Αριαράθης Δ΄ της Καππαδοκίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αριαράθης Δ' της Καππαδοκίας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση3ος αιώνας π.Χ.
Θάνατος2ος αιώνας π.Χ.
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΑντιοχίς της Καππαδοκίας
ΤέκναΟροφέρνης της Καππαδοκίας
Στρατονίκη της Περγάμου
Αριαράθης Ε΄ της Καππαδοκίας
Ariarathes
ΓονείςΑριαράθης Γ' της Καππαδοκίας και Στρατονίκη της Καππαδοκίας
ΟικογένειαΔυναστεία των Αριαραθιδών
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αριαράθης Δ΄ ο Ευσεβής (βασ. 220 π.Χ.163 π.Χ.) ήταν ηγεμόνας του βασιλείου της Καππαδοκίας κατά την ελληνιστική περίοδο, μέλος της Δυναστείας των Αριαραθιδών. Πατέρας του ήταν ο προκάτοχός του, Αριαράθης Γ' και μητέρα του η Στρατονίκη, κόρη του βασιλιά των Σελευκιδών, Αντίοχου Β' του Θεού. Η εξωτερική πολιτική του Αριαράθη Δ' χωρίζεται σε δύο φάσεις και καθορίζεται από τις επιγαμίες του καππαδοκικού βασιλικού οίκου με δύο άλλες ισχυρές δυναστείες της Μικράς Ασίας.[1]

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άνοδος στον θρόνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον θάνατο του Αριαράθη Γ' γύρω στο 220 π.Χ. η διαδοχή περνούσε στον γιο του από τη Στρατονίκη, Αριαράθη Δ', που τότε δεν ήταν παρά νήπιο.[2] Η άνοδος του Αριαράθη Δ' στον θρόνο συνέπεσε με μια παράξενη πολιτική συγκυρία: σε όλα τα ισχυρά κράτη της εποχής η βασιλεία πέρασε σχεδόν ταυτόχρονα σε νέα πρόσωπα, στην πλειοψηφία τους νεαρά σε ηλικία, κάτι που προϊδέαζε για αναπάντεχες εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό. Στη Μακεδονία ο θρόνος κληροδοτήθηκε στον δεκατετράχρονο Φίλιππο Ε' μετά τον θάνατο του θείου του και επιτρόπου του, Αντίγονου Γ'. Ο Αχαιός, πρώην στρατηγός των Σελευκιδών και νυν κυβερνήτης των εδαφών της Ασίας πέρα από τον Ταύρο είχε διεκδικήσει τον τίτλο του βασιλέως, ενώ ο νεαρός Αντίοχος Γ' (που αργότερα έλαβε το προσωνύμιο «ο Μέγας») μόλις είχε αναλάβει τον θρόνο της Συρίας μετά τη δολοφονία του αδερφού του, Σέλευκου Γ' του Κεραυνού. Στην Αίγυπτο νέος φαραώ αναδείχτηκε ο Πτολεμαίος Δ' ο Φιλοπάτωρ, αφού δολοφόνησε πολλά από τα μέλη της οικογένειάς του, συμπεριλαμβανομένης και της μητέρας του. Μετά τον θάνατο του Κλεομένη Γ' ο Λυκούργος ανέλαβε την εξουσία στη Σπάρτη και τέλος, ο περίφημος Αννίβας εκλέχτηκε χάρις στο μίσος του για τους Ρωμαίους στρατηγός από τους Καρχηδονίους, παρά το νεαρό της ηλικίας του.[3][4]

Πρώτη διπλωματική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 193 π.Χ., ο Αντίοχος Γ', έχοντας σταθεροποιήσει την εξουσία του στη Συρία κι έχοντας προβεί σε μια σειρά εχθρικών κινήσεων προς τις γειτονικές του χώρες, ήρθε σε οριστική ρήξη με τους Ρωμαίους. Προτού ξεκινήσει εχθροπραξίες αναζήτησε συμμάχους στο πρόσωπο, αρχικά του Αννίβα και κατόπιν των ηγεμόνων άλλων ελληνιστικών βασιλείων. Η πρακτική που ακολούθησε ήταν η τέλεση διπλωματικών γάμων ανάμεσα στους ηγεμόνες αυτούς και στις κόρες του.[5] Έτσι ο Αριαράθης νυμφεύτηκε μια πριγκίπισσα των Σελευκίδων με το όνομα Αντιοχίς και κατ’ επέκταση συμμετείχε στον πόλεμο (192190 π.Χ.) που ακολούθησε στο πλευρό του πεθερού του κατά των Ρωμαίων.[1][2][6]

Σύμφωνα με τον ιστορικό Λίβιο, στη Μάχη της Μαγνησίας το 190 π.Χ. ο Αριαράθης όπλισε και έστειλε στον Αντίοχο 1.500 εξελληνισμένους Γαλάτες πεζικάριους, καθώς και 2.000 άνδρες από την Καππαδοκία.[7] Αργότερα παρείχε βοήθεια στους Γαλάτες συμμάχους του τελευταίου κατά τις επιχειρήσεις των Ρωμαίων εναντίον τους τον ίδιο χρόνο.[1] Μετά την οριστική ήττα του Αντίοχου, ο Αριαράθης, ανήσυχος για το τι επρόκειτο να του συμβεί, έστειλε περισσότερες από μία πρεσβείες στους Ρωμαίους ζητώντας να μάθει τον τρόπο με τον οποίο μπορούσε να εκφράσει τη μεταμέλειά του και να εξασφαλίσει το βασίλειό του. Η Ρώμη συμβιβάστηκε με την καταβολή πολεμικής αποζημίωσης ύψους εξακοσίων ασημένιων ταλάντων.[1][8][9]

Η Συνθήκη της Απάμειας (188 π.Χ.), με την οποία επισφραγίστηκε το τέλος του πολέμου, σηματοδότησε τη μεταστροφή της καππαδοκικής εξωτερικής πολιτικής. Εκτός από την οικονομική αφαίμαξη, η συντριβή των Σελευκιδών και η αποδυνάμωση του κράτους τους στέρησε από την Καππαδοκία μια ισχυρή προστάτιδα δύναμη που παραδοσιακά τη στήριζε και εξασφάλιζε την εδαφική της ακεραιότητα.[1] Ως αποτέλεσμα ο Αριαράθης θεώρησε συμφέρον να στραφεί στην Πέργαμο, η οποία αποτέλεσε τον μεγάλο νικητή στο διπλωματικό τραπέζι της Απάμειας, καθώς ήταν το βασίλειο που υποστήριξε από την αρχή τα συμφέροντα της Ρώμης. Η συμμαχία επικυρώθηκε με γάμο ανάμεσα στην κόρη του Αριαράθη Δ', τη Στρατονίκη, με τον βασιλιά της Περγάμου, Ευμένη Β', και μετέπειτα τον αδερφό και διάδοχό του, Άτταλο Β'. Με τη διαμεσολάβηση της Περγάμου το ποσό της πολεμικής αποζημίωσης μειώθηκε στο μισό και η Καππαδοκία θεωρήθηκε από τη Ρώμη συμμαχικό κράτος.[1][10][11][12]

Δεύτερη διπλωματική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την εποχή αυτή και μέχρι το τέλος της ιστορίας του το βασίλειο βρέθηκε στη σφαίρα επιρροής της Ρώμης, ενώ η εξωτερική του πολιτική στη Μικρά Ασία ήταν στενά συνυφασμένη με εκείνη της Περγάμου. Στο πλαίσιο της συμμαχίας τους ο Αριαράθης Δ' συντάχθηκε με τον Ευμένη Β' στον νικηφόρο πόλεμο εναντίον του Φαρνάκη Α' του Πόντου την περίοδο 183179 π.Χ.[1][13][14] Οι σχέσεις δε της Καππαδοκίας με τη Συρία αποκαταστάθηκαν κατά την περίοδο της ηγεμονίας του Αντιόχου Δ', όταν οι Ατταλίδες και οι Σελευκίδες αποκατέστησαν τις διπλωματικές τους σχέσεις.[1] Ο συνασπισμός Καππαδοκίας, Περγάμου και Συρίας την περίοδο αυτή χάραξε κοινή εξωτερική πολιτική, καθορίζοντας τις εξελίξεις στη Μικρά Ασία, γεγονός που θορύβησε κατά καιρούς τη Σύγκλητο.[15][16]

Το ξέσπασμα του Τρίτου Μακεδονικού Πολέμου (172-168/167 π.Χ.) βρήκε την Καππαδοκία και την Πέργαμο στο πλευρό των Ρωμαίων.[17] Η νίκη, ωστόσο, των τελευταίων απέναντι στον τελευταίο βασιλιά της Μακεδονίας, Περσέα, δεν είχε πολιτικό όφελος για τα κράτη της Μικράς Ασίας. Οι Ρωμαίοι ήταν πλέον αποφασισμένοι να τα αποδυναμώσουν, κάτι που έπραξαν αναγνωρίζοντας αυτονομία στους επικίνδυνους εχθρούς τους, τους Γαλάτες.[1] Το γεγονός αυτό ενθάρρυνε τους τελευταίους να επιδιώξουν την προσάρτηση ενός τμήματος της Καππαδοκίας το 163 π.Χ., δίχως όμως αποτέλεσμα.[18] Τέλος, λίγο πριν από τον θάνατό του ο Αριαράθης αναχαίτισε την επίθεση του Πτολεμαίου, δυνάστη της Κομμαγηνής, ο οποίος επιδίωκε να καταλάβει τη Μελιτηνή.[1][19]

Πολιτιστική προσφορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αριαράθης Δ', ο οποίος έφερε στις νομισματικές του εκδόσεις το παρωνύμιο «Ευσεβής», ήταν πιθανόν εκείνος που μετονόμασε τις καππαδοκικές πόλεις Τύανα, Μάζακα, Καισάρεια σε Ευσέβειες και εισήγαγε τη νομοθεσία του Χαρώνδα στα Μάζακα. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του εγκαινιάστηκαν πιθανότατα οι επαφές της καππαδοκικής δυναστείας με τα ελληνικά κράτη της Δύσης και τη Ρώμη, όχι μόνο σε πολιτικό αλλά και σε πολιτιστικό επίπεδο.[1] Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο διάδοχός του, Μιθριδάτης, έλαβε τη μόρφωσή του στην πόλη των Αθηνών. Τέλος, η πολιτική στροφή προς την Πέργαμο, αποτέλεσε την αφορμή για τη σύναψη σχέσεων ανάμεσα στους Αριαραθίδες και την Κω, με τον Αριαράθη να χρηματοδοτεί πιθανότατα μέρος των οικοδομικών έργων που έλαβαν χώρα στο γυμνάσιο του νησιού.[1]

Οικογένεια και διαδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Διόδωρος μας μεταφέρει πως η βασίλισσα Αντιοχίδα, όταν φάνηκε πως δεν μπορούσε να κάνει παιδιά, παρουσίασε στον άνδρα της δύο νόθους γιους, τον Αριαράθη και τον Οροφέρνη. Ωστόσο, η μοίρα της έπαιξε παράξενο παιχνίδι, καθώς λίγο αργότερα έφερε η ίδια αναπάντεχα στον κόσμο δύο κόρες κι ένα γιο, ο οποίος ονομάστηκε Μιθριδάτης.[2] Έτσι, αφού αποκάλυψε την αλήθεια στον σύζυγό της, κανόνισε ώστε ο μεγαλύτερος από τους δύο ψεύτικους διαδόχους να σταλεί στη Ρώμη [20] με κάποιο επίδομα και ο νεότερος στην Ιωνία, έτσι ώστε να αποφευχθεί μελλοντικά η όποια διαμάχη με τον νόμιμο γιο της για την εξουσία.[2] Μια νεότερη θεωρία θέλει τους δύο αυτούς να αποτελούν νόμιμα τέκνα του βασιλιά από κάποια προγενέστερη σύζυγο και η ιστορία αυτή να επινοήθηκε προκειμένου να διασφαλιστεί η αμφισβητήσιμη παρουσία του Μιθριδάτη στον θρόνο.[1]

Ο τελευταίος μεγαλώνοντας άλλαξε το όνομά του σε Αριαράθης. Έλαβε ελληνική παιδεία και έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία και τα έργα πολιτισμού γενικότερα. Ο πατέρας του τον εκτιμούσε ιδιαίτερα κι σε προχωρημένη ηλικία αποφάσισε να παραιτηθεί υπέρ του. Ωστόσο ο νεαρός Αριαράθης αρνήθηκε να το πράξει προτού αποβιώσει ο πατέρας του από φυσικά αίτια το 163 π.Χ.[2]

Χρονολόγιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έτος (π.Χ.) Γεγονός
Γέννηση του Αριαράθη Δ', γιου του ηγεμόνα της Καππαδοκίας, Αριαράθη Γ' και της Στρατονίκης.
220 π.Χ. Πεθαίνοντας, ο Αριαράθης Γ' κληροδοτεί τον θρόνο του στον Αριαράθη Δ', ο οποίος ήταν ακόμη σε νηπιακή ηλικία.
193 π.Χ. Ο Αριαράθης παντρεύεται την Αντιοχίδα, κόρη του ηγεμόνα των Σελευκιδών, Αντίοχου Γ' του Μέγα.
192 π.Χ. Ξεσπά πόλεμος ανάμεσα στον Αντίοχο Γ' και τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Η Καππαδοκία συντάσσεται με τους Σελευκίδες.
190 π.Χ. Ο Αντίοχος Γ' υποφέρει από βαρειά ήττα στη Μάχη της Μαγνησίας. Την ίδια χρονιά ο πόλεμός του με τη Ρώμη λαμβάνει τέλος. Ο Αριαράθης καλείται να καταβάλλει υψηλή πολεμική αποζημίωση.
188 π.Χ. Υπογράφεται η Συνθήκη της Απάμειας, η οποία αναδιαμορφώνει τα σύνορα των μικρασιατικών κρατών. Μεγάλος κερδισμένος της μοιρασιάς είναι η Πέργαμος.
Η κόρη του Αριαράθη, Στρατονίκη, νυμφεύεται τον βασιλιά της Περγάμου, Ευμένη Β'. Η Πέργαμος μεσολαβεί έτσι ώστε να μειωθεί στο μισό η αποζημίωση που καλείται να πληρώσει η Καππαδοκία. Έκτοτε τα δύο κράτη χαράζουν κοινή πολιτική πορεία.
183 π.Χ. Πέργαμος και Καππαδοκία συγκρούονται με τον βασιλιά Φαρνάκη Α' του Πόντου.
179 π.Χ. Λήξη του πολέμου με τον Πόντο.
Η σύμπνοια των μικρασιατικών κρατών θορυβεί τη Ρώμη.
172 π.Χ. Ξεσπά ο Τρίτος Μακεδονικός Πόλεμος ανάμεσα στη Ρώμη και τη Μακεδονία. Η Καππαδοκία και η Πέργαμος τάσσονται στο πλευρό των Ρωμαίων σύμφωνα με την πάγια τακτική τους.
168 π.Χ. Λαμβάνει χώρα η Μάχη της Πύδνας. Η ήττα του Μακεδόνα βασιλιά Περσέα οδηγεί στην κατάληψη του κράτους του τους επόμενους μήνες.
167 π.Χ. Λαμβάνει οριστικά τέλος ο Τρίτος Μακεδονικός Πόλεμος.
Η Ρώμη προσπαθεί να αποδυναμώσει τα ασιατικά ελληνιστικά βασίλεια αναγνωρίζοντας δικαιώματα στους Γαλάτες της περιοχής.
163 π.Χ. Οι Γαλάτες επιδιώκουν ανεπιτυχώς την προσάρτηση ενός τμήματος της Καππαδοκίας. Ο Αριαράθης αναχαιτίζει την επίθεση του Πτολεμαίου, δυνάστη της Κομμαγηνής, ο οποίος επεδίωξε να καταλάβει τη Μελιτηνή. Λίγο αργότερα πεθαίνει από φυσικά αίτια.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 Σοφού Αθανασία (2003). ««Αριαράθης Δ'»». Encyclopedia of the Hellenic World, Asia Minor. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2009. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Διόδωρος ο Σικελιώτης, «Ιστορική Βιβλιοθήκη», §31.19
  3. Πολύβιος, «Ιστορίες», 4.2
  4. Justinus, «Επιτομή του Πομπήιου Τρόγου», 29.1
  5. Αππιανός, «Ρωμαϊκή Ιστορία: Συριακά», 5 Αρχειοθετήθηκε 2010-10-31 στο Wayback Machine.
  6. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 37.31 Αρχειοθετήθηκε 2009-03-27 στο Wayback Machine.
  7. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 37.40 Αρχειοθετήθηκε 2009-03-27 στο Wayback Machine.
  8. Πολύβιος, «Ιστορίες», 21.40[νεκρός σύνδεσμος]
  9. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 38.37 Αρχειοθετήθηκε 2009-06-17 στο Wayback Machine.
  10. Πολύβιος, «Ιστορίες», 21.44[νεκρός σύνδεσμος]
  11. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 38.39 Αρχειοθετήθηκε 2009-06-17 στο Wayback Machine.
  12. Αππιανός, «Ρωμαϊκή Ιστορία: Συριακά», 43 Αρχειοθετήθηκε 2009-12-09 στο Wayback Machine.
  13. Πολύβιος, «Ιστορίες», 24.14
  14. Πολύβιος, «Ιστορίες», 25.2
  15. Πολύβιος, «Ιστορίες», 24.1
  16. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 40.20 Αρχειοθετήθηκε 2009-06-17 στο Wayback Machine.
  17. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 42.29 Αρχειοθετήθηκε 2009-06-17 στο Wayback Machine.
  18. Πολύβιος, «Ιστορίες», 31.8
  19. Διόδωρος ο Σικελιώτης, «Ιστορική Βιβλιοθήκη», §31.19a
  20. Τίτος Λίβιος, «Ρωμαϊκή Ιστορία», 42.19 Αρχειοθετήθηκε 2009-06-17 στο Wayback Machine.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bringmann, K., Schmidt-Dounas, B. (eds.), «Schenkungen hellenistischer Herrscher an griechische Städte und Heiligtümer. Teil II: Historische und archäologische Auswertung (2 Bde.)», Berlin 2000
  • Bringmann, Κ. – von Steuben, Η. (eds), «Schenkungen hellenistischer Herrscher an griechischer Städte und Heiligtümer. Teil I: Zeugnisse und Kommentare», Berlin 1995, Akademie Verlag
  • Günther L.M., «Kappadokien, die seleukidische Heiratspolitik und die Rolle der Antiochis,Tochter Antiochos' III.», Bonn 1995, Asia Minor Studien 16
  • Hansen E.V., «The Attalids of Pergamon», 2, Ithaca – New York 1971
  • Hopp J., «Untersuchungen zur Geschichte der letzten Attaliden», München 1977, Vestigia 25
  • Müller H., «Königin Stratonike, Tochter des Königs Ariarathes», Chiron, 21, 1991, 393-424
  • Piejko F., «Testi e Monumenti. A Decree of Cos in Honor of the Cappadocian Royal Couple», PP, 38, 1983, 200-207

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προκάτοχος:
Αριαράθης Γ΄
Βασιλεύς της Καππαδοκίας
220 π.Χ. - 163 π.Χ.
Διάδοχος:
Αριαράθης Ε΄