Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εδουάρδος Β΄
Περίοδος7 Ιουλίου 1307 – 25 Ιανουαρίου 1327
Στέψη25 Φεβρουαρίου 1308
ΠροκάτοχοςΕδουάρδος Α΄
ΔιάδοχοςΕδουάρδος Γ΄
ΓέννησηCaernarfon Castle, Gwynedd, Wales
ΘάνατοςΚάστρο Μπέρκλεϊ, Γκλόστερσαϊρ
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός του Γκλόστερ, Γκλόστερσαϊρ, Αγγλία
ΣύζυγοςΙσαβέλλα της Γαλλίας (1295-1358) (νυμφ. 1308)
ΕπίγονοιΕδουάρδος Γ΄ της Αγγλίας
Ιωάννης κόμης της Κορνουάλης
Ελεονώρα του Γούντστοκ
Ιωάννα του πύργου
Άνταμ ΦίτςΡοϊ
ΟίκοςΟίκος του Ανζού
ΠατέραςΕδουάρδος Α΄ της Αγγλίας
ΜητέραΕλεονώρα της Καστίλης
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας (Edward II of England, 25 Απριλίου 1284 - 21 Σεπτεμβρίου 1327) από τον Οίκο του Ανζού ήταν βασιλιάς της Αγγλίας και δούκας της Ακουιτανίας (1307-1327) ήταν τέταρτος γιος και διάδοχος του Εδουάρδου Α΄ της Αγγλίας και της Ελεονώρας της Καστίλης. Ο Εδουάρδος Β΄ ήταν ο πρώτος Άγγλος μονάρχης που ίδρυσε κολέγια, και ίδρυσε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Έγινε διάδοχος του αγγλικού θρόνου μετά τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του Αλφόνσου του Τσέστερ, και μεγάλωσε στην αυλή ενός δεσποτικού και αυταρχικού πατέρα, που προσέλαβε για φίλο του γιου του τον ευγενή από τη Γασκώνη Πηρς Γκάβεστον (1298). Σύντομα συνδέθηκαν τόσο στενά που διαδόθηκε η φήμη ότι υπήρχε μεταξύ τους ομοφυλοφιλική σχέση, και ότι ο νεαρός Εδουάρδος ήταν έτοιμος να του παραχωρήσει βασιλικούς τίτλους. Εξοργισμένος ο ηλικιωμένος βασιλιάς έδιωξε τον Γκάβεστον από την Αυλή, παρά τις αντιρρήσεις του γιου του, που όταν έγινε βασιλιάς τον επανέφερε (1307).

Πρώτα χρόνια (1284–1307)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γέννηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κάστρο του Κερνάρφον, η γενέτειρα του Εδουάρδου Β΄

Ο Εδουάρδος Β΄ γεννήθηκε στο κάστρο Κέρναρφον στη βόρεια Ουαλία στις 25 Απριλίου 1284, λιγότερο από ένα χρόνο μετά την κατάκτηση της περιοχής από τον Εδουάρδο Α΄, ονομάστηκε δε Εδουάρδος του Κέρναρφον.[1] Ο βασιλιάς επέλεξε σκόπιμα το κάστρο του Κέρναρφον για να γεννηθεί ο διάδοχος, επειδή ήταν σε σημαντική συμβολική θέση για τους Ουαλούς, είχε συνδεθεί με την ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στη Βρετανία, και αποτελούσε το κέντρο της νέας βασιλικής διοίκησης στη βόρεια Ουαλία.[2] Η γέννηση του Εδουάρδου έφερε προβλέψεις μεγαλείων από προφήτες που πίστευαν ότι ερχόταν η Συντέλεια του κόσμου με την άνοδο στον θρόνο του νέου Αρθούρου, και ότι θα οδηγούσε την Αγγλία στη δόξα.[3] Ο Ντέηβιντ Πάουελ (1549-1598) αναφέρει ότι το βρέφος έγινε προσφορά στους Ουαλούς ως πρίγκηπας γεννημένος στην Ουαλία χωρίς να μπορεί να μιλήσει ούτε λέξη στα Αγγλικά, αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις να το επιβεβαιώσουν.[4]

Το όνομα του Εδουάρδου είχε αγγλική καταγωγή και συνδέθηκε με τον Αγγλοσάξονα βασιλιά Εδουάρδο τον Ομολογητή, ο δε πατέρας του επέλεξε για τον ίδιο καθαρά αγγλικό όνομα σε αντίθεση με τους μεγαλύτερους αδελφούς του, που πήραν παραδοσιακά ονόματα από τη Νορμανδία και την Καστίλη.[5] Ο Εδουάρδος είχε τρεις μεγαλύτερους αδελφούς: ο Ιωάννης και ο Ερρίκος πέθαναν σε βρεφική ηλικία πριν τη γέννηση του Εδουάρδου, και ο Αλφόνσος πέθανε τον Αύγουστο του 1284 αφήνοντας τον Εδουάρδο διάδοχο του θρόνου.[6] Ο Εδουάρδος από τη βρεφική ηλικία ήταν υγιές παιδί, παρόλα αυτά ο πατέρας του ανησυχούσε έντονα επειδή είχαν πεθάνει όλοι οι μεγαλύτεροι αδελφοί του και με δικό του πιθανό θάνατο ο θρόνος θα έμενε χωρίς διάδοχο.[7] Μετά τη γέννησή του μεγάλωσε για λίγους μήνες με μια παραμάνα με το όνομα Μαριότα ή Μαρί Μάουνσελ, κατόπιν αρρώστησε και συνέχισε την ανατροφή του η Αλίκη του Λέϊγκραβ.[8] Μεγάλωσε χωρίς τη φυσική του μητέρα Ελεονώρα, η οποία απουσίαζε τα πρώτα χρόνια στη Γασκώνη μαζί με τον πατέρα του. [9] Δημιουργήθηκε δε ένα νέο νοικοκυριό για την ανατροφή του μωρού υπό την επίβλεψη του κληρικού Ζιλ του Άουντενααρντε.[10]

Παιδική ηλικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τοιχογραφία που βρέθηκε στο αβαείο του Ουέστμινστερ που απεικονίζει σύμφωνα με τους περισσότερους ιστορικούς τον βασιλιά Εδουάρδο Α΄ της Αγγλίας, πατέρα του πρίγκιπα Εδουάρδου της Ουαλίας

Ο Εδουάρδος είχε φυσιολογική ανατροφή για μέλος βασιλικής οικογένειας στην εποχή του.[11] Οι παλαιότεροι ιστορικοί αναφέρουν ότι η παιδική του ηλικία σημαδεύτηκε από την απουσία των γονέων του και την έλλειψη οικογενειακής αγάπης, γεγονός που επηρέασε σημαντικά τη ζωή και τη συμπεριφορά του, αν και δεν ήταν ασυνήθιστο για εκείνη την εποχή. Ο πρίγκηπας αγαπούσε τα άλογα και ήταν καλός αναβάτης, είχε έντονο ενδιαφέρον για τα σκυλιά και γενικά όλα τα λαγωνικά. [12] Στα γράμματά του δείχνει ότι είχε αίσθηση του χιούμορ, περιπαίζοντας τους φίλους του για τα ζώα που είχαν δεχτεί ως δώρα, όπως άλογα που δεν μπορούσαν να σηκώσουν αναβάτες, ή σκυλιά που δεν μπορούσαν να κυνηγήσουν. [13] Ήταν αδιάφορος για το κυνήγι, το πιο συνηθισμένο άθλημα της εποχής του, και τα μοναδικά του ενδιαφέροντα ήταν η ουαλική μουσική και τα νεώτερα μουσικά όργανα. [14] Δεν συμμετείχε στο τζόκινγκ λόγω ανικανότητας ή επειδή του το είχε απαγορεύσει η προσωπική του ασφάλεια, αλλά το ενδιαφέρον του για το άθλημα ήταν έντονο.[15]

Ο Εδουάρδος έγινε ψηλός, μυώδης και ήταν αρκετά εμφανίσιμος για τα δεδομένα της εποχής του, είχε δε τη φήμη ότι ήταν καλός δημόσιος ομιλητής και γενναιόδωρος με το νοικοκυριό του. [16] Απολάμβανε συχνά εργασίες όπως η κωπηλασία και το σκάψιμο μαζί με ανθρώπους κατώτερης κοινωνικής τάξης.[17] Ο ιστορικός Φίλιπ Σέιμουρ αναφέρει ότι υπάρχουν λίγες ενδείξεις για τις σχέσεις του Εδουάρδου με χειρωνακτικές εργασίες, η δε συμπεριφορά του αυτή δεν ήταν συνηθισμένη για την αριστοκρατία της εποχής του και δέχτηκε έντονη κριτική από τους ιστορικούς.[18]

Σε ηλικία 6 ετών (1290) ο πατέρας του τακτοποίησε τον γάμο του με τη Μαργαρίτα της Νορβηγίας, εγγονή του Αλεξάνδρου Γ΄ της Σκωτίας και διάδοχο του σκωτσέζικου θρόνου.[19] Η Μαργαρίτα πέθανε πολύ πρόωρα αμέσως μετά διακόπτοντας όλα τα σχέδια για τον γάμο. [20] Η μητέρα του πέθανε αμέσως μετά τη γιαγιά του Ελεονώρα της Προβηγκίας. [21] Ο Εδουάρδος Α΄, έντονα θλιμμένος για τον θάνατο της συζύγου του, της έκανε μεγαλοπρεπή ταφή και παραχώρησε τον τίτλο του κόμητος του Πονθιέ στον μικρό Εδουάρδο.[22] Ένας γάμος με μια Γαλλίδα πριγκίπισσα ήταν ο επόμενος στόχος για τον μικρό Εδουάρδο για να φέρει την ειρήνη, επειδή οι Αγγλογαλλικοί πόλεμοι την περίοδο 1294-1303 είχαν εξασθενήσει σημαντικά τη χώρα.[23] Η ιδέα για τη σύναψη γάμου με μια από τις κόρες του Γκυ, κόμη της Φλάνδρας απέτυχε επειδή το απαγόρευσε ο Φίλιππος Δ΄ της Γαλλίας.[24]

Πρώτες εκστρατείες στη Σκωτία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Medieval painting
Μικρογραφία του 14ου αιώνα που απεικονίζει τον Εδουάρδο Α΄ να στέφει τον γιο του Εδουάρδο Β΄ πρίγκηπα της Ουαλίας (1301)

Την περίοδο 1297-1298, εποχή της εκστρατείας του πατέρα του στη Φλάνδρα εναντίον του Φιλίππου του Ωραίου, ο οποίος είχε καταλάβει αγγλικά εδάφη στη Γασκώνη, ο Εδουάρδος ανέλαβε αντιβασιλιάς της Αγγλίας.[25] Μετά την επιστροφή του ο Εδουάρδος Α΄ υπέγραψε τη Συνθήκη των Παρισίων, σύμφωνα με την οποία ο ίδιος πήρε δεύτερη σύζυγο τη Μαργαρίτα της Γαλλίας, βασίλισσα της Αγγλίας, αδελφή του Φιλίππου, και υπέγραψε τον γάμο του μικρού Εδουάρδου με τη μικρή κόρη του Γάλλου βασιλιά Ισαβέλλα της Γαλλίας (1295-1358), που ήταν τότε μόλις 2 ετών.[26] Θεωρητικά ο γάμος του Εδουάρδου με την Ισαβέλλα έλυσε όλες τις διαφωνίες για το Δουκάτο της Γασκώνης, το οποίο θα μπορούσε να κληρονομηθεί από έναν απόγονο τόσο του Φιλίππου όσο και του Εδουάρδου.[27] Οι σχέσεις του μικρού Εδουάρδου με τη μητριά του φαίνεται ότι ήταν καλές, ενώ πολύ σύντομα γεννήθηκαν και οι δυο ετεροθαλείς αδελφοί του: ο Τόμας του Μπράδερτον, 1ος κόμης του Νόρφολκ (1300), και ο Εδμόνδος του Γούντστοκ, 1ος κόμης του Κεντ (1301).[28] Όταν έγινε βασιλιάς ο Εδουάρδος Β΄ παραχώρησε στους ετεροθαλείς αδελφούς του τις κατάλληλες τιμές και τίτλους.[29] Ο Εδουάρδος Β΄ δέχτηκε έντονη κριτική από τους σύγχρονους ιστορικούς ότι παραμέλησε τα αδέλφια του δίνοντας τίτλους και τιμές στον ερωμένο του Πηρς Γκάβεστον, αλλά βαθύτερες έρευνες από ιστορικούς όπως ο Άλισον Ρ. Μάρσαλ συμπεραίνουν ότι οι κριτικές που δέχτηκε ο Εδουάρδος ήταν υπερβολικές.

Πρίγκηπας της Ουαλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος Α΄ επέστρεψε ξανά στη Σκωτία (1300) μαζί με τον γιο του, στον οποίο ανέθεσε την ηγεσία του στρατιωτικού σώματος στην πολιορκία του κάστρου του Καρλάβεροκ.[30] Την άνοιξη του 1301 ο βασιλιάς ανακήρυξε τον γιο και διάδοχό του Πρίγκηπα της Ουαλίας, του παραχώρησε την κομητεία του Τσέστερ και πολλά εδάφη στα ουαλικά σύνορα, με ελπίδες να φέρει την ειρήνη στην περιοχή, και ο Εδουάρδος Β΄ απέκτησε οικονομική ανεξαρτησία.[31] Ο μικρός Εδουάρδος δέχτηκε όρκο υποτέλειας από τους Ουαλούς υπηκόους του, και στη συνέχεια την ίδια χρονιά (1301) ενώθηκε ξανά με τον πατέρα του και 300 στρατιώτες για νέα εκστρατεία στη Σκωτία που κυρίευσε το κάστρο του Τούρνμπερρι.[32] Ο πρίγκηπας πήρε μέρος σε νέα εκστρατεία εναντίον των Σκωτσέζων (1303) και πολιόρκησε το κάστρο του Μπρέχιν, εμφανίζοντας για άλλη μια φορά τις πολιορκητικές του ικανότητες.[33] Την άνοιξη του 1304 συμμετείχε σε διαπραγματεύσεις με τους Σκωτσέζους για λογαριασμό του πατέρα του, και όταν απέτυχαν συμμετείχε με τον πατέρα του στην πολιορκία του κάστρου του Στέρλινγκ.[34]

Το 1305 συγκρούστηκε πρώτη φορά με τον πατέρα του για το θέμα των χρημάτων, οπότε ο πρίγκηπας είχε έντονη διαφωνία με τον θησαυροφύλακα επίσκοπο Ουώλτερ Λάνγκτον σχετικά με το ποσό της βασιλικής επιχορήγησης που του ανήκε.[35] Ο Εδουάρδος Α΄ υποστήριξε τον θησαυροφύλακα, έδιωξε τον γιο του με τη συνοδεία του από την Αυλή του και του έκοψε κάθε χρηματοδότηση, αλλά ύστερα από διαπραγματεύσεις οι δύο άντρες συμφιλιώθηκαν.[36]

Η σύγκρουση με τη Σκωτία ξέσπασε ξανά (1306) όταν ο Ροβέρτος Α΄ της Σκωτίας σκότωσε τον αντίπαλό του Ιωάννη Κομίν και ανακηρύχτηκε βασιλιάς των Σκωτσέζων.[37] Ο Ερρίκος Α΄ κινητοποίησε σύντομα ένα νέο στρατό, αλλά αυτή τη φορά λόγω γήρατος και ασθένειας όρισε αρχηγό του στρατού τον γιο του. [38] Ο πρίγκηπας Εδουάρδος στέφθηκε Δούκας της Ακουιτανίας, και χρίστηκε ιππότης σε μεγαλοπρεπή τελετή στο Αββαείο του Ουέστμινστερ, η οποία ονομάστηκε "Γιορτή των Κύκνων". [39] Σε μεγαλοπρεπή τελετή στη γειτονική αίθουσα με στοιχεία από θρύλους του βασιλιά Αρθούρου και τις Σταυροφορίες, οι ευγενείς πήραν όρκο να νικήσουν τον Ροβέρτο Μπρους.[40] Είναι ανακριβής ο ρόλος του πρίγκηπα στην εκστρατεία που ακολούθησε το καλοκαίρι, οπότε ο πατέρας του διέταξε μεγάλη σκληρότητα και σφαγές χωρίς όριο στους Σκωτσέζους. Η εκστρατεία των Άγγλων στη Σκωτία το 1306 ήταν πολύ βίαιη. Ο ιστορικός Ουίλλιαμ Ρισάνγκερ (1250-1312) κατηγορεί τον πρίγκηπα Εδουάρδο για μεγάλη βιαιότητα και σφαγές στον τοπικό πληθυσμό, ενώ ο ιστορικός Σέιμουρ Φίλιπς αντίθετα χρεώνει στον Ρισάνγκερ πολλές υπερβολές.[41] Ο πρίγκηπας Εδουάρδος επέστρεψε τον Σεπτέμβριο στην Αγγλία, ενώ οι διαπραγματεύσεις για τον γάμο του με την Ισαβέλλα της Γαλλίας (1295-1358) συνεχίστηκαν.[42]

Στενές σχέσεις με τον Πηρς Γκάβεστον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καταστατικό για την παραχώρηση της κομητείας της Κορνουάλης στον Πήτερ Γκάβεστον

Την περίοδο εκείνη ο πρίγκηπας Εδουάρδος έγινε στενός φίλος με τον Πηρς Γκάβεστον, γιο ενός ιππότη από τα βασιλικά ανάκτορα που κατείχε εδάφη στη Γασκώνη, ο ίδιος δε έγινε σύντροφος με τον πρίγκηπα (1300) υπό τις οδηγίες του πατέρα του.[43] Ο νεαρός Γκάβεστον έγινε σύντομα ο πιο πιστός σύντροφος του πρίγκηπα, και ήταν στη συνοδεία του μικρού Εδουάρδου πριν ο ίδιος στεφτεί από τον πατέρα του ιππότης στη "Γιορτή των Κύκνων" (1306).[44] Ο βασιλιάς για άγνωστους λόγους έστειλε εξορία τον Γκάβεστον λίγο πριν τον θάνατό του (1307).[45] Ιστορικοί αναφέρουν ότι ο νεώτερος Εδουάρδος ζητούσε από τον πατέρα του να παραχωρήσει στον Γκάβεστον την κομητεία του Πονθιέ, ο δε ηλικιωμένος Εδουάρδος Α΄ γεμάτος οργή ξερίζωσε τα μαλλιά του γιου του σε τούφες.[46] Το χρονολόγιο της βασιλικής αυλής καταγράφει μονάχα την εξορία του Γκάβεστον. Στόχος δε του Εδουάρδου Α΄ δεν ήταν η τιμωρία του Πηρς Γκάβεστον, αλλά μονάχα του γιου του, γι'αυτό αρκέστηκε μόνο στην εξορία. [47]

Οι πιθανότητες να είχε ο Εδουάρδος Β΄ ομοφυλοφιλικές σχέσεις με τον Γκάβεστον έχουν φέρει πολλές διαφωνίες στους ιστορικούς, και οι σύγχρονες πηγές είναι ελάχιστες και δεν τους έχουν βοηθήσει να λύσουν το πρόβλημα.[48] Ο ιστορικός Τζον Μπόσγουελ (1947-1994) θέτει πρώτος το ζήτημα της βαθιάς λατρείας που υπήρχε μεταξύ τους. Ο Τζέφρεϊ Χάμιλτον υποστηρίζει ότι η σχέση μεταξύ τους ήταν σεξουαλική, αλλά δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία να το τεκμηριώσει. Ο ιστορικός Μίκαελ Πρεστβς (γεν. 1943) θέτει το ζήτημα για μια μορφή σχέσης με '"όρκο αδελφοποίησης"', η οποία περιείχε και πολλά σεξουαλικά στοιχεία. [49] Ο Μίρι Ρούμπιν (γεν. 1956) σημειώνει ότι η σχέση τους ήταν '"μια πολύ έντονη σχέση εργασίας"', και ο Σέιμουρ Φίλιπς με τη σειρά του γράφει ότι ο Εδουάρδος είχε τον Γκάβεστον σαν "υιοθετημένο αδελφό του". Η ομοφυλοφιλία ήταν βαρύτατο αμάρτημα για την Εκκλησία τον 14ο αιώνα, αλλά η ερμηνεία της ομοφυλοφιλικής σχέσης δεν μπορούσε να ερμηνευτεί τότε με όρους του 20ου αιώνα.[50] Το αξιοσημείωτο είναι ότι τόσο ο Εδουάρδος όσο και ο Γκάβεστον είχαν πολλά παιδιά με τις συζύγους του, ο δε Εδουάρδος είχε και εξώγαμα και ερωτικές σχέσεις με την Ελεονώρα Ντι Κλαιρ.[51]

Αρχική περίοδος βασιλείας (1307 - 1311)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στέψη και γάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας δέχεται το στέμμα σε τοιχογραφία της εποχής του

Ο Εδουάρδος Α΄ άρχισε τις ετοιμασίες για κατάληψη της Σκωτίας το καλοκαίρι του 1307 με τον πρίγκηπα Εδουάρδο στο πλευρό του, ο ηλικιωμένος όμως βασιλιάς είχε πολύ άσχημη υγεία και πέθανε στις 7 Ιουλίου στο Μπουργκ μπάι Σαντς. [52] Ο νεαρός Εδουάρδος μόλις έμαθε τα νέα για τον θάνατο του πατέρα του έφτασε από το Λονδίνο στις 20 Ιουλίου και στέφθηκε βασιλιάς. [53] Στη συνέχεια βάδισε βόρεια στη Σκωτία, όπου στις 4 Αυγούστου δέχθηκε φόρο υποτέλειας από τους Σκωτσέζους υποστηρικτές του στο Ντάμφρι, προτού εγκαταλείψει την εκστρατεία και επιστρέψει νότια. Ανακάλεσε από την εξορία τον Πηρς Γκάβεστον, τον έχρισε κόμη της Κορνουάλης, κανονίζοντας επίσης τον γάμο του με την πλούσια Μάργκαρετ ντε Κλαιρ.[54] Ο Εδουάρδος συνέλαβε τον παλαιό του αντίπαλο επίσκοπο Λάνγκτον και τον απέπεμψε από τη θέση του Θησαυροφύλακα. [55] Η σορός του πατέρα του κρατήθηκε πολλούς μήνες στην εκκλησία του Ουόλθαμ Άμπεϊ, μέχρι να γίνει η ταφή του στο Αββαείο του Ουέστμινστερ, όπου ο Εδουάρδος Β' ανήγειρε έναν απλό μαρμάρινο τάφο. [56] To 1308 ολοκληρώθηκε ο γάμος του Εδουάρδου με την Ισαβέλλα της Γαλλίας (1295-1358).[57] Ο Εδουάρδος διέσχισε τη Μάγχη τον Ιανουάριο αφήνοντας υπεύθυνο κατά την απουσία του τον Γκάβεστον, στον οποίο δόθηκαν υπερβολικές εξουσίες που ενισχύθηκαν με την ειδικά χαραγμένη Μεγάλη Σφραγίδα του Βασιλείου.[58][59] Ο Εδουάρδος είχε ελπίδες ότι ο γάμος θα ενισχύσει τη θέση του στη Γασκώνη και θα του φέρει κεφάλαια που είχε απόλυτη ανάγκη. Η συνάντηση έγινε σε βαρύ κλίμα, η οικογένεια του Φιλίππου τον είδε με μεγάλη αντιπάθεια, και οι διαπραγματεύσεις για την προίκα της Ισαβέλλας ήταν σκληρές.[60] Στη συμφωνία που ακολούθησε ο Εδουάρδος έδωσε όρκο υποτέλειας στον Φίλιππο για το Δουκάτο της Ακουιτανίας και αποφάσισαν την εφαρμογή της Συνθήκης του Παρισιού (1303).[61]

Ο γάμος του ζεύγους έγινε στη Βουλώνη στις 25 Ιανουαρίου.[62] Ο Εδουάρδος έδωσε στην Ισαβέλλα ως γαμήλιο δώρο ένα ψαλτήρι, η δε Ισαβέλλα πήρε επιπλέον από τον πατέρα της δώρα αξίας άνω των 21.000 λιβρών, και ένα θραύσμα του Τιμίου Σταυρού.[63] Το ζεύγος επέστρεψε στην Αγγλία τον Φεβρουάριο, ο Εδουάρδος είχε δώσει εντολή να αναπαλαιωθεί πλουσιοπάροχα το Παλάτι του Ουεστμίνστερ, ώστε να είναι έτοιμο για τη στέψη τους και τη γαμήλια εορτή, με μαρμάρινα τραπέζια, σαράντα φούρνους και ένα συντριβάνι που ανάβλυζε κρασί και pimento (=ένα μεσαιωνικό ποτό με μπαχαρικά).[64] Μετά από καθυστερήσεις, η τελετή έγινε στις 25 Φεβρουαρίου υπό την καθοδήγηση του Ρόμπερτ Ουίντσελσι, αρχιεπισκόπου του Καντέρμπερι.[65] Στη διάρκεια της στέψης ο Εδουάρδος ορκίστηκε να επιβάλει "τους νόμους και τα έθιμα τα οποία η κοινότητα του βασιλείου έχει επιλέξει".[66] Είναι αβέβαιη η ερμηνεία του όρκου, ο δε στόχος ήταν να τηρήσει με όρκο όλους τους μελλοντικούς νόμους και να μην προσπαθήσει να νομοθετήσει υπέρ των βαρόνων. [67] Δεν είναι βέβαιο ποιός έγραψε τη φράση του όρκου της στέψης καθώς και οι προθέσεις του συντάκτη. Ιστορικές συζητήσεις για τον όρκο της στέψης έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η λατινική φράση "άουρα εσλώ" σχετίζεται με όρκους της τήρησης μελλοντικών νόμων. Είναι επίσης αβέβαιο αν οι αλλαγές στον όρκο έγιναν λόγω των σχέσεων του Εδουάρδου με τους βαρόνους ή λόγω της θέσης του Γκάβεστον. [68] Μετά την τελετή τα πλήθη των ενθουσιασμένων θεατών μπήκαν στο παλάτι γκρεμίζοντας τον τοίχο, και ανάγκασαν τον Εδουάρδο να διαφύγει από την πίσω πόρτα.[69] Η Ισαβέλλα την περίοδο που έγινε ο γάμος ήταν μόνο 12 ετών, αυτό επέτρεψε στον Εδουάρδο να έχει σεξουαλικές σχέσεις μέχρι την ενηλικίωση της με ερωμένες, και στο διάστημα αυτό απέκτησε έναν νόθο γιο, τον Άνταμ Φίτζροϋ (1307). [70] Το 1312 γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, ο μελλοντικός Εδουάρδος Γ΄ της Αγγλίας. Η γέννηση του διαδόχου εορτάστηκε με μεγαλοπρεπείς τελετές. Ακολούθησαν τα επόμενα παιδιά τους: ο Ιωάννης της Κορνουάλης (1316), η Ελεονώρα του Γούντστοκ (1318) και η Ιωάννα του Πύργου (1321). [71]

Εντάσεις λόγω του Γκάβεστον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Painting of Philip V and family
Η Ισαβέλλα της Γαλλίας (1295-1358) τρίτη από αριστερά, με τον πατέρα της Φίλιππο Δ΄ στο κέντρο

Η επιστροφή του Γκάβεστον από την εξορία το 1307 αρχικά έγινε αποδεκτή από τους βαρόνους, αλλά σύντομα ξεκίνησαν αντιδράσεις.[72] Ο Γκάβεστον είχε υπερβολική εξουσία στη βασιλική αυλή, ένας σύγχρονος δε χρονικογράφος έγραψε "δύο βασιλείς βασίλευαν σε ένα βασίλειο, ο ένας στο όνομα και ο άλλος στην πράξη".[73] Οι εχθροί του Γκάβεστον άρχισαν να εκτοξεύουν κατηγορίες ότι είχε κλέψει βασιλικά χρήματα και τα γαμήλια δώρα της Ισαβέλλας.[74] Ο Γκάβεστον είχε καθοριστικό ρόλο στη στέψη του Εδουάρδου, προκάλεσε δε οργή στους Άγγλους και Γάλλους παρισταμένους λόγω της προτεραιότητας που του δόθηκε στην τελετουργία, της μεγαλοπρεπούς ενδυμασίας του, και της μεγαλύτερης συμμετοχής του στους εορτασμούς αντί για την ίδια τη βασίλισσα Ισαβέλλα.[75] Το Κοινοβούλιο της Αγγλίας συνήλθε τον Φεβρουάριο το 1308 σε ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα.[76] Ο Εδουάρδος ήταν πρόθυμος να συζητήσει οποιαδήποτε κυβερνητική μεταρρύθμιση αλλά οι βαρόνοι ήταν αρνητικοί μέχρι να λυθεί το ζήτημα του Γκάβεστον.[77] Η έκρυθμη κατάσταση παρά λίγο να οδηγήσει σε βία αλλά η ένταση χαλάρωσε με τη μεσολάβηση του Ερρίκου του Λακί, 3ου κόμη του Λίνκολν, που έπεισε τους βαρόνους να υποχωρήσουν. [78] Το Κοινοβούλιο συνεκλήθη πάλι τον Απρίλιο, και αυτή τη φορά οι βαρόνοι έκαναν έντονη κριτική στον Γκάβεστον και ζήτησαν την εξορία του με την υποστήριξη της βασίλισσας Ισαβέλλας και του γαλλικού στέμματος.[79] Ο Εδουάρδος αρχικά αντιστάθηκε αλλά τελικά συμφώνησε να στείλει τον Γκάβεστον στην Ακουιτανία, υπό τις απειλές του αρχιεπισκόπου του Καντέρμπερι για αφορισμό. [80] Την τελευταία όμως στιγμή ο Εδουάρδος Β΄ άλλαξε γνώμη, και αποφάσισε να στείλει τον Γκάβεστον στο Δουβλίνο και να τον τοποθετήσει Γενικό Διοικητή της Ιρλανδίας.[81]

Ο Εδουάρδος επιθυμούσε νέα εκστρατεία στη Σκωτία, αλλά σύντομα άλλαξε γνώμη. Ο βασιλιάς και οι βαρόνοι συναντήθηκαν τον Αύγουστο του 1308 για να συζητήσουν τις μεταρρυθμίσεις.[82] Ο Εδουάρδος προσπάθησε να πείσει τον πάπα Κλήμη Ε΄ και τον Φίλιππο Δ΄ να επιτρέψουν την επιστροφή του Γκάβεστον στην Αγγλία, με αντάλλαγμα την εξόντωση των Ναϊτών στην Αγγλία, και την απελευθέρωση του επισκόπου Λάνγκτον.[83] Ο Εδουάρδος συγκάλεσε τον Ιανουάριο του 1309 συνέλευση επισκόπων και βαρόνων, οι ΔΕ κόμητες συγκεντρώθηκαν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο υπό την ηγεσία του Τόμας του Λάνκαστερ.[84] Το Κοινοβούλιο αρνήθηκε την επιστροφή του Γκάβεστον αλλά συμφώνησε να δώσει στον Εδουάρδο επιπλέον φόρους εάν συμφωνούσε σε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων.[85] Ο Εδουάρδος διαβεβαίωσε τον πάπα ότι η σύγκρουση για τον Γκάβεστον είχε λήξει.[86] Ο πάπας συμφώνησε να ακυρώσει την απειλή του αρχιεπισκόπου να αφορίσει τον Γκάβεστον, ανοίγοντας τον δρόμο για την επιστροφή του στην Αγγλία.[87] Ο Γκάβεστον επέστρεψε τον Ιούνιο, οπότε και συνάντησε τον Εδουάρδο.[88] Τον επόμενο μήνα στο κοινοβούλιο ο Εδουάρδος έκανε μια σειρά παραχωρήσεων για να ηρεμήσει τους αντιπάλους του Γκάβεστον, όπως μείωση της εξουσίας του βασιλικού τελετάρχη και του βασιλικού αρχιφύλακα, και εγκατέλειψε την πρόσφατα θεσπισμένη τελωνειακή νομοθεσία.[89] Το κοινοβούλιο σε αντάλλαγμα συμφώνησε στην αύξηση φόρων ώστε να συγκεντρωθούν χρήματα για εκστρατεία στη Σκωτία, και ο Εδουάρδος και οι βαρόνοι προσωρινά έφτασαν σε επιτυχή συμβιβασμό.[90]

Ο βασιλιάς εγκαταλείπει τον Γκάβεστον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το θετικό κλίμα άλλαξε μετά την επιστροφή του Γκάβεστον, που με την προκλητική και χυδαία συμπεριφορά του εξόργισε τους βαρόνους που στράφηκαν εναντίον του. [91] Ο κόμης του Λάνκαστερ αρνήθηκε να πάει στο Κοινοβούλιο λόγω της παρουσίας του Γκάβεστον (1310). [92] Ο Εδουάρδος αντιμετώπιζε έντονα οικονομικά προβλήματα με μεγάλα χρέη στους τραπεζίτες, η δε συμπεριφορά του Γκάβεστον του απαγόρευσε να εισπράξει νέους φόρους, κάτι που έκανε αδύνατη μια νέα προετοιμασία για τον πόλεμο με τη Σκωτία. [93] Ο βασιλιάς συγκάλεσε ξανά το Κοινοβούλιο (1310) σχετικά με τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στον πόλεμο με τη Σκωτία, και αυτή τη φορά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει οριστικά τον Γκάβεστον, ανέθεσε δε την εξουσία σε 21 βαρόνους, τους λεγόμενους Εντολοδόχους. [94][95] Την ώρα που οι Εντολοδόχοι ξεκίνησαν τις μεταρρυθμίσεις ο Εδουάρδος Β' με τον Γκάβεστον πήγαν στη Σκωτία για να πολεμήσουν με τον Ροβέρτο Μπρους, αλλά η έλλειψη τροφίμων και χρημάτων τούς ανάγκασε να επιστρέψουν στην Αγγλία (1311). [96] Μετά την επιστροφή του Εδουάρδου το Συμβούλιο των Εντολοδόχων απέκτησε μεγάλη εξουσία, και ο ίδιος δεν μπορούσε να κάνει τίποτα χωρίς την έγκριση του, οπότε ο Γκάβεστον υποχρεώθηκε να εξαφανιστεί από τα αγγλικά εδάφη, καθαιρέθηκε από όλους τους τίτλους, και δραπέτευσε στη βόρεια Γαλλία ή τη Φλάνδρα. [97][98]

Μεσοβασιλεία (1311–1321)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θάνατος του Γκάβεστον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ένταση ανάμεσα στον Εδουάρδο και τους βαρόνους ήταν μεγάλη, και οι αντιβασιλικοί κόμητες ετοιμάστηκαν για σύγκρουση το 1311. [99] Ο Εδουάρδος αποξενώθηκε από τον ξάδελφό του κόμη του Λάνκαστερ, που κατείχε τις κομητείες του Λάνκαστερ, του Λέστερ, του Λίνκολν, του Σώλσμπερι και του Ντέρμπι, με ετήσιο εισόδημα περίπου 11.000 στερλινών ετησίως, σχεδόν διπλάσιο από αυτό του αμέσως πλουσιότερου βαρόνου.[100] Με την υποστήριξη των κομήτων του Άραντελ, του Γκλόστερ, του Χέρφορντ, του Πέμπροουκ και του Γουόρικ, ο Λάνκαστερ έγινε ηγέτης ισχυρής παράταξης στην Αγγλία, αλλά δεν ενδιαφέρθηκε για την εξουσία.[101]

Ο Εδουάρδος σε απάντηση κάλεσε τον Γκάβεστον στην Αγγλία και τον συνάντησε ξανά στο Γιορκ τον Ιανουάριο του 1312.[102] Οι βαρόνοι έξαλλοι συναντήθηκαν στο Λονδίνο, ο δε Γκάβεστον αφορίστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι και αποφασίστηκε να τον αιχμαλωτίσουν και να τον εμποδίσουν να δραπετεύσει στη Σκωτία.[103] Ο Εδουάρδος, η Ισαβέλλα και ο Γκάβεστον έφυγαν για το Νιούκαστλ, και ο Λάνκαστερ με τους οπαδούς του τους καταδίωξαν.[104] Η βασιλική οικογένεια δραπέτευσε με πλοίο στο Σκάρμπορο, ο δε Γκάβεστον έμεινε εκεί, ενώ ο Εδουάρδος με την Ισαβέλλα επέστρεψαν στο Γιορκ.[105] Μετά από σύντομη πολιορκία, ο Γκάβεστον παραδόθηκε στους κόμητες του Πέμπροουκ και του Σάρεϊ, με την υπόσχεση ότι δεν θα τον πειράξουν.[106] Είχε μαζί του μια τεράστια συλλογή χρυσού, αργύρου και πολύτιμων λίθων, μέρος του βασιλικού θησαυροφυλακίου, το οποίο κατηγορήθηκε αργότερα ότι έκλεψε από τον Εδουάρδο.[107] Επιστρέφοντας ο Πέμπροουκ σταμάτησε στο χωριό Ντέντινγκτον στα Μίντλαντς θέτοντας τον Γκάβεστον υπό επιτήρηση, ενώ ο ίδιος επισκέφτηκε τη γυναίκα του.[108]Ο κόμης του Γουόρικ βρήκε την ευκαιρία να μεταφέρει τον Γκάβεστον στο κάστρο του Γουόρικ, όπου ο Λάνκαστερ και οι υπόλοιποι βαρόνοι συγκεντρώθηκαν στις 18 Ιουνίου.[109] Σε σύντομη δίκη ο Γκάβεστον κρίθηκε ένοχος προδοσίας και εκτελέστηκε στον λόφο του Μπλάκλοου την επόμενη ημέρα υπό τις διαταγές του κόμη του Λάνκαστερ.[110] Το σώμα του Γκάβεστον παρέμεινε άταφο μέχρι το 1315, οπότε η κηδεία του έγινε στη βασιλική μονή του Λάνγκλεϊ.[111]

Ένταση με τον Λάνκαστερ και τη Γαλλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Painting of Edward at a knighting ceremony
Ο Εδουάρδος (αριστερά) και ο πεθερός του Φίλιππος Δ΄ στην τελετή χρίσματος ιπποτών στην Παναγία των Παρισίων, 1312

Οι αντιδράσεις για τον θάνατο του Γκάβεστον είχαν σημαντικές διαφορές.[112] Ο Εδουάρδος έξαλλος και βαθιά αναστατωμένος φρόντισε την οικογένεια του Γκάβεστον και έβαλε στόχο να εκδικηθεί τους βαρόνους που τον εκτέλεσαν.[113] Οι κόμητες του Πέμπροουκ και του Σάρεϊ με αίσθηση ντροπής και θυμού για τις πράξεις του Γουόρικ υποστήριξαν τον Εδουάρδο.[114] Ο Λάνκαστερ και οι οπαδοί του δήλωσαν ότι η εκτέλεση ήταν νόμιμη και απαραίτητη για τη διατήρηση της σταθερότητας του βασιλείου.[115] Ο εμφύλιος ήταν πάλι μπροστά αλλά τον Δεκέμβριο ο κόμης του Πέμπροουκ διαπραγματεύτηκε ειρήνη μεταξύ των δύο πλευρών, οι δε δολοφόνοι του Γκάβεστον θα αμνηστεύονταν και σε αντάλλαγμα θα υποστήριζαν μια νέα εκστρατεία στη Σκωτία.[116] Ο Λάνκαστερ και ο Γουόρικ δεν συμφώνησαν και οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν μέσα στο 1313.[117]

Ο κόμης του Πέμπροουκ ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τη Γαλλία για να επιλύσει τις πολύχρονες διαφωνίες για τη διοίκηση της Γασκώνης, και ο Εδουάρδος και η Ισαβέλλα τον Ιούνιο του 1313 συμφώνησαν να μεταβούν στο Παρίσι για να συναντήσουν τον Φίλιππο Δ΄.[118] Ο Εδουάρδος είχε ελπίδες να κερδίσει την υποστήριξη του Φιλίππου στη διαμάχη του με τους βαρόνους, ενώ για τον Φίλιππο αντίστοιχα ήταν μια ευκαιρία να εντυπωσιάσει τον γαμπρό του με τη δύναμη και τον πλούτο του.[119] Η επίσκεψη ήταν θεαματική, ακολούθησε δε μεγάλη τελετή στην οποία οι δύο βασιλείς έχρισαν ιππότες τους γιους του Φιλίππου και άλλους 200 άντρες στην Παναγία των Παρισίων, ενώ μεγάλες δεξιώσεις έγιναν κατά μήκος του Σηκουάνα, με μια δημόσια διακήρυξη ότι οι δυο βασιλείς και οι βασίλισσες θα συμμετείχαν σε σταυροφορία στην Ανατολή.[120] Ο Φίλιππος έβαλε επιεικείς όρους για τη διευθέτηση των προβλημάτων στη Γασκώνη, αλλά το γεγονός αμαυρώθηκε από μια σοβαρή πυρκαγιά στα διαμερίσματα του Εδουάρδου.[121]

Όταν επέστρεψε από τη Γαλλία η θέση του Εδουάρδου ενισχύθηκε σημαντικά.[122] Μετά από έντονες διαπραγματεύσεις οι κόμητες, μεταξύ των οποίων αυτοί του Λάνκαστερ και του Γουόρικ, τον Οκτώβριο του 1313 συμβιβάστηκαν με βάση τη συμφωνία του προηγούμενου Δεκεμβρίου.[123] Τα χρηματοοικονομικά του Εδουάρδου βελτιώθηκαν από την αύξηση των φόρων, ένα δάνειο 160.000 φιορινιών από τον πάπα, 33.000 λίρες που του δάνεισε ο Φίλιππος και τα δάνεια που του εξασφάλισε ο νέος Ιταλός τραπεζίτης Αντόνιο Πεσάνιο, και για πρώτη φορά ο Εδουάρδος είχε άριστη χρηματοδότηση.[124][125]

Μάχη του Μπάνοκμπερν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Sketch of the Battle of Bannockburb
Απεικόνιση της Μάχης του Μπάνοκμπερν το 1314 από τη Βίβλο Χόλκαμ

Το 1314 ο Ροβέρτος Μπρους ανακατέλαβε τα περισσότερα κάστρα του Εδουάρδου στη Σκωτία, και προώθησε ομάδες επίθεσης στη βόρεια Αγγλία μέχρι και το Καρλάιλ.[126] Ο Εδουάρδος οργάνωσε στρατιωτική επιχείρηση με τη στήριξη του Λάνκαστερ και των βαρόνων, συγκεντρώνοντας 15.000-20.000 άνδρες.[127] Ο Ροβέρτος πολιορκούσε το κάστρο Στέρλινγκ, ένα σημαντικό οχυρό στη Σκωτία, του οποίου ο Άγγλος διοικητής είχε δηλώσει ότι αν ο Εδουάρδος δεν έφτανε μέχρι τις 24 Ιουνίου θα παραδινόταν.[128] Όταν στα τέλη Μαΐου έμαθε την είδηση ο βασιλιάς έφτασε στο Μπέργουικ απόν Τουίντ για να συνδράμει στην άμυνα του κάστρου.[129] Ο Ροβέρτος τότε με 5.500-6.500 ακοντιστές ετοιμάστηκε να αποτρέψει τον στρατό του Εδουάρδου να φτάσει στο Στέρλινγκ.[130]

Η μάχη άρχισε στις 23 Ιουνίου, καθώς ο αγγλικός στρατός προσπάθησε να περάσει μέσα από τα οροπέδια του Μπάνοκμπερν. που περιβάλλονταν από έλη. [131] Οι αψιμαχίες ξέσπασαν ανάμεσα στις δυο πλευρές με πρώτη σημαντική απώλεια τον θάνατο του Ερρίκου του Μποχύν, που ο ίδιος ο Ροβέρτος σκότωσε σε προσωπική μονομαχία. [132] Ο Εδουάρδος συνέχισε την επόμενη μέρα την επέλασή του, και ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του χωρίς να το περιμένει ο κύριος όγκος των Σκωτσέζων, μέσα από τα δάση του Νιου Παρκ.[133] Η εμφάνιση των Σκωτσέζων έφερε τον Εδουάρδο σε αμηχανία, καθώς είχε αφήσει την ισχυρότερη δύναμη του στρατού του, τους τοξότες που μπορούσαν να σπάσουν την εχθρική άμυνα, πίσω.[134] Το ιππικό του δεν μπορούσε να κινηθεί στο βαλτώδες έδαφος και συνετρίβη από τους ακοντιστές του Ροβέρτου.[135] Οι αρχηγοί του αγγλικού στρατού συγκλονισμένοι είδαν ότι έχασαν κάθε έλεγχο. [136] Ο κόμης του Πέμπροουκ είδε ότι η μάχη ήταν χαμένη και προσπάθησε να βγάλει τον βασιλιά έξω από το πεδίο, καταδιώχθηκε δε από τις δυνάμεις των Σκωτσέζων.[137] Ο Εδουάρδος μόλις δραπέτευσε από τη μάχη και έκανε όρκο να κτίσει Οίκο Καρμελιτών στην Οξφόρδη αν επιζούσε,[138] Ο ιστορικός Ρόι Μάρτιν Χέινς (γεν. 1924) περιγράφει την ήττα των Άγγλων ως "συντριβή των εκπληκτικών αναλογιών", αφού οι απώλειες για τους Άγγλους ήταν τεράστιες. [139] Την επόμενη μέρα μετά την ήττα ο Εδουάρδος Β΄ οπισθοχώρησε στο Ντάνμπαρ, από εκεί ταξίδευσε με πλοίο στο Μπέργουικ και στη συνέχεια επέστρεψε στο Γιορκ, το δε κάστρο του Στέρλινγκ έπεσε εύκολα. [140]

Η μεγάλη πείνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη συντριβή του Μπάνοκμπερν οι κόμητες του Λάνκαστερ και του Γουόρικ είδαν την εξουσία τους να ανεβαίνει και πίεσαν τον βασιλιά να επαναφέρει τις Διατάξεις του 1311.[141] Ο Λάνκαστερ έγινε αρχηγός του βασιλικού συμβουλίου (1316) με υποσχέσεις να επαναφέρει τις Διατάξεις με τη σύσταση ενός νέου συμβουλίου, αλλά σύντομα εγκατέλειψε τις προσπάθειες λόγω διαφωνιών του με τους υπόλοιπους βαρόνους ή λόγω της κακής υγείας του.[142] Ο Λάνκαστερ αρνήθηκε να συναντήσει τον βασιλιά τα επόμενα δυο χρόνια δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στη διακυβέρνηση του βασιλείου, και οι εντάσεις έφεραν τη χώρα στα πρόθυρα εμφυλίου και έσβησαν όλες τις ελπίδες για νέα εκστρατεία στη Σκωτία. [143] Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις με τους κόμητες του Πέμπροουκ και του Λάνκαστερ οι αντίπαλοι υπέγραψαν τον Αύγουστο του 1318 τη Συνθήκη του Ληκ, ο δε βασιλιάς συγχώρησε τον Λάνκαστερ και τοποθέτησε νέο συμβούλιο για να αποτρέψει τον εμφύλιο.[144] Οι δυσκολίες του Εδουάρδου Β΄ αυξήθηκαν σημαντικά λόγω της Μεγάλης Πείνας του 1315-1317 που είχε θερίσει ολόκληρη τη βόρεια Ευρώπη, ξεκίνησε δε στα τέλη του 1314 με καταρρακτώδεις βροχές, ακολούθησε βαρύτατος χειμώνας και οι βροχές έγιναν ξανά έντονες την άνοιξη σκοτώνοντας πολλά πρόβατα και βοοειδή, ενώ ο κακός καιρός συνεχίστηκε μέχρι το 1321, και καταστράφηκαν όλες οι σοδειές.[145] Τα έσοδα από την εισαγωγή του μαλλιού έπεσαν σημαντικά και οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατακόρυφα, ο δε Εδουάρδος Β΄ δεν μπόρεσε να τις ελέγξει.[146] Ο Εδουάρδος ζήτησε κατόπιν την απελευθέρωση των τροφίμων, την αύξηση του εσωτερικού εμπορίου και την εισαγωγή σιτηρών αλλά με ελάχιστες επιτυχίες.[147]

Ο Ροβέρτος Μπρους εκμεταλλεύτηκε τον θρίαμβο του Μπάνοκμπερν για να ξεκινήσει τις επιδρομές στη βόρεια Αγγλία, οπότε επιτέθηκε πρώτα στο Καρλάιλ και στο Μπέργουικ, στη συνέχεια προχώρησε νότια στο Λάνκασαϊρ και στο Γιορκσάιρ, και έφτασε μέχρι το Γιορκ.[148] Ο Εδουάρδος ανέλαβε μια ανεπιτυχή εκστρατεία εναντίον του αλλά η πείνα εμπόδισε τον στρατό του να εφοδιαστεί με τρόφιμα.[149] Ένα σκωτσέζικο σώμα με αρχηγό τον εδουάρδο Μπους, αδελφό του Ροβέρτου, επιτέθηκε επιτυχώς στην Ιρλανδία (1315) και ο ίδιος ανακήρυξε τον εαυτό του Βασιλιά της Ιρλανδίας.[150] Ο Έντουαρντ ηττήθηκε όμως κατόπιν από τον δικαστή του Εδουάρδου Β΄, Εδμόνδο Μπάτλερ, στη μάχη του Φώγκαρτ (1318), το δε κεφάλι του κόπηκε και στάλθηκε στον αδελφό του.[151] Ακολούθησαν νέες εξεγέρσεις στο Λάνκασαϊρ, στο Μπρίστολ (1315) και στο Γκλάμοργκαν της Ουαλίας (1316), αλλά όλες απέτυχαν.[152]

Ο λιμός και οι ήττες από τη Σκωτία εκλήφθησαν ως τιμωρία από τον Θεό, τα δε παράπονα για τον Εδουάρδο πολλαπλασιάστηκαν, με ένα ποίημα της εποχής να περιγράφει τους "Δεινούς Καιρούς του Εδουάρδου Β΄".[153] Ο Εδουάρδος Β΄ δέχτηκε πολλές κριτικές για την ανικανότητα του, και ένας ψυχικά ασθενής, ο Τζον του Πάουντερχαμ, εμφανίστηκε στην Οξφόρδη (1318) ισχυριζόμενος ότι είναι ο πραγματικός Εδουάρδος και ότι είχε γίνει ανταλλαγή τους στη γέννα.[154] Ο Τζον εκτελέστηκε αλλά οι σκιές στον Εδουάρδο παρέμειναν έντονες τόσο για την έλλειψη βασιλικής συμπεριφοράς όσο και για την ανικανότητά του, με πολλά παράπονα από την αντιπολίτευση για την προνομιακή μεταχείριση των βασιλικών οπαδών.[155] Αυτός όμως διατήρησε τους προηγούμενους από τους συμβούλους του παρά τις απόπειρες της αντιπολίτευσης να τους απομακρύνει και μοίρασε την απέραντη κομητεία του ντε Κλαιρ στους οπαδούς του, πρώην ευγενείς Χιου Όντλεϊ και Ρότζερ Ντμόρυ, που έγιναν υπερβολικά πλούσιοι. [156] Η περιουσία του ντε Κλαιρ ανήκε στον Γιλβέρτο ντε Κλαιρ, κόμη του Γκλόστερ, που είχε πέσει στη μάχη του Μπάνοκμπερν, μοιράστηκε δε ανάμεσα στις τρεις αδελφές του, η μια από τις οποίες ήταν ήδη σύζυγος του Ούγου Ντεσπένσερ του Νεώτερου. Πολλοί μετριοπαθείς μέχρι τότε ουδέτεροι στράφηκαν εναντίον του Εδουάρδου αυξάνοντας τις πιθανότητες να ξεσπάσουν βιαιότητες.[157]

Ύστερη βασιλεία (1321–1326)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έναρξη των εμφύλιων εχθροπραξιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο εμφύλιος ξέσπασε στην Αγγλία το 1321, προκλήθηκε από την ένταση ανάμεσα στους βαρόνους και τους βασιλικούς οπαδούς ιδιαίτερα την οικογένεια Ντεσπένσερ.[158] Ο Ούγος Ντεσπένσερ ο Πρεσβύτερος είχε υπηρετήσει τον Εδουάρδο Β΄ και τον πατέρα του, ο νεότερος είχε νυμφευθεί μέλος της οικογένειας ντε Κλερ, είχε γίνει αυλικός και είχε αποκτήσει το Γκλάμοργκαν στην Ουαλική Μεθόριο (1317).[159] Ο Ούγος ο Νεότερος επέκτεινε την περιουσία και την εξουσία του στην Ουαλία σε βάρος των άλλων βαρόνων.[160] Ο κόμης του Λάνκαστερ και οι Ντεσπένσερ ήταν άσπονδοι εχθροί, το μίσος του Λάνκαστερ επεκτάθηκε και σε άλλους βαρόνους όπως ο κόμης του Χέρφρντ, η οικογένεια Μόρτιμερ, ο Χιου Όντλεϊ και ο Ρότζερ Ντάμορι.[161] Ο Εδουάρδος βασίστηκε όλο και περισσότερο στους Ντεσπένσερ και είχε πολύ στενή σχέση με τον Ούγο τον Νεότερο, ένας χρονικογράφος σημειώνει ότι ο Εδουάρδος "τον αγαπούσε στοργικά με όλη την καρδιά και το μυαλό του".[162]

Στις αρχές του 1321, ο Λάνκαστερ κινητοποίησε τους εχθρούς των Ντεσπένσερ σε όλο το βασίλειο.[163] Ο Εδουάρδος και ο Ούγος ο Νεότερος πληροφορήθηκαν τα σχέδια τον Μάρτιο και προχώρησαν δυτικά ελπίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις με τον μετριοπαθή κόμη του Πέμπροκ θα έλυναν την κρίση, αυτή τη φορά ο Πέμπροκ αρνήθηκε να παρέμβει και τον Μάιο ξέσπασε πόλεμος.[164] Η ακίνητη περιουσία των Ντεσπένσερ δημεύτηκε γρήγορα από έναν συνασπισμό λόρδων της μεθορίου και της τοπικής κατώτερης αριστοκρατίας, ο Λάνκαστερ συγκάλεσε συνέλευση με τους βαρόνους και τον κλήρο τον Ιούνιο η οποία καταδίκασε τους Ντεσπένσερ επειδή παραβίασαν τον νόμο.[165] Ο Εδουάρδος επιδίωξε να συμφιλιωθεί αλλά τον Ιούλιο η αντιπολίτευση κατέλαβε το Λονδίνο και ζήτησε τη μόνιμη απομάκρυνση των Ντεσπένσερ.[166] Με τον φόβο ότι θα χάσει τον θρόνο του ο Εδουάρδος συμφώνησε να εξοριστούν οι Ντεσπένσερ και έδωσε χάρη στους λόρδους της Μεθορίου.[167]

Εκτέλεση του Λάνκαστερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος άρχισε να σχεδιάζει εκδίκηση, με τη βοήθεια του Πέμπροκ δημιούργησε συνασπισμό με τους ετεροθαλείς αδελφούς του, κόμητες και μέλη του ανώτερου κλήρου και ετοιμάστηκε για πόλεμο.[168] Η Ισαβέλλα στάλθηκε στο προπύργιο του Μπαρθόλομιου ντε Μπάντλμερ το κάστρο του Λιντς για να δημιουργήσει σκόπιμα μια αιτία πολέμου.[169] Η σύζυγος του Μπαρθόλομιου Μάργκαρετ έπεσε στην παγίδα και οι άντρες της σκότωσαν αρκετούς από την ακολουθία της Ισαβέλλας δίνοντας στον Εδουάρδο πρόφαση να επέμβει.[170] Ο Λάνκαστερ αρνήθηκε να βοηθήσει τον Μπαρθόλομιου επειδή ήταν προσωπικός του εχθρός και ο Εδουάρδος γρήγορα ανάκτησε τη νοτιοανατολική Αγγλία.[171] Θορυβημένος ο Λάνκαστερ κινητοποίησε το δικό του στρατό βόρεια της Αγγλίας και ο Εδουάρδος συγκέντρωσε τις δυνάμεις του νοτιοδυτικά.[172] Οι Ντεσπένσερ γύρισαν από την εξορία και πήραν χάρη από το βασιλικό συμβούλιο.[173]

Τον Δεκέμβριο ο Εδουάρδος ξεκίνησε εκστρατεία, διασχίζοντας τον ποταμό Σέβερν προήλασε στην Ουαλική Μεθόριο όπου είχαν συγκεντρωθεί οι αντίπαλες δυνάμεις.[174] Ο συνασπισμός των Λόρδων της μεθορίου κλονίστηκε, οι Μόρτιμερ παραδόθηκαν στον Βασιλιά αλλά ο Ντάμορι, ο Όντλεϊ και ο κόμης του Χέρφορντ τον Ιανουάριο βάδισαν βόρεια για να ενωθούν με τον Λάνκαστερ που πολιορκούσε το βασιλικό κάστρο στο Τίκχιλ.[175] Ο Εδουάρδος ενισχυμένος με νέες δυνάμεις από τους λόρδους της μεθορίου τους κατεδίωξε, συνάντησε στις 10 Μαρτίου τον στρατό του Λάνκαστερ στο Μπάρτον ον Τρεντ. Ο Λάνκαστερ αριθμητικά κατώτερος υποχώρησε χωρίς μάχη διαφεύγοντας βόρεια.[176] Ο Άντριου Χάρκλεϊ, 1ος Κόμης του Κάρλαϊλ περικύκλωσε τον Λάνκαστερ στη μάχη του Μπόρομπριτζ και τον αιχμαλώτισε.[177] Ο Εδουάρδος και ο Ούγος ο Νεότερος συνέλαβαν τον Λάνκαστερ στο κάστρο του Πόντεφρακτ μετά από μια σύντομη δίκη ο κόμης κρίθηκε ένοχος προδοσίας και αποκεφαλίστηκε.[178] Ο Εδουάρδος τιμώρησε τους οπαδούς του Λάνκαστερ με ειδικά δικαστήρια σε όλη τη χώρα, οι δικαστές ενημερώθηκαν λεπτομερώς για τις ποινές και οι κατηγορούμενοι δεν θα μπορούσαν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους.[179] Πολλοί εκτελέστηκαν, άλλοι φυλακίστηκαν και η γη τους κατασχέθηκε, οι επιζώντες συγγενείς τους επίσης φυλακίστηκαν.[180] Ο κόμης του Πέμπροκ συνελήφθη και φυλακίστηκε, ελευθερώθηκε μόνο αφού έδωσε εγγύηση όλη την περιουσία του.[181] Ο Εδουάρδος Β΄ επιβράβευσε τους πιστούς οπαδούς του και κυρίως την οικογένεια Ντεσπένσερ με τις κατασχεμένες εκτάσεις και τους έδωσε νέους τίτλους.[182] Τα πρόστιμα και οι κατασχέσεις έκαναν τον Εδουάρδο πλούσιο, σχεδόν £15000 μπήκαν τους πρώτους μήνες στα βασιλικά ταμεία και μέχρι το 1326 το ταμείο του Εδουάρδου περιείχε £62000.[183] Το κοινοβούλιο συγκλήθηκε στη Γιορκ τον Μάρτιο του 1322, με το Καταστατικό της Γιορκ συμφωνήθηκαν νέοι φόροι για πόλεμο εναντίον των Σκωτσέζων. [184]

Ανικανότητα και νέα ήττα από τους Σκωτσέζους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

painting of Edward hunting
Ο Εδουάρδος (τρίτος από αριστερά) σε κυνήγι με τον Φίλιππο Δ΄

Η Αγγλική εκστρατεία στη Σκωτία ξεκίνησε με μια τεράστια δύναμη περίπου 23350 ανδρών.[185] Ο Εδουάρδος με τον στρατό του έφτασε στο Εδιμβούργο μέσω του Λόθιαν αλλά ο Ροβέρτος Μπρους δεν τους αντιμετώπισε κατά μέτωπο και τους άφησε να προχωρήσουν στο εσωτερικό της Σκωτίας, οι Άγγλοι μετά την αποτυχία ανεφοδιασμού του στρατού μέσω θαλάσσης αντιμετώπισαν προβλήματα με την έλλειψη τροφίμων.[186] Ο Εδουάρδος δραπέτευσε νότια και ομάδες Σκωτσέζων εισβολέων άρχισαν να τον καταδιώκουν.[187] Ο νόθος γιος του Εδουάρδου Άνταμ πέθανε στη διάρκεια της εκστρατείας, οι επιδρομείς συνέλαβαν την Ισαβέλλα και τη φυλάκισαν στο Τίνεμαουθ αλλά δραπέτευσε μέσω θαλάσσης. [188] Ο βασιλιάς σχεδίαζε νέα εκστρατεία στη Σκωτία με νέους φόρους αλλά οι Άγγλοι μετά από τόσες ήττες σταμάτησαν να τον εμπιστεύονται.[189] Ο Άντριου Χάρκλεϊ που είχε βοηθήσει σημαντικά τον Εδουάρδο την προηγούμενη χρονιά και είχε πρόσφατα χριστεί κόμης του Κάρλαϊλ διαπραγματεύτηκε ειρήνη με τον Ροβέρτο Μπρους προτείνοντας να αναγνωρίσει ο Εδουάρδος τον Ροβέρτο βασιλιά της Σκωτίας και σε αντάλλαγμα ο Ροβέρτος δεν θα ενοχλούσε ξανά τους Άγγλους.[190] Ο Εδουάρδος έξαλλος επειδή δεν γνώριζε τη διαπραγμάτευση εκτέλεσε αμέσως τον Χάρκλεϊ αλλά συμφώνησε ανακωχή 13 ετών με τον Ροβέρτο.[191]

Ο Ούγος Ντεσπένσερ ο Νεώτερος απέκτησε ολοκληρωτικές εξουσίες και δημιούργησε σύντομα ένα ευρύτατο δίκτυο από οπαδούς του. [192] Με την υποστήριξη του καγκελάριου Ροβέρτου Μπάλντοκ και του βασιλικού θησαυροφύλακα Βάλτερ Στάπλεντον οι Ντεσπένσερ έγιναν βαθύπλουτοι σε γη, τίτλους και εδάφη χρησιμοποιώντας την εξουσία τους με τον χειρότερο τρόπο, σύμφωνα με τον Σέιμουρ Φίλιπς "απειλούσαν συνεχώς με βία και παραβίασαν όλους τους νόμους". [193] Η αντίδραση απέναντι στον Εδουάρδο γιγαντώθηκε, θαύματα άρχισαν να περιγράφονται γύρω από τους τάφους του Λάνκαστερ και των υπόλοιπων μελών της αντιπολίτευσης που εκτελέστηκαν. [194] Η κατάργηση του νόμου και οι ασταμάτητες κατασχέσεις γης δημιούργησαν χάος. [195] Η παλιά αντιπολίτευση που την αποτελούσαν συνεργάτες των λόρδων της μεθορίου προσπάθησε να ελευθερώσει τους αιχμαλώτους του Εδουάρδου στο κάστρο του Γουόλινγκφορντ, ο Ρότζερ Μόρτιμερ, 1ος κόμης του Μαρς ένας από τους σημαντικότερους φυλακισμένους λόρδους δραπέτευσε από τον Πύργο του Λονδίνου στη Γαλλία.[196]

Έναρξη εχθροπραξιών με τη Γαλλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι διενέξεις μεταξύ του Εδουάρδου και του Γαλλικού Στέμματος για το Δουκάτο της Γασκώνης οδήγησαν στον πόλεμο του Σαιν-Σαρντό (1324).[197] Ο μικρότερος κουνιάδος του Κάρολος Δ΄ της Γαλλίας ανέβηκε στον θρόνο (1322) και αμέσως έγινε επιθετικότερος από τους προκατόχους του.[198] Το 1323 επέμεινε να έρθει ο Εδουάρδος στο Παρίσι για να αποδώσει όρκο υποτέλειας για τη Γασκώνη και απαιτούσε οι διοικητές του Εδουάρδου στη Γασκώνη να επιτρέπουν στους Γάλλους αξιωματούχους να εκτελούν τις διαταγές από το Παρίσι.[199] Η ένταση κορυφώθηκε τον Οκτώβριο όταν Άγγλοι στρατιώτες κρέμασαν έναν Γάλλο αξιωματικό επειδή προσπαθούσε να κτίσει μια οχυρωμένη πόλη στο Αζενέ μια αμφισβητούμενη περιοχή των Γασκωνικών συνόρων.[200] Ο Εδουάρδος αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στο περιστατικό αλλά οι σχέσεις Εδουάρδου και Καρόλου πέρασαν σε μεγάλη κρίση.[201] Ο Εδουάρδος έστειλε τον κόμη του Πέμπροκ στο Παρίσι (1324) για να βρει λύση αλλά ο κόμης πέθανε αιφνίδια στον δρόμο, ο Κάρολος διέταξε εισβολή στη Γασκώνη.[202]

Οι δυνάμεις του Εδουάρδου στη Γασκώνη αριθμούσαν περίπου 4.400, αλλά ο Γαλλικός στρατός υπό τις διαταγές του Καρόλου Βαλουά 7.000.[203] Ο Βαλουά κατέλαβε το Αζενέ και κατόπιν προχώρησε στην Μπορντό.[204] Ο Εδουάρδος οργισμένος διέταξε τη σύλληψη όλων των Γάλλων στην Αγγλία και δήμευσε την περιουσία της Ισαβέλλας επειδή ήταν αδελφή του Γάλλου βασιλιά.[205] Τον Νοέμβριο του 1324 συναντήθηκε με τους κόμητες και την Αγγλική Εκκλησία, του προτάθηκε να οδηγήσει μια δύναμη 11000 αντρών στη Γασκώνη, ο Εδουάρδος προτίμησε να μην μεταβεί ο ίδιος στέλνοντας στη θέση του τον Κόμη του Σάρεϊ.[206] Ο Εδουάρδος κατόπιν ξεκίνησε νέες διαπραγματεύσεις με τον Γάλλο βασιλιά για ειρήνη.[207] Ο Κάρολος έκανε διάφορες προτάσεις, η πιο δελεαστική ήταν η μετάβαση της Ισαβέλλας με τον μικρό διάδοχο Εδουάρδο στο Παρίσι και η απόδοση όρκου υποτέλειας από τον πρίγκιπα στον θείο του για τη Γασκώνη, το αντάλλαγμα θα ήταν ο τερματισμός του πολέμου και η επιστροφή του Αζενέ.[208] Ο Εδουάρδος και οι σύμβουλοί του είχαν ανησυχία για την αποστολή του πρίγκιπα στη Γαλλία γι'αυτό συμφώνησαν τον Μάρτιο του 1325 να στείλουν την Ισαβέλλα μόνη της.[209]

Πτώση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετάβαση Ισαβέλλας στη Γαλλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας (η κάτω σκηνή δείχνει τη δολοφονία του)

Η Ισαβέλλα με απεσταλμένους του Εδουάρδου ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους Γάλλους στα τέλη Μαρτίου.[210] Οι συνομιλίες ήταν πολύ δύσκολες και κατέληξαν σε λύση μόνο μετά την προσωπική παρέμβαση της Ισαβέλλας στον αδελφό της.[211] Οι όροι της συμφωνίας όμως ήταν οι πιο ευνοϊκοί για το Γαλλικό στέμμα: ο Εδουάρδος θα έδινε όρκο υποτέλειας προσωπικά στον Κάρολο για τη Γασκώνη. [212] Συλλογισμένος τις συνέπειες ενός καινούργιου πολέμου ο Εδουάρδος συμφώνησε αλλά αποφάσισε να δώσει τη Γασκώνη στον διάδοχο Εδουάρδο και έστειλε τον πρίγκιπα να δώσει όρκο στο Παρίσι.[213] Ο νεαρός Εδουάρδος πήγε στη Γαλλία με τη μητέρα του τον Σεπτέμβριο.[214] Οι δικηγόροι του Εδουάρδου παρουσίασαν μερικά σοβαρά επιχειρήματα για να στηρίξουν τις θέσεις του βασιλιά τους. Στο πρώτο από αυτά οι δικηγόροι εξήγησαν ότι ο όρκος υποτέλειας για τη Γασκώνη που είχε δώσει ο Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας παππούς του Εδουάρδου Β΄ (1259) αφορούσε διμερή συμφωνία ανάμεσα στους δυο βασιλείς και δεν ήταν φεουδαρχική συμφωνία. Ο όρκος υποτέλειας του Άγγλου βασιλιά για τη Γασκώνη είχε ισχύ μονάχα αν και ο Γάλλος βασιλιάς τηρούσε τις υποχρεώσεις του. Το δεύτερο σοβαρό επιχείρημα ήταν η προίκα που είχε δώσει ο Φίλιππος ο Ωραίος στην κόρη του Ισαβέλλα όταν παντρεύτηκε τον Εδουάρδο, η Γασκώνη έγινε μετά τον γάμο ιδιοκτησία του Άγγλου βασιλιά χωρίς επικυρίαρχο. [215]

Ο Εδουάρδος περίμενε την επιστροφή της συζύγου και του γιου του αλλά εκείνη παρέμεινε στη Γαλλία χωρίς καμιά πρόθεση να επιστρέψει. [216] Οι σχέσεις του βασιλικού ζεύγους ήταν σε κρίση από το 1322 αλλά την εποχή που η βασίλισσα έφυγε στη Γαλλία (1325) είχαν χειροτερέψει.[217] Η Ισαβέλλα αντιπαθούσε έντονα τον Ούγο Ντεσπένσερ τον Νεώτερο λόγω της κακομεταχείρισης στις γυναίκες της συνοδείας της. [218] Η Ισαβέλλα αισθανόταν αηδία απέναντι του και είχε δραπετεύσει τρεις φορές από τον στρατό κατά τη διάρκεια των πολέμων με τη Σκωτία, την τελευταία φορά κατηγόρησε ευθέως τον Ούγο (1322). [219] Όταν ο Εδουάρδος διαπραγματευόταν την ανακωχή με τον Ροβέρτο Μπρους ο Ντεσπένσερ προκάλεσε ζημιά σε ευγενείς που κατείχαν γη στη Σκωτία, ανάμεσα τους ήταν οι Μπομόν στενοί φίλοι της Ισαβέλλας.[220] Η Ισαβέλλα ήταν επίσης οργισμένη για την κατάσχεση της περιουσίας της (1324) και για τη μεταχείριση των παιδιών της τα οποία είχαν περάσει υπό την κηδεμονία του Ούγου Ντεσπένσερ.[221]

Σύγκρουση με την Ισαβέλλα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σύλληψη του Εδουάρδου Β΄ από την Ισαβέλλα σε μικρογραφία του 15ου αιώνα.

Τον Αύγουστο του 1326 ο Εδουάρδος οργάνωσε την άμυνα της Αγγλίας για να προστατέψει τις νότιες ακτές του νησιού από ενδεχόμενη επίθεση των Γάλλων ή του Μόρτιμερ. [222] Οι στόλοι συγκεντρώνονταν στο λιμάνι του Πόρτσμουθ νότια του ποταμού Όργουελ στην ανατολική ακτή και μια δύναμη 1600 ανδρών στάλθηκε πέραν της Μάγχης για να επιχειρήσει εισβολή στη Νορμανδία για αντιπερισπασμό. [223] Ο έλεγχος της εξουσίας τοπικά ήταν εύθραυστος, οι Ντεσπένσερ ήταν άκρως αντιπαθής και πολλοί οπαδοί του Εδουάρδου ήταν ανίκανοι ή στράφηκαν εναντίον του.[224] Ο Εδουάρδος διέταξε περίπου 2000 άντρες να συγκεντρωθούν στον Όργουελ για να αποκρούσουν οποιαδήποτε εισβολή αλλά μόνο 55 εμφανίστηκαν.[225]

Ο Ρογήρος Μόρτιμερ, η Ισαβέλλα και ο μικρός Εδουάρδος με τη συνοδεία του ετεροθαλούς αδελφού του βασιλιά Εδμούνδου του Γούντστοκ αποβιβάστηκαν στον Όργουελ στις 24 Σεπτεμβρίου χωρίς αντίσταση.[226] Οι εχθροί των Ντεσπένσερ κινήθηκαν ταχύτατα να ενωθούν μαζί τους με τον ετεροθαλή αδελφό του Εδουάρδου Τόμας του Μπράδερτον, ανάμεσά τους ο πρώτος ξάδελφος του βασιλιά Ερρίκος, 3ος κόμης του Λάνκαστερ που είχε κληρονομήσει την κομητεία από τον αδελφό του Τόμας, 2ο κόμη του Λάνκαστερ και μια μεγάλη ομάδα του ανώτερου κλήρου.[227] Στις αίθουσες του οχυρωμένου Πύργου του Λονδίνου ο Εδουάρδος προσπάθησε να συγκεντρώσει τους οπαδούς του από το εσωτερικό της πρωτεύουσας. Το Λονδίνο εξεγέρθηκε εναντίον του και στις 2 Οκτωβρίου ο βασιλιάς άφησε το Λονδίνο μαζί με τους Ντεσπένσερ.[228] Το Λονδίνο έπεσε σε αναρχία, ο όχλος επιτέθηκε στου αξιωματούχους του Εδουάρδου, σκότωσαν τον πρώην θησαυροφύλακα Ουόλτερ Στάπλντον στον Καθεδρικό του Αγίου Παύλου και κατέλαβαν τον Πύργο ελευθερώνοντας τους φυλακισμένους.[229]

Παραίτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν υπήρχε διαδικασία καθαίρεσης Άγγλου βασιλιά.[230] Ο Άνταμ Όρλτον, επίσκοπος του Χέρφορντ διατύπωσε μια σειρά δημόσιων κατηγοριών για τη συμπεριφορά του Εδουάρδου ως βασιλιά και τον Ιανουάριο του 1327 το κοινοβούλιο συγκλήθηκε στο Ουεστμίνστερ με το ζήτημα της τύχης του Εδουάρδου, ο ίδιος αρνήθηκε να παραστεί.[231] Το Κοινοβούλιο ανταποκρίθηκε στα πλήθη του Λονδίνου που ζητούσαν να ανέβει στον θρόνο ο διάδοχος Εδουάρδος, στις 12 Ιανουαρίου οι βαρόνοι και ο κλήρος συμφώνησαν ότι ο Εδουάρδος Β΄ έπρεπε να εκθρονιστεί και να αντικατασταθεί με τον γιο του.[232] Τo θέμα συζητήθηκε την επόμενη ημέρα σε συνέλευση των βαρόνων, διατυπώθηκαν τα ελαττώματα του Εδουάρδου που έφεραν την καταστροφή στη χώρα και η ανικανότητα του.[233]

Σε λίγο αντιπροσωπεία βαρόνων, κληρικών και ιπποτών στάλθηκε στο Κένιλγουορθ για να μιλήσει με τον Βασιλιά.[234] Στις 20 Ιανουαρίου 1327, ο Ερρίκος του Λάνκαστερ, ο Ιωάννης του Στράτφορντ και του ο Χένρι Μπούργκερς συναντήθηκαν κατ'ιδίαν με τον Εδουάρδο στο κάστρο.[235] Οι εκπρόσωποι ζήτησαν από τον Εδουάρδο Β΄ να παραιτηθεί με τη θέληση του και να τον διαδεχτεί ο γιος του, σε διαφορετική περίπτωση ο θρόνος θα πήγαινε σε άλλον υποψήφιο.[236] Ο θλιμμένος Εδουάρδος συμφώνησε να παραιτηθεί και στις 21 Ιανουαρίου ο Σερ Ουίλλιαμ Τράσελ σαν εκπρόσωπος του βασιλείου απέσυρε τον όρκο υποτέλειας του και τερμάτισε τη βασιλεία του Εδουάρδου Β΄.[237] Η διακήρυξη που στάλθηκε στο Λονδίνο ανακοίνωσε ότι ο Εδουάρδος Β΄ ή Εδουάρδος του Κάρναρβον παραιτήθηκε αφήνοντας τον θρόνο της Αγγλίας στον γιο του πρίγκιπα Εδουάρδο, η στέψη του Εδουάρδου Γ΄ έγινε στις 2 Φεβρουαρίου 1327 στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ.[238]

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αιχμαλωσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Photograph of walkway in Berkeley Castle
Σκεπαστή οδός προς το κελί του Κάστρου Μπέρκλεϊ που παραδοσιακά συνδέεται με την αιχμαλωσία του Εδουάρδου

Όσοι αντιστάθηκαν στη νέα κυβέρνηση άρχισαν τα σχέδια για την απελευθέρωση του Εδουάρδου, ο Ρογήρος Μόρτιμερ αποφάσισε να τον μεταφέρει σε πιο ασφαλή τοποθεσία στο κάστρο Μπέρκλεϊ στο Γκλόστερσαϊρ, ο τέως βασιλιάς έφτασε στις 5 Απριλίου 1327.[239] Ο Εδουάρδος μπήκε υπό την εποπτεία του γαμπρού του Μόρτιμερ Τόμας Μπέρκλεϊ και του Τζον Μαλτράβερς στους οποίους δόθηκαν £5 ημερησίως για τη συντήρηση του. [240] Είναι ασαφές πόσο καλή ήταν η μεταχείριση του Εδουάρδου τα αρχεία δείχνουν την αγορά πολυτελών αγαθών για λογαριασμό του, μερικοί χρονικογράφοι αντίθετα ανέφεραν κακομεταχείριση. [241] Ένα ποίημα ο Θρήνος του Εδουάρδου Β΄ λέγεται ότι το έγραψε ο ίδιος ο Εδουάρδος Β΄ στην αιχμαλωσία αλλά η σύγχρονη έρευνα δεν το έχει αποδείξει.[242] Η ιστορικός Βίβιαν Χάντερ Γκάλμπραϊθ (1889 - 1976) γράφει "αν πραγματικά ο συγγραφέας του θρήνου ήταν ο ίδιος ο βασιλιάς είχε πραγματικά ταλέντο στη στιχουργία". Ο Τζέιμς Μ. Σμαλγουντ σημειώνει "η ταυτότητα του συντάκτη είναι άγνωστη", η συγγραφέας Κλέρ Βαλέντε (γεν. 1969) τέλος γράφει "θεωρώ απίθανο να έγραψε το ποίημα ο ίδιος ο Εδουάρδος Β΄". [243]

Ανησυχίες δημιουργήθηκαν με τις νέες συνωμοσίες για την απελευθέρωση του Εδουάρδου, μερικές συνδέθηκαν με το τάγμα των Δομινικανών και πρώην ιππότες της αυλής, σε μια από αυτές υπήρξε εισβολή μέσα στο κάστρο.[244] Ο Εδουάρδος μετακινήθηκε μυστικά σε άλλες τοποθεσίες πριν επιστρέψει στο κάστρο υπό μόνιμη επιτήρηση τον Αύγουστο του 1327.[245] Η πολιτική κατάσταση παρέμενε ασαφής, οι συνωμοσίες για την απελευθέρωση του ήταν ασταμάτητες.[246]

Πιθανή δολοφονία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 23 Σεπτεμβρίου ο Εδουάρδος Γ΄ πληροφορήθηκε ότι ο πατέρας του είχε πεθάνει στο Κάστρο Μπέρκλεϊ τη νύχτα της 21ης Σεπτεμβρίου, οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν με την ημερομηνία άλλοι τοποθετούν τον θάνατο του αργότερα.[247] Στις ιστορικές ερμηνείες κυριαρχούν οι απόψεις του Σέιμουρ Φίλιπ, που υποστηρίζει ότι "πιθανότατα δολοφονήθηκε, ίσως από ασφυξία" και του Ρόι Χέινς που επίσης υποστηρίζει ότι δολοφονήθηκε γράφοντας "δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το λείψανο του Εδουάρδου του Κέρναρφον παρέμεινε στον Καθεδρικό ναό του Γκλόστερ αδιατάρακτο από τον Δεκέμβριο του 1327". Οι υπόλοιποι συγγραφείς βρίσκονται στην ίδια γραμμή, η Μάιρα Ρούμπιν συμπεραίνει ότι δολοφονήθηκε, ο Μάικλ Πρέστγουις γράφει "δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Μόρτιμερ συνωμότησε να δολοφονήσει τον Εδουάρδο που πέθανε στο Μπέρκλεϊ", ο Τζο Μπέρντεν που πιστεύει ότι ο Μόρτιμερ "διέταξε τη δολοφονία του βασιλιά που τάφηκε στο Γκλόστερ", ο Μαρκ Όρμροντ αναφέρει ότι δολοφονήθηκε και τάφηκε στο Γκλόστερ, ο Τζέφρι Χάμιλτον, θεωρεί "απίθανο" να πέθανε με φυσικό θάνατο και ο Κρίς Τκιβεν-Ουίλσον πιστεύει ότι δολοφονήθηκε τη νύχτα της 21ης Σεπτεμβρίου. [248] Ο θάνατος του Εδουάρδου σύμφωνα με τον Μαρκ Όρμροντ ήταν "χρονικά ύπουλος" καθώς απλοποίησε σημαντικά τα προβλήματα του Μόρτιμερ και οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Εδουάρδος δολοφονήθηκε από το νέο καθεστώς αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί. [249] Μερικοί από τους υπεύθυνους για τη δολοφονία του Εδουάρδου Β΄ όπως ο σερ Τόμας Γκέρνεϊ, οι Μαλτράβερς και ο σερ Ουίλλιαμ Όρκνει αργότερα δραπέτευσαν. [250]

Ο Εδουάρδος Γ΄ στη δίκη για τον φόνο του πατέρα του (1331) αθώωσε τον Τόμας Μπέρκλεϊ από οποιαδήποτε ανάμειξη. Το δικαστήριο καταδίκασε τον Ουίλλιαμ Όκλεϊ και τον Έντουαρντ Γκάρνεϊ, ο Όκλεϊ δεν αναφέρεται ξανά, ο Γκάρνεϊ διέφυγε και καταδιώχθηκε στην Ευρώπη, συνελήφθη στη Νάπολη αλλά πέθανε ενώ επέστρεφε στην Αγγλία. Ο Τζον Μαλτράβερς δεν κατηγορήθηκε επίσημα για τον φόνο αλλά δραπέτευσε στην Ευρώπη, από εκεί επικοινώνησε με τον Εδουάρδο Γ΄ και έκανε συμφωνία να μιλήσει για τα γεγονότα του 1327, τελικά πήρε χάρη και επέστρεψε στην Αγγλία το 1364.[251] Αν ο Εδουάρδος πέθανε από φυσικά αίτια σίγουρα μεγάλη συμβολή είχε η κακομεταχείριση στη φυλακή.[252]


Photograph of Edward's tomb
Ο τάφος του Εδουάρδου Β΄ στον Καθεδρικό του Γκλόστερ

Το σώμα του Εδουάρδου B΄ ταριχεύτηκε στο κάστρο του Μπέρκλεϊ παρουσία τοπικών βαρόνων από το Μπρίστολ και το Γκλόστερ.[253] Μεταφέρθηκε στις 21η Οκτωβρίου στο αββαείο του Γκλόστερ, η ταφή αναβλήθηκε για να είναι παρόν και ο νεαρός γιος του, έγινε τελικά στις 20 Δεκεμβρίου στο μεγάλο ιερό του ναού.[254] Ο ιστορικός Τζόελ Μπέρντεν σημειώνει ότι η καθυστέρηση της ταφής ήταν συνηθισμένη εκείνη την εποχή, η ίδια καθυστέρηση υπήρξε στην ταφή του Εδουάρδου Α΄ και της Ισαβέλλας της Γαλλίας.[255] Το Γκλόστερ επιλέγη λόγω της θέσης του κοντά στο Μπέρκλεϊ και επειδή πολλά άλλα αβαεία αρνήθηκαν να τον δεχτούν.[256] Το Αβαείο του Ουεστμίνστερ είχε πάψει τον 14ο αιώνα να είναι ο επίσημος τόπος ταφής των Άγγλων βασιλέων.[257] Η ταφή κόστισε συνολικά £351, ολοκληρώθηκε με επιχρυσωμένα λιοντάρια τα οποία ήταν διακοσμημένα με φύλλα βελανιδιάς για να εντυπωσιάσουν τα πλήθη. [258] Η κυβέρνηση του Εδουάρδου Γ΄ προσπαθούσε με κάθε μέσο να προβάλει τη νομιμότητα του νεαρού βασιλιά διατηρώντας όλα τα παλιά έθιμα.[259]

Μια προσωρινή ξύλινη σαρκοφάγος με ένα στέμμα από χαλκό κατασκευάστηκε για την τελετή της ταφής, είναι η πρώτη φορά που το συναντάμε σε ταφή Άγγλου βασιλιά από ανάγκη να διατηρηθεί το σώμα του βασιλιά τρεις μήνες.[260] Η καρδιά του βασιλιά αφαιρέθηκε και τοποθετήθηκε σε ασημένιο δοχείο, αργότερα τάφηκε μαζί με την Ισαβέλλα στην εκκλησία της Νιούγκειτ στο Λονδίνο. [261] Ο τάφος του περιέχει μια πρώιμη φιγούρα από αλάβαστρο με έναν θώρακα και θόλο από ολύτη και πέτρα από το Πέρμπεκ. [262] Ο Εδουάρδος Β΄ φορούσε το χιτώνιο και τα γάντια της στέψης του, κρατούσε σκήπτρο και μια σφαίρα η οποία είχε στην κορυφή στέμμα από φύλλα φράουλας.[263] Η σαρκοφάγος είχε ένα έντονο κάτω χείλος το οποίο ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα του Εδουάρδου Β΄.[264] Οι πρώτοι ιστορικοί έγραψαν ότι η σαρκοφάγος ήταν ιδεαλιστική αλλά μετέπειτα έρευνες απέδειξαν ότι κατασκευάστηκε με σκοπό να απεικονίσει τον Εδουάρδο Β΄ στην πραγματική του εμφάνιση. [265]


Θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας όπως απεικονίζεται στο Cassell's History of England (1902)

Ο τάφος του βασιλιά έγινε σύντομα τόπος προσκυνήματος με παρότρυνση τοπικών μοναχών, οι επισκέπτες έκαναν πολλές δωρεές για την ανοικοδόμηση της εκκλησίας τη δεκαετία του 1330. [266] Θαύματα καταγράφηκαν σύντομα γύρω από τον τάφο γεγονός που έκανε τις επισκέψεις περισσότερες. [267] Ο χρονικογράφος Τζόφφρυ Δε Μπέικερ εμφανίζει τον Εδουάρδο Β΄ σαν Άγιο λόγω του μαρτυρικού του θανάτου και ο δισέγγονος του Ριχάρδος Β΄ της Αγγλίας έκανε αποτυχημένες προσπάθειες για την αγιοποίηση του (1395). [268] Ο τάφος ανοίχτηκε από αυλικούς (1855), βρέθηκε ένα ξύλινο φέρετρο σε καλή κατάσταση και μέσα σε αυτό ένα σφραγισμένο φέρετρο μολύβδου.[269] Ο τάφος του παρέμεινε στον καθεδρικό ναό του Γκλόστερ που επισκευάστηκε την περίοδο 2007 - 2008 με κόστος £100,000. [270]

Μετά την εκτέλεση του Μόρτιμερ (1330) φήμες άρχισαν να κυκλοφορούν ότι ο Εδουάρδος Β΄ δολοφονήθηκε στο κάστρο του Μπέρκλεϋ με την εισαγωγή ενός πυρωμένου σιδήρου στον πρωκτό, χρονικογράφοι της δεκαετίας του 1330 και του 1340 συμφώνησαν με αυτή τη φήμη με την ίδια άποψη συμφώνησε αργότερα και ο Τζόφφρυ Δε Μπέικερ.[271] Οι περισσότεροι ιστορικοί έχουν συνδέσει τη φήμη με τις μαρτυρίες για την ομοφυλοφιλία του. [272] Οι πρώτες πηγές δεν ανέφεραν τίποτα για τη δολοφονία του, κάποιες είχαν περιγράψει τον φόνο του με απλούστερο τρόπο όπως στραγγαλισμό, οι πρώτες πηγές σχετικά με τον "πρωκτικό βιασμό" εμφανίζονται τη δεκαετία του 1330 στα Χρονικά του Βρούτου και τη δεκαετία του 1340 στα Χρονικά του Πολυχρονικού. Ένας από τους βιογράφους του Εδουάρδου ο Σέιμουρ Φίλιπς σημειώνει ότι η ιστορία πολύ πιθανό να είναι αληθινή, με τον ίδιο τρόπο είχε πεθάνει παλιότερα και ο βασιλιάς Έντμουντ ο Σιδηρόπλευρος, οι ομοιότητες τονίστηκαν σημαντικά από τους ιστορικούς Ίαν Μόρτιμερ και Πέτρο Τσαπλάις. Ο άλλος βιογράφος του βασιλιά Ρόι Μαρτίν Χέϊνς (γεν. 1924) δεν κάνει καμιά αναφορά για το γεγονός, ο Ίαν Μόρτιμερ αμφισβητώντας όλες τις πηγές αναφέρει ότι ο Εδουάρδος επέζησε και μετά το 1327, ο Πολ Ντοέρτι αντίστοιχα σημειώνει ότι "όλες οι ιστορίες σχετικά με τον βίαιο θάνατο του Εδουάρδου δεν ήταν τίποτε άλλο από αλάτι στη βελόνα". Ο Μίχαελ Πρέστβς (γεν. 1943) από την άλλη πλευρά αν και ισχυρίζεται ότι "όλες οι πηγές του Τζόφφρυ Δε Μπέικερ είναι περισσότερο μυθικές παρά πραγματικές" δεν αμφισβητεί τις πληροφορίες σχετικά με τον πρωκτικό θάνατο του Εδουάρδου. [273]

Θεωρίες ότι επέζησε μετά το 1327[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του Εδουάρδου Β΄ στον καθεδρικό ναό του Γκλόστερ

Η θεωρία ότι ο Εδουάρδος Β΄ δεν πέθανε στην πραγματικότητα το 1327 έχει βρει την υποστήριξη από πολλούς ιστορικούς. Οι θεωρίες βασίζονται στο "γράμμα του Φιεσί", στην επιστολή ενός Ιταλού ιερέα του Μανουέλ Φιεσί στον Εδουάρδο Γ΄ της Αγγλίας που περιγράφει την απόδραση του Εδουάρδου Β΄ από το κάστρο του Μπέρκλεϋ (1327) με τη βοήθεια ενός υπηρέτη και στη συνέχεια έζησε ως ερημίτης στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. [274] Το σώμα που τάφηκε στον καθεδρικό ναό του Γκλόστερ ανήκε στον φύλακα του κάστρου του Μπέρκλεϋ, οι δολοφόνοι ανέφεραν στην Ισαβέλλα ότι ήταν ο σύζυγος της για να γλυτώσουν την τιμωρία. [275] Το γράμμα συνδέεται με μια συνάντηση του Εδουάρδου Γ΄ στην Αμβέρσα με έναν άντρα με το όνομα Γουλιέλμος ο Ουαλός (1338) ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Εδουάρδος Β΄. [276] Πολλοί ιστορικοί περιγράφουν την επιστολή σαν αληθινή, άλλοι αντίθετα γράφουν ότι δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα.[277] Ο Πολ Ντοέρτι δεν αμφισβητεί την αυθεντικότητα του γράμματος αλλά τονίζει ότι ο Εδουάρδος Β΄ δεν είχε επιζήσει μετά το 1327.[278]

Ο διάσημος ιστορικός Άλισον Ουίϊρ (γεν. 1951) πιστεύει ότι το περιεχόμενο του γράμματος ήταν εξ'ολοκλήρου αληθινό και το χρησιμοποιεί σαν επιχείρημα για να απαλλάξει την Ισαβέλλα από τις κατηγορίες για τον φόνο του συζύγου της.[279] Ο ιστορικός Ίαν Μόρτιμερ στο ίδιο μήκος κύματος γράφει ότι ο Μόρτιμερ και η Ισαβέλλα απελευθέρωσαν μυστικά τον Εδουάρδο Β΄ και σκηνοθέτησαν τον θάνατο του, το γεγονός κρατήθηκε μυστικό από τον διάδοχο. [280] Οι θέσεις του Ίαν Μόρτιμερ κατακρίθηκαν από πολλούς ιστορικούς ανάμεσα τους και τον Ντέιβιντ Καρπέντερ (γεν. 1947).[281]

Ο Εδουάρδος ως βασιλιάς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικονομική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μεγάλη σφραγίδα του Εδουάρδου Β΄. Επιγρ.: + DWARDUS DEI GRATIA REX ANGLIE, D[OMIN]US HYBERNIE, DUX AQUITANIE.

Ο Εδουάρδος ήταν αποτυχημένος βασιλιάς, ο ιστορικός Μίχαελ Πρέστβς (γεν. 1943) σημειώνει "ήταν οκνός και ανίκανος, οξύθυμος με ασήμαντες αφορμές και αναποφάσιστος για όλα τα σημαντικά ζητήματα", ο Ρόι Μαρτίν Χέϊνς τον περιγράφει "ανίκανο και κακό", και "καθόλου σχετικό με την επιχειρηματικότητα".[282] Ο Εδουάρδος ανέθετε στους υποτελείς του ακόμα και τη λήψη αποφάσεων κορυφής, ο Πιέρ Σαμπλέ αναφέρει "δεν ήταν τόσο ανίκανος βασιλιάς όσο αναποφάσιστος και διστακτικός" προτιμούσε να κυβερνά μέσω ενός ισχυρού αντιπροσώπου όπως ο Πιρς Γκάβεστον ή ο Ούγος Ντεσπένσερ ο Νεότερος.[283] Η τάση του Εδουάρδου να προωθεί τους ευνοούμενους του είχε σοβαρές πολιτικές συνέπειες, παρότι είχε επιχειρήσει να εξαγοράσει πολλούς ευγενείς μέσω χρηματικών δωρεών.[284] Ο Εδουάρδος συχνά ενδιαφερόταν με φανατισμό για τις λεπτομέρειες της διοίκησης αλλά μόνο περιστασιακά είχε προσωπική ανάμειξη στα θέματα που αφορούσαν την Αγγλία και τις υπόλοιπες κτήσεις του.[285]Οι περισσότεροι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι ενδιαφέρθηκε πιο έντονα για τη διοίκηση τη δεκαετία του 1320, ο Μίχαελ Πρέστβς πιστεύει ότι το μεγαλύτερο μέρος της κυβερνητικής αλληλογραφίας είχε γραφεί από τους Ντεσπένσερ. Οι σύγχρονοι ιστορικοί τονίζουν περισσότερο την κυβέρνηση του Εδουάρδου τα τελευταία χρόνια παρά το ότι η περίοδος ήταν περισσότερο αποτυχημένη. Η ιστορικός Μίρι Ρούμπιν (γεν. 1956) αντίθετα αναφέρει ότι είχε μεγάλη ανάμειξη στη διακυβέρνηση και τον περιγράφει με συμπάθεια, ο Άνθονι Μουσόν (γεν. 1966) τονίζει την ανάμειξη του Εδουάρδου αργότερα στη βασιλεία και τη νομοθεσία, ο Σέιμουρ Φίλιπς αναφέρει ότι ο Εδουάρδος αναμείχθηκε περισσότερο σε σχέση με ότι έχει προβληθεί αν και το ενδιαφέρον του ήταν "σποραδικό και απρόβλεπτο" με έντονες επιδράσεις από τους συμβούλους του. Ο Ρόι Μαρτίν Χέϊνς σημειώνει τη θέληση του Εδουάρδου να συμμετέχει στις εργασίες και τον πρωταρχικό ρόλο των Ντεσπένσερ στην πολιτική.[286]

Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισε ο Εδουάρδος ήταν η έλλειψη χρημάτων, το χρέος που του κληροδότησε ο πατέρας του ύψους £60000 δεν είχε εξοφληθεί τη δεκαετία του 1320.[287] Ο Εδουάρδος αντιμετώπισε τα προβλήματα με πολλούς οικονομολόγους, πολλοί έμειναν για πολύ χρόνο και έβαλαν ψηλούς αντιδημοτικούς φόρους.[288] Πήρε ψηλά δάνεια αρχικά από την Οικογένεια Φρεσκομπάλντι και στη συνέχεια από τον τραπεζίτη Αντόνιο Πεζάνο.[289] Ο Εδουάρδος ασχολήθηκε έντονα με τα οικονομικά ζητήματα στο τέλος της βασιλείας του, είχε δυσπιστία στους αξιωματούχους του και προσπάθησε να αυξήσει τα έσοδα μειώνοντας τις σπατάλες της αυλής.[290]

Δικαιοσύνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος ήταν υπεύθυνος για την απονομή δικαιοσύνης από τους δικαστές και τους αξιωματούχους του.[291] Είναι αβέβαιο για το πότε αποφάσισε να ασχοληθεί με το θέμα, είχε ελάχιστο ενδιαφέρον τα πρώτα χρόνια αλλά άρχισε σταδιακά να ενδιαφέρεται μετά το 1322. [292] Ο Εδουάρδος Β΄ ενδιαφερόταν περισσότερο να εφαρμόσει το Ρωμαϊκό Δίκαιο, αυτό οδήγησε σε έντονες αντιδράσεις από τους οπαδούς του που προτιμούσαν το παραδοσιακό Αγγλικό δίκαιο. [293] Ο Εδουάρδος δέχτηκε έντονη κριτική για την ανοχή του απέναντι στους Ντεπένσερ που τους επέτρεψε να εκμεταλλευτούν το δικαστικό σύστημα προς όφελος τους αν και δεν είναι γνωστό σε τι σημείο έφτασε η επίδραση τους.[294] Η βία εξαπλώθηκε σύντομα στην Αγγλία και σε μεγάλο μέρος της Ιρλανδίας με αποσταθεροποίηση των θεσμών και της δικαιοσύνης.[295]

Την περίοδο της βασιλείας του Εδουάρδου το Κοινοβούλιο ενισχύθηκε σαν μέσο λήψης αποφάσεων και όπως σημειώνει ο ιστορικός Κλερ Βαλεντέ (γεν. 1969) οι συγκεντρώσεις ήταν μορφή θεσμικού οργάνου.[296] Μετά το 1311 στο Κοινοβούλιο συμμετείχαν εκτός από τους βαρόνους οι εκπρόσωποι των ευγενών και οι αστοί που δημιούργησαν αργότερα τη Βουλή των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου. [297] Το Κοινοβούλιο αντιστάθηκε τις περισσότερες φορές στην επιβολή νέων φόρων αλλά η αντίθεση με τον Εδουάρδο προήλθε από τους βαρόνους που χρησιμοποιούσαν το Κοινοβούλιο σαν μέσο για να πετύχουν τις απαιτήσεις τους. [298] Το δεύτερο διάστημα της βασιλείας του άρχισε να επεμβαίνει προσωπικά ο Εδουάρδος για να πετύχει τους δικούς του στόχους.[299] Παραμένει ωστόσο ασαφές αν ο Εδουάρδος καταδικάστηκε το 1327 από το κοινοβούλιο ή τους πολιτικούς του αντιπάλους που είχαν την εξουσία στο Κοινοβούλιο.

Αυλή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης του 1575 που δείχνει τη βασιλική αίθουσα (πάνω αριστερά) που ιδρύθηκε από τον Εδουάρδο

Η αυλή του Εδουάρδου δεν είχε μόνιμη έδρα και μεταφερόταν από τον βασιλιά.[300] Στα ανάκτορα του Ουεστμίνστερ, η αυλή περιείχε συγκρότημα δύο αιθουσών, επτά θαλάμων και τριών παρεκκλησίων μαζί με άλλα μικρότερα δωμάτια, λόγω συγκρούσεων με τους Σκωτσέζους η αυλή μεταφερόταν στο Γιόρκσαϊρ και τη Νορθουμβρία.[301] Στην καρδιά της αυλής βρισκόταν η βασιλική κατοικία με "αίθουσα" και "θάλαμο" το μέγεθος διέφερε χρονικά, το 1317 αριθμούσε περίπου 500 άτομα, μαζί με τους ιππότες και το προσωπικό.[302] Το βασιλικό νοικοκυριό φαίνεται ότι είχε προσεγγίσει έναν μεγάλο αριθμό από πόρνες και εγκληματικά στοιχεία.[303]

Η μουσική και oι τροβαδούροι ήταν πολύ δημοφιλείς στην αυλή του Εδουάρδου, αλλά το κυνήγι μάλλον υποτιμήθηκε όπως και οι ιπποτικές γιορτές.[304] Ο Εδουάρδος ενδιαφερόταν για κτίρια και έργα ζωγραφικής, αλλά δεν ήταν προστάτης των συγγραφικών έργων.[305] Έγινε εκτεταμένη χρήση χρυσών και αργυρών διακοσμημένων πλακών και κοσμημάτων. [306]> Ανάμεσα στα υπόλοιπα κοσμήματα της αυλής του ο Εδουάρδος κατείχε μια κανάτα κατασκευασμένη από αυγό γρύπα.[307] Ο Εδουάρδος συντηρούσε στην αυλή του μια καμήλα και σε νεαρή ηλικία πήρε μαζί του ένα λιοντάρι σε εκστρατεία στη Σκωτία.[308] Η αυλή είχε εξωτική ψυχαγωγία με έναν Ιταλό γητευτή φιδιών (1312) και με 54 ημίγυμνους Γάλλους χορευτές (1313).[309] Η ιστορικός Μίρι Ρούμπιν σημειώνει ότι οι εμφανίσεις αυτές του Εδουάρδου είχαν "έλλειψη βασιλικής ομορφιάς". Ο Μίχαελ Πρέστβς αναφέρει ότι οι αυλικές εκδηλώσεις του ήταν ανάρμοστες για βασιλιά και καταλήγει ότι η αυλή του ήταν "συμβατική ακόμα και βαρετή"· Ο Σέιμουρ Φίλιπς αμφισβητεί εάν οι ημίγυμνοι Γάλλοι χορευτές αποτελούσαν υπερβολή ή αν απλά ταίριαζαν με την τοπική Γαλλική βασιλική κουλτούρα.

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα θρησκευτικά καθήκοντα του Εδουάρδου ήταν συνηθισμένα για την εποχή, και ο ιστορικός Μίχαελ Πρέστβς τον περιγράφει ως "άντρα με συμβατική θρησκευτική συμπεριφορά".[310] Έγιναν καθημερινές λειτουργίες σε παρεκκλήσια και στην αυλή του, θεράπευε αρρώστους αλλά σε μικρότερο βαθμό από τους προκατόχους του. [311] Ο Εδουάρδος ήταν πιστός στο Τάγμα των Δομινικανών που τον εκπαίδευσε και ζήτησε τη συμβουλή τους όταν ήθελε παπική έγκριση να επιχρισθεί με το Άγιο Έλαιο του Τόμας Μπέκετ το 1319, το αίτημα απορρίφθηκε προκαλώντας στον Εδουάρδο μεγάλη αμηχανία.[312] Ο Εδουάρδος βοήθησε την ίδρυση Πανεπιστημίων στην εποχή του, ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ για θρησκευτική και νομική εκπαίδευση, το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ένα βραχύβιο Πανεπιστήμιο στο Δουβλίνο.[313] Ο Εδουάρδος είχε καλές σχέσεις με τον Πάπα Κλήμη Ε΄ παρά τις συνεχείς παρεμβάσεις του στη λειτουργία της Αγγλικής Εκκλησίας όπως η τιμωρία επισκόπων με τους οποίους διαφωνούσε.[314] Με την υποστήριξη του Κλήμη προσπάθησε να κερδίσει την οικονομική στήριξη της Αγγλικής Εκκλησίας για τις εκστρατείες στη Σκωτία με φορολόγηση και δανεισμό από τα αποθέματα που είχαν συγκεντρωθεί για τις Σταυροφορίες.[315] Η Αγγλική Εκκλησία έκανε λίγες επεμβάσεις για να να μετριάσει τη συμπεριφορά του Εδουάρδου ίσως λόγω της ανησυχίας των επισκόπων για την ασφάλειά τους.[316]

Ο Πάπας Ιωάννης ΚΒ΄ εκλεγμένος το 1316, ζήτησε τη στήριξη του Εδουάρδου για Σταυροφορία με αντάλλαγμα πολιτική υποστήριξη.[317] Το 1317 σε αντάλλαγμα για την υποστήριξη που του έδωσε ο πάπας στον πόλεμό με τη Σκωτία ο Εδουάρδος συμφώνησε να ξαναδώσει τον ετήσιο παπικό φόρο που είχε συμφωνηθεί με τον προπάππου του Ιωάννη τον Ακτήμονα (1213) αλλά δεν είχε πληρωθεί ποτέ από βασιλιά.[318] Το 1325 ο Εδουάρδος ζήτησε από τον Πάπα Ιωάννη να κηρύξει ότι είναι ο ίδιος κυρίαρχος στην Ιρλανδική Εκκλησία και να απειλήσει με αφορισμό κάθε αντίθετη φωνή.[319]

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστοριογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεσαιωνικό διάταγμα του Κολεγίου της Οξφόρδης από τον Εδουάρδο (1326)

Κανένας χρονικογράφος της εποχής του δεν είναι αμερόληπτος, συχνά στις αφηγήσεις τους εξυπηρετούσαν συμφέροντα και είναι ξεκάθαρο ότι οι περισσότεροι ήταν άκρως δυσμενείς με τον Εδουάρδο.[320] Τα έργα Πολυχρονικό, Η ζωή του Εδουάρδου Β΄ και Γκέστα Εδουάρδου του Καρναβόν κατέκριναν την προσωπικότητα του, τις συνήθειές του και την επιλογή συντρόφων.[321] Τα έγγραφα του Εδουάρδου την εποχή της βασιλείας του παρουσιάζουν σκληρή κριτική απέναντι του ακόμα και από την εκκλησία και από μέλη του βασιλικού νοικοκυριού. [322] Τα πολιτικά τραγούδια που γράφτηκαν για τον ίδιο τονίζουν σημαντικά την ανικανότητα του στον πόλεμο και τον αυταρχισμό του.[323] Αργότερα τον 14ο αιώνα, μερικοί χρονικογράφοι, όπως ο Τζόφφρυ Δε Μπέικερ και ο Τόμας Ντι Ρινγκστεντ αποκατέστησαν τον Εδουάρδο, παρουσιάζοντάς τον σαν μάρτυρα και πιθανό άγιο, αν και η παράδοση έφθανε σε μεταγενέστερες εποχές.[324] Οι ιστορικοί τον 16ο και 17ο αιώνα επικεντρώθηκαν στη σχέση του Εδουάρδου με τον Γκάβεστον, έκαναν σύγκριση με τις σχέσεις του Ζαν Λουί ντε Νογκαρέτ με τον Ερρίκο Γ΄ της Γαλλίας και του Τζορτζ Βίλλιερς του Μπάκιγχαμ με τον Κάρολο Α΄ της Αγγλίας.[325] Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, δημοφιλείς ιστορικοί όπως ο Τσαρλς Ντίκενς και ο Τσαρλς Νάιτ έκαναν γνωστή τη ζωή του Εδουάρδου στο κοινό της Βικτωριανής εποχής δίνοντας έμφαση στη σχέση του βασιλιά με τους ευνοουμένους του και υπονοώντας πιθανή ομοφυλοφιλία του.[326] Μετά το 1870 η ανοιχτή Ακαδημαϊκή συζήτηση της σεξουαλικής συμπεριφοράς του Εδουάρδου περιορίστηκε από τα μεταβαλλόμενα Αγγλικά ήθη. Στις αρχές του 20ου αιώνα τα Αγγλικά σχολεία είχαν λάβει συμβουλές από την κυβέρνηση να αποφεύγουν την άμεση συζήτηση των προσωπικών σχέσεων του Εδουάρδου στα μαθήματα ιστορίας.[327]

Στα τέλη του 19ου αιώνα πολλές από τις καταγραφές της εποχής έγιναν διαθέσιμες από ιστορικούς όπως ο Ουίλιαμ Στουμπς, ο Τόμας Φρέντερικ Τάουτ και ο Τζέιμς Τσάουνινγκ Ντέιβις (1918 - 2012) σχετικά με τη διακυβέρνηση και το νομοθετικό του σύστημα.[328] Παρά το γεγονός ότι εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό ανίκανος και αυταρχικός βασιλιάς ο ρόλος του κοινοβουλίου την εποχή του αναβαθμίστηκε έντονα και αυτό φαίνεται σαν μια θετική κριτική για τον ίδιο.[329] Τη δεκαετία του 1970 πολλοί ιστορικοί χρησιμοποίησαν πιο εκτεταμένα τα έργα των ιστορικών στις αρχές του 20ου αιώνα.[330] Τα έργα των Τζέφφρεϊ Χάμιλτον, Τζον Μάντικοττ και Σέιμουρ Φίλιπς προσανατολίστηκαν περισσότερο στους αρχηγούς των συγκρούσεων.[331] Με μοναδική εξαίρεση την ιστορικό Χίλντα Τζονστον (1882 - 1961) που αφορούσε τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του και της Ναταλί Φραύντε που αφορούσε τα τελευταία οι ιστορικοί ασχολήθηκαν περισσότερο με τους ευγενείς παρά με τον ίδιο μέχρι που οι ιστορικοί Ρόι Χάινς (2003) και Σέιμουρ Φίλιπς (2011) ανέλαβαν να εκδώσουν τα έργα τους για τον Εδουάρδο.[332]

Σύγχρονη τέχνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδουάρδος Β' και ο Πηρς Γκάβεστον, Μάρκους Στόουν (1872)

Πολλά έργα απεικονίζουν τη σύγχρονη εικόνα του Εδουάρδου Β΄, το έργο του Κρίστοφερ Μάρλοου Εδουάρδος Β΄ περιγράφει τις σχέσεις ανάμεσα στον Εδουάρδο Β΄ και τον Γκάβεστον αντανακλώντας τις σχέσεις των μοναρχών με τους ευνοούμενους τους τον 16ο αιώνα.[333] Ο Μάρλοου παρουσιάζει τον θάνατο του Εδουάρδου Β΄ ως δολοφονία και τον ίδιο τον βασιλιά ως μάρτυρα, δεν αναλύει ακριβώς τον τρόπο θανάτου του αλλά συνδέεται με τους θρύλους που είχαν κυκλοφορήσει σχετικά με τον πρωκτικό θάνατο με πυρωμένο σίδερο.[334] Ο Μάρλοου προσπάθησε να συνδέσει τον Εδουάρδο Β΄ με άλλους βασιλείς της εποχής του όπως ο Ιάκωβος Α΄ και ΣΤ΄ της Αγγλίας και της Σκωτίας και ο Ερρίκος Γ΄ της Γαλλίας επηρεάζοντας σημαντικά το έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ "Ριχάρδος Β΄". Τον 17ο αιώνα ο ποιητής Μπεν Τζόνσον προσπάθησε να γράψει ένα παρόμοιο έργο σχετικά με την πτώση του Μόρτιμερ που παρέμεινε ημιτελές.[335] Ο σκηνοθέτης Ντέρεκ Τζάρμαν (1942 - 1994) έκανε πράξη το έργο του Μάρλοου σε τηλεοπτικό έργο (1991) παρουσιάζοντας τον Εδουάρδο σαν δυναμικό, ομοφυλόφιλο βασιλιά που είχε γύρω του πολλούς εχθρούς.[336] Στο έργο του Τζάρμαν ο Εδουάρδος δραπετεύει ακολουθώντας την παράδοση του "γράμματος του Φιερσί".[337] Η εικόνα του Εδουάρδου Β΄ είχε υποτιμηθεί σημαντικά στο Αγγλικό κοινό μετά την προβολή της ταινίας Braveheart με πρωταγωνιστή τον Μελ Γκίμπσον στον ρόλο του Ροβέρτου Μπρους (1995), η ταινία τον παρουσίαζε να φορά γυναικεία ρούχα, να κάνει μακιγιάζ και απρόθυμο να πολεμήσει σε οποιαδήποτε μάχη με τους Σκωτσέζους.[338] Η παραγωγή Braveheart δέχτηκε σκληρή κριτική ιδιαίτερα από την ομοφυλοφιλική κοινότητα επειδή την υποτιμούσε σημαντικά.[339]

Η ζωή του Εδουάρδου Β΄ βρισκόταν πάντα στο επίκεντρο ενδιαφέροντος του Αγγλικού κοινού, στη Βικτωριανή εποχή ο ζωγράφος Μάρκους Στόουν (1840 - 1921) δημιούργησε έναν πίνακα που παρουσίαζε ισχυρή ομοφυλοφιλική σχέση ανάμεσα στον Εδουάρδο και στον Πιρς Γκάβεστον. Ο πίνακας τοποθετήθηκε στη Βασιλική Ακαδημία (1872) αλλά περιθωριοποιήθηκε τις επόμενες δεκαετίες καθώς το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας έγινε περισσότερο ευαίσθητο.[340] Αργότερα ο χορογράφος Ντέιβιντ Μπίντλεϊ (γεν. 1957) χρησιμοποίησε το έργο του Μάρλοου σαν βάση για να δημιουργήσει το μπαλέτο "Εδουάρδος Β΄" (1995), η παραγωγή της μουσικής για το μπαλέτο έγινε από τον συνθέτη Τζον Μασάμπι (1939 - 2015) (2000).[341]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Modern depiction of Edward II's coat of arms
Βασιλικός θυρεός του Εδουάρδου

Ο Εδουάρδος νυμφεύτηκε την Ισαβέλλα των Καπετιδών, κόρη τού Φιλίππου Δ΄ της Γαλλίας και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Αυτά ήταν:[342]

Ο Εδουάρδος ήταν επίσης πατέρας ενός φυσικού τέκνου:

  • (νόθος) Άνταμ ΦίτςΡοϊ π. 1307–1322, ο οποίος τον συνόδευσε στις Σκωτικές εκστρατείες του 1322 και απεβίωσε λίγο μετά.[343]

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Phillips 2011, pp. 33, 36
  2. Phillips 2011, pp. 35–36; Haines 2003, p. 3
  3. Coote 2000, pp. 84–86
  4. Phillips 2011, p. 36; Haines 2003, pp. 3–4
  5. Phillips 2011, p. 39
  6. Phillips 2011, p. 40
  7. Phillips 2011, p. 40
  8. Phillips 2011, pp. 37, 47; Chaplais 1994, p. 5; Haines 2003, p. 4
  9. Phillips 2011, pp. 37, 47; Chaplais 1994, p. 5; Haines 2003, p. 4
  10. Phillips 2011, p. 47
  11. Hamilton 2006, pp. 5–6; Phillips 2011, p. 45
  12. Hamilton 2006, pp. 6–8
  13. Hamilton 2006, p. 8; Haines 2003, p. 7
  14. Phillips 2011, pp. 37, 74; Hamilton 2006, p. 9
  15. Hamilton 2006, p. 6; Phillips 2011, p. 40
  16. Prestwich 2003, p. 71; Phillips 2011, p. 41
  17. Phillips 2011, pp. 72–73; Prestwich 2003, p. 72
  18. Phillips 2011, p. 72; Prestwich 2003, p. 72
  19. Phillips 2011, p. 41; Haines 2003, p. 19
  20. Phillips 2011, p. 42
  21. Phillips 2011, p. 43
  22. Phillips 2011, p. 43
  23. Phillips 2011, pp. 77–78; Hallam & Everard 2001, p. 360
  24. Phillips 2011, pp. 77–78; Hallam & Everard 2001, p. 360
  25. Phillips 2011, pp. 78–79
  26. Phillips 2011, pp. 80–81; Rubin 2006, p. 30
  27. Brown 1988, p. 574
  28. Phillips 2011, pp. 81–82; Marshall 2006, p. 190
  29. Marshall 2006, pp. 198–199
  30. Phillips 2011, pp. 82–84
  31. Phillips 2011, pp. 85–87
  32. Phillips 2011, pp. 88–90
  33. Phillips 2011, pp. 91–93
  34. Phillips 2011, pp. 94–95
  35. Phillips 2011, pp. 94–95
  36. Phillips 2011, p. 107
  37. Phillips 2011, p. 109
  38. Phillips 2011, p. 109
  39. Phillips 2011, pp. 109–111
  40. Phillips 2011, p. 111; Rubin 2006, pp. 29–30; Haines 2003, pp. 16–17
  41. Phillips 2011, pp. 111–115
  42. Phillips 2011, pp. 116–117
  43. Phillips 2011, pp. 96–97
  44. Phillips 2011, pp. 96–97, 120; Chaplais 1994, p. 4
  45. Phillips 2011, pp. 112; 120–121
  46. Phillips 2011, pp. 120–121
  47. Phillips 2011, pp. 120–123; Haines 2003, pp. 20–21
  48. Ormrod 2006, p. 22; Haines 2003, pp. 20–21
  49. Prestwich 2003, p. 72; Haines 2003, p. 374; Rubin 2006, p. 31; Phillips 2011, p. 102; Ormrod 2006, p. 23; Hamilton 2010, pp. 98–99
  50. Ormrod 2006, pp. 23–25; Prestwich 2006, p. 70; Prestwich 2003, p. 72
  51. Prestwich 2006, p. 71; Phillips 2011, p. 101; Haines 2003, pp. 42–43
  52. Phillips 2011, p. 123
  53. Phillips 2011, pp. 125–126
  54. Phillips 2011, pp. 126–127
  55. Phillips 2011, p. 129
  56. Phillips 2011, p. 131
  57. Phillips 2011, p. 132
  58. Phillips 2011, p. 133
  59. Chaplais 1994, pp. 34–41
  60. Brown 1988, pp. 574–575, 578, 584; Phillips 2011, pp. 131–134
  61. Phillips 2011, pp. 131–134
  62. Haines 2003, p. 52
  63. Phillips 2011, p. 135; Brown 1988, p. 574
  64. Phillips 2011, pp. 135, 139–140
  65. Phillips 2011, p. 140
  66. Phillips 2011, p. 141
  67. Phillips 2011, pp. 140–143; Haines 2003, pp. 56–58
  68. Phillips 2011, pp. 140–143; Haines 2003, pp. 56–58
  69. Phillips 2011, p. 144
  70. Haines 2003, p. 61; Phillips 2011, p. 102
  71. Haines 2003, p. 93; Phillips 2011, p. 102
  72. Prestwich 2003, p. 74; Rubin 2006, p. 31
  73. Phillips 2011, pp. 135–137
  74. Phillips 2011, pp. 136–138
  75. Phillips 2011, pp. 144–146; Chaplais 1994, p. 44
  76. Phillips 2011, pp. 146–147
  77. Phillips 2011, pp. 146–147
  78. Phillips 2011, p. 146
  79. Phillips 2011, pp. 147–149
  80. Phillips 2011, pp. 149–150
  81. Phillips 2011, pp. 150–151
  82. Phillips 2011, p. 151
  83. Phillips 2011, pp. 152–153
  84. Phillips 2011, pp. 154–155
  85. Phillips 2011, pp. 156–157
  86. Phillips 2011, p. 155
  87. Phillips 2011, pp. 155, 157–158
  88. Phillips 2011, p. 158
  89. Phillips 2011, p. 159
  90. Phillips 2011, p. 160
  91. Phillips 2011, p. 161; Chaplais 1994, p. 68
  92. Phillips 2011, p. 162
  93. Phillips 2011, p. 163
  94. Phillips 2011, pp. 163–164
  95. Phillips 2011, pp. 164–166
  96. Phillips 2011, pp. 169–171
  97. Phillips 2011, pp. 178–179, 182
  98. Phillips 2011, pp. 180–181
  99. Phillips 2011, pp. 182
  100. Phillips 2011, pp. 152, 174–175
  101. Phillips 2011, pp. 182, 276; Prestwich 2003, p. 77; Haines 2003, pp. 82–83, 87, 95
  102. Phillips 2011, pp. 182–184
  103. Phillips 2011, pp. 184–185; Chaplais 1994, p. 82
  104. Phillips 2011, pp. 186–187
  105. Phillips 2011, p. 187
  106. Phillips 2011, pp. 187–188
  107. Hamilton 1991, pp. 202–204
  108. Phillips 2011, p. 189; Haines 2003, pp. 86–87
  109. Phillips 2011, pp. 189–190
  110. Phillips 2011, pp. 190–191; Chaplais 1994, p. 88
  111. Phillips 2011, p. 241
  112. Chaplais 1994, p. 89
  113. Chaplais 1994, p. 82; Phillips 2011, p. 192
  114. Phillips 2011, p. 191; Haines 2003, p. 86
  115. Chaplais 1994, p. 89
  116. Phillips 2011, pp. 193–196, 199–200
  117. Phillips 2011, pp. 206–208
  118. Phillips 2011, pp. 207–920
  119. Phillips 2011, pp. 209–211
  120. Phillips 2011, pp. 210–211
  121. Phillips 2011, p. 213
  122. Phillips 2011, p. 214
  123. Phillips 2011, p. 217
  124. Phillips 2011, pp. 218–219; Prestwich 2003, p. 16
  125. Phillips 2011, pp. 225–226
  126. Phillips 2011, pp. 223–224
  127. Phillips 2011, pp. 225–227; Haines 2003, p. 94
  128. Phillips 2011, pp. 223–224
  129. Phillips 2011, pp. 223, 227–228
  130. Phillips 2011, pp. 228–229
  131. Phillips 2011, p. 230
  132. Phillips 2011, p. 230
  133. Phillips 2011, pp. 231–232
  134. Phillips 2011, pp. 231–232
  135. Phillips 2011, p. 232
  136. Phillips 2011, p. 232
  137. Phillips 2011, p. 233
  138. Phillips 2011, p. 233
  139. Phillips 2011, pp. 234–236; Haines 2003, p. 259
  140. Phillips 2011, pp. 233, 238
  141. Phillips 2011, pp. 239, 243
  142. Phillips 2011, pp. 246, 267, 276; Haines 2003, p. 104
  143. Phillips 2011, pp. 280, 282–283, 294; Tebbit 2005, p. 205
  144. Phillips 2011, pp. 308, 330; Haines 2003, p. 112
  145. Jordan 1996, p. 171; Phillips 2011, pp. 252–253
  146. Jordan 1996, p. 171; Phillips 2011, p. 253
  147. Jordan 1996, pp. 172–174
  148. Phillips 2011, pp. 248, 281, 329, 343–348
  149. Phillips 2011, pp. 343–348; Haines 2003, p. 97
  150. Phillips 2011, pp. 248, 253–54
  151. Phillips 2011, pp. 256–258
  152. Phillips 2011, pp. 247–248; Haines 2003, pp. 98–99
  153. Rubin 2006, pp. 17, 36; Phillips 2011, p. 328
  154. Haines 2003, pp. 43–44
  155. Haines 2003, pp. 43–44; Childs 1991, pp. 160–162
  156. Tebbit 2005, p. 205; Haines 2003, pp. 104–105
  157. Phillips 2011, p. 336
  158. Haines 2003, pp. 121–123
  159. Phillips 2011, pp. 364–365
  160. Phillips 2011, pp. 365–366
  161. Phillips 2011, pp. 364, 366–367
  162. Phillips 2011, pp. 367–368
  163. Phillips 2011, pp. 374–375
  164. Phillips 2011, pp. 376–377
  165. Phillips 2011, pp. 377–379; Jordan 1996, p. 84
  166. Phillips 2011, pp. 383–387
  167. Phillips 2011, p. 390; Haines 2003, pp. 128–129
  168. Phillips 2011, pp. 395–397
  169. Phillips 2011, p. 397
  170. Phillips 2011, p. 397
  171. Phillips 2011, pp. 397–398
  172. Phillips 2011, pp. 399–400
  173. Phillips 2011, pp. 400–401
  174. Phillips 2011, pp. 403–404
  175. Phillips 2011, pp. 406–407
  176. Phillips 2011, pp. 406–407
  177. Phillips 2011, p. 408
  178. Phillips 2011, pp. 408–409; Haines 2003, p. 141
  179. Phillips 2011, pp. 410–411
  180. Phillips 2011, pp. 411–413;; Haines 2003, p. 144
  181. Phillips 2011, p. 425
  182. Phillips 2011, p. 417
  183. Phillips 2011, p. 419; Haines 2003, p. 151
  184. Phillips 2011, pp. 423–425
  185. Phillips 2011, pp. 426–427
  186. Phillips 2011, pp. 426–427
  187. Phillips 2011, pp. 426–427
  188. Phillips 2011, pp. 428–431
  189. Phillips 2011, p. 433
  190. Phillips 2011, pp. 423–433; Haines 2003, p. 148
  191. Phillips 2011, pp. 434–435; Haines 2003, p. 273
  192. Phillips 2011, pp. 440–442, 445
  193. Phillips 2011, pp. 445–446; Haines 2003, p. 157
  194. Phillips 2011, p. 436
  195. Phillips 2011, pp. 419–420
  196. Phillips 2011, pp. 438, 440–441
  197. Phillips 2011, pp. 455–456
  198. Phillips 2011, p. 456
  199. Phillips 2011, pp. 456–457
  200. Phillips 2011, pp. 461–462
  201. Haines 2003, pp. 274–275
  202. Phillips 2011, pp. 461, 464–465
  203. Phillips 2011, p. 464
  204. Phillips 2011, p. 464
  205. Phillips 2011, p. 466
  206. Phillips 2011, p. 468
  207. Phillips 2011, p. 469
  208. Phillips 2011, p. 470
  209. Phillips 2011, pp. 470–471
  210. Phillips 2011, p. 472
  211. Phillips2011, pp.472
  212. Phillips 2011, pp. 472–473
  213. Phillips 2011, pp. 473–476
  214. Phillips 2011, p. 479
  215. Hallam & Everard 2001, pp. 322, 387; Haines 2003, pp. 19–20, 305–306
  216. Phillips 2011, pp. 485–486; Haines 2003, p. 169
  217. Doherty 2004, pp. 78–79
  218. Doherty 2004, pp. 74–75
  219. Doherty 2004, pp. 75–77
  220. Phillips 2011, pp. 437–438
  221. Doherty 2004, pp. 79–80
  222. Phillips 2011, pp. 501–502
  223. Phillips 2011, p. 502
  224. Haines 2003, pp. 160–164, 174–175
  225. Phillips 2011, pp. 501, 504
  226. Phillips 2011, p. 504
  227. Phillips 2011, pp. 503–504
  228. Phillips 2011, p. 505; Haines 2003, pp. 178–179
  229. Phillips 2011, pp. 506–507
  230. Phillips 2011, pp. 523–524
  231. Phillips 2011, pp. 524–525
  232. Phillips 2011, p. 526
  233. Phillips 2011, pp. 529–530
  234. Phillips 2011, p. 533
  235. Phillips 2011, p. 534; Haines 2003, p. 191
  236. Phillips 2011, p. 534
  237. Phillips 2011, p. 535; Haines 2003, pp. 191–192
  238. Phillips 2011, pp. 536, 539, 541
  239. Phillips 2011, pp. 542–543
  240. Phillips 2011, p. 541
  241. Phillips 2011, p. 541
  242. Galbraith 1935, p. 221; McKisack 1959, p. 2; Smallwood 1973, p. 528; Valente 2002, p. 422
  243. Galbraith 1935, p. 221; McKisack 1959, p. 2; Smallwood 1973, p. 528; Valente 2002, p. 422
  244. Phillips 2011, pp. 543–544
  245. Phillips 2011, pp. 546–547
  246. Phillips 2011, p. 547
  247. Phillips 2011, p. 548
  248. Rubin 2006, pp. 54–55; Prestwich 2003, p. 88; Burden 2004, p. 16; Ormrod 2004, p. 177; Phillips 2011, p. 563; Haines 2003, pp. 198, 226, 232; Given-Wilson 1996, p. 33; Hamilton 2010, p. 133; Given-Wilson, Chris (9 July 2010), "Holy Fool", Times Literary Supplement, Times Literary Supplement, retrieved 22 April 2014
  249. Ormrod 2004, p. 177
  250. Phillips 2011, pp. 572–576; Haines 2003, pp. 235–236
  251. Phillips 2011, pp. 575–576; Haines 2003, pp. 236–237
  252. Phillips 2011, p. 563
  253. Burden 2004, p. 16
  254. Duffy 2003, p. 118; Burden 2004, pp. 18–19
  255. Duffy 2003, p. 118
  256. Duffy 2003, p. 118; Burden 2004, p. 19; Haines 2003, pp. 228–229
  257. Burden 2004, p. 20
  258. Burden 2004, pp. 16–17, 25
  259. Burden 2004, pp. 25–27
  260. Duffy 2003, pp. 106, 119; Burden 2004, p. 21
  261. Duffy 2003, p. 119
  262. Duffy 2003, pp. 119, 122; "Edward II Tomb", Gloucester Cathedral, 2014, retrieved 22 April 2014
  263. Duffy 2003, pp. 106, 119
  264. Duffy 2003, p. 121
  265. Duffy 2003, p. 121; Haines 2003, p. 229
  266. Duffy 2003, pp. 119, 122; Ormrod 2004, pp. 177–178.
  267. Duffy 2003, p. 122; "Edward II Tomb", Gloucester Cathedral, 2014, retrieved 22 April 2014
  268. Duffy 2003, p. 122; Ormrod 2004, p. 179
  269. Duffy 2003, p. 123; Haines 2003, p. 232
  270. "Edward II Tomb", Gloucester Cathedral, 2014, retrieved 22 April 2014
  271. Prestwich 2003, p. 88; Phillips 2011, p. 562; Ormrod 2006, pp. 37–38; Mortimer 2004, pp. 191–194
  272. Ormrod 2006, pp. 37–39
  273. Phillips 2011, pp. 562–564; Haines 2003; Mortimer 2006, pp. 51, 55; Doherty 2004, p. 131; Prestwich 2007, p. 219
  274. Doherty 2004, pp. 185–188
  275. Doherty 2004, pp. 186–188
  276. Doherty 2004, p. 213
  277. Doherty 2004, pp. 189–208; Haines 2003, pp. 222–229
  278. Doherty 2004, pp. 213–217
  279. Weir 2006, pp. 285–291
  280. Mortimer 2005; Mortimer 2008, pp. 408–410
  281. Mortimer 2008, p. 408; Carpenter, David (7 June 2007). "What Happened to Edward II?". Lrb.co.uk. Retrieved 20 April 2014.
  282. Prestwich 2003, p. 73; Haines 2003, pp. 142, 164
  283. Chaplais 1994, pp. 2–3
  284. Given-Wilson 1996, pp. 31–33, 154
  285. Rubin 2006, p. 39
  286. Prestwich 2007, p. 219; Rubin 2006, p. 39; Musson 2006, pp. 140–141; Phillips 2011, p. 608; Haines 2003, pp. 164–165
  287. Phillips 2011, p. 129; Prestwich 2003, pp. 93–94
  288. Prestwich 2003, pp. 94–95; Phillips 2011, pp. 218–219
  289. Prestwich 2003, pp. 94–95; Phillips 2011, pp. 218–219
  290. Haines 2003, p. 164; Rubin 2006, p. 37
  291. Musson 2006, pp. 140–141
  292. Musson 2006, pp. 162–163
  293. Musson 2006, p. 157
  294. Musson 2006, pp. 159–160
  295. Haines 2003, pp. 148, 300–301; Rubin 2006, p. 50; Waugh 1991, p. 161
  296. Valente 1998, p. 868; Dodd 2006, pp. 165–166; Rubin 2006, pp. 50–52
  297. Dodd 2006, pp. 169, 172–173
  298. Dodd 2006, pp. 170–171, 175–177; Rubin 2006, p. 32
  299. Dodd 2006, pp. 180–182
  300. Prestwich 2006, p. 64
  301. Prestwich 2006, pp. 64–65; Rubin 2006, p. 33
  302. Prestwich 2006, p. 63
  303. Prestwich 2006, pp. 63, 65
  304. Prestwich 2006, pp. 69, 72
  305. Prestwich 2006, pp. 66–68
  306. Prestwich 2006, p. 69
  307. Prestwich 2006, p. 69
  308. Phillips 2011, p. 75
  309. Prestwich 2006, pp. 61, 69; Phillips 2011, p. 75; Rubin 2006, p. 33
  310. Prestwich 2006, p. 67
  311. Prestwich 2006, p. 67
  312. Phillips 2011, pp. 65–66
  313. Musson 2006, p. 157; Phillips 2011, pp. 61–62
  314. Menache 2002, p. 60; Phillips 2011, p. 263
  315. Menache 2002, pp. 66, 70–71, 73
  316. Haines 2003, p. 337
  317. Phillips 2011, p. 263
  318. Phillips 2011, p. 263
  319. Haines 2003, p. 286
  320. Chaplais 1994, p. 5; Haines 2003, pp. 36–39; Phillips 2011, p. 9
  321. Phillips 2011, pp. 9–14
  322. Phillips 2011, pp. 15–17
  323. Phillips 2011, pp. 17–19
  324. Phillips 2011, pp. 22–23
  325. Phillips 2011, pp. 24–25
  326. Horne 1999, pp. 34–35
  327. Horne 1999, pp. 32, 40–41
  328. Waugh 1991, p. 241; Phillips 2011, p. 29
  329. Phillips 2011, p. 29; Haines 2003, pp. 35–36
  330. Waugh 1991, p. 241; Phillips 2011, p. 29
  331. Waugh 1991, p. 241; Phillips 2011, pp. 29–30
  332. Hamilton 2006, p. 5; Alexander 1985, p. 103; Waugh 1991, p. 241; Schofield 2005, p. 1295; Given-Wilson, Chris (9 July 2010), "Holy Fool", Times Literary Supplement, Times Literary Supplement, retrieved 26 June 2014
  333. Lawrence 2006, p. 206; Martin 2010, pp. 19–20
  334. Martin 2010, pp. 19–20
  335. Lawrence 2006, p. 206
  336. Burgtorf 2008, p. 31; Prasch 1993, p. 1165
  337. Prasch 1993, pp. 1165–1166
  338. Brintnell 2011, pp. 40–41; Burgtorf 2008, p. 31; Phillips 2011, p. 31
  339. Aberth 2003, pp. 303–304
  340. Horne 1999, pp. 31, 40, 42
  341. Burgtorf 2008, p. 31
  342. Haines 2003, σελ. 355· Phillips 2011, σελ. 102
  343. Haines 2003, σελ. 270; Phillips 2011, σελίδες 428–429

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Aberth, John (2003). A Knight at the Movies: Medieval History on Film. London, UK: Routledge. ISBN 0-415-93885-6.
  • Alexander, James W. (1985). "A Historiographical Survey: Norman and Plantagenet Kings since World War II". Journal of British Studies. 24
  • Ashbee, Jeremy (2007). Conwy Castle. Cardiff, UK: Cadw.
  • Brintnell, Kent L. (2011). Ecce Homo: The Male-Body-in-Pain as Redemptive Figure. Chicago, US: University of Chicago Press.
  • Brown, Elizabeth A. R. (1988). "The Political Repercussions of Family Ties in the Early Fourteenth Century: The Marriage of Edward II of England and Isabelle of France". Speculum. 63 (3): 573–595.
  • Burden, Joel (2004). "Re-writing a Rite of Passage: The Peculiar Funeral of Edward II". In McDonald, Nicola; Ormrod, W. Mark. Rites of Passage: Cultures of Transition in the Fourteenth Century. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 13–30.
  • Burgtorf, Jochen (2008). "'With my life, his joyes began and ended': Piers Gaveston and King Edward II of England Revisited". In Saul, Nigel. Fourteenth Century England. V. Woodbridge, UK: The Boydell Press. pp. 31–51.
  • Carpenter, David (2004). The Struggle for Mastery: The Penguin History of Britain 1066–1284. London, UK: Penguin.
  • Chaplais, Pierre (1994). Piers Gaveston: Edward II's Adoptive Brother. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Childs, W. R. (1991). "'Welcome My Brother': Edward II, John of Powderham and the Chronicles, 1318". In Wood, Ian; Loud, G. A. Church and Chronicle in the Middle Ages: Essays Presented to John Taylor. London, UK: Hambledon Press. pp. 149–164.
  • Coote, Lesley Ann (2000). Prophecy and Public Affairs in Later Medieval England. Woodbridge, UK: York Medieval Press.
  • Dodd, Gwilym (2006). "Parliament and Political Legitimacy in the Reign of Edward II". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 165–189.
  • Doherty, Paul (2004). Isabella and the Strange Death of Edward II. London, UK: Robinson.
  • Duffy, Mark (2003). Royal Tombs of Medieval England. Stroud, UK: Tempus.
  • Durand, Ursin; Clémencet, Charles; Dantine, Maur-François (1818). L'art de verifier les dates des faits historiques, des chartes, des chroniques et autres anciens monuments depuis la naissance de notre-seigneur (in French). 12. Paris, France: n.p.
  • Galbraith, Vivian Hunter (1935). "The Literacy of the Medieval English Kings". Proceedings of the British Academy. 21: 78–111.
  • Given-Wilson, Chris (1996). The English Nobility in the Late Middle Ages: The Fourteenth-century Political Community. London, UK: Routledge.
  • Haines, Roy Martin (2003). King Edward II: His Life, his Reign and its Aftermath, 1284–1330. Montreal, Canada and Kingston, Canada: McGill-Queen's University Press.
  • Hallam, Elizabeth M.; Everard, Judith A. (2001). Capetian France, 987–1328 (2nd ed.). Harlow, UK: Longman.
  • Hamilton, J. S. (1991). "Piers Gaveston and the Royal Treasure". Albion: A Quarterly Journal Concerned with British Studies. 23 (2): 201–207.
  • Hamilton, J. S. (2006). "The Character of Edward II: The Letters of Edward of Caernarfon Reconsidered". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 5–21.
  • Hamilton, J. S. (2010). The Plantagenets: History of a Dynasty. London, UK: Continuum.
  • Horne, Peter (1999). "The Besotted King and His Adonis: Representations of Edward II and Gaveston in Late Nineteenth-Century England". History Workshop Journal (47): 30–48.
  • Jordan, William Chester (1996). The Great Famine: Northern Europe in the Early Fourteenth Century. Princeton, US: Princeton University Press.
  • Lawrence, Martyn (2006). "Rise of a Royal Favourite: The Early Career of Hugh Despenser". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 204–219.
  • Logan, Robert A. (2007). Shakespeare's Marlowe: The Influence of Christopher Marlowe on Shakespeare's Artistry. Aldershot, UK: Ashgate.
  • Marshall, Alison (2006). "The Childhood and Household of Edward II's Half-Brothers, Thomas of Brotherton and Edmund of Woodstock". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 190–204.
  • Martin, Matthew R. (2010). "Introduction". In Martin, Matthew R. Edward the Second, By Christopher Marlowe. Ontario, Canada: Broadview Press. pp. 9–32.
  • McKisack, M. (1959). The Fourteenth Century: 1307–1399. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Menache, Sophia (2002). Clement V. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Mortimer, Ian (2004). The Greatest Traitor: The Life of Sir Roger Mortimer, Ruler of England 1327–1330. London, UK: Pimlico.
  • Mortimer, Ian (2005). "The Death of Edward II in Berkeley Castle". English Historical Review. 120: 1175–1224. doi:10.1093/ehr/cei329.
  • Mortimer, Ian (2006). "Sermons of Sodomy: A Reconsideration of Edward II's Sodomitical Reputation". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 48–60.
  • Mortimer, Ian (2008). The Perfect King: The Life of Edward III, Father of the English Nation. London, UK: Vintage.
  • Musson, Anthony (2006). "Edward II: The Public and Private Faces of the Law". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 140–164.
  • O'Callaghan, Joseph F. (1975). A History of Medieval Spain. Ithaca, US: Cornell University Press.
  • Ormrod, W. Mark (2004). "Monarchy, Martyrdom and Masculinity: England in the Later Middle Ages". In Cullum, P. H.; Lewis, Katherine J. Holiness and Masculinity in the Middle Ages. Cardiff, UK: University of Wales Press. pp. 174–191.
  • Ormrod, W. Mark (2006). "The Sexualities of Edward II". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 22–47.
  • Ormrod, W. Mark (2011). Edward III. New Haven, US: Yale University Press.
  • Perry, Curtis (2000). "The Politics of Access and Representations of the Sodomite King in Early Modern England". Renaissance Quarterly.
  • Phillips, Seymour (2006). "The Place of the Reign of Edward II". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 220–233.
  • Phillips, Seymour (2011). Edward II. New Haven, US and London, UK: Yale University Press.
  • Prasch, Thomas (1993). "Edward II". American Historical Review. 98 (4): 1164–1166.
  • Prestwich, Michael (1988). Edward I. Berkeley, US and Los Angeles, US: University of California Press.
  • Prestwich, Michael (2003). The Three Edwards: War and State in England, 1272–1377 (2nd ed.). London, UK and New York, US: Routledge.
  • Prestwich, Michael (2006). "The Court of Edward II". In Dodd, Gwilym; Musson, Anthony. The Reign of Edward II: New Perspectives. Woodbridge, UK: York Medieval Press. pp. 61–76.
  • Prestwich, Michael (2007). Plantagenet England: 1225–1360. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Ruddick, Andrea (2013). English Identity and Political Culture in the Fourteenth Century. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Rubin, Miri (2006). The Hollow Crown: A History of Britain in the Late Middle Ages. London, UK: Penguin.
  • Schofield, Phillipp R. (2005). "King Edward II: Edward of Caernarfon, His Life, His Reign, and Its Aftermath, 1284–1330 by Roy Martin Haines". Speculum. 80 (4): 1295–1296.
  • Smallwood, M. (1973). "The Lament of Edward II". Modern Language Review. 68: 521–529. doi:10.2307/3724989.
  • Tebbit, Alistair (2005). "Royal Patronage and Political Allegiance: The Household Knights of Edward II, 1314–1321". In Prestwich, Michael; Britnell, Richard; Frame, Robin. Thirteenth Century England: The Proceedings of the Durham Conference, 2003. X. Woodbridge, UK: The Boydell Press. pp. 197–209.
  • Waugh, Scott L. (1991). England in the Reign of Edward III. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Weir, Alison (2006). Isabella: She-Wolf of France, Queen of England. London, UK: Pimlico.
  • Valente, Claire (1998). "The Deposition and Abdication of Edward II". The English Historical Review. 113 (453): 852–881.
  • Valente, Claire (2002). "The 'Lament of Edward II': Religious Lyric, Political Propaganda". Speculum. 77: 422–439.
Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας
Γέννηση: 25 Απριλίουl 1284 Θάνατος: 21 Σεπτεμβρίου 1327?
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Εδουάρδος Α΄
Βασιλιάς της Αγγλίας
Δούκας της Ακουιτανίας
Κύριος της Ιρλανδίας

1307–1327
Διάδοχος
Εδουάρδος Γ΄
Προκάτοχος
Ελεονόρα και Εδουάρδος Α΄
Κόμης του Ποντιέ
1290–1327
Αγγλική βασιλική οικογένεια
Κενό
Τελευταίος που έφερε τον τίτλο ήταν
Llywelyn ap Gruffudd
Πρίγκιπας της Ουαλίας
1301–1307
Κενό
Τελευταίος που έφερε τον τίτλο ήταν
Εδουάρδος ο Μαύρος Πρίγκιπας