Δυναστεία των Φλαβίων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δυναστεία των Φλαβίων
Ο θρίαμβος τού Τίτου, πίνακας του σερ Λώρενς Άλμα-Τάντεμα.
Πληροφορίες ασχολίας
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η δυναστεία των Φλαβίων κυβέρνησε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το διάστημα 69 και 96 μ.Χ., και περιλαμβάνει τις βασιλείες του Βεσπασιανού (69 – 79) και των δύο γιων του Τίτου (79 – 81) και Δομιτιανού (81 – 96). Οι Φλάβοι ανήλθαν στην εξουσία κατά τον εμφύλιο πόλεμο του έτους 69, γνωστό ως έτος των τεσσάρων Αυτοκρατόρων. Αφού ο Γάλβας και ο Όθων απεβίωσαν γρήγορα, ο Βιτέλιος έγινε Αυτοκράτορας στα μέσα του 69. Η διεκδίκησή του για τον θρόνο αμφισβητήθηκε γρήγορα από λεγεώνες, που στάθμευαν στις ανατολικές επαρχίες, οι οποίες ανακήρυξαν τον διοικητή τους Βεσπασιανό ως Αυτοκράτορα στη θέση του. Η Δεύτερη Μάχη του Bedriacum έγειρε την ισορροπία αποφασιστικά υπέρ των δυνάμεων των Φλαβίων, που εισήλθαν στη Ρώμη στις 20 Δεκεμβρίου. Την επόμενη ημέρα, η Ρωμαϊκή Σύγκλητος ανακήρυξε επίσημα τον Βεσπασιανό ως Αυτοκράτορα του Ρωμαϊκού Κράτους, ξεκινώντας έτσι τη δυναστεία των Φλαβίων. Αν και η δυναστεία αποδείχθηκε βραχύβια, έλαβαν χώρα αρκετά σημαντικά ιστορικά, οικονομικά και στρατιωτικά γεγονότα κατά τη διάρκεια της εξουσίας της.

Η βασιλεία του Τίτου επλήγη από πολλαπλές φυσικές καταστροφές, η πιο σοβαρή από τις οποίες ήταν η έκρηξη του Βεζούβιου το 79. Οι γύρω πόλεις της Πομπηίας και του Herculaneum θάφτηκαν εντελώς κάτω από στάχτη και λάβα. Ένα χρόνο αργότερα, η Ρώμη χτυπήθηκε από πυρκαγιά και πανώλη. Στο στρατιωτικό μέτωπο, η δυναστεία των Φλαβίων είδε την πολιορκία και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο το 70, μετά την αποτυχημένη εβραϊκή εξέγερση του 66. Σημαντικές κατακτήσεις πραγματοποιήθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία υπό τη διοίκηση του Γναίου Ιούλιου Αγρικόλα μεταξύ 77 και 83, ενώ ο Δομιτιανός δεν μπόρεσε να επιτύχει μία αποφασιστική νίκη εναντίον του βασιλιά Δεκέβαλου στον πόλεμο κατά των Δακών. Επιπλέον η Αυτοκρατορία ενίσχυσε την άμυνα των συνόρων της, επεκτείνοντας τις οχυρώσεις κατά μήκος του Γερμανικού συνόρου (Limes Germanicus).

Οι Φλάβιοι ξεκίνησαν επίσης οικονομικές και πολιτιστικές μεταρρυθμίσεις. Επί Βεσπασιανού επινοήθηκαν νέοι φόροι για την αποκατάσταση των οικονομικών της Αυτοκρατορίας, ενώ ο Δομιτιανός επανεκτίμησε το ρωμαϊκό νόμισμα αυξάνοντας την περιεκτικότητά του σε άργυρο. Ένα τεράστιο οικοδομικό πρόγραμμα θεσπίστηκε από τον Τίτο, για να εορτάσει την άνοδο της δυναστείας των Φλαβίων, αφήνοντας πολλά διαρκή τοπόσημα στην πόλη της Ρώμης, το πιο εντυπωσιακό από τα οποία ήταν το Φλάβιο Αμφιθέατρο, περισσότερο γνωστό ως Κολοσσαίο.

Η φλαβιανή κυριαρχία έληξε στις 18 Σεπτεμβρίου 96, όταν ο Δομιτιανός δολοφονήθηκε. Τον διαδέχθηκε ο μακροχρόνιος υποστηρικτής και σύμβουλος των Φλαβίων Μάρκος Κοκήιος Νέρβας, ο οποίος ίδρυσε τη μακρόχρονη δυναστεία των Νέρβα-Αντωνίνων.

Η δυναστεία των Φλαβίων ήταν μοναδική μεταξύ των τεσσάρων δυναστειών της εποχής τού Πριγκιπάτου, καθώς ήταν μόνο ένας άνδρας και οι δύο γιοι του, χωρίς να επεκταθεί ο οίκος με υιοθετημένα άτομα, όπως έγινε στην επόμενη δυναστεία.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εγκατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικογενειακό ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτομή του Βεσπασιανού, Μουσεία Βατικανού, Πόλη του Βατικανού.

Δεκαετίες εμφυλίου πολέμου κατά τον 1ο αι. π.Χ. είχαν συμβάλει τα μέγιστα στην κατάρρευση της παλαιάς αριστοκρατίας της Ρώμης, η οποία σταδιακά αντικαταστάθηκε από μία νέα ιταλική αριστοκρατία, που ανήλθε σε εξέχουσα θέση κατά τις αρχές του 1ου αι. μ.Χ. [1] Μία τέτοια οικογένεια ήταν οι Φλάβιοι, ή το γένος των Φλαβίων, που από τη σχετική αφάνεια έλαβε εξέχουσα θέση σε μόλις τέσσερις γενεές, αποκτώντας πλούτο και θέση υπό τους Αυτοκράτορες της δυναστείας των Ιουλίων-Κλαυδίων. Ο πάππος του Βεσπασιανού, ο Τίτος Φλάβιος Πέτρο, είχε υπηρετήσει ως εκατόνταρχος υπό τον Πομπήιο κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου του Καίσαρα. Η στρατιωτική του σταδιοδρομία έληξε ντροπιαστικά, όταν έφυγε από το πεδίο της μάχης στη μάχη των Φαρσάλων το 48 π.Χ. [2] Ωστόσο ο Τ. Φλ. Πέτρο κατάφερε να βελτιώσει την κατάστασή του νυμφευόμενος την εξαιρετικά πλούσια Τερτούλλα, της οποίας η περιουσία εξασφάλιζε την κοινωνική άνοδο τού γιου τού Πέτρου, Τ. Φλ. Σαβίνου Α΄. [3] Ο ίδιος ο Σαβίνος συγκέντρωσε περαιτέρω πλούτο και πιθανώς εισήλθε στην τάξη των ιππέων, μέσω των υπηρεσιών του ως φοροεισπράκτορα στην Ασία και τραπεζίτη στην Helvetia (σημερινή Ελβετία). Με το να νυμφευτεί τη Βεσπασία Πόλλα, συμμάχησε με το πιο διάσημο γένος πατρικίων Vespasia, εξασφαλίζοντας την ανύψωση των γιων του Τ. Φλ. Σαβίνου Β΄ και Βεσπασιανού στην τάξη των συγκλητικών. [3]

Η γενεαλογία των Φλαβίων, που υποδεικνύει τους απογόνους του Τ. Φλ. Πέτρου και της Τερτούλλας.

Γύρω στο 38 μ.Χ. ο Βεσπασιανός νυμφεύτηκε τη Δομιτίλλα την Πρεσβύτερη, κόρη ενός ιππέα από το Φερέντιον. Απέκτησαν δύο γιους, τον Τίτο Φλ. Βεσπ. (γενν. 39) και τον Τ. Φλ. Δομιτιανό (γενν. 51) και μία κόρη, τη Δομιτίλλα τη Νεότερη (γενν. 45). [4] Η Δομιτίλλα η Πρεσβύτερη απεβίωσε πριν ο Βεσπασιανός γίνει Αυτοκράτορας. Στη συνέχεια, η ερωμένη του Καινίς ήταν σύζυγός του σε όλα εκτός από το όνομα, μέχρι που αυτή απεβίωσε το 74. [5] Η πολιτική σταδιοδρομία του Βεσπασιανού περιελάμβανε τα αξιώματα του ταμία (quaestor), του αγορανόμου (aedile) και του πραίτορα και κορυφώθηκε με την υπατεία το 51, τη χρονιά που γεννήθηκε ο Δομιτιανός. Ως στρατιωτικός διοικητής, απέκτησε από νωρίς φήμη συμμετέχοντας στη ρωμαϊκή εισβολή στη Βρετανία το 43 [6] Παρόλα αυτά, αρχαίες πηγές ισχυρίζονται ότι η οικογένεια των Φλαβίων ήταν ενδεής την εποχή της ανατροφής του Δομιτιανού, [7] υποστηρίζοντας μάλιστα ότι ο Βεσπασιανός είχε περιπέσει σε ανυποληψία υπό τους Αυτοκράτορες Καλιγούλα (37 – 41) και Νέρωνα (54 – 68). [8] Η σύγχρονη ιστορία διέψευσε αυτούς τους ισχυρισμούς, υποδηλώνοντας ότι αυτές οι ιστορίες κυκλοφόρησαν αργότερα υπό την κυριαρχία των Φλαβίων ως μέρος μίας εκστρατείας προπαγάνδας, για να μειώσει την επιτυχία υπό τους λιγότερο αξιόπιστους Αυτοκράτορες της δυναστείας των Ιουλίων-Κλαυδίων και να μεγιστοποιήσει τα επιτεύγματα του Αυτοκράτορα Κλαύδιου (41–54) και τού γιου του Bρετανικού. [9] Κατά τα φαινόμενα, η αυτοκρατορική εύνοια για τους Φλαβίους ήταν υψηλή κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του '40 και του '60. Ενώ ο Τίτος λάμβανε αυλική εκπαίδευση στην παρέα του Βρετανικού, ο Βεσπασιανός ακολούθησε μία επιτυχημένη πολιτική και στρατιωτική σταδιοδρομία. Μετά από μία παρατεταμένη περίοδο συνταξιοδότησης κατά τη δεκαετία του '50, επέστρεψε στο δημόσιο αξίωμα υπό τον Νέρωνα, υπηρετώντας ως ανθύπατος της επαρχίας της Αφρικής το 63 και συνοδεύοντας τον Αυτοκράτορα κατά τη διάρκεια μίας επίσημης περιοδείας στην Ελλάδα το 66. [10]

Από το π. 57 έως το 59 ο Τίτος ήταν στρατιωτικός τριβούνος στη Γερμανία και αργότερα υπηρέτησε στη Βρετανία. Η πρώτη του σύζυγος Αρρεσίνα Τερτούλλα απεβίωσε δύο χρόνια μετά τον γάμο τους, το 65. [11] Στη συνέχεια, ο Τίτος πήρε μία νέα σύζυγο μίας πιο διακεκριμένης οικογένειας, τη Μαρκία Φουρνίλλα. Ωστόσο, η οικογένεια της Mαρκίας ήταν στενά συνδεδεμένη με την αντίθεση στον Αυτοκράτορα Νέρωνα. Ο θείος της Bαρέα Σορανός και η κόρη του Μ. Σερβιλία ήταν μεταξύ εκείνων, που σκοτώθηκαν μετά την αποτυχημένη συνωμοσία του Πίσωνα του 65 [12]. Μερικοί σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Τίτος χώρισε τη σύζυγό του, λόγω της σύνδεσης τής οικογένειάς της με τη συνωμοσία. [13] [14]· αυτός δεν νυμφεύτηκε ξανά. Ο Τίτος φαίνεται να είχε πολλές κόρες, τουλάχιστον μία από αυτές από τη Mαρκία Φουρνίλλα. [15] Η μόνη γνωστή που επέζησε μέχρι την ενηλικίωση, ήταν η Ιουλία Φλαβία, ίσως το παιδί του Τίτου από την Αρρεσίνα, της οποίας η μητέρα ονομαζόταν επίσης Ιουλία. [15] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Τίτος εξασκήθηκε επίσης στα νομικά και έλαβε τον βαθμό του ταμία (quaestor). [16]

Το 66 οι Εβραίοι της επαρχίας της Ιουδαίας, επαναστάτησαν κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Κέστιος Γάλλος, απεσταλμένος (legatus) στη Συρία, αναγκάστηκε να υποχωρήσει από την Ιερουσαλήμ και ηττήθηκε στη μάχη του Βηθ-Ορόν. [17] Ο φιλορωμαίος βασιλιάς Ηρ. Αγρίππας Β' και η αδελφή του Βερενίκη έφυγαν από την πόλη στη Γαλιλαία, όπου αργότερα παραδόθηκαν στους Ρωμαίους. Ο Νέρων όρισε τον Βεσπασιανό να καταπνίξει την εξέγερση, και τον έστειλε στην περιοχή αμέσως με την 5η λεγεώνα και τη 10η λεγεώνα. [18] [19] Αργότερα ενώθηκε με τον Τίτο στην Πτολεμαΐδα, που έφερνε μαζί του τη 15η λεγεώνα. [20] Με δύναμη 60.000 επαγγελματιών στρατιωτών, οι Ρωμαίοι γρήγορα σάρωσαν τη Γαλιλαία και στα 68 βάδισαν στην Ιερουσαλήμ. [20]

Άνοδος στην εξουσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά το έτος των τεσσάρων Αυτοκρατόρων (69 μ.Χ.). Οι περιοχές με μπλε υποδεικνύουν επαρχίες πιστές στον Βεσπασιανό και τον Γάιο Λικίνιο Μουκιανό. Οι περιοχές με πράσινο υποδεικνύουν επαρχίες πιστές στον Βιτέλιο.

Στις 9 Ιουνίου 68, εν μέσω της αυξανόμενης αντίθεσης της Συγκλήτου και του στρατού, ο Νέρων αυτοκτόνησε, και μαζί του η δυναστεία των Ιουλίων-Κλαυδίων έφτασε στο τέλος της. Ακολούθησε χάος, που οδήγησε σε ένα έτος βάναυσου εμφυλίου πολέμου, γνωστό ως έτος των τεσσάρων Αυτοκρατόρων, κατά τη διάρκεια του οποίου οι τέσσερις στρατηγοί με τη μεγαλύτερη επιρροή στη Ρωμαϊκή ΑυτοκρατορίαΓάλβας, Όθων, Βιτέλιος και Βεσπασιανός— αγωνίστηκαν διαδοχικά για την αυτοκρατορική εξουσία. Η είδηση τού τέλους τού Νέρωνα έφτασε στον Βεσπασιανό όταν ετοιμαζόταν να πολιορκήσει την πόλη της Ιερουσαλήμ. Σχεδόν ταυτόχρονα η Σύγκλητος είχε ανακηρύξει τον Γάλβα, τότε κυβερνήτη της Hispania Tarraconensis (σημερινής Ισπανίας), ως Αυτοκράτορα της Ρώμης. Αντί να συνεχίσει την εκστρατεία του, ο Βεσπασιανός αποφάσισε να περιμένει περαιτέρω εντολές και να στείλει τον Τίτο να χαιρετήσει τον νέο Αυτοκράτορα. [21] Πριν φτάσει στην Ιταλία, ωστόσο, ο Τίτος έμαθε ότι ο Γάλβας είχε δολοφονηθεί και αντικαταστάθηκε από τον Όθωνα, τον κυβερνήτη της Λουζιτανίας (σημερινής Πορτογαλίας). Την ίδια στιγμή ο Βιτέλιος και οι στρατιές του στη Γερμανία είχαν ξεσηκωθεί σε εξέγερση και ετοιμάστηκαν να βαδίσουν στη Ρώμη, με σκοπό να ανατρέψουν τον Όθωνα. Μη θέλοντας να διακινδυνεύσει να συλληφθεί όμηρος από τη μία ή την άλλη πλευρά, ο Τίτος εγκατέλειψε το ταξίδι στη Ρώμη και επέστρεψε με τον πατέρα του στην Ιουδαία. [22]

Ο Όθων και ο Βιτέλιος συνειδητοποίησαν την πιθανή απειλή, που αποτελούσε η μερίδα των Φλαβίων: με τέσσερις λεγεώνες στη διάθεσή του, ο Βεσπασιανός διοικούσε μία δύναμη σχεδόν 80.000 στρατιωτών. Η θέση του στην Ιουδαία τού παρείχε περαιτέρω το πλεονέκτημα ότι ήταν πιο κοντά στη ζωτική επαρχία της Αιγύπτου, η οποία ήλεγχε την προμήθεια σιτηρών στη Ρώμη. Ο αδελφός του, Τ. Φλ. Σαβίνος Β', ως έπαρχος της πόλης, διοικούσε ολόκληρη τη φρουρά της πόλης της Ρώμης. [14] Οι εντάσεις μεταξύ των στρατευμάτων των Φλαβίων ήταν υψηλές, αλλά όσο ο Γάλβας και ο Όθων παρέμεναν στην εξουσία, ο Βεσπασιανός αρνήθηκε να αναλάβει δράση. [23] Όταν ο Όθωνας ηττήθηκε από τον Βιτέλιο στην Πρώτη Μάχη του Bedriacum, ωστόσο, οι στρατοί στην Ιουδαία και την Αίγυπτο πήραν την κατάσταση στα χέρια τους και ανακήρυξαν τον Βεσπασιανό Αυτοκράτορα την 1η Ιουλίου 69 [24] Ο Βεσπασιανός δέχτηκε και συνήψε συμμαχία με τον Γάιο Λικίνιο Μουκιανό, τον κυβερνήτη της Συρίας, εναντίον του Βιτέλιου. [24] Μία ισχυρή δύναμη προερχόμενη από τις λεγεώνες της Ιουδαίας και της Συρίας βάδισε στη Ρώμη υπό τη διοίκηση του Μουκιανού, ενώ ο ίδιος ο Βεσπασιανός ταξίδεψε στην Αλεξάνδρεια, αφήνοντας τον Τίτο υπεύθυνο για τον τερματισμό της εβραϊκής εξέγερσης. [25]

Ο Αυτοκράτορας Βιτέλλιος (Λούβρο).

Στη Ρώμη εν τω μεταξύ ο Δομιτιανός τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό από τον Βιτέλιο, ως διασφάλιση έναντι της μελλοντικής επιθετικότητας των Φλαβίων. [26] Ωστόσο, η υποστήριξη για τον παλαιό Αυτοκράτορα μειώθηκε, καθώς περισσότερες λεγεώνες σε όλη την Αυτοκρατορία ορκίζονταν την πίστη τους στον Βεσπασιανό. Στις 24 Οκτωβρίου 69 οι δυνάμεις του Βιτέλιου και του Βεσπασιανού συγκρούστηκαν στη Δεύτερη Μάχη του Βedriacum, η οποία κατέληξε σε συντριπτική ήττα για τους στρατούς του Βιτέλιου. [27] Σε απόγνωση, προσπάθησε να διαπραγματευτεί μία παράδοση. Όροι ειρήνης, συμπεριλαμβανομένης της οικειοθελούς παραίτησης, συμφωνήθηκαν με τον Τ. Φλ. Σαβίνο Β', [28] αλλά οι στρατιώτες της πραιτωριανής φρουράς —η αυτοκρατορική σωματοφυλακή— θεώρησαν μία τέτοια παραίτηση επαίσχυντη και εμπόδισαν τον Βιτέλιο να εκτελέσει τη συνθήκη. [29] Το πρωί της 18ης Δεκεμβρίου ο Αυτοκράτορας εμφανίστηκε να καταθέτει τα αυτοκρατορικά διάσημα στον Ναό της Ομονοίας, αλλά την τελευταία στιγμή έστρεψε τα βήματά του προς το αυτοκρατορικό παλάτι. Μέσα στη σύγχυση, οι ηγέτες του κράτους συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Σαβίνου, ανακηρύσσοντας τον Βεσπασιανό ως Αυτοκράτορα, αλλά το πλήθος διαλύθηκε, όταν οι κοόρτες του Βιτελιανού συγκρούστηκαν με την ένοπλη συνοδεία του Σαβίνου, ο οποίος αναγκάστηκε να υποχωρήσει στον λόφο Καπιτωλίνο. [30] Κατά τη διάρκεια της νύχτας ενώθηκε με τους συγγενείς του, συμπεριλαμβανομένου τού Δομιτιανού. Οι στρατιές του Μουκιανού πλησίαζαν τη Ρώμη, αλλά το πολιορκημένο κόμμα των Φλαβίων δεν άντεξε για περισσότερο από μία μέρα. Στις 19 Δεκεμβρίου οι Βιτελιανικοί εισέβαλαν στο Καπιτώλιο και στη συμπλοκή που προέκυψε, ο Σαβίνος συνελήφθη και εκτελέστηκε. Ο ίδιος ο Δομιτιανός κατάφερε να διαφύγει μεταμφιεσμένος σε λάτρη της Ίσιδας και πέρασε τη νύχτα με ασφάλεια σε έναν από τους υποστηρικτές του πατέρα του. [30] Το απόγευμα της 20ης Δεκεμβρίου ο Βιτέλιος ήταν νεκρός, καθώς οι στρατοί του είχαν ηττηθεί από τις λεγεώνες των Φλαβίων. Χωρίς να φοβάται τίποτε άλλο από τον εχθρό, ο Δομιτιανός ήρθε μπροστά για να συναντήσει τις δυνάμεις εισβολής. Χαιρετίστηκε από όλους με τον τίτλο του καίσαρα, και η μάζα των στρατευμάτων τον οδήγησε στο σπίτι τού πατέρα του. [30] Την επόμενη ημέρα, 21 Δεκεμβρίου, η Σύγκλητος ανακήρυξε τον Βεσπασιανό ως Αυτοκράτορα τού Ρωμαϊκού Κράτους. [31]

Αν και ο πόλεμος είχε επίσημα τελειώσει, μία κατάσταση αναρχίας και ανομίας επικράτησε τις πρώτες ημέρες μετά το τέλος τού Βιτέλιου. Η τάξη αποκαταστάθηκε σωστά από τον Μουκιανό στις αρχές του 70, ο οποίος ηγήθηκε μίας προσωρινής κυβέρνησης, με τον Δομιτιανό ως εκπρόσωπο της οικογένειας των Φλαβίων στη Σύγκλητο. [30] Μόλις έλαβε την είδηση της ήττας και τού τέλους τού αντιπάλου του στην Αλεξάνδρεια, ο νέος Αυτοκράτορας έστειλε αμέσως προμήθειες σιτηρών, που χρειάζονταν επειγόντως στη Ρώμη, μαζί με ένα διάταγμα ή μία δήλωση πολιτικής, στην οποία έδινε τη διαβεβαίωση για μία ολόκληρη ανατροπή των νόμων τού Νέρωνα, ειδικά αυτά που σχετίζονται με την προδοσία. Στις αρχές του 70, ο Βεσπασιανός βρισκόταν ακόμη στην Αίγυπτο, ωστόσο, συνέχισε να εδραιώνει την υποστήριξη των Αιγυπτίων πριν αναχωρήσει. [32] Στα τέλη του 70, τελικά επέστρεψε στη Ρώμη και εγκαταστάθηκε κανονικά ως Αυτοκράτορας.

Η δυναστεία των Φλαβίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βεσπασιανός (69 – 79)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύνολο τριών aurei που απεικονίζουν τους ηγεμόνες της δυναστείας των Φλαβίων. Από επάνω προς τα κάτω: Βεσπασιανός, Τίτος και Δομιτιανός.

Ελάχιστες τεκμηριωμένες πληροφορίες σώζονται για τη διακυβέρνηση του Βεσπασιανού, κατά τα δέκα χρόνια που ήταν Αυτοκράτορας. Ο Βεσπασιανός πέρασε τον πρώτο του χρόνο ως ηγεμόνας στην Αίγυπτο, κατά τον οποίο η διοίκηση της Αυτοκρατορίας δόθηκε στον Μουκιανό, με τη βοήθεια τού γιου τού Βεσπασιανού, Δομιτιανού. Οι σύγχρονοι ιστορικοί πιστεύουν ότι ο Βεσπασιανός παρέμεινε εκεί για να εδραιώσει την υποστήριξη των Αιγυπτίων. [33] Στα μέσα της δεκαετίας του 70 ο Βεσπασιανός ήρθε για πρώτη φορά στη Ρώμη και ξεκίνησε αμέσως μία ευρεία προπαγανδιστική εκστρατεία, για να εδραιώσει την εξουσία του και να προωθήσει τη νέα δυναστεία. Η βασιλεία του είναι περισσότερο γνωστή για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις μετά το τέλος της δυναστείας των Ιουλιο-Κλαυδίων, όπως ο θεσμός τού φόρου στα ουρητήρια και οι πολυάριθμες στρατιωτικές εκστρατείες, που έγιναν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας τού '70. Το πιο σημαντικό από αυτά ήταν ο Πρώτος Εβραίο-Ρωμαϊκός Πόλεμος, ο οποίος κατέληξε στην καταστροφή της πόλης της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο. Επιπλέον, ο Βεσπασιανός αντιμετώπισε αρκετές εξεγέρσεις στην Αίγυπτο, τη Γαλατία και τη Γερμανία, και σύμφωνα με πληροφορίες επέζησε από πολλές συνωμοσίες εναντίον του. [34] Ο Βεσπασιανός βοήθησε στην ανοικοδόμηση της Ρώμης μετά τον εμφύλιο πόλεμο, προσθέτοντας έναν ναό στην Ειρήνη και ξεκίνησε την κατασκευή του Φλαβιανού αμφιθεάτρου, περισσότερο γνωστού ως Κολοσσαίο. [35] Ο Βεσπασιανός απεβίωσε από φυσικά αίτια στις 23 Ιουνίου 79 και τον διαδέχθηκε αμέσως ο πρωτότοκος γιος του Τίτος. [36] Οι αρχαίοι ιστορικοί που έζησαν την περίοδο αυτή, όπως ο Τάκιτος, ο Σουητώνιος, ο Ιώσηπος και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος μιλούν καλά για τον Βεσπασιανό, ενώ καταδικάζουν τους Αυτοκράτορες που ήρθαν πριν από αυτόν. [37]

Τίτος (79 – 81)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά τις αρχικές ανησυχίες για τον χαρακτήρα του, ο Τίτος κέρδισε μεγάλη αναγνώριση μετά το τέλος τού Βεσπασιανού στις 23 Ιουνίου 79 και θεωρήθηκε καλός Αυτοκράτορας από τον Σουετόνιο και άλλους σύγχρονους ιστορικούς. [38] Σε αυτόν τον ρόλο είναι περισσότερο γνωστός για το πρόγραμμα δημόσιας δόμησής του στη Ρώμη και την ολοκλήρωση της κατασκευής τού Κολοσσαίου το 80, [39] αλλά και για τη γενναιοδωρία του στην ανακούφιση από τα δεινά που προκλήθηκαν από δύο καταστροφές, την έκρηξη τού Βεζούβιου το 79, και η φωτιά της Ρώμης του 80. [40] Ο Τίτος συνέχισε τις προσπάθειες τού πατέρα του για την προώθηση της δυναστείας των Φλαβίων. Ανέστησε την πρακτική της αυτοκρατορικής λατρείας, θεοποίησε τον πατέρα του και έθεσε τα θεμέλια γι' αυτό που αργότερα θα γινόταν ο Ναός του Βεσπασιανού και του Τίτου, ο οποίος ολοκληρώθηκε από τον Δομιτιανό. [41] [42] Μετά από μόλις δύο χρόνια στην εξουσία, ο Τίτος απεβίωσε απροσδόκητα από πυρετό στις 13 Σεπτεμβρίου 81 και θεοποιήθηκε από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο. [43]

Δομιτιανός (81 – 96)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Domitian

Ο Δομιτιανός ανακηρύχθηκε Αυτοκράτορας από την Πραιτωριανή Φρουρά την ημέρα μετά το τέλος του Τίτου, ξεκινώντας ίια βασιλεία που διήρκεσε περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια, περισσότερο από οποιονδήποτε άνδρα που είχε κυβερνήσει τη Ρώμη από την εποχή του Τιβέριου. Ο Δομιτιανός ενίσχυσε την οικονομία με την επανεκτίμηση των ρωμαϊκών νομισμάτων, [44] επέκτεινε την άμυνα των συνόρων της Αυτοκρατορίας [45] και ξεκίνησε ένα τεράστιο οικοδομικό πρόγραμμα για την αποκατάσταση της κατεστραμμένης πόλης της Ρώμης. [46] Στη Βρετανία, ο Γναίος Ιούλιος Αγρικόλα επέκτεινε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι τη σύγχρονη Σκωτία, [47] αλλά στη Δακία, ο Δομιτιανός δεν μπόρεσε να επιτύχει μία αποφασιστική νίκη στον πόλεμο εναντίον των Δακών. [48] Στις 18 Σεπτεμβρίου 96 ο Δομιτιανός δολοφονήθηκε από αξιωματούχους της αυλής, και μαζί του έληξε η δυναστεία των Φλαβίων. Την ίδια ημέρα τον διαδέχθηκε ο φίλος και σύμβουλός του Νέρβας, ο οποίος ίδρυσε τη μακρόχρονη δυναστεία των Αντωνίνων. Η μνήμη του Δομιτιανού καταδικάστηκε σε λήθη από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο, με την οποία είχε μία διαβόητα δύσκολη σχέση σε όλη τη διάρκεια τής βασιλείας του. Συγκλητικοί συγγραφείς όπως ο Τάκιτος, ο Πλίνιος ο νεότερος και ο Σουητώνιος δημοσίευσαν ιστορίες μετά το τέλος του, διαδίδοντας μία εικόνα του Δομιτιανού ως σκληρού και παρανοϊκού τυράννου. Η σύγχρονη ιστορία έχει απορρίψει αυτές τις απόψεις, αντ' αυτού χαρακτηρίζει τον Δομιτιανό ως έναν αδίστακτο, αλλά αποτελεσματικά αυταρχικό, τού οποίου το πολιτιστικό, οικονομικό και πολιτικό πρόγραμμα παρείχε τα θεμέλια για το Πριγκιπάτο του ειρηνικού 2ου αι. Οι διάδοχοί του Νέρβας και Τραϊανός ήταν λιγότερο περιοριστικοί, αλλά στην πραγματικότητα οι πολιτικές τους διέφεραν ελάχιστα από αυτές του Δομιτιανού. [49]

Διαχείριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διακυβέρνηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την πτώση της Δημοκρατίας, η εξουσία της Ρωμαϊκής Sygkl;htoy είχε σε μεγάλο βαθμό διαβρωθεί υπό το οιονεί μοναρχικό σύστημα διακυβέρνησης, που καθιέρωσε ο Αύγουστος, γνωστό ως Πριγκιπάτο. Το Πριγκιπάτο επέτρεψε την ύπαρξη ενός de facto δικτατορικού καθεστώτος, διατηρώντας παράλληλα το επίσημο πλαίσιο της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Οι περισσότεροι Αυτοκράτορες υποστήριξαν τη δημόσια πρόσοψη της δημοκρατίας και σε αντάλλαγμα η Σύγκλητος αναγνώρισε σιωπηρά το καθεστώς του Αυτοκράτορα ως de facto μονάρχη. Ο εμφύλιος πόλεμος του 69 είχε καταστήσει απολύτως σαφές ότι η πραγματική δύναμη στην Αυτοκρατορία βρισκόταν στον έλεγχο του στρατού. Όταν ο Βεσπασιανός ανακηρύχθηκε Αυτοκράτορας στη Ρώμη, κάθε ελπίδα για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας είχε εξαφανιστεί εδώ και πολύ καιρό.

Η προσέγγιση των Φλαβίων στη διακυβέρνηση ήταν μία προσέγγιση τόσο σιωπηρού, όσο και ρητού αποκλεισμού. Όταν ο Βεσπασιανός επέστρεψε στη Ρώμη στα μέσα της δεκαετίας του '70, ξεκίνησε αμέσως μία σειρά προσπαθειών, για να εδραιώσει την εξουσία του και να αποτρέψει μελλοντικές εξεγέρσεις. Προσέφερε δώρα στους στρατιώτες και απέλυσε ή τιμώρησε εκείνους τους στρατιώτες, που ήταν πιστοί στον Βιτέλλιο. Αναδιάρθωσε επίσης τις τάξεις των Συγκλητικών και των Ιππέων, απομακρύνοντας τους εχθρούς του και προσθέτοντας τους συμμάχους του. Ο εκτελεστικός έλεγχος κατανεμήθηκε σε μεγάλο βαθμό στα μέλη της οικογένειάς του. Οι μη Φλάβιοι ουσιαστικά αποκλείστηκαν από σημαντικά δημόσια αξιώματα, ακόμη και εκείνοι που ήταν από τους πρώτους υποστηρικτές του Βεσπασιανού κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Ο Mουκιανός εξαφανίζεται σιγά σιγά από τα ιστορικά αρχεία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, και πιστεύεται ότι απεβίωσε κάποια στιγμή μεταξύ 75 και 77. Το ότι η πρόθεση του Βεσπασιανού ήταν να ιδρύσει μία μακροχρόνια δυναστεία για να κυβερνήσει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν πιο εμφανές, στις εξουσίες που παρείχε στον μεγαλύτερο γιο του Τίτο. Ο Τίτος μοιράστηκε την εξουσία με τον πατέρα του, έγινε επτά φορές ύπατος, μία τιμητής (censor), και ίσως το πιο αξιοσημείωτο, του δόθηκε η διοίκηση της πραιτωριανής φρουράς. Επειδή ο Τίτος στην πραγματικότητα ενήργησε ως συναυτοκράτορας με τον πατέρα του, δεν σημειώθηκε απότομη αλλαγή στην πολιτική των Φλαβίων κατά τη σύντομη βασιλεία του από το 79 έως το 81.

Η προσέγγιση του Δομιτιανού στην κυβέρνηση ήταν λιγότερο λεπτή από τον πατέρα και τον αδελφό του. Μόλις έγινε Αυτοκράτορας, εγκατέλειψε γρήγορα τη δημοκρατική επίφαση και μετέτρεψε την κυβέρνησή του λίγο πολύ επίσημα στη θεϊκή μοναρχία, που πίστευε ότι κατείχε. Μετακινώντας το κέντρο της εξουσίας στην αυτοκρατορική αυλή, ο Δομιτιανός κατέστησε ανοιχτά τις εξουσίες της Συγκλήτου παρωχημένες. Αναμείχθηκε προσωπικά σε όλους τους κλάδους της διοίκησης: εκδόθηκαν διατάγματα, που διέπουν τις παραμικρές λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής και του νόμου, ενώ η φορολογία και τα δημόσια ήθη επιβάλλονταν αυστηρά. Παρ' όλα αυτά, ο Δομιτιανός έκανε παραχωρήσεις προς τη γνώμη της Συγκλήτου. Ενώ ο πατέρας και ο αδελφός του είχαν ουσιαστικά αποκλείσει μη Φλαβίους από τα δημόσια αξιώματα, ο Δομιτιανός σπάνια ευνοούσε τα μέλη της οικογένειάς του στην κατανομή στρατηγικών θέσεων, αποδεχόμενος έναν εκπληκτικά μεγάλο αριθμό επάρχων και πιθανών αντιπάλων στην υπατεία, και διορίζοντας άνδρες από την τάξη των ιππέων για τη διαχείριση της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας.

Δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μία από τις πρώτες πράξεις του Βεσπασιανού ως Αυτοκράτορα ήταν να επιβάλει φορολογική μεταρρύθμιση, για να αποκαταστήσει το εξαντλημένο ταμείο της Αυτοκρατορίας. Αφού ο Βεσπασιανός έφτασε στη Ρώμη στα μέσα της δεκαετίας του '70, ο Μουκιανός συνέχισε να πιέζει τον Βεσπασιανό να εισπράττει όσο το δυνατόν περισσότερους φόρους, ανανεώνοντας τους παλαιούς και θεσπίζοντας νέους. Ο Μουκιανός και ο Βεσπασιανός αύξησαν τις εισφορές των επαρχιών και παρακολουθούσαν προσεκτικά τους υπαλλήλους του ταμείου. Η λατινική παροιμία "Pecunia non olet" ("Τα λεφτά δεν μυρίζουν") μπορεί να δημιουργήθηκε, όταν είχε εισαγάγει φόρο ούρησης στις δημόσιες τουαλέτες.

Με την άνοδό του, ο Δομιτιανός επανεκτίμησε τα ρωμαϊκά νομίσματα στα πρότυπα του Αυγούστου, αυξάνοντας την περιεκτικότητα του δηναρίου σε άργυρο κατά 12%. Μία επικείμενη κρίση το 85, ωστόσο, ανάγκασε μία υποτίμηση στο πρότυπο του Νέρωνα του 65, αλλά αυτό ήταν ακόμα υψηλότερο από το επίπεδο, που είχαν διατηρήσει ο Βεσπασιανός και ο Τίτος κατά τη διάρκεια της βασιλείας τους, και η αυστηρή φορολογική πολιτική του Δομιτιανού εξασφάλισε ότι αυτό το πρότυπο διατηρήθηκε για τα επόμενα ένδεκα χρόνια. Οι τύποι νομισμάτων αυτής της εποχής εμφανίζουν έναν εξαιρετικά σταθερό βαθμό ποιότητας, συμπεριλαμβανομένης της σχολαστικής προσοχής στον τίτλο του Δομιτιανού και εξαιρετικά εκλεπτυσμένων έργων τέχνης στα πίσω πορτρέτα.

Ο Τζόουνς υπολογίζει το ετήσιο εισόδημα του Δομιτιανού σε περισσότερα από 1.200 εκατομμύρια σησέρτιους (sestertii), από τα οποία επάνω από το ένα τρίτο πιθανώς θα δαπανώντο για τη συντήρηση του ρωμαϊκού στρατού. Ο άλλος σημαντικός τομέας δαπανών περιλάμβανε το τεράστιο πρόγραμμα ανοικοδόμησης, που πραγματοποιήθηκε στην ίδια την πόλη της Ρώμης.

Προκλήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στρατιωτική δραστηριότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό το ανάγλυφο από την Αψίδα του Τίτου απεικονίζει Ρωμαίους στρατιώτες να μεταφέρουν θησαυρούς από τον Ναό της Ιερουσαλήμ, συμπεριλαμβανομένου της Επτάφωτης Λυχνίας (Menorah). Η πόλη πολιορκήθηκε και καταστράφηκε από τον Τίτο το 70.

Η πιο σημαντική στρατιωτική εκστρατεία που αναλήφθηκε κατά την περίοδο των Φλαβίων, ήταν η πολιορκία και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 από τον Τίτο. Η καταστροφή της πόλης ήταν το αποκορύφωμα της ρωμαϊκής εκστρατείας στην Ιουδαία μετά την εξέγερση των Εβραίων του 66. Ο Δεύτερος Ναός κατεδαφίστηκε ολοσχερώς και μετά οι στρατιώτες του Τίτου τον ανακήρυξαν Αυτοκράτορα προς τιμήν της νίκης. Η Ιερουσαλήμ λεηλατήθηκε και μεγάλο μέρος του πληθυσμού σκοτώθηκε ή διαλύθηκε. Ο Ιώσηπος ισχυρίζεται ότι 1.100.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, εκ των οποίων η πλειοψηφία ήταν Εβραίοι. 97.000 αιχμαλωτίστηκαν και υποδουλώθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των Σίμωνα βαρ Γιώρα και Ιωάννη από τα Γίσχαλα. Πολλοί κατέφυγαν σε περιοχές γύρω από τη Μεσόγειο. Ο Τίτος φέρεται να αρνήθηκε να δεχτεί ένα στεφάνι νίκης, και αντ' αυτού «αποποιήθηκε οποιαδήποτε τέτοια τιμή στον εαυτό του, λέγοντας ότι δεν ήταν ο ίδιος που είχε καταφέρει αυτό το κατόρθωμα, αλλά ότι απλώς είχε δανείσει τα όπλα του στον Θεό». Μετά την επιστροφή του στη Ρώμη το 71, ο Τίτος τιμήθηκε με το να τελέσει θρίαμβο. Συνοδευόμενος από τον Βεσπασιανό και τον Δομιτιανό, μπήκε στην πόλη, χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τον ρωμαϊκό λαό, αφού είχε προηγηθεί μία πλούσια παρέλαση που περιείχε θησαυρούς και αιχμαλώτους από τον πόλεμο. Ο Ιώσηπος περιγράφει μία πομπή με μεγάλες ποσότητες χρυσού και ασημιού, που μεταφέρονται κατά μήκος της διαδρομής, ακολουθούμενες από περίτεχνες αναπαραστάσεις του πολέμου, Εβραίων αιχμαλώτων και τέλος τους θησαυρούς που ελήφθησαν από τον Ναό της Ιερουσαλήμ, συμπεριλαμβανομένης της Επτάφωτης Λυχνίας (Μενορά) και της Τορά. Οι ηγέτες της αντίστασης εκτελέστηκαν στο Αγορά (Forum) και μετά η πομπή έκλεισε με θρησκευτικές θυσίες στον Ναό του Δία. Η θριαμβευτική Αψίδα του Τίτου, που βρίσκεται σε μία είσοδο της Αγοράς, μνημονεύει τη νίκη του Τίτου.

Η κατάκτηση της Βρετανίας συνεχίστηκε υπό τη διοίκηση του Γναίου Ιουλίου Αγρικόλα, ο οποίος επέκτεινε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι την Καληδονία (τη σύγχρονη Σκωτία) μεταξύ 77 και 84. Το 82 ο Aγρίκολα διέσχισε ένα (αταύτιστο) σώμα νερού και νίκησε λαούς άγνωστους μέχρι τότε στους Ρωμαίους. Οχύρωσε την ακτή που έβλεπε την Ιρλανδία και ο Τάκιτος θυμάται ότι ο πεθερός του συχνά ισχυριζόταν ότι το νησί μπορούσε να κατακτηθεί με μία λεγεώνα και μερικά βοηθητικά στρατεύματα. Είχε δώσει καταφύγιο σε έναν εξόριστο Ιρλανδό βασιλιά, τον οποίο ήλπιζε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως δικαιολογία για κατάκτηση. Αυτή η κατάκτηση δεν συνέβη ποτέ, αλλά ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν ότι η διάβαση που αναφέρεται ήταν στην πραγματικότητα μία μικρής κλίμακας εξερευνητική ή τιμωρητική αποστολή στην Ιρλανδία. Το επόμενο έτος ο Aγρικόλα δημιούργησε έναν στόλο και προωθήθηκε πέρα από το Forth στην Καληδονία. Για να βοηθήσει την προέλαση, ένα εκτεταμένο φρούριο λεγεωνάριων κατασκευάστηκε στο Inchtuthil. Το καλοκαίρι του 84, ο Aγρικόλα αντιμετώπισε τους στρατούς των Καληδονίων, με επικεφαλής τον Κάλγακο, στη μάχη του Mons Graupius. Αν και οι Ρωμαίοι προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στους Καληδονίους, τα δύο τρίτα του στρατού τους κατάφεραν να διαφύγουν και να κρυφτούν στα έλη της Σκωτίας και στα υψίπεδα. Αυτό εμπόδισε τελικά τον Aγρίκολα να θέσει ολόκληρο το βρετανικό νησί υπό τον έλεγχό του.

Το σύνορο Limes Germanicus το 70.

Οι στρατιωτικές εκστρατείες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δομιτιανού είχαν συνήθως αμυντικό χαρακτήρα, καθώς ο Αυτοκράτορας απέρριπτε την ιδέα του επεκτατικού πολέμου. Η πιο σημαντική στρατιωτική συνεισφορά του ήταν η ανάπτυξη του Limes Germanicus, που περιλάμβανε ένα τεράστιο δίκτυο δρόμων, οχυρών και παρατηρητηρίων που κατασκευάστηκαν κατά μήκος του ποταμού Ρήνου για την υπεράσπιση της Αυτοκρατορίας. Ωστόσο, πολλοί σημαντικοί πόλεμοι διεξήχθησαν στη Γαλατία, ενάντια στους Τσάτι και πέρα από τα σύνορα του Δούναβη ενάντια στους Σουήβους, τους Σαρμάτες και τους Δάκες . Με επικεφαλής τον βασιλιά Δεκέβαλο, οι Δάκες εισέβαλαν στην επαρχία της Μοισίας γύρω στο 84 ή 85, προκαλώντας μεγάλο όλεθρο και σκοτώνοντας τον κυβερνήτη της Όπιο Σαβίνο. Ο Δομιτιανός ξεκίνησε αμέσως μία αντεπίθεση, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή μίας λεγεώνας κατά τη διάρκεια μίας άτυχης αποστολής στη Δακία. Ο διοικητής τους Κορνήλιος Φούσκος σκοτώθηκε και το λάβαρο μάχης της Πραιτωριανής Φρουράς χάθηκε. Το 87 οι Ρωμαίοι εισέβαλαν στη Δακία για άλλη μία φορά, αυτή τη φορά υπό τις διαταγές του Τέτιου Ιουλιανού, και τελικά κατάφεραν να νικήσουν τον Δεκέβαλο στα τέλη του 88, στην ίδια τοποθεσία όπου ο Φούσκος είχε σκοτωθεί προηγουμένως. Ωστόσο, μία επίθεση στην πρωτεύουσα της Δακίας εγκαταλείφθηκε, όταν ξέσπασε μία κρίση στα γερμανικά σύνορα, αναγκάζοντας τον Δομιτιανό να υπογράψει μία συνθήκη ειρήνης με τον Δεκέβαλο, η οποία επικρίθηκε αυστηρά από τους σύγχρονους συγγραφείς. Για το υπόλοιπο της βασιλείας του Δομιτιανού, η Δακία παρέμεινε ένα σχετικά ειρηνικό βασίλειο-πελάτης, αλλά ο Δεκέβαλος χρησιμοποίησε τα ρωμαϊκά χρήματα για να ενισχύσει την άμυνά του και συνέχισε να αψηφά τη Ρώμη. Μόλις κατά τη βασιλεία του Τραϊανού το 106, σημειώθηκε μία αποφασιστική νίκη εναντίον του Δεκέβαλου. Και πάλι, ο ρωμαϊκός στρατός υπέστη μεγάλες απώλειες, αλλά ο Τραϊανός κατάφερε να καταλάβει τη Σαρμιζεγετούσα και, το σημαντικότερο, να προσαρτήσει τα ορυχεία χρυσού και αργύρου της Δακίας.

Φυσικές καταστροφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και η κυβέρνησή του χαρακτηρίστηκε από μία σχετική απουσία μεγάλων στρατιωτικών ή πολιτικών συγκρούσεων, ο Τίτος αντιμετώπισε μία σειρά από μεγάλες καταστροφές κατά τη σύντομη βασιλεία του. Στις 24 Αυγούστου 79, μόλις δύο μήνες μετά την ανάρρησή του, εξερράγη ο Βεζούβιος, με αποτέλεσμα την σχεδόν πλήρη καταστροφή της ζωής και της ιδιοκτησίας στις πόλεις και τις κοινότητες παραθερισμού γύρω από τον κόλπο της Νάπολης. Οι πόλεις της Πομπηίας και του Herculaneum τάφηκαν κάτω από μέτρα πέτρας και λάβας, σκοτώνοντας χιλιάδες πολίτες. Ο Τίτος διόρισε δύο πρώην υπάτους για να οργανώσουν και να συντονίσουν την προσπάθεια βοήθειας, ενώ δώρισε προσωπικά μεγάλα χρηματικά ποσά από το αυτοκρατορικό ταμείο, για να βοηθήσουν τα θύματα του ηφαιστείου. Επιπλέον, επισκέφτηκε την Πομπηία μία φορά μετά την έκρηξη και ξανά τον επόμενο χρόνο. Η πόλη χάθηκε για σχεδόν 1700 χρόνια πριν την τυχαία ανακάλυψη της το 1748. Έκτοτε, η ανασκαφή της έδωσε μία εξαιρετικά λεπτομερή εικόνα της ζωής μίας πόλης, στο απόγειο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, παγωμένης τη στιγμή που τάφηκε. Η αγορά, τα λουτρά, πολλά σπίτια και μερικές βίλες έξω από την πόλη, όπως η Βίλα των Μυστηρίων, παραμένουν εκπληκτικά καλά διατηρημένα. Σήμερα, είναι ένα από τα πιο δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα της Ιταλίας και Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Οι συνεχιζόμενες ανασκαφές αποκαλύπτουν νέες γνώσεις για την ιστορία και τον ρωμαϊκό πολιτισμό.

Κατά τη δεύτερη επίσκεψη του Τίτου στην περιοχή της καταστροφής, μία πυρκαγιά έπληξε τη Ρώμη, που κράτησε τρεις ημέρες. Αν και η έκταση της ζημιάς δεν ήταν τόσο καταστροφική, όσο κατά τη Μεγάλη Πυρκαγιά του 64, γλιτώνοντας κρίσιμα τις πολλές περιοχές με οικοδομικά τετράγωνα (insulae), ο Κάσιος Δίων καταγράφει έναν μακρύ κατάλογο σημαντικών δημόσιων κτιρίων που καταστράφηκαν, συμπεριλαμβανομένου του Πανθέου του Αγρίππα, του Ναού του Δία, το Eκλογείo (Diribitorium), μέρη του Θεάτρου του Πομπήιου και το Περιτείχισμα του Ιουλίου (Septa Julia) μεταξύ άλλων. Για άλλη μια φορά, ο Τίτος αποζημίωσε προσωπικά για τις περιοχές που υπέστησαν ζημιές. Σύμφωνα με τον Σουητώνιο, επιδημία πανώλης ενέσκηψε κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς. Η φύση της νόσου, ωστόσο, καθώς και ο αριθμός των θανάτων είναι άγνωστοι.

Συνωμοσίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σουητώνιος ισχυρίζεται ότι ο Βεσπασιανός αντιμετώπιζε συνεχώς συνωμοσίες εναντίον του. Μόνο μία συνωμοσία είναι γνωστή συγκεκριμένα. Το 78 ή το 79, ο Έπριος Μάρκελος και ο Aύλος Καικίνα Aλιηνός προσπάθησαν να υποκινήσουν την Πραιτωριανή Φρουρά σε εξέγερση εναντίον τού Βεσπασιανού, αλλά η συνωμοσία ματαιώθηκε από τον Τίτο. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τζον Κρουκ, ωστόσο, η υποτιθέμενη συνωμοσία ήταν στην πραγματικότητα μία υπολογισμένη συνωμοσία από τη μερίδα των Φλαβίων για την απομάκρυνση μελών της αντιπολίτευσης, που ήταν συνδεδεμένα με τον Mουκιανό, καθώς το προδοτικό σημείωμα που βρέθηκε στο σώμα τού Καικίνα, ήταν πλαστό από τον Τίτο. Ωστόσο, όταν αντιμετώπισαν πραγματικές συνωμοσίες, ο Βεσπασιανός και ο Τίτος φέρθηκααν στους εχθρούς τους με επιείκεια. «Δεν θα σκοτώσω ένα σκυλί, που μου γαβγίζει», ήταν λόγια που εξέφραζαν την ιδιοσυγκρασία του Βεσπασιανού, ενώ ο Τίτος έδειξε κάποτε τη γενναιοδωρία του ως Αυτοκράτορα, προσκαλώντας άνδρες που θεωρούνταν ύποπτοι για τον θρόνο σε δείπνο, ανταμείβοντάς τους με δώρα και επιτρέποντάς τους να κάθονται δίπλα του στους αγώνες.

Ο Δομιτιανός φαίνεται να συνάντησε πολλές συνωμοσίες κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, μία από τις οποίες οδήγησε στη δολοφονία του το 96. Η πρώτη σημαντική εξέγερση ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου 89, όταν ο κυβερνήτης της Άνω Γερμανίας, Λεύκιος Aντώνιος Σατουρνίνος, και οι δύο λεγεώνες του στη Μαγεντία (Μάιντς), Legio XIV Gemina και Legio XXI Rapax, επαναστάτησαν κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με τη βοήθεια των Chatti. Η ακριβής αιτία της εξέγερσης είναι αβέβαιη, αν και φαίνεται ότι είχε σχεδιαστεί πολύ εκ των προτέρων. Οι αξιωματικοί της Συγκλήτου μπορεί να αποδοκίμασαν τις στρατιωτικές στρατηγικές του Δομιτιανού, όπως την απόφασή του να οχυρώσει τα γερμανικά σύνορα αντί να επιτεθεί, την πρόσφατη υποχώρησή του από τη Βρετανία και, τέλος, την επαίσχυντη πολιτική κατευνασμού προς τον Δεκέβαλο. Εν πάση περιπτώσει, η εξέγερση περιορίστηκε αυστηρά στην επαρχία του Σατουρνίνου και γρήγορα εντοπίστηκε μόλις η φήμη διαδόθηκε στις γειτονικές επαρχίες. Ο κυβερνήτης της Κάτω Γερμανίας, Λάπιος Μάξιμος, μετακόμισε αμέσως στην περιοχή, βοηθούμενος από τον επόπτη (procurator) της Ραιτίας, Tίτο Φλάβιο Νορβάνο. Από την Ισπανία κλήθηκε ο Τραϊανός, ενώ ο ίδιος ο Δομιτιανός ήρθε από τη Ρώμη με την Πραιτωριανή Φρουρά. Από τύχη, μία απόψυξη εμπόδισε τους Chatti να διασχίσουν τον Ρήνο και να έρθουν σε βοήθεια του Σατουρνίνου. Μέσα σε 24 ημέρες η εξέγερση καταπνίγηκε και οι ηγέτες της στο Μάιντς τιμωρήθηκαν άγρια. Οι εξεγερμένες λεγεώνες στάλθηκαν στο μέτωπο στο Ιλλυρικό, ενώ όσοι είχαν βοηθήσει στην ήττα τους ανταμείφθηκαν δεόντως.

Τόσο ο Τάκιτος, όσο και ο Σουητώνιος μιλούν για κλιμάκωση των διωγμών προς το τέλος της βασιλείας του Δομιτιανού, εντοπίζοντας ένα σημείο απότομης αύξησης γύρω στο 93, ή κάποια στιγμή μετά την αποτυχημένη εξέγερση του Σατουρνίνου το 89. Τουλάχιστον είκοσι συγκλητικοί αντίπαλοι εκτελέστηκαν, συμπεριλαμβανομένου του πρώην συζύγου της Δομιτίας Λογγίνας, Λεύκιου Αίλιου Λάμια Πλαύτιου Αιλιανού και τρία μέλη της οικογένειας του Δομιτιανού, τους Τίτο Φλάβιο Σαβίνο IV, Tίτο Φλάβιο Κλήμη και Mάρκο Αρρενίκο Κλήμη. Μερικοί από αυτούς τους άνδρες είχαν εκτελεστεί ήδη από το 83 ή το 85, ωστόσο, δίνοντας λίγη πίστη στην ιδέα του Τάκιτου για μία «βασιλεία του τρόμου» στα τέλη της βασιλείας του Δομιτιανού. Σύμφωνα με τον Σουητόνιο, κάποιοι καταδικάστηκαν για διαφθορά ή προδοσία, άλλοι για ασήμαντες κατηγορίες, τις οποίες ο Δομιτιανός δικαιολογούσε μέσω της υποψίας του.

Φλαβιανός πολιτισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προπαγάνδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τη βασιλεία του Τιβέριου, οι ηγεμόνες της δυναστείας των Ιουλίων-Κλαυδίων είχαν νομιμοποιήσει την εξουσία τους μέσω της καταγωγής τους από τον Αύγουστο και τον Ιούλιο Καίσαρα. Ωστόσο, ο Βεσπασιανός δεν μπορούσε πλέον να διεκδικήσει μία τέτοια σχέση. Ως εκ τούτου, ξεκίνησε μία μαζική προπαγανδιστική εκστρατεία, για να δικαιολογηθεί η κυριαρχία των Φλαβίων ως προκαθορισμένη μέσω της θείας πρόνοιας. Ταυτόχρονα, η φλαβιανή προπαγάνδα τόνισε τον ρόλο του Βεσπασιανού ως φέροντος ειρήνη μετά την κρίση του 69. Σχεδόν το ένα τρίτο όλων των νομισμάτων που κόπηκαν στη Ρώμη υπό τον Βεσπασιανό, εόρταζαν τη στρατιωτική νίκη ή την ειρήνη, ενώ η λέξη εκδικητής (vindex) αφαιρέθηκε από τα νομίσματα, για να μην θυμίζει στο κοινό τον επαναστάτη G. J. Vindex. Τα κατασκευαστικά έργα έφεραν επιγραφές, που επαινούσαν τον Βεσπασιανό και καταδίκαζαν τους προηγούμενους Αυτοκράτορες και ένας Ναός της Ειρήνης κατασκευάστηκε στην Αγορά.

Οι Φλάβοι έλεγχαν επίσης την κοινή γνώμη μέσω της λογοτεχνίας. Ο Βεσπασιανός ενέκρινε ιστορίες, που γράφτηκαν υπό τη βασιλεία του, διαβεβαιώνοντας ότι οι προκαταλήψεις εναντίον του αφαιρέθηκαν, ενώ έδινε επίσης οικονομικές ανταμοιβές σε σύγχρονους συγγραφείς. Οι αρχαίοι ιστορικοί που έζησαν την περίοδο, όπως ο Τάκιτος, ο Σουητώνιος, ο Ιώσηπος και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, μιλούν ύποπτα καλά για τον Βεσπασιανό, ενώ καταδικάζουν τους Αυτοκράτορες, που ήταν πριν από αυτόν. Ο Τάκιτος παραδέχεται ότι η ιδιότητά του ανυψώθηκε από τον Βεσπασιανό, ο Ιώσηπος προσδιορίζει τον Βεσπασιανό ως προστάτη και σωτήρα και ο Πλίνιος αφιέρωσε τη Φυσική Ιστορία του στον γιο τού Βεσπασιανού, τον Τίτο. Όσοι μίλησαν κατά τού Βεσπασιανού τιμωρήθηκαν. Ορισμένοι στωικοί φιλόσοφοι κατηγορήθηκαν ότι διαφθείρουν τους μαθητές με ακατάλληλες διδασκαλίες και εκδιώχθηκαν από τη Ρώμη. Ο Ελβίδιος Πρίσκος, φιλόσοφος υπέρ της Δημοκρατίας, εκτελέστηκε για τις διδασκαλίες του.

Ο Τίτος και ο Δομιτιανός αναβίωσαν επίσης την πρακτική της αυτοκρατορικής λατρείας, η οποία είχε εκπέσει κάπως εκτός χρήσης υπό τον Βεσπασιανό. Είναι σημαντικό ότι η πρώτη πράξη του Δομιτιανού ως Αυτοκράτορα, ήταν η θεοποίηση του αδελφού του Τίτου. Μετά το τέλος του, ο γιος του και η ανιψιά του Ιουλία Φλαβία, εγγράφηκαν επίσης μεταξύ των θεών. Για να προωθήσει τη λατρεία της αυτοκρατορικής οικογένειας, ο Δομιτιανός έκτισε ένα δυναστικό μαυσωλείο στη θέση τού πρώην σπιτιού τού Βεσπασιανού στον Κυρινάλιο λόφο και ολοκλήρωσε τον Ναό του Βεσπασιανού και του Τίτου, ένα ιερό αφιερωμένο στη λατρεία των θεοποιημένων πατέρα και αδελφού του. Για να μνημονεύσει τους στρατιωτικούς θριάμβους της οικογένειας των Φλαβίων, διέταξε την κατασκευή του Templum Divorum και του Templum Fortuna Redux και ολοκλήρωσε την Αψίδα του Τίτου. Προκειμένου να δικαιολογήσει περαιτέρω τη θεϊκή φύση της κυριαρχίας των Φλαβίων, ο Δομιτιανός τόνισε επίσης τις συνδέσεις τους με την κύρια θεότητα, τον Δία, κυρίως μέσω της εντυπωσιακής αποκατάστασης του Ναού του Δία στον Καπιτωλίνο λόφο.

Κατασκευή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πιο διαρκές ορόσημο της δυναστείας των Φλαβίων ήταν το Φλάβιο Αμφιθέατρο, γνωστότερο ως Κολοσσαίο (ιταλ.: Colosseo). Η κατασκευή του ξεκίνησε από τον Βεσπασιανό και τελικά ολοκληρώθηκε από τον Τίτο και τον Δομιτιανό.

Η δυναστεία των Φλαβίων είναι ίσως περισσότερο γνωστή για το τεράστιο κατασκευαστικό της πρόγραμμα στην πόλη της Ρώμης, με σκοπό να αποκαταστήσει την πρωτεύουσα από τις ζημιές που είχε υποστεί κατά τη Μεγάλη Πυρκαγιά του 64 και τον εμφύλιο πόλεμο του 69. Ο Βεσπασιανός πρόσθεσε τον Ναό της Ειρήνης και τον Ναό στον Θεοποιημένο Κλαύδιο. Το 75 ένα κολοσσιαίο άγαλμα του Απόλλωνα, που ξεκίνησε υπό τον Νέρωνα ως άγαλμα του εαυτού του, ολοκληρώθηκε με εντολή του Βεσπασιανού, και αφιέρωσε επίσης μία σκηνή του θεάτρου του Μάρκελλου. Η κατασκευή του Φλαβίου Αμφιθεάτρου, που σήμερα είναι περισσότερο γνωστό ως Κολοσσαίο (πιθανώς μετά το κοντινό άγαλμα), ξεκίνησε το 70 υπό τον Βεσπασιανό και τελικά ολοκληρώθηκε το 80 υπό τον Τίτο. Εκτός από την παροχή θεαματικής ψυχαγωγίας στον ρωμαϊκό πληθυσμό, το κτίριο σχεδιάστηκε ως ένα γιγαντιαίο θριαμβευτικό μνημείο, για να τιμήσει τα στρατιωτικά επιτεύγματα των Φλαβίων κατά τη διάρκεια των εβραϊκών πολέμων. Δίπλα στο αμφιθέατρο, στον περίβολο της Χρυσής Οικίας του Νέρωνα, ο Τίτος διέταξε επίσης την κατασκευή ενός νέου δημόσιου λουτρού, που επρόκειτο να φέρει το όνομά του (Thermae Titi). Η κατασκευή αυτού του κτιρίου ολοκληρώθηκε βιαστικά για να συμπέσει με την ολοκλήρωση του Φλαβιανού Αμφιθεάτρου.

Το μεγαλύτερο μέρος των Φλαβιανών κατασκευαστικών έργων πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δομιτιανού, ο οποίος ξόδευσε αφειδώς για την αποκατάσταση και τον εξωραϊσμό της πόλης της Ρώμης. Πολύ περισσότερο από ένα απλό έργο ανακαίνισης, ωστόσο, το οικοδομικό πρόγραμμα του Δομιτιανού προοριζόταν να είναι το επιστέγασμα μίας πολιτιστικής αναγέννησης σε ολόκληρη την Αυτοκρατορία. Περίπου 50α κατασκευές ανεγέρθηκαν, αποκαταστάθηκαν ή ολοκληρώθηκαν, αριθμός δεύτερος μόνο σε σχέση με το ποσό που ανεγέρθηκε επί Αυγούστου. Μεταξύ των πιο σημαντικών νέων κατασκευών ήταν ένα Ωδείο, ένα Στάδιο και ένα εκτεταμένο ανάκτορο στον Παλατίνο Λόφο, γνωστό ως Φλαβιανό Μέγαρο, το οποίο σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα του Δομιτιανού, Ραβίριο. Το σημαντικότερο κτίριο που αναστήλωσε ο Δομιτιανός ήταν ο Ναός του Δία στον Καπιτωλίνο λόφο, ο οποίος λέγεται ότι ήταν καλυμμένος με επιχρυσωμένη στέγη. Μεταξύ αυτών που ολοκλήρωσε ήταν ο Ναός του Βεσπασιανού και του Τίτου, η Αψίδα του Τίτου και το Κολοσσαίο, στο οποίο πρόσθεσε ένα τέταρτο επίπεδο και τελείωσε το εσωτερικό καθιστικό.

Ψυχαγωγία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τόσο ο Τίτος όσο και ο Δομιτιανός λάτρευαν τους μονομάχους και συνειδητοποίησαν τη σημασία τού να κατευνάσουν τους πολίτες της Ρώμης. Στο νεόδμητο Κολοσσαίο, οι Φλάβιοι φρόντισαν για θεαματικές διασκεδάσεις. Οι εναρκτήριοι αγώνες του Φλαβιανού Αμφιθεάτρου διήρκεσαν εκατό ημέρες και λέγονταν ότι ήταν εξαιρετικά περίτεχνοι, συμπεριλαμβανομένων μονομάχων, αγώνων μεταξύ άγριων ζώων (ελέφαντες και γερανοί), εικονικές ναυμαχίες για τις οποίες το θέατρο πλημμύρισε, ιπποδρομίες και αρματοδρομίες. Κατά τη διάρκεια των αγώνων, ξύλινες μπάλες έριχναν στο κοινό, στις οποίες έγραφαν διάφορα βραβεία (ρουχισμός, χρυσός ή ακόμα και σκλάβοι), τα οποία στη συνέχεια μπορούσαν να ανταλλάσσονται για το καθορισμένο αντικείμενο.

Υπολογίζεται ότι δαπανήθηκαν 135 εκατομμύρια σηστέρτιοι για δώρα στους στρατιώτες (donativa), ή δώρα στον λαό (congiaria), καθ' όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Δομιτιανού. Αναβίωσε επίσης την πρακτική των δημόσιων συμποσίων, η οποία είχε περιοριστεί σε απλή διανομή φαγητού υπό τον Νέρωνα, ενώ επένδυσε μεγάλα ποσά σε διασκέδαση και παιχνίδια. Το 86 ίδρυσε τους Καπιτωλίνους Αγώνες, έναν τετραετή διαγωνισμό που περιλάμβανε αθλητικές επιδείξεις, αρματοδρομίες και διαγωνισμούς για ρητορεία, μουσική και υποκριτική. Ο ίδιος ο Δομιτιανός υποστήριζε τα ταξίδια των συναγωνιστών από ολόκληρη την Αυτοκρατορία και απέδιδε τα έπαθλα. Καινοτομίες εισήχθησαν επίσης στους τακτικούς αγώνες μονομάχων, όπως ναυτικοί αγώνες, νυκτερινές μάχες και μάχες μονομάχων γυναικών και νάνων. Τέλος, πρόσθεσε δύο νέες φατρίες, τη Χρυσή και την Πορφυρή, σε αρματοδρομίες, εκτός από τις κανονικές ομάδες των Λευκών, Κοκκίνων, Πρασίνων και Μπλε.

Υστεροφημία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Φλάβοι, αν και μία σχετικά βραχύβια δυναστεία, βοήθησαν να αποκατασταθεί η σταθερότητα σε μία Αυτοκρατορία στα γόνατά της. Αν και και οι τρεις έχουν επικριθεί, ειδικά με βάση το πιο συγκεντρωτικό στυλ διακυβέρνησής τους, εξέδωσαν μεταρρυθμίσεις που δημιούργησαν μία αρκετά σταθερή Αυτοκρατορία, που διήρκεσει μέχρι τον 3ο αι. Ωστόσο, το υπόβαθρό τους ως στρατιωτική δυναστεία, οδήγησε σε περαιτέρω περιθωριοποίηση της Συγκλήτου και σε μία οριστική απομάκρυνση από τον princeps (τον πρώτο πολίτη) προς τον imperator (αυτοκράτορα).

Ελάχιστες τεκμηριωμένες πληροφορίες σώζονται για την κυβέρνηση του Βεσπασιανού κατά τη διάρκεια των δέκα ετών που ήταν Aυτοκράτορας. Η βασιλεία του είναι περισσότερο γνωστή για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις μετά το τέλος της δυναστείας των Ιούλιο-Κλαυδίων. Ο Βεσπασιανός διακρίθηκε για την πραότητά του και για την πίστη του στον λαό. Για παράδειγμα, πολλά χρήματα δαπανήθηκαν για δημόσια έργα και για την αποκατάσταση και τον καλλωπισμό της Ρώμης: μία νέα Αγορά, ο Ναός της Ειρήνης, τα δημόσια λουτρά και το Κολοσσαίο.

Η αναφορά στον Τίτο μεταξύ των αρχαίων ιστορικών είναι μία από τις πιο υποδειγματικές από κάθε άλλον Αυτοκράτορα. Όλες οι σωζόμενες μαρτυρίες αυτής της περιόδου, πολλές από τις οποίες γράφτηκαν από τους δικούς του συγχρόνους, όπως ο Σουητώνιος Τρανκουίλλος, ο Κάσσιος Δίων και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, παρουσιάζουν μία πολύ ευνοϊκή άποψη για τον Τίτο. Ο χαρακτήρας του έχει επαινεθεί ιδιαίτερα, σε σύγκριση με αυτόν του αδελφού του Δομιτιανού. Σε αντίθεση με την ιδανική απεικόνιση του Τίτου στις ρωμαϊκές ιστορίες, στην εβραϊκή μνήμη τον «Τίτο τον Κακό» τον θυμούνται ως κακό καταπιεστή και καταστροφέα του Ναού. Για παράδειγμα, ένας θρύλος στο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ περιγράφει τον Τίτο ότι είχε ερωτική επαφή με μία πόρνη επάνω σε έναν κύλινδρο της Τορά, μέσα στον Ναό κατά τη διάρκεια της καταστροφής του.

Αν και οι σύγχρονοι ιστορικοί δυσφήμησαν τον Δομιτιανό μετά το τέλος του, η διακυβέρνησή του παρείχε τα θεμέλια για την ειρηνική Αυτοκρατορία του 2ου αι. και το αποκορύφωμα της Ρωναϊκής Ειρήνης (Pax Romana). Οι διάδοχοί του Νέρβας και Τραϊανός ήταν λιγότερο περιοριστικοί, αλλά, στην πραγματικότητα, οι πολιτικές τους διέφεραν ελάχιστα από αυτές του Δομιτιανού. Πολύ περισσότερο από ένα ζοφερό ενδιάμεσο του 1ου αι., η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ευημερούσε μεταξύ 81 και 96, σε μια βασιλεία την οποία ο Tέοντορ Μόμσεν περιέγραψε ως τον ζοφερό, αλλά ευφυή δεσποτισμό του Δομιτιανού.

Γενεαλογικό δέντρο Φλαβίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Jones (1992), p. 3
  2. Jones (1992), p. 1
  3. 3,0 3,1 Jones (1992), p. 2
  4. Townend (1961), p. 62
  5. Smith, William, Sir, ed. 1813–1893 (1867). A Dictionary of Greek and Roman biography and mythology. Boston: Little, Brown and co. σελ. 1248. CS1 maint: Πολλαπλές ονομασίες: authors list (link)
  6. Jones (1992), p. 8
  7. Suetonius, Life of Domitian 1
  8. Suetonius, Life of Domitian 4
  9. Jones (1992), p. 7
  10. Jones (1992), pp. 9–11
  11. Jones & Milns (2002), pp. 95–96
  12. Jones (1992), p. 168
  13. Townend (1961), p. 57
  14. 14,0 14,1 Jones (1992), p. 11
  15. 15,0 15,1 Jones (1992), p. 38
  16. Suetonius. «44». Life of Titus. ; with Jones and Milns, pp. 95–96
  17. Josephus, The Wars of the Jews II.19.9
  18. Jones (1992), p. 13
  19. Josephus, The Wars of the Jews III.1.2
  20. 20,0 20,1 Josephus, The War of the Jews III.4.2
  21. Sullivan (1953), p. 69
  22. Wellesley (2000), p. 44
  23. Wellesley (2000), p. 45
  24. 24,0 24,1 Sullivan (1953), p. 68
  25. Wellesley (2000), p. 126
  26. Waters (1964), p. 54
  27. Tacitus, Histories III.34
  28. Wellesley (2000), p. 166
  29. Wellesley (2000), p. 189
  30. 30,0 30,1 30,2 30,3 Jones (1992), p. 14
  31. Wellesley (1956), p. 213
  32. Sullivan (1953), pp. 67–70
  33. Sullivan, Phillip (1953). «A Note on Flavian Accession». The Classical Journal: 67–70. 
  34. Suetonius, The Lives of Twelve Caesars, Life of Vespasian 25
  35. Suetonius, The Lives of Twelve Caesars, Life of Vespasian 9
  36. Suetonius, Life of Vespasian 23.4
  37. "Otho, Vitellius, and the Propaganda of Vespasian", The Classical Journal (1965), pp. 267–269
  38. Suetonius, The Lives of Twelve Caesars, Life of Titus 1
  39. Roth, Leland M. (1993). Understanding Architecture: Its Elements, History and Meaning (First έκδοση). Boulder, CO: Westview Press. ISBN 0-06-430158-3. 
  40. Cassius Dio, Roman History LXVI.22–24
  41. Jones, Brian W. The Emperor Titus. New York: St. Martin's P, 1984. 143.
  42. Suetonius, The Lives of Twelve Caesars, Life of Domitian 5
  43. Suetonius, The Lives of Twelve Caesars, Life of Domitian 2
  44. Jones (1992), pp. 73–75
  45. Jones (1992), pp. 127–144
  46. Jones (1992), pp. 79–88
  47. Jones (1992), p. 131
  48. Jones (1992), pp. 138–142
  49. Jones (1992), pp. 196–198

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρωταρχικές πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δευτερεύον υλικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • «Titus Flavius Vespasianus (A.D. 69–79)». Titus Flavius Vespasianus (A.D. 69–79). 
  • «Titus Flavius Vespasianus (A.D. 79–81)». Titus Flavius Vespasianus (A.D. 79–81). 
  • «Titus Flavius Domitianus (A.D. 81–96)». Titus Flavius Domitianus (A.D. 81–96). 
  • «A Gallery of Flavian Coins».