Κυβέρνηση Γεωργίου Κονδύλη 1935

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δεύτερη κυβέρνηση Κονδύλη
Βασιλευομένη Δημοκρατία
Ημερομηνία σχηματισμού10 Οκτωβρίου 1935
Ημερομηνία διάλυσης30 Νοεμβρίου 1935
Πρόσωπα και δομές
Αρχηγός ΚράτουςΑντιβασιλέας, Γεώργιος Κονδύλης
Πρόεδρος ΚυβέρνησηςΓεώργιος Κονδύλης
Αντιπρόεδρος ΚυβέρνησηςΙωάννης Θεοτόκης
Συνολικός αριθμός Μελών24
Συμμετέχοντα κόμματαΒασιλόφρονες
Κατάσταση στο νομοθετικό σώμακυβέρνηση νομιμοποιημένη από την Ε' Εθνοσυνέλευση
Αξιωματική Αντιπολίτευσηδεν υπήρχε
Ιστορία
Θητεία νομοθετικού σώματος1η Ιουλίου 1935 - 27 Δεκεμβρίου 1935 (Ε' Εθνική Συνέλευση)
ΠροηγούμενηΚυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη 1933
ΔιάδοχηΚυβέρνηση Κωνσταντίνου Δεμερτζή 1935

Η Κυβέρνηση Γεωργίου Κονδύλη 1935 (Οκτώβριος - Νοέμβριος 1935) προέκυψε μετά το Κίνημα Κονδύλη 10ης Οκτωβρίου 1935 που έριξε την Κυβέρνηση Τσαλδάρη.

Το ζήτημα της αλλαγής του πολιτεύματος - από αβασίλευτη Δημοκρατία σε βασιλευομένη - είχε γίνει αγκάθι για τις σχέσεις των μελών της κυβέρνησης Τσαλδάρη. Ενώ οι βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος και ο ίδιος ο πρωθυπουργός είχαν αποφασίσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη λύση του πολιτειακού, οι συνεργαζόμενοι βουλευτές του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κόμματος, του Κόμματος Ελευθεροφρόνων, αλλά και ανεξάρτητοι βασιλόφρονες βουλευτές καθώς και τμήμα των αξιωματικών του Στρατού ζητούσαν την αλλαγή του πολιτεύματος, κατ' αρχήν με ψήφισμα της Εθνοσυνέλευσης και κατόπιν με επικυρωτικό ή μη δημοψήφισμα στο οποίο θα αποφαινόταν τελεσίδικα ο λαός (όπως είχε γίνει και με την προηγούμενη μεταβολή του πολιτεύματος από Βασιλευομένη σε Αβασίλευτη Δημοκρατία).

Όταν επιβεβαιώθηκε ότι ο πρωθυπουργός Τσαλδάρης δε θα προχωρούσε σε ψήφισμα της Εθνοσυνέλευσης, αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων άρχισαν να επεξεργάζονται δυναμικότερες λύσεις.[1] Το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1935, ο πρωθυπουργός δέχτηκε στο σπίτι του στην Κηφισιά τους αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, οι οποίοι ζήτησαν την παραίτηση της κυβέρνησής του. Συγκεκριμένα, ο υποστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, διοικητής του Α' Σώματος Στρατού, ο υποναύαρχος Οικονόμου, αρχηγός του Ναυτικού Επιτελείου, και ο πτέραρχος Ρέππας, Διοικητής της Αεροπορίας, ως μέλη της «Επαναστατικής Επιτροπής», ζήτησαν την απομάκρυνση της κυβέρνησης λόγω ανικανότητας να χειρισθεί το πολιτειακό. Ο Τσαλδάρης συγκάλεσε εκτάκτως υπουργικό συμβούλιο και, με τη σύμφωνη γνώμη των υπουργών, η κυβέρνηση παραιτήθηκε.

ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ

ΠΕΡΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
Οι εκπροσωπούντες τας Στρατιωτικάς, Ναυτικάς, και Αεροπορικάς Δυνάμεις της Χώρας, αισθανόμενοι πλέον καθαρώς τους κινδύνους της αναρχίας κρούοντες την θύραν του Έθνους ημών, εθεώρησαν ιερό καθήκον να επέμβουν δια την λύσιν της ολεθρίας καταστάσεως.

Προς τούτο διώρισαν Επαναστατικήν Επιτροπήν εκ των Στρατηγού Παπάγου, Ναυάρχου Οικονόμου και Στρατηγού της Αεροπορίας Ρέππα, ήτις επισκεφθείσα τον Πρωθυπουργόν κ. Π. Τσαλδάρη εζήτησε την παραίτησιν της Κυβερνήσεως.

Ο κ. Πρωθυπουργός συγκαλέσας Υπουργικόν Συμβούλιον έλαβε την απόφασιν να συμμορφωθή προς την σύστασιν και ανακοινώση ημίν ότι παραιτείται.

Η Επαναστατική Επιτροπή μετά τούτο θα υποδείξη την νέαν Κυβέρνησιν η οποία θα ορκισθή ενώπιον της Εθνοσυνελεύσεως απόψε.

Εν Αθήναις τη 10η Οκτωβρίου 1935
Η Επαναστατική Επιτροπή
ΠΑΠΑΓΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΡΕΠΠΑΣ[2]

Στη συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης, την ίδια ημέρα, ορκίστηκε η κυβέρνηση του Γεωργίου Κονδύλη. Επίσης, η Ε' Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων, ψήφισε την κατάργηση της Αβασίλευτης Δημοκρατίας, επικύρωσε την απόφαση για διενέργεια δημοψηφίσματος στις 3 Νοεμβρίου 1935, εξουσιοδότησε τον Πρωθυπουργό Γ. Κονδύλη να ασκεί τη βασιλική εξουσία ως Αντιβασιλέας, επανέφερε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1911 (προσωρινά, και μέχρι να ψηφιστεί νέο Σύνταγμα). [3] Η επόμενη κίνηση της νέας κυβέρνησης ήταν η επιβολή Στρατιωτικού Νόμου, με την ενεργοποίηση του νόμου ΔΞΘ΄ «περί καταστάσεως πολιορκίας καθ' άπασαν την Επικράτειαν» [4]

Στις 23 Οκτωβρίου 1935, δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ Α 489/ 1935) ο Αναγκαστικός Νόμος «περί εκτοπίσεως ατόμων αποπειρωμένων να προκαλέσωσι διατάραξη της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας και της ησυχίας της Χώρας», με τον οποίο άνοιξε ο δρόμος για τη δημιουργία τόπων εξορίας των αντιφρονούντων (κυρίως κομμουνιστών) τις επόμενες δεκαετίες. Αρμόδιοι υπουργοί για την εκτέλεση του νόμου αυτού, καθίσταντο οι υπουργοί Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, οι οποίοι είτε ύστερα από πρόταση της Αστυνομίας είτε αυτεπαγγέλτως και έπειτα από κοινή απόφαση, μπορούσαν να εκτοπίσουν κάθε άτομο το οποίο είτε δια λόγου είτε δια έργου είτε δια εικόνων ή και με οποιονδήποτε άλλον τρόπο αποσκοπούσε στο να προκαλέσει τη διατάραξη της δημόσιας τάξεως ή την προτροπή των πολιτών σε εξέγερση κατά των νόμων και του ίδιου του Κράτους. Οι αποφάσεις στέλνονταν από τα αρμόδια υπουργεία στις κατά τόπους αστυνομικές αρχές και εκτελούνταν αμέσως, χωρίς να προβλέπεται οποιοδήποτε ένδικο μέσο εναντίον τους.

Στις 3 Νοεμβρίου 1935, με το εξωπραγματικό ποσοστό του 97,8% υπέρ της παλινόρθωσης, η Δεύτερη Ελληνική Δημοκρατία ανήκε και τυπικά πλέον στο παρελθόν.[5]

Ο Γ. Κονδύλης και ο Βασιλιάς Γεώργιος Β΄, την ημέρα άφιξης του τελευταίου στην Ελλάδα (25 Νοεμβρίου 1935).

Στις 25 Νοεμβρίου 1935, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ και ο διάδοχος Παύλος, καθώς και αρκετά μέλη της βασιλικής οικογένειας αποβιβάζονται στο Φάληρο, όπου γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό. Την ίδια ημέρα, δημοσιεύεται το πρώτο - ύστερα από δώδεκα χρόνια - διάγγελμά του, στο οποίο εκφράζει εκτός από την ικανοποίησή του για την επιστροφή του στο θρόνο και την πεποίθηση ότι, υπό τη Βασιλεία του, η Ελλάδα θα γνωρίσει και πάλι ένδοξες στιγμές. [6]

Σύνθεση υπουργικού συμβουλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[7]

- αντικαταστάθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1935 από τον Γεώργιο Ράλλη

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «...Από την πλευρά του, ο Κονδύλης ήταν αποφασισμένος να επισπεύσει την επιστροφή του βασιλιά, χωρίς καν την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία. Βλέποντας την άρνηση του Τσαλδάρη να συναινέσει στα αιτήματα των φιλομοναρχικών για επαναφορά της βασιλείας μέσω ψηφίσματος της Εθνοσυνέλευσης και λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, αλλά και του φόβου ότι η έντιμη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, με τη συμμετοχή και των δημοκρατικών, ίσως ματαίωνε τα σχέδιά τους, οι Ένοπλες Δυνάμεις, που ήταν πιστές στον Κονδύλη, πήραν την κατάσταση στα χέρια τους...»Δημήτριος Ντούρος: «Η πτώση της Δεύτερης Ελληνικής Δημοκρατίας και η παλινόρθωση του Γεωργίου Β΄ (1935)», περιοδικό "Βαλκανικά Σύμμεικτα", τεύχος 18, 2017, σελ.67
  2. ΦΕΚ Α452/ 1935[1]
  3. ΦΕΚ Α456 /1935
  4. ΦΕΚ Α453/ 1935
  5. https://www.kathimerini.gr/1015214/article/epikairothta/ellada/100-xronia-k-istorika-prwtoselida---to-dhmoyhfisma-toy-1935
  6. ΦΕΚ Α 602/ 1935
  7. «Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης» http://www.ggk.gov.gr/?p=1006
  8. Σύμφωνα, με το ΦΕΚ Α458 /1935, ο Κονδύλης αναλάμβανε αρχηγός κράτους στο όνομα του Βασιλιά, και ο αντιπρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου, Ιωάννης Θεοτόκης αναλάμβανε αρχηγός της εκτελεστικής εξουσίας.
  9. Το υφυπουργείο που θα είχε την ευθύνη της Αγορανομίας, συστάθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1935 (ΦΕΚ Α 463 /1935)
  10. Το Υπουργείο ιδρύθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1935 (ΦΕΚ Α465/1935)ενώ το ρυθμιστικό πλαίσιο της λειτουργίας του δημοσιεύτηκε στις 18 Νοεμβρίου 1935 (ΦΕΚ Α559/ 1935)
  11. Η «Γενική Διοίκηση νήσων Αρχιπελάγους», περιλάμβανε τα νησιά Λέσβο, Χίο και Σάμο, και δημιουργήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1935 (ΦΕΚ Α463/ 1935)