Αθανάσιος Ρεπανιδιώτης ο Νεομάρτυρας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αθανάσιος Ρεπανιδιώτης ο Νεομάρτυρας
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος1846
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας

Ο Αθανάσιος Μοναχός ο Ρεπανιδιώτης (1790/1800 - 1846) ήταν Έλληνας νεομάρτυρας. Λιγοστές είναι οι πληροφορίες που υπάρχουν για το βίο του. Μαρτύρησε το 1846, όταν θανατώθηκε από τους Τούρκους λόγω της θρησκευτικής και πατριωτικής του δράσης. Ουσιαστικά παραμένει μια μάλλον άγνωστη μορφή της νεότερης θρησκευτικής ιστορίας.

Στη Λήμνο και στο Άγιο Όρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αθανάσιος γεννήθηκε στα 1790-1800 περίπου στη Λήμνο, πιθανότατα στο χωριό Ρεπανίδι. Δεν είναι γνωστό το κοσμικό του όνομα. Όμως, ο πατέρας του μάλλον ονομαζόταν Παναγιώτης. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο νησί στο οποίο λειτουργούσαν τότε αλληλοδιδακτική και ελληνική Σχολή. Στη συνέχεια μετέβη στο Άγιο Όρος με σκοπό να γίνει μοναχός.

Με το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821, το Άγιο Όρος αποτέλεσε προπύργιο των επαναστατών. Ο Εμμανουήλ Παππάς ξεσήκωσε πάνω από 1000 μοναχούς, τους όπλισε και κίνησαν για τη Θεσσαλονίκη. Όμως, η επανάσταση στη Χαλκιδική κατεστάλη σύντομα μετά την ήττα στα στενά της Ρεντίνας. Στις 12 Δεκεμβρίου 1821, οι Τούρκοι εισέβαλαν στο Άγιο Όρος, όπου είχαν καταφύγει πολλοί μαχητές και 5000 περίπου άμαχοι. Σκλάβωσαν πολλούς, τόσο μοναχούς όσο και μαχητές που κρύβονταν στα μοναστήρια.

Ανάμεσά τους ήταν και ο μοναχός Αθανάσιος ο οποίος συνελήφθη και σύρθηκε στα σκλαβοπάζαρα. Πουλήθηκε ως δούλος σ’ έναν Αγαρηνό άρχοντα της Αιγύπτου. Αυτός τον υποχρέωσε να γίνει μουσουλμάνος και να παντρευτεί μια αιχμάλωτη χριστιανή. Όταν αλλαξοπίστησε, οι Τούρκοι του απένειμαν τον τίτλο του αγά. Σύντομα απέκτησε μεγάλη περιουσία και έγινε μέγας και τρανός. Έζησε έτσι για αρκετά χρόνια.

Όμως, από κάποια εποχή και ύστερα άρχισε να μετανιώνει για την αλλαγή της πίστης του, μετά από ένα όνειρο που είδε στο οποίο του παρουσιάστηκε ο Μέγας Αθανάσιος. Αφού το συζήτησε με τη γυναίκα του, με την οποία δεν πρέπει να είχαν αποκτήσει παιδιά, αποφάσισε να της αφήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας και να ξαναγυρίσει στο Άγιο Όρος. Πράγματι, ασκήτεψε εκεί για αρκετά χρόνια με μεγάλη ταπείνωση, συγχωρέθηκε και έλαβε το Άγιο Μύρο, γενόμενος πάλι δεκτός στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα για λίγο διάστημα και τελικά επέστρεψε στη Λήμνο, όπου ζούσε «ευσεβώς και θεαρέστως».

Η επιστροφή στο νησί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιστροφή του στο τουρκοκρατούμενο νησί φανερώνει το μεγάλο θάρρος του, γιατί οι Τούρκοι απαγόρευαν στους αρνησίθρησκους να ξαναγίνονται Χριστιανοί με ποινή θανάτου. Η επιστροφή αυτή πρέπει να έγινε γύρω στο 1843, διότι, σύμφωνα με τα αρχεία της Μητρόπολης Λήμνου, στις 24 Οκτωβρίου του 1843, ο γέρων Αθανάσιος μοναχός Ρεπανιδιώτης δώρισε στην Αλληλοδιδακτική Σχολή της Λήμνου 4.080 γρόσια και 85 ολλανδικά φλουριά. Ο μοναχός αυτός πρέπει να ταυτιστεί με τον εν λόγω Αθανάσιο, ο οποίος εκείνη την εποχή είχε ανανήψει στην ορθόδοξη πίστη. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ένας μοναχός κατείχε τόσο σημαντικά χρηματικά ποσά, τα οποία προφανώς προέρχονταν από την περιουσία που είχε αποκτήσει στην Αίγυπτο ως μουσουλμάνος αγάς.

Στη Λήμνο ο Αθανάσιος δεν έμεινε αδρανής. Το 1844, έγινε μέλος της Σχολικής Εφορίας και πάσχισε για την καλύτερη λειτουργία της Σχολής και την αύξηση των εσόδων της. Τα χρόνια εκείνα Τούρκος διοικητής (καϊμακάμ-μπέης) του νησιού ήταν ο Χατζή-Μουντή Εφέντης, ένας αδίστακτος εκμεταλλευτής κι εκβιαστής των Χριστιανών. Για πολλά χρόνια δανειζόταν χρήματα από το «Κοινόν Ταμείον», το οποίο είχαν συγκροτήσει οι κάτοικοι για τη χρηματοδότηση των σχολείων του νησιού. Το ταμείο αυτό είχε ως βασική πηγή εσόδων το ενοίκιο του κοινοτικού κτήματος "Μητρόπολις", το οποίο υπάρχει ακόμα κοντά στο χωριό Λιβαδοχώρι και ανήκει στο Παλλημνιακό Σχολικό Ταμείο. Ο διοικητής ουδέποτε επέστρεφε τα χρήματα που δανειζόταν, ενώ συνεχώς απαιτούσε κι άλλα «δανεικά κι αγύριστα». Συνεχώς βρισκόταν σ’ αντιπαράθεση με την τοπική κοινότητα και πιθανότατα έπειτα από δική του απαίτηση είχε κηρυχθεί έκπτωτος ο μητροπολίτης του νησιού, Ιερώνυμος, τον Απρίλιο του 1839.

Κάποτε η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και οι κάτοικοι της Λήμνου αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν στο Σουλτάνο, ο οποίος διέταξε να γίνει έρευνα. Στις 5 Οκτωβρίου 1844, δυο Τούρκοι κι οκτώ Έλληνες κλήθηκαν στην Πόλη να καταθέσουν για το θέμα. Οι Λημνιοί πήγαν με επικεφαλής τον Αθανάσιο γέροντα Παναγιώτου και αντιπροσώπους επτά χωριών, που ήταν οι εξής: Χριστοφής Παπά-Αθανασίου (Ατσική), Παντελής Παπά-Ιωάννου (Κορνός), Παναγιώτης Πέτρου (Βάρος), Νικόλας Πλαφάς (Ρεπανίδι), Στρατής Τζαριακλής (Τσιμάνδρια), Αθανάσιος Κυριάκου (Σαρδές) και Κομνηνός ... (Καμίνια). Η αποστολή αυτή κόστισε στην κοινότητα 10.000 γρόσια. Τα αποτελέσματα της διαμαρτυρίας δεν είναι γνωστά, αλλά μάλλον ο καταχραστής διοικητής μετατέθηκε.

Το μαρτυρικό τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρωτοβουλία του Αθανασίου να τεθεί επικεφαλής της οκταμελούς επιτροπής, σε συνδυασμό με τη μεταστροφή του από τη μουσουλμανική θρησκεία, έγινε αιτία να μπει στο μάτι των Τούρκων, οι οποίοι θεωρούσαν ασυγχώρητο αμάρτημα την επιστροφή των προσκυνημένων στη χριστιανική πίστη. Από τότε άρχισαν να κατηγορούν τον Αθανάσιο με διάφορες αστήριχτες κατηγορίες, οι οποίες δεν αναφέρονται στα έγγραφα και να τον περνούν από δίκες.

Το 1846, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στην Κωνσταντινούπολη με ένα πλοίο. Όμως, ο μάρτυρας έμελλε να μη φτάσει ποτέ στην Πόλη, διότι κατά τη διάρκεια της διαδρομής και ενώ έπλεαν στον Ελλήσποντο, οι δεσμοφύλακες τον έριξαν αλυσοδεμένο στη θάλασσα και τον έπνιξαν, γνωρίζοντας πιθανότατα ότι θα αθωωνόταν στο ανώτερο δικαστήριο, αφού δεν είχε διαπράξει κανένα αδίκημα. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στον κώδικα:
"οι ασεβείς Αγαρηνοί, εβύθισαν αυτόν και απέπνιξαν εν τη θαλάσση ... κατά το έτος 1846".>

Έτσι, "ο εξ αρνησιχρίστων νεομάρτυς Αθανάσιος... έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον", όπως σημειώνει κάποιος άγνωστος γραμματικός της Μονής Αγίου Παντελεήμονος του Αγίου Όρους, που διέσωσε το βίο του.

Η μνήμη του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κάτοικοι του νησιού δεν λησμόνησαν τον Αθανάσιο. Στην ετήσια επιμνημόσυνη δέηση η οποία γινόταν παλιότερα στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, υπέρ των «Μεγάλων Ευεργετών και Δωρητών των Ιερών Ναών και των Εκπαιδευτηρίων της Νήσου», μνημόνευαν μεταξύ των άλλων και τον Αθανάσιο Μοναχό, ο οποίος εκτός από την περιουσία του πρόσφερε και τη ζωή του για την πρόοδο της πατρίδας του.

Η Εκκλησία δεν εορτάζει το νεομάρτυρα σε κάποια συγκεκριμένη ημερομηνία, διότι δεν είναι γνωστή η ακριβής ημέρα του μαρτυρίου του, αλλά τιμά τη μνήμη του κατά την Δ΄ Κυριακή του Ματθαίου, δηλαδή την τέταρτη Κυριακή μετά την Πεντηκοστή, μαζί με όλους τους νεομάρτυρες.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]