Άμων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Άμμων)
imn
n
C12
Άμων σε ιερογλυφικά
Άμων
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜουτ
ΤέκναΧονσού
Μοντού
ΓονείςΝουν
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Άμων (αποσαφήνιση).

Ο Άμων, Άμμων επίσης Άμεν, Ιμν (ο Κρυμμένος) και Αμούν (Κοπτ.) υπήρξε κύρια θεότητα των Θηβών της αρχαίας Αιγύπτου, όχι όμως και ασήμαντη στον αρχαίο ελλαδικό χώρο. Περιορισμένης εμβέλειας στο Παλαιό Βασίλειο και τη θρησκευτική ιδεολογία της ηλιουπολιτικής Εννεάδας[1] φαίνεται πως απέκτησε δύναμη μετά την ενδέκατη δυναστεία (2000 Π.Κ.Ε./π.Χ.) και την εγκαθίδρυση του πάνθεου της Ογδοάδας της Ερμούπολης[2]. Κατά την περίοδο της δέκατης όγδοης δυναστείας ο Άμων έγινε ευρύτερα γνωστός, εξαιτίας της πολιτικής κυριαρχίας της Άνω Αιγύπτου επί της Κάτω Αιγύπτου, συνδέθηκε με τα τέσσερα στοιχεία, απέκτησε ναό στο Καρνάκ και καταγράφηκε σε ασσυροβαβυλωνιακά κείμενα[3].

Συνδέθηκε από το ιερατείο με τον Ρα, προκειμένου να διεκδικηθεί προς όφελός του η πνευματική εξουσία και τα χαρακτηριστικά αυτής της μεγάλης αιγυπτιακής θεότητας, προκαλώντας την αντίδραση του ιερατείου του Ρα και πολλών Φαραώ. Η σύγκρουση που επήλθε ως αποτέλεσμα αυτής της αντίδρασης επέφερε την καταστροφή των ναών του Άμωνος, της κατάργηση των Θηβών ως πρωτεύουσας της αρχαίας Αιγύπτου και επιβολή του ενοθεϊσμού του Ατέν. Μετά τον θάνατο του Ακενατόν η λατρεία του επανήλθε στο προσκήνιο και ο Άμων λατρευόταν ως Άμων Ρα. Στην αρχαία Ελλάδα ήταν γνωστός ήδη από τους αρχαϊκούς χρόνους ως Ζευς Άμμων και διέθετε δικούς του ναούς, όπως φαίνεται από την περίπτωση του Ωρωπού [4].

Απεικονίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άμων-Μιν

Σύμβολο της συγκεκριμένης θεότητας υπήρξε ο Κριός και η απεικόνισή του ήταν συνήθως ανθρωπομορφική με δανεισμένα εικονογραφικά στοιχεία από τον Μιν. Αντί κόμμωσης φέρει κάλυμμα, στο οποίο διακρίνονται υψωμένα δύο μεγάλα παράλληλα φτερά. Άλλοτε απεικονίζονταν καθισμένος μεγαλόπρεπα στο θρόνο του και άλλοτε όρθιος, κρατώντας ένα μαστίγιο υψωμένο πάνω από το κεφάλι του, στην ιθυφαλλική στάση του θεού Μιν. Απεικονιζόταν, επίσης, με κεφαλή κριού, έχοντας κέρατα κυρτά προς τα κάτω φέροντας το ίδιο κάλυμμα[5].

Θεός-δημιουργός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την περίοδο του Μέσου Βασιλείου, ο Άμων θεωρείτο γονιμικός θεός-δημιουργός και η πρώτη γνωστή εικονογραφία του περιλαμβάνει τη χήνα, που γεννά το κοσμικό αυγό, όπως και στην περίπτωση του Γκεμπ. Παρόλο που το φτερό της χήνας συνέχισε να υπάρχει και σε ύστερους χρόνους ως εικονιστικό στοιχείο της θεότητας, η εικόνα της χήνας σύντομα απορρίφθηκε χάριν των ηλιακών ιδιοτήτων του Ρα. Μεγαλύτερη σημασία για τις ιδιότητές του ως θεού της γονιμότητας φαίνεται πως είχε η διασύνδεσή του με τον Κριό. Στον μύθο αναφέρεται πως ο Άμων μεταμφιέστηκε κάποτε με το κεφάλι και το δέρμα κριού, τον οποίο έγδαρε και αποκεφάλισε, όταν ο Σου, θεός της ατμόσφαιρας, τον παρακάλεσε να εγκαταλείψει την αορασία του. Αποκαλύπτοντας τον εαυτό του με αυτόν τον τρόπο ο Άμων ιεροποίησε τον κριό, με αποτέλεσμα να βρίσκεται υπό την προστασία του καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, πλην μίας και μοναδικής ημέρας, κατά την οποία θυσιαζόταν τελετουργικά ένας κριός, αφαιρείτο το δέρμα του και αποκεφαλιζόταν[6].

Σταδιακά ο Άμων απέκτησε όλες τις ζωοδότριες δυνάμεις του Σου, του θεού του ανέμου που ανάδευε τον πρωταρχικό ωκεανό Νουν και ως θεός του ανέμου πλέον συσχετίστηκε με την πνοή της ζωής που δημιούργησε το μπα, ιδιαίτερα στις Θήβες. Δύναμη παραγωγική και γενεσιουργός, ο ιθυφαλλικός Άμων, ο οποίος συνήθως επονομαζόταν «σύζυγος της μητέρας του», θεωρείτο ότι συντηρούσε αέναα τη ζωή μέσα στο σύμπαν. Ήταν επίσης θεός της γονιμότητας της γης, ενώπιον του οποίου απεικονιζόταν ο Φαραώ να σπείρει και να θερίζει τα πρώτα στάχυα.

Ο ηλιακός θεός Άμων Ρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

imn
n
ra
Z1
C1
Άμων Ρα σε ιερογλυφικά

Προστάτης των ισχυρότερων Φαραώ, των οποίων θεωρείτο πατέρας και στους οποίους χάριζε τη νίκη εναντίον όλων των εχθρών του, ο θεός των Θηβών έγινε ο κατ' εξοχήν εθνικός θεός. Οι πιστοί του τον αναγόρευσαν σε «βασιλέα των θεών», με το όνομα Άμων Ρα, καθώς ταυτίστηκε με τον Ραε, τον αρχαίο ηλιακό θεό, τον οποίο υποκατέστησε εξ ολοκλήρου ως δημιουργός του κόσμου και αρχηγός της Μεγάλης Εννεάδας. Από τότε ο Άμων Ρα απεικονίζεται στους πίνακες των βασιλικών τάφων καθισμένος στη βάρκα του Ήλιου να φωτίζει κατά το νυχτερινό δωδεκάωρο τους νεκρούς.

Παρ' όλα αυτά ο Ρα δεν έχασε ποτέ τα αρχαία βασιλικά δικαιώματά του και με το όνομα Ρα Αραχτής λατρεύονταν παράλληλα με τον Άμωνα Ρα αλλά εντελώς χωριστά. Θετική αντίδραση απέναντι στον Ρα σημειώθηκε ευθύς μετά το θάνατο του Αμένοφι Γ', του οποίου τα κείμενα και τα ανάγλυφα του ναού του Λούξορ υμνούν τη θεία γέννηση, αποτέλεσμα των ερώτων του θεού των Θηβών και της βασιλομήτορος, συζύγου του Τούθμωσι Δ', με την ανάδυση της λατρείας του Ατέν.

Η νέα θρησκεία όμως υπήρξε εφήμερη, καθώς αμέσως μετά το θάνατο του μεταρρυθμιστή Ακενατόν ο γιος του όχι μόνο επανέφερε τη λατρεία του Άμωνος αλλά και απαρνήθηκε το πατρικό του όνομα, αλλάζοντάς το από το αιρετικό Τουτανχατόν (Toutankh Aton = ζώσα εικόνα του Ατέν) στο ορθόδοξο Τουταγχαμόν (Toutankh Amon = ζώσα εικόνα του Άμωνος).

Έχοντας επανακτήσει όλη την παλαιά του δόξα από τον Χορεμχέμπ (Xoremheb) και τους βασιλείς της δεκάτης ενάτης δυναστείας, που γέμισαν τους ναούς του με δώρα, ο Άμων, ενσωματωμένος πλέον οριστικά με τον Ρα, απέκτησε περιουσία ίση με τα τρία τέταρτα περίπου της περιουσίας όλων των άλλων Αιγυπτίων θεών μαζί. Μια καταγραφή αυτής της περιουσίας που πραγματοποιήθηκε επί εποχής Ραμσή Γ', καταδεικνύει ότι ο θεός είχε, μεταξύ άλλων, 81.322 δούλους και 421.362 ζώα[7].

Οι μεγάλοι ιερείς του, οι πρώτοι προφήτες του Άμωνος, που εξελέγονταν μεταξύ των ισχυρότερων αρχόντων, πολύ σύντομα έκαναν το λειτούργημά τους κληρονομικό, και αφού υπηρέτησαν σε ανακτορικές θέσεις την εποχή των ανίσχυρων φαραώ της εικοστής δυναστείας, κατέλαβαν εντέλει τη βασική εξουσία μέσω του Χερί Χορ, ο οποίος διαδέχτηκε τον τελευταίο Ραμσή. Λόγω των ταραχών που επακολούθησαν, οι Θήβες έπαψαν πια να είναι τόπος της βασιλικής διαμονής και πολιτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου και περιήλθαν στην αποκλειστική ιδιοκτησία του Άμωνος, έχοντας μετατραπεί πλέον σε ένα είδος θεοκρατικής πολιτείας, όπου την εξουσία ασκούσε ο θεός, είτε απ’ ευθείας μέσω των χρησμών, είτε μέσω, όχι του πρώτου προφήτη του, όπως πριν από λίγο, αλλά της επίγειας συζύγου του, «της συζύγου του θεού», η οποία ως κόρη συνήθως του φαραώ, απολάμβανε τις μεγαλύτερες τιμές, κυβερνώντας την πόλη και διοικώντας τα απέραντα κτήματα του θεού-συζύγου της.

Ο Άμων πέρα από την Αίγυπτο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Απόλυτος κύριος των θηβών, ο Άμμων κυριαρχούσε και πέρα από τα σύνορα της Αιγύπτου, στην Αιθιοπία, όπου μέσω των μαντείων του στις πόλεις Μερόη και Ναπάτα μπορούσε να εκλέξει, να καθαιρέσει ή να διατάξει τη θανάτωση βασιλέων, ασκώντας έτσι τυραννική εξουσία, η οποία καταργήθηκε μόλις τον 3ο Π.Κ.Ε. αιώνα, όταν ο Εργαμένης αποτίναξε το ζυγό των ιερέων και τους θανάτωσε.

Ο Άμων κυριαρχούσε επίσης στις φυλές της λιβυκής ερήμου μέχρι και τις νεότερες εποχές, όπου οι πολυάριθμοι προσκυνητές προσέρχονταν γεμάτοι σεβασμό στο ναό του Άμωνος ή του Άμωνος Δία, ο οποίος βρίσκονταν στην όαση και του οποίου το περίφημο μαντείο που είχε χαιρετήσει, το 332 Π.Κ.Ε. τον Αλέξανδρο ως «γιο του θεού».

Σε κάθε περίπτωση τα μεγαλοπρεπέστερα ιερά του Άμωνος, των οποίων τα ερείπια προκαλούν, ακόμη και σήμερα, τον θαυμασμό, βρίσκονταν πάντα στις Θήβες, στη δεξιά όχθη του Νείλου, στο Λούξορ[8] και στο Καρνάκ, όπου λατρευόταν μαζί με τη σύζυγό του Μουτ και τον θετό γιο τους Κχονσού.

Σημειώσεις-παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εμφανίζεται μόνον τέσσερις φορές στα ηλιουπολίτικα κείμενα των Πυραμίδων. Πιθανώς ανήκε αρχικά στο κοσμογονικό σύστημα της Ερμούπολης, ως ένας από τους οκτώ θεούς που βγήκαν από το στόμα του Θωθ Βλ. επίσης New Larousse Encyclopedia of Mythology, 29.
  2. Από την εποχή του πρώτου φαραώ της δωδέκατης δυναστείας, που το όνομά του Αμενεμχάτ (Amenemhat) σημαίνει «ο Άμων προπορεύεται», οι Θήβες και ο θεός της άρχισαν να αποκτούν σημασία, η οποία έμελλε να λάβει μεγάλη έκταση επί βασιλείας των μεγάλων κατακτητών της δεκάτης ογδόης δυναστείας, οι οποίοι διεκδικούσαν θεϊκή καταγωγή ως γιοι του Άμωνος
  3. Μεγαλομμάτης Κ. 1989, 37.
  4. Ήδη από τα τέλη του 6ου Π.Κ.Ε. ο Ζευς είχε ταυτιστεί με τον Άμμωνα-Ρα και λατρευόταν σε ιερά στον Ωρωπό, τη Θήβα, τη Μεγαλόπολη, το Γύθειο και αλλού. Βλ. επίσης Schwabl H. 1989, 182
  5. New Larousse Encyclopedia of Mythology, 31.
  6. Ions Veronica 1968, 92.
  7. New Larousse Encyclopedia of Mythology, 32.
  8. Ένας από τους πλέον φημισμένους ναούς ήταν εκείνος του Αμενχοτέπ Γ', στο Λούξορ, αφιερωμένος στον ιθυφαλλικό Άμωνα Ρα. Βλ. επίσης Ions Veronica 1968, 93

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Guirand Félix (Ed) 1968, New Larousse Encyclopedia of Mythology, Crescend Books, New York.
  • Ions Veronica 1968, Egyptian Mythology, Newnes Books, London.
  • Μεγαλομμάτης Κ. 1989, Άμμων, στο Χριστόπουλος Γ. - Μπαστιάς Ι. (εκδ.) Παγκόσμια μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα.
  • Schwabl H. 1989, Ζευς, στο Χριστόπουλος Γ. - Μπαστιάς Ι. (εκδ.) Παγκόσμια μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα.