Κωνσταντίνος Κυριακίδης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Κυριακίδης
Γέννηση1881
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος1942
Αθήνα
Ιδιότητααρχιτέκτονας

Ο Κωνσταντίνος Κυριακίδης (Κωνσταντινούπολη, 1881-1942) ήταν Έλληνας αρχιτέκτονας.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στη Χαλκηδόνα της Κωνσταντινούπολης, μέλος εύπορης οικογένειας της εκεί ομογένειας.

Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Ζωγράφειο Γυμνάσιο και συνέχισε στο Γαλλικό Λύκειο Faure της Κωνσταντινούπολης. Ακολούθως, ενεγράφη στην Αυτοκρατορική Σχολή Καλών Τεχνών της ίδιας πόλης όπου και σπούδασε αρχιτεκτονική από το 1896-1901.

Μετά το τέλος των σπουδών του ο Κυριακίδης μετέβη στο Παρίσι, όπου πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στην ecole speciale d'architecture για ένα έτος. Ήταν ευρυμαθής καθώς μιλούσε τέσσερις γλώσσες, ζωγράφιζε κυρίως ακουαρέλες και ήταν άριστος σχεδιαστής, χρησιμοποιώντας με την ίδια σχεδόν δεξιοτεχνία και τα δύο χέρια.

Διέμεινε έως το 1925 στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα την περίοδο 1901-1925 ως ελεύθερος επαγγελματίας. Στη συνέχεια, οι πολιτικές εξελίξεις τον κατέστησαν πρόσφυγα στην Αθήνα το 1926 σε ηλικία 45 ετών.

Από το 1926 μέχρι την κήρυξη του Β' Παγκόσμιου πολέμου εργάστηκε στην Αθήνα ως ελεύθερος επαγγελματίας και γίνεται μέλος του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος με αριθμό μητρώου 615 5. Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ο Κυριακίδης παρέμεινε επί μακρόν στα κρατητήρια της Γκεστάπο. Οι κακουχίες που υπέστη στη διάρκεια της κράτησής του συνέβαλαν στην επίσπευση του θανάτου του, που επήλθε το 1942.

Το έργο του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κωνσταντινούπολη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Α' Βραβείο στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό με θέμα τον κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό της Κωνσταντινούπολης. Λαμβάνει μέρος κατά τη διάρκεια των σπουδών του μαζί με τον παλαιό συμφοιτητή του και μετέπειτα συνεργάτη του, Αλέξανδρο Γενιντουνιά, στην Κωνσταντινούπολη.
  • Πολυκατοικίες π.χ. κτήριο ιδιοκτησίας Φρέι στη γειτονιά Τουνέλ της Κωνσταντινούπολης, που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το κτήριο βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Ισκεντέρ, Μπουγιούκ Χεντέκ και Οκσού Μουσά. Κατασκευάστηκε την περίοδο 1905-1906 και ανήκε στον πλούσιο Μαρωνίτη Σελίμ Χάνα Φρέι. Η πολυκατοικία Φρέι έχει κάτοψη κανονικού τραπεζοειδούς σχήματος και έντονη πλαστική συγκρότηση των όγκων της, στους οποίους κυριαρχούν κατασκευαστικές προεξοχές. Με τη χρήση αυτών των μέσων, ο αρχιτέκτων επιτυγχάνει να προσδώσει πλαστικότητα σε ένα κατά τα άλλα μονολιθικό κτήριο. Το αποτέλεσμα κρίνεται ως εξαιρετικά εκλεπτυσμένο. Σύμφωνα με τον Μουσταφά Σεζάρ, η πολυκατοικία Φρέι είναι χαρακτηριστική της ευημερίας και των υψηλών συνθηκών διαβίωσης που απολάμβανε η χριστιανική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης στα τέλη του 19ου και αρχές 20ού αιώνα.

Αθήνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μέγαρο Λυκιαρδόπουλου, Έτος κατασκευής 1926, Αμαλίας 36, Αθήνα.[1] Συμμετοχή σε κλειστό διαγωνισμό το 1926 με προσωπική πρωτοβουλία 8 μέρες πριν την εκπνοή της προθεσμίας του Διαγωνισμού που διοργάνωσε ο Νικόλαος Δ. Λυκιαρδόπουλος με σκοπό την ανοικοδόμηση του ιδιόκτητου ακινήτου στη γωνία της λεωφόρου Βασ. Αμαλίας και της οδού Σπύρου Τσαγκάρη. Το αποτέλεσμα ήταν να αναλάβει εκείνος την εκπόνηση της νέας οικοδομής που δόθηκε το 1929. Η εξωτερική μορφή που παραπέμπει σε έναν εκλεκτικισμό με έντονα τα στοιχεία της δωρικής ρυθμολογικής έκφρασης. Η κάτοψη εμφανίζει μία άνεση σε χώρους και εξυπηρετήσεις, με περίτεχνες διακοσμήσεις, εσωτερικούς ιωνικούς κίονες, επιβλητικά ταβάνια και προσεγμένες κατασκευαστικές λεπτομέρειες, αναφορικά με τη διαμόρφωση των κουφωμάτων, των πατωμάτων και των άλλων στοιχείων κτηριακής διάρθρωσης.
  • Εκπόνηση της μελέτης του Μπενάκειου Διδακτηρίου, κεντρικών γραφείων του Ελληνο-Αμερικανικού Κολλεγίου Αθηνών το 1927, συναγωνιζόμενος τον Τζ. Στιούαρτ-Τόμσον, αρχιτέκτονα της Γενναδείου Βιβλιοθήκης. Σ' αυτή τη μελέτη θα συνεργαστεί με τους πολιτικούς μηχανικούς Κ. Σγούτα και Γ. Σούλη (Αντιπρόεδρος του Τ.Ε.Ε. κατά τη διετία 1927-1929). Η κάτοψη θυμίζει κτιριολογική οργάνωση που απαντά στην "αθηναϊκή τριλογία" της οδού Πανεπιστημίου, ενώ η συγκρότηση των προσόψεων παραπέμπει σε μια καθαρά δωρικού τύπου εκλεκτιστική αντιμετώπιση του προβλήματος της έκφρασης. Μια επίλυση που στηρίζεται στην ανάδειξη του ισχυρού πρόπυλου της εισόδου και στην προβολή του σε ένα σχετικά απλοποιημένο φόντο πρόσοψης.

Επίσης κύριος τομέας ασχολίας του ήταν οι πολυκατοικίες εύπορων οικογενειών για ιδιοκατοίκηση και ταυτόχρονα επένδυση, συνέβαλε έτσι καθοριστικά στη διαμόρφωση της περίφημης αθηναϊκής πολυκατοικίας του Μεσοπολέμου:

  • Πολυκατοικία στη γωνία των οδών Πλουτάρχου 3 και Υψηλάντου, 1933. Κτήριο ιδιοκτησίας Μαυρομμάτη, συνιστά ένα ακόμη χαρακτηριστικό δείγμα εκλεκτιστικής αρχιτεκτονικής της Αθήνας του μεσοπολέμου. Το κτήριο αποτελείται από έξι στάθμες: το υπόγειο, ισόγειο και τέσσερεις ορόφους. Σε μορφολογικούς όρους συνιστά ανάμειξη τάσεων μοντερνισμού και εκλεκτικισμού. Ο μοντερνισμός γίνεται φανερός στην ογκοπλαστική συγκρότηση της γωνίας του κτηρίου, που παραπέμπει σε μορφές ρώσικου κονστρουκτιβισμού και συγκεκριμένα στο κτήριο που σχεδίασε ο αρχιτέκτων Ι.Γκολόσοφ στη Μόσχα, γνωστό ως "Zuyev Club". Αντίστοιχα ο εκλεκτικισμός γίνεται σαφής στη συγκρότηση της βάσης του κτηρίου, που έχει διαρθρωθεί κατά το ύστερο κλασικιστικό πρότυπο, αλλά και στο σύνολο του διακοσμητικού λεξιλογίου που έχει χρησιμοποιηθεί. Αλλά, σε τελική ανάλυση η αίσθηση που κυριαρχεί είναι αυτή του εκλεκτισμού, με την εμφανή διάκριση του κτηρίου, κατά την κατακόρυφη έννοια, σε βάση, κορμό και στέψη. Αξιοπρόσεκτα στοιχεία της εξωτερικής συγκρότησης αποτελούν η διαμόρφωση της γωνίας σε διατομή τεταρτοκυκλίου που καταλαμβάνει σε ύψος τους τρεις πρώτους ορόφους του κτηρίου, τα δύο κατακόρυφα έρκερ που αναπτύσσονται σε ύψος πέντε σταθμών, των τεσσάρων ορόφων και του δώματος επί της οδού Πλουτάρχου και τα δύο κατακόρυφα έρκερ που αναπτύσσονται στο ύψος των τεσσάρων ορόφων επί της Υψηλάντου. Πρόσθετα διακοσμητικά στοιχεία αποτελούν οι ένθετοι ρόδακες σε όλες τις στάθμες και των τεσσάρων έρκερ των δύο προσόψεων.
  • Πολυκατοικία Ηρ. Κυριακόπουλου στην οδό Ασκληπιού 19, 1934. Είναι από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα τρέχουσας εκλεκτιστικής αρχιτεκτονικής έκφρασης της μεσοπολεμικής Αθήνας και από τα αντιπροσωπευτικότερα της εργασίας του Κυριακίδη. Το κτήριο αποτελείται από πέντε στάθμες: ισόγειο, τρεις ορόφους και ρετιρέ. Η μορφολογική αίσθηση που δημιουργείται είναι αυτή της στιβαρότητας. Στη συνθετική δομή κατά την κατακόρυφη έννοια εκφράζεται το κλασικό πρότυπο αισθητικής διάρθρωσης΄διακρίνονται και σε αυτή την περίπτωση με σαφήνεια τα στοιχεία της βάσης, του κορμού και της στέψης. Η βάση διαμορφώνονται με ιδιαίτερα τονισμένες οριζόντιες γραμμές στο επίχρισμα ισογείου. Ο κορμός, αποτελούμενος από τους τρεις τυπικούς ορόφους, ενοποιείται μέσα άπό τα κατακόρυφα στοιχεία των έρκερ και εικονογραφείται με ισόδομη ψευδοπλινθοδομή στο επίχρισμα των τριών ορόφων. Τέλος, η στέψη τονίζεται από τις δύο ξύλινες πέργκολες που βρίσκονται στη στάθμη του ρετιρέ. Πρόσθετα διακοσμητικά στοιχεία αποτελούν οι μεγάλοι ρόδακες που βρίσκονται σε κάθε στάθμη των έρκερ και οι μικρότεροι του ρετιρέ, διατεταγμένοι κατά την οριζόντια έννοια.
  • Πρόταση σε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό του Ε.Ο.Τ. για τον εξωραϊσμό του Λυκαβηττού, 1936-1938, συμπεριελάμβανε ανοικοδόμηση νεοβυζαντινού εκλεκτικισμού ναού με ιδιαίτερα μνημειακό ύφος. Το τεράστιο ναοδομικό συγκρότημα που σχεδιάζει αποσκοπεί στη δημιουργία ενός δεύτερου πόλου στο αστικό τοπίο της Αθήνας με βυζαντινές μνήμες, που θα συμπληρώσει την αρχαιοελληνική έκφραση του βράχου της Ακρόπολης.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 12 Έλληνες Αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου, Ελένη Φεσσα-Εμμανουήλ/ Εμμανουήλ Β. Μαρμαράς. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. ISBN 960-524-209-5
  • Μεσοπόλεμος, Κείμενα για την Αρχιτεκτονική, Νικ. Θ. Χολέβας, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Σπουδαστήριο Αρχιτεκτονικής Μορφολογίας και Ρυθμολογίας. Αθήνα 1996

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Εσύ ξέρεις την ιστορία του Μεγάρου Λυκιαρδόπουλου;». Athens Voice. Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2021.