Πατριάρχης Αθανάσιος Α΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αθανάσιος Α΄)
Αθανάσιος Α΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1230[1][2]
Αδριανούπολη
Θάνατος28  Οκτωβρίου 1310[3]
Κωνσταντινούπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΟρθόδοξος Χριστιανισμός
Eορτασμός αγίου28 Οκτωβρίου
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
αρχιεπίσκοπος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο άγιος Αθανάσιος Α΄ (1230 - 28 Οκτωβρίου 1315) διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατά τα έτη 1289-1293 και 1303-1310. Στις ημέρες του προσαγορευόταν ως Νέος Χρυσόστομος[4].

Βιογραφικά στοιχεία[α][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Αδριανούπολη[β] της Ανατολικής Θράκης περί το 1235[10]. Το λαϊκό του όνομα ήταν Αλέξιος και οι γονείς του ονομάζονταν Γεώργιος και Ευφροσύνη[11]. Σε μικρή ηλικία εκάρη μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Ακάκιος[12] και μόνασε στο όρος Γάνος της Θράκης και κατόπιν στο Άγιο Όρος[13]. Εκεί έζησε σε σπήλαιο κοντά στη Μονή Ιβήρων, το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα. Διετέλεσε επίσης «τραπεζάρης» της Μονής Εσφιγμένου[14][γ]. Αφού πέρασε από τα Ιεροσόλυμα, το όρος Λάτρος και το όρος Αυξεντίου[16], κατέληξε στο όρος Γαλήσιο[14], όπου έμεινε οκτώ έτη. Εκεί έγινε μεγαλόσχημος μοναχός, λαμβάνοντας το όνομα Αθανάσιος[17] και χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος χωρίς τη θέλησή του. Επί Πατριαρχίας Ιωάννη Βέκκου διώχτηκε για τη σταθερά ανθενωτική του στάση και θεωρήθηκε από τους συγχρόνους του ως Ομολογητής. Δεν είχε ιδιαίτερη παιδεία[18], αλλά διακρινόταν για την ασκητικότητά του, την αυστηρότητα του ήθους και των αντιλήψεών του[19], καθώς και για την αντίθεσή του στην Ένωση με την Καθολική Εκκλησία.

Η Πατριαρχία του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επελέγη από τον Αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β' Παλαιολόγο ως Πατριάρχης και εξελέγη στις 14 Οκτωβρίου 1289[13]. Με τη στήριξη του Αυτοκράτορα επέδειξε μεγάλη φιλόπτωχη δραστηριότητα[20]. Προσπάθησε να επιβάλει αυστηρούς κανόνες στους μοναχούς, οι οποίοι περιφέρονταν ανά τις επαρχίες αντί να εγκαταβιούν στις μονές τους[19], αλλά και σε επισκόπους, οι οποίοι διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη αντί να βρίσκονται στις επαρχίες τους[21]. Το θέμα αυτό τον έφερε σε ρήξη με τους Πατριάρχες Αλεξανδρείας Αθανάσιο[22] και Αντιοχείας Διονύσιο, οι οποίοι εγκαταβιούσαν στην πρωτεύουσα[23]. Σε επιστολές του προς τον Αυτοκράτορα σημείωνε ότι οι επίσκοποι αυτοί, αντί να ασχολούνται με τις πνευματικές ανάγκες του ποιμνίου τους, διαβιούσαν στην Κωνσταντινούπολη, ασχολούμενοι με το να αντιπολιτεύονται τον εκάστοτε Πατριάρχη, να επιβαρύνουν τα οικονομικά του Πατριαρχείου και να εκμεταλλεύονται τα δικαστικά τους καθήκοντα ως μέλη της Ενδημούσης Συνόδου για να δωροδοκούνται[21]. Κατάφερε έτσι να επιστρέψουν κάποιοι επίσκοποι στις επαρχίες τους, αλλά τα μέτρα αυτά, μαζί με τον τραχύ και χωρίς λεπτότητες καταπιεστικό χαρακτήρα του[24], του δημιούργησαν πολλούς εχθρούς, οι οποίοι κατόρθωσαν να τον εξωθήσουν σε παραίτηση[δ] στις 16 Οκτωβρίου του 1293[13].

Τον Σεπτέμβριο του 1303[26] ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος μετά από ένα φοβερό σεισμό τον ανακάλεσε στον Θρόνο[27]. Φαίνεται πως ο Αυτοκράτορας γοητευόταν από έναν ασκητικό Πατριάρχη που φορούσε ενδύματα από τρίχες και σανδάλια και που απέδιδε όλες τις αποτυχίες της πολιτικής του (τις λεηλασίες των Καταλανών στρατιωτών, την ασταμάτητη κατάκτηση της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους, την οικονομική κατάρρευση της Αυτοκρατορίας και τον λιμό των φτωχών) στην ανηθικότητα της εποχής[28]. Στη δεύτερη περίοδο της Πατριαρχίας του, τα οικονομικά της Αυτοκρατορίας ήταν σε εξαιρετικά άσχημη κατάσταση και οι φοροσυλλέκτες επέβαλαν φόρους στην εκκλησιαστική περιουσία κατά βούληση, πράγμα που τον εξαγρίωσε και τον έκανε να διαμαρτυρηθεί έντονα με επιστολές, κατηγορώντας τους για έλλειψη σεβασμού προς την Εκκλησία[29]. Γενικά κατά τη δεύτερη Πατριαρχία του ο Αθανάσιος έδρασε περισσότερο αυθαίρετα, παρεμβαίνοντας όλο και περισσότερο στην κοινωνική ζωή και την πολιτική. Ειπώθηκε μάλιστα ότι ασχολήθηκε με την Αυτοκρατορία σαν να ήταν το μοναστήρι του[24]. Κατά τα έτη 1306-1307 ήρθε επίσης σε σύγκρουση με τον κλήρο της Αγίας Σοφίας, του οποίου περιέκοψε προνόμια[30]. Επίσης διάφοροι ιεράρχες και κλήρος ενοχλήθηκαν από την αυστηρότητα, τον φανατισμό του[28] και τις συνεχείς επικλήσεις του για μετάνοια[27]. Έτσι, αφού συκοφαντήθηκε[31], το 1310 πείστηκε να παραιτηθεί και αποσύρθηκε στη Μονή Θεοτόκου του Γαλησίου[32], όπου πέθανε το 1315[10].

Έργο και αγιοσύνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως μοναχός στο Άγιο Όρος συνέταξε Παρακλητικό Κανόνα, ο οποίος περιελήφθη στο Θεοτοκάριο του Νικοδήμου[33]. Στον Πατριάρχη Αθανάσιο Α΄ αποδίδονται οι «Νεαραί» που εκδόθηκαν από τον Αυτοκράτορα Ανδρόνικο[34]. Σώζονται πολλές επιστολές και άλλα κείμενά του, που παραμένουν ανέκδοτα[8].

Η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνώρισε την αγιότητά του το 1368 και έκτοτε τιμά τη μνήμη του ως «οσίου Αθανασίου του νέου», στις 28 Οκτωβρίου. Το σκήνωμά του βρίσκεται σήμερα στο ναό του Αγίου Ζαχαρίου Βενετίας[ε]. Επίσης, τεμάχιο του λειψάνου του βρίσκεται στη Μονή Παντοκράτορος, αλλά και στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ανδρούσης, το οποίο μεταφέρθηκε εκεί από τη Μονή Εσφιγμένου στις 29 Οκτωβρίου 1967, με τη φροντίδα του μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσοστόμου Β'[36].

Το 2014, σφραγίδα του βρέθηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της πόλης Pereslavl-Zalessky στη Ρωσία[37].

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Τα στοιχεία του βίου του αντλούνται από τις εξής βιογραφίες του: του Αγαπίου Λάνδου[5], του Θεόκτιστου Στουδίτη, του Ιωσήφ Καλόθετου[6], του Hippolyte Delehaye[7] και του Α. Παπαδόπουλου-Κεραμέως[8].
  2. Κάποιες πηγές τον αναφέρουν ως καταγόμενο από την Ανδρούσα Μεσσηνίας, αλλά φαίνεται πως αυτές είναι λαθεμένες[9].
  3. Η σύνδεσή του με τη Μονή Καρακάλλου[10] φαίνεται εσφαλμένη, καθώς βασίζεται σε μη αυθεντικό χρυσόβουλο[15].
  4. «κλήρῳ ἀνυποτάκτῳ καί λαῷ ἀπειθεῖ ἀποτάσσομαι καί τῷ Θεῷ ὑποτάσσομαι καί δέομαι αὐτοῦ ἶνα κυβερνήσῃ ὑμᾶς πρός τό συμφέρον, καθώς γινώσκει...[25]».
  5. με την εσφαλμένη επιγραφή «Αθανάσιος Αλεξανδρείας[35]».

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 CONOR.BG. 18777957.
  2. 2,0 2,1 (Πολωνικά) MAK. 9810551389905606.
  3. «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Athanasius-I. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Λάνδος 1804, σελ. 120.
  5. Λάνδος 1804, σελ. 117.
  6. Παντοκρατορινός 1940, σελ. 56.
  7. Delehaye 1897, σελ. 1.
  8. 8,0 8,1 Πατεδάκης 2006, σελ. 279.
  9. Κορυτσάς 1953, σελ. 128 κ.ε..
  10. 10,0 10,1 10,2 Pavlikianov 2015, σελ. 66.
  11. Delehaye 1897, σελ. 48.
  12. Delehaye 1897, σελ. 49.
  13. 13,0 13,1 13,2 Μανουήλ Γεδεών, σελ. 402.
  14. 14,0 14,1 Delehaye 1897, σελ. 50.
  15. Κορυτσάς 1953, σελ. 137.
  16. Λάνδος 1804, σελ. 119.
  17. Delehaye 1897, σελ. 52.
  18. Browning, Robert (10 1977). «The Correspondence of Athanasius I, Patriarch of Constantinople. Letters to the Emperor Andronicus II, Members of the Imperial Family, and Officials. Alice-Mary Maffry Talbot». Speculum 52 (4): 1051–1053. doi:10.2307/2855451. https://www.journals.uchicago.edu/doi/10.2307/2855451. Ανακτήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2022. 
  19. 19,0 19,1 Μανουήλ Γεδεών, σελ. 403.
  20. Tudorie, Ionut (2014). «Le patriarche Athanase Ier et les arsénites : une lettre patriarcale contre les schismatiques». Centre d’études byzantines, néo-helléniques et sud-est européennes, École des Hautes Études en Sciences Sociales, coll. «Dossiers byzantins»: 37. https://www.academia.edu/36260512/_Le_patriarche_Athanase_Ier_1289_1293_1303_1309_et_les_ars%C3%A9nites_une_lettre_patriarcale_contre_les_schismatiques_in_M_H_Blanchet_M_H_Congourdeau_D_I_Mure%C5%9Fan_eds_Le_Patriarcat_%C5%92cum%C3%A9nique_de_Constantinople_et_Byzance_hors_fronti%C3%A8res_1204_1586_Paris_EHESS_2014_pp_37_67?email_work_card=title. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2021. 
  21. 21,0 21,1 Preiser-Kapeller 2007, σελ. 27.
  22. Failler, Albert (1977). «Le séjour d'Athanase II d'Alexandrie à Constantinople». Revue des études byzantines 35: 43-71. https://www.persee.fr/doc/rebyz_0766-5598_1977_num_35_1_2065. Ανακτήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2022. 
  23. Πατεδάκης 2006, σελ. 280.
  24. 24,0 24,1 Runciman 2005, σελ. 147.
  25. Λάνδος 1804, σελ. 121.
  26. Angelov, Dimiter (2011). «Three Kinds of Liberty as Political Ideals in Byzantium, Twelfth to Fifteenth Century». Proceedings of the 22nd International Congress of Byzantine Studies 1: 327. https://www.academia.edu/5615385/Three_Kinds_of_Liberty_as_Political_Ideals_in_Byzantium_Twelfth_to_Fifteenth_Century. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2021. 
  27. 27,0 27,1 Nicol 1993, σελ. 38.
  28. 28,0 28,1 Nicol, D. M. (7 1977). «The Correspondence of Athanasius I Patriarch of Constantinople: letters to the Emperor Andronicus II, Members of the Imperial Family, and Officials. Edited by Alice-Mary Maffry Talbot. (Corpus Fontium Historiae Byzantinae, vii; Dumbarton Oaks Texts, iii). Pp. lii + 468. Washington, D.C.: Dumbarton Oaks, 1975. n.p.». The Journal of Ecclesiastical History 28 (3): 320–321. doi:10.1017/S0022046900041488. https://www.cambridge.org/core/journals/journal-of-ecclesiastical-history/article/abs/correspondence-of-athanasius-i-patriarch-of-constantinople-letters-to-the-emperor-andronicus-ii-members-of-the-imperial-family-and-officials-edited-by-alicemary-maffry-talbot-corpus-fontium-historiae-byzantinae-vii-dumbarton-oaks-texts-iii-pp-lii-468-washington-dc-dumbarton-oaks-1975-np/46D9199C11F50D82A1C1A37A6A2CEF13. Ανακτήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2022. 
  29. Smyrlis, Konstantinos (2017). «Priesthood and empire - Ecclesiastical wealth and privilege under the early Palaiologoi». The Patriarchate of Constantinople in Context and Comparison. Österreichische Akademie der Wissenschaften: 99. https://www.academia.edu/36776306/Priesthood_and_Empire_Ecclesiastical_Wealth_and_Privilege_under_the_Early_Palaiologoi_in_The_Patriarchate_of_Constantinople_in_Context_and_Comparison_ed_C_Gastgeber_E_Mitsiou_J_Preiser_Kapeller_V_Zervan_Vienna_%C3%96sterreichische_Akademie_der_Wissenschaften_2017_95_103. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2021. 
  30. Πατεδάκης 2006, σελ. 291.
  31. Παντοκρατορινός 1940, σελ. 103.
  32. Kotzabassi, Sofia. «Βυζαντινά χειρόγραφα από τα μοναστήρια της Μικράς Ασίας». σελ. 120. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2020. 
  33. Κορυτσάς 1953, σελ. 138.
  34. PG 142, 471-527
  35. Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Χρύσας Μαλτέζου, Ενρίκο Μορίνι, Ιερά λείψανα αγίων της καθ'ημάς Ανατολής στη Βενετία, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2005, ISBN 960-315-551-9, σελ. 85
  36. Επετηρίς της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας έτους 1976
  37. «Российские археологи нашли печать Вселенского патриарха». Lenta.Ru. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2021. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Γρηγόριος Β΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1289-1293 (1η θητεία)
Διάδοχος
Ιωάννης ΙΒ΄
Προκάτοχος
Ιωάννης ΙΒ΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1303-1310 (2η θητεία)
Διάδοχος
Νήφων Α΄