Ισλανδική πρωτοβουλία για τον εκσυγχρονισμό των ΜΜΕ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Διεθνές Ινστιτούτο για τα Σύγχρονα ΜΜΕ

Το Διεθνές Ινστιτούτο για τα Σύγχρονα ΜΜΕ (αγγλικά:International Modern Media Institute, αρκτικόλεξο:IMMI) είναι ένας διεθνής οργανισμός που αναπτύσσει καταφύγια για την ελευθερία της πληροφορίας, του λόγου, και της έκφρασης. Δημιουργεί ένα υποστηρικτικό και ελκυστικό σύστημα δικαιοδοσίας για δημοσίευση της ερευνητικής δημοσιογραφίας[1] και για άλλα απειλούμενα διαδικτυακά ΜΜΕ. Έχει πετύχει την ψήφιση της Ισλανδικής πρωτοβουλίας για τον εκσυγχρονισμό των ΜΜΕ τον Ιανουάριο του 2011.

Στις 18 Φεβρουαρίου του 2010, το ινστιτούτο εισήγαγε μια κοινοβουλευτική πρόταση, κοινώς γνωστής και ως Ισλανδική πρωτοβουλία για τον εκσυγχρονισμό των ΜΜΕ, στο Ισλανδικό Κοινοβούλιο Alþingi,[2] προτείνοντας η Ισλανδία "να τοποθετηθεί με σθένος νομικά σε ότι αφορά την προστασία των ελευθεριών της έκφρασης και της πληροφορίας".[3] Η πρόταση υιοθετήθηκε ομόφωνα από το κοινοβούλιο στις 16 Ιουνίου του 2010.[4] Η Μπιργκίτα Γιονσντότιρ από το Κίνημα Πολιτών της Ισλανδίας ήταν η κύρια εισηγήτρια της πρότασης, 19 άλλα μέλη του Κοινοβουλίου (από τα 63 συνολικά) απ'όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου που υποστήριξαν την πρόταση με θετικές εισηγήσεις για την αποδοχή της.

Η πρόταση που πέρασε τις 16 Ιουνίου δεν ήταν το τελικό νομοθετικό κείμενο. Αντ'αυτού, ξεκίνησε μια διαδικασία επεξεργασίας 13 ξεχωριστών νόμων σύμφωνα με τις προβλέψεις της πρότασης. Η διαδικασία αυτή αναμένεται να ολοκληρωθεί στα μέσα του 2012.[5][6]

Μετά την διαρροή από τα WikiLeaks του δανειακού χαρτοφυλακίου της Kaupthing Bank, σ'ένα από τα μεγαλύτερα κανάλια ειδήσεων, το RUV, είχε επιβληθεί με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να μη μεταδώσει την είδηση. Αντί αυτού είχαν εξαναγκαστεί να βάλουν ένα σύντομο μήνυμα με αναφορά προς την ιστοσελίδα των WikiLeaks. Αυτό οδήγησε στην πρόσκληση των WikiLeaks από την Digital Freedoms Society να παραστούν στο ετήσιο τους συνέδριο στην Ισλανδία.[7][8][9][10]

Στοιχεία του νόμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρόταση περιελάμβανε

  • Μια "υπέρ-μοντέρνα" Πράξη για την Ελευθερία της Πληροφορίας, που βασίστηκε στις συστάσεις του 2009 του Συμβουλίου της Ευρώπης και του OAS καθώς και σε σύγχρονα στοιχεία των νόμων για της ελευθερία της πληροφορίας της Εσθονίας, της Σκωτίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Νορβηγίας, καθώς και της σύμβασης του Άαρχους.
  • Προστασία των πληροφοριοδοτών (αγγλικά:whistleblower): Προστασία για εκείνους που βγαίνουν μπροστά για να αποκαλύψουν σημαντικά θέματα δημοσίου συμφέροντος, που βασίστηκε στην False Claims Act και την Military Whistleblowers Act των ΗΠΑ.
  • Προστασία των πηγών: Προστασία για τις ανώνυμες πηγές που επιχειρούν να επικοινωνήσουν με το κοινό μετά από μια υπόσχεση εχεμύθειας από έναν δημοσιογράφο ή οργανισμό ειδήσεων. Βασίζεται στην νέα νομοθεσία της EEA.
  • Προστασία των επικοινωνιών των δημοσιογραφικών πηγών: Προστασία για τις επικοινωνίες ανάμεσα σε μια ανώνυμη πηγή και σε ένα μιντιακό οργανισμό και εσωτερικά μέσα σε έναν μιντιακό οργανισμό πριν από τη δημοσίευση. Βασίζεται στον νόμου για προστασία των πηγών του Βελγίου του 2005.
  • Μείωση των εκ των προτέρων περιορισμών: Ως τέτοιος θεωρείται ο εξαναγκασμός ενός εκδότη, από μια κυβερνητική αρχή, ή μέσω του δικαστικού συστήματος, να αποτρέψει τη δημοσίευση ενός συγκεκριμένου θέματος. Κι ενώ το Ισλανδικό Σύνταγμα παρέχει το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, χρειάζονται μικρές τροποποιήσεις για να περιορίσουν την πιθανότητα των εκ των προτέρων περιορισμών.
  • Προστασία των ενδιαμέσων (Παρόχων διαδικτυακών υπηρεσιών): Ασυλία για "καθαρά πληροφοριακούς αγωγούς", ISP και φορείς τηλεπικοινωνιών.
  • Προστασία από τον "λιβελο-τουρισμό" και άλλες υπερδικαστικές παρενοχλήσεις: Μη τήρηση των δικαστικών αποφάσεων που λαμβάνονται στο εξωτερικό και παραβιάζουν τους Ισλανδικούς νόμους περί προστασίας της έκφρασης, καθώς και την δυνατότητα να υποβληθεί μια αντι-αγωγή στην Ισλανδία κατά ενός μέρους που εμπλέκεται σε μια σχεδιασμένη επιχείρηση για να καταστείλει τις ελευθερίες λόγου μιας Ισλανδικής οντότητας. Εμπνεύστηκε από την νομοθεσία που πέρασε από τις πολιτείες της Νέας Υόρκης και της Φλόριντα και έχει προταθεί και αλλού.
  • Θέσπιση περιορισμών αναφορικά με ευθύνες των εκδοτών: Πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις στην Ευρώπη θεωρούν ότι για τις δημοσιεύσεις στο Internet, η κάθε ανανέωση μιας σελίδας είναι μια νέα δημοσίευση, ανεξαρτήτως του πόσο παλιά πρωτοδημοσιεύθηκε το υλικό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση των ρεπορτάζ των εφημερίδων, περιλαμβάνοντας κι εκείνα που ήταν πάνω των πέντε ετών, από τα online αρχεία του The Guardian και άλλων μεγάλων εφημερίδων.
  • Διαδικαστικές προστασίες: Η πλειοψηφία των αγωγών που σχετίζονται με δημοσιεύσεις διευθετούνται πριν την τελική κρίση. Ως εκ τούτου η ίδια η διαδικασία του δικαστηρίου θα πρέπει να διασφαλίσει ότι δεν χρησιμοποιείται για την καταστολή του λόγου μέσα από την άνιση πρόσβαση στη δικαιοσύνη, κλητεύσεις, ή άλλα κίνητρα εν μέσω της διαδικασίας. Οι διαδικαστικές προστασίες (αποκαλούμενες και anti-SLAPP νόμοι στις ΗΠΑ) επιτρέπουν σε έναν δικαστή να δηλώσει ότι μια υπόθεση είναι σχετική με την ελευθερία του λόγου, και στο σημείο αυτό ενεργοποιούνται προστασίες για να αποτρέψουν παραβιάσεις αυτού του είδους.
  • Διαδικτυακές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης: Βασισμένη στην νομοθεσία LLC που χρησιμοποιείται στην πολιτεία του Βερμόντ των ΗΠΑ.

Υποστήριξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το εγχείρημα IMMI οργανώθηκε συνεργατικά από μια σειρά οργανισμούς και μέλη του Ισλανδικού κοινοβουλίου.[11] Βασικοί του υποστηρικτές ήταν η Ευά Ζολύ, το Index on Censorship, η Icelandic Digital Freedoms Society, οι WikiLeaks, και μέλη του Κοινοβουλίου της Ισλανδίας όπως η Μπιργκίτα Γιονσντότιρ και ο Ρόμπερτ Μάρσαλ. Το εγχείρημα είχε επίσης δημόσια υποστήριξη από διάφορους οργανισμούς όπως οι Global Voices, La Quadrature du Net και το Free Knowledge Institute.[12]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «CNBC: Proposals to make Iceland "haven" for investigative journalism to go to parliament». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Ιανουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2012. 
  2. Alþingi.is: Þskj. 688. Þingsályktunartillaga um að Ísland skapi sér afgerandi lagalega sérstöðu varðandi vernd tjáningar- og upplýsingafrelsis.
  3. «Icelandic Modern Media Initiative». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2012. 
  4. Stray, Jonathan (16 Ιουνίου 2010). «What will Iceland's new media laws mean for journalists?». Nieman Journalism Lab. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουνίου 2010. 
  5. «ICELAND TO BECOME INTERNATIONAL TRANSPARENCY HAVEN». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Φεβρουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2011. 
  6. Chu, Henry (2 April 2011). «Iceland seeks to become sanctuary for free speech». Los Angeles Times. http://www.latimes.com/news/nationworld/world/la-fg-iceland-free-speech-20110403,0,5332545.story. Ανακτήθηκε στις 3 April 2011. 
  7. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 28 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2012. 
  8. Greenberg, Andy. Forbes. http://blogs.forbes.com/andygreenberg/2010/12/07/meet-the-new-public-face-of-wikileaks-kristinn-hrafnsson/?boxes=techchannellighttop. 
  9. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2012. 
  10. Vallance, Chris (12 February 2010). «Iceland to be 'journalism haven'». BBC News. http://news.bbc.co.uk/1/hi/8504972.stm. 
  11. «Iceland to become haven for reporters». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Φεβρουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2012. 
  12. «Icelandic Modern Media Initiative: Endorsements». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2012. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα International Modern Media Institute της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).