Θέατρο Απόλλων (Ερμούπολη)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 37°26′45″N 24°56′38″E / 37.445805°N 24.943761°E / 37.445805; 24.943761

Θέατρο Απόλλων
Χάρτης
Είδοςθέατρο
Γεωγραφικές συντεταγμένες37°26′45″N 24°56′37″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Σύρου - Ερμούπολης
ΧώραΕλλάδα
Έναρξη κατασκευής1862
Ολοκλήρωση20  Απριλίου 1864
Commons page Πολυμέσα
Το εσωτερικό του θεάτρου.

Το Θέατρο Απόλλων, επίσης γνωστό ως Δημοτικό Θέατρο «Απόλλων», είναι θέατρο που βρίσκεται στην Ερμούπολη της Σύρου. Το έμβλημα της πολιτιστικής ανάπτυξης της Ερμούπολης, κατασκευάστηκε το 1862-1864 σε σχέδια του διάσημου Ιταλού αρχιτέκτονα Πιέτρο Σαμπό και η σχεδίαση του είναι επηρεασμένη από τέσσερα τουλάχιστον ιταλικά πρότυπα. Η λειτουργία του άρχισε στις 20 Απριλίου 1864, με τον Ριγκολέττο του Βέρντι.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανέγερση θεάτρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ερμούπολη της τριακονταετίας 1830-1860, παρατηρείται μεγάλη θεατρική κίνηση, με πρώτη την ίδρυση τοπικού θιάσου από την Ευανθία Καΐρη, την συγγραφέα αδελφή του μεγάλου διαφωτιστή Θεόφιλου Καΐρη. Στις 30 Οκτωβρίου 1861, το Δημοτικό Συμβούλιο δέχτηκε τις προτάσεις των πολιτών και αποφάσισε ομόφωνα να ανεγερθούν Θέατρο και Λέσχη στην κεντρική πλατεία. Τα έξοδα κατασκευής του Θεάτρου υπολογίστηκαν σε 60.000 δραχμές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλές αντιδράσεις για την απόφαση αυτή. Παρ' όλα αυτά η ανέγερση μιας μόνιμης στέγης για το θέατρο, που από το 1828 περιπλανιόταν στις ξύλινες αποθήκες, στις λέσχες και στα καφενεία, έγινε δεχτή με ανακούφιση από το θεατρόφιλο κοινό.

Το Θέατρο Απόλλων θεμελιώθηκε στα τέλη του 1862, στο οικόπεδο της Πλατείας Θεάτρου (σήμερα Πλατεία Ιωάννη Βαρδάκα), πολύ κοντά στην κεντρική Πλατεία Μιαούλη, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πιέτρο Σαμπό που δούλευε τότε ως αρχιτέκτονας στον Δήμο Ερμουπόλεως.

Εγκαίνια και άνθηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 20 Απριλίου 1864, έγιναν με μεγάλη επισημότητα τα εγκαίνια του θεάτρου, με την παρουσία του εμπνευστή της κατασκευής Μιχαήλ Σαλβάγου. Τα πρώτα έργα που παρουσίασαν στο νεόκτιστο θέατρο, εκτός του Ριγκολέτο, ήταν τέσσερα μελοδράματα: η Ευνοούμενη, η Τραβιάτα, ο Επιμένων νικά και οι Κιβδηλοποιοί, παιγμένα από ιταλικό θίασο.

Τον Απρίλιο του 1866, το θέατρο δίδεται σε ελληνικό θίασο, την Ελληνική Δραματική Εταιρία, που με επιστολή του στης 22 Φεβρουαρίου 1866 ο Ραγκαβής (ως πρόεδρος της επιτροπής του Εθνικού Θεάτρου) έχει συστήσει στην επιτροπή του Θεάτρου Απόλλων.

Ανεξάρτητα όμως από την αρχιτεκτονική του ποιότητα, το κτίριο δεν χαρακτηριζόταν για τη στερεότητά του. Το 1874 κιόλας χρειάστηκε γενική επισκευή, ενώ νέες επισκευές ακολούθησαν το 1881, 1890 (καθίσματα και σκηνή) και 1896 (γενική).

Μετά το κτίσιμο του νέου εντυπωσιακού Θεάτρου, η ακμή της θεατρικής κίνησης συνεχίζεται ακολουθώντας την ευημερία και την ακμή της πόλης. Παρά την κάμψη της πόλης τα επόμενα χρόνια, το Θέατρο ανθεί σε όλο τον μεσοπόλεμο και τα μεγαλύτερα ονόματα του νεοελληνικού θεάτρου φιλοξενούνται στη σκηνή του, πάντα με λαμπρές παραστάσεις.

Καταστροφές από τον πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οροφογραφία του Αισχύλου στο θέατρο Απόλλων.

Δυστυχώς, κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το Θέατρο υπέστη πολύ μεγάλες καταστροφές, γεγονός που οδήγησε στην ανάγκη για τις μεταπολεμικές επεμβάσεις, που αλλοίωσαν σε ένα βαθμό την φυσιογνωμία του κτιρίου.

Κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, το θέατρο κακοποιείται, γίνεται κινηματογράφος και στα χρόνια που ακολουθούν δεν θα έρθει ποτέ ξανά στην αρχική του κατάσταση, αν και μεταπολεμικά έγιναν μερικές θεατρικές παραστάσεις, με κορυφαία αυτή της Μαρίκας Κοτοπούλη, που έδωσε στις 24 Μαρτίου 1953 την τελευταία παράσταση της ζωής της.

Το Θέατρο Απόλλων κρίθηκε ακατάλληλο για λειτουργία στη συνέχεια, ενώ το 1959 αποφασίστηκε από τον Δήμο η ανακαίνισή του. Η γενική επισκευή του άρχισε τελικά το 1970 και προκάλεσε μεγάλη αλλοίωση στο εσωτερικό του. Τα ξύλινα θεωρεία αντικαταστάθηκαν με μπαλκόνια από μπετόν.

Σημαντική υπήρξε η δράση των συλλόγων «Θεατρικός Εκπολιτιστικός Όμιλος Σύρου ο Απόλλων» (ιδρύθηκε το 1977) και «Καλλιτεχνικός Όμιλος ο Σουρής» (1978), που έδιναν παραστάσεις στο τσιμεντένιο θέατρο για να κινήσουν το ενδιαφέρον του κοινού.

Η πρώτη φάση της ανακαίνισης, με χρηματοδότηση από το κράτος και την ΕΟΚ, ολοκληρώθηκε το 1991. Το Θέατρο επαναλειτούργησε για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια περίπου, με την Δ' Συνάντηση Ερασιτεχνικών θιάσων Αιγαίου (29 Οκτωβρίου έως 8 Νοεμβρίου 1991), στην οποία πήρε μέρος ο Πολιτιστικός Σύλλογος Άνω Σύρου. Τις νέες οροφογραφίες φιλοτέχνησε το 1998 ο Δημήτρης Φόρτσας.

Το θέατρο σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εργασίες αποκατάστασης ολοκληρώθηκαν το 2000, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πέτρου Πικιώνη, εγκεκριμένα από το Υπουργείο Πολιτισμού, υπό την επίβλεψη και την συμβολή των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου. Η χωρητικότητα του θεάτρου σήμερα είναι 350 άτομα. Από το 2002, λειτουργεί στο χώρο του Θεάτρου ο «Χώρος Αναμνήσεων του Θεάτρου Απόλλων», με διάφορα εκθέματα, όπως αφίσες, κοστούμια διαφόρων παραστάσεων και άλλα.

Σήμερα, φιλοξενεί διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και φεστιβάλ, όπως τo "Φεστιβάλ Αιγαίου", το "Διεθνές Φεστιβάλ Κινουμένων Σχεδίων & Φόρουμ Animasyros" και το "Διεθνές Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής Κυκλάδων".

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόσοψη του θεάτρου.

Για το Θέατρο Απόλλων είναι πολύ διαδεδομένη η άποψη ότι αποτελεί μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου, όμως αυτό δεν είναι ακριβές. Η αρχιτεκτονική του έχει επηρεαστεί από ιταλικά πρότυπα και η σχεδίαση του είναι επηρεασμένη από τέσσερα τουλάχιστον από αυτά: τη Σκάλα του Μιλάνου (1776), το ανακαινισμένο θέατρο Σαν Κάρλο της Νάπολης (1816), το ακαδημαϊκό θέατρο στο Καστελφράνκο (1745) και τέλος το Τεάτρο ντελα Πέργκολα της Φλωρεντίας (1755). Αντίθετα, ο τρόπος στήριξης της θολωτής οροφής ακολουθεί το γαλλικό σύστημα της εποχής.

Εσωτερικά, η σκηνή ήταν πλάτους μπούκα 9μ., βάθους 10μ. και αρκετά περιορισμένη για τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού λυρικού θεάτρου, που τηρούσε όμως τις αναλογίες της ιταλικής παράδοσης. Ο διάκοσμος των θεωρείων ήταν απλός, με ανοιχτό χρώμα και πλαίσια με ανάγλυφη ροζέτα στο κέντρο και επίχρυσα φυτικά κοσμήματα στις γωνίες. Τα καθίσματα, οι κουπαστές και οι κουρτίνες των θεωρείων ήταν βελούδινες. Γύρω από το πολύφωτο της οροφής υπήρχε οροφογραφία με παραστάσεις ποιητών και μουσικοσυνθετών.

Εξωτερικά, το Θέατρο δεν έχει πλούσιο αρχιτεκτονικό διάκοσμο. Είναι ένα απλό διώροφο κτίριο, με χαμηλή μαρμάρινη βάση και σοβατισμένες όψεις. Οι όροφοι χωρίζονται με ταινία από πωρόλιθο και έχουν στέψη με φαρδύ γείσο σε γεισίποδες. Στο κεντρικό τμήμα της κύριας όψης, ολόκληρο από μάρμαρο, τονίζεται έντονα ο κατακόρυφος άξονας με τέσσερις παραστάδες σε όλο το ύψος, που φέρουν επιστύλιο. Όλο το κτίριο έχει ενιαίο γείσο, τοξωτά ανοίγματα στο ισόγειο και ορθογωνικά στον όροφο.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]