Διαλειτουργικότητα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


η δυνατότητα ενός προϊόντος ή συστήματος του οποίου οι διεπαφές είναι πλήρως δημόσια τεκμηριωμένες να συνδέεται και να λειτουργεί με άλλα προϊόντα ή συστήματα, χωρίς περιορισμούς στην πρόσβασή τους ή φραγμούς στην υλοποίηση.

Η «διαλειτουργικότητα» δεν θα πρέπει να συγχέεται με τη «συμβατότητα». Μπορούμε να πούμε ότι η συμβατότητα είναι μια κάθετη έννοια και σημαίνει ότι ένα εργαλείο μπορεί να λειτουργήσει σε ένα δοσμένο περιβάλλον και συμφωνεί με όλα τα χαρακτηριστικά ενώ η διαλειτουργικότητα είναι μια διασταυρωμένη έννοια που επιτρέπει σε διάφορα εργαλεία να επικοινωνούν - όταν γνωρίζουμε το λόγο, και τον τρόπο, που μπορούν να λειτουργούν μαζί.

Με άλλα λόγια, μπορούμε να μιλάμε για διαλειτουργικότητα ενός προϊόντος ή ενός συστήματος μόνο αν γνωρίζουμε εξ ολοκλήρου όλες του τις διεπαφές.

Η διαλειτουργικότητα θεωρείται πολύ σημαντική ως και κρίσιμη σε πολλούς τομείς, όπως στην πληροφορική, στην ιατρική, στο σιδηρόδρομο, στην ηλεκτροτεχνική, στην αεροδιαστημική, στο στρατό και στη βιομηχανία γενικότερα. Τα διαφορετικά συστήματα, συσκευές και διάφορα άλλα στοιχεία που χρησιμοποιούνται πρέπει να μπορούν να αλληλεπιδρούν ομαλά.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτά η παραγωγή των στοιχείων αυτών έχει πραγματοποιηθεί από διάφορους κατασκευαστές, με διάφορες μεθόδους, και καλύπτουν συγκεκριμένες ανάγκες, η απλούστερη ιδέα είναι να καθοριστεί μια ρητή βάση, ένα πρότυπο ή ένα σύνολο πρότυπων, όπου κάθε στοιχείο θα «ενσωματώσει» στη δική του λειτουργία.

Αυτό το πρότυπο «παίζει» διπλό ρόλο: είναι καταρχάς ένας δείκτης του τρόπου με τον οποίο θα πρέπει να πραγματοποιείται ο διάλογος μεταξύ των διαφόρων στοιχείων — και υλοποιεί με αυτόν τον τρόπο τις ανάγκες αυτού του διαλόγου. Είναι επίσης μια γέφυρα επικοινωνίας, η οποία τελικά θα μπορέσει να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των στοιχείων. Το πρότυπο είναι λοιπόν η βάση υλοποίησης των διεπαφών.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]