Αγιοσοφίτες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με την προσωνυμία Αγιοσοφίτες αποκαλούνταν οι κληρικοί που ιερουργούσαν στον Ναό της Αγιάς Σοφιάς στην Κωνσταντινούπολη, σε αντιδιαστολή με εκείνους που ιερουργούσαν στον επίσης μεγάλο ναό των Αγίων Αποστόλων, οι οποίοι αποκαλούνταν Αγιαποστολίτες.

Οι Αγιοσοφίτες, σύμφωνα με την «έκθεση της Βασιλείου τάξεως» του Πορφυρογέννητου, διακρίνονταν ανάλογα με το βαθμό τους και το έργο που επιτελούσαν σε Πρεσβυτέρους, Διακόνους και Διακόνισσες, υποδιακόνους, αναγνώστες, ψάλτες και πυλωρούς ή οστιαρίους. Οι Αγιοσοφίτες είχαν εν προκειμένω ιδιαίτερο οργανισμό, πρότυπα του οποίου υφίστανται μέχρι σήμερα στο «Τυπικό της Εκκλησίας».

Προϊστάμενος των Πρεσβυτέρων ήταν ο Πρωτοπαπάς (ή Πρωτόπαπας) της Μεγάλης Εκκλησίας ο οποίος χαρακτηριζόταν «έκδικος και πρώτος του βήματος» και έφερε τα «δευτερεία» του αρχιερέως. Πρόκειται για τον σημερινό αρχιερατικό επίτροπο. Τον Πρωτόπαπα ακολουθούσε ο Δευτερεύων των Πρεσβυτέρων, ο «εισοδεύων τους ιερείς», υπεύθυνος για την ευταξία εντός του ναού. Αυτόν ακολουθούσε ο ρήτωρ που ερμήνευε τις γραφές· πρόκειται για τον σημερινό ιεροκήρυκα.

Προϊστάμενος των Διακόνων ήταν ο Δευτερεύων των Διακόνων, ο σημερινός αρχιδιάκονος. Μετά απ΄ αυτόν ακολουθούσε ο προϊστάμενος των ψαλτών, ο λεγόμενος Πρωτοψάλτης, θέση την οποία κατείχαν οι δύο «δομέστικοι» των δύο χορών, του δεξιού και αριστερού. Αυτούς ακολουθούσε ο «άρχων των κοντακίων» που ήταν ο προϊστάμενος των αναγνωστών καλούμενος ιδιαίτερα και «πριμμικήριος των αναγνωστών» ή «πρωτοκανόναρχος». Τέλος, προϊστάμενος των πυλωρών ήταν ο «πρώτος οστιάριος», ο οποίος και κρατούσε τις θύρες στις χειροτονίες.

Άλλοι εκκλησιαστικοί τίτλοι που απαντώνταν στην Αγία Σοφία ήταν του ρεφενδαρίου, του ναρθηκοφόρου, του στράτωρος (= ιπποκόμος του Πατριάρχη), του διποτάτου του ιερού ναού κ.ά.

Σημείωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα Αγιοσοφίτες ή Αγιασοφίτες ονομάζονται οι μόνιμοι κάτοικοι της ομώνυμης συνοικίας του Πειραιά.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • «Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου», τόμ.1ος, σελ.289