Αργείοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αρχαίο Άργος)

Αργεία

Περιοχή της αρχαίας Ελλάδας

Το λαξευμένο στον βράχο θέατρο στην αρχαία πόλη του Άργους
 
Τοποθεσία: Πελοπόννησος
Μεγαλύτερη πόλη: Άργος
Διάλεκτος: Δωρική
Περίοδος ακμής: 7ος αιώνας π.Χ.
 
Χάρτης της αρχαίας Αργολίδας

Αργείοι ονομάζονταν οι κάτοικοι του Άργους, ισχυρής πόλης-κράτους της αρχαίας Ελλάδας. Οι Αργείοι έλεγχαν την περιοχή του Αργολικού κάμπου ενώ στην ακμή τους κυριαρχούσαν σε μία περιοχή από την Αίγινα και τα νότια παράλια της Αργολίδας μέχρι την Κυνουρία.

Καταγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αργείοι ήταν λαός δωρικής καταγωγής. Κατέλαβαν την ισχυρή Μυκηναϊκή πόλη του Άργους γύρω στο 1.100 π.Χ. και στη συνέχεια εξαπλώθηκαν στις γύρω περιοχές εκτοπίζοντας τους προγενέστερους κατοίκους της περιοχής, Αχαιούς, Ίωνες και Δρύοπες. Το Άργος μαζί με τη Σπάρτη, την Κόρινθο, τα Μέγαρα και τη Μεσσήνη ήταν από τα ισχυρά δωρικά κέντρα της νότιας Ελλάδας.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ερείπια του ναού της Ήρας στο Άργος

Το Άργος κατοικήθηκε σε πολύ πρώιμη περίοδο από προελληνικούς πληθυσμούς τους οποίους οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αποκαλούσαν Πελασγούς. Σύμφωνα με τη μυθολογία πρώτος βασιλιάς του Άργους ήταν ο Ίναχος τον οποίο διαδέχτηκε ο μυθικός βασιλιάς Φορωνέας. Ο μύθος του Δαναού φανερώνει πως κατά την πρώιμη Μυκηναϊκή περίοδο περίπου το 1.500 με 1.600 π.Χ στο Άργος πήρε την εξουσία ένας καινούργιος λαός που προερχόταν σύμφωνα με τον Ηρόδοτο από την Αίγυπτο και τη Φοινίκη[1] ενώ σύμφωνα με άλλη άποψη οι νέοι κάτοικοι ήταν Αχαιοί. Το Άργος μετεξελίχθηκε σε ισχυρό κέντρο της Μυκηναϊκής περιόδου. Γύρω στο 1.300 π.Χ. ο βασιλιάς του Άργους Άδραστος μαζί με άλλους έξι βασιλιάδες πόλεων εκστράτευσε κατά της Θήβας, γεγονός που περιγράφεται από την τραγωδία του Αισχύλου Επτά επί Θήβας [2]. Ο Όμηρος στον κατάλογο των Νεών αναφέρει συμμετοχή του Άργους στον Τρωικό πόλεμο με Βασιλιά τον Διομήδη. Από τον Όμηρο φαίνεται πως το Άργος εξουσίαζε τότε όλη σχεδόν τη σημερινή Αργολίδα[3].

Κάθοδος των Δωριέων και Γεωμετρική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την κάθοδο των Δωριέων γύρω στο 1.100 π.Χ. το Άργος γίνεται από τις πρώτες πόλεις της Πελοποννήσου που περνούν στην εξουσία των Δωριέων. Με κέντρο το Άργος οι Δωριείς εξαπλώνονται σταδιακά στη γύρω περιοχή και καταστρέφουν τα παλαιότερα Μυκηναϊκά κέντρα. Οι Δωριείς του Άργους καταλαμβάνουν μία μεγάλη περιοχή από την Κυνουρία μέχρι την Αίγινα, ενώ με αφετηρία την Αργολίδα αποικίζουν τη Ρόδο, ιδρύοντας τη Λίνδο και τις νότιες Κυκλάδες. Πρώτος βασιλιάς του Άργους μετά την κάθοδο των Δωριέων αναφέρεται ο Τήμενος ή Τέμενος, ο οποίος ίδρυσε τη δυναστεία των Τημενιδών. Με τους Δωριείς φαίνεται να ξεκίνησε στο Άργος και η λατρεία της Ήρας. Από εκείνη την περίοδο Αργείοι αποκαλούνταν πλέον οι Δωριείς κάτοικοι του Άργους.

Στο τέλος του 11ου αιώνα π.Χ. ο βασιλιάς της Σπάρτης Εχέστρατος εισβάλλει με τις δυνάμεις του στην περιοχή της Κυνουρίας με το πρόσχημα της τιμωρίας των ληστών, που με ορμητήριο τη περιοχή, προξενούσαν καταστροφές στους Αργείους συγγενείς του. Βέβαια οι Κυνουριείς αντιστάθηκαν, αλλά στο τέλος επικράτησε η Σπάρτη. Οι Αργείοι δεν έπαψαν όμως να θεωρούν την Κυνουρία Αργολική γη και γι' αυτό έκαναν τα πάντα για να την ανακτήσουν. Λίγα χρόνια μετά την επιδρομή των Σπαρτιατών, το Άργος και η Σπάρτη συγκρούστηκαν γι'αυτήν την περιοχή, αλλά η μάχη δεν έβγαλε νικητή. Από αυτό το γεγονός όμως ξεκινάει το μεγάλο μίσος ανάμεσα στη Σπάρτη και το Άργος.

Αρχαϊκή περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αυτήν την περίοδο, η πόλη του Άργους έφτασε στο απόγειο της δύναμη της, έχοντας υπό την κατοχή της σχεδόν τη μισή Πελοπόννησο, την Αίγινα και τα Κύθηρα. Παράλληλα ήρθε σε αντιπαράθεση με τη Σπάρτη για τις περιοχές της Θυρέας, της Κυνουρίας, της χερσονήσου του Μαλέα και για τα Κύθηρα. Στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. το Άργος βοήθησε την πόλη του Έλους, κατά την πολιορκία της από τους Σπαρτίατες, και αργότερα βοήθησε τους Μεσσήνιους στο πόλεμο εναντίον της Σπάρτης. Παράλληλα, αρκετές πόλεις της Αργολίδας υποστήριζαν τους Σπαρτιάτες εξαιτίας της πίεσης που δέχονταν από το Άργος. Έτσι οι Σπαρτιάτες μαζί με τη βοήθεια της Ασίνης εισέβαλαν στα εδάφη του Άργους και τα λεηλάτησαν. Σε αντίποινα, ο Έρατος, βασιλιάς του Άργους εκείνη την εποχή,κατέστρεψε ολοκληρωτικά την πόλη της Άσινης (720 π.Χ).

Στη μέγιστη ακμή του έφτασε το Άργος την εποχή του τυράννου Φείδωνα. Ο Φείδωνας συγκέντρωσε όλες τις εξουσίες στα χέρια του και γι'αυτόν τον λόγο ονομάστηκε τύραννος. Την εποχή αυτή το Άργος ήταν η ισχυρότερη πόλη της αρχαίας Ελλάδας μαζί με την Σπάρτη. Σύντομα η αυξανόμενη δύναμη του Άργους και της Σπάρτης έφερε αυτές τις δύο πόλεις σε σύγκρουση. Το 675 π.Χ. ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στο Άργος και τη Σπάρτη, και τελείωσε το 669 π.Χ. με τη νίκη των Αργείων στις Υσσιές. Το 668 π.Χ. οι Αργείοι υπό τον Φείδωνα πήραν το μέρος της Πίσας στην αντιπαράθεση που είχε η πόλη με τη γειτονική Ήλιδα σχετικά με τον έλεγχο των Ολυμπιακών Αγώνων. Η Πίσα, μαζί με τους Αργείους, τους Αρκάδες και τους Μεσσήνιους κατάφερε να νικήσει τους Ηλείους και να πάρει τον έλεγχο των αγώνων. Οι Αργείοι βοήθησαν και τους Αρκάδες στις αντιπαραθέσεις που είχαν με τη Σπάρτη. Μάλιστα ο Μέλτας, εγγονός του Φείδωνα έδωσε περιοχές που ανήκαν στο Άργος, στους Αρκάδες. Γι αυτόν τον λόγο, διώχτηκε από την πόλη του Άργους, και ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της. Γύρω στο 600 π.Χ. οι Αργείοι πήραν υπό την κατοχή τους την πόλη του Ναυπλίου, το οποίο και κατέστησαν ως λιμάνι και ναύσταθμό τους.

Μεσσηνιακοί Πόλεμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αργείοι συμμετείχαν στους Μεσσηνιακούς πολέμους ως σύμμαχοι των Μεσσηνίων. Στον Α' Μεσσηνιακό Πόλεμο,σε μια μάχη που έγινε το 722 π.Χ. Μεσσήνιοι, Αργείοι, Αρκάδες και Σικυώνιοι νίκησαν τα αντίπαλα στρατεύματα των Σπαρτιατών και των Κορινθίων, όμως είχαν και οι ίδιοι βαριές απώλειες. Στον Β' Μεσσηνιακό Πόλεμο, οι Αργείοι συνέχισαν να υποστηρίζουν τους Μεσσήνιους, και μετά τη λήξη του πολέμου, και την ήττα των Μεσσηνίων από τους Σπαρτιάτες, πρόσφεραν καταφύγιο σε αρκετούς από τους ηττημένους.

Η Μάχη της Θυρέας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Μάχη της Θυρέας

Το 546 π.Χ. διεξήχθη η περίφημη μάχη της Θυρέας μεταξύ του Άργους και της Σπάρτης, για την κατοχή της περιοχής.Οι δυο πόλεις συμφώνησαν σε μια μάχη ανάμεσα σε 300 επίλεκτους από κάθε πλευρά, για να αποφύγουν την άσκοπη αιματοχυσία. Αρχηγός των Σπαρτιατών ήταν ο Οθρυάδης και των Αργείων ο Θέρσανδρος. Η μάχη έγινε στην τοποθεσία Πάρπαρο[4].Η μάχη ήταν σκληρή και κράτησε μέχρι τη νύχτα. Όταν τελείωσε είχαν μείνει μόνο τρεις άνθρωποι ζωντανοί δύο Αργείοι, ο Αλκήνωρ και ο Χρόμιος, και ένας Σπαρτιάτης, ο Οθρυάδης. Ο Οθρυάδης όμως ήταν βαριά τραυματισμένος, από τον Αργείο Περίλαο, και ήταν πεσμένος ανάμεσα στους νεκρούς. Οι Αργείοι ,θεωρώντας ότι ήταν οι μόνοι ζωντανοί έτρεξαν στο Άργος για να αναφέρουν τη νίκη τους. Ο Οθρυάδης όμως, συγκεντρώνοντας τις τελευταίες του δυνάμεις, απογύμνωσε τους νεκρούς Αργείους από τον οπλισμό τους και έστησε τρόπαιο, στο οποίο έγραψε «Λακεδαιμόνιοι κατά Αργείων». Την άλλη μέρα, οι στρατοί των δύο πόλεων πήγαν στο πεδίο της μάχης για να διαπιστώσουν το αποτέλεσμα και η νίκη αμφισβητήθηκε. Αποτέλεσμα ήταν να έρθουν σε νέα σύγκρουση, κατά την οποία νικητές αναδείχθηκαν οι Σπαρτιάτες. Μετά από αυτήν τη μάχη, η Θυρέα περιήλθε στην επικράτεια της Σπάρτης

Κλασική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μάχη της Σηπείας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 494 π.Χ. ο βασιλιάς της Σπάρτης, Κλεομένης, οδήγησε τον Σπαρτιατικό στρατό εναντίον του Άργους. Με πλοία που του έδωσαν η Σικυώνα και η Αίγινα αποβίβασε τον στρατό του κοντά στο Ναύπλιο. Οι Αργείοι βγήκαν από την πόλη για να τους συναντήσουν. Πρόσφατα είχαν λάβει ένα χρησμό από τους Δελφούς που τους προειδοποιούσε να προσέχουν τα μηχανεύματα των Σπαρτιατών. Γι'αυτό οι Αργείοι αρχηγοί έδωσαν διαταγή στους άντρες τους, να παρακολουθούν στενά τους Σπαρτιάτες και να κάνουν ότι κάνουν και αυτοί. Ο Κλεομένης σύντομα το κατάλαβε αυτό, και μια μέρα διέταξε να δοθεί σάλπισμα για το μεσημεριανό, και οι Αργείοι έκαναν το ίδιο. Όμως αυτό ήταν παραπλανητικό καθώς ο Κλεομένης έδωσε εντολή να επιτεθούν στους Αργείους, οι οποίοι πιάστηκαν απροετοίμαστοι και υπέστησαν οδυνηρή ήττα με βαριές απώλειες. Όσοι γλύτωσαν κατέφυγαν στο ιερό άλσος του ήρωα Άργους. Ο Κλεομένης έμαθε τα ονόματα πολλών από αυτούς και τους καλούσε έναν-έναν έξω λέγοντας ψέματα ότι είχαν πληρωθεί τα λύτρα για να ελευθερωθούν και να τους χαριστεί η ζωή. Οι άνδρες έβγαιναν από το άλσος και λίγο πιο πέρα στο δάσος, οι Σπαρτιάτες τους σκότωναν έναν-έναν, ώσπου κάποιος κατάφερε να ενημερώσει για την παγίδα όσους είχαν μείνει στο ιερό άλσος. Αφού οι άνδρες έπαψαν να βγαίνουν, ο Κλεομένης τότε διέταξε να βάλουν φωτιά στο άλσος. Περίπου 5-6 χιλιάδες Αργείοι πέθαναν εκείνη τη μέρα. Έπειτα οι Σπαρτιάτες κινήθηκαν εναντίον της πόλης του Άργους όπου εκεί αντίκρισαν τις γυναίκες, τα παιδιά και τους δούλους του Άργους έτοιμους να υπερασπιστούν την πόλη τους ξεσηκωμένοι από την ποιήτρια Τελέσιλλα. Ωστόσο ο Κλεομένης δεν επιτέθηκε, και επέστρεψε με τον στρατό του στη Σπάρτη όπου και κατηγορήθηκε από τους εφόρους ότι δεν κυρίεψε το Άργος τη στιγμή που του δόθηκε τόση μεγάλη ευκαιρία. Μέτα από αυτήν την ήττα το Άργος έχασε από την επιρροή του τις Μυκήνες και την Τίρυνθα.

Το Άργος δεν έλαβε μέρος στους περσικούς πολέμους λόγω του μίσους που είχε για τη Σπάρτη. Όταν οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες πρότειναν στους Αργείους να μπουν στην ελληνική συμμαχία, τότε αυτοί ζήτησαν να μοιραστούν την αρχηγία από κοινού με τη Σπάρτη. Αθήνα και Σπάρτη δεν το δέχθηκαν αυτό. Μάλιστα ο χρησμός που πήραν οι Αργείοι από του Δελφούς τους συμβούλευε να παραμείνουν ουδέτεροι.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αίγινας και της Αθήνας (488-481 π.Χ.),1000 Αργείοι υπό τον Ευρυβάτη, διακεκριμένο αθλητή στο πένταθλο, στάλθηκαν στο νησί να βοηθήσουν τους κατοίκους να ανατρέψουν την κυβέρνηση, αλλά απέτυχαν και λίγοι από αυτούς γύρισαν στο Άργος. Ο ίδιος ο Ευρυβάτης προκάλεσε τους πολεμιστές των Αθηναίων σε μονομαχία και σκότωσε τρεις από αυτούς διαδοχικά. Στο τέλος όμως πέθανε από τον Σοφάνη, ήρωα της μάχης των Πλαταιών.

Μετά τον οστρακισμό του, ο Θεμιστοκλής κατέφυγε στο Άργος όπου ενίσχυσε τη δημοκρατική παράταξη της πόλης και διαμόρφωσε εχθρικό κλίμα προς τη Σπάρτη. Με ενέργειες του Θεμιστοκλή δημιουργήθηκε η συμμαχία Άργους και Τεγέας. Ο Θεμιστοκλής διώχθηκε από το Άργος πιθανότερα το 465 π.Χ, με ενέργειες των Σπαρτιατών. Την ίδια χρονιά οι Σπαρτιάτες συγκρούστηκαν με τους Αργείους και Τεγεάτες στην Τεγέα όπου και νίκησαν. Λίγο πριν το 468 π.Χ. οι Αργείοι είχαν προχωρήσει στη κατάληψη και την ισοπέδωση των Μυκηνών[5] και της Τίρυνθας, οι κάτοικοι των οποίων εκδιώχθηκαν. Οι Τιρύνθιοι τότε κατέφυγαν στην περιοχή της Ερμιονίδας όπου τους παραχωρήθηκε από τους Ερμιονείς για εγκατάσταση η παραλιακή πόλη Αλιείς.

Το 461 π.Χ. το Άργος κλείνει συμμαχία με την Αθήνα. Με το κλείσιμο αυτής της συμμαχίας οι σχέσεις της Αθήνας και της Σπάρτης επιδεινώθηκαν. Λίγο μετά τη σύναψη της συμμαχίας η Σπάρτη εκστράτευσε κατά του Άργους, όμως ηττήθηκε από τις δυνάμεις των Αργείων και Αθηναίων στην Οινόη, λίγο έξω από το Άργος (460 π.Χ.). Το 457 π.Χ. έγινε η μάχη της Τανάγρας μεταξύ των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους από τη μια πλευρά, τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους από την άλλη. Οι Αργείοι συμμετείχαν με χίλιους άντρες, με την πλευρά των Αθηναίων. Την πρώτη μέρα της μάχης δεν αναδείχθηκε νικητής,αν και οι Αργείοι παραλίγο να χαρίσουν τη νίκη καθώς διακρίθηκαν ιδιαίτερα στο πεδίο της μάχης. Τη δεύτερη ημέρα οι Θεσσαλοί πρόδωσαν τους Αθηναίους και τους Αργείους και πήγαν με το μέρος των Σπαρτιατών, δίνοντας τη νίκη στους τελευταίους. Με την τριακονταετή ειρήνη του 446 π.Χ. που ονομάστηκαν Τριακονταετείς Σπονδές το Άργος εξασφάλισε ειρήνη με τη Σπάρτη, γεγονός που το εμπόδισε να εμπλακεί στον Πελοποννησιακό πόλεμο κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου.

Ο Συνασπισμός του Άργους και η Μάχη της Μαντίνειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 421 π.Χ. κατά την περίοδο που ίσχυε η Νικίειος ειρήνη η Σπάρτη και η Αθήνα ίδρυσαν μεταξύ τους μια νέα συμμαχία,η οποία προκάλεσε την αντίδραση διάφορων πόλεων. Η Κόρινθος, που δεν είχε αποδεχθεί ούτε την ειρήνη και τους όρους της καθώς έχανε τρεις αποικίες που ήταν στα χέρια των Αθηναίων (Ποτίδαια, Ανακτόριον και Σόλλιον) προειδοποίησε τους Αργείους ότι η νέα αυτή συμμαχία στόχευε στην υποδούλωση της Πελοποννήσου, και τους ενθάρρυνε να ηγηθούν μιας νέας συμμαχίας που θα είχε ως στόχο την προάσπιση της ελευθερίας της Πελοποννήσου. Το Άργος δέχθηκε, και διόρισε δώδεκα άντρες με πλήρη εξουσιοδότηση να συνάψουν συμμαχία με οποιαδήποτε πόλη εκτός της Αθήνας και της Σπάρτης. Παράλληλα με δημόσια δαπάνη εκπαίδευσαν χίλιους νέους που ξεχώριζαν στη δύναμη. Η πρώτη πόλη που εισήλθε στον νέο αυτό συνασπισμό ήταν η Μαντίνεια, διότι φοβούνταν επίθεση από τη Σπάρτη, καθώς είχαν διαπληκτιστεί με τους Τεγεάτες που είχαν επεκτείνει τα εδάφη τους σε βάρος των γειτόνων τους, και ακόμη είχαν χτίσει οχυρό στα σύνορα τους με τη Λακωνία. Ακολούθησε η Ήλιδα και τελικά η Κόρινθος μαζί με τους Χαλκιδικιείς συμμάχους της. Οι Μεγαρείς όμως και οι Βοιωτοί απέρριπταν τα διαβήματα των Αργείων ενώ και η Τεγέα αρνήθηκε στην πρόταση που της έκανε η Κόρινθος. Η Σπάρτη μάλιστα έκανε νέα συμφωνία με τη Βοιωτία παρέχοντας τους εγγυήσεις σε τυχόν επίθεση από την Αθήνα. Σύντομα και η Κόρινθος εγκατέλειψε τη συμμαχία. Οι Αργείοι φοβήθηκαν ότι Σπάρτη, Αθήνα, Βοιωτία και Κόρινθος θα συνεργαζόνταν, και έτσι έστειλαν πρέσβεις στη Σπάρτη όπου πρότειναν τη σύναψη μιας πενηντάχρονης ειρήνης με μόνη επιφύλαξη να διατηρήσουν και οι δύο πλευρές το δικαίωμα να ζητήσουν στο μέλλον τη διεξαγωγή μάχης περιορισμένης έκτασης με σκοπό να κριθεί η τύχη της Κυνουρίας. Οι Σπαρτιάτες αρχικά αρνήθηκαν, αλλά αφού μελέτησαν βαθύτερα την πρόταση δέχθηκαν. Πριν επιστρέψουν όμως οι πρέσβεις στο Άργος κομίζοντας την επίσημη έγκριση, τα πράγματα άλλαξαν καθώς η Αθήνα ήρθε εκ νέου σε ρήξη με τη Σπάρτη και με ενέργειες του Αλκιβιάδη έκλεισε συμμαχία με το Άργος καθώς και με τους Μαντινείς και τους Ηλείους. Σύντομα οι σύμμαχοι θα προσπαθήσουν να εντάξουν και την Κόρινθο στη συμμαχία, αυξάνοντας την πίεση εναντίον της. Το 419 π.Χ. οι Αθηναίοι θα εκστρατεύσουν προς την Πάτρα, που μέχρι τότε ανήκε στην Πελοποννησιακή Συμμαχία, και οι Πατρινοί θα πεισθούν από τον Αλκιβιάδη να μπουν στο συνασπισμό του Άργους. Οι Αθηναίοι μάλιστα προσπάθησαν να ανεγείρουν και φρούριο στο Ρίο χωρίς επιτυχία όμως διότι έσπευσαν οι Κορίνθιοι και οι Σικυώνιοι για να τους εμποδίσουν. Την ίδια χρονιά οι Αργείοι άρχισαν να πολιορκούν την Επίδαυρο σύμμαχο της Σπάρτης. Τότε οι Σπαρτιάτες βρήκαν την ευκαιρία και άρπαξαν τα όπλα εναντίον του Άργους. Ο βασιλιάς της Σπάρτης, Άγις, τις δυο πρώτες φορές που εκστράτευσε εναντίον των Αργείων αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στη Σπάρτη άπραγος λόγω δυσοίωνων σημαδιών.

Το καλοκαίρι του 418 π.Χ. Ο Άγις ξεκίνησε με 8.000 οπλίτες, Σπαρτιάτες, Τεγεάτες και από κάποιες πόλεις της Αρκαδίας, εναντίον του Άργους. Οι υπόλοιποι σύμμαχοι της Σπάρτης από την Κόρινθο, τη Βοιωτία, τα Μέγαρα, τη Σικυώνα, τον Φλιούντα, την Επίδαυρο και την Πελλήνη συγκέντρωσαν 12.000 οπλίτες, 5.000 ψιλούς και 1.000 ιππείς στον Φλιούντα. Εναντίον τους το Άργος συγκέντρωσε 7.000 οπλίτες, η Ήλιδα 3.000 και η Μαντίνεια 2.000 ενώ οι Αθηναίοι δεν είχαν στείλει ακόμη δυνάμεις. Οι Αργείοι και οι σύμμαχοι τους έσπευσαν να αντιμετωπίσουν τον Άγι πριν αυτός ενωθεί με τον υπόλοιπο στρατό του. Στο Μεθύδριον, οι Αργείοι του έκλεισαν τον δρόμο,και τις διόδους που οδηγούσαν προς τη Μαντίνεια και το Άργος. Κατά τη διάρκεια της νύχτας όμως οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να ξεφύγουν και να ενωθούν με τους συμμάχους τους στον Φλιούντα. Έπειτα κατευθύνθηκαν προς το Άργος. Την ίδια ώρα οι Άργειοι και οι σύμμαχοι τους βάδισαν και αυτοί προς την πόλη του Άργους. Ο Άγις χώρισε τον στρατό του σε τρία μέρη. Οι Βοιωτοί, οι Σικυώνιοι και οι Μεγαρείς και όλο το ιππικό προχώρησαν από το στενό του Τρητού. Οι Κορίνθιοι, οι Πελληνείς και οι Φλιάσιοι ακολούθησαν τη διάβαση του όρους Κηλώσσα και οι Σπαρτιάτες, οι Τεγεάτες και οι Επιδαυρίοι μια τρίτη οδό που τους έφερε πιο κοντά στα νώτα των Αργείων και των σύμμαχων τους. Την άλλη μέρα και ενώ οι Σπαρτιάτες ήδη λεηλατούσαν τα περίχωρα του Άργους,οι ίδιοι οι Αργείοι που είχαν στρατοπεδεύσει στη Νεμέα έσπευσαν να επιστρέψουν στην πόλη τους. Στον δρόμο όμως ενεπλάκησαν σε αψιμαχίες με τους Κορίνθιους και τους Φλιασίους και καθυστέρησαν. Όταν έφτασαν επιτέλους κοντά στο Άργος, βρέθηκαν περικυκλωμένοι από τρεις στρατούς. Στον κάμπο οι Σπαρτιάτες και οι συμμάχοι τους, τους είχαν αποκόψει από την πόλη τους. Στα ψηλώματα ήταν οι Κορίνθιοι, οι Φλιάσιοι και οι Πελληνείς, ενώ οι Σικυώνιοι, οι Βοιωτοί και οι Μεγαρείς κρατούσαν τον δρόμο της Νεμέας. Παρόλο αυτά οι Αργείοι και οι σύμμαχοί τους ετοιμάστηκαν να δώσουν μάχη. Λίγο πριν τη σύγκρουση όμως, δύο Αργείοι ο Θράσυλος, στρατηγός των Αργείων, και ο Αλκίφρων, πρόξενος του Άργους στη Σπάρτη, ζήτησαν να μιλήσουν με τον Άγι. Οι δύο Αργείοι κατάφεραν να πετύχουν τετράμηνη ανακωχή, και έτσι δεν δόθηκε μάχη. Και οι δύο στρατοί εξοργίστηκαν με αυτήν την απόφαση, επειδή, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, πίστευαν πως η μάχη θα γινόταν κάτω από ευνοϊκές συνθήκες για τους ίδιους. Οι Αργείοι μάλιστα όταν επέστρεψαν στην πόλη τους, δήμευσαν την περιουσία του Θράσυλου και τον λιθοβόλησαν. Ο Θράσυλος, γλύτωσε τελευταία στιγμή όταν κατέφυγε ικέτης σε έναν βωμό.

Όταν έφτασαν οι Αθηναίοι στο Άργος με 1.000 οπλίτες και 300 ιππείς, ο Αλκιβιάδης έπεισε τους συμμάχους να επιτεθούν στον Ορχομενό, σύμμαχο της Σπάρτης. Οι Αργείοι στην αρχή δεν δέχθηκαν,αλλά μετά από λίγο ενίσχυσαν τους συμμάχους τους στον Ορχομενό, ο οποίος γρήγορα έπεσε στα χέρια των συμμάχων. Οι Σπαρτιάτες μαθαίνοντάς τα νέα ξεκίνησαν με τον στρατό τους με κατεύθυνση την Τεγέα. Την ίδια ώρα Οι Αργείοι, οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι τους ξεκίνησαν για τη Μαντίνεια. Οι Ηλείοι όμως δεν τους ακολούθησαν, καθώς επιθυμούσαν να κινηθούν προς το Λέπρεον, που παλιά ήταν υπό κατοχή τους και τώρα ήταν στα χέρια των Σπαρτιατών. Έτσι επέστρεψαν πίσω στην Ηλεία. Εν τω μεταξύ οι σύμμαχοι, είχαν καταλάβει μια ισχυρή αμυντική θέση στο όρος Αλήσιον. Ο Άγις, ο οποίος ήθελε να επανορθώσει για το λάθος του στο Άργος, διέταξε τον στρατό του να επιτεθεί στους αντιπάλους ανεβαίνοντας το όρος. Λίγο πριν φτάσουν όμως σε απόσταση βολής λίθου ή ακοντίου, ένας από τους συμβούλους του Άγι, του φώναξε πως "προσπαθούσε να διορθώσει το ένα κακό με άλλο". Ο Άγις κατάλαβε ο λάθος του και διέταξε τον στρατό του να υποχωρήσει. Οι Αργείοι μπορούσαν να το εκμεταλλευτούν αυτό και να επιτεθούν στους Σπαρτιάτες, κατεβαίνοντας με ορμή από το όρος, αλλά οι στρατηγοί τους τους άφησαν να φύγουν ανενόχλητοι, προφανώς θέλοντας να ανταποδώσουν στον Άγι για την πράξη του τελευταίου στο Άργος. Οι στρατιώτες όμως του Άργους κατηγόρησαν τους στρατηγούς τους για προδοσία. Έτσι οι στρατηγοί αποφάσισαν να κινηθούν πιο γρήγορα για να αντιμετωπίσουν τους Σπαρτιάτες.

Η μάχη έγινε στον κάμπο της Μαντίνειας. Στο δεξιό κέρας του συνασπισμού του Άργους, παρατάχθηκαν 2.000 Μαντινείς και Αρκάδες σύμμαχοι και οι 1.000 επίλεκτους Αργείοι. Στο κέντρο είχαν παραταχθεί οι υπόλοιποι οπλίτες του Άργους, καθώς και άντρες από τις Ορνεές και τις Κλεωνές, όλοι μαζί κοντά στους 3.500 οπλίτες. Στο αριστερό κέρας ήταν οι Αθηναίοι, 1.000 οπλίτες και 300 ιππείς. Σύνολο, ο στρατός του συνασπισμού αποτελούνταν από περίπου 7.800 άντρες. Παράλληλα περίμεναν την επιστροφή των Ηλείων και ενισχύσεις από την Αθήνα, αλλά αυτοί έφτασαν μετά τη μάχη. Η αντίπαλη παράταξη, στο αριστερό της κέρας είχε τους Σκιρίτες, τους νεοδαμώδεις και αρκετούς από τους άντρες που είχαν πολεμήσει με τον Βρασίδα στη Θράκη. Στο κέντρο βρίσκονταν 3.600 Σπαρτιάτες και 1.000 Αρκάδες (Ηραιείς και Μαινάλιοι. Στη δεξιά πτέρυγα είχαν τοποθετεί 2.000 Τεγεάτες μαζί με λίγους Σπαρτιάτες. Ακόμη οι Σπαρτιάτες είχαν ιππικό και και στα δυο πλευρά τους. Συνολικά οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοι τους είχαν περίπου 8.500 άντρες. Πριν τη μάχη οι Αργείοι, οι Αθηναίοι, οι Μαντινείς και οι λοιποί σύμμαχοι απεύθηναν παραινέσεις προς τους στρατιώτες τους. Έπειτα από λίγο η επίθεση αρχίζει. Οι μεν Αργείοι και οι σύμμαχοι τους βάδιζαν γρήγορα και με ορμή ασυγκράτητη, ενώ αντίκρυ τους οι Σπαρτιάτες προχωρούσαν αργά, στο ρυθμό των αυλών, για να διατηρήσουν την πειθαρχία της φάλαγγας. Λίγο πριν τη σύγκρουση, ο Άγις, βλέποντας ότι στο αριστερό του κέρας οι δυνάμεις του ήταν λιγότερες από των αντιπάλων, διέταξε τον Αριστοκλή και τον Ιππονοίδα να μεταφέρουν δύο λόχους από το δεξί κέρας στο αριστερό. Ωστόσο οι δύο πολέμαρχοι αρνήθηκαν να υπακούσουν, διότι πίστευαν ότι ήταν αδύνατο να γίνει κάτι τέτοιο εν ώρα κίνησης του στρατού χωρίς να καταρρεύσει ο σχηματισμός. Με το που συμπλέκονται οι δύο στρατοί σε μάχη, γρήγορα οι χίλιοι επίλεκτοι Αργείοι και οι Μάντινεις στο δεξιό κέρας, νικάνε τους αντιπάλους τους και τους τρέπουν σε φυγή κυνηγώντας τους μέχρι το στρατόπεδο τους. Στο κέντρο όμως κατάφεραν να υπερισχύσουν οι Σπαρτιάτες και μαζί με τους Τεγέατες και τους υπόλοιπους Αρκάδες, επιτέθηκαν στους Αθηναίους που αντιστέκονταν ακόμη. Οι Αθηναίοι παραλίγο να περικυκλωθούν, τελικά όμως διασώθηκαν χάρις στο ιππικό τους. Οι Μαντινείς και οι επίλεκτοι Αργείοι επιστρέφοντας από την καταδίωξη βλέποντας ότι ο υπόλοιπος στρατός είχε ηττηθεί και είχε υποχωρήσει, προσπάθησαν να ενωθούν μαζί του. Οι Σπαρτιάτες όμως μαζί με όλους τους συμμάχους κατάφεραν να τους περικυκλώσουν. Αργείοι και Μαντινείς υστερούσαν κατά πολύ αριθμητικά, ήταν όμως έτοιμοι να πολεμήσουν. Λίγο πριν ο Άγις διατάξει επίθεση, ένας από τους συμβούλους του, ο Φάραξ, τον συμβούλεψε να αφήσει στους Αργείους μια δίοδο διαφυγής και να μην διακινδυνεύσει να μάθει από πρώτο χέρι, ποια είναι η ανδρεία αυτών που τους εγκατέλειψε η τύχη. Ο Άγις συμφώνησε, και έτσι οι περισσότεροι Αργείοι επίλεκτοι σώθηκαν, αλλά ταυτόχρονα οι Μαντινείς είχαν βαριές απώλειες. Συνολικά οι Αργείοι οι Ορνεάτες και οι Κλεωνείς έχασαν περίπου 700 άντρες, οι Αθηναίοι 200 και τους δύο στρατηγούς τους, και οι Μαντινείς με τους Αρκάδες συμμάχους τους κοντά στους 200. Από την άλλη πλευρά οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοι τους, έχασαν γύρω στους 300 άντρες.

Πολιτικές Αναταραχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη μάχη έφτασαν επιτέλους ενισχύσεις, 3.000 Ηλείοι και 1.000 Αθηναίοι, και ολόκληρος ο δημοκρατικός συνασπισμός κινήθηκε προς το Άργος για να διώξει τους Επιδαύριους που είχαν επιτεθεί στην πόλη. Σύντομα όμως οι ολιγαρχικοί στο Άργος, που είχαν φιλοσπαρτιατικά συναισθήματα, πήραν κεφάλι και συνθηκολόγησαν με τη Σπάρτη. Το Άργος έφυγε από τον δημοκρατικό συνασπισμό, απέσυρε τον στρατό του από τον Ορχομενό και την Επίδαυρο, αναγκάζοντας παράλληλα τους πρώην σύμμαχους του να κάνουν το ίδιο, και έκλεισε νέα συμμαχία με τη Σπάρτη. Στη συνέχεια, οι χίλιοι επίλεκτοι Αργείοι μαζί με ισάριθμους Σπαρτιάτες εκστράτευσαν κατά της Σικυώνας όπου και εγκατέστησαν ολιγαρχία. Μετά από λίγο καιρό έκαναν το ίδιο και στο Άργος. Οι Αργείοι ολιγαρχικοί θανάτωσαν αρκετούς από τους ηγέτες των δημοκρατικών, κατέλυσαν τους νόμους και πήραν τη δημόσια διοίκηση στα χέρια τους. Τον Αύγουστο του 417 π.Χ. όμως οι δημοκρατικοί εξεγέρθηκαν, σκοτώνοντας και εξορίζοντας πολλούς από τους ολιγαρχικούς, και αποκατέστησαν τη δημοκρατία. Έπειτα, ύστερα από συμβουλή του Αλκιβιάδη, με τη βοήθεια των Ηλείων έχτισαν μακρά τείχη που ένωναν την πόλη του Άργους με τη θάλασσα. Οι Σπαρτιάτες όμως κατεδάφισαν ότι είχαν χτίσει και κατέλαβαν τις Υσιές, που ανήκαν στους Αργείους. Οι Αργείοι αντέδρασαν και επιτέθηκαν στον Φλιούντα όπου είχαν καταφύγει πολλοί από τους εξόριστους ολιγαρχικούς. Το 416 π.Χ. οι δημοκρατικοί Αργείοι μαζί με τον Αλκιβιάδη συνέλαβαν 300 άντρες που ήταν ύποπτοι για συνεργασία με τη Σπάρτη, και τους σκόρπισαν σε διάφορα νησιά του Αιγαίου.

Το 415 π.Χ. οι Άργειοι συμμετείχαν στην Εκστρατεία στη Σικελία των Αθηναίων και των σύμμαχων τους με 500 οπλίτες. Μάλιστα διακρίθηκαν ιδιαίτερα στην πρώτη μάχη που έγινε στις Συρακούσες, όπου και χάρισαν τη νίκη στους Αθηναίους, όταν οι Αργείοι ήταν πρώτοι από όλους έτρεψαν τους αντιπάλους τους σε φυγή. Τελικά όμως, η εκστρατεία αποδείχθηκε καταστροφική για τους Αθηναίους. Την ίδια περίοδο οι Αργείοι και οι Σπαρτιάτες έκαναν επιδρομές ο ένας στα εδάφη του άλλου. Το 413 π.Χ. οι Αργείοι έπεισαν τους Αθηναίους να κατασκευάσουν από κοινού ένα οχυρό στο ακρωτήριο του Μαλέα, απέναντι από τα Κύθηρα. Στόχευαν το οχυρό αυτό να γίνει τόπος συγκέντρωσης για τους είλωτες που θα αυτομολούσαν, και έπειτα θα μπορούσαν να κάνουν επιδρομές στη Λακωνία. Το σχέδιο δεν είχε ιδιαίτερη επιτυχία και την επόμενη χρονιά εγκαταλείφθηκε. Το καλοκαίρι του 412 π.Χ. οι Αθηναίοι επιτέθηκαν στη Μίλητο με 3.500 οπλίτες, από τους οποίους οι 1.500 ήταν Αργείοι, 1.000 Αθηναίοι και 1.000 νησιώτες σύμμαχοι τους. Οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι τους νίκησαν τους Πελοποννήσιους που είχαν απέναντι τους, οι Αργείοι όμως υποτίμησαν τους Μιλήσιους και επιτέθηκαν απερίσκεπτα διαταράσσοντας την τάξη των αθηναϊκών γραμμών, με αποτέλεσμα να ηττηθούν και να χάσουν 300 άντρες. Μετά από αυτή τη μάχη οι Αργείοι δεν ανακατεύτηκαν ξανά στον Πελοποννησιακό Πόλεμο

Κορινθιακός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Άργος συμμετείχε στον Κορινθιακό πόλεμο που ξέσπασε το 395 π.Χ. στο πλευρό του αντισπαρτιατικού συνασπισμού. Οι Πέρσες δωροδόκησαν διάφορους ηγέτες στο Άργος, στην Κόρινθο και στη Θήβα, με σκοπό να στρέψουν τους κατοίκους εναντίον της Σπάρτης. Στο Άργος δωροδόκησαν τον Κύλωνα και τους οπαδούς του. Στον αντισπαρτιατικό συνασπισμό συμμετείχαν και άλλες περιοχές, όπως η Αθήνα,πόλεις της Βοιωτίας, η Εύβοια και οι δύο Λοκρίδες. Το Άργος συμμετείχε στη μάχη του ποταμού Νεμέα το 394 π.Χ. με 7.000 οπλίτες. Νίκησαν τους αντιπάλους που είχαν αντίκρυ τους, όπως όλοι οι σύμμαχοι τους, με εξαίρεση τους Αθηναίους που ηττήθηκαν από τους Σπαρτιάτες. Όταν οι Αργείοι επέστρεφαν από την καταδίωξη, οι Σπαρτιάτες τους επιτέθηκαν από τη δεξιά ακάλυπτη πλευρά τους, με αποτέλεσμα οι Αργείοι να χάσουν αρκετούς άντρες. Τελικά τη μάχη την κέρδισαν οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοι τους. Την ίδια χρονιά οι Αργείοι συμμετείχαν και στη μάχη της Κορώνειας όπου ο αντισπαρτιατικός συνασπισμός ηττήθηκε ξανά και οι ίδιοι οι Αργείοι έχασαν από τους Σπαρτιάτες.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου η πόλη δέχτηκε επιθέσεις από τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι με αρχηγό τον Αγησίλαο προχώρησαν σε λεηλασία της γύρω περιοχής.

Το Άργος βρέθηκε απέναντι από τη Σπάρτη και την περίοδο της Θηβαϊκής ηγεμονίας καθώς συμμάχησε με τους Θηβαίους και το κοινό των Αρκάδων. Μετά την επικράτηση των Μακεδόνων στην Ελλάδα οι Αργείοι έγιναν στενοί σύμμαχοι τους. Οι Μακεδόνες τους ενίσχυαν για να αποτελούν αντίπαλη δύναμη προς τη Σπάρτη η οποία δεν είχε δεχτεί να ενταχθεί στην πανελλήνια συμμαχία.

Ελληνιστική Περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 272 π.Χ. ένας αριστοκράτης της πόλης με το όνομα Αριστέας κάλεσε τον Πύρρο να ανατρέψει τη φιλομακεδονική παράταξη που κυβερνούσε στην πόλη. Τότε ο Πύρρος στράφηκε κατά της πόλης την οποία έσπευσαν να υπερασπιστούν Μακεδόνες του Αντίγονου Γονατά. Στη μάχη που διεξήχθη τελικά μέσα στην πόλη σκοτώθηκε ο Πύρρος και ο στρατός του ηττήθηκε. Το Άργος παρέμεινε σύμμαχος των Μακεδόνων ενώ προς τα τέλη του 3ου αιώνα εντάχθηκε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Μετά τη μάχη του Ισθμού, το 146 π.Χ., στην οποία οι Ρωμαίοι επικράτησαν του στρατού της Αχαϊκής συμπολιτείας, η πόλη όπως και η υπόλοιπη Πελοπόννησος υποτάχθηκε στους Ρωμαίους.

Αρχαίες πόλεις της Αργείας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αργείοι κατά την περίοδο της ακμής τους έλεγχαν τις περισσότερες πόλεις του Αργολικού κάμπου ενώ κυριαρχούσαν για σύντομα ή μεγαλύτερα διαστήματα στις γειτονικές πόλεις της Νεμέας της Επιδαύρου, της Ερμιόνης κλπ. Οι Αργείοι σταδιακά κατέστρεψαν όλα τα παλιά ισχυρά κέντρα του Μυκηναϊκού πολιτισμού. Περίπου το 720 π.Χ. κατέστρεψαν την Ασίνη, η οποία είχε συμμαχήσει με τους Σπαρτιάτες ενώ στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. ισοπέδωσαν τις Μυκήνες και την Τίρυνθα.

Σημαντικοί Αργείοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το Άργος κατάγονταν ο σπουδαίος γλύπτης Πολύκλειτός και η λυρική ποιήτρια Τελέσιλλα. Επίσης το Άργος ήταν πατρίδα πολλών μυθικών μορφών όπως ο Περσέας, οι Δαναΐδες, η Ιώ κλπ.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Βικιθήκη - Ιστορία Ηροδότου, Βιβλίο Α Περσέων μέν νυν οἱ λόγιοι Φοίνικας αἰτίους φασί γενέσθαι τῆς διαφορῆς. τούτους γὰρ ἀπό τῆς Ἐρυθρῆς καλεομένης θαλάσσης ἀπικομένους ἐπὶ τήνδε τὴν θάλασσαν, καὶ οἰκήσαντας τοῦτον τὸν χῶρον τὸν καὶ νῦν οἰκέουσι, αὐτίκα ναυτιλίῃσι μακρῇσι ἐπιθέσθαι, ἀπαγινέοντας δὲ φορτία Αἰγύπτιά τε καὶ Ἀσσύρια τῇ τε ἄλλῃ ἐσαπικνέεσθαι καὶ δὴ καὶ ἐς Ἄργος. 2 τὸ δὲ Ἄργος τοῦτον τὸν χρόνον προεῖχε ἅπασι τῶν ἐν τῇ νῦν Ἑλλάδι καλεομένῃ χωρῇ. ἀπικομένους δὲ τούς Φοίνικας ἐς δὴ τὸ Ἄργος τοῦτο διατίθεσθαι τὸν φόρτον.
  2. Αισχύλου, Επτά επί Θήβας
  3. Ομήρου Ιλιάδα, Ραψωδία Β 559-568 Οἳ δ' Ἄργός τ' εἶχον Τίρυνθά τε τειχιόεσσαν Ἑρμιόνην Ἀσίνην τε, βαθὺν κατὰ κόλπον ἐχούσας, Τροιζῆν' Ἠϊόνας τε καὶ ἀμπελόεντ' Ἐπίδαυρον, οἵ τ' ἔχον Αἴγιναν Μάσητά τε κοῦροι Ἀχαιῶν, τῶν αὖθ' ἡγεμόνευε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης καὶ Σθένελος, Καπανῆος ἀγακλειτοῦ φίλος υἱός· τοῖσι δ' ἅμ' Εὐρύαλος τρίτατος κίεν ἰσόθεος φὼς Μηκιστέος υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος· συμπάντων δ' ἡγεῖτο βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης· τοῖσι δ' ἅμ' ὀγδώκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο
  4. Παναγιώτης Φακλάρης, Η μάχη της Θυρέας (546 π.Χ.). Το πρόβλημα του προσδιορισμού του πεδίου της μάχης, ΗΟΡΟΣ ,τομ. 5 (1987),σελ. 101-118.
  5. Διόδωρος 11.65

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Παναγιώτης Φακλάρης, Η μάχη της Θυρέας (546 π.Χ.). Το πρόβλημα του προσδιορισμού του πεδίου της μάχης, ΗΟΡΟΣ ,τομ. 5 (1987),σελ. 101-118

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]