Απόδραση από το Αλκατράζ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Απόδραση από το Αλκατράζ
Escape from Alcatraz
Κινηματογραφική αφίσα
ΣκηνοθεσίαΝτον Σίγκελ
ΠαραγωγήΝτον Σίγκελ
Ρόμπερτ Ντέιλι
ΣενάριοΡίτσαρντ Ταγκλ
Βασισμένο σεΑπόδραση από το Αλκατράζ (βιβλίο 1963)
του Τζ. Κάμπελ Μπρους
ΠρωταγωνιστέςΚλιντ Ίστγουντ
Πάτρικ ΜακΓκούχαν
ΜουσικήΤζέρι Φίλντινγκ
ΦωτογραφίαΜπρους Σάρτις
ΜοντάζΦέρρις Γουέμπστερ
Εταιρεία παραγωγήςThe Malpaso Company
ΔιανομήParamount Pictures
Πρώτη προβολή22 Ιουνίου 1979
Διάρκεια112 λεπτά
ΠροέλευσηΗνωμένες Πολιτείες
ΓλώσσαΑγγλικά
Προϋπολογισμός$8 εκατομμύρια[1]
Ακαθάριστα έσοδα$43 εκατομμύρια[2]

Η Απόδραση από το Αλκατράζ (πρωτότυπος τίτλος: Escape from Alkatraz) είναι Αμερικανική ταινία δράσης παραγωγής 1979,[3][4][5] η οποία διαδραματίζεται σε φυλακή, και σκηνοθετήθηκε από τον Ντον Σίγκελ.[6] Αποτελεί προσαρμογή του ομώνυμου βιβλίου του Τζ. Κάμπελ Μπρους που κυκλοφόρησε το 1963, στο οποίο δραματοποιεί την απόδραση κρατούμενου από τις φυλακές υψίστης ασφαλείας της νήσου Αλκατράζ το 1962.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Κλιντ Ίστγουντ πλαισιωμένος από τους Πάτρικ ΜακΓκούχαν, Φρεντ Γουόρντ, Τζακ Τιμπό και Λάρι Χάνκιν. Στην ταινία κάνει επίσης το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ο Ντάνι Γκλόβερ. Η Απόδραση από το Αλκατράζ αποτελεί την πέμπτη και τελευταία συνεργασία ανάμεσα στους Σίγκελ και Ίστγουντ, μετά τη συνεργασία τους στις ταινίες Το δίκιο σου το παίρνεις με αίμα (1968), Οι γύπες πετούν χαμηλά (1970), Ο προδότης (1971) και Ο επιθεωρητής Κάλαχαν (1971).

Πλοκή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1960, ο Φρανκ Μόρις, ένας κρατούμενος με εξαιρετικό δείκτη νοημοσύνης (I.Q.) ο οποίος έχει καταφέρει να αποδράσει αρκετές φορές από άλλες εγκαταστάσεις, μεταφέρεται στις ομοσπονδιακές φυλακές υψίστης ασφαλείας που είναι χτισμένες στο νησί Αλκατράζ. Σύντομα μετά την άφιξή του, καλείται στο γραφείο του αρχιφύλακα των φυλακών, ο οποίος τον ενημερώνει κοφτά πως το Αλκατράζ είναι μοναδικό στο αμερικανικό σύστημα φυλάκισης για το εξαιρετικά υψηλό επίπεδο ασφάλειάς του και κανένας κρατούμενος δεν έχει καταφέρει να αποδράσει από εκεί επιτυχώς.

Κατά τις επόμενες μέρες, ο Μόρις γνωρίζεται με μερικούς άλλους κρατούμενους, συμπεριλαμβανομένων και του εκκεντρικού Λίτμους, του Ίνγκλις, ενός μαύρου κρατούμενου που εκτίει ποινή δις ισόβια για τη δολοφονία δύο λευκών αντρών ενώ βρισκόταν σε αυτοάμυνα, και του ηλικιωμένου Ντοκ, ο οποίος ζωγραφίζει πορτραίτα και καλλιεργεί χρυσάνθεμα. Πέραν όμως των φίλων, ο Μόρις αποκτά κι έναν εχθρό, τον Γουλφ, ο οποίος είναι βιαστής κι επιχειρεί να παρενοχλήσει τον Μόρις στο μπάνιο χωρίς επιτυχία, με αποτέλεσμα να του επιτεθεί αργότερα με ένα μαχαίρι στο προαύλιο. Εξαιτίας αυτού του περιστατικού, και οι δύο άντρες μεταφέρονται στην απομόνωση.

Ο Μόρις βγαίνει από την απομόνωση νωρίτερα από τον Γουλφ, ενώ ο αρχιφύλακας ανακαλύπτει πως ο Ντοκ ζωγράφισε μία άκομψη καρικατούρα τόσο εκείνου όσο και άλλων φυλάκων του νησιού, με αποτέλεσμα να διατάξει να του αφαιρεθούν τα δικαιώματα ζωγραφικής. Ο Ντοκ πέφτει σε κατάθλιψη και ως αντίποινα, κατά τη διάρκεια των εργασιών σε ένα εργαστήρι των φυλακών, και κόβει τα δάχτυλά του με ένα τσεκούρι και απομακρύνεται από τους φύλακες.

Ο Μόρις συναντά τα αδέλφια Τζον και Κλάρενς Άνγκλιν, οι οποίοι είναι ληστές τραπεζών και παλιοί του γνώριμοι και φίλοι από άλλες φυλακές, αλλά και τον κρατούμενο Τσάρλι Μπατς. Ο Μόρις παρατηρεί πως το τσιμέντο που βρίσκεται γύρω από τη σχάρα εξαερισμού στο κελί του έχει διαβρωθεί και μπορεί να αφαιρεθεί εύκολα, κάτι που τον κάνει να αρχίσει να στήνει το σχέδιο απόδρασής του. Έτσι, κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών, μαζί με τους Άνγκλιν και τον Μπατς, σκάβουν τους τοίχους των κελιών τους με κουτάλια (τα οποία είχαν συγκολλήσει με κασσίτερο φτιάχνοντας μικρά αυτοσχέδια φτυάρια), φτιάχνουν ψεύτικα κεφάλια τα οποία χρησιμοποιούν ως δόλωμα και κατασκευάζουν μία σχεδία από αδιάβροχα παλτά.

Στο μεταξύ, μία μέρα κατά τη διάρκεια του μεσημεριού, ο Μόρις τοποθετεί ένα χρυσάνθεμο στο τραπέζι τους προς τιμή του Ντοκ, αλλά ο αρχιφύλακας που περνάει από εκεί το βλέπει και το συνθλίβει, λέγοντας πως τα λουλούδια είναι ενάντια στους κανονισμούς. Αυτό εξαγριώνει τον Λίτμους ο οποίος στην προσπάθειά του να επιτεθεί στον αρχιφύλακα, παθαίνει καρδιακή ανακοπή και πεθαίνει. Αργότερα, υποψιαζόμενος πως ο Μόρις κατι κρύβει, ο αρχιφύλακας διατάζει εξονυχιστικό έλεγχο του κελιού του αλλά δεν βρίσκει τίποτα ασυνήθιστο. Παρόλα αυτά, διατάζει τη μεταφορά του Μόρις σε άλλο κελί το συντομότερο δυνατό.

Εκείνο το βράδυ, οι κρατούμενοι αποφασίζουν πως είναι έτοιμοι για να αποδράσουν. Ο Μόρις, οι Άνγκλιν και ο Μπατς κανονίζουν, αφού βγουν από τα κελιά τους, να συναντηθούν στον διάδρομο από όπου και θα συνεχίσουν από κοινού. Ο Μπατς όμως χάνει την ψυχραιμία του και δυσκολεύεται να αφαιρέσει τη σχάρα του κελιού του, με αποτέλεσμα να τα παρατήσει. Αργότερα αλλάζει γνώμη και προσπαθεί εκ νέου, αλλά δεν φτάνει εγκαίρως στο σημείο συνάντησης με αποτέλεσμα οι άλλοι τρεις να φύγουν χωρίς εκείνον. Έτσι, επιστρέφει στο κελί του και κλαίει για την ευκαιρία που μόλις έχασε.

Στο μεσοδιάστημα, οι Μόρις και Άνγκλιν κουβαλώντας τον εξοπλισμό της αυτοσχέδιας σχεδίας που κατασκεύασαν, καταφέρνουν να φτάσουν στην οροφή και να αποφύγουν τους προβολείς αναζήτησης της φυλακής. Έπειτα, κατεβαίνουν από το πλαί του κτιρίου στην αυλή της φυλακής, σκαρφαλώνουν πάνω από τον φράκτη συρματοπλέγματος και φτάνουν στην ακτή του νησιού. Εκεί, φουσκώνουν τη σχεδία και αναχωρούν από το Αλκατράζ μερικώς βυθισμένοι στο νερό και προσκολλημένοι στη σχεδία, χρησιμοποιώντας τα πόδια τους για προώθηση.

Το επόμενο πρωί, η απόδραση γίνεται αντιληπτή και ξεκινάει ένα μεγάλο ανθρωποκυνηγητό. Κομμάτια από αδιάβροχο υλικό με το οποίο ήταν κατασκευασμένη η σχεδία, συμπεριλαμβανομένων και προσωπικών αντικειμένων των ανδρών, ανευρίσκονται να επιπλέουν στον κόλπο. Ψάχνοντας το κοντινό νησί Έιντζελ, ο αρχιφύλακας επιμένει πεισματικά πως τα προσωπικά αντικείμενα που βρήκαν είναι σημαντικά για τους τρεις άντρες και δεν θα τα άφηναν πίσω, οπότε συμπεραίνει πως πνίγηκαν. Ωστόσο, ένας άλλος φύλακας έχει τις αμφιβολίες του για αυτό, επισημαίνοντας πως μπορεί να τα άφησαν επίτηδες πίσω ώστε να φαίνεται σαν να είχαν πνιγεί. Ο αρχιφύλακας πληροφορείται από τον βοηθό του πως τον έχουν καλέσει να παρουσιαστεί στους ανωτέρους του στην Ουάσιγκτον, με την προοπτική να αποδεχτεί πρόωρη αφυπηρέτηση για την αποτυχία του να αποτρέψει την απόδραση. Σε έναν βράχο, ο αρχιφύλακας βρίσκει ένα χρυσάνθεμο και ρωτώντας αν καλλιεργούνται χρυσάνθεμα στο νησί Έιντζελ, ο βοηθός του του λέει πως όχι.

Η ταινία κλείνει με ένα κείμενο το οποίο αναφέρει πως οι φυγάδες δεν εντοπίστηκαν ποτέ και πως οι φυλακές του Αλκατράζ έκλεισαν μέσα στην επόμενη χρονιά.

Ηθοποιοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αριστερά: Το Αλκατράζ. Δεξιά: Ένα παγκάκι της παραγωγής Malpaso-Paramount το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων

Το Αλκατράζ έκλεισε λίγο μετά την πραγματοποίηση των πραγματικών γεγονότων στα οποία βασίστηκε η ταινία. Ο σεναριογράφος Ρίτσαρντ Ταγκλ πέρασε έξι μήνες ερευνώντας και γράφοντας ένα σενάριο το οποίο βασίστηκε στο βιβλίο του Τζ. Κάμπελ Μπρους που κυκλοφόρησε το 1963 και δραματοποιούσε την απόδραση από τις φυλακές.[7] Πήγε στη Συντεχνία των Σεναριογράφων Αμερικής και έλαβε μία λίστα λογοτεχνικών πρακτόρων, οι οποίοι αποδέχονταν αυτόκλητα χειρόγραφα. Παρέδωσε στον καθένα από αυτούς από ένα αντίγραφο του σεναρίου του, αλλά και σε οποιονδήποτε άλλον που βρισκόταν στον χώρο και που θα μπορούσε να τον δελεάσει για να το διαβάσει.[8] Όλοι το απέρριψαν λέγοντας πως το σενάριο περιείχε φτωχούς διαλόγους και χαρακτήρες, πως δεν υπήρχε ρομαντική ιστορία και πως το κοινό δεν ενδιαφερόταν για ιστορίες φυλακής. Τότε, ο Ταγκλ αποφάσισε να παρακάμψει τους παραγωγούς και να απευθυνθεί απευθείας σε σκηνοθέτες. Κάλεσε τον ατζέντη του σκηνοθέτη Ντον Σίγκελ λέγοντας ψέματα πως είχε συναντήσει τον σκηνοθέτη σε ένα πάρτι κι εκείνος είχε δείξει ενδιαφέρον στο να διαβάσει το σενάριό του. Ο ατζέντης προώθησε το σενάριο στον Σίγκελ, ο οποίος το διάβασε, του άρεσε και το προώθησε στον Κλιντ Ίστγουντ.[8]

Στον Ίστγουντ άρεσε ο ρόλος του αρχηγού της συμμορίας, Φρανκ Μόρις, και δέχθηκε να πρωταγωνιστήσει, παρέχοντας στον Σίγκελ τη δυνατότητα να σκηνοθετήσει κάτω από τη σημαία της εταιρίας παραγωγής Malpaso. Ο Σίγκελ επέμεινε πως το πρότζεκτ θα ήταν μία ταινία Ντον Σίγκελ, κινήθηκε στρατηγικά αποφεύγοντας τον Ίστγουντ και αγόρασε τα δικαιώματα της ταινίας για $100,000.[1] Αυτό δημιούργησε ένα ρήγμα στη φιλία των δύο αντρών και παρόλο που ο Σίγκελ συμφώνησε η παραγωγή να είναι από κοινού, Malpaso-Siegel, αργότερα εργάστηκε στην Paramount Pictures, ένα αντίπαλο στούντιο,[7] και δεν σκηνοθέτησε ποτέ ξανά ταινία του Ίστγουντ.

Παρόλο που το Αλκατράζ είχε δικό του σταθμό παραγωγής ενέργειας, ο σταθμός αυτός δεν λειτουργούσε πια και έτσι χρησιμοποιήθηκε ένα καλώδιο 15 μιλίων για να συνδεθεί ηλεκτρικά το νησί με το Σαν Φρανσίσκο. Καθώς οι Σίγκελ και Ταγκλ εργάζονταν πάνω στο σενάριο, οι παραγωγοί πλήρωσαν $500.000 για να αποκαταστήσουν την εγκαταλελημμένη φυλακή και να επαναδημιουργήσουν την ψυχρή της ατμόσφαιρα.[1] Ωστόσο, κάποιοι εσωτερικοί χώροι έπρεπε να αναδημιουργηθούν σε στούντιο. Αρκετές από τις βελτιώσεις διατηρήθηκαν ανέπαφες μετά την ολοκλήρωση της ταινίας.

Το αρχικό τέλος που είχε δώσει ο Σίγκελ ήταν η σκηνή όπου οι φρουροί ανακαλύπτουν το ψεύτικο κεφάλι στο κρεβάτι του Μόρις, αφήνοντας το γεγονός για το αν η απόδραση ήταν επιτυχής ή όχι ασαφές. Αυτό δεν άρεσε στον Ίστγουντ και επέκτεινε το τέλος, βάζοντας τον αρχιφύλακα να ψάχνει τους φυγάδες στο νησί Έιντζελ και να ανακαλύπτει στα βράχια ένα χρυσάνθεμο, ένα είδος λουλουδιού που δεν ευδοκιμούσε στην περιοχή αλλά το καλλιεργούσε ο Ντοκ στις φυλακές, και το οποίο χρησιμοποιήθηκε αργότερα από τον Μόρις. Ωστόσο, δεν διευκρινίζεται αν το χρυσάνθεμο βρέθηκε εκεί επειδή το άφησε ο Μόρις βγαίνοντας από τη θάλασσα μετά την απόδραση, άρα επέζησε, ή αν απλά ξεβράστηκε στα βράχια επειδή ο Μόρις πνίγηκε. Οπότε, το αν οι τρεις άντρες επέζησαν ή όχι, είναι κάτι το οποίο αφήνεται ανοικτό στο κοινό να το αποφασίσει.[9]

Υποδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Box Office[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία κατά το πρώτο Σαββατοκύριακο προβολής στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε έσοδα $5,306,354. Συνολικά, η ταινία είχε έσοδα $43 εκατομμύρια στις Ηνωμένες Πολιτείες,[2] τερματίζοντας στη 15η θέση της λίστας των ταινιών με τις περισσότερες εισπράξεις για το 1979.

Κριτικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Απόδραση από το Αλκατράζ έλαβε θετικές κριτικές από τους κριτικούς και θεωρείται από πολλούς ως μία από τις καλύτερες ταινίες του 1979.[10][11][12] Η σελίδα συλλογής κριτικών Rotten Tomatoes δίνει ποσοστό αποδοχής 96% βασισμένο σε 27 κριτικές, ενώ στο τμήμα ομοφωνίας αναφέρεται: «Η Απόδραση από το Αλκατράζ χρησιμοποιεί λαμπρά την τεταμένη κλειστοφοβία του περιβόητου σκηνικού της, καθώς και τη θρυλική, φλογερή αποφασιστικότητα του πρωταγωνιστή της».[13]

Ο Φρανκ Ριτς από το περιοδικό Time περιγράφει την ταινία ως «άνετη, κινηματογραφική χάρη», ενώ ο Στάνλεϊ Κόφμαν από το περιοδικό The New Republic την αποκάλεσε «κρυσταλλικό κινηματογράφο».[14] Ο Βίνσεντ Κάνμπι από την εφημερίδα The New York Times την αποκάλεσε «μία πρώτης τάξεως ταινία δράσης», σημειώνοντας: «Ο κύριος Ίστγουντ εκπληρώνει τις απαιτήσεις του ρόλου της ταινίας όπως πιθανότατα κανένας άλλος ηθοποιός θα μπορούσε. Είναι υποκριτική; Δεν ξέρω, αλλά αποτελεί την πιο ψηλή φιγούρα στο τοπίο της ταινίας».[15] Στην κριτική του περιοδικού Variety η ταινία αναφέρεται ως «μία από τις καλύτερες ταινίες με φυλακές που γυρίστηκαν ποτέ».[16]

Ο Ρότζερ Ίμπερτ βαθμολόγησε την ταινία με 3,5/4 γράφοντας: «Για σχεδόν όλη τη διάρκειά της, η Απόδραση από το Αλκατράζ είναι μία τεταμένη και σκληρή απεικόνιση της ζωής στη φυλακή. Είναι επίσης ένα αριστουργηματικό κομμάτι αφήγησης, στο οποίο οι χαρακτήρες δε λένε πολλά και αφήνουν την κάμερα να εξηγήσει τη δράση».[17] Ο Τζιν Σίσκελ της εφημερίδας Chicago Tribune βαθμολόγησε την ταινία με 3/4, αποκαλώντας την «πολύ διασκεδαστική και καλοφτιαγμένη. Το βασικό πρόβλημα είναι το πολύ γρήγορο τέλος της το οποίο μας αιφνιδιάζει».[18] Ο Κέβιν Τόμας από την εφημερίδα Los Angeles Times έγραψε: «Απόλαυση για τους σινεφίλ, η Απόδραση από το Αλκατράζ θα μπορούσε να αποτελέσει ένα παράδειγμα εγχειριδίου σε εκπληκτικά οικονομική, γρήγορη και κομψή αφήγηση ιστορίας στην οθόνη».[19]

Ο Κουέντιν Ταραντίνο την αποκάλεσε «τόσο μαγευτική όσο και συναρπαστική... κινηματογραφικά μιλώντας, αποτελεί την πιο εκφραστική ταινία του Σίγκελ».[20]

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2001, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου είχε συμπεριλάβει την ταινία ανάμεσα στις υποψηφιότητες για τη λίστα AFI 100 Χρόνια... 100 Τρόμοι.[21]

Ιστορική ακρίβεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τελευταία σκηνή της ταινίας υπονόησε κάποια ένδειξη πως η απόδραση ήταν επιτυχημένη, αλλά στην πραγματικότητα παραμένει μυστήριο το αν οι φυγάδες τα κατάφεραν ή όχι.[22] Έμμεσα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία αποκαλύφθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 2010, φάνηκε να δείχνουν πως οι άντρες επέζησαν και πως μία σχεδία ανακαλύφτηκε κοντά στο νησί Έιντζελ με πατημασίες να οδηγούν μακριά από αυτήν (παρόμοια με τη φανταστική σκηνή της ταινίας όπου ο Αρχιφύλακας βρίσκει ένα χρυσάνθεμο και το οποίο πιθανότατα άφησαν εκεί επίτηδες οι φυγάδες), ενώ μετά την απόδραση κλάπηκε ένα μπλε Chevrolet από τρεις άντρες, οι οποίοι μπορεί να ήταν ο Μόρις και οι Άνγκλιν. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την επίσημη αναφορά του FBI η οποία αναφέρει πως η σχεδία των φυγάδων δεν ανευρέθηκε ποτέ και πως δεν υπήρξε καμία κλοπή αυτοκινήτου μετά την απόδραση.[22][23][24]

Ο χαρακτήρας του Τσάρλι Μπατς βασίστηκε στον τέταρτο κρατούμενο, Άλεν Γουέστ, ο οποίος συμμετείχε στο σχέδιο της απόδρασης, αλλά ξέμεινε πίσω όταν δεν μπόρεσε να αφαιρέσει τη σχάρα του εξαερισμού από το κελί του το βράδυ της απόδρασης. Στη συνέχεια, βοήθησε στην επίσημη έρευνα του FBI για την απόδραση.

Ο αρχιφύλακας στην ταινία παραμένει ανώνυμος και αποτελεί φανταστικό χαρακτήρα. Η ταινία τοποθετείται χρονικά ανάμεσα στην άφιξη του Μόρις στο Αλκατράζ τον Ιανουάριο του 1960 και στην απόδρασή του τον Ιούνιο του 1962. Λίγο μετά την άφιξή του, ο Μόρις συναντά τον αρχιφύλακα, ο οποίος παραμένει στη θέση του καθόλη τη διάρκεια της ταινίας. Στην πραγματικότητα όμως, ο αρχιφύλακας Πολ Τζ. Μαντίγκαν αντικαταστάθηκε από τον Όλιν Τζ. Μπλάκγουελ το 1961. Ο χαρακτήρας του αρχιφύλακα αναφέρει τους προκατόχους του, Τζέιμς Α. Τζόνστον (1934–48) και (λανθασμένα) τον Μπλάκγουελ (1961–63).[25] Ο Μπλάκγουελ υπηρέτησε ως αρχιφύλακας στο Αλκατράζ την πιο δύσκολη περίοδο των φυλακών από το 1961 μέχρι το 1963, όταν οι φυλακές ήρθαν αντιμέτωπες με το κλείσιμό τους ως μία αποσυντιθέμενη φυλακή με αρκετά προβλήματα χρηματοδότησης, αλλά και κατά την περίοδο που έλαβε χώρα η απόδραση. Τη στιγμή της απόδρασης, ο Μπλάκγουελ βρισκόταν σε διακοπές στη λίμνη Μπεριέσσα, στην κομητεία Νάπα της Καλιφόρνιας.[26]

Το περιστατικό όπου ο Ντοκ κόβει τα δάχτυλά του με ένα τσεκούρι βασίστηκε σε πραγματικό περιστατικό, το οποίο όμως συνέβη το 1937. Ο κρατούμενος Ρούφε Πέρσφουλ, τρελαμένος από την τότε πολιτική της αυστηρής ησυχίας όλη την ημέρα, έκοψε τέσσερα από τα δάχτυλά του με ένα τσεκούρι με απώτερο σκοπό να μεταφερθεί από το Αλκατράζ σε άλλες φυλακές.[27][28]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Hughes 2009, σελ. 175.
  2. 2,0 2,1 «Escape from Alcatraz». Box Office Mojo. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2020. 
  3. Hal Erickson. «Escape From Alcatraz (1979)». AllMovie. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2020. 
  4. Vincent Canby (22 Ιουνίου 1979). «Screen: 'Alcatraz' Opens:With Clint Eastwood». The New York Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2020. What Mr. Siegel has made is fiction, a first-rate action movie that is about the need and the decision to take action, as well as the action itself. In this particular case, the action is the escape from "the rock," a maneuver masterminded by a tough con named Frank Morris (Clint Eastwood) with two cronies, Clarence Anglin (Jack Thibeau) and John Anglin (Fred Ward) 
  5. «Escape from Alcatraz (1979)». FilmAffinity. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2020. 
  6. «Review: Escape from Alcatraz». Variety Film Reviews (Variety): 18. 1979-06-20. 
  7. 7,0 7,1 McGilligan, Patrick (1999). Clint: The Life and Legend. London: Harper Collins. σελ. 304. ISBN 0-00-638354-8. 
  8. 8,0 8,1 Litwak, Mark (1986). Reel Power: The Struggle For Influence and Success in the New Hollywood. New York: William Morrow & Company. σελίδες 131–132. ISBN 0-688-04889-7. 
  9. Hughes 2009, σελ. 152.
  10. «Best Films of 1979». Listal. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  11. «Most Popular Feature Films Released in 1979». IMDb. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  12. «The Best Movies of 1979 by Rank». Films101. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  13. «Escape from Alcatraz». Rotten Tomatoes. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  14. McGilligan, Patrick (1999). Clint: The Life and Legend. London: Harper Collins. σελ. 307. ISBN 0-00-638354-8. 
  15. Canby, Vincent (1979-06-22). «Screen: 'Alcatraz' Opens». The New York Times: C5. 
  16. «Escape From Alcatraz». Variety: 18. 1979-06-20. https://archive.org/details/sim_variety_1979-06-06_295_5/page/18. 
  17. Ebert, Roger (27 Ιουνίου 1979). «Escape From Alcatraz». RogerEbert.com. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  18. Gene Siskel (1979-06-22). Quick ending the only bar to great 'Escape'. Chicago Tribune, σελ. 3, Τμήμα 4. 
  19. Kevin Thomas (1979-06-22). 'Alcatraz': Other Side of Dirty Harry. Los Angeles Times, σελ. 26, Μέρος IV. 
  20. Tarantino, Quentin (22 Νοεμβρίου 2019). «Escape from Alcatraz». New Beverly Cinema. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  21. «AFI's 100 Years...100 Thrills Nominees» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 6 Ιανουαρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2016. 
  22. 22,0 22,1 McFadden, Robert D. (9 Ιουνίου 2012). «Tale of 3 Inmates Who Vanished From Alcatraz Maintains Intrigue 50 Years Later». The New York Times. New York. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  23. «Investigator Says 1962 Alcatraz Escapees Likely Survived». 8 Φεβρουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  24. «Alcatraz escapee's sister returns to robbery scene». Mercury News. Associated Press. 19 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  25. Gregory L. Wellman (Ιούνιος 2008). A History of Alcatraz Island: 1853-2008. Arcadia Publishing. ISBN 978-0-7385-5815-8. 
  26. «Out of Alcatraz — By A Spoon». Sfgenealogy.com. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  27. «The Prisioners - Strikes, Riots, And Escapes». Alcatraz History. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2020. 
  28. Susan Sloate (2008). The Secrets of Alcatraz: Mysteries unwrapped. Εικονογράφηση από Josh Cochran (Εικονογραφημένη έκδοση). Sterling Publishing Company, Inc. σελ. 12. ISBN 9781402735912. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]