Ιωάννης Ιουστινιάνης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιωάννης Ιουστινιάνη
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Giovanni Giustiniani (Ιταλικά)
Γέννηση1418
Γένοβα
Θάνατος1  Ιουνίου 1453
Χίος
Αιτία θανάτουγάγγραινα
Χώρα πολιτογράφησηςΔημοκρατία της Γένοβας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά
λατινική γλώσσα
Ελληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Οικογένεια
ΟικογένειαHouse of Giustiniani (Genoa) και House of Longo
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός
Πόλεμοι/μάχεςΆλωση της Κωνσταντινούπολης (1453)
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαπρωτοστράτωρ
στρατηγός

Ο Τζιοβάνι Τζουστινιάνι Λόγγο (Giovanni Giustiniani Longo, 14181 Ιουνίου 1453), ή εξελληνισμένα Ιωάννης Ιουστινιάνης, ήταν Γενουάτης στρατιωτικός, μέλος μίας από τις σημαντικότερες οικογένειες της Γένοβας[1], και Πρωτοστράτωρ τηγυθκωη Κωνσταντινούπολη|Κωνσταντινούπολης]] κατά την πολιορκία κι Άλωση από τους Οθωμανούς, ως επικεφαλής ενόπλου τμήματος 700 Γενουατών κι ο θανάσιμος τραυματισμός του επιτάχυνε την πτώση.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στη Χίο το 1411, όπου και έμαθε τα πρώτα του γράμματα[2]. Ο πατέρας του λεγόταν Τομάζο Μπαρτολομέο Λόγγο και καταγόταν από στη Γένοβα, όπου έφερε μερικές φορές το μικρό Τζοβάνι. Τη Χίο τότε διοικούσε ο αδερφός του Γκαλεάτσο Λόγγο και την επισκέφτηκε ο λόγιος Ιταλός δάσκαλος και συλλέκτης χειρογράφων Τζιοβάνι Αουρίσπα. Ανέπτυξε από μικρός καλές σχέσεις με τους Βυζαντινούς/Έλληνες ενώ οι Τούρκοι του προκαλούσαν αντιπάθεια. Συνέχισε τις σπουδές του στην Πάντοβα. Κατατάχθηκε νεότατος στον στρατό της Γένοβας και διακρίθηκε σε μάχες κατά των Φλωρεντινών. Επέστρεψε στη Χίο το 1432 κι έλαβε μέρος σε πολλές εκστρατείες. Σε μια απ' αυτές έφερε θριαμβευτικά τα κλειδιά της Καρύστου στη Χίο[2]. Σε ηλικία 22 ετών, διορίστηκε καστελάνος Χίου (φρούραρχος) θέση την οποία άφησε λόγω φιλονικιών με τον άλλο μετέπειτα υπερασπιστή της Κωνσταντινούπολης, τον Λεονάρδο το Χίο[2].

Δεν είναι γνωστό που και πότε συνάντησε τον Κωνσταντίνο κι έγιναν φίλοι, μια βάσιμη πιθανότητα όμως ήταν κατά το γάμο του Κωνσταντίνου στη Μυτιλήνη τον Ιούλιο του 1441 με την κόρη Γενουατών Αικατερίνη Γατελούζου.

Το 1451 ήταν φρούραρχος της Γενουατικής εμπορικής συνοικίας στην Κάφα (Θεοδοσία) της Μαύρης Θάλασσας.

Το χειμώνα του 1452-1453 είχε γυρίσει στη Γένοβα, όπου έμαθε οτι ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β ετοιμάζει επίθεση και χτίζει φρούριο στα βόρεια της Κωνσταντινούπολης για να αποκόψει τον ανεφοδιασμό της. Με προσωπική του πρωτοβουλία χρηματοδότησε και οργάνωσε εθελοντική, στρατιωτική αποστολή επικεφαλής 700 ένοπλων συμπατριωτών του σε δυο πολεμικά πλοία, προς ενίσχυση της άμυνας της Κωνσταντινούπολης. Σταμάτησε πρώτα στη Χίο, γενουατική αποικία τότε και μάζεψε όσους στρατιώτες μπορούσε. Όταν έφτασε στη βασιλεύουσα στις 26 Ιανουαρίου 1453 ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος τον δέχτηκε με χαρά κι ανακούφιση, αφού οι ένοπλοι υπερασπιστές της πόλης ήταν μόλις 4973 και 2000 ξένοι, όπως τους καταμέτρησε ο Γεώργιος Σφραντζής, απέναντι σε 200.000 που 'χε φέρει ο σουλτάνος.

Στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμέσως ο Κωνσταντίνος του ανέθεσε τον τίτλο του "Πρωτοστράτορα" και σημαντική θέση στην άμυνα της πόλης δίπλα στην Πύλη του Αγιου Ρωμανού, όπου φύλαγε ο ίδιος. Μάλιστα σύμφωνα με τον ιστορικό Δούκα, του υποσχέθηκε τη νήσο Λήμνο αν απέκρουαν την επίθεση. Ο Τζουστινιάνι με την προσωπικότητά του έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στις διαμάχες μεταξύ των στρατιωτών, ιδιαίτερα μεταξύ Βενετών και Γενουατών, γιατί όλοι παραδέχονταν τη γενναιότητά του. Οργάνωσε κατά αποφασιστικό τρόπο την άμυνα, με αποτέλεσμα να αποκρουστούν οι συνδυασμένες επελάσεις των Οθωμανών, παρ' όλη τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή τους.

Στις 18 Απριλίου απέδειξε την αξία του όταν έκαψε μια τεράστια ξύλινη "ελεόπολη" (πολιορκητικό πύργο σε τροχούς) που 'χαν φέρει μπροστά του οι Οθωμανοί σκοτώνοντας όσους ήταν μέσα του. Έτσι συνέχισε να είναι ο εμπνευστής των αμυντικών προσπαθειών και να εμψυχώνει τους υπερασπιστές ως την τελευταία μέρα.

Στις 24 Μαΐου ζήτησε από το Λουκά Νοταρά περισσότερα τηλεβόλα (πρωτόγονα κανόνια) για τα τείχη στην πύλη του Αγ.Ρωμανού, όπου γινόταν οι πιο φονικές επιθέσεις των Τούρκων. Σύμφωνα με το Σφραντζή, όταν ο Νοταράς αρνήθηκε, ο Τζουστινιάνι αντέδρασε έντονα κι η διαμάχη οδηγήθηκε σε ύβρεις, με το Γενουάτη να αποκαλεί το Νοταρά "ανωφελή, αλάστορα κι εχθρό της πατρίδας" και το Νοταρά να απαντά με "ύβρεσι ετέραις". Την επικίνδυνη κατάσταση κατεύνασε πυροσβεστικά ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος θυμίζοντας την κοινή αποστολή.

Στις 29 Μαΐου, ενώ ο Μωάμεθ Β΄ εξαπέλυσε την τελική επίθεση, ο Τζουστινιάνι τραυματίστηκε σοβαρά από βλήμα οθωμανικού πυροβολικού. Κατά άλλους αναφέρεται ότι το τραύμα προήλθε από βέλος. Ποιο ακριβώς σημείο του σώματός του χτυπήθηκε δεν είναι σίγουρο και οι πηγές (Δούκας, Κριτόβουλος, Χαλκοκονδύλης, Σφραντζής) παρουσιάζουν διαφορετικές εκδοχές, ήταν όμως σοβαρός. Μετά τον τραυματισμό του αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τις συγκρούσεις, κάτι που έριξε κατακόρυφα την ψυχολογία και αποφασιστικότητα των πολιορκημένων.

Από αναλυτές θεωρείται οτι ο Μωάμεθ Β΄ διέταξε πλήρη έφοδο ακριβώς επειδή η αποχώρηση του Ιουστινιάνη ήταν μεγάλη ευκαιρία που έπρεπε να εκμεταλλευθεί, καθώς μετά την αποχώρησή του η άμυνα των Βυζαντινών εξασθένησε σοβαρά και η μάχη κρίθηκε ουσιαστικά σε αυτό το σημείο.

Την ώρα της γενικής επίθεσης των Τούρκων, στη μία μετά τα μεσάνυχτα, ο Ιουστινιάνης διαπίστωσε το μάταιο της άμυνας της πόλης, προτρέποντας τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να διαφύγει από την πόλη, όμως ο τελευταίος δε δέχτηκε και πέθανε στη μάχη, δίνοντας τροφή σε θρύλους που συνόδευσαν την πτώση της χιλιόχρονης Βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Η εκδοχή του Μεγάλου Χρονικού και του Μπάρμπαρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάποια από τα χρονικά που αποτελούν τις σύγχρονες πηγές (όπως το Χρονικό του Γεωργίου Σφραντζή, αν κι οπως ειναι γνωστό το Μεγάλο Χρονικό του είχε αλλοιωθεί το 16ο αιώνα από το Μακάριο Μελισσηνό) τον κατακρίνουν, αναφέροντας ότι μετά τον τραυματισμό του λιποτάκτησε αφήνοντας την πόλη στην τύχη της, με τους συμπατριώτες του να τον ακολουθούν και τον Αυτοκράτορα να προσπαθεί να τον πείσει να παραμείνει, όμως η εγκυρότητα αυτής της αναφοράς αμφισβητείται λόγω της αλλοίωσης που έχει αποδειχθεί τον 20ο αιώνα. Και ο βενετός γιατρός Νικολό Μπάρμπαρο ισχτρίζεται στο χρονικό του οτι ο Τζουστινιάνι λιποτάκτησε, αλλά επίσης θεωρείται οτι ο ισχυρισμός οφείλεται μάλλον στην αντιπάθεια των Βενετών προς τους Γενουάτες, καθώς όλοι οι υπόλοιποι χρονογράφοι της Άλωσης αναφέρουν απλώς ότι τραυματίστηκε και αδυνατούσε να συνεχίσει να μάχεται[3]

Διαφυγή και το τέλος του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζουστινιάνι, μαζί με τους άντρες του, κατάφεραν μετά βίας μέσα στην αναμπουμπούλα να διαφύγουν με πλοία από τον Κεράτιο Κόλπο και το Βόσπορο προς τη Χίο στον αδερφό του Γκαλεάτσο Λόγγο που ήταν ποντεστά (διοικητής) της τοπικής Μαόνας. Όμως βαριά τραυματισμένος και χωρίς καθαρισμό της πληγής στο θαλάσσιο ταξίδι, έπαθε γάγγραινα και πέθανε την 1η Ιουνίου 1453. Ο τάφος του διασώζεται ακόμη στη Χίο, όμως το λατινικό επίγραμμά του, που ήταν άλλοτε στην εκκλησία του Αγίου Δομινίκου, έχει κατά τα φαινόμενα εξαφανιστεί[4]. Θεωρείται ότι έγραφε:

«Ένθαδε κείται Ιωάννης Ιουστινιάνης, ανήρ περικλεής και πατρίκιος Γενουήσιος εκ των Μαονέων της Χίου, όστις, κατά την εκστρατείαν του βασιλέως των Τούρκων Μωάμεθ εναντίον της Κωνσταντινουπόλεως, μεγαλοψύχως ηγεμονεύων παρά τω γαληνοτάτω Κωνσταντίνω, τελευταίω των ανατολικών Χριστιανών αυτοκρατόρει, θανασίμως πληγωθείς απέθανε.»

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Α.Α. Βασίλιεφ, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Τόμος Β', σελ 357-372. Μετάφραση Δημοσθένη Σαβράμη. Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος. Αθήνα 1971
  • G.Schumberger, «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Πολιορκία και ΄Αλωσις της Κωνσταντινουπόλεως», Παρίσι 1914, μτφρ στην Καθαρεύουσα: Σπυρ. Π. Λάμπρου, Αθήνα 1914, Απόδοση στη Νέα Ελληνική: Ιωάννης Α. Μελισσείδης & Πουλχερία (Ρίτα) Ζαβολέα-Μελισσείδου, Αθήνα 1997/2002, έκδ. 2η, Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα 2002. ( Ελληνική Εθνική Βιβλιογραφία 1999, Βιβλιονετ κ.λ.π. ) ISBN 960717190X, ISBN 9789607171900
  • Νικολάου Β. Τωμαδάκη: «Περί Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως (1453)», έκδ. 3η, Εκδόσεις Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1993 ( Ελληνική Εθνική Βιβλιογραφία 1993, Βιβλιονετ κ.λ.π. ), ISBN 9602420723

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Steven Runciman, The Fall of Constantinople 1453
  2. 2,0 2,1 2,2 Καριάμης, Μιχάλης. «Ποιος ήταν ο Ιωάννης Λόγγο Ιουστινιάνι». 
  3. «Πιός ήταν άραγε ο Ιωάννης Ιουστινιάνης;». [νεκρός σύνδεσμος]
  4. F. W. Hasluck 'The Latin Monuments of Chios'. Annual of the British School of Athens, XVI, 1909-1910, σελ. 155.