Ώλενος Αχαΐας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάρτης της αρχαίας Αχαΐας

Η Ώλενος ήταν αρχαία πόλη στην Αχαΐα.

Η Ώλενος είχε ιδρυθεί από Ηλείους Επειούς και χτισμένη ανάμεσα στην Πάτρα και Δύμη, δίπλα στον ποταμό Πείρο.[1][2] Απείχε ογδόντα στάδια από την Πάτρα και σαράντα από τη Δύμη.

Το όνομα της το οφείλει στον Ώλενο, γιο του Θεού Ποσειδώνα και της Δαναΐδας Αναξιθέας. Στην πόλη λατρευόταν η Αφροδίτη Λαφαία. Ο Πέλοπας εγκαταστάθηκε στην Ώλενο προτού γίνει βασιλιάς στην Ήλιδα, ο Ηρακλής φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά της Ωλένου Δεξαμενό[3][4] και σκότωσε τον κένταυρο Ευρυτίωνα, που είχε απαγάγει την κόρη του Δεξαμενού Μνησιμάχη.[5] Κόρες του Δεξαμενού ήταν και οι δίδυμες Θηρονίκη και Θηραιφόνη που είχαν παντρευτεί τους Ηλείους Βασιλιάδες Αγασθένη και Αμφίμαχο αντίστοιχα.[6]

Από την Ώλενο καταγόταν ο Τυδέας γιος της Περίβοιας, κόρης του βασιλιά Ιππόνου γιος του Ιππόνου ήταν ο Καπανεύς ένας από τους «Επτά επί Θήβας».[7] Στην Ώλενο εγκαταστάθηκε ο Φόρβαντας, γιος του Λαπίθη, πατέρας της Διογένειας που παντρεύτηκε τον Αλέκτωρα.[8]

Από την Ώλενο ήταν κατά μία εκδοχή ο Κηφεύς ο οποίος πολέμησε στον Τρωικό πόλεμο και μετά ίδρυσε τρεις αποικίες στην Κύπρο. Η Ώλενος ήταν μέλος του Κοινού των Αχαιών και αργότερα κατακτήθηκε και ενσωματώθηκε στη Δύμη. Σύμφωνα με τον Πολύβιο η Ώλενος στην εποχή του είχε καταποντιστεί στη θάλασσα, πιθανός από σεισμό.[9]

Ο Ευριπίδης στο θεατρικό του έργο Ευάδνη η καπανέως γυνή αναφέρεται στην Ευάδνη βασίλισσα της Ωλένου και στον Βασιλιά της πόλης, Καπανεύς.[10]

Με την ονομασία Ώλενος υπήρχε αρχαία πόλη και στην Αρκαδία και «Καποδιστριακός» Δήμος στην Αχαΐα. Ως Ώλενος αναφέρεται και το όρος Σκόλλη που βρίσκεται στην περιοχή του πρώην Δήμου Ωλενίας. Η τοποθεσίας της αρχαία πόλη σήμερα βρίσκεται δίπλα στο χωριό Άνω Αλισσός.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «σταδίους δὲ ὅσον τεσσαράκοντα προελθόντι ἐκ Δύμης ποταμὸς Πεῖρος ἐς θάλατταν κάτεισι, καὶ Ἀχαιῶν πόλις ποτὲ Ὤλενος ᾠκεῖτο παρὰ τῷ Πείρῳ. ὁπόσοι δὲ ἐς Ἡρακλέα καὶ τὰ ἔργα αὐτοῦ πεποιήκασιν, ἔστιν οὐκ ἐλάχιστά σφισι δείγματα τοῦ λόγου Δεξαμενὸς ὁ ἐν Ὠλένῳ βασιλεὺς καὶ ὁποίων Ἡρακλῆς παρ' αὐτῷ ξενίων ἔτυχε. καὶ ὅτι μὲν ἦν πόλισμα ἐξ ἀρχῆς μικρὸν ἡ Ὤλενος, μαρτυρεῖ τῷ λόγῳ μου καὶ ἐλεγεῖον ἐς Εὐρυτίωνα Κένταυρον ὑπὸ Ἑρμησιάνακτος πεποιημένον: ἀνὰ χρόνον δὲ τοὺς οἰκήτορας ἐκλιπεῖν ὑπὸ ἀσθενείας φασὶ τὴν Ὤλενον καὶ ἐς Πειράς τε καὶ ἐς Εὐρυτειὰς ἀποχωρῆσαι.»Παυσανία Αχαϊκά
  2. «ποταμὸς δὲ ῥεῖ πλησίον Φαρῶν Πίερος, ὁ αὐτὸς ἐμοὶ δοκεῖν ὃς καὶ τὰ Ὠλένου παρέξεισιν ἐρείπια, ὑπὸ ἀνθρώπων τῶν πρὸς θαλάσσῃ καλούμενος Πεῖρος» Παυσανία Αχαϊκά
  3. ...Δεξαμενοῦ θυγατέρας ἐν Ὠλένῳ βασιλεύοντος...Παυσανία Ελλάδος Περιήγησις Ηλιακά
  4. «ἔγραψαν δὲ ἤδη τινὲς οὐ τῷ Θεσσαλῷ συμβάντα Εὐρυπύλῳ τὰ εἰρημένα, ἀλλὰ Εὐρύπυλον Δεξαμενοῦ παῖδα τοῦ ἐν Ὠλένῳ βασιλεύσαντος ἐθέλουσιν ἅμα Ἡρακλεῖ στρατεύσαντα ἐς Ἴλιον λαβεῖν παρὰ τοῦ Ἡρακλέους τὴν λάρνακα: τὰ δὲ ἄλλα κατὰ τὰ αὐτὰ εἰρήκασι καὶ οὗτοι.»Παυσανία Αχαϊκά
  5. Ἡρακλῆς δὲ εἰς Ὤλενον πρὸς Δεξαμενὸν ἧκε, καὶ κατέλαβε τοῦτον μέλλοντα δι᾽ ἀνάγκην μνηστεύειν Εὐρυτίωνι Κενταύρῳ Μνησιμάχην τὴν θυγατέρα· ὑφ᾽ οὗ παρακληθεὶς βοηθεῖν ἐλθόντα ἐπὶ τὴν νύμφην Εὐρυτίωνα ἀπέκτεινεν.Απολλόδωρος
  6. [3] Φυλέως δέ, ὡς τὰ ἐν τῇ Ἤλιδι κατεστήσατο, αὖθις ἐς Δουλίχιον ἀποχωρήσαντος, Αὐγέαν μὲν τὸ χρεὼν ἐπέλαβε προήκοντα ἐς γῆρας, βασιλείαν δὲ τὴν Ἠλείων Ἀγασθένης ἔσχεν ὁ Αὐγέου καὶ Ἀμφίμαχός τε καὶ Θάλπιος: Ἄκτορος γὰρ τοῖς παισὶν ἀδελφὰς ἐσαγαγομένοις διδύμας ἐς τὸν οἶκον, Δεξαμενοῦ θυγατέρας ἐν Ὠλένῳ βασιλεύοντος, τῷ μὲν ἐκ Θηρονίκης Ἀμφίμαχος, Εὐρύτῳ δὲ ἐκ Θηραιφόνης ἐγεγόνει Θάλπιος Παυσανία Ηλιακά Α΄
  7. Α 8,4] Ἀλθαίας δὲ ἀποθανούσης ἔγημεν Οἰνεὺς Περίβοιαν τὴν Ἱππονόου. ταύτην δὲ ὁ μὲν γράψας τὴν Θηβαΐδα πολεμηθείσης Ὠλένου λέγει λαβεῖν Οἰνέα γέρας, Ἡσίοδος δὲ ἐξ Ὠλένου τῆς Ἀχαΐας, ἐφθαρμένην ὑπὸ Ἱπποστράτου τοῦ Ἀμαρυγκέως, Ἱππόνουν τὸν πατέρα πέμψαι πρὸς Οἰνέα πόρρω τῆς Ἑλλάδος ὄντα, ἐντειλάμενον ἀποκτεῖναι. [Α 8,5] εἰσὶ δὲ οἱ λέγοντες Ἱππόνουν ἐπιγνόντα τὴν ἰδίαν θυγατέρα ἐφθαρμένην ὑπὸ Οἰνέως, ἔγκυον αὐτὴν πρὸς τοῦτον ἀποπέμψαι. ἐγεννήθη δὲ ἐκ ταύτης Οἰνεῖ Τυδεύς. Πείσανδρος δὲ αὐτὸν ἐκ Γόργης γενέσθαι λέγει· τῆς γὰρ θυγατρὸς Οἰνέα κατὰ τὴν βούλησιν Διὸς ἐρασθῆναι. Τυδεὺς δὲ ἀνὴρ γενόμενος γενναῖος ἐφυγαδεύθη, κτείνας, ὡς μέν τινες λέγουσιν, ἀδελφὸν Οἰνέως Ἀλκάθοον, ὡς δὲ ὁ τὴν Ἀλκμαιωνίδα γεγραφώς Απολλόδωρος
  8. Λαπίθης μὲν κατοικῶν περὶ τὸν Πηνειὸν ποταμὸν ἐβασίλευσε τῶν τόπων τούτων, γήμας δὲ Ὀρσινόμην τὴν Εὐρυνόμου ἐγέννησεν υἱοὺς δύο, Φόρβαντα καὶ Περίφαντα. οὗτοι μὲν οὖν ἐνταῦθα ἐβασίλευσαν, οἱ δὲ σύμπαντες λαοὶ ἀπὸ Λαπίθου Λαπίθαι προσηγορεύθησαν. τῶν δ´ υἱῶν τῶν Λαπίθου Φόρβας μὲν εἰς Ὤλενον παρῆλθεν, ἐξ ἧς μεταπεμψάμενος αὐτὸν Ἀλέκτωρ ὁ τῆς Ἠλείας βασιλεὺς βοηθόνΔιόδωρος ο Σικελιώτης Βιβλίο IV
  9. [...] τοῦτο δ´ ἦν ἐκ δώδεκα πόεων, ἃς ἔτι καὶ νῦν συμβαίνει διαμένειν, πλὴν Ὠλένου καὶ Ἑλίκης τῆς πρὸ τῶν Λευκτρικῶν ὑπὸ τῆς θαλάττης καταποθείσης· Πολύβιος, Ιστορίαι Βιβλίο Β΄[2, 41]
  10. «Εφημερίδα Λαός Βέροιας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Νοεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2007. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]