Ζαρκάδι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
ΖΑΡΚΑΔΙ
Ένα αρσενικό ζαρκάδι (αριστερά) και ένα θηλυκό (δεξιά)
Ένα αρσενικό ζαρκάδι (αριστερά) και ένα θηλυκό (δεξιά)
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Αρτιοδάκτυλα (Artiodactyla)
Οικογένεια: Ελαφίδες (Cervidae)
Υποοικογένεια: Καπρεολίνες (Capreolinae)
Γένος: Καπρέολος (Capreolus)
Είδος: C. capreolus
Διώνυμο
C. capreolus (Καπρέολος ο κοινός)

Το ζαρκάδι ⟨Capreolus capreolus⟩ είναι θηλαστικο ζώο που ανήκει στην οικογένεια των ελαφιδών. Έχει πολύ μεγάλη εξάπλωση σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά και ευρασιατικό χώρο λόγω του ότι είναι εξαιρετικά ευπροσάρμοστο και ανεκτικό σε πιέσεις ζώο.

Μορφολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ζαρκάδι είναι ευλύγιστο, ευκίνητο και εξαιρετικά ευγενές και ντελικάτο ζώο, όχι ιδιαίτερα μεγαλόσωμο, με τον μέσο όρο βάρους σε ενήλικα άτομα να είναι από 17-33 κιλά. (Στη Σιβηρία ή σε άλλες περιοχές της Ρωσίας ή πρώην Σοβιετικών κρατών, έχουν αναφερθεί άρρενα άτομα του είδους, ακόμη και 50-55 κιλά και αντίστοιχα μεγαλύτερο ύψος κτλ.) Τα ενήλικα ζώα φτάνουν σε ύψος ακρώμιου περίπου τα 1,25 - 1,30 εκ. Το χρώμα του είναι γκριζοκόκκινο το καλοκαίρι και πιο γκριζωπό τον χειμώνα. Η μουσούδα του είναι μαύρη και η κάτω σιαγόνα λευκή. Τα αυτιά του είναι μεγάλα και όρθια. Γύρω από τη βάση της ουράς φέρει χαρακτηριστική άσπρη κηλίδα (κάτοπτρο). Τα αρσενικά ζαρκάδια φύουν κέρατα τα οποία στην αρχή είναι καλυμμένα με βελούδο αλλά στη συνέχεια τρίβοντας τα επάνω σε δέντρα απομακρύνουν τη σαρκική αυτή επικάλυψη και μένει το κέρατο. Η συνηθέστερη παραλλαγή τους, σε ενήλικα πάντα ζώα, είναι οι 3 κόγχες - προεξοχές. Δεν φύουν περισσότερες, ακόμη και εάν μεγαλώσουν αρκετά σε ηλικία, αλλά αυτό φαίνεται από μικρές κοκκάλινες προεξοχές που εμφανίζονται στη βάση των κεράτων (ονομάζονται και ¨μαργαριτάρια¨) και από τις οποίες καταλαβαίνουμε την ηλικία κάποιου ζώου. Συνήθως αυτή η διαδικασία λαμβάνει μέρος στα μέσα του χειμώνα, όπου και χρησιμεύουν τα κέρατα προς υπεράσπιση της εδαφικής ζώνης που κατέχει κάθε αρσενικό προς διαιώνιση του είδους.

Θηλυκό ζαρκάδι βόσκει

Συμπεριφορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι αποκλειστικά φυτοφάγα (τρέφονται με χόρτα και φύλλα από μικρά δέντρα και θάμνους) και εξαιρετικά δειλά ζώα, κινούμενά κυρίως τις πολύ πρωινές ή προς σούρουπο - απογευματινές ώρες. Κατά τ' άλλα, είναι ζώο ημερόβιο. Ζει μοναχικά εκτός από την αναπαραγωγική περίοδο. Η κραυγή των αρσενικών είναι δυνατή και μοιάζει με υλακή, ενώ των θηλυκών μοιάζει με βέλασμα. Ζευγαρώνει στα τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου και συνήθως τα θηλυκά κυοφορούν 2 μικρά από τα οποία και τα 2, εάν δεν παρέμβουν αρπακτικά (αλεπούδες, κουνάβια, τσακάλια, λύκοι), επιβιώνουν χάρη στην εξαιρετικά μεγάλη, αλλά για σύντομα διαστήματα, ταχύτητα τους. Στην Ελλάδα αποτελεί την κύρια τροφή του λύκου αλλά και του λύγκα. Η θήρευσή του επιτρέπεται σχεδόν σε όλη την Ευρώπη όπου πλέον σε κάποιες εκ των χωρών αυτών, υπάρχουν πολλοί μεγάλοι πληθυσμοί, ωστόσο απαγορεύεται στην Ελλάδα.

Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξάπλωση του ζαρκαδιού

Το ζαρκάδι εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Ευρώπη από τη Σκανδιναβία ως την Αγγλία, σε δασωμένες περιοχές, συνήθως κοντά σε ρεματιές. Στην περιοχή της Μεσογείου, περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό σε ορεινές περιοχές και απουσιάζει ή είναι σπάνιο σε χαμηλά υψόμετρα.