Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες προσπάθειες θεσμοθέτησης μιας ετήσιας εικαστικής έκθεσης τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα (1896-1899).

Η Α' «Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών» (1896)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1896 πραγματοποιήθηκε η Α' «Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών», σχεδιασμένη από επιτροπή φιλοτέχνων αποτελούμενη από τους Βίκτωρα Δούσμανη, Πέτρο Κανάκη, Θεόδωρο Βελλιανίτη και Αριστομένη Βαλέττα. Μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει η επιτροπή, σύμφωνα με τα όσα ισχυριζόταν σε συνέντευξή του ο Θεόδωρος Βελλιανίτης που ήταν και η ψυχή της διοργάνωσης, ήταν να πεισθούν οι «απογοητευμένοι» Έλληνες καλλιτέχνες να συμμετάσχουν.[1] Στις ανακοινώσεις της η επιτροπή διατύπωνε την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός σταθερού εκθεσιακού καλλιτεχνικού κέντρου στην Αθήνα και συνόψιζε σειρά στόχων που εκτείνονταν από την καθιέρωση ευνοϊκότερων συνθηκών για την καλλιτεχνική δημιουργία μέχρι την προβολή των καλλιτεχνών, τη διείσδυση της τέχνης στο ευρύ κοινό και την τόνωση της περιορισμένης έως ανύπαρκτης αγοράς έργων τέχνης. Η έκθεση εγκαινιάστηκε στις 7 Απριλίου 1896 στο Ζάππειο Μέγαρο μετά τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων, και διήρκησε μέχρι τις 12 Μαΐου. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες καλλιτέχνες ήταν οι Νικηφόρος Λύτρας, Γεώργιος Ιακωβίδης, Θεόδωρος Ράλλης, Άγγελος Γιαλλινάς, Κωνσταντίνος Βολανάκης, Οδυσσέας Φωκάς, Βικέντιος Μποκατσιάμπης, Γεώργιος Χατζόπουλος, Παύλος Μαθιόπουλος, Δημήτριος Γαλάνης, Γεώργιος Βρούτος, Θωμάς Θωμόπουλος, Γεώργιος Ξενάκης, κ.ά. Η επιτυχία υπήρξε απροσδόκητη τόσο από πλευράς επισκεπτών, προβολής και κάλυψης από τον Τύπο όσο και πωλήσεων έργων, οι οποίες ξεπέρασαν τις 40.000 δραχμές, ενώ πολλές ήταν οι παραγγελίες που εξασφάλισαν διάφοροι ζωγράφοι. Η έκθεση, η οποία αποτελούσε, σύμφωνα με τον Παύλο Νιρβάνα, έναν «ιστορικό[2]» σταθμό για την τέχνη του νεότερου ελληνικού κράτους, είχε καταφέρει να επιτύχει τις δύο βασικές προτεραιότητες των διοργανωτών της: οικονομική και ηθική ενίσχυση των καλλιτεχνών, δυνατότητα αισθητικής καλλιέργειας του κοινού.

Η Β' «Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών» (1898)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επόμενη διοργάνωση ανακοινώθηκε για τον Μάρτιο του 1897, όμως η επανάσταση της Κρήτης και ο ατυχής ελληνοτουρκικός πόλεμος, οδήγησε στην αναβολή της. Η συνέχιση της «Καλλιτεχνικής Εκθέσεως Αθηνών» τις επόμενες χρονιές (1898, 1899) καταδείκνυε τη σοβαρότητα του εγχειρήματος, επιτείνοντας το αισιόδοξο κλίμα και, παρά τις αιτιάσεις ορισμένων καλλιτεχνών, χρονιά με τη χρονιά, οι συμμετοχές εμφανίζονταν αυξημένες, το ίδιο και ο αριθμός των έργων, με την επιτροπή να εστιάζει όχι μόνο στην ποσότητα αλλά πρωτίστως στην ποιότητα.

Η Β' «Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών» (5 Απριλίου-7 Μαΐου 1898, Ζάππειο Μέγαρο) γνώρισε, επίσης, μεγάλη επιτυχία από πλευράς επισκεπτών και προβολής, αν και εκφράστηκαν αρνητικά σχόλια για την παρουσία αρκετών ερασιτεχνών. Πουλήθηκαν 39 έργα συνολικής αξίας 39.000 δραχμών. Από την έκθεση απουσίαζε η γλυπτική, ενώ ανάμεσα στους συμμετέχοντες ζωγράφους ήταν οι Νικόλαος Γύζης, Γεώργιος Ιακωβίδης, Θεόδωρος Ράλλης, Περικλής Τσιριγώτης, Οδυσσέας Φωκάς, Άγγελος Γιαλλινάς, Βικέντιος Μποκατσιάμπης, Γεώργιος Ροϊλός, Παύλος Μαθιόπουλος, Εμμανουήλ Λαμπάκης, Βύρων Κοντόπουλος, Δημήτριος Γερανιώτης, Αιμίλιος Προσαλέντης, Βασίλειος Χατζής, Ιωάννης Οικονόμου, Γεώργιος Οικονόμου, Σπυρίδων Βικάτος, Νικόλαος Βώκος, Θάλεια Φλωρά, κ.ά. Από θεματική άποψη στις ζωγραφικές συνθέσεις κυριαρχούσαν οι νεκρές φύσεις, τα τοπία, οι προσωπογραφίες και οι ηθογραφίες.

Η Γ' «Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών» (1899)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Γ' «Καλλιτεχνική Έκθεσιν Αθηνών» (27 Μαρτίου-25 Απριλίου 1899, Ζάππειο Μέγαρο[3]) συμμετείχαν, σύμφωνα με τον κατάλογο που τυπώθηκε, 60 καλλιτέχνες, παρουσιάζοντας συνολικά 167 έργα εκ των οποίων τα 156 ήταν ζωγραφικές συνθέσεις και τα 11 συνθέσεις γλυπτικής και πλαστικής. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης προστέθηκαν και άλλοι καλλιτέχνες και έργα. Σημαντική ήταν η παρουσία των Ελλήνων καλλιτεχνών που ζούσαν στο εξωτερικό αλλά και των νέων, απόφοιτων της Καλλιτεχνικής Σχολής του Πολυτεχνείου, ενώ οι διοργανωτές είχαν επιδείξει εξαιρετική αυστηρότητα στην επιλογή περιορίζοντας στο ελάχιστο τους ερασιτέχνες. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες ήταν οι Νικόλαος Γύζης, Θεόδωρος Ράλλης, Συμεών Σαββίδης, Περικλής Τσιριγώτης, Πολυχρόνης Λεμπέσης, Γεώργιος Ροϊλός, Οδυσσέας Φωκάς, Άγγελος Γιαλλινάς, Βικέντιος Λάντσας, Βικέντιος Μποκατσιάμπης, Δημήτριος Γερανιώτης, Αλέξανδρος Καλούδης, Εμμανουήλ Λαμπάκης, Φρίξος Αριστέας, Σπυρίδων Βικάτος, Εμμανουήλ Ζαΐρης, Βύρων Κοντόπουλος, Ιωάννης Οικονόμου, Βασίλειος Χατζής, Στέφανος Λάντσας, Παύλος Μαθιόπουλος, Αιμίλιος Προσαλέντης, Νικόλαος Οθωναίος, Θάλεια Φλωρά, Σοφία Λασκαρίδου, Γεώργιος Βρούτος, Θωμάς Θωμόπουλος, Γεώργιος Μπονάνος, Λάζαρος Σώχος, κ.ά. Η επιτυχία της έκθεσης, όπως και στις προηγούμενες διοργανώσεις, υπήρξε αξιοσημείωτη με τους χώρους της να συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών, ανάμεσα στους οποίους μέλη της βασιλικής οικογένειας, πολιτικούς, φιλότεχνους, επιφανείς προσωπικότητες της κοινωνικής, πνευματικής και οικονομικής αθηναϊκής ζωής αλλά και απλό κόσμο. Από εμπορική άποψη, η έκθεση κινήθηκε σε ικανοποιητικά πλαίσια με τις εισπράξεις από τις πωλήσεις έργων να φτάνουν τις 27.000 δραχμές, αν και καταγραφόταν μια μικρή κάμψη σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές.

Η επιτυχημένη πορεία της «Καλλιτεχνικής Εκθέσεως Αθηνών» που είχε αρχίσει να καθιερώνεται ως θεσμός, διακόπηκε με την παρέμβαση της Επιτροπής των Ολυμπίων που διαχειριζόταν το Ζάππειο Μέγαρο, απαγορεύοντας την παραχώρησή του σε ιδιώτες, δεσμευόμενη, ταυτόχρονα, για τη θεσμοθέτηση μιας ετήσιας καλλιτεχνικής έκθεσης με πιο επίσημο χαρακτήρα. Η συγκεκριμένη ενέργεια ήταν ουσιαστικά προσπάθεια καπήλευσης και οικειοποίησης μιας ήδη καταξιωμένης, στο κοινό και τους καλλιτέχνες, διοργάνωσης. Η Επιτροπή των Ολυμπίων κατόρθωσε να πραγματοποιήσει μια μόνο έκθεση (12 Δεκεμβρίου 1899-16 Ιανουαρίου 1900) με προκριματικό χαρακτήρα για την επιλογή των έργων που θα συγκροτούσαν το ελληνικό τμήμα στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1900.

Η «Καλλιτεχνική Έκθεσις Αθηνών», αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, έθετε όχι μόνο τον ρόλο της εκθεσιακής δραστηριότητας στην καλλιτεχνική ζωή, αλλά και το αίτημα μιας επίσημης, γενικής καλλιτεχνικής έκθεσης οργανωμένης, εποπτευόμενης και οικονομικά στηριζόμενης από το κράτος. Το αίτημα αυτό θα αναδυθεί κυρίαρχο τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και θα ικανοποιηθεί με τη θέσπιση της Πανελληνίου Εκθέσεως, στην οποία η εμπλοκή του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Ε. Ε.Τ.Ε.) ήταν κρίσιμης και πρωταρχικής σημασίας.

Σημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Θεόδωρος Βελλιανίτης, «Η Καλλιτεχνική Έκθεσις. Ολόκληρος ιστορία», εφ. Εστία, 3 Μαΐου 1896.
  2. Π. (Παύλος Νιρβάνας), "Η έκθεση του Ζαππείου", περ. Τέχνη, 7, Μάιος 1899, σ. 190-191.
  3. Ο Ριπ, «Η Καλλιτεχνική Έκθεσις του Ζαππείου», εφ. Εμπρός, 29 Μαρτίου 1899, σ. 1.

Πηγές-Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Εμμανουήλ Ροΐδης, «Η εν Ελλάδι ζωγραφική. Περιήγησις εν την έκθεσιν», εφ. Ακρόπολις, 1 Ιουνίου 1896
  • Δ. Γς. (Δημήτριος Γαλάνης), «Η Καλλιτεχνική Έκθεσις (κριτική ζωγράφου)», εφ. Ακρόπολις, 7, 11 και 15 Απριλίου 1898
  • Θωμάς Θωμόπουλος, «Η Καλλιτεχνική Έκθεσις του 1899. Κρίσεις των έργων (υπό Έλληνος Καλλιτέχνου)», εφ. Ακρόπολις, 29, 30, 31 Μαρτίου και 5, 7 Απριλίου 1899
  • Ν. (Παύλος Νιρβάνας), «Η Έκθεση του Ζαππείου», περ. Τέχνη, 7, Μάιος 1899, σ. 190-191
  • Θεόδωρος Βελλιανίτης, «Η Καλλιτεχνική Έκθεσις. Ολόκληρος ιστορία», εφ. Εστία, 3 Μαΐου 1896 
  • Κώστας Μπαρούτας, Η εικαστική ζωή και η αισθητική παιδεία στην Αθήνα του 19ου αιώνα, εκδ. Σμίλη, Αθήνα 1990, σ. 132-136, 144-151, 153-157, 161-164.
  • Ιωάννης Ν. Μπόλης, Οι καλλιτεχνικές εκθέσεις. Οι καλλιτέχνες και το κοινό τους στην Αθήνα του 19ου αιώνα, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2000, σ. 208-253