Αυτοκράτειρα Ματθίλδη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αυτοκράτειρα Ματίλδη)
Αυτοκράτειρα Ματθίλδη
Γενικές πληροφορίες
Προφορά
Γέννηση7  Φεβρουαρίου 1102 (περίπου)[1][2][3]
Sutton Courtenay[3]
Θάνατος10  Σεπτεμβρίου 1167[4][1][5]
Ρουέν
Τόπος ταφήςRouen Cathedral
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Αγγλίας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααντιβασίλισσα
Οικογένεια
ΣύζυγοςΕρρίκος Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1114–1125)[6][7]
Γοδεφρείδος Ε΄ του Ανζού (1128–1151)[6][7]
ΤέκναΕρρίκος Β΄ της Αγγλίας[6]
Γοδεφρείδος της Νάντης
Γουλιέλμος Ι΄ του Πουατιέ[8][6]
Έμμα του Ανζού[8]
ΓονείςΕρρίκος Α΄ της Αγγλίας[6] και Ματθίλδη της Σκωτίας[6]
ΑδέλφιαAlice FitzRoy
Matilda FitzRoy, Countess of Perche
Ματθίλδη Φίτζροϊ, δούκισσα της Βρετάνης
Matilda FitzRoy, Abbess of Montvilliers
Σιβύλλα της Νορμανδίας
Γουλιέλμος Άντελιν
Reginald de Dunstanville, 1st Earl of Cornwall
Henry FitzRoy
Robert, 1st Earl of Gloucester
Fulk FitzRoy
Gilbert FitzRoy
Robert FitzEdith, Lord Okehampton
ΟικογένειαΟίκος των Πλανταγενετών
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΒασιλική σύζυγος
μονάρχης (Απριλίου 1141 – Νοέμβριος 1141)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Αυτοκράτειρα Ματθίλδη ή Μωντ (Empress Matilda, Γουίντσεστερ, 7 Φεβρουαρίου 1102 - 10 Σεπτεμβρίου 1167) ήταν η πρώτη γυναίκα κυρίαρχος της Βρετανίας στην αμφίβολη περίοδο εμφυλίου που έμεινε γνωστή σαν "Αναρχία" (1141). Ήταν κόρη του Ερρίκου Α΄ της Αγγλίας και της πριγκίπισσας Ματθίλδης της Σκωτίας.[9] Αρραβωνιάστηκε σε ηλικία εννέα ετών τον Ερρίκο Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μετακινήθηκε στη Γερμανία και τον παντρεύτηκε τρία χρόνια αργότερα σε μεγαλοπρεπή τελετή. Ταξίδευσε με τον σύζυγο της στην Ιταλία (1116) όπου στέφτηκε στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου αυτοκράτειρα. Η Ματθίλδη και ο Ερρίκος Ε΄ δεν απέκτησαν παιδιά, όταν πέθανε (1125) τον διαδέχθηκε ο αντίπαλος του Λοθάριος Γ΄ Σούπλινμπουργκ. Ο μικρότερος αδελφός της Γουλιέλμος Άντελιν βρήκε τον θάνατο στο ναυάγιο του "Λευκού Πλοίου" δημιουργώντας κρίση διαδοχής στην Αγγλία αφού ο Ερρίκος Α΄ της δεν είχε άλλους νόμιμους γιους.

Όταν πέθανε ο Ερρίκος Ε΄, ο πατέρας της την κάλεσε στη Νορμανδία και τακτοποίησε τον δεύτερο γάμο της με τον Γοδεφρείδο Πλανταγενέτη για να ισχυροποιήσει τα νότια σύνορα του βασιλείου του. Ο Ερρίκος Α΄ νομιμοποίησε τη Ματθίλδη και τον Γοδεφρείδο σαν διαδόχους του, κάλεσε τους ευγενείς να τους ορκιστούν πίστη αλλά η απόφαση δεν έγινε αποδεκτή από την Άγγλο-Νορμανδική αυλή. Ο Ερρίκος Α΄ πέθανε (1135) και το ζεύγος βρήκε σκληρή αντίδραση από τους βαρόνους, στον θρόνο ανέβηκε ο ξάδελφος της Ματθίλδης Στέφανος της Αγγλίας με τη στήριξη της Εκκλησίας. Ο Στέφανος προσπάθησε να ισχυροποιήσει τη βασιλεία του που αντιμετώπιζε απειλές τόσο από τους γείτονες όσο και από τους αντιπάλους στο εσωτερικό. Η Ματθίλδη βάδισε στην Αγγλία για να πάρει το βασίλειο με τη βία, στο πλευρό της βρέθηκαν ο ετεροθαλής αδελφός της Ροβέρτος του Γκλόστερ και ο θείος της Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας, ο Γοδεφρείδος κατέκτησε τη Νορμανδία. Οι δυνάμεις της Ματθίλδης αιχμαλώτισαν τον Στέφανο στη Μάχη του Λίνκολν (1141), όταν η αυτοκράτειρα πήγε να στεφτεί βασίλισσα στο Αββαείο του Ουέστμινστερ οπισθοχώρησε από τις κραυγές του πλήθους που την αποδοκίμαζαν. Η Ματθίλδη δεν στέφτηκε ποτέ βασίλισσα της Αγγλίας, κράτησε μέχρι τον θάνατο της τον τίτλο "Κυρία της Αγγλίας και της Νορμανδίας".

Ο Ροβέρτος του Γκλώστερ συνελήφθη από τις βασιλικές δυνάμεις και η Ματθίλδη αντάλλαξε τον Στέφανο με τον αδελφό της. Η Ματθίλδη συνελήφθη από τις δυνάμεις του Στέφανου και δραπέτευσε στον ποταμό Ίσις για να αποφύγει τη φυλάκιση. Ο πόλεμος είχε ξεκινήσει έντονα, η Ματθίλδη είχε υπό τον έλεγχο της τη νοτιοδυτική Αγγλία, ο Στέφανος τη νοτιοανατολική και το κέντρο, μεγάλα τμήματα βρέθηκαν στην κατοχή των βαρόνων. Η Ματθίλδη μετέβη στη Νορμανδία που την κυβερνούσε ο σύζυγος της (1148), στην Αγγλία παρέμεινε ο μεγαλύτερος γιος της που διαδέχθηκε τον Στέφανο ως Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας (1154) δημιουργώντας την Ανδεγαυική αυτοκρατορία. Το υπόλοιπο της ζωής της εγκαταστάθηκε στην αυλή της στη Ρουέν, κυβερνούσε τη Νορμανδία μαζί με τον Γοδεφρείδο. Τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του γιου της ήταν έντονα ενεργή και μεσολάβησε στην αντίθεση που είχε ο Ερρίκος Β΄ με τον αρχιεπίσκοπο Τόμας Μπέκετ. Εργάστηκε σκληρά για την εκκλησία, ήταν διάσημη για την ευσέβεια της και ίδρυσε πολλά Κιστερκιανά μοναστήρια, τάφηκε στο υψηλό ιερό του Αββαείου του Μπεκ (1167).

Βασίλισσα των Ρωμαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παιδική ηλικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πατέρας της ήταν μικρότερος γιος του Γουλιέλμου του Κατακτητή που επιτέθηκε στην Αγγλία, δημιούργησε μια τεράστια αυτοκρατορία που έφτανε μέχρι την Ουαλία. Η επίθεση δημιούργησε μία Άγγλο-Νορμανδική άρχουσα τάξη που επεκτάθηκε και από τις δύο πλευρές γύρω από τη Μάγχη.[10][11] Οι βαρόνοι ήταν τυπικά συνδεδεμένοι περισσότερο με το Βασίλειο της Γαλλίας, οι κόμητες και οι δούκες ήταν υπό τον έλεγχο του βασιλιά.[12] Ο από μητέρα παππούς της ήταν ο Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας μέλος Άγγλο-Σαξονικής οικογένειας με καταγωγή από τον Αλφρέδο τον Μέγα.[13] Ο γάμος των γονέων της ισχυροποίησε την εξουσία του Ερρίκου Α΄ στην Αγγλία και έδωσε στη Ματθίλδη ισχυρά κληρονομικά δικαιώματα.[14] Η Ματθίλδη είχε έναν μικρότερο αδελφό τον Γουλιέλμο Άντελιν, ο πατέρας της με αμέτρητες ερωμένες απέκτησε 22 νόθα παιδιά. Δεν είναι γνωστές πολλές λεπτομέρειες για τα πρώτα χρόνια της Ματθίλδης, αγαπούσε το διάβασμα ιδιαίτερα τα θρησκευτικά βιβλία και απέκτησε ισχυρή πίστη.[15] Ζούσε στην αυλή της μητέρας της με άλλους ισχυρούς ευγενείς όπως ο θείος της Δαυίδ, μετέπειτα βασιλιάς της Σκωτίας, ο ετεροθαλής αδελφός της, Ροβέρτος του Γκλόστερ και ο ξάδελφός της, Στέφανος του Μπλουά.[16] Ο αρχιεπίσκοπος Άνσελμος του Καντέρμπερι ανέλαβε με εντολή του πατέρα της την εκπαίδευση της την εποχή που έζησε στη Νορμανδία, ήταν ο αγαπημένος κληρικός της μητέρας της.[17] Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για την εξωτερική εμφάνιση της Ματθίλδης, οι χρονικογράφοι της εποχής την περιγράφουν πολύ όμορφη αλλά οι κολακείες ήταν συνηθισμένο φαινόμενο στις πριγκίπισσες της εποχής.[18]

Γάμος με τον αυτοκράτορα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Απεικόνιση της Αυτοκράτειρας Ματθίλδης και του πρώτου συζύγου της Ερρίκου Ε΄ σε γεύμα (12ος αιώνας).

Στις αρχές του 1109 ο βασιλιάς των Γερμανών ή Ρωμαίων Ερρίκος Ε΄ έστειλε απεσταλμένους στη Νορμανδία ζητώντας τον γάμο με τη Ματθίλδη, έγραψε προσωπικά επιστολή στη μητέρα της για τις προθέσεις του.[19] Ο Ερρίκος Α΄ όταν το άκουσε ενθουσιάστηκε, θα αποκτούσε δεσμούς με μια από τις ισχυρότερες οικογένειες στην Ευρώπη αφού η δική του διαδοχή με έναν μικρό γιο ήταν προβληματική, κέρδιζε επίσης έναν ισχυρό σύμμαχο στον πόλεμο με τη Γαλλία.[20] Ο Ερρίκος Ε΄ των Σαλίων παρέλαβε προίκα 10.000 μάρκα, τα χρησιμοποίησε στην εκστρατεία του στη Ρώμη για να γίνει η στέψη του σαν Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.[21] Η τελική υπογραφή της συνθήκης έγινε τον Ιούνιο του 1109 στο Ουέστμινστερ, τον Οκτώβριο η Ματθίλδη παρέστη στο πρώτο βασιλικό συμβούλιο.[22] Τον Φεβρουάριο του 1110 η Ματθίλδη έφυγε από την Αγγλία για να πάει να ζήσει στη Γερμανία με τον σύζυγο της.[23]

Το ζεύγος συναντήθηκε στη Λιέγη πριν ταξιδεύσει για την Ουτρέχτη όπου αρραβωνιάστηκαν επίσημα (10 Απριλίου 1110).[24] Η Ματθίλδη στέφτηκε σε επίσημη τελετή στο Μάιντς Βασίλισσα των Ρωμαίων (25 Ιουλίου 1110).[25] Η διαφορά της ηλικίας στο ζεύγος ήταν μεγάλη, η Ματθίλδη ήταν μόλις 8 ετών ενώ ο Ερρίκος 24.[26] Μετά τον αρραβώνα την ανέλαβε στη συνοδεία του ο Μπρούνο, αρχιεπίσκοπος του Τριρ (1045 - 1124), την εκπαίδευσε σχετικά με τον Γερμανικό πολιτισμό, τους νόμους και τρόπους διακυβέρνησης.[27][28] Τον Ιανουάριο του 1114 η Ματθίλδη παντρεύτηκε τον Ερρίκο Ε΄, ο γάμος έγινε σε εντυπωσιακή τελετή στη Βορμς.[29] Η Ματθίλδη μπήκε πλέον επίσημα στον Γερμανικό δημόσιο βίο και δημιούργησε το νοικοκυριό της.[30] Αμέσως μετά τον γάμο ξέσπασαν πολιτικές συγκρούσεις σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, ο Ερρίκος διέταξε να συλληφθεί ο Καγκελάριος Αδαλβέρτος και πολλοί άλλοι Γερμανοί πρίγκιπες.[31] Ακολούθησαν επαναστάσεις που συνοδεύτηκαν από τη σφοδρή αντίδραση της εκκλησίας που έπαιζε έντονο πολιτικό ρόλο στη Γερμανία τα τελευταία χρόνια, ο Πάπας Πασχάλης Β΄ αφόρισε τον αυτοκράτορα.[32] Ο Ερρίκος Ε΄ και η Ματθίλδη διέσχισαν τις Άλπεις για να λύσουν τις διαφορές τους με τον πάπα (1116).[33] Η Ματθίλδη είχε εκείνη την εποχή έντονο πολιτικό ρόλο, έκανε πολλές δωρεές και συμμετείχε σε τελετές πετυχαίνοντας να στρέψει την αριστοκρατία υπέρ του συζύγου της (1116).[34] Την υπόλοιπη χρονιά παρέμειναν στη βόρεια Ιταλία και στις αρχές του 1117 έφυγαν για τη Ρώμη να συναντήσουν τον Πάπα.[35]

Αυτοκρατορική στέψη από τον Αντίπαπα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ματθίλδη με τον πρώτο σύζυγό της Ερρίκο Δ΄ της Γερμανίας το 1115

Ο Πασχάλης Β΄ όταν έμαθε την άφιξη τους δραπέτευσε, ο παπικός απεσταλμένος Μωρίς Μπουρντέν, ο μετέπειτα Αντίπαπας Γρηγόριος Η΄ έστεψε το ζεύγος την Πεντηκοστή στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου.[36] Η Ματθίλδη εκμεταλλεύτηκε την τελετή για να ονομάσει τον εαυτό της "Αυτοκράτειρα", την Αυτοκρατορία κυβερνούσε συνήθως ο βασιλιάς των Ρωμαίων αλλά δεν μπορούσε να πάρει τον τίτλο του "Αυτοκράτορα" χωρίς τελετή από τον πάπα. Οι βασιλείς είχαν την ελπίδα να στεφτούν αυτοκράτορες αλλά έπρεπε να έχουν καλές σχέσεις με τον πάπα για να κάνει την τελετή. Ο Ερρίκος Ε΄ είχε στεφτεί από τον Πασχάλη Β΄ αυτοκράτορας (1111) αλλά δεν είναι βέβαιο αν συμμετείχε στην τελετή η Ματθίλδη.[37] Με τον γάμο έγινε αναμφισβήτητα "Βασίλισσα των Ρωμαίων" τίτλο που χρησιμοποιούσε στις σφραγίδες της αλλά είναι υπό αμφισβήτηση αν κατείχε τον τίτλο της Αυτοκράτειρας.[38] Τα γεγονότα σχετικά με τη στέψη του Μπουρντέν βρίσκονται σε αμφισβήτηση, οι τελετές δεν ήταν στην πραγματικότητα αυτοκρατορικές στέψεις αλλά το δικαίωμα του βασιλιά να φορά λίγες ώρες το "αυτοκρατορικό στέμμα" στις Συνόδους.[39]

Ο Μπουρντέν ήταν αφορισμένος από τον Πασχάλη Β΄ την εποχή που έκανε τη δεύτερη τελετή και αργότερα φυλακίστηκε ισόβια από τον πάπα, η Ματθίλδη όμως ισχυρίστηκε ότι με τη στέψη της πήρε τον τίτλο της αυτοκράτειρας.[40] Οι τίτλοι του αυτοκράτορα και της αυτοκράτειρας πολλές φορές έμειναν κενοί εκείνη την εποχή, ακόμα και όταν χρησιμοποιήθηκαν δεν έγιναν ευρύτατα αποδεκτοί.[41] Οι Άγγλο-Νορμανδοί χρονικογράφοι για να την τιμήσουν την κατέγραφαν σαν Αυτοκράτειρα λόγω της στέψης του αντίπαπα, πολλοί ιστορικοί όμως το θεωρούν ανακριβές.[42] Ο Ερρίκος Ε΄ μετακινήθηκε βόρεια από τις Άλπεις για να υποτάξει νέες εξεγέρσεις στη Γερμανία ενώ η Ματθίλδη παρέμεινε αντιβασίλισσα στην Ιταλία.[43] Δεν υπάρχουν ιστορικές καταγραφές για τα επόμενα δύο χρόνια, είναι βέβαιο ότι η Ματθίλδη είχε αποκτήσει σημαντική εμπειρία στη διακυβέρνηση, επέστρεψε να συναντήσει τον σύζυγο της στη Λοθαριγγία.[44][45] Ο Ερρίκος Ε΄ αναζητούσε τον πάπα για να λύσει τις διαφορές μαζί του σχετικά με τον αφορισμό του.[46] Το αυτοκρατορικό ζεύγος συγκάλεσε το Συμβούλιο του Βορμς με στόχο να λύσει το ζήτημα του διορισμού των επισκόπων από τον αυτοκράτορα.[47] Η Ματθίλδη αποφάσισε να επισκεφτεί την Αγγλία για να συνάντησε τον πατέρα της, ο Κάρολος Α΄ της Φλάνδρας τη σταμάτησε και της απαγόρευσε να περάσει από τα εδάφη του.[48] Η ιστορικός Μάρτζορι Τσίμπναλ (1915 - 2012) γράφει ότι στόχος του ταξιδιού ήταν να συζητήσει το θέμα της διαδοχής του Αγγλικού θρόνου.[49]

Θάνατος του Ερρίκου Ε΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Νορμανδία την εποχή της Ματθίλδης (1150).

Ο Ερρίκος Ε΄ και η Ματθίλδη παρέμειναν άτεκνοι, πολλοί χρονικογράφοι χρεώνουν την ατεκνία της Ματθίλδης σαν θεία τιμωρία για τις αμαρτίες του αυτοκρατορικού ζεύγους και τη σύγκρουση με τον πάπα.[50] Το ζεύγος διέσχιζε τον Ρήνο στις αρχές του 1122 όπου είχαν ξεσπάσει νέες ταραχές αλλά ο αυτοκράτορας αρρώστησε από καρκίνο.[51] Πέθανε στην Ουτρέχτη (23 Μαΐου 1125), ο ανεψιός του Φρειδερίκος Β΄ της Σουαβίας ορίστηκε διάδοχος του υπό την προστασία της Ματθίλδης που θα κατείχε τις αυτοκρατορικές εκτάσεις και σύμβολα.[52] Η Ματθίλδη βρέθηκε ωστόσο αντιμέτωπη με τις απαιτήσεις των ευγενών και των επισκόπων για νέα βασιλική εκλογή.[53] Ο αρχιεπίσκοπος Άνταλμπερτ πίεσε τη Ματθίλδη να παραδώσει τα αυτοκρατορικά σύμβολα, οι Εκλέκτορες εξέλεξαν νέο βασιλιά των Ρωμαίων τον αντίπαλο του Ερρίκου Ε΄, Λοθάριο Γ΄ Σούπλινμπουργκ.[54] Η Ματθίλδη ήταν μόλις 23 ετών και δεν είχε καμιά προοπτική χωρίς παιδιά να μείνει την υπόλοιπη ζωή της στη Γερμανία, οι μοναδικές της επιλογές ήταν να πάει σε μοναστήρι ή να ξαναπαντρευτεί.[55] Δέχτηκε μερικές προτάσεις από Γερμανούς ευγενείς αλλά τελικά επέστρεψε στη Νορμανδία.[56] Παρέδωσε τις αυτοκρατορικές εκτάσεις και αναχώρησε με την προσωπική της συλλογή από κοσμήματα, τα δύο στέμματα του Ερρίκου Ε΄ και ένα ιερό λείψανο από το χέρι του Αποστόλου Ιακώβου.[57]

Κρίση διαδοχής στην Αγγλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το "Ναυάγιο του Λευκού Πλοίου" σε απεικόνιση (1120).

Το Αγγλικό πολιτικό σκηνικό ανατράπηκε δραματικά όταν ο γιος του βασιλιά και διάδοχος Γουλιέλμος Αντελίν βρήκε τον θάνατο στο Ναυάγιο του Λευκού Πλοίου". Οι 300 επιβάτες ανάμεσα τους και ο αδελφός της Ματθίλδης βρήκαν τον θάνατο, το πλοίο ανατράπηκε ίσως επειδή ο καπετάνιος είχε μεθύσει, σώθηκαν μόνο δυο ταξιδιώτες.[58] Το Λευκό Πλοίο ταξίδευσε στη Μάγχη με προορισμό το Μπαρφλέρ στη Νορμανδία.[59] Με τον θάνατο του Γουλιέλμου η διαδοχή στον Αγγλικό θρόνο πέρασε σε μεγάλη κρίση, οι κανόνες διαδοχής ήταν διαφορετικοί σε κράτη στη δυτική Ευρώπη, στη Γαλλία κληρονομούσε τον θρόνο ο μεγαλύτερος γιος του βασιλιά.[60] Οι βασιλείς της Γαλλίας όρκιζαν συνήθως τον Δελφίνο όσο ήταν ακόμα ζωντανοί και η διαδοχή έγινε αναμφισβήτητη. Οι κανόνες διαδοχής στην Αγγλία αντίθετα δεν είναι σαφείς, όπως τονίζει η Έλενορ Σερλ υπήρχαν πολλοί υποψήφιοι κληρονόμοι και μπορούσαν να αμφισβητήσουν τον επίσημο αν δεν ήταν ικανός.[61] Το πρόβλημα ήταν εμφανέστατο με την ασταθή κατάσταση που υπήρχε στον Άγγλο-Νορμανδικό θρόνο τα προηγούμενα 60 χρόνια. Οι μεγαλύτεροι γιοι του Γουλιέλμου του Κατακτητή ήταν οι Γουλιέλμος Β΄ της Αγγλίας και ο Ροβέρτος Β΄ της Νορμανδίας αλλά ο μικρότερος αδελφός τους Ερρίκος Α΄ τους εκτόπισε τελικά με τη βία, η κατάσταση ήταν ασταθέστατη και πολεμική.[62]

Ο Ερρίκος Α΄ στήριξε τελικά τις ελπίδες του να κάνει άλλον έναν γιο για να αποκτήσει διάδοχο, η πρώτη σύζυγος του Ματθίλδη είχε πεθάνει (1118) και ο βασιλιάς προχώρησε σε δεύτερο γάμο με την Αντελίζα του Λέουβεν. Ο γάμος παρέμεινε άτεκνος και ο Οίκος της Νορμανδίας βρέθηκε σε κίνδυνο να ξεκληριστεί.[63] Ο Ερρίκος Α΄ ξεκίνησε να αναζητά τον διάδοχο ανάμεσα στους ανεψιούς του με πρώτο υποψήφιο τον γιο της αδελφής του Αδέλας, Στέφανο του Μπλουά, τον πάντρεψε με την πλούσια εξαδέλφη της Ματθίλδης, Ματθίλδη Α΄ της Βουλώνης.[64] Ο στενός του σύμμαχος Θεοβάλδος Β΄ της Καμπανίας ήταν άλλος ένας υποψήφιος διάδοχος.[65] Ο γιος του μεγαλύτερου αδελφού του Ροβέρτου Γουλιέλμος Κλίτο που υποστήριζε ο Λουδοβίκος ΣΤ΄ της Γαλλίας ήταν ανεπιθύμητος για τον Ερρίκο Α΄ επειδή είχε επαναστατήσει εναντίον του.[66] Ο Ερρίκος Α΄ ήθελε επίσης πολύ για διάδοχο τον νόθο γιο του Ροβέρτο του Γκλόστερ αλλά οι Αγγλικές παραδόσεις απαγόρευαν την άνοδο στον θρόνο κάποιου νόθου.[67] Η κατάσταση ανατράπηκε απότομα όταν πέθανε πρόωρα ο αυτοκράτορας Ερρίκος Ε΄, σύζυγος της κόρης του Ματθίλδης (1125).[68]

Επιστροφή στη Νορμανδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γάμος με τον Γοδεφρείδο Πλανταγενέτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γοδεφρείδος Πλανταγενέτης δεύτερος σύζυγος της Ματθίλδης.

Η Ματθίλδη επέστρεψε στη Νορμανδία (1125) και βρέθηκε έναν χρόνο στην αυλή του πατέρα της που είχε ελπίδες να αποκτήσει με τον δεύτερο γάμο διάδοχο.[69] Ο γιος δεν ερχόταν και ο βασιλιάς κήρυξε επίσημα ότι αν δεν τον αποκτήσει διάδοχος του θρόνου θα ήταν η κόρη του Ματθίλδη.[70] Οι Άγγλο-Νορμανδοί ευγενείς συγκεντρώθηκαν τα Χριστούγεννα του 1126 στο Ουέστμινστερ και ορκίστηκαν πίστη στη Ματθίλδη και στους απογόνους που θα αποκτούσε.[71] Ο Ερρίκος Α΄ ξεκίνησε την αναζήτηση του δεύτερου συζύγου για την κόρη του (1127), δέχτηκε πολλές προτάσεις από ολόκληρη την αυτοκρατορία. Η βασική του επιλογή ήταν να προστατέψει τη Νορμανδία που δεχόταν πολλές επιδρομές, η επιλογή ήταν ο Γοδεφρείδος, μεγαλύτερος γιος του Κόμητος Φούλκωνος του Ανζού.[72] Από την εποχή που κατέκτησε τη Νορμανδία (1106) δεχόταν συνεχείς επιδρομές από τον αντάρτη ανεψιό του Γουλιέλμο Κλίτο με τη στήριξη του Γάλλου βασιλιά, πρωταρχικός του στόχος ήταν να την προστατέψει.[73][74] Ο γιος του Γουλιέλμος Άντελιν είχε παντρευτεί την κόρη του Φούλκωνος και αδελφή του Γοδεφρείδου, Ματθίλδη του Ανζού, η συμμαχία τους διαλύθηκε μετά το Ναυάγιο του "Λευκού Πλοίου".[75]

Ο Ερρίκος Α΄ και ο Φούλκων συμφώνησαν τον γάμο και την προίκα των παιδιών τους, ο Φούλκων κατόπιν απέσυρε τη στήριξη στον Γουλιέλμο Κλίτο και δήλωσε σύμμαχος του Άγγλου βασιλιά επαναφέροντας την παλιά συμμαχία.[76][77] Η Ματθίλδη δυσαρεστημένη έντονα δεν ήθελε στην αρχή τον Γοδεφρείδο του Ανζού σαν δεύτερο σύζυγο.[78] Οι λόγοι ήταν ότι με τον γάμο της με έναν κόμη θα έχανε τον τίτλο της αυτοκράτειρας και η μεγάλη διαφορά ηλικίας αφού η ίδια ήταν 25 ετών και ο Γοδεφρείδος μόλις 13.[79] Ο αρχιεπίσκοπος του Τουρ Χιλδεβέρτος επενέβη, προσπάθησε και τελικά την έπεισε να αλλάξει γνώμη.[80] Η Ματθίλδη ταξίδευσε στη Ρουέν τον Μάιο του 1127 μαζί με τον Ροβέρτο του Γκλόστερ και τον Μπράιαν Φιτζ Κάουντ για να αρραβωνιαστεί τον Γοδεφρείδο.[81] Ο Φούλκων ταυτόχρονα αποφάσισε να φύγει για την Ιερουσαλήμ όπου είχε πολλές ελπίδες να γίνει βασιλιάς, το Ανζού θα το κληροδοτούσε στον γιο του Γοδεφρείδο.[82] Ο Ερρίκος Α΄ έστεψε την κόρη και τον γαμπρό του ιππότες, ο γάμος τους έγινε σε μια βδομάδα στο Λε Μαν από τον αρχιεπίσκοπο της πόλης.[83] Μετά τον γάμο ο πεθερός της Φούλκων αναχώρησε για το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ, ο δεύτερος σύζυγος της Γοδεφρείδος ορκίστηκε νέος κόμης του Ανζού και του Μαιν.[84]

Συγκρούσεις με τον πατέρα της[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γάμος της Ματθίλδης με τον Γοδεφρείδο Πλανταγενέτη ήταν δύσκολος, ο ένας αντιπαθούσε τον άλλον.[85] Πολλές διαφωνίες ξέσπασαν για την προίκα της Ματθίλδης, πήρε διάφορα κάστρα στη Νορμανδία από τον πατέρα της αλλά είναι ασαφές πότε τα χρησιμοποίησε με τον σύζυγο της.[86] Είναι ασαφές επίσης αν ο Ερρίκος Α΄ είχε σκοπό να ορίσει διάδοχο του στον θρόνο της Αγγλίας τον Γοδεφρείδο και η κατάσταση της διαδοχής είναι αβέβαιη.[87] Η Ματθίλδη εγκατέλειψε αμέσως μετά τον γάμο τον σύζυγο της για να πάει στη Νορμανδία, ο πατέρας της κατηγόρησε τον Γοδεφρείδο για τον χωρισμό αλλά το ζεύγος τελικά συμφιλιώθηκε (1131).[88] Ο Ερρίκος Α΄ κάλεσε την κόρη του να έρθει στην αυλή του από τη Νορμανδία, η Ματθίλδη έφτασε στην Αγγλία τον Αύγουστο.[89] Σε ένα βασιλικό Συμβούλιο που ακολούθησε τον Σεπτέμβριο αποφάσισαν να επιστρέψει η Ματθίλδη στον Γοδεφρείδο, το ίδιο Συμβούλιο αποφάσισε να την ορίσει διάδοχο του Αγγλικού θρόνου.[90]

Η Ματθίλδη γέννησε τον Μάρτιο του 1133 στο Λε Μανς το πρώτο της παιδί και γιο τον Ερρίκο, ο μελλοντικός Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας, ο πατέρας της ενθουσιασμένος ήρθε στη Ρουέν να τη συναντήσει.[91][92] Την Πεντηκοστή του 1134 γεννήθηκε ο δεύτερος γιος της Γοδεφρείδος της Νάντης, ο τοκετός ήταν πολύ δύσκολος και παρά λίγο να πεθάνει στη γέννα, θεωρώντας τον θάνατο της βέβαιο έγραψε τη διαθήκη της.[93] Η Ματθίλδη ήθελε την ταφή της στον καθεδρικό ναό του Μπεκ, ο Ερρίκος Α΄ ήθελε αντίθετα να ταφεί η κόρη του στον Καθεδρικό Ναό της Ρουέν.[94] Η Ματθίλδη τελικά ανάρρωσε και ο πατέρας της ενθουσιασμένος από την γέννηση του δεύτερου εγγονού του ζήτησε ξανά όρκους υποταγής από την αριστοκρατία.[95] Οι σχέσεις ανάμεσα στον Ερρίκο Α΄ και την κόρη του ήρθαν από τότε σε ένταση, το ζεύγος υποπτεύθηκε ότι έχασε τη διαδοχή και ζήτησαν από τον Ερρίκο Α΄ τα κάστρα τους στη Νορμανδία και να δίνουν σε αυτούς όρκο υποτέλειας οι Νορμανδοί ευγενείς.[96] Αυτό ανησύχησε έντονα τον Ερρίκο Α΄ επειδή η πράξη αυτή θα έδινε μεγάλες εξουσίες στην κόρη του και τον γαμπρό του φέρνοντας τον ίδιο σε κίνδυνο όσο ζούσε.[97] Ακολούθησε νέα επανάσταση στη Νορμανδία, ο Γοδεφρείδος και η Ματθίλδη υποστήριξαν στρατιωτικά τους επαναστάτες.[98] Στο αποκορύφωμα της σύγκρουσης ο Ερρίκος Α΄ αρρώστησε και πέθανε, είναι ασαφές αν πριν τον θάνατο του είχε ορίσει διάδοχο.[99][100] Οι συγγραφείς που υποστηρίζουν τη Ματθίλδη γράφουν ότι την είχε ορίσει κληρονόμο, οι αντίπαλοι αντίθετα γράφουν ότι ακύρωσε τη διαδοχή και ζήτησε από τους βαρόνους να αρνηθούν τους όρκους τους.[101]

Άνοδος Στεφάνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν έφτασαν τα νέα για τον θάνατο του Ερρίκου Α΄ ο Γοδεφρείδος και η Ματθίλδη βρίσκονταν στο Ανζού, υποστήριζαν την επανάσταση στον βασιλικό στρατό, στο πλευρό τους ήταν οι οπαδοί της Ματθίλδης όπως ο ετεροθαλής αδελφός της Ροβέρτος του Γκλώστερ.[102] Οι περισσότεροι βαρόνοι πήραν όρκο να παραμείνουν στη Νορμανδία μέχρι να ολοκληρωθεί η κηδεία του βασιλιά.[103] Η Ματθίλδη και ο Γοδεφρείδος βάδισαν στη νότια Νορμανδία, κατέλαβαν μια σειρά από κάστρα γύρω από το Αρζαντάν που αποτελούσαν την προίκα της Ματθίλδης.[104] Μόλις δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν περισσότερο άρχισαν να λεηλατούν την ενδοχώρα, συνάντησαν σοβαρή αντίσταση από τη Νορμανδική αριστοκρατία και μία επανάσταση στο Ανζού.[105] Η Ματθίλδη ήταν έγκυος τότε στον τρίτο της γιο Γουλιέλμο, οι γνώμες των ιστορικών διαφέρουν σχετικά με το πόσο το γεγονός αυτό είχε επίδραση στα στρατιωτικά τους σχέδια.[106] Ο Στέφανος του Μπλουά βρισκόταν στη Βουλώνη την εποχή που έφτασαν τα νέα για τον θάνατο του Ερρίκου Α΄, έφυγε αμέσως για την Αγγλία μαζί με το νοικοκυριό του. Ο Ροβέρτος του Γκλώστερ απέκλεισε τα λιμάνια του Ντόβερ και του Καντέρμπερυ, σύμφωνα με μερικές πηγές δεν μπορούσε να αποβιβαστεί στην Αγγλία όταν έφτασε στο νησί.[107]

Ο Στέφανος ωστόσο έφτασε στο Λονδίνο (8 Δεκεμβρίου 1135) και την επόμενη βδομάδα κυριάρχησε στην Αγγλία.[108] Τα πλήθη του Λονδίνου τον ανακήρυξαν βασιλιά πιστεύοντας ότι θα παραχωρήσει νέα δικαιώματα και προνόμια στην πόλη, ταυτόχρονα τον υποστήριξε και η εκκλησία αφού ο αδελφός του Ερρίκος του Μπλουά ήταν επίσκοπος του Ουίντσεστερ.[109] Ο Στέφανος είχε ορκιστεί ότι θα υποστηρίξει τη Ματθίλδη (1127) αλλά ισχυρίστηκε ότι ο Ερρίκος Α΄ στο νεκροκρέβατο του είχε αλλάξει την απόφαση για τη διαδοχή του στον Στέφανο.[110] Η στέψη του Στεφάνου της Αγγλίας έγινε μία βδομάδα αργότερα στο Αβαείο του Ουέστμινστερ (26 Δεκεμβρίου 1135).[111] Όταν ακούστηκε ότι οι Άγγλοι υποστήριζαν ευρύτατα τον Στέφανο η Νορμανδική αριστοκρατία συγκεντρώθηκε στο Λε Νίμπουρκ, συζήτησαν το ενδεχόμενο να ανακηρυχτεί βασιλιάς ο μεγαλύτερος αδελφός του Θεοβάλδος Β΄ της Καμπανίας.[112] Οι Νορμανδοί ισχυρίστηκαν ότι ο Θεοβάλδος είχε τα περισσότερα δικαιώματα για βασιλιάς σαν μεγαλύτερος εγγονός του Γουλιέλμου του Κατακτητή.[113] Οι προσπάθειες σταμάτησαν απότομα την επόμενη μέρα όταν άκουσαν ότι έγινε η στέψη του Στέφανου, οι βαρόνοι δεν ήθελαν να χωρίσουν την Αγγλία με τη Νορμανδία κάτι που θα προκαλούσε εμφύλιο στα αδέλφια.[114]

Έκρηξη εμφυλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επίθεση του Γοδεφρείδου Πλανταγενέτη στη Νορμανδία (1142-1143).

Η Ματθίλδη γέννησε τον τρίτο της γιο Γουλιέλμο στο Αρζαντάν (22 Ιουλίου 1136), τα επόμενα τρία χρόνια προσπάθησε να τοποθετήσει τους υποτελείς της ιππότες στις γύρω περιοχές.[115] Η Ματθίλδη ζήτησε από τον Υλζέ, επίσκοπο του Ανζέρ να μεσολαβήσει στον πάπα ώστε να διεκδικήσει τον θρόνο μέσω της Αγίας Έδρας, η προσπάθεια απέτυχε.[116] Ο Γοδεφρείδος επιτέθηκε στη Νορμανδία στις αρχές του 1136, μετά από μία προσωρινή ανακωχή ξεκίνησε νέες επιθέσεις την ίδια χρονιά, στην προσπάθεια του να κυριεύσει την περιοχή λεηλατούσε και έκαιγε τα εδάφη.[117] Ο Στέφανος επισκέφτηκε το δουκάτο (1137), προχώρησε σε συμμαχία με τον Λουδοβίκο τον Παχύ και τον Θεοβάλδο, προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τον Γοδεφρείδο και τη Ματθίλδη και να ανακατακτήσει τα κάστρα του Αρζαντάν.[118] Οι προστριβές ανάμεσα στους Φλαμανδούς μισθοφόρους και τους Νορμανδούς ευγενείς έφεραν εμφύλιο πόλεμο στον βασιλικό στρατό, ο Στέφανος εγκατέλειψε την εκστρατεία.[119][120] Ο Στέφανος υπέγραψε συνθήκη με τον Γοδεφρείδο Πλανταγενέτη, του υποσχέθηκε να τον πληρώνει 2.000 μάρκα ετησίως για να διατηρηθεί η ειρήνη στα σύνορα.[121]

Η βασιλεία του Στέφανου στην Αγγλία ξεκίνησε πολύ καλά, είχε την υποστήριξη της βασιλικής αυλής και παραχώρησε πολλά εδάφη στους οπαδούς του.[122] Σύμφωνα με μαρτυρίες του Λουδοβίκου ΣΤ΄ και του Θεοβάλδου ο Πάπας Ιννοκέντιος Β΄ τον υποστήριξε.[123] Οι ταραχές όμως ξέσπασαν γρήγορα, ο Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας έκανε επίθεση στη βόρεια Αγγλία όταν άκουσε ότι πέθανε ο Ερρίκος Α΄, κατέλαβε το Καρλάιλ, το Νιούκασλ και πολλά άλλα οχυρά.[124] Ο Στέφανος μετακινήθηκε γρήγορα βόρεια συνάντησε τον Δαυίδ Α΄ στο Ντάραμ και έκλεισε ειρήνη. [125] Στη νότια Ουαλία ξέσπασε νέα επανάσταση, ο Στέφανος εγκατέλειψε τις προσπάθειες του να την υποτάξει (1137).[126] Ο Στέφανος υπέταξε άλλες δυο επαναστάσεις στα νοτιοδυτικά που υποκινήθηκαν από τον Βαλδουίνο ντι Ρέντβερς και τον Ροβέρτο του Μπάμπτον, ο Βαλδουίνος φυλακίστηκε, ελευθερώθηκε και πήγε στη Νορμανδία όπου έγινε σκληρός κριτής του βασιλιά.[127]

Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο νόθος ετεροθαλής αδελφός της Ματθίλδης Ροβέρτος του Γκλόστερ ήταν ένας από τους ισχυρότερους Άγγλο-Νορμανδούς βαρόνους με μεγάλες εκτάσεις στη Νορμανδία και στην κομητεία του Γκλόστερ.[128] Εξεγέρθηκε εναντίον του Στέφανου και ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος στην Αγγλία (1138).[129] Ο Ροβέρτος απαρνήθηκε τον Στέφανο και δήλωσε ότι αναγνωρίζει σαν βασίλισσα μόνο τη Ματθίλδη, προκάλεσε επανάσταση στο Κεντ και σε ολόκληρη τη νοτιοδυτική Αγγλία ενώ ο ίδιος έμενε στη Νορμανδία.[130] Η Ματθίλδη δεν είχε ενεργό συμμετοχή στη διεκδίκηση του θρόνου μέχρι το 1135, την επανάσταση ανακήρυξε ο Ροβέρτος (1138).[131] Ο Γοδεφρείδος από τη Γαλλία εκμεταλλεύτηκε τις ταραχές και επιτέθηκε ξανά στη Νορμανδία. Ο Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας με τη σειρά του επιτέθηκε από τα βόρεια φτάνοντας μέχρι το Γιορκσάιρ, απαιτούσε την άνοδο στον θρόνο της Ματθίλδης.[132] Ο Στέφανος απάντησε αμέσως στις επιθέσεις, ο στόχος του βρισκόταν περισσότερο στην Αγγλία από τη Νορμανδία, η σύζυγος του Ματθίλδη πήγε στο Κεντ με προμήθειες από τη Βουλώνη, στόχος της ήταν η ανακατάληψη του Ντόβερ από τον Ροβέρτο.[133] Ένας μικρός αριθμός από ιππότες του Στέφανου πήγε βόρεια για να αντιμετωπίσει τους Σκωτσέζους, νίκησε τον στρατό του Δαυίδ στη "μάχη του Στάνταρντ", ο Δαυίδ εξακολουθούσε ωστόσο να κατέχει τον βορά.[134]

Ο Στέφανος πήγε δυτικά σε μια προσπάθεια να αποκτήσει ξανά το Γκλόστερσαιρ, ανακατέλαβε το Χέρεφορντ και το Σρούσμπερυ λίγο πριν φτάσει νότια στο Μπαθ.[135] Η αντίσταση στο Μπρίστολ ήταν πολύ ισχυρή, ο Στέφανος περιορίστηκε σε λεηλασίες και επιδρομές στις γύρω περιοχές.[136] Οι επαναστάτες πίεζαν τον Ροβέρτο να παρέμβει αλλά ο ίδιος παρέμενε στη Νορμανδία και προσπαθούσε να πείσει τη Ματθίλδη να γίνει η ίδια αρχηγός στην επίθεση, την ίδια χρονιά οι δυνάμεις της Αυτοκράτειρας κατέλαβαν το Ντόβερ.[137][138] Ο Γοδεφρείδος και η Ματθίλδη που είχαν υπό τον έλεγχο τους ολόκληρη τη Νορμανδία συγκέντρωσαν στρατό για να επιτεθούν στην Αγγλία μαζί με τον Ροβέρτο μέσω της Μάγχης (1139).[139] Ο απεσταλμένος της Ματθίλδης επίσκοπος Υλζέ έκανε έκκληση στον πάπα με το επιχείρημα ότι η ίδια είναι η νόμιμη βασίλισσα της Αγγλίας λόγω των κληρονομικών δικαιωμάτων του πατέρα της και του όρκου που είχαν δώσει οι βαρόνοι.[140] Ο επίσκοπος Άρνουλφ όφα Λισιέ (1104 - 1184) από την άλλη ισχυρίστηκε ότι η μητέρα της Ματθίλδης είχε ήδη γίνει μοναχή οπότε τα κληρονομικά της δικαιώματα δεν ήταν νόμιμα.[141] Ο πάπας υποστήριξε τελικά τον Στέφανο αλλά η Ματθίλδη αμφισβήτησε την απόφαση και δήλωσε ότι οι ισχυρισμοί του Στέφανου ήταν λανθασμένοι.[142]

Εμφύλιος πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αιχμαλωσία της Ματθίλδης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πύργος του Αγίου Γεωργίου στο "κάστρο της Οξφόρδης".

Η εκστρατεία της αυτοκράτειρας Ματθίλδης ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1139. Ο Βαλδουίνος του Ρέντβερς διέσχισε τον Αύγουστο τη Μάγχη με προορισμό το Ντόρσετ, στόχος του να καταλάβει ένα λιμάνι που θα δεχτεί τον στρατό της Ματθίλδης, οι δυνάμεις του Στέφανου τον ανάγκασαν να οπισθοχωρήσει νοτιοδυτικά.[143] Η Αυτοκράτειρα κλήθηκε τον επόμενο μήνα στην Αγγλία από τη θετή της μητέρα Αντελίζα του Λέουβεν, η Ματθίλδη και ο Ροβέρτος του Γκλόστερ έφτασαν στο Αρουντέλ με 140 ιππότες (30 Σεπτεμβρίου 1139).[144] Η Ματθίλδη έμεινε στο κάστρο του Αρουντέλ ενώ ο Ροβέρτος βάδισε βόρεια προς το Γουόλινγκφορντ και το Μπρίστολ, στόχος του να υποστηρίξει τον αντάρτη Μιλ του Γκλόστερ που είχε αποκηρύξει την πίστη του στον Στέφανο και αναγνώρισε βασίλισσα τη Ματθίλδη.[145] Ο Στέφανος μετακινήθηκε νότια, πολιόρκησε το Αρουντέλ και παγίδευσε τη Ματθίλδη στο κάστρο.[146] Με πρόταση του αδελφού του Ερρίκου του Μπλουά ο βασιλιάς προχώρησε σε μια συμφωνία που το κείμενο της δεν είναι γνωστό, η Ματθίλδη και οι ιππότες της ελευθερώθηκαν και μετακινήθηκαν νοτιοδυτικά για να ενωθούν με τον Ροβέρτο του Γκλόστερ.[147] Ο λόγος της απελευθέρωσης της Ματθίλδης είναι άγνωστος, πολλοί πιστεύουν ότι ο πραγματικός κίνδυνος για τον βασιλιά ήταν μόνο ο Ροβέρτος γι'αυτό δεν ήθελε να αφήσει τον στρατό του στο Αρουντέλ, ήθελε να τον μετακινήσει δυτικά.[148][149] Μία άλλη θεωρία αναφέρει ότι ο Στέφανος απελευθέρωσε τη Ματθίλδη λόγω ιπποτισμού, ήταν πραγματικά ιπποτικός χαρακτήρας και οι γυναίκες είχαν καλή μεταχείριση στους Άγγλο-Νορμανδικούς πολέμους.[150]

Περιορισμένες επιτυχίες του Στέφανου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ματθίλδη έμεινε ένα διάστημα με τον Ροβέρτο στο Μπρίστολ, στη συνέχεια μετακινήθηκε στο Γκλόστερ, εκεί παρέμεινε ανεξάρτητη από τον ετεροθαλή αδελφό της.[151] Η Ματθίλδη είχε υπό τον έλεγχο της τεράστιες εκτάσεις από το Γκλόστερ και το Μπρίστολ μέχρι το Γουιλσάιρ νότια, την Ουαλία δυτικά και ανατολικά την κοιλάδα του Tάμεση σε βαθμό που η Οξφόρδη και το Γουόλινγκφορντ απειλούσαν το Λονδίνο.[152] Η εξουσία της Ματθίλδης σε όλες αυτές τις περιοχές ήταν ωστόσο περιορισμένη.[153]

Ο Στέφανος ξεκίνησε την αντεπίθεση στις περιοχές της Ματθίλδης, επιτέθηκε στο κάστρο του Γουόλινγκφορντ που΄έλεγχε τον διάδρομο του Τάμεση, το υπερασπιζόταν όμως πολύ καλά ο Μπράιαν Φιτζ Κάουντ και οι βασιλικές δυνάμεις αποχώρησαν.[154] Ο Στέφανος επιτέθηκε κατόπιν στο Γουιλσάιρ και κατέλαβε τα κάστρα του νότιου Κέρνεϊ και του Μαλμέσμπουρι.[155] Ο Μιλ σε απάντηση προχώρησε σε αντεπίθεση στη βασιλική φρουρά στο Γουόλινγκφορντ, απειλούσε να φτάσει μέχρι το Λονδίνο.[156] Ο Στέφανος αναγκάστηκε να διακόψει την επέλαση του στα δυτικά, επέστρεψε ανατολικά για να προστατέψει την πρωτεύουσα.[157] Ο Νάιτζελ επίσκοπος του Έλυ αποστάτησε από τον βασιλιά και συμμάχησε με τη Ματθίλδη, είχε ελπίδες να κατακτήσει την ανατολική Αγγλία με έδρα τη νησίδα Έλυ που είχε γύρω της εύφορα εδάφη.[158] Ο Στέφανος έκανε αιφνίδια αντεπίθεση στη νησίδα και ανάγκασε τον Νάιτζελ να δραπετεύσει στο Γκλόστερ.[159] Ο Ροβέρτος του Γκλόστερ ανακατέλαβε μερικές περιοχές από αυτές που είχε κατακτήσει ο βασιλιάς σε προηγούμενη εκστρατεία του (1139).[160] Ο Ερρίκος του Μπλουά συγκάλεσε νέα Σύνοδο στο Μπαθ για να κλείσει ειρήνη, εκπρόσωπος της Αυτοκράτειρας ήταν ο Ροβέρτος, οι διαπραγματεύσεις δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.[161][162]

Μάχη του Λίνκολν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι τύχες της Ματθίλης άλλαξαν δραματικά προς το καλύτερο στις αρχές του 1141.[163] Ο Ράνουλφ του Τσέστερ ένας πανίσχυρος βόρειος μεγιστάνας απέσυρε τη στήριξη του στον βασιλιά και ο Στέφανος πολιόρκησε το κάστρο του στο Λίνκολν. Ο Ράνουλφ και ο Ροβέρτος του Γκλόστερ ενώθηκαν με έναν μεγάλο στρατό και συγκρούστηκαν με τον Στέφανο στη "μάχη του Λίνκολν" (2 Φεβρουαρίου 1141).[164] Το κέντρο των βασιλικών δυνάμεων είχε ο ίδιος ο Στέφανος, στα δυτικά ο Αλαίν της Βρεττάνης και στα ανατολικά ο Γουλιέλμος του Ομάλ.[165] Ο Ροβέρτος και ο Ράνουλφ είχαν τεράστια υπεροχή στο ιππικό και ο Στέφανος απέσυρε πολλούς ιππότες του για να δημιουργήσουν ισχυρή αμυντική ασπίδα.[166] Μετά από μερικές επιτυχίες του Γουλιέλμου του Ομάλ, ο Ροβέρτος και ο Ρανούλφ παγίδευσαν τον βασιλικό στρατό και ο Στέφανος περικυκλώθηκε από τους Ανδεγαυούς.[167] Οι στρατιώτες του Ροβέρτου συνέλαβαν τον Στέφανο και τον οδήγησαν έξω από το πεδίο της μάχης.[168] Η Ματθίλδη δέχτηκε προσωπικά τον Στέφανο στο κάστρο της στο Γκλόστερ, στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο κάστρο του Μπρίστολ που το είχε σε χρήση για τους ευγενείς αιχμαλώτους.[169]

Κατάρρευση της εξουσίας του Στέφανου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σφραγίδα της Αυτοκράτειρας Ματθίλδης.

Η Ματθίλδη ξεκίνησε τη διαδικασία για τη στέψη της, έπρεπε να αποκτήσει υποστήριξη από την εκκλησία για να προχωρήσει η στέψη στο Αβαείο του Ουεστμίνστερ.[170] Ο αδελφός του Στέφανου Ερρίκος συγκάλεσε Σύνοδο στο Γουίντσεστερ, η Ματθίλδη μίλησε με τον Ερρίκο που συμφώνησε να τη στέψει βασίλισσα με αντάλλαγμα να του παραχωρήσει πλήρη κυριαρχία στην εκκλησία.[171] Ο Ερρίκος της παρέδωσε το βασιλικό θησαυροφυλάκιο εκτός από το στέμμα του Στέφανου και αφόρισε όλους τους εχθρούς της Ματθίλδης που αρνήθηκαν να την υποστηρίξουν.[172] Ο αρχιεπίσκοπος Θεοβάλδος του Καντέρμπερι ήταν απρόθυμος να στέψει τη Ματθίλδη βασίλισσα, ταξίδευσε με κληρικούς να συναντηθεί με τον βασιλιά, ο Στέφανος σε αδιέξοδο ήταν έτοιμος να απαλλάξει τους υπηκόους του από τους όρκους πίστης.[173][174] Ο κλήρος συγκεντρώθηκε μετά το Πάσχα στο Γουίντσεστερ και ανακήρυξε τη Ματθίλδη "Κυρία της Αγγλίας και της Νορμανδίας".[175] Η σύζυγος του Στέφανου Ματθίλδη έστειλε επιστολή στην Αυτοκράτειρα στην οποία της διαμαρτυρήθηκε επειδή ο σύζυγος της εξακολουθούσε να είναι φυλακισμένος.[176]Η Ματθίλδη ωστόσο αποφάσισε να πάει στο Λονδίνο για να ολοκληρωθεί η στέψη της.[177] Η Ματθίλδη απέκτησε την υποστήριξη του Τζόφφρυ ντι Μαντεβίλ που είχε υπό τον έλεγχο του τον Πύργο του Λονδίνου αλλά οι δυνάμεις που ήταν πιστές στον βασιλιά την εμπόδισαν να μπει στην πόλη.[178]

Λίγο πριν τη στέψη της Ματθίλδης (24 Ιουνίου 1141) οι πολίτες του Λονδίνου εξεγέρθηκαν εναντίον της, η Αυτοκράτειρα και ο Τζόφφρυ δραπέτευσαν γρήγορα και οπισθοχώρησαν στην Οξφόρδη.[179] Ο Γοδεφρείδος Πλανταγενέτης επιτέθηκε στη Νορμανδία για άλλη μια φορά, ο Βάλεραν του Μπόμοντ απουσίαζε στην Αγγλία και ο Γοδεφρείδος κατέλαβε γρήγορα όλο το δουκάτο νότια από τον Σηκουάνα και ανατολικά από τον Ριλ.[180] Ο νέος βασιλιάς Λουδοβίκος Ζ´ της Γαλλίας απέσυρε την υποστήριξη του πατέρα του στον Οίκο του Μπλουά, συμμάχησε με τους Ανδεγαυούς και ήταν έτοιμος να κηρύξει τον πόλεμο στον αδελφό του Στέφανου Θεοβάλδο.[181] Οι επιτυχίες του Γοδεφρείδου στη Νορμανδία και οι ήττες του Στέφανου στην Αγγλία ανάγκασαν την Άγγλο-Νορμανδική αριστοκρατία που φοβόταν μήπως χάσει τα εδάφη της να προσεγγίσει τους Ανδεγαυούς.[182] Οι οπαδοί του Στέφανου αποσύρθηκαν, ο φίλος και σύμβουλος του Βάλεραν ήταν από τους πρώτους που αποστάτησαν (1141), συμμάχησε με τους Ανδεγαυούς και η αυτοκράτειρα κέρδισε το Γουορστερσάιρ.[183] Ο δίδυμος αδελφός του Βάλεραν Ροβέρτος του Λέστερ αποσύρθηκε από όλες τις συγκρούσεις. Οι σύμμαχοι της Ματθίλδης αποκαταστάθηκαν στους τίτλους και τα εδάφη τους, ο επίσκοπος Νάιτζελ του Έλυ και οι υπόλοιποι οπαδοί των Ανδεγαυών ξαναπήραν τις κομητείες τους στα ανατολικά. Ο βασιλικός έλεγχος στα νομίσματα έσπασε, οι τοπικοί δούκες έκοβαν δικά τους νομίσματα.[184]

Η συντριβή του Γουίντσεστερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τύχη της Ματθίλδης άλλαξε δραματικά μετά τη συντριβή της στο Γουίντσεστερ. Η συμμαχία της με τον Ερρίκο του Μπλουά ήταν σύντομη, ο επίσκοπος την εγκατέλειψε και συμμάχησε ξανά με τον αδελφό του.[185] Τον Ιούλιο η Ματθίλδη και ο Ροβέρτος του Γκλόστερ πολιόρκησαν τον Ερρίκο στο επισκοπικό "κάστρο του Γουίντσεστερ", χρησιμοποίησε σαν έδρα για τις επιχειρήσεις της το βασιλικό κάστρο της πόλης.[186] Η σύζυγος του Στέφανου Ματθίλδη είχε υπό τον έλεγχο της τη νοτιοανατολική Αγγλία, ο Γουλιέλμος της Υπρ της έστειλε νέα στρατεύματα από το Λονδίνο και βάδισε για το Γουίντσεστερ για να συναντήσει την Αυτοκράτειρα.[187][188] Η Ματθίλδη δραπέτευσε από την πόλη με τον κόμη Φίτζ και τον Ρέτζιναλντ.[189] Στη μάχη που ακολούθησε οι δυνάμεις της αυτοκράτειρας συνετρίβησαν, ο Ροβέρτος του Γκλόστερ πιάστηκε αιχμάλωτος και η ίδια η Ματθίλδη μετά βίας δραπέτευσε στο "κάστρο του Ντιβάιζις".[190] Με φυλακισμένους τη Ματθίλδη και τον Στέφανο ξεκίνησαν ξανά οι διαπραγματεύσεις για ειρήνη, η βασίλισσα ωστόσο δεν επιθυμούσε κανέναν συμβιβασμό με την αυτοκράτειρα και ο Ροβέρτος με τον ίδιο τρόπο αρνήθηκε οποιαδήποτε προσφορά με τον Στέφανο.[191] Τον Νοέμβριο ο Στέφανος συναντήθηκε με τη σύζυγο του και ο Ροβέρτος με τη Ματθίλδη στην Οξφόρδη.[192]

Ο Ερρίκος συγκάλεσε νέα Σύνοδο τα Χριστούγεννα του 1141 με την οποία αρνήθηκε τη στήριξη του στη Ματθίλδη και αναγνώρισε ξανά βασιλείς τον αδελφό του με τη σύζυγο του.[193] Ο βασιλιάς ταξίδεψε βόρεια για να συγκεντρώσει νέες δυνάμεις και πίεσε με επιτυχία τον Ράνουλφ του Τσέστερ να τον υποστηρίξει.[194] Το καλοκαίρι ο Στέφανος έκανε συνεχώς επιθέσεις στα κάστρα των Ανδεγαυών που οικοδομήθηκαν την προηγούμενη χρονιά.[195] Το καλοκαίρι του 1142 ο Ροβέρτος επέστρεψε στη Νορμανδία για να υποστηρίξει τον Γοδεφρείδο στις στρατιωτικές του επιχειρήσεις εναντίον των οπαδών του Στέφανου, επέστρεψε το φθινόπωρο.[196] Η αυτοκράτειρα που πιέστηκε έντονα από τις βασιλικές δυνάμεις κατέφυγε στην Οξφόρδη.[197] Η Οξφόρδη ήταν μια ασφαλής πόλη που προστατευόταν από τείχη και τον ποταμό Ίσις αλλά ο Στέφανος έκανε αιφνιδιαστική επίθεση κατά μήκος του ποταμού, παγίδευσε τη Ματθίλδη στο κάστρο.[198] Το κάστρο της Οξφόρδης ήταν ισχυρότατο και ο Στέφανος αναγκάστηκε να το πολιορκήσει για πολύ καιρό.[199] Η Ματθίλδη δραπέτευσε λίγο πριν τα Χριστούγεννα με τα πόδια κατά μήκος του παγωμένου ποταμού, κατέφυγε στο Γουόλινγκφορντ, η φρουρά της παραδόθηκε την επόμενη μέρα.[200]

Αδιέξοδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Νότια Αγγλία (1140), με μπλέ οι ελεγχόμενες περιοχές από τη Ματθίλδη.

Την επόμενη μέρα μετά την απόδραση της από το Γουίντσεστερ η Ματθίλδη εγκαταστάθηκε ξανά στο "κάστρο του Ντιβάιζις", το κάστρο ανήκε στον επίσκοπο του Σόλσμπερι αλλά είχε κατασχεθεί από τον Στέφανο.[201] Δημιούργησε το νοικοκυριό της με ιππότες από τα γύρω εδάφη, υποστηρίχτηκε από Φλαμανδούς μισθοφόρους και κυβέρνησε με ένα δίκτυο από τοπικούς Σερίφηδες και αξιωματούχους.[202] Πολλοί από αυτούς που είχαν χάσει τα εδάφη τους από τον Στέφανο σε περιοχές που είχαν κατασχεθεί από τον βασιλιά ταξίδευσαν δυτικά για να τα ξαναπάρουν από τη Ματθίλδη.[203] Με την υποστήριξη του Ροβέρτου του Γκλόστερ η Ματθίλδη ήταν πρόθυμη να συνεχίσει μέχρι το τέλος αλλά βρέθηκε σύντομα σε αδιέξοδο.[204] Αρχικά οι τύχες του εμφυλίου έδειχναν ότι ήταν με το μέρος της αυτοκράτειρας, ο Ροβέρτος του Γκλόστερ πολιόρκησε τον Στέφανο στο κάστρο του Γουίλτον, ένα σημείο συγκέντρωσης των βασιλικών δυνάμεων στο Χερεφορντσάιρ.[205] Ο Στέφανος προσπάθησε να δραπετεύσει με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η "μάχη του Γουίλτον", το Ανδεγαυικό ιππικό αποδείχτηκε πανίσχυρο και παραλίγο να αιχμαλωτίσει τον βασιλιά δεύτερη φορά αλλά μπόρεσε να δραπετεύσει.[206] Την ίδια χρονιά ο κόμης του Έσσεξ Τζόφφρυ ντι Μαντεβίλ επαναστάτησε για δεύτερη φορά εναντίον του Στέφανου στην Ανατολική Αγγλία (1144).[207]

Ο Τζόφφρυ ντι Μαντεβίλ με έδρα τη νησίδα Έλυ ξεκίνησε στρατιωτική εκστρατεία εναντίον του Κέιμπριτζ με πρόθεση να φτάσει στο Λονδίνο.[208] Ο Ράνουλφ του Τσέστερ εξεγέρθηκε το καλοκαίρι του 1144 για άλλη μία φορά.[209] Ο Γοδεφρείδος Πλανταγενέτης από την άλλη ολοκληρώνοντας την κατάκτηση της Νορμανδίας βάδισε τον Ιανουάριο του 1144 στην πρωτεύουσα Ρουέν, ο Λουδοβίκος Ζ΄ της Γαλλίας τον ανακήρυξε Δούκα της Νορμανδίας.[210] Παρά τις μεγάλες επιτυχίες η Ματθίλδη δεν ισχυροποίησε τη θέση της.[211] Ο Μιλ του Γκλόστερ ένας από τους ικανότερους στρατιωτικούς της πέθανε σε κυνήγι τα περασμένα Χριστούγεννα.[212] Η επανάσταση εναντίον του βασιλιά στα ανατολικά από τον Τζόφφρυ ντι Μαντεβίλ τελείωσε το ίδιο άδοξα τον Σεπτέμβριο του 1144 σε μια επίθεση του στο "κάστρο του Κεϊμπριτζσάιρ".[213] Ο Στέφανος ξεκίνησε νέες επιδρομές στα δυτικά ανακαταλαμβάνοντας κάστρα στο Οξφορντσάιρ.[214] Η Ματθίλδη έδωσε εντολή στον άλλο νόθο αδελφό της Ρέτζιναλντ της Κορνουάλης να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για ειρήνη αλλά καμία πλευρά δεν έφτασε σε συμβιβασμό.[215]

Λήξη του πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ερείπια του κάστρου του Μόρτιμερ.

Ο πόλεμος άρχισε σταδιακά από τα τέλη της δεκαετίας του 1140 να παρουσιάζει κάμψη, οι συγκρούσεις έγιναν μόνο περιστασιακές.[216] Πολλοί οπαδοί της Ματθίλδης πέθαναν πρώτα ο ετεροθαλής αδελφός της Ροβέρτος του Γκλόστερ (1147), ο κόμης Μπράιαν Φιτζ αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή, μπήκε σ μοναστήρι και πέθανε λίγο αργότερα (1151).[217] Οι περισσότεροι οπαδοί της Ματθίλδης ενώθηκαν στη Β΄ Σταυροφορία (1145) και την εγκατέλειψαν για πολλά χρόνια.[218] Οι Άγγλο-Νορμανδοί βαρόνοι που φοβήθηκαν μήπως χάσουν τα εδάφη τους αναζητούσαν ειρήνη και ήταν απρόθυμοι για περισσότερες συγκρούσεις.[219] Ο μεγαλύτερος γιος της Ερρίκος Πλανταγενέτης ξεκίνησε σταδιακά να παίζει ηγετικό ρόλο στον πόλεμο.[220] Την εποχή που η αυτοκράτειρα πήγε στην Αγγλία ο ίδιος παρέμεινε στη Γαλλία, πέρασε κάποιο διάστημα από την Αγγλία (1142) και επέστρεψε στο Ανζού (1144).[221] Ο Γοδεφρείδος είχε ελπίδες να γίνει ο γιος του Ερρίκος βασιλιάς της Αγγλίας και του έδωσε τη διαχείριση των οικογενειακών εδαφών.[222]

Ο Ερρίκος έκανε μια μικρή επέμβαση με έναν μικρό στρατό μισθοφόρων (1147) αλλά απέτυχε επειδή δεν είχε χρήματα να τους πληρώσει.[223] Ο Ερρίκος ζήτησε λεφτά από τη μητέρα του αλλά η Ματθίλδη αρνήθηκε και δήλωσε ότι δεν έχει.[224] Ο Στέφανος δέχτηκε να πληρώσει τους μισθοφόρους του Ερρίκου με δικά του χρήματα και του επέτρεψε την ασφαλή επιστροφή, οι λόγοι για τους οποίους ο Στέφανος προχώρησε σε αυτή την ιπποτική απόφαση είναι άγνωστοι.[225] Η αυτοκράτειρα επέστρεψε στη Νορμανδία χάρη στις προστριβές που είχε να αντιμετωπίσει με την εκκλησία.[226] Η Ματθίλδη διατηρούσε την αυλή της στο "κάστρο του Ντιβάιζις" (1142) που νομικά ιδιοκτήτης του ήταν ο επίσκοπος του Σόλσμπερι Τζόσελυν ντι Μποχόν (1111 - 1184). Ο Πάπας Ευγένιος Γ΄ με επέμβαση του ζήτησε από τη Ματθίλδη να επιστρέψει το κάστρο στον επίσκοπο και την απείλησε με αφορισμό αν δεν το κάνει.[227] Η αυτοκράτειρα έφυγε για τη Νορμανδία, άφησε το κάστρο στον Ερρίκο που καθυστέρησε την επιστροφή του για πολλά χρόνια.[228] Εγκαταστάθηκε στην αυλή της στη Ρουέν με τον σύζυγο της και τους γιους της, ασχολήθηκε με τις προετοιμασίες για νέες εκστρατείες του γιου της Ερρίκου στην Αγγλία.[229] Προτιμούσε να ζει στη Μονή της Παρθένου λίγο νότια από τη Ρουέν σε διαμερίσματα που ήταν προσαρτημένα στη μονή, δίπλα βρισκόταν ένα ανάκτορο που οικοδομήθηκε από τον Ερρίκο.[230]

Ο Ερρίκος διάδοχος του θρόνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ματθίλδη αποφάσισε να διακόψει τους πολέμους με την Αγγλία και να ασχοληθεί με τη διακυβέρνηση της Νορμανδίας.[231] Ο Γοδεφρείδος έστειλε τον επίσκοπο του Θερουάν στη Ρώμη για να διεκδικήσει τα δικαιώματα του γιου του Ερρίκου στον Αγγλικό θρόνο (1148), μεταβιβάστηκαν επίσης στον Ερρίκο τα δικαιώματα της οικογένειας του στην Αγγλική εκκλησία.[232] Ο Γοδεφρείδος και η Ματθίλδη είχαν πάντα καλές σχέσεις με τον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο Ζ΄ που υποστήριξε τα δικαιώματα του γιου τους Ερρίκου στον Αγγλικό θρόνο.[233] Ο Γοδεφρείδος πέθανε αιφνίδια και πρόωρα (1151), ο Ερρίκος Πλανταγενέτης διεκδίκησε τα πατρικά εδάφη.[234] Ο Ερρίκος επέστρεψε στην Αγγλία με έναν μικρό στρατό (1153) και κέρδισε την υποστήριξη πολλών βαρόνων.[235] Ακολούθησε με την επέμβαση της εκκλησίας η οριστική ειρηνική συνθήκη με τον βασιλιά, ο Στέφανος θα παρέμενε στον θρόνο μέχρι τον θάνατο του και θα τον διαδεχόταν ο Ερρίκος τον οποίο υιοθέτησε.[236] Η Ματθίλδη βρισκόταν πάντοτε στη Νορμανδία με τον κίνδυνο της εξέγερσης των βαρόνων, ήταν ανίκανη να τους αντιμετωπίσει στρατιωτικά.[237] Με τον θάνατο του Στέφανου ακολούθησε η στέψη του Ερρίκου σαν Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας, η στέψη του έγινε με τα δυο αυτοκρατορικά στέμματα που είχε φέρει η μητέρα του από τη Γερμανία (1125).[238] Μετά τη στέψη του Ερρίκου Β΄ οι ταραχές στη Νορμανδία τερματίστηκαν.[239]

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυβέρνηση της Νορμανδίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας σε συνάντηση με τον αρχιεπίσκοπο Τόμας Μπέκετ.

Η Ματθίλδη πέρασε την υπόλοιπη ζωή της στη Νορμανδία και κυβέρνησε το δουκάτο ως εκπρόσωπος του γιου της Ερρίκου Β΄.[240] Η Ματθίλδη και ο γιος της εξέδωσαν διατάγματα τόσο στην Αγγλία όσο και στη Νορμανδία που περιείχαν και τα δυο ονόματα, συνομίλησαν με όλους όσους διεκδικούσαν εδάφη στη διάρκεια του πολέμου.[241] Τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Ερρίκου Β΄ ήταν η βασικός σύμβουλος του γιου της στα περισσότερα κυβερνητικά θέματα.[242] Η Ματθίλδη κλήθηκε να μεσολαβήσει στη σύγκρουση που ξέσπασε ανάμεσα στον γιο της και τον αρχιεπίσκοπο Τόμας Μπέκετ, αρχικά ήταν αντίθετη με τον διορισμό αλλά όταν δέχτηκε πρόταση από τον ηγούμενο της μονής του Αγίου Ιακώβου να τους συμφιλιώσει στάθηκε πρόθυμη. Προσπάθησε να πείσει τον γιο της να απαρνηθεί τα Αγγλικά έθιμα που καταδίκαζε η εκκλησία και κατηγόρησε τον Μπέκετ για κατάχρηση στην εκκλησιαστική διοίκηση.

Αργότερα ξέσπασαν διάφορες κρίσεις, η πρώτη συσχετιζόταν με το οστό από το χέρι του Αγίου Ιακώβου που είχε φέρει η ίδια από τη Γερμανία.[243] Ο Φρειδερίκος Α΄ Βαρβαρόσσα το ζήτησε πίσω σαν περιουσία του αυτοκρατορικού στέμματος αλλά η Ματθίλδη και ο Ερρίκος το ήθελαν οπωσδήποτε στο "Αβαείο του Ρέντινγκ" που είχε γίνει δημοφιλής τόπος προσκυνήματος.[244] Ο Φρειδερίκος Α΄ τελικά δωροδοκήθηκε από τον Ερρίκο με πλούσια δώρα όπως μια πολυτελή σκηνή που χρησιμοποιούσε στις Συνόδους του στην Ιταλία.[245] Προσέγγισε τον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο Ζ΄ (1164) και τον βοήθησε να λύσει τα αδιέξοδα που είχαν προκύψει σε Σταυροφορικά θέματα.

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε μεγάλη ηλικία η Ματθίλδη απέκτησε έντονο ενδιαφέρον για τη χριστιανική πίστη και τη θρησκεία.[246] Το ενδιαφέρον της στράφηκε περισσότερο στον μικρότερο γιο της Γουλιέλμο που του είχε μεγάλη αδυναμία.[247] Ο Ερρίκος Β΄ ήθελε να κατακτήσει την Ιρλανδία για να τη δώσει στον Γουλιέλμο αλλά η μητέρα του διαφώνησε λόγω πιθανής αποτυχίας, του έδωσε όμως σαν δώρο μεγάλες εκτάσεις στην Αγγλία. Η Ματθίλδη ήταν πιο βολική σε μεγάλη ηλικία σε σχέση με τα νιάτα της αλλά όπως τόνισε ο ηγούμενος της μονής του Αγίου Ιακώβου αυτό ήταν "χαρακτηριστικό των τυράννων".[248] Η Αυτοκράτειρα Ματθίλδη πέθανε (10 Σεπτεμβρίου 1167) και κληροδότησε την περιουσία της στην εκκλησία.[249] Τάφηκε από τον Ροτρού, αρχιεπίσκοπο της Ρουέν στο υψηλό ιερό του "αβαείου του Μπεκ".[250] Ο επιτάφιος ύμνος στον τάφο της γράφει "μεγάλη στη γέννηση της, μεγαλύτερη στον γάμο της και τεράστια σαν μητέρα του βασιλιά Ερρίκου, κόρη σύζυγος και μητέρα μεγάλων βασιλέων".[251] Ο τάφος της καταστράφηκε από φωτιά (1263) και αργότερα αποκαταστάθηκε (1282) αλλά καταστράφηκε οριστικά από τον Αγγλικό στρατό (1421).[252] Η Σύνοδος του Αγίου Μαυρικίου αναγνώρισε μερικά από τα οστά της (1684) και τα μετέφερε ξανά στο "αβαείο του Μπεκ" σε ένα νέο φέρετρο.[253] Τα οστά χάθηκαν ξανά μετά την καταστροφή του αβαείου από τον Ναπολέων Α΄ αλλά βρέθηκαν ξανά (1846) και τάφηκαν οριστικά στον Καθεδρικό Ναό της Ρουέν.[254]

Θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διοίκηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πατέρας της Ματθίλδης Ερρίκος Α΄ της Αγγλίας και η οικογένεια του.

Στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία η Ματθίλδη είχε γύρω της ιππότες, Καγκελάριους και κυρίες-Συνοδούς, σε αντίθεση με άλλες αυτοκράτειρες της εποχής δεν είχε προσωπικό Καγκελάριο αλλά χρησιμοποιούσε τον αυτοκρατορικό.[255] Όταν ήταν αντιβασίλισσα στην Ιταλία ανακάλυψε με ευχαρίστηση ότι οι Ιταλοί ήταν πρόθυμοι να δεχτούν μία γυναίκα κυβερνήτη.[256] Η Ιταλική διοίκηση περιείχε τον Καγκελάριο που τον υποστήριζαν στο έργο του έμπειροι αξιωματούχοι.[257] Όταν απουσίαζε ο σύζυγος της απείχε από τη λήψη σημαντικών αποφάσεων αλλά με τις επαφές της με τους μεγιστάνες και τον κλήρο βοήθησε σημαντικά στη διοίκηση.[258] Με τον θάνατο του Ερρίκου Ε΄ και την επιστροφή της στη Νορμανδία πήρε τους τίτλους της Αυτοκράτειρας και της κόρης του βασιλιά Ερρίκου.[259] Στον Εμφύλιο η κατάσταση της ήταν αβέβαιη, οι βασίλισσες των Άγγλο-Σαξόνων είχαν ισχυρή εξουσία αλλά όταν κατέκτησαν το νησί οι Νορμανδοί οι βασίλισσες είχαν μόνο τους ρόλους της κηδεμονίας και της αντιβασιλείας όταν έλειπε ο βασιλιάς.[260] Την περίοδο 1139 - 1141 η Ματθίλδη ήταν γυναίκα "έντονα ενεργή" και είχε μεγάλη αυτονομία από τον σύζυγο της Γοδεφρείδο.[261] Είχε δική της αυτοκρατορική σφραγίδα που ήταν στρογγυλή όπως των βασιλέων αντί την ωοειδή που είχαν οι βασίλισσες με τον τίτλο "Βασίλισσα των Ρωμαίων".[262] Η σφραγίδα της δεν την απεικόνιζε ωστόσο έφιππη όπως τους άνδρες βασιλείς.[263] Δεν στέφτηκε ποτέ βασίλισσα της Αγγλίας στο Ουέστμινστερ γι'αυτό παρέμεινε με τον τίτλο της "Κυρίας" αν και πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς οπαδοί της την καταγράφουν ως Βασίλισσα.[264]

Η Ματθίλδη συνέχισε την Αγγλική παράδοση μιας επικεντρωμένης διοίκησης, διατήρησε δική της κυβέρνηση παράλληλα με αυτή του Στέφανου με βασιλικό νοικοκυριό και έναν Καγκελάριο.[265] Συγκέντρωσε πολλά έσοδα από τις κομητείες που είχε υπό τον έλεγχο της ιδιαίτερα εκεί που οι Σερίφηδες στάθηκαν πιστοί απέναντι της, διόρισε παντού κόμητες αντίπαλους του Στεφάνου.[266][267] Δεν μπόρεσε να δημιουργήσει δικό της νομικό σύστημα και οι δυνατότητες της στη διοίκηση ήταν περιορισμένες, κατάφερε όμως να διορίσει πολλούς επισκόπους στη Νορμανδία.[268] Η Ματθίλδη έκοψε δύο τύπους νομισμάτων στην Αγγλία, χρησιμοποιήθηκαν τόσο στη δυτική Αγγλία όσο και στην Ουαλία.[269] Τα πρώτα κόπηκαν αρχικά στην Οξφόρδη, τα σχέδια τους τυπώθηκαν στο Μπρίστολ, στο Κάρντιφ και στο Γουέρχαμ μετά τη νίκη της στη "μάχη του Λίνκολν¨΄΄.[270] Ένας δεύτερος τύπος νομισμάτων κόπηκε στο Κάρντιφ και στο Μπρίστολ τη δεκαετία του 1140.[271] Μετά την επιστροφή της στη Νορμανδία (1148) η Ματθίλδη οικειοποιήθηκε τους τίτλους της "Αυτοκράτειρας" και της "Κυρίας της Αγγλίας" αλλά δεν χρησιμοποίησε ποτέ τον τίτλο της "Κόμισσας του Ανζού".[272] Το νοικοκυριό της έγινε μικρότερο και ενώθηκε με αυτό του γιου της Ερρίκου στη Ρουέν.[273] Η Ματθίλδη συνέχιζε μέχρι τον θάνατο της να παίζει σημαντικό ρόλο στη διακυβέρνηση ιδιαίτερα στα εδάφη της γύρω από το Αρζαντάν στα οποία είχε αποκτήσει κληρονομικά δικαιώματα μετά τον δεύτερο γάμο της.[274]

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ματθίλδη έμεινε πασίγνωστη για την ευσέβεια της, οι σύγχρονοι συγγραφείς βλέπουν με θαυμασμό την απόφαση της να ταφεί στο μοναστήρι του Μπεκ αντί για τον Καθεδρικό ναό της Ρουέν.[275] Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την εκκλησία όπως τα υπόλοιπα μέλη που ανήκαν στην Άγγλο-Νορμανδική αριστοκρατία.[276] Τα πρώτα χρόνια προτίμησε το Βενεδικτανό μοναστήρι του Κλυνύ μαζί με άλλα νέα Αυγουστιανά Τάγματα.[277] Με τη μεγάλη επίβλεψη που είχε απέναντι στην εκκλησία ίδρυσε ξανά το Αβαείο της Παρθένου στο Χερβούργο.[278] Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον στα Τάγματα των Κιστερκιανών που ήταν διαδεδομένα έντονα τόσο στην Αγγλία όσο και στη Νορμανδία, ήταν αφιερωμένα στην Παναγία η οποία ήταν η σημαντικότερη προσωπικότητα για τη Ματθίλδη.[279] Είχε στενούς δεσμούς με το Κιστερκιανό Αβαείο του Μόρτιμερ στη Νορμανδία, το εφοδίασε με πολλούς μοναχούς που τη βοήθησαν στην ίδρυση του γειτονικού Λα Βαλάς.[280] Η Ματθίλδη ίδρυσε πολλές Κιστερκιανές μονές στο Μόρτιμερ, με μεγάλους ξενώνες οι οποίοι υποδέχτηκαν επισκέπτες και καλλιτέχνες για να διακοσμήσουν τα μοναστήρια.[281]

Ιστορικές απόψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ασημένιο νόμισμα της Αυτοκράτειρας Ματθίλδης από την Οξφόρδη.

Οι σύγχρονοι χρονικογράφοι στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία περιγράφουν τη ζωή της Ματθίλδης με διαφορετικές προοπτικές, η μοναδική αξιόπιστη βιογραφία της που διασώθηκε την έγραψε ο Άρνουλφ όφα Λισιέ (1104 - 1184) και έχει χαθεί.[282] Στη Γερμανία την περιγράφουν αρκετά θετικά σαν την "καλή Ματθίλδη". Όταν ξέσπασε η Αναρχία τα έργα της δίνουν έναν περισσότερο αρνητικό τόνο, η Γκέστα Στέφανι επαινεί τον Στέφανο και καταδικάζει τη Ματθίλδη.[283] Όταν ανέβηκε στον Αγγλικό θρόνο ο γιος της Ερρίκος Β΄ οι χρονικογράφοι την παρουσιάζουν περισσότερο θετικά.[284] Πολλοί θρύλοι εξαπλώθηκαν μετά τον θάνατο της όπως ότι ο πρώτος της σύζυγος αυτοκράτορας Ερρίκος Ε΄ δεν πέθανε στην πραγματικότητα αλλά πήγε να ζήσει σαν ερημίτης συνεπώς ο δεύτερος γάμος της ήταν άκυρος. Άλλος ένας θρύλος περιγράφει ότι η Ματθίλδη είχε μυστικές ερωτικές σχέσεις με τον Στέφανο, αυτές είχαν σαν αποτέλεσμα τη διαδοχή του γιου της Ερρίκου στον θρόνο.[285] Με τα δεδομένα του 16ου αιώνα η Ματθίλδη είχε σαφή δικαιώματα στον Αγγλικό θρόνο και οι ιστορικοί της εποχής προβληματίζονται γιατί δεν διεκδίκησε η ίδια τον θρόνο και παραιτήθηκε για χάρη του γιου της.[286][287] Ο Ντέιβιντ Χιουμ κατανόησε τις συνήθειες που επικρατούσαν στην Αγγλία τον 12ο αιώνα και αδιαφόρησε για το ζήτημα.[288] Τον 19ο αιώνα βρέθηκαν πολλά έγγραφα και διατάγματα που αφορούσαν τη ζωή της Ματθίλδης, τα μελέτησαν οι ιστορικοί αναλυτικά.[289] Οι ιστορικοί Κέιτ Νόργκετ και Τζέιμς Ράμσεϊ μετά την ανάλυση των εγγράφων δημιούργησαν νέες πλουσιότερες πληροφορίες για τη Ματθίλδη. Ο Τζέιμς Ράμσεϊ που στηρίχτηκε στην Γκέστα Στέφανι έδωσε αρκετά αρνητική περιγραφή, ο Κέιτ Νόργκετ που στηρίχτηκε σε Γαλλικές πηγές ήταν περισσότερο ουδέτερος.[290]

Λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σύγχρονοι Άγγλοι Ακαδημαϊκοί έδωσαν μικρή σημασία στη Ματθίλδη σε σχέση με τον Στέφανο, οι Γερμανοί αντίθετα ασχολήθηκαν έντονα μαζί της.[291] Η σπουδαιότερη Αγγλική βιογραφία για τη Ματθίλδη γράφτηκε το 1991 από τη Μάρτζορι Τσίμπναλ (1915 - 2012) που αναφέρει ότι "ήταν πολύ περήφανη και είχε τον χαρακτήρα πραγματικής αυτοκράτειρας".[292][293] Η Ματθίλδη είχε πραγματικά αυτοκρατορική συμπεριφορά όπως ο πατέρας της και ο γιος της αλλά αδικήθηκε χάρη στο φύλο της και τις πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν τον 12ο αιώνα.[294] Πολλές φεμινίστριες συγγραφείς όπως η Φιόνα Τολουρστ την παρουσιάζουν έντονα αδικημένη λόγου του φύλου της, είχε τεράστια προσόντα που θα γινόντουσαν αποδεκτά αν ήταν άντρας.[295][296] Ο εμφύλιος πόλεμος δημιούργησε πολλούς θρύλους, η Ματθίλδη, ο Στέφανος και οι οπαδοί τους παρουσιάζονται στην ιστορική σειρά της Ίντιθ Πάρτζετερ (1913 - 1995) "Αδελφοί Καντφαέλ", περιγράφει την περίοδο 1137 - 1145.[297][298] Η Πάρτζετερ παρουσιάζει τη Ματθίλδη σαν αλαζονική σε αντίθεση με τον συνετό βασιλιά Στέφανο.[299] Η Αυτοκράτειρα Ματθίλδη έδωσε τέλος την ιδέα στον Άλφρεντ Τέννυσον να γράψει το ποίημα του "Μαώ" (1855).[300]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τον πρώτο σύζυγο της αυτοκράτορα Ερρίκο Ε΄ δεν απέκτησε παιδιά

Με τον δεύτερο σύζυγο της Γοδεφρείδο Πλανταγενέτη απέκτησε:

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 (Αγγλικά) Find A Grave. 8619917. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 «Kindred Britain» I1281.
  3. 3,0 3,1 3,2 Marjorie Chibnall: «Oxford Dictionary of National Biography». (Αγγλικά) Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press. Οξφόρδη. 2004.
  4. «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Matilda-daughter-of-Henry-I. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  5. (Γερμανικά, Αγγλικά) FemBio database. 19004. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 6,7 «Kindred Britain»
  7. 7,0 7,1 p10204.htm#i102037. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  8. 8,0 8,1 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  9. Chibnall 1991, σσ. 8–9
  10. Chibnall 1991, σ. 9
  11. Newman 1988, pp. 21–22; Carpenter 2004, σσ. 125–126
  12. Hallam & Everard 2001, σσ. 62–64, 114–118
  13. Hollister 2003, σσ. 126–127
  14. Hollister 2003, σσ. 127–128; Thompson 2003, σ. 137
  15. Chibnall 1991, σσ. 9–10
  16. Chibnall 1991, σσ. 13–14
  17. https://www.oxforddnb.com/view/printable/18338
  18. https://www.oxforddnb.com/view/printable/18338
  19. Chibnall 1991, σσ. 15–16
  20. Leyser 1982, σσ. 195–197; Chibnall 1991, σ. 16
  21. Chibnall 1991, σ. 16
  22. Chibnall 1991, σ. 16
  23. Chibnall 1991, σσ. 16–17
  24. Pain 1978, σ. 8
  25. Chibnall 1991, σ. 24
  26. Chibnall 1991, σ. 17
  27. Chibnall 1991, σ. 25
  28. https://www.oxforddnb.com/view/printable/18338
  29. Chibnall 1991, σ. 26
  30. Chibnall 1991, σσ. 26, 48
  31. Chibnall 1991, σ. 27
  32. Chibnall 1991, σ. 28
  33. Chibnall 1991, σ. 28
  34. Chibnall 1991, σσ. 28–29
  35. Chibnall 1991, σσ. 29–31
  36. Chibnall 1991, σ. 32
  37. Chibnall 1991, σ. 32
  38. Chibnall 1991, σ. 32
  39. Chibnall 1991, σσ. 32–33; Leyser 1982, σ. 199
  40. Chibnall 1991, σσ. 32–33; Leyser 1982, σ. 199
  41. Chibnall 1991, σ. 33
  42. Chibnall 1991, σσ. 32–33
  43. Chibnall 1991, σ. 33
  44. Chibnall 1991, σσ. 33–34
  45. Chibnall 1991, σ. 34
  46. Chibnall 1991, σ. 34
  47. Chibnall 1991, σσ. 36–38
  48. Chibnall 1991, σσ. 38–40
  49. Chibnall 1991, σ. 38
  50. Chibnall 1991, σ. 40
  51. Chibnall 1991, σ. 39
  52. Chibnall 1991, σσ. 39, 41
  53. Chibnall 1991, σ. 41
  54. Chibnall 1991, σ. 43
  55. Chibnall 1991, σ. 43
  56. Chibnall 1991, σσ. 43-44
  57. Chibnall 1991, σσ. 43–44
  58. Bradbury 2009, σσ. 2–3
  59. Bradbury 2009, σ. 1
  60. Barlow 1999, σ. 162
  61. Tolhurst 2013, σ. 28
  62. Huscroft 2005, σσ. 65, 69–71; Carpenter 2004, σ. 124
  63. Hollister 2003, σσ. 308–309; Green 2009, σ. 170
  64. Hollister 2003, σ. 310
  65. Green 2009, σ. 168
  66. Hollister 2003, σσ. 312–313
  67. Hollister 2003, σσ. 311–312
  68. Hollister 2003, σ. 396
  69. Chibnall 1991, σ. 51; Pain 1978, σ. 18
  70. Hollister 2003, σ. 309
  71. Hollister 2003, σ. 309; Chibnall 1991, σ. 51
  72. Chibnall 1991, σσ. 51–52
  73. Chibnall 1991, σσ. 54–55
  74. Chibnall 1991, σ. 54
  75. Chibnall 1991, σσ. 38, 54
  76. Hollister 2003, σ. 290
  77. Chibnall 1991, σσ. 54–55
  78. Chibnall 1991, σ. 55
  79. Chibnall 1991, σ. 55
  80. Chibnall 1991, σ. 55
  81. Chibnall 1991, σσ. 55–56
  82. Chibnall 1991, σ. 56
  83. Chibnall 1991, σ. 56
  84. Chibnall 1991, σσ. 56, 60
  85. Hollister 2003, σ. 463; Chibnall 1991, σ. 57
  86. Hollister 2003, σσ. 324–325; Green 2009, σσ. 202–203
  87. Hollister 2003, σσ. 324–325; Green 2009, σσ. 202–203
  88. Hollister 2003, σ. 463; Green 2009, σσ. 58–61
  89. Chibnall 1991, σ. 59
  90. Chibnall 1991, σ. 59
  91. Chibnall 1991, σ. 60
  92. Hollister 2003, σ. 465; Green 2009, σ. 213; Chibnall 1991, σ. 60
  93. Chibnall 1991, σ. 61
  94. Chibnall 1991, σ. 61
  95. Chibnall 1991, σ. 61
  96. King 2010, σσ. 38–39
  97. King 2010, σ. 38; Crouch 2008a, σ. 162
  98. Barlow 1999, σ. 162
  99. Hollister 2003, σσ. 467, 473
  100. Chibnall 1991, σ. 65
  101. Chibnall 1991, σ. 65
  102. Barlow 1999, σ. 162
  103. Crouch 2002, σ. 246
  104. Chibnall 1991, σσ. 66–67
  105. Chibnall 1991, σσ. 66–67; Castor 2010, σ. 72
  106. Castor 2010, σ. 72; Chibnall 1991, σσ. 66–67; Tolhurst 2013, σσ. 43–44
  107. Barlow 1999, σ. 163; King 2010, σ. 43
  108. King 2010, σ. 43
  109. King 2010, σσ. 45–46
  110. Crouch 2002, σ. 247
  111. King 2010, σ. 47
  112. King 2010, σσ. 46–47; Barlow 1999, σσ. 163–164
  113. Barlow 1999, σσ. 163–164
  114. King 2010, σ. 47; Barlow 1999, σ. 163
  115. Chibnall 1991, σσ. 68, 71
  116. Chibnall 1991, σσ. 68–69
  117. Barlow 1999, σ. 168
  118. Crouch 2008b, σ. 47
  119. Davis 1977, σ. 27; Bennett 2000, σ. 102
  120. Davis 1977, σ. 28
  121. Barlow 1999, σ. 168
  122. Crouch 2008a, σ. 29; King 2010, σσ. 54–55
  123. Crouch 2002, σσ. 248–249; Crouch 2008b, σσ. 46–47
  124. King 2010, σ. 52
  125. King 2010, σ. 53
  126. Carpenter 2004, σσ. 164–165; Crouch 1994, σσ. 258, 260, 262
  127. Bradbury 2009, σσ. 27–32
  128. Barlow 1999, σ. 169
  129. Carpenter 2004, σ. 169
  130. Stringer 1993, σ. 18
  131. Chibnall 1991, σσ. 70–71; Bradbury 2009, σ. 25
  132. Carpenter 2004, σ. 166
  133. Barlow 1999, σ. 169
  134. Carpenter 2004, σ. 166
  135. Barlow 1999, σ. 169
  136. Barlow 1999, σ. 169
  137. Bradbury 2009, σ. 67
  138. Crouch 2002, σ. 256
  139. Chibnall 1991, σ. 74
  140. Chibnall 1991, σ. 75
  141. Chibnall 1991, σσ. 75–76
  142. Chibnall 1991, σσ. 75–76
  143. Davis 1977, σ. 39
  144. Davis 1977, σ. 39
  145. Davis 1977, σ. 40
  146. Bradbury 2009, σ. 78
  147. Bradbury 2009, σ. 78
  148. Bradbury 2009, σ. 78
  149. Bradbury 2009, σ. 79
  150. Gillingham 1994, σ. 31
  151. Chibnall 1991, σσ. 83–84; White 2000, σ. 36
  152. Bradbury 2009, σ. 81; White 2000, σσ. 36–37
  153. White 2000, σ. 37
  154. Bradbury 2009, σσ. 82–83; Davis 1977, σ. 47
  155. Bradbury 2009, σσ. 82–83
  156. Davis 1977, σ. 42
  157. Davis 1977, σ. 43
  158. Davis 1977, σ. 43
  159. Bradbury 2009, σ. 88
  160. Bradbury 2009, σ. 90
  161. Bradbury 2009, σ. 90
  162. Chibnall 1991, σ. 92
  163. Bradbury 2009, σ. 110
  164. Davis 1977, σ. 52
  165. Bradbury 2009, σ. 105
  166. Bradbury 2009, σ. 105
  167. Bradbury 2009, σ. 108
  168. Bradbury 2009, σσ. 108–109
  169. King 2010, σ. 154
  170. King 2010, σ. 155
  171. King 2010, σ. 156
  172. King 2010, σ. 175; Davis 1977, σ. 57
  173. King 2010, σ. 156
  174. King 2010, σ. 158; Carpenter 2004, σ. 171
  175. King 2010, σ. 158; Carpenter 2004, σ. 171
  176. Chibnall 1991, σ. 98
  177. Chibnall 1991, σ. 102
  178. Chibnall 1991, σ. 103
  179. King 2010, σ. 163; Chibnall 1991, σσ. 104–105
  180. Carpenter 2004, σ. 173; Davis 1977, σ. 68; Crouch 2008b, σ. 47
  181. Crouch 2008b, σ. 52
  182. Davis 1977, σ. 67
  183. Davis 1977, σσ. 67–68
  184. Blackburn 1994, σ. 199
  185. Barlow 1999, σ. 176
  186. Bradbury 2009, σ. 121; Barlow 1999, σ. 176; Chibnall 1991, σ. 113
  187. Barlow 1999, σ. 176; Chibnall 1991, σ. 113; Bennett 2000, σ. 106; Crouch 2002, σ. 261
  188. Barlow 1999, σ. 176; Chibnall 1991, σ. 113
  189. Chibnall 1991, σ. 113
  190. Barlow 1999, σ. 177; Chibnall 1991, σ. 114
  191. Barlow 1999, σ. 177
  192. Barlow 1999, σ. 177; Chibnall, σ.115.
  193. Barlow 1999, σ. 177
  194. Barlow 1999, σ. 178
  195. Bradbury 2009, σ. 136
  196. Chibnall 1991, σσ. 116–117
  197. Bradbury 2009, σ. 137
  198. Bradbury 2009, σ. 137
  199. Bradbury 2009, σ. 137
  200. Bradbury 2009, σ. 138
  201. Chibnall 1991, σ. 118
  202. Chibnall 1991, σσ. 120, 122
  203. Chibnall 1991, σσ. 123–125
  204. Davis 1977, σ. 78; Chibnall 1991, σσ. 120, 146
  205. Bradbury 2009, σ. 139
  206. Bradbury 2009, σ. 140
  207. Bradbury 2009, σ. 141
  208. Bradbury 2009, σ. 144
  209. Barlow 1999, σ. 179
  210. Amt 1993, σ. 7
  211. Bradbury 2009, σ. 158
  212. Bradbury 2009, σ. 147
  213. Bradbury 2009, σ. 146
  214. Bradbury 2009, σ. 146
  215. Chibnall 1991, σ. 121
  216. Barlow 1999, σ. 180
  217. Barlow 1999, σ. 180; Chibnall 1991, σσ. 148–149
  218. Barlow 1999, σ. 180
  219. Davis 1977, σσ. 111–112
  220. Chibnall 1991, σσ. 144–146
  221. Chibnall 1991, σ. 144
  222. Chibnall 1991, σ. 145
  223. Barlow 1999, σ. 180
  224. Chibnall 1991, σ. 146
  225. King 2010, σ. 243; Barlow 1999, σ. 180
  226. Chibnall 1991, σ. 148
  227. Chibnall 1991, σ. 148
  228. Chibnall 1991, σσ. 148–149
  229. Chibnall 1991, σσ. 151, 153
  230. Chibnall 1991, σ. 151
  231. Chibnall 1991, σσ. 150–152; Bradbury 2009, σ. 157
  232. Chibnall 1991, σ. 147
  233. Chibnall 1991, σσ. 154–155
  234. Chibnall 1991, σ. 155
  235. Bradbury 2009, σσ. 178–179
  236. Bradbury 2009, σ. 183; Crouch 2002, σ. 276; King 2010, σσ. 270, 280–283; Bradbury 2009, σσ. 189–190; Barlow 1999, σσ. 187–188
  237. Chibnall 1991, σ. 157
  238. Chibnall 1991, σ. 189
  239. Chibnall 1991, σ. 157
  240. Chibnall 1991, σσ. 158–159
  241. Chibnall 1991, σσ. 158–159
  242. Chibnall 1991, σσ. 162–163
  243. Chibnall 1991, σσ. 164–165
  244. Chibnall 1991, σ. 165
  245. Chibnall 1991, σ. 165
  246. Chibnall 1991, σ. 166
  247. Chibnall 1999, σ. 288
  248. Chibnall 1991, σ. 204
  249. Chibnall 1991, σ. 190
  250. Chibnall 1991, σσ. 190–191
  251. Chibnall 1991, σ. 191
  252. Chibnall 1991, σ. 25
  253. Chibnall 1991, σ. 192
  254. Chibnall 1991, σ. 192
  255. Chibnall 1991, σσ. 26, 48
  256. Chibnall 1991, σ. 48
  257. Chibnall 1991, σ. 48
  258. Chibnall 1991, σσ. 48–50
  259. Tolhurst 2013, σσ. 37–38
  260. Tolhurst 2013, σσ. 23–24
  261. Tolhurst 2013, σ. 38
  262. Tolhurst 2013, σσ. 38, 41–42; Beem 2009, σ. 8
  263. Tolhurst 2013, σσ. 38, 41–42; Beem 2009, σ. 8
  264. Chibnall 1991, σσ. 103–104
  265. White 2000, σσ. 40, 43
  266. White 2000, pp. 41–42
  267. White 2000, σ. 44
  268. White 2000, σσ. 40–41; Chibnall 1991, σ. 175
  269. White 2000, σ. 39
  270. White 2000, σ. 39
  271. White 2000, σ. 39
  272. Chibnall 1991, σ. 175
  273. White 2000, σ. 39
  274. Chibnall 1991, σ. 161
  275. Chibnall 1991, σσ. 177–178
  276. Chibnall 1991, σ. 177
  277. Chibnall 1991, σσ. 178–180
  278. Chibnall 1991, σσ. 179–180
  279. Chibnall 1991, σσ. 180–181
  280. Chibnall 1991, σσ. 183–185
  281. Chibnall 1991, σ. 188
  282. Chibnall 1991, σ. 3
  283. Chibnall 1991, σ. 197
  284. Chibnall 1991, σ. 195
  285. Chibnall 1991, σσ. 198–199
  286. Chibnall 1991, σ. 200
  287. Chibnall 1991, σσ. 200–201
  288. Chibnall 1991, σ. 201
  289. Chibnall 1991, σσ. 3, 201–202
  290. Chibnall 1991, σσ. 202–203
  291. Chibnall 1991, σσ. 2–3; Tolhurst 2013, σ. 19
  292. Chibnall 1991, σ. 204
  293. Chibnall 1991, σσ. 204–205
  294. Chibnall 1991, σσ. 204–205
  295. Tolhurst 2013, σ. 21
  296. Tolhurst 2013, σ. 21; Chibnall 1991, σσ. 204–205
  297. Ortenberg 2006, σ. 188
  298. Rielly 2000, σ. 62
  299. Rielly 2000, σσ. 68–69; Songer 1998, σσ. 105–107
  300. Lovelace 2003, σ. 119

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Amt, Emilie (1993), The Accession of Henry II in England: Royal Government Restored, 1149–1159, Woodbridge, UK: Boydell Press.
  • Barlow, Frank (1999), The Feudal Kingdom of England, 1042–1216 (5th ed.), Harlow, UK: Pearson Education.
  • Beem, Charles (2009), Levin, Carole; Bucholz, R. O. (eds.), Queens and Power in Medieval and Early Modern England, Lincoln, US: University of Nebraska Press.
  • Bennett, Matthew (2000), "The Impact of 'Foreign' Troops in the Civil Wars of Stephen's Reign", in Dunn, Diana E. S. (ed.), War and Society in Medieval and Early Modern Britain, Liverpool, UK: Liverpool University Press.
  • Blackburn, Mark (1994), "Coinage and Currency", in King, Edmund (ed.), The Anarchy of King Stephen's Reign, Oxford, UK: Clarendon Press.
  • Bradbury, Jim (2009), Stephen and Matilda: the Civil War of 1139–53, Stroud, UK: The History Press.
  • Carpenter, David (2004), The Struggle for Mastery: The Penguin History of Britain 1066–1284, London, UK: Penguin.
  • Castor, Helen (2010), She-Wolves: the Women Who Ruled England Before Elizabeth, London, UK: Faber and Faber.
  • Chibnall, Marjorie (1991), The Empress Matilda: Queen Consort, Queen Mother and Lady of the English, London, UK: Basil Blackwell.
  • Chibnall, Marjorie (1999), "The Empress Matilda and her Sons", in Parsons, John Carmi; Wheeler, Bonnie (eds.), Medieval Mothering, New York, US and London, UK: Garland Publishing
  • Crouch, David (1994), "The March and the Welsh Kings", in King, Edmund (ed.), The Anarchy of King Stephen's Reign, Oxford, UK: Clarendon Press.
  • Crouch, David (2002), The Normans: The History of a Dynasty, London, UK: Hambledon Continuum.
  • Crouch, David (2008a), The Beaumont Twins: the Roots and Branches of Power in the Twelfth Century, Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Crouch, David (2008b), "King Stephen and Northern France", in Dalton, Paul; White, Graeme J. (eds.), King Stephen's Reign (1135–1154), Woodbridge, UK: Boydell Press.
  • Davis, Ralph Henry Carless (1977), King Stephen (1st ed.), London, UK: Longman.
  • Gillingham, John (1994), "1066 and the Introduction of Chivalry into England", in Garnett, George; Hudsdon, John (eds.), Law and Government in Medieval England and Normandy: Essays in Honour of Sir James Holt, Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Green, Judith (2009), Henry I: King of England and Duke of Normandy, Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Hallam, Elizabeth M.; Everard, Judith A. (2001), Capetian France, 987–1328 (2nd ed.), Harlow, UK: Longman.
  • Hanley, Catherine (2019), Matilda: Empress, Queen, Warrior, Yale. doi:10.12987/9780300245066
  • Helmerichs, Robert (2001), "'Ad tutandos partriae fines': The Defense of Normandy, 1135", in Abels, Richard Philip; Bachrach, Bernard S. (eds.), The Normans and Their Adversaries at War, Woodbridge, UK: Boydell Press.
  • Hollister, C. Warren (2003), Frost, Amanda Clark (ed.), Henry I, New Haven, US and London, UK: Yale University Press.
  • Huscroft, Richard (2005), Ruling England, 1042–1217, Harlow, UK: Pearson.
  • King, Edmumd (2010), King Stephen, New Haven, US: Yale University Press.
  • Leyser, Karl (1982), Medieval Germany and Its Neighbours, 900–1250, London, UK: Hambledon Press.
  • Lovelace, Timothy J. (2003), The Artistry and Tradition of Tennyson's Battle Poetry, London, UK: Routledge.
  • Newman, Charlotte A. (1988), The Anglo-Norman Nobility in the Reign of Henry I: the Second Generation, Philadelphia, US: University of Pennsylvania Press.
  • Ortenberg, Veronica (2006), In Search of the Holy Grail: the Quest for the Middle Ages, London, UK: Hambledon Continuum.
  • Pain, Nesta (1978), Empress Matilda: Uncrowned Queen of England, London, UK: Butler & Tanner.
  • Rielly, Edward J. (2000), "Ellis Peters: Brother Cadfael", in Browne, Ray Broadus; Kreiser, Lawrence A. (eds.), The Detective as Historian: History and Art in Historical Crime, Bowling Green, US: Bowling Green State University Popular Press.
  • Songer, Marcia J. (1998), "Stephen or Maud: Brother Cadfael's Discernment", in Kaler, Anne K. (ed.), Cordially Yours, Brother Cadfael, Bowling Green, US: Bowling *Green State University Popular Press.
  • Stringer, Keith J. (1993), The Reign of Stephen: Kingship, Warfare and Government in Twelfth-Century England, London, UK: Routledge.
  • Thompson, Kathleen (2003), "Affairs of State: the Illegitimate Children of Henry I", Journal of Medieval History, 29 (2): 129–151.
  • Tolhurst, Fiona (2013), Geoffrey of Monmouth and the Translation of Female Kingship, New York, US: Palgrave Macmillan.
  • Vincent, Nicholas (2006), The Holy Blood: King Henry III and the Westminster Blood Relic, Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • White, Graeme J. (2000), Restoration and Reform, 1153–1165: Recovery From Civil War in England, Cambridge, UK: Cambridge University Press.