Γιαλί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το γιαλί του κόμη Λεόν Οστρόρογκ (Kont Ostrorog Yalısı), Πολωνού νομομαθή και συμβούλου των τελευταίων σουλτάνων. Σήμερα ανήκει στον πλουσιότερο Τούρκο, το βιομήχανο Ραχμί Κοτς.

Γιαλί (τουρκικά yalı, από τη μεσαιωνική ελληνική γιαλή) ονόμαζαν οι Οθωμανοί τον αιγιαλό και κατ' επέκταση τα παραλιακά κτίσματα.

Τα γιαλιά της Κωνσταντινούπολης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις μέρες μας ο όρος χρησιμοποιείται στην αρχιτεκτονική ως ονομασία ενός χαρακτηριστικού τύπου ξύλινων επαύλεων (yalı) του Βοσπόρου και των Πριγκηποννήσων, οι οποίες χτίζονταν ακριβώς δίπλα στη θάλασσα, χωρίς να μεσολαβεί κάποιος ελεύθερος χώρος εκτός απ' την απαραίτητη προκυμαία.

Η ανέγερση γιαλιών ξεκίνησε από τις ανώτερες τάξεις της Κωνσταντινούπολης (κυρίως στελέχη της Υψηλής Πύλης) στα τέλη του 17ου αιώνα, για να κορυφωθεί το 19ο και να σταματήσει μετά την επικράτηση των Νεοτούρκων. Τα περισσότερα δεν υπάρχουν σήμερα - η φυσική φθορά του ξύλου σε συνδυασμό με σεισμούς, πυρκαγιές και την αδυναμία των ιδιοκτητών τους να τα συντηρήσουν όταν έπεφταν σε δυσμένεια (πράγμα διόλου σπάνιο), οδήγησε πολλά σε κατάρρευση. Από τα 620 που διασώζονται, το παλαιότερο έχει χτιστεί το 1699 από τον Αμτσαζαντέ Χουσεΐν Πασά, μεγάλο βεζίρη επί σουλτάνου Μουσταφά Β΄. Εκεί μπήκε την ίδια χρονιά η τελική οθωμανική υπογραφή στη Συνθήκη του Κάρλοβιτς.

Τα γιαλιά λειτουργούσαν κατά βάσιν ως θερινές κατοικίες, χώροι δεξιώσεων και φιλοξενίας υψηλών προσκεκλημένων, περιελάμβαναν δε έναν ή αργότερα δύο ορόφους. Εσωτερικά ακολουθούσαν την τυπική διαρρύθμιση των πλούσιων οθωμανικών σπιτιών: Στο ισόγειο βρίσκονταν οι βοηθητικοί χώροι, ενώ στον όροφο δέσποζε το μεγάλο και λεπτομερώς διακοσμημένο κεντρικό σαλόνι, όπου συνήθως υπήρχε συντριβάνι κι απ' το οποίο ξεκινούσαν χωριστές σειρές δωματίων για άνδρες (σελαμλίκι) και γυναίκες (χαρέμι). Στην πίσω μεριά υπήρχε κήπος και ενίοτε κάποια βοηθητικά κτίσματα (αποθήκες, δωμάτια υπηρετών και φρουράς), όταν αυτά δεν περιλαμβάνονταν στο κυρίως οικοδόμημα. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο τους όμως είναι οι προσόψεις (από τη μεριά της θάλασσας), στις οποίες καθρεφτίζονται οι έντονες επιρροές που δεχόταν η οθωμανική ελίτ από τη Δύση. Οι λιτές και παραδοσιακές τεχνοτροπίες των παλαιότερων γιαλιών δίνουν μετά τη δεκαετία του 1730 τη θέση τους σε μια μίξη τοπικών και μπαρόκ στοιχείων - αυτή με τη σειρά της αντικαθίσταται εκατό χρόνια αργότερα από το νεοκλασικισμό και στις αρχές του 20ού αι. από τον εκλεκτικισμό. Επίσης χαρακτηριστικό στοιχείο των γιαλιών είναι οι μικρές σκάλες στην προκυμαία, ώστε οι επισκέπτες (που έρχονταν απ' την Κωνσταντινούπολη με βάρκες) να αποβιβάζονται χωρίς κίνδυνο.

Η συντήρηση των γιαλιών είναι δύσκολο έργο - τα ξύλινα σπίτια χρειάζονται διαρκή φροντίδα, πολλώ δε μάλλον όταν βρίσκονται δίπλα στη θάλασσα και διαβρώνονται από την υγρασία. Έτσι σε σύγχρονες ανακαινίσεις το ξύλο έχει ενισχυθεί ή αντικατασταθεί με πιο ασφαλή υλικά, αλλά παραμένει το κυρίαρχο υλικό στις προσόψεις. Εξακολουθούν να συγκαταλέγονται στα πιο ακριβά κτήρια της Πόλης και η κατοχή ενός γιαλιού είναι ένδειξη υψηλής κοινωνικής θέσης. Σύμφωνα με άρθρο του αμερικανικού οικονομικού περιοδικού Forbes της 21/02/2007, το Γιαλί Ερμπιλγκίν (Erbilgin Yalısı) στο Γενίκιοϊ ήταν εκείνη τη στιγμή η πέμπτη ακριβότερη κατοικία στον κόσμο, με αξία περίπου εκατό εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]