ότι 70.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να μετακινηθούν προς περιοχές της ελεύθερης Ελλάδας, προκειμένου να αποφύγουν τον εκβουλγαρισμό. Σύμφωνα και πάλι με τον Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο: "Ολόκληρος σχεδόν ο Ελληνικός πληθυσμός της Δυτικής Θράκης, περίπου 70.000 κάτοικοι Υποχρεώθηκε στα 1913-1914 να μεταναστεύσει κυρίως στην ελληνική Μακεδονία και μερικά στην παλαιά Ελλάδα"[7] (σελ.296).

Τη συγκεκριμένη περίοδο πράγματι, όπως προκύπτει από αφηγήσεις παλαιοτέρων που έζησαν τα γεγονότα, οι κάτοικοι του χωριού Μάνδρα το εγκατέλειψαν και πήγαν στο Γαλαξίδι, όπου και παρέμειναν κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες μέχρι και λίγο μετά το τέλος τουΑ΄ Παγκοσμίου πολέμου (Αυγ. 1914 – Νοε. 1918). Μόνο ένας κάτοικος έμεινε στο χωριό παρ’ όλο που έφυγε η σύζυγος μαζί με τα παιδιά του. (Τον βρήκαν ξαναπαντρεμένο όταν επέστρεψαν).

Με τη συνθήκη του Νεϊγύ που υπογράφηκε στις 27 Νοεμβρίου 1919 μεταξύ της Βουλγαρίας και των νικητριών δυνάμεων του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, και συγκεκριμένα με τις Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ και Ιταλία, ως "Προέχουσες Δυνάμεις", η Βουλγαρία παραιτήθηκε υπέρ των "Προεχουσών Δυνάμεων" από τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της δυτικής Θράκης, με την υποχρέωση να αναγνωρίσει εκ των προτέρων τις μεταγενέστερες αποφάσεις των Δυνάμεων περί αυτής. (Να περιέλθει στην κυριότητα της Ελλάδας)

Όπως προαναφέρθηκε όμως οι Έλληνες είχαν εγκαταλείψει τη Θράκη από το 1913. "Για τον λόγο αυτό ο διοικητής των στρατευμάτων της Αντάντ, του τότε ΝΑΤΟ ας πούμε, έστειλε τον στρατηγό Σαρπύ με ένα σύνταγμα Γαλλικού στρατού προκειμένου να δημιουργήσει το κλίμα επαναφοράς του Ελληνικού πληθυσμού στη περιοχή, για να αναλάβει τη διοίκηση." (Εφημερίδα "Χρόνος" 12.05.2012) Γεγονός που δικαιολογεί την ύπαρξη του τοπωνυμίου "Φράγγα" δυτικά του χωριού.
Σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιοτέρων στη συγκεκριμένη περιοχή είχαν στρατοπεδεύσει Γαλλικά στρατεύματα.

Πληθυσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πληθυσμός του χωριού κατά την απογραφή του 1928 ανέρχονταν σε 467 κατοίκους.Γρηγορίου Στεφάνου, "Πλήρες Γεωγραφικόν λεξικόν της Ελλάδος"[8](σελ. 278). , «ΜΑΝΔΡΑ. Κοιν. Επαρ. Διδυμοτείχου, Νομού Έβρου, με έδραν το ομών. Χωρίον Κατ. 467. Έχει Δημ. σχ., τηλ. Και απέχει του Διδυμοτείχου 4 ώρας.»
Κατά την απογραφή του 2001 είχε 191 κατοίκους, του 2011 150 και του 2021 125.
Ο πληθυσμός δυστυχώς φθίνει, όπως δείχνουν και οι αριθμοί, με αποτέλεσμα το δημοτικό σχολείο να μή λειτουργεί απο το 1987.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

1.Κωνσταντίνου Α. Βακαλόπουλου, Ιστορία του βορείου Ελληνισμού ΘΡΑΚΗ, Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη Α.Ε. Θεσσαλονίκη 1996, 2000, ISBN 960-343-346-2

2.Διδακτορική διατριβή Ευστρατίου Χ. Ζεγγίνη "Ο Μπεκτασισμός στη Δ. Θράκη". http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/0847#page/1/mode/1up

3.Vatan Özgül "16. Yüzyil öncesinde dimetoka, kizil deli ve balabanlilar"

https://web.archive.org/web/20170824003901/http://www.hbvdergisi.gazi.edu.tr/index.php/TKHBVD/article/view/1129/1118

4.Γρηγορίου Στεφάνου, "Πλήρες Γεωγραφικόν λεξικόν της Ελλάδος"

5.Εφημερίδα "Χρόνος" 12.05.2012

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Vatan, Özgül (2010). «DIDYMOTEICHO, KIZILDELI AND BALABANS BEFORE 16. CENTURY (Sayı 53)». Türk Kültürü ve Hacı Bektaş Velî Araştırma Dergisi. σελ. 304. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιαν. 2014. Ανακτήθηκε στις 18 Απρ. 2020. 
  2. Vatan, Özgül (2010). «DIDYMOTEICHO, KIZILDELI AND BALABANS BEFORE 16. CENTURY (Sayı 53)». Türk Kültürü ve Hacı Bektaş Velî Araştırma Dergisi. σελ. 311. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιαν. 2014. Ανακτήθηκε στις 18 Απρ. 2020. 
  3. Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος (1996). Ιστορία του βορείου Ελληνισμού ΘΡΑΚΗ. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη Α.Ε. σελ. 493. ISBN 960-343-346-2. 
  4. ΖΕΓΚΙΝΗΣ, ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ (1985). «Ο ΜΠΕΚΤΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗ Δ. ΘΡΑΚΗ. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΣΕΩΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ». Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών. σελ. 97. Ανακτήθηκε στις 18 Απρ. 2020. 
  5. Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος (1996). Ιστορία του βορείου Ελληνισμού ΘΡΑΚΗ. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη Α.Ε. σελ. 293. ISBN 960-343-346-2. 
  6. Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος (1996). Ιστορία του βορείου Ελληνισμού ΘΡΑΚΗ. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη Α.Ε. σελ. 71. ISBN 960-343-346-2. 
  7. Βακαλόπουλος, Κωνσταντίνος (1996). Ιστορία του βορείου Ελληνισμού ΘΡΑΚΗ. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη Α.Ε. σελ. 296. ISBN 960-343-346-2. 
  8. Γρηγόριος, Στεφάνου (1937). «Πλήρες Γεωγραφικόν λεξικόν της Ελλάδος». ΑΝΕΜΗ ΨΗΦΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. Ανακτήθηκε στις 20 Απρ. 2020.