Εκείνο, Εγώ και Υπερεγώ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
«Το Εγώ δεν είναι έντονα διαχωρισμένο από το Εκείνο καθώς το χαμηλότερο μέρος του συγχωνεύεται σε αυτό... αλλά το απωθημένο συγχωνεύεται και αυτό στο Εκείνο και είναι αποκλειστικά μέρος του. Το απωθημένο διαχωρίζεται από το Εγώ από τις αντιστάσεις της απώθησης, μπορεί να επικοινωνήσει όμως με το Εγώ μέσω του Εκείνου.» (Σίγκμουντ Φρόυντ, 1923)

Το Εκείνο, το Εγώ και το Υπερεγώ (λατ. Id, Ego, Superego, ɪd ˈe.ɡo [ˈsu.perˌe.ɡo])[α] είναι οι τρεις συνιστώσες του μοντέλου για τη δομή του ανθρωπίνου ψυχικού οργάνου στα πλαίσια της δεύτερης τοπικής θεωρίας του Σίγκμουντ Φρόυντ. Σύμφωνα με αυτό το δομικό μοντέλο το Εκείνο αντιπροσωπεύει τα κίνητρα, τα ένστικτα και τις βιολογικές ανάγκες του ατόμου και κατά συνέπεια είναι έμφυτο, το Εγώ αποτελεί το λογικό μέρος που αν και δεν είναι έμφυτο, αναπτύσσεται και καλλιεργείται με την επίδραση της συσσωρευμένης εμπειρίας και τέλος το Υπερεγώ αντιπροσωπεύει όλες τις θετικές ηθικές και κοινωνικές αξίες του ατόμου, αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο την ηθική συνείδηση.[1]

Το Εκείνο ή Προεγώ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Εκείνο είναι μια συλλογική ονομασία για τις βιολογικές ανάγκες και ενορμήσεις του ατόμου. Λειτουργεί με την αρχή της ευχαρίστησης με απώτερο σκοπό (όπως υποδεικνύει και το όνομα) την απομάκρυνση του πόνου και την εκπλήρωση των ενστίκτων του ατόμου.[2]

Ο Σίγκμουντ Φρόυντ έλεγε πως:

Είναι το σκοτεινό, απρόσιτο μέρος της πρoσωπικότητάς μας, ό,τι ελάχιστο γνωρίζουμε το έχουμε μάθει από την έρευνα των ονείρων και τη δημιουργία νευρωσικών συμπτωμάτων, και τα περισσότερα είναι αρνητικά στοιχεία και μπορούν να περιγραφούν μόνο ως η αντίθεση στο Εγώ. Όλοι προσεγγίζουμε το Εκείνο με αναλογίες: το αποκαλούμε χάος, ένα καζάνι γεμάτο κοχλάζουσες ενορμήσεις, δεν παράγει μια ολοκληρωμένη θέληση, παρά μόνο μια προσπάθεια να ικανοποιήσει τις ενστικτώδεις ενορμήσεις που είναι υποκείμενες στην αρχή της ευχαρίστησης.[3]

Το Εκείνο είναι έμφυτο, το έχουμε κατά τη γέννηση και είναι αυτό που στην πορεία εξελίσσεται σε ένα δομημένο Εγώ.

Ο Φρόυντ πίστευε πως ένα νεογέννητο παιδί είναι "καθαρό Εκείνο", υποκινείται δηλαδή μονάχα από τα ένστικτά του, και θέλει να καλύψει τις βιολογικές του ανάγκες με οποιονδήποτε τρόπο.

Σύμφωνα με τον Φρόυντ το Εκείνο αποτελείται από δύο βασικές ενορμήσεις, την καταστροφική ενόρμηση που την ονόμαζε θάνατος η οποία είναι η ασυνείδητη επιθυμία μας να πεθάνουμε καθώς ο θάνατος θα μας απελευθέρωνε από τις δυσκολίες της ζωής, σε αυτή την ενόρμηση ο Φρόυντ πρόσεξε πως οι άνθρωποι για να την εκπληρώσουν καταφεύγουν σε ναρκωτικά, μυθοπλασία ακόμα και σε εγκληματικές ενέργειες καθώς πολλές φορές αυτή η ενόρμηση παρουσιάζεται με έντονη επιθετικότητα. Η δεύτερη ενόρμηση είναι η σεξουαλική ενόρμηση που την ονόμαζε έρως η οποία είναι αυτή που λειτουργεί με βάση την αρχή της ευχαρίστησης και σκοπός της είναι η ευχαρίστηση και η διατήρηση της ζωής.[2][4]

Βασικές ενορμήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έρως[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φρόυντ έβλεπε όλη την ανθρώπινη συμπεριφορά υποκινούμενη από ενορμήσεις και ένστικτα, που με τη σειρά τους είναι οι νευρολογικές παραστάσεις των φυσικών αναγκών. Αρχικά αναφερόταν σε αυτά με τον όρο "βασικά ένστικτα". Αυτά διαιωνίζουν τη ζωή του ατόμου με το να τον παρακινούν να ψάξει για φαγητό και νερό αλλά επίσης διαιωνίζουν τη ζωή του είδους με το να τον παρακινούν να έχει σεξουαλική επαφή. Αυτό το ένστικτο για τη διατήρηση της ζωής και την αναζήτηση ευχαρίστησης ο Φρόυντ το ονόμασε «Έρως». Την παρακινητική ενέργεια αυτών των ενστίκτων που υποκινούν τον ψυχισμό μας, τα ονόμαζε ο Φρόυντ, λίμπιντο (λατ. Libido), από τη λατινική λέξη για την επιθυμία.

Η κλινική εμπειρία του Φρόυντ τον έκανε να βλέπει το σεξ ως την πιο σημαντική ανάγκη στη δυναμική του ψυχισμού σε σχέση με τις υπόλοιπες. Για αυτόν τον λόγο ο όρος "λίμπιντο" έχει φτάσει να σημαίνει, όχι απλά μια οποιαδήποτε ανάγκη ή ένστικτο, αλλά τη σεξουαλική ενόρμηση του ατόμου.[4]

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αργότερα στη ζωή του ο Φρόυντ άρχισε να βλέπει πως το ένστικτο της ζωής δεν αρκούσε. Καθώς η λίμπιντο είναι ένα ζωντανό πράγμα, η αρχή της ευχαρίστησης μας προκαλεί την ανάγκη να είμαστε σταθεροί, ευχαριστημένοι, γαλήνιοι και να μην έχουμε περισσότερες ανάγκες. Ο Φρόυντ άρχισε να πιστεύει πως "κάτω" και "δίπλα" από τα ένστικτα ζωής υπήρχε το ένστικτο του θανάτου το οποίο ονόμαζε «Θάνατος». Άρχισε επίσης να υποστηρίζει πως κάθε άτομο έχει ασυνείδητη επιθυμία να πεθάνει.[4]

Αυτή η ιδέα για πολλούς φαίνεται περίεργη και απορρίφθηκε ακόμα και από πολλούς μαθητές του Φρόυντ. Ο ίδιος όμως υποστήριζε πως υπάρχει περισσότερος πόνος απ' ό,τι απόλαυση στη ζωή και ο θάνατος μας υπόσχεται απελευθέρωση από αυτόν.

Τα καθημερινά στοιχεία του ενστίκτου του θανάτου είναι στην επιθυμία μας για γαλήνη, για αποφυγή ευχαρίστησης, η χρήση του αλκοόλ και ναρκωτικών, η επιθυμία μας να καταφεύγουμε σε δραστηριότητες για να ξεχάσουμε την καθημερινότητα όπως να διαβάζουμε βιβλία ή να βλέπουμε ταινίες και επίσης η έντονη επιθυμία μας για ξεκούραση και ύπνο. Μερικές φορές αυτό το ένστικτο αναδύεται ως αυτοκτονία ή αυτοκτονικοί ιδεασμοί και ο Φρόυντ υποστήριξε πως πολλές φορές μεταφέρεται από τον εαυτό μας στους άλλους σε μορφή θυμού, δολοφονίας και καταστροφής.[4]

Το Εγώ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Εγώ διέπεται από την αρχή της πραγματικότητας και σκοπός του είναι να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του Εκείνου λαμβάνοντας υπόψιν τους περιορισμούς της πραγματικότητας.[5]

Το Εγώ αποτελεί το οργανωμένο μέρος της προσωπικότητας και περιλαμβάνει βασικές λειτουργίες, όπως η εκτίμηση των διαφόρων καταστάσεων, ο έλεγχος της πραγματικότητας, η κρίση, η συμβιβαστικότητα, η ανεύρεση λύσεων στα διάφορα προβλήματα κλπ. Το Εγώ ξεχωρίζει τι είναι πραγματικό, μας βοηθάει να ξεχωρίζουμε τις σκέψεις μας και να τις κατανοήσουμε.[1]

Σύμφωνα με τη θεωρία του Φρόυντ το Εγώ παρεμβάλλεται ανάμεσα στις ενορμήσεις του εκείνο και τις απαγορεύσεις ή προσταγές του υπερεγώ και προσπαθεί να εναρμονίσει τις συγκρούσεις που απορρέουν από αυτές σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος. Ο κύριος σκοπός του είναι να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του Εκείνο αλλά πάντοτε λαμβάνοντας υπόψιν την ασφάλεια του ατόμου.

Όταν μια επιθυμία του Εκείνο είναι αντίθετη στην πραγματικότητα, στους κοινωνικούς και ηθικούς κανόνες και κυρίως αντίθετη στις επιθυμίες του Υπερεγώ το οποίο το τιμωρεί συνεχώς με αισθήματα ντροπής, ενοχής κλπ τότε το Εγώ αναπτύσσει διάφορους αμυντικούς μηχανισμούς για να μπορέσει να αντεπεξέλθει. Οι αμυντικοί μηχανισμοί δεν αναπτύσσονται ευθέως ή συνειδητά και πάντα ενεργοποιούνται όταν μια κατάσταση είναι επικίνδυνη για την «αρμονία» των τριών ψυχικών τμημάτων.[6]

Το Υπερεγώ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Υπερεγώ στοχεύει στην τελειότητα[6] και αποτελείται από ένα οργανωμένο μέρος της προσωπικότητας, κυρίως ασυνείδητο.

Το Υπερεγώ μπορεί να θεωρηθεί ως μια συνείδηση που τιμωρεί το άτομο με συναισθήματα ενοχής όταν το άτομο λειτουργεί με μη κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους. Το Υπερεγώ είναι το αντίθετο του εκείνο γιατί αποζητά να λειτουργεί το άτομο με έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο ενώ το Εκείνο θέλει μόνο να ικανοποιήσει τις ενορμήσεις του. Συνεπώς όπως αναφέραμε λειτουργεί ως συνείδηση η οποία μας κρατάει μακριά από αντικοινωνικές συμπεριφορές και από διάφορα ταμπού.

Το αναπτύσσουμε στα αρχικά χρόνια της ζωής μας κατά τη διάρκεια του οιδιπόδειου συμπλέγματος και ολοκληρώνεται σε πιο ώριμη ηλικία, αρχικά από τους γονείς μας στη συνέχεια από δασκάλους, συγγενείς, φίλους κ.λπ. Αποτελείται από όλους τους ηθικούς κανόνες που έχουμε μάθει είτε μέσω τιμωριών ή μέσω επιβραβεύσεων από ορισμένες κινήσεις και πράξεις μας. Το Υπερεγώ αποτελείται από δύο υποθετικά τμήματα: το καθαυτό υπερεγώ ή συνείδηση, που αποτελεί τον κριτικό έλεγχο του ατόμου και το Ιδεώδες του Εγώ, που περιλαμβάνει τις ηθικές, θρησκευτικές, κοσμοθεωριακές και λοιπές αξίες του ατόμου, τα ιδεώδη, τα ιδανικά και τις φιλοδοξίες του.[2]

Η αρμονική συνεργασία του εκείνου, του εγώ και του υπερεγώ χαρακτηρίζει τη λειτουργία του καλά προσαρμοσμένου ανθρώπου. Αντίθετα, η συμπεριφορά του νευρωτικού, ψυχωτικού ή διαταραγμένου στον χαρακτήρα ή προσωπικότητα ατόμου μπορεί να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της διαταραχής της δυναμικής ισορροπίας των τμημάτων αυτών της προσωπικότητας.[2]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

α.^ Οι όροι αποτελούν αποδόσεις των γερμανικών ουσιαστικοποιημένων προσωπικών αντωνυμιών Es, Ich και Uber-Ich που απαντούν στις πρωτότυπες εκδόσεις του θεωρητικού[7].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Ruth Snowden, Teach Yourself Freud, 2006, isbn = 9780071472746
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 «ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΨΥΧΟΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 30 Αυγούστου 2010. 
  3. Φρόυντ, Νεες εισαγωγικές διαλέξεις στην Ψυχανάλυση (1933)
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Sigmund Freud, Personality Theories
  5. Ego Development and Psychopathology: A Study of Hospitalized Adolescents 1984
  6. 6,0 6,1 Module 44 The Psychoanalytic Perspective". Psychology Eighth Edition in Modules. Worth Publishers. ISBN 9780716779278.
  7. Engler Barbara (2008). «Personality Theories: An Introduction». Cengage Learning. σελ. 46. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2012.